Makushin Viktor (2011) 1 ΑΑΔ 1841

(2011) 1 ΑΑΔ 1841

[*1841]20 Οκτωβρίου, 2011

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ 97/70,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 7/9/2011,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ VIKTOR MAKUSHIN,

ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ

ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI.

(Πολιτική Aίτηση Aρ. 113/2011)

 

Προνομιακά Εντάλματα ― Αίτηση για έκδοση διατάγματος certiorari για ακύρωση διαταγής Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία ετέθη υπό την αίρεση της μη καταχώρησης έφεσης από τη Δημοκρατία (ηττηθείσα διάδικο σε διαδικασία έκδοσης Φυγόδικου), η επιστροφή της εγγύησης που κατατέθηκε για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας εκζητούμενου προσώπου σε διαδικασία που έληξε υπέρ του.

 

Φυγόδικοι ― Άρθρο 9(5)(β) του Περί περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου 97/1970 ως έχει τροποποιηθεί ― Κατά πόσον ο σχετικός νόμος παρείχε τη δυνατότητα διατήρησης σε ισχύ των όρων που είχε  επιβάλει το πρωτόδικο Δικαστήριο για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του εκζητούμενου προσώπου κατά την πρωτόδικη διαδικασία, η οποία τελικά τερματίστηκε με απόρριψη.

Ύστερα από την απόρριψη αίτησης έκδοσης Φυγόδικου, δυνάμει του Περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου 97/1970 ως έχει τροποποιηθεί, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε διαταγή όπως η εγγύηση [*1842]που κατέθεσε ο Καθ’ ου η αίτηση (εκζητούμενο πρόσωπο) για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο, του επιστρεφόταν, εκτός εάν καταχωρείτο έφεση από τη Δημοκρατία η συνήγορος της οποίας είχε ήδη εκφράσει  πρόθεση για άσκηση έφεσης.

Ακολούθως με την καταχώρηση σχετικής αίτησης, εξασφαλίστηκε από το πιο πάνω πρόσωπο, άδεια για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση διατάγματος της φύσεως certiorari, σχετικά με το μέρος της απόφασης που διέταξε την επιστροφή της εγγύησης υπό την αίρεση «εκτός αν καταχωρείτο έφεση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας».

Το πλαίσιο της αίτησης για  έκδοση διατάγματος certiorari, υποστηρίχθηκε από τον δικηγόρο του αιτητή ότι δεν υπάρχει εξουσία στο σχετικό νόμο περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο 97/1970 που να δίνει τέτοια εξουσία.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Είναι φανερό, ότι κατά  τη διαδικασία του Άρθρου 9 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου 97/1970 ως έχει τροποποιηθεί, όταν η αίτηση για έκδοση απορρίπτεται, ορίζεται όπως το Δικαστήριο, με βάση ρητή νομοθετική πρόνοια (Άρθρο 9(5)(β) «........ θέλει διατάξει όπως το εις ο αφορά η αίτησις εκδόσεως πρόσωπον αφεθή ελεύθερον»).

2.  Εφόσον  στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει πρόνοια για συνέχιση της κράτησης μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για καταχώρηση έφεσης, κατ' αναλογία δεν υπήρχε εξουσία για διατήρηση σε ισχύ των όρων που είχε επιβάλει το πρωτόδικο Δικαστήριο για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του αιτητή κατά την πρωτόδικη διαδικασία, η οποία τελικά έληξε υπέρ του αιτητή.

3.  Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είχε εξουσία να παρατείνει την ισχύ της εγγύησης ύστερα από την υπέρ του αιτητή αποπεράτωση της αίτησης φυγοδίκου.

Εκδόθηκε διάταγμα της φύσης certiorari με το οποίο ακυρώθηκε η σχετική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Mechanov (Αρ. 2) (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1228,

[*1843]Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 814,

Διευθυντής των Φυλακών ν. Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217,

Περέλλα (Αρ. 2) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1009,

Tudor (2011) 1 Α.Α.Δ. 1176.

Aίτηση.

E. Πουργουρίδης, για τον Αιτητή.

Ε. Λοΐζίδου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Μ. Βασιλείου (κα), για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο αιτητής αντιμετώπισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την αίτηση έκδοσης αρ. 4/2010. Για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο κατά την ακρόαση της υπόθεσης, το Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφασή του ημερ. 11/6/2010 διέταξε όπως, μεταξύ άλλων όρων, υπογράψει και εγγύηση €200.000 με ένα αξιόχρεο εγγυητή, πράγμα που έγινε. Η ακρόαση της υπόθεσης αποπερατώθηκε στις 7/9/2011 οπότε το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση έκδοσης με έξοδα υπέρ του αιτητή.  Αμέσως μετά το πέρας της διαδικασίας η εκπρόσωπος της αιτήτριας χώρας δήλωσε την πρόθεση της να καταχωρήσει έφεση, το δε δικαστήριο ανάφερε τα ακόλουθα:

«Δικαστήριο:

Τα έξοδα της διαδικασίας θα είναι υπέρ του Καθ’ ου η αίτηση ως θα υπολογιστούν. Η εγγύηση που κατέθεσε ο Καθ’ ου η αίτηση να του επιστραφεί εκτός αν καταχωρηθεί έφεση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.»

Ο αιτητής καταχώρησε στη συνέχεια την Πολ. Αίτηση Αρ. 108/2011 με την οποία εξασφάλισε από το Δικαστήριο τούτο άδεια για καταχώρηση αίτησης με κλήση για έκδοση διατάγματος certiorari, σχετικά με το μέρος της απόφασης που διέταξε την επιστροφή της εγγύησης «εκτός αν καταχωρηθεί έφεση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας».

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, καταχωρήθηκε η παρούσα αί[*1844]τηση με κλήση με την οποία ζητείται διάταγμα που να ακυρώνει την πιο πάνω πρόνοια σχετικά με την εγγύηση, ούτως ώστε ουσιαστικά να μην υπάρχει οιαδήποτε εγγύηση για διασφάλιση της παρουσίας του αιτητή στο Εφετείο, σε περίπτωση που θα καταχωρηθεί έφεση.

Ήταν η θέση του ευπαιδεύτου δικηγόρου του αιτητή ότι δεν υπάρχει εξουσία στο σχετικό νόμο, δηλαδή τον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο 97/1970 που να δίνει τέτοια εξουσία. Επικαλέστηκε προς τούτο και την υπόθεση Mechanov (Αρ. 2) (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1228, την οποία επικαλέστηκε και στο στάδιο που είχε ζητήσει άδεια για καταχώρηση της παρούσας αίτησης.

Από πλευράς της καθ’ ης η αίτηση η ευπαίδευτη δικηγόρος της με αναφορά στα Αρθρα 9 και 10(5) του προαναφερθέντος νόμου υποστήριξε ότι υπάρχει εξουσία στο Δικαστήριο όπως, παρά την απόρριψη μιας αίτησης έκδοσης, να διατάξει είτε τη συνέχιση της κράτησης (αν ο αιτητής ήταν υπό κράτηση) ή τη συνέχιση της εγγύησης μέχρι την έφεση. Βασίστηκε, μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 814, Διευθυντής των Φυλακών v. Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217 και Περρέλλα (Aρ. 2) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1009.

Το Αρθρο 9(5) του Νόμου στο οποίο ουσιαστικά βασίστηκε ο δικηγόρος του αιτητή διαλαμβάνει ως ακολούθως:

«(5) Εφ’ όσον η εξουσιοδότησις δια την έναρξιν της διαδικασίας της εκδόσεως ήθελε παρασχεθή το δε επιληφθεν της εκδόσεως Δικαστήριον ήθελεν ικανοποιηθή, δυνάμει των προσαχθέντων προς υποστήριξιν της αιτήσεως εκδόσεως αποδεικτικών στοιχείων, ή των κατ’ αύτης παροσαχθέντων τοιούτων ότι το αδίκημα εις ο αφορά η τοιαύτη εξουσιοδότησις είναι αδίκημα δι’ ο δύναται κατά νόμον να χωρήση έκδοσις, προς τούτοις δε ικανοποιηθή –

(α) εν μεν τη περιπτώσει προσώπου διωκομένου διά την διάπραξιν του εν λόγω αδικήματος, ότι τα προσαχθέντα ενώπιον αυτού αποδεικτικά στοιχεία είναι επαρκή ώστε να δικαιολογώσι την παραπομπήν αυτού εις δίκην διά το εν λόγω αδίκημα, εφ’ όσον τούτο διεπράττετο εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

(β) εν δε τη περιπτώσει προσώπου καταζητουμένου διά την έκτισιν ποινής επιβληθείσης αυτώ διά την διάπραξιν του τοιούτου αδικήματος, ότι τω όντι κατεδικάσθη και ότι παρανόμως παραμένει ελεύθερον,

[*1845]Το Δικαστήριον θέλει διατάξει την προφυλάκισιν αυτού μέχρις ου χωρήση η έκδοσις, εκτός εάν η έκδοσις απαγορεύεται δυνάμει ετέρας τινός προνοίας του παρόντος Νόμου. εν εναντία περιπτώσει θέλει διατάξει όπως το εις ο αφορά η αίτησις εκδόσεως πρόσωπον αφεθή ελεύθερον.»

Στην υπόθεση Mechanov (Αρ. 2), πιο πάνω, που επικαλέστηκε ο κ. Πουργουρίδης, με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου είχε διαταχθεί η έκδοση του αιτητή και η κράτηση του στις Κεντρικές Φυλακές μέχρις ότου ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως εκδώσει το διάταγμα έκδοσης του για να αποδοθεί στις Ρωσσικές αρχές. Ο αιτητής καταχώρησε αίτηση για habeas corpus η οποία επιτράπηκε και διατάχθηκε η άμεση αποφυλάκισή του. Έγινε εισήγηση από τον δικηγόρο της Δημοκρατίας όπως επιβληθούν όροι για την εξασφάλιση της παρουσίας του αιτητή στο Εφετείο, για το λόγο ότι θα καταχωρείτο έφεση. Το Δικαστήριο (Νικήτας, Δ.) προχώρησε και ανάφερε τα ακόλουθα:

«Έχω την άποψη ότι δεν μου παρέχεται εξουσία για απόλυση του κρατούμενου υπό όρους, όπως εισηγείται ο κ. Ευαγγέλου, ή υπό οποιουσδήποτε όρους. Το Αρθρ. 10(5) του Ν. 97/70 δεν μπορεί να αποτελέσει έρεισμα για μια τέτοια ενέργεια. Αν αυτή ήταν η πρόθεση του νομοθέτη θα ήταν διαφορετικά διατυπωμένη η πρόνοια αυτή. Εξάλλου ο δικηγόρος της Δημοκρατίας δεν ήταν σε θέση να με παραπέμψει σε οποιαδήποτε αυθεντία. Ομολογουμένως, ούτε εγώ έχω υπόψη οποιοδήποτε νομολογιακό προηγούμενο που να επικροτεί τον προτεινόμενο χειρισμό.  Κατά τη γνώμη μου, τέτοιοι περιορισμοί αντιστρατεύονται τη φιλοσοφία που καθιέρωσε το διάταγμα habeas corpus σαν το πιο αποτελεσματικό μέσο για την προάσπιση της ατομικής ελευθερίας. Η αίτηση απορρίπτεται.»

Το Αρθρο 10(5) του Ν. 97/70 (που επικαλέστηκε η κα Λοϊζίδου σε συνδυασμό με την πρόνοια του Αρθρου 9) έχει ως εξής:

«10(5) Δια τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η διαδικασία διά την εξέτασιν αιτήσεως υποβληθείσης διά την έκδοσιν habeas corpus λογίζεται εκκρεμούσα μέχρις ου εκδικασθή η κατ’ αύτης τυχόν ασκηθείσα έφεσις, ή παρέλθη άπρακτος η προθεσμία, εν η δύναται να ασκηθή τοιαύτη έφεσις, ή, εφ’ όσον απαιτείται άδεια διά την άσκησιν εφέσεως, η προθεσμία εν η δύναται να αιτηθή η παροχή της τοιαύτης αδείας.»

Το σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Διευθυντής των Φυ[*1846]λακών v. Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217, 221 που επικαλέστηκε η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ’ ου η αίτηση έχει ως εξής:

«Για να εκτιμηθούν οι συνέπειες της Πολιτικής Έφεσης 9173, πρέπει ν’ αναφερθούμε στο Άρθρο 10(5) του νόμου που προβλέπει ότι σε περίπτωση έφεσης κατά απόφασης για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, η διαδικασία «...... λογίζεται εκκρεμούσα μέχρις ου εκδικασθή η κατ’ αυτής τυχόν ασκηθείσα έφεσις, ή παρέλθη άπρακτος η προθεσμία, εν ή δύναται να ασκηθή τοιαύτη έφεσις, ή, εφ’ όσον απαιτείται άδεια διά την άσκησιν εφέσεως, η προθεσμία εν ή δύναται να αιτηθή η παροχή της τοιαύτης αδείας.» Με τις διατάξεις του Άρθρου 10(5) συναρτάται ο τελεσίδικος χαρακτήρας εντάλματος Habeas Corpus που εκδίδεται βάσει του Άρθρου 10(1) με την αποπεράτωση της έφεσης. Επακόλουθο αυτής της εξαίρεσης του γενικού κανόνα για τον τελεσίδικο χαρακτήρα των δικαστικών αποφάσεων (βλ. Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251), είναι η διατήρηση σε ζωή, εφόσον ασκείται έφεση, του διατάγματος για την έκδοση φυγοδίκου με συνέπεια τη δυνατότητα παράτασης της κράτησης του φυγοδίκου μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.»

Η υπόθεση Περέλλα (Αρ. 2) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1009, που επίσης επικαλέστηκε η κα Λοϊζίδου, δεν βρίσκω να βοηθά με οποιοδήποτε τρόπο το θέμα που εξετάζουμε. Η αναφορά στη σελ. 1012 ήταν απλώς η θέση του εφεσείοντα. Το ίδιο δεν βρίσκω να βοηθά το θέμα που εξετάζουμε η υπόθεση Tudor (2011) 1 A.A.Δ. 1176, που επίσης επικαλέστηκε η κα Λοϊζίδου.

 

Η κα Λοϊζίδου, επικαλέστηκε και την υπόθεση Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 814, και συγκεκριμένα το ακόλουθο απόσπασμα από τη σελ. 827:

«Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση γίνεται αποδεκτή. Ενόψει όμως των προνοιών του Αρθρου 10.5 του Νόμου, η διαδικασία θεωρείται ακόμα εκκρεμής, μέχρις ότου περατωθεί η έφεση που πιθανό να ασκηθεί από την απόφασή μου. Ο αιτητής θα παραμείνει επομένως σε προφυλάκιση μέχρι του τέλους της έφεσης. Αν όμως παρέλθει άπρακτος ο χρόνος που προβλέπει ο νόμος για την καταχώρηση έφεσης, ο αιτητής θα απελευθερωθεί μόλις λήξει ο χρόνος αυτός, ή αν παραιτηθεί ο Γενικός Εισαγγελέας του δικαιώματος καταχώρησης έφεσης.»

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι τα όσα αναφέρθηκαν στην [*1847]υπόθεση Διευθυντής των Φυλακών v. Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217, περί τη διατήρηση σε ζωή, εφόσον ασκείται έφεση, της διαδικασίας με συνέπεια τη δυνατότητα παράτασης της κράτησης του φυγοδίκου μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, και στην υπόθεση Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 814, 827, αφορούν περιπτώσεις διαδικασίας habeas corpus, όπως προβλέπει το Αρθρο 10 του Ν. 97/70 και όχι τη διαδικασία του Αρθρου 9, όταν η αίτηση για έκδοση απορρίπτεται οπότε το Δικαστήριο με βάση ρητή νομοθετική πρόνοια (Αρθρο 9(5)(β) «........ θέλει διατάξει όπως το εις ο αφορά η αίτησις εκδόσεως πρόσωπον αφεθή ελεύθερον». Εφόσον λοιπόν στην περίπτωση αυτή δεν έχει πρόνοια για συνέχιση της κράτησης μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για καταχώρηση έφεσης, κατ’ αναλογία δεν υπάρχει εξουσία για διατήρηση σε ισχύ των όρων που είχε επιβάλει το πρωτόδικο Δικαστήριο για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του αιτητή κατά την πρωτόδικη διαδικασία, η οποία τελικά έληξε υπέρ του αιτητή.

Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είχε εξουσία να παρατείνει την ισχύ της εγγύησης μετά την υπέρ του αιτητή αποπεράτωση της αίτησης φυγοδίκου και επομένως κρίνω ότι η παρούσα αίτηση επιτυγχάνει.

Εκδίδεται διάταγμα της φύσης certiorari με το οποίο η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην Αίτηση Φυγοδίκου 4/2010 στην έκταση που παρατείνει την ισχύ της εγγύησης που είχε δοθεί για την παρουσία του αιτητή στο Επαρχιακό Δικαστήριο πέραν της 7/9/2011, ακυρώνεται.

Αναφορικά με τα έξοδα αφού έλαβα υπόψη το κάπως καινοφανές της αίτησης κατέληξα να μην προβώ σε οποιαδήποτε διαταγή.

Εκδίδεται διάταγμα της φύσης certiorari με το οποίο ακυρώνεται η σχετική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο