Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ και Άλλο (2011) 1 ΑΑΔ 1506

(2011) 1 ΑΑΔ 1506

[*1506]18 Ιουλίου, 2011

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3

ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ

ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ,

ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑΤΑ

ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ

ΣΤΙΣ 19.12.2008 ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 480/07.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 2/2009)

 

Δικαστική απόφαση ― Θεραπεία ατέλειας σε δικαστική διαδικασία ― Σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου προς τέτοια θεραπεία προς το σκοπό διασφάλισης της λειτουργίας του Δικαστηρίου ― Παραμερισμός από την Ολομέλεια πρωτόδικης απόφασης σε αίτηση παροχής άδειας certiorari  και απόφασης του πενταμελούς εφετείου -― Σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου ― Δεν απαιτείται προδιαγεγραμμένη ενέργεια ή συγκεκριμένο δικονομικό διάβημα για την κινητοποίηση του δικαστηρίου να εκπληρώσει οφειλόμενο προς τη δικαιοσύνη χρέος και να παραμερίσει άκυρη απόφαση.

Δικαιώματα Διαδίκου ― Παράλειψη επίδοσης της διαδικασίας όπου αυτή απαιτείται ― Καθιστά άκυρη την διαταγή που εκδόθηκε εναντίον του προσώπου προς το οποίο έπρεπε να είχε επιδοθεί ― Το Δικαστήριο μπορεί να παραμερίσει τέτοια διαταγή κατά την ενάσκηση της σύμφυτης δικαιοδοσίας του, χωρίς την ανάγκη να υποβληθεί έφεση εναντίον της.

[*1507]Δικαστήριο ― Αρχές Φυσικής Δικαιοσύνης ― Ανυπέρβατη αρχή δικαίου η ακρόαση και των δύο μερών προτού το Δικαστήριο προέλθει σε κρίση.

Ύστερα από έφεση, ανετράπη από το πενταμελές εφετείο απορριπτική απόφαση που εξεδόθη σε αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari, σχετικά με προδικαστικό σημείο που αποφασίστηκε από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών.

Η Αίτηση αυτή, εφεσιβλήθηκε χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε ειδοποίηση προς την άλλη πλευρά, κάτι που είναι σύμφωνο με τη νομολογία.

Το πενταμελές Εφετείο προχώρησε περαιτέρω και εκδίκασε την ουσία της αίτησης, κρίνοντας ότι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης. Ακολούθως, έδωσε την απαιτούμενη άδεια για την καταχώρηση αίτησης προς έκδοση εντάλματος certiorari.

Στη συνέχεια η υπόθεση επεστράφη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστή για να χειριστεί την υπόθεση και να αποφασίσει κατά πόσο θα εξέδιδε το αιτούμενο ένταλμα certiorari.

Ο τελευταίος έκρινε ότι δεσμευόταν από την απόφαση του πενταμελούς Εφετείου όπου αποφασίστηκε ότι δεν υπήρχε εργατική διαφορά και, ως εκ τούτου, ούτε δικαιοδοσία και εξέδωσε διάταγμα certiorari, θέτοντας τέρμα σε κάθε διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στη σχετική αίτηση.

Εναντίον της απόφασης αυτής, καταχωρήθηκε η Έφεση 2/2010 η οποία όταν ετέθη ενώπιον του αρμόδιου πενταμελούς Εφετείου, επισημάνθηκε ζήτημα παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, αφού στην έφεση 2/2009 αποφασίστηκε η ουσία της υπόθεσης στην απουσία της άλλης πλευράς.

Συνακόλουθα, το Εφετείο παρέπεμψε το θέμα στην Πλήρη Ολομέλεια για να εξεταστεί στη βάση της σύμφυτής της εξουσίας κατά πόσο η υπό κρίση απόφαση του Εφετείου ήταν άκυρη εξ υπαρχής, λόγω της απουσίας της μίας πλευράς από τη διαδικασία, και συνακόλουθης παραβίασης της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.    Ενυπάρχει σύμφυτη δικαιοδοσία για θεραπεία ατέλειας σε δικαστική διαδικασία, όπου αυτό επιβάλλεται από τη διασφάλιση της λειτουργίας του Δικαστηρίου ως Δικαστήριο της δικαιοσύνης.

[*1508]2.    Παράλειψη επίδοσης της διαδικασίας όπου αυτή απαιτείται, καθιστά άκυρη την διαταγή που εκδόθηκε εναντίον του προσώπου προς το οποίο έπρεπε να είχε επιδοθεί και το Δικαστήριο μπορεί να παραμερίσει τέτοια διαταγή κατά την ενάσκηση της σύμφυτης δικαιοδοσίας του, χωρίς την ανάγκη να υποβληθεί έφεση εναντίον της.

3.    Δεν απαιτείται προδιαγεγραμμένη ενέργεια ή συγκεκριμένο δικονομικό διάβημα για την κινητοποίηση του δικαστηρίου να εκπληρώσει το οφειλόμενο προς τη δικαιοσύνη χρέος και να παραμερίσει άκυρη απόφαση. Εφόσον τα γεγονότα που εκθέτουν την απόφαση σε ακύρωση περιέλθουν σε γνώση του, το ίδιο το δικαστήριο μπορεί να θέσει το θέμα και να δράσει, αφού ακούσει παν ενδιαφερόμενο. Άλλη αντιμετώπιση θα προσέκρουε στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.

4.    Η εκκρεμότητα της Πολιτικής Έφεσης Αρ. 2/2010 δεν διαφοροποιούσε την κατάσταση. Αντιθέτως, το θέμα που εγειρόταν ήταν τέτοιας φύσης, που δεν μπορούσε να εξετασθεί και να λυθεί στην έφεση εκείνη και ο ορθός τρόπος επίλυσής του ήταν η παραπομπή του στην Ολομέλεια, για να ασκήσει τη σύμφυτη της εξουσία.

5.    Ήταν το κατάλληλο στάδιο κατά το οποίο μπορούσε να ασκηθεί η σύμφυτη αυτή εξουσία του Δικαστηρίου, αφού το θέμα είχε ήδη περιέλθει σε γνώση του Δικαστηρίου. Όχι μόνο δεν προέκυπτε οποιοδήποτε διαδικαστικό πρόβλημα με την εξέταση του θέματος σε εκείνο το στάδιο, αλλά και επιβαλλόταν.

6.    Είχε παραβιασθεί το δικαίωμα διαδίκου να ακουστεί η θέση του προτού κριθεί το ζήτημα που εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου και θα έπρεπε η υπό κρίση απόφαση, να κηρυσσόταν άκυρη, ως επίσης και η βασισμένη σ’ αυτή απόφαση στην οποία εκδόθηκε το ένταλμα certiorari.

7.    Ύστερα από την απόφαση της Ολομέλειας, η διαδικασία θα έπρεπε να συνεχιστεί από το στάδιο της Έφεσης 2/2009 εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστή με την οποία αρνήθηκε να παράσχει άδεια και η οποία, παρέμενε χωρίς κρίση. Εδόθησαν δε σχετικές οδηγίες ώστε να εκδικασθεί.

Η απόφαση στην Π.Ε. 2/2009 και η απόφαση στην πρωτόδικη αίτηση ακυρώθηκαν. Δόθησαν οδηγίες όπως η Π.Ε. 2/2009 ακουστεί εξ αρχής. Καμία διαταγή για έξοδα.

[*1509]Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Φιλίππου (1993) 1 Α.Α.Δ. 857,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1999) 1 Α.Α.Δ. 1005,

Κακουλλής (2007) 1 Α.Α.Δ. 682,

Κυπριακή Δημοκρατία v. Πουλλή (2001) 3 Α.Α.Δ. 1060,

Sofocli, as administrator of the Estate of Sofoclis Karayiannides, deceased v. Leonidou (1988) 1 C.L.R. 583,

Graig v. Kanssen [1943] 1 K.B. 256 (C.A.),

Pinochet (No. 2) [2000] 1 A.C. 119.

Εξέταση την απόφασης στην Πολ. Έφεση Αρ. 2/2009 στη βάση της σύμφυτης εξουσίας της Πλήρης Ολομέλειας.

Π. Πολυβίου με Γ. Μίτλετον, για τους Εφεσείοντες.

Χ. Σταυράκης, για την Eφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Το ιστορικό της υπόθεσης αυτής έχει ως ακολούθως.

Η Αίτηση Aρ. 100/08 για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση Αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari, που αφορούσε προδικαστικό σημείο που αποφασίστηκε από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στην ενώπιον του Αίτηση με αριθμό 480/07, απορρίφθηκε από τον αδελφό Δικαστή Ναθαναήλ πρωτοδίκως. Η Αίτηση αυτή, που ήταν ex parte, εφεσιβλήθηκε χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε ειδοποίηση προς την άλλη πλευρά, κάτι που είναι σύμφωνο με τη νομολογία (δέστε Φιλίππου (1993) 1 Α.Α.Δ. 857, Γενικός Εισαγγελέας (Aρ. 3) (1999) 1 Α.Α.Δ. 1005 και Κακουλλής (2007) 1 Α.Α.Δ. 682).

Το πενταμελές Εφετείο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση που αφορούσε την άρνηση παραχώρησης άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση certiorari, αλλά περαιτέρω προχώρησε [*1510]και εξεδίκασε την ουσία της αίτησης, κρίνοντας ότι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης. Ακολούθως, επέστρεψε την υπόθεση στον πρωτόδικο Δικαστή για να την εκδικάσει, δίδοντας την απαιτούμενη άδεια.

Παραθέτουμε σχετικά αποσπάσματα από την απόφαση αυτή:

«Παρατηρούμε συνεπώς ότι η εργατική σχέση έχει τερματιστεί και η σχέση των διαδίκων έχει καταστεί συμβατική. Από τη στιγμή που η σχέση των διαδίκων εδράζεται σε γραπτή συμφωνία, αναφύεται η ανάγκη παραμερισμού μιας συμβατικής σχέσης, θέμα που βρίσκεται έξω από το πλαίσιο της εργατικής διαφοράς.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Η αποκλειστική δικαιοδοσία του καθιδρυομένου με βάση το Άρθρο 12(1) του Νόμου Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, έχει ως προαπαιτούμενο την ύπαρξη εργατικής διαφοράς, κάτι που στην προκείμενη περίπτωση θεωρούμε ότι δεν υφίσταται.

Με γνώμονα τα πιο πάνω βρίσκουμε ότι η έφεση θα πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται. Παρέχεται άδεια για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση certiorari, η οποία να υποβληθεί εντός δεκαπέντε ημερών για να τεθεί ενώπιον του αδελφού μας Δικαστή ο οποίος θα χειριστεί την υπόθεση.»

Η απόφαση αυτή λήφθηκε χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, αφού δεν βρισκόταν ενώπιον του Εφετείου.

Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη, η υπόθεση επεστράφη στον πρωτόδικο Δικαστή Ναθαναήλ, για να αποφασίσει κατά πόσο θα εξέδιδε το αιτούμενο ένταλμα certiorari. O Ναθαναήλ, Δ., ορθά έκρινε ότι ο ίδιος δεσμευόταν από την απόφαση του πενταμελούς Εφετείου στην Έφεση Aρ. 2/2009, όπου αποφασίστηκε ότι δεν υπήρχε εργατική διαφορά και, ως εκ τούτου, δικαιοδοσία και εξέδωσε διάταγμα certiorari, θέτοντας τέρμα σε κάθε διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στην Αίτηση Aρ. 480/07. Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η Έφεση Aρ. 2/2010. Όταν  αυτή τέθηκε ενώπιον του αρμόδιου πενταμελούς Εφετείου, τούτο επεσήμανε θέμα παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, αφού στην Έφεση Aρ. 2/2009 αποφασίστηκε η ουσία της υπόθεσης στην απουσία της άλλης πλευράς.

Ως συνέπεια των πιο πάνω, το Εφετείο παρέπεμψε το θέμα στην Πλήρη Ολομέλεια για να εξεταστεί στη βάση της σύμφυτής [*1511]της εξουσίας κατά πόσο η υπό κρίση απόφαση του Εφετείου ήταν άκυρη εξ υπαρχής, λόγω της απουσίας της μίας πλευράς από τη διαδικασία, και της συνακόλουθης παράβασης της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης.

Η κύρια αυθεντία στο θέμα αυτό είναι η υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία v. Πουλλή (2001) 3 Α.Α.Δ. 1060. Στην υπόθεση εκείνη, εκ παραδρομής, η έφεση δεν επιδόθηκε σε ένα από τους διαδίκους, ο οποίος έτσι δεν είχε γνώση της διαδικασίας και δεν παρέστη για να ακουστεί κατά την ακρόαση. Όταν το γεγονός αυτό περιήλθε στη γνώση του τότε Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με σχετική επιστολή του επηρεαζόμενου μέρους, η Πλήρης Ολομέλεια επελήφθη του θέματος και κήρυξε την απόφαση άκυρη, δίδοντας οδηγίες για επανεκδίκαση της Έφεσης. Η βάση στην οποία στηρίχθηκε η απόφαση στην υπόθεση αυτή ήταν η παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, αφού στερήθηκε ενδιαφερόμενος του δικαιώματος να ακουστεί προτού εκδοθεί απόφαση που επηρέαζε τα δικαιώματά του. Στη Sofocli, as Administration of the Estate of Sofoclis Karayiannides, deceased v. Leonidou (1988) 1 C.L.R. 583 επισημάνθηκε ότι ενυπάρχει σύμφυτη δικαιοδοσία για θεραπεία ατέλειας σε δικαστική διαδικασία, όπου αυτό επιβάλλεται από τη διασφάλιση της λειτουργίας του Δικαστηρίου ως Δικαστήριο της δικαιοσύνης. Όπως επισημάνθηκε στην Πουλλή (πιο πάνω), η αρχή της ακρόασης και των δύο μερών πριν το Δικαστήριο προέλθει σε κρίση «διακηρύχθηκε από αρχαιοτάτων χρόνων, από τους Έλληνες ποιητές και τραγωδούς σαν ανυπέρβατη αρχή του δικονομικού δικαίου και αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα του διαδίκου». Στην υπόθεση Graig v. Kanssen [1943] 1 K.B. 256 (C.A.), στην οποία παραπέμπει η απόφαση στην Πουλλή, λέχθηκε πως παράλειψη επίδοσης της διαδικασίας όπου αυτή απαιτείται, καθιστά άκυρη την διαταγή που εκδόθηκε εναντίον του προσώπου προς το οποίο έπρεπε να είχε επιδοθεί και ότι το Δικαστήριο μπορεί να παραμερίσει τέτοια διαταγή κατά την ενάσκηση της σύμφυτης δικαιοδοσίας του, χωρίς την ανάγκη να υποβληθεί έφεση εναντίον της.

Περαιτέρω, στην Πουλλή, λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 1066:

«Δεν απαιτείται προδιαγεγραμμένη ενέργεια ή συγκεκριμένο δικονομικό διάβημα για την κινητοποίηση του δικαστηρίου να εκπληρώσει το οφειλόμενο προς τη δικαιοσύνη χρέος και να παραμερίσει άκυρη απόφαση. Εφόσον τα γεγονότα που εκθέτουν την απόφαση σε ακύρωση περιέλθουν σε γνώση του, το ίδιο το δικαστήριο μπορεί να θέσει το θέμα και να δράσει, αφού ακούσει πάντα ενδιαφερόμενο. Άλλη αντιμετώπιση θα προσέ[*1512]κρουε στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, όπως υποδεικνύει ο Pennycuick V-C στη Fleet Mortgage v. Lower Maisonette [1972] 2 All ER 737. Τα ίδια υιοθετεί και ο Sir Arnold P στην Ebrahim v. Αli [1983] 3 All E.R. 615: (σελ. 616)».

Ο κ. Σταυράκης υποστήριξε πως η υπόθεση Πουλλή (πιο πάνω), είναι άμεσα σχετική με την παρούσα και εφαρμοζόμενη καθιστά την υπό κρίση απόφαση άκυρη.

Αντίθετα, ο κ. Πολυβίου προσπάθησε, ανεπιτυχώς, κατά την κρίση μας, να διαφοροποιήσει την παρούσα από την Πουλλή, καθώς και την Pinochet (No. 2) [2000] 1 A.C. 119, στην οποία και μας παρέπεμψαν οι διάδικοι, επιχειρηματολογώντας, μεταξύ άλλων, ότι η κρίση επί της εγκυρότητας της απόφασης και στις δύο πιο πάνω υποθέσεις έγινε αφού εξαντλήθηκαν όλες οι διαδικασίες, ενώ στην παρούσα υπόθεση, όπως ανέφερε, εκκρεμεί η Έφεση Aρ. 2/2010, που καταχώρησε ο κ. Σταυράκης, προσβάλλοντας την ορθότητα της απόφασης έκδοσης εντάλματος Certiorari από τον πρωτόδικο Δικαστή, και έτσι δεν μπορούσε να γίνει επίκληση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου.

Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί η εκκρεμότητα της Π.Ε. 2/2010 διαφοροποιεί την κατάσταση. Αντιθέτως, το θέμα που εγείρεται είναι τέτοιας φύσης, που δεν μπορεί να εξετασθεί και να λυθεί στην έφεση εκείνη και ο ορθός τρόπος επίλυσής του είναι η παραπομπή του στην Ολομέλεια, για να ασκήσει τη σύμφυτη της εξουσία. Το κατάλληλο στάδιο κατά το οποίο μπορεί να ασκηθεί η σύμφυτη αυτή εξουσία του Δικαστηρίου, ως εκ τούτου, είναι τώρα, αφού το θέμα έχει ήδη περιέλθει σε γνώση του Δικαστηρίου. Θεωρούμε πως όχι μόνο δεν προκύπτει οποιοδήποτε διαδικαστικό πρόβλημα με την εξέταση του θέματος στο παρόν στάδιο, αλλά και πως τούτο επιβάλλεται.

Είναι σαφώς η άποψη μας πως στην περίπτωση αυτή έχει παραβιασθεί το δικαίωμα διαδίκου να ακουστεί η θέση του προτού κριθεί το ζήτημα που εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου και θα πρέπει η υπό κρίση απόφαση, για το λόγο αυτό, να κηρυχθεί άκυρη, όπως και η βασισμένη σ’ αυτή απόφαση του Ναθαναήλ, Δ., στην οποία εκδόθηκε το ένταλμα certiorari.

Μας απασχόλησε η διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί μετά την κατάληξή μας αυτή και μετά από αρκετή σκέψη καταλήξαμε να ενεργήσουμε, και ενεργούμε, όπως αναφέρουμε πιο κάτω.

Είναι προφανές από τα αποσπάσματα της απόφασης που ήδη [*1513]παραθέσαμε, ότι ο λόγος για τον οποίο το Δικαστήριο στην Π.Ε. 2/2009 παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση, δίδοντας άδεια για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση certiorari, ήταν η κατάληξή του πως το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν είχε δικαιοδοσία να δικάσει την ενώπιόν του Αίτηση. Έτσι, αφού η απόφαση αυτή κρίνεται άκυρη, ο λόγος για τον οποίο διατάχθηκε η παραχώρηση άδειας δεν υφίσταται πλέον. Συνεπώς, η Έφεση Aρ. 2/2009 εναντίον της απόφασης του αδελφού Δικαστή Ναθαναήλ, με την οποία αρνήθηκε να παράσχει άδεια, παραμένει χωρίς κρίση και θα πρέπει να δοθούν τέτοιες οδηγίες ώστε να εκδικασθεί.

Η απόφαση στην Π.Ε. 2/2009 και, συνακόλουθα η απόφαση του Ναθαναήλ, Δ., στην Αίτηση Αρ. 63/09 ακυρώνονται. Δίδονται οδηγίες όπως η Π.Ε. 2/2009 ακουστεί εξ αρχής.

Η υπόθεση θα τεθεί ενώπιον αρμόδιου πενταμελούς Εφετείου από το Πρωτοκολλητείο για τον ορισμό ημερομηνίας ακρόασης.

Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Η απόφαση στην Π.Ε. 2/2009 και η απόφαση στην πρωτόδικη αίτηση ακυρώνονται. Δίδονται οδηγίες όπως η Π.Ε. 2/2009 ακουστεί εξ αρχής. Καμία διαταγή για έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο