Penderhil Holdings Limited και Άλλοι ν. Ιωάννη Κλουκινά και Άλλων (2011) 1 ΑΑΔ 1921

(2011) 1 ΑΑΔ 1921

[*1921]2 Νοεμβρίου, 2011

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

(Πολιτική Έφεση Αρ. 319/2011)

1.     PENDERHIL HOLDINGS LIMITED,

2.     ALFO SERVICES LIMITED,

3.     ALFO SECRETARIAL LIMITED,

Εφεσείοντες-αιτητές,

v.

ΙΩΑΝΝΗ ΚΛΟΥΚΙΝΑ,

Εφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση,

4.            DARYA ABRAMCHYK,

5.            FIDUCITRUST SERVICES LTD,

6.            ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,

7.            ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ,

8.            OBTAIN AKINHTΩN A.E.,

9.            SALIΧ ΑΚΙΝΗΤΩΝ Α.Ε.,

Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 320/2011)

5.     FIDUCITRUS SERVICES LTD,

6.     ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,

Εφεσείοντες-Αιτητές-εναγόμενοι,

v.

ΙΩΑΝΝΗ ΚΛΟΥΚΙΝΑ,

Εφεσιβλήτου-καθ’ ου η αίτηση-Ενάγοντα.

1.     PENDERHIL HOLDINGS LIMITED,

2.     ALFO SERVICES LIMITED,

3.     ALFO SECRETARIAL LIMITED,

4.     DARYA ABRAMCHYK,

5.     FIDUCITRUST SERVICES LTD,

[*1922]6.    ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,

7.     ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ,

8.     OBTAIN AKINHTΩN A.E.,

9.     SALIΧ ΑΚΙΝΗΤΩΝ Α.Ε.,

Εναγομένων.

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 319/2011, 320/2011)

Πολιτική Δικονομία ― Αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης ― Δ.35, Κ. 18 και 19 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών ― Εφαρμοστέες αρχές ― Κατά πόσον διαφοροποιούνταν οι νομολογημένες αρχές στην περίπτωση αναστολής εκτέλεσης διατάγματος τύπου Norwich Pharmacal ― Η πλάστιγγα έκλινε υπέρ της έγκρισης των αιτήσεων ― Τυχόν επιτυχία στην έφεση θα την καθιστούσε άνευ αντικειμένου εάν δεν εκδιδόταν αναστολή εκτέλεσης της διαταχθείσας αποκάλυψης δυνάμει του εκδοθέντος διατάγματος Norwich Pharmacal ― Επιβεβαίωση Εφετείου περί έλλειψης σχετικής νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Ελήφθησαν υπόψη αποφάσεις Αγγλικού και Ιρλανδικού Δικαστηρίου.

Πολιτική Δικονομία ― Αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης ― Η διασφάλιση της οριστικότητας (finality) των αποφάσεων του πρωτόδικου δικαστηρίου και η παράλληλη κατοχύρωση των δικαιωμάτων του διάδικου υπέρ του οποίου εκδόθηκε η απόφαση ως επίσης και η εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης, αποτελούν τους παράγοντες που εξισορροπούνται προς το σκοπό της άσκησης διακριτικής ευχέρειας για την έκδοση του διατάγματος αναστολής εκτέλεσης.

Αποφάσεις και διατάγματα ― Διάταγμα αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal ― Πότε εκδίδεται.

Oι εφεσείοντες/αιτητές και εναγόμενοι σε αγωγή, διατάχθηκαν με διάταγμα τύπου Norwich Pharmacal - την έκδοση του οποίου πέτυχε ο Ενάγων/εφεσίβλητος - να προβούν σε ένορκη αποκάλυψη όλων των εγγράφων που ήταν στην κατοχή τους και τα οποία αφορούσαν ή σχετίζονταν με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εναγομένων 1 και/ή το πραγματικό και/ή τελικό δικαιούχο (ultimate beneficial owner) των εναγομένων 1.

Στο πλαίσιο αυτό υποχρεώνονταν να αποκαλύψουν ταυτότητες, διευθύνσεις, έγγραφα καταπιστεύματος (trust deeds), τραπεζικούς λογαριασμούς για άλλους συνεναγόμενους και να δώσουν αντί[*1923]γραφα στους δικηγόρους του ενάγοντα.

Το διάταγμα τύπου Norwich Pharmacal εκδόθηκε προκειμένου να παρασχεθούν πληροφορίες που θα βοηθούσαν τον ενάγοντα/εφεσίβλητο να εντόπιζε περιουσία του  που είχε δολίως μεταβιβαστεί και αποξενωθεί, ως επίσης  και ποιοι ευθύνονταν για την ενέργεια αυτή.

Το πιο πάνω διάταγμα οι εναγόμενοι 1, 2 και 3 εφεσίβαλαν με  πολιτική έφεση και οι εναγόμενοι 5 και 6 με χωριστή  έφεση  αντίστοιχα. Παράλληλα αποτάθηκαν με αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο  για αναστολή εκτέλεσης του διατάγματος μέχρι της ακρόασης των εφέσεων, η οποία και είχε απορριπτική κατάληξη.

Ταυτόχρονα με την απόρριψη, το Επαρχιακό Δικαστήριο παρέτεινε το χρόνο συμμόρφωσης προς το διάταγμα για ακόμα 7 ημέρες από τη λήξη του.

 

Ακολούθησε η καταχώρηση από τους εφεσείοντες 1, 2, 3 και 5, 6 αντίστοιχα, δύο αιτήσεων αναστολής εκτέλεσης με το ίδιο αίτημα  ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Οι αιτήσεις υποβλήθηκαν μονομερώς και δόθηκαν οδηγίες για την επίδοση τους. Υποβλήθηκε ένσταση από την άλλη πλευρά και ακολούθησε Ακρόαση. Η δε εκτέλεση των διαταγμάτων ανεστάλη μέχρι την έκδοση απόφασης.

Προς υποστήριξη των αιτήσεων προβλήθηκε κοινή επιχειρηματολογία η οποία μεταξύ άλλων  επικεντρώθηκε στα εξής:

α)         ότι οι δυο αιτήσεις παρουσίαζαν καινοφανή νομικά θέματα εφόσον επρόκειτο περί απόφασης που αφορούσε διατάγματα αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal και όχι απλά μια απόφαση για πληρωμή χρέους και δεν υπήρχε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου επί του νομικού αυτού θέματος.

β)         Δεν ετύγχαναν εφαρμογής άλλες αρχές από τις καθιερωμένες από το Ανώτατο Δικαστήριο σχετικά με την αναστολή εκτέλεσης μιας απόφασης εκκρεμούσης της έφεσης, ωστόσο η φύση της υπό έφεση απόφασης (διάταγμα αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal) ήταν τέτοια που καθιστούσε πιο εύκολη την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου υπέρ της αναστολής.

γ)         Εάν δεν παραχωρείτο αναστολή και οι εφεσείοντες υποχρεώνονταν να παραδώσουν τα έγγραφα και άλλες πληροφορίες που [*1924]διατάχθηκαν με την υπό έφεση απόφαση να δώσουν, τότε η έφεση τους καθίστατο άνευ αντικειμένου, αφού η εκτέλεση του διατάγματος θα δημιουργούσε μη αναστρέψιμες καταστάσεις.

δ)         Αντίθετα με την αναστολή του διατάγματος η βλάβη του εφεσίβλητου/ενάγοντα ήταν πολύ περιορισμένη και μάλλον τυπική και θεωρητική.

ε)         Επρόκειτο περί μιας ενδιάμεσης απόφασης και οι εφέσεις είχαν καλή πιθανότητα επιτυχίας.

            Με την ένσταση του εφεσίβλητου προβλήθηκε μεταξύ άλλων η θέση, ότι οι αιτητές προωθούσαν τις αιτήσεις καταχρηστικά και/ή για αλλότριους ή αθέμιτους σκοπούς και για παρακώλυση της διαδικασίας εκτέλεσης της υπό έφεση ενδιάμεσης απόφασης και γενικά των διαδικασιών που άσκησε ο εφεσίβλητος στην Ελλάδα.

Αποφασίστηκε ότι:

1.         Το πρωτόδικο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, δεν εξέτασε τις πτυχές των όσων προβλήθηκαν από τους  αιτητές, ήτοι ότι μεταξύ των κριτηρίων που διέπουν την έκδοση διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, είναι όπως το διάταγμα αποκάλυψης πρέπει να είναι αναγκαίο για να μπορέσει ο αιτητής να ξεκινήσει αγωγή εναντίον του τελικού αδικοπραγούντα, καθώς επίσης και ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται το διάταγμα θα πρέπει (α) να εμπλακεί στην αδικοπραξία ούτως ώστε να την έχει υποβοηθήσει και ότι είναι πιθανό να μπορεί να παράσχει πληροφορίες που θα επέτρεπαν στον αιτητή να εγείρει αγωγή εναντίον του τελικού αδικοπραγήσαντα. Ο ενάγων ήδη γνώριζε εναντίον ποιου θα εκινείτο νομικά και το έπραξε εγείροντας αγωγή στην Ελλάδα εναντίον των εναγομένων 7, 8 και 9.

2.         Δεν μπορούσε να λεχθεί εκ των προτέρων ότι οι λόγοι που υποστήριζαν τις δυο εφέσεις ήταν αβάσιμοι. Η πιθανότητα επιτυχίας δεν μπορούσε να αποκλειστεί και ελήφθη υπόψη ως σχετικός παράγοντας.

3.         Δεν αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας το γεγονός ότι οι αιτητές είχαν ήδη ζητήσει αναστολή από το Επαρχιακό Δικαστήριο με απορριπτική κατάληξη. Ορθά αποτάθηκαν πρώτα στο Επαρχιακό Δικαστήριο αφού τούτο διαλαμβάνεται ρητά από τον Καν. 19 της Δ.35.

[*1925]4.        Η πλάστιγγα έκλινε υπέρ της έγκρισης των αιτήσεων. Με την έγκριση απλώς θα προκαλείτο κάποιου βαθμού καθυστέρηση στην εξασφάλιση των πληροφοριών και εγγράφων που οι αιτητές/εναγόμενοι διατάχθηκαν να δώσουν στον εφεσίβλητο για σκοπούς εντοπισμού όλων των αδικοπραγήσαντων για προώθηση της αγωγής του στην Κύπρο και την Ελλάδα.

5.         Αν από την άλλη οι αιτήσεις απορρίπτονταν και οι αιτητές υποχρεώνονταν (γιατί διαφορετικά θα βρίσκονταν σε παρακοή διατάγματος), να δώσουν τα στοιχεία που διατάχθηκαν, τότε τυχόν επιτυχία των εφέσεων τους θα ήταν άνευ αντικειμένου.

6.         Για την  κατάληξη λήφθηκαν υπόψη και οι αποφάσεις που επικαλέστηκε η πλευρά των αιτητών που αφορούσαν ειδικά περιπτώσεις διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, όπου δικαστήρια, είτε ενέκριναν αίτηση για αναστολή, είτε ταυτόχρονα με την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση έφεσης εναντίον διατάγματος αποκάλυψης πληροφοριών, προχώρησαν αυτεπάγγελτα και ανέστειλαν την εκτέλεση της απόφασης μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης.

7.         Οι εφεσείοντες/αιτητές διατάχθηκαν να δώσουν τραπεζική εγγύηση για το ποσό των €25.000 στην κάθε υπόθεση αντίστοιχα, ως ασφάλεια για τη ζημιά που δυνατό να υπόκειτο ο εφεσίβλητος/ενάγων λόγω της αναστολής εκτέλεσης.

Οι αιτήσεις ενεκρίθησαν με την έκδοση διαταγμάτων αναστολής εκτέλεσης με έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Katarina Shipping Inc. v. The Cargo on Board the Ship “Poly” (1978) 1 C.L.R. 355,

Essex Overseas Trade Services Ltd v. The Legend Shipping Co. Ltd.  a.o. (1981) 1 C.L.R. 263,

“Phoenix” Greek General Insurance Co. S.A. v. Al Khalaf Exhibition (1981) 1 C.L.R. 673,

Μavrochanna a.o. v. Μichael (1984) 1 C.L.R. 760,

Αristidou v. Αristidou (1985) 1 C.L.R. 649,

[*1926]Ε.Υ.R.I.K. a.o. v. Κοtsonis (1986) 1 C.L.R. 617,

Ιωσηφάκης v. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ. 284,

Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147,

A.B.P. Holdings Ltd. κ.ά. v. Κιταλίδη κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287,

Θωμά v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 Α.Α.Δ. 797,

Σάββα v. Υπουργού Δικαιοσύνης (αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 195,

Χ Ltd. v. Morgan-Grampian Publishers Ltd. a.o. [1991] 1 A.C. 1,

Camelot Group Plc v. Centaur Communications Ltd. [1999] 1 Q.B. 124,

JSC BTA Bank v. Roman Solodchenko [2010] EWHC 2843,

Harrington v. Polytechnic of North London [1984] 1 W.L.R. 1293,

British Steel Corporation v. Granada Television Ltd. [1981] A.C. 1096,

Rank Film Distributors Ltd. v. Video Information Centre [1982] A.C. 380,

Megaleasing U.K. Ltd a.o. v. Vincent Barett a.o. [1991] 1 Irish Reports 219,

Yukos Finance BV κ.ά. v. Halebay Holdings Limited, Αγωγή Αρ.  3578/2008, ημερ. 15/5/2009,

Thomas Cook AG v. Thomas Cook Services (Cyprus) Limited κ.ά., Αγωγή Αρ. 1971/2009, ημερ. 22/12/2009.

Eφέσεις.

Eφέσεις από τoυς εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Ψαρά-Mιλτιάδου, Π.E.Δ.), (Αγωγή Aρ. 2047/03), ημερομ. 15.7.2011.

Μ-Γ. Δράκος, για τους Eφεσείοντες-εναγόμενους 1, 2 και 3.

Δ. Κακαβά (κα) για Καρύδης & Καρύδης, για τους εφεσείοντες-εναγόμενους 5 και 6.

[*1927]Π. Κούρτελλος, για τον εφεσίβλητο-ενάγοντα.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο Ιωάννης Κλουκίνας από την Ελλάδα στις 10/7/2011 καταχώρησε την αγωγή με αρ. 2047/2011 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εναντίον 9 εναγομένων (οι 1 έως 6 από την Κύπρο και οι 7, 8 και 9 από την Ελλάδα) με την οποία ισχυρίζεται τη διάπραξη διαφόρων αδικοπραξιών εναντίον του, ιδιαίτερα από τον εναγόμενο 7 Παναγιώτη Ευθυμίου, καθώς και άλλες καταδολιευτικές ενέργειες λόγω διαδοχικών μεταβιβάσεων όλης της ακινήτου περιουσίας του σε νομικά πρόσωπα από την Ελλάδα, δηλαδή τους εναγομένους 8 και 9 με σκοπό να παρεμποδίσει την ικανοποίηση απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του από ελληνικό δικαστήριο.

Είναι ο ισχυρισμός του εφεσίβλητου, όπως προκύπτει από τις εκ μέρους του ένορκες δηλώσεις, ότι το Δεκέμβριο του 2008 ο εναγόμενος 7 Παναγιώτης Ευθυμίου του παρέδωσε μεταχρονολογημένες επιταγές της οικογενειακής του εταιρείας Ekstasis Developments Α.Ε. συνολικού ποσού €1.073.976,19 τις οποίες όταν παρουσίασε για πληρωμή δεν τιμήθηκαν. «Σφραγίστηκαν λόγω έλλειψης υπολοίπου» όπως το διατυπώνει και εφόσον ο εναγόμενος 7 γνώριζε ότι είχε ευθύνη, ενεργώντας κακόπιστα και καταδολιευτικά πώλησε όλη του την περιουσία όπως ήδη αναφέρθηκε. 

Η Κυπριακή εταιρεία εναγόμενη 1 Penderhil Holdings Limited είναι, σύμφωνα με τον εφεσίβλητο/ενάγοντα, ο μοναδικός μέτοχος των εναγομένων 9 Salix Ακινήτων Α.Ε. Ο εφεσίβλητος προσέφυγε και στα ελληνικά δικαστήρια για διάρρηξη της καταδολιευτικής μεταβίβασης ώστε να κατάσχει την περιουσία που μεταβιβάστηκε σε τρίτους. Μάλιστα ο εφεσίβλητος εξασφάλισε από την πρόεδρο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και προσωρινή διαταγή απαγόρευσης της πραγματικής και νομικής μεταβολής της ακίνητης περιουσίας των εναγομένων 9. Οι εναγόμενοι 2 έως 6 βασικά έχουν ενωθεί ως «ανυπαίτια τρίτα μέρη» οι οποίοι όμως σύμφωνα με τον ισχυρισμό του εφεσίβλητου/ενάγοντα μπορούν και είναι υπόχρεοι να δώσουν πληροφορίες που θα βοηθήσουν τον εφεσίβλητο να εντοπίσει την εν λόγω περιουσία που έχει μεταβιβαστεί και ποιοί ευθύνονται για την ενέργεια αυτή.

[*1928]Την ίδια ημέρα με την καταχώρηση της αγωγής (10/7/2011), καταχωρήθηκε και μονομερής αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal για αποκάλυψη πληροφοριών και διατάγματος φίμωσης (gagging order) εναντίον των εναγομένων 1, 2, 3 και 5, 6. Με το διάταγμα φίμωσης ζητούσαν να απαγορευθεί στους εναγομένους από του να πληροφορήσουν τους εναγόμενους 7 έως 9 περί της καταχωρηθείσας αγωγής. Η αίτηση εναντίον του εναγομένου 4 Darya Abramchyk αποκλειστικού μετόχου της εναγόμενης 1, δεν προχώρησε γιατί δεν ανευρέθη για σκοπούς επίδοσης. Είναι, σύμφωνα με τον εφεσίβλητο, άφαντος, ο οποίος μπορεί απλώς να αποτελεί ονομαστικό και μόνο μέτοχο (αχυράνθρωπο) αντί του πραγματικού, που ενδέχεται να είναι ο εναγόμενος 7.

Οι εναγόμενοι έφεραν ένσταση στη συνέχιση των πιο πάνω διαταγμάτων και Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, αφού άκουσε και τις δυο πλευρές, ακύρωσε το διάταγμα φίμωσης εφόσον ο κ. Κούρτελλος δήλωσε ότι δεν θα επέμενε σ’ αυτό, αλλά όσον αφορά το προσωρινό διάταγμα τύπου Norwich Pharmacal με απόφασή του ημερ. 15/7/2011 εξέδωσε αυτό ως η παράγραφος Α της αίτησης εναντίον των εναγομένων 1, 2 και 3 και ως η παράγραφος Β της αίτησης εναντίον των εναγομένων 5 και 6, καθορίζοντας ως χρόνο συμμόρφωσης των εναγομένων τις 30 μέρες αντί 7 που είχαν ζητηθεί.

Πολύ περιληπτικά οι αιτητές/εναγόμενοι διατάχθηκαν να προβούν σε ένορκη αποκάλυψη όλων των εγγράφων που είναι στην κατοχή και/ή εξουσία και/ή έλεγχο τους και τα οποία αφορούν ή έχουν σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εναγομένων 1 και/ή το πραγματικό και/ή τελικό δικαιούχο (ultimate beneficial owner) των εναγομένων 1. Σ’ αυτό το πλαίσιο υποχρεώνονται να αποκαλύψουν ταυτότητες, διευθύνσεις, έγγραφα καταπιστεύματος (trust deeds), τραπεζικούς λογαριασμούς των εναγομένων 1 ή των 7 και 9 και να δώσουν αντίγραφα στους δικηγόρους του ενάγοντα/καθ’ ου η αίτηση. Λεπτομέρειες των διαταγμάτων φαίνονται στην παράγραφο Α της αίτησης όσον αφορά τους εναγομένους 1, 2 και 3 και την παράγραφο Β όσον αφορά τους εναγομένους 5 και 6.

Την πιο πάνω απόφαση της 15/7/2011 εφεσίβαλαν οι εναγόμενοι 1, 2 και 3 με την πολιτική έφεση αρ. 319/2011 και οι εναγόμενοι 5 και 6 με την πολιτική έφεση αρ. 320/2011 αντίστοιχα. Παράλληλα αποτάθηκαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης μέχρι της ακρόασης των εφέσεων, αίτημα που απορρίφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο στις 23/8/2011 το οποίο ταυτόχρονα με την απόρριψη παράτεινε το χρόνο συμμόρ[*1929]φωσης προς το διάταγμα ημερ. 15/7/2011 για ακόμα 7 ημέρες από τη λήξη του. Ακολούθησαν οι παρούσες αιτήσεις ημερ. 29/8/2011 και 1/9/2011 από τους εφεσείοντες 1, 2, 3 και 5, 6 αντίστοιχα.

Η ουσία των πιο πάνω αιτήσεων, που αρχικά καταχωρήθηκαν μονομερώς, είναι ότι ζητείται διάταγμα του Εφετείου με το οποίο να διατάσσεται η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 15/7/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερ. 15/7/2011 μέχρι να εκδικαστούν οι εφέσεις 319/2011 (από εναγομένους 1, 2, 3) και 320/2011 (από εναγομένους 5, 6).

Η μονομερής αίτηση στην Πολ. Έφεση Aρ. 319/2011 δηλαδή των εναγομένων 1, 2 και 3 υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Αλέξανδρου Τσιρίδη που όπως δηλώνει είναι ένας εκ των διοικητικών συμβούλων των εναγομένων 2 και 3.

Η μονομερής αίτηση στην Πολ. Έφεση αρ. 320/2011 δηλαδή των εναγομένων 5 και 6 υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Χριστόφορου Δημητριάδη, εναγόμενου 6, λογιστή, που όπως ο ίδιος δηλώνει εργοδοτείται από την εναγόμενη 5.

Οι πιο πάνω μονομερείς αιτήσεις τέθηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν μας στις 8/9/2011 οπότε δόθηκαν οδηγίες για επίδοση τους και στον εφεσίβλητο/ ενάγοντα. Ορίστηκαν για το σκοπό αυτό στις 13/9/2011 με διάταγμα όπως μέχρι τότε υπάρχει αναστολή εκτέλεσης.

Στις 13/9/2011 εμφανίστηκε και η πλευρά του εφεσίβλητου, δήλωσε την πρόθεση καταχώρησης ένστασης και οι αιτήσεις ορίστηκαν για ακρόαση στις 27/9/2011 με διάταγμα όπως στο μεταξύ υπάρχει αναστολή εκτέλεσης. Στις 27/9/2011 ακούστηκαν οι αιτήσεις και επιφυλάχθηκε η παρούσα απόφαση με οδηγίες όπως μέχρι την έκδοσή της υπάρχει αναστολή εκτέλεσης.

Παρόλο που οι αιτήσεις καταχωρήθηκαν από διαφορετικούς δικηγόρους, (άλλος για τους εναγομένους 1, 2, 3 και άλλος για τους άλλους εναγομένους 5, 6) οι προβαλλόμενοι στην κάθε υπόθεση ισχυρισμοί είναι ουσιαστικά οι ίδιοι όπως ίδιοι είναι και οι λόγοι ένστασης. Γι’ αυτό και με τη σύμφωνη γνώμη των συνηγόρων των διαδίκων οι δυο αιτήσεις ακούστηκαν μαζί.

Βασικοί ισχυρισμοί των αιτητών, όπως προκύπτουν από τις αιτήσεις και τα περιγράμματα αγορεύσεων που καταχώρησαν, είναι ότι οι δυο αιτήσεις παρουσιάζουν καινοφανή νομικά θέματα εφόσον πρόκειται περί απόφασης που αφορά διατάγματα αποκάλυψης [*1930]τύπου Norwich Pharmacal και όχι απλά μια απόφαση για πληρωμή χρέους και δεν υπάρχει νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου επί του νομικού αυτού θέματος. Γι’ αυτό και επικαλούνται αποφάσεις Αγγλικού και Ιρλανδικού δικαστηρίου. Αναφέρονται επίσης και σε αποφάσεις Επαρχιακού Δικαστηρίου της Κύπρου, οι οποίες όμως εισηγούνται ότι διαφοροποιούνται. Διευκρινίζουν οι συνήγοροι των αιτητών ότι δεν εισηγούνται ότι τυγχάνουν εφαρμογής άλλες αρχές από τις καθιερωμένες από το Ανώτατο Δικαστήριο σχετικά με την αναστολή εκτέλεσης μιας απόφασης εκκρεμούσης της έφεσης, αλλά απλώς ότι η φύση της υπό έφεση απόφασης (διάταγμα αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal) είναι τέτοια που καθιστά πιο εύκολη την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου υπέρ της αναστολής. Τούτο γιατί, αν δεν δοθεί η αναστολή και οι εφεσείοντες υποχρεωθούν να παραδώσουν τα έγγραφα και άλλες πληροφορίες που διατάχθηκαν με την υπό έφεση απόφαση να δώσουν, τότε η έφεση τους καθίσταται άνευ αντικειμένου. Συνεχίζουν οι συνήγοροι ότι η εκτέλεση του διατάγματος θα δημιουργήσει μη αναστρέψιμες καταστάσεις, ενώ αντίθετα με την αναστολή του διατάγματος η βλάβη του εφεσίβλητου/ενάγοντα είναι πολύ περιορισμένη και μάλλον τυπική και θεωρητική. Βασικά θα υπάρξει απλώς καθυστέρηση στην προώθηση των δικαστικών μέτρων που επιθυμεί να ασκήσει στην Ελλάδα και στην εκδίκαση της προαναφερθείσας αγωγής στα δικά μας δικαστήρια. Τονίζουν επίσης το ότι πρόκειται περί μιας ενδιάμεσης απόφασης και το ότι οι εφέσεις έχουν καλή πιθανότητα επιτυχίας.

Από πλευράς εφεσίβλητου καταχωρήθηκαν ενστάσεις και στις δυο αιτήσεις, που υποστηρίζονται από ένορκες δηλώσεις της δικηγόρου Ιωάννας Δημητρίου, συνεταίρου στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων του εφεσίβλητου. Η ουσία των ενστάσεων έχει ως ακολούθως:

(α) Ότι οι αιτητές προωθούν τις αιτήσεις καταχρηστικά και/ή για αλλότριους ή αθέμιτους σκοπούς και για παρακώλυση της διαδικασίας εκτέλεσης της υπό έφεση ενδιάμεσης απόφασης και γενικά των διαδικασιών που άσκησε ο εφεσίβλητος στην Ελλάδα.

(β) Το πραγματικό και νομικό υπόβαθρο των αιτήσεων δεν δικαιολογεί την παραχώρηση της αιτούμενης θεραπείας και δεν θα πρέπει ο επιτυχών διάδικος (εφεσίβλητος) να στερηθεί τους καρπούς της υπέρ του ενδιάμεσης απόφασης.

(γ) Η ένορκη δήλωση (που συνοδεύει τις αιτήσεις) είναι αντικανονική/παράτυπη.

[*1931](δ) Με την έκδοση διατάγματος αναστολής επηρεάζονται συνταγματικά δικαιώματα του εφεσίβλητου, ενώ αντίθετα καμιά ανεπανόρθωτη ζημιά θα προκληθεί στους εφεσείοντες/αιτητές.

(ε) Ότι οι αιτήσεις υποβάλλονται καταχρηστικά αφού ζήτησαν αναστολή από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού και απορρίφθηκε στις 23/8/2011.

(στ) Ότι οι ασκηθείσες εφέσεις δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.

Για σκοπούς ακρόασης των αιτήσεων οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων καταχώρησαν γραπτές αγορεύσεις, πολύ εμπεριστατωμένες αλλά ταυτόχρονα κατά την άποψη μας αχρείαστα μακροσκελείς.

Εξετάσαμε τις αντίστοιχες θέσεις. Αναφορικά με τις αρχές που διέπουν την αναστολή εκτέλεσης μιας απόφασης εκκρεμούσης της έφεσης, έχουμε προσέξει ότι οι δυο πλευρές δεν έχουν ουσιαστική διαφορά. Απλώς η πλευρά των αιτητών, όπως αναφέραμε, ζήτησε όπως το δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας λάβει υπόψη την ιδιαιτερότητα της φύσης της απόφασης (διατάγματα αποκάλυψης πληροφοριών) της οποίας ζητείται η αναστολή εκτέλεσης. Αμφότεροι οι συνήγοροι ανάφεραν στις αγορεύσεις τους ότι απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου που να ασχολείται ειδικά με αναστολή εκτέλεσης διατάγματος τύπου Norwich Pharmacal, δεν έχουν εντοπίσει. Θα πρέπει να πούμε ότι ούτε και η δική μας έρευνα οδήγησε στον εντοπισμό τέτοιας απόφασης.

Νομική βάση των αιτήσεων είναι ουσιαστικά η Δ.35, Κ. 18 και 19 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών που διαλαμβάνει ως εξής:

«18. An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.

19. Wherever under these rules an application may be made ei[*1932]ther to Court below or to the Court of Appeal, or to a Judge of either Court, it shall be made in the first instance to the Court or Judge below.”

Kαι σε δική μας μετάφραση:

«18. Μια έφεση δεν θα ενεργεί σαν αναστολή εκτελέσεως ή διαδικασίας στην απόφαση που εφεσιβάλλεται εκτός κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται ή του Εφετείου ή ενός Δικαστού των ανωτέρω Δικαστηρίων και ουδεμία ενδιάμεση πράξη ή διαδικασία θα παύει να ισχύει εκτός κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται. Προτού εκδοθεί διάταγμα που να αναστέλλει την εκτέλεση το πρόσωπο που θα ζητήσει το διάταγμα θα πρέπει να παράσχει τέτοια εγγύηση (αν υπάρχει) που θα διαταχθεί. Αν η ασφάλεια θα δοθεί υπό τύπο γραμματίου, το γραμμάτιο θα γίνει προς όφελος του διαδίκου υπέρ του οποίου η υπό έφεση απόφαση εδόθη.

19. Οποτεδήποτε μια αίτηση βασιζόμενη σ’ αυτούς τους κανονισμούς μπορεί να γίνει είτε στο κατώτερο Δικαστήριο ή στο Εφετείο ή σε ένα Δικαστή των ανωτέρω Δικαστηρίων, πρέπει πρώτα να γίνεται στο Δικαστήριο ή τον Δικαστή του κατωτέρου Δικαστηρίου.»

Με βάση τη νομολογία που ερμήνευσε την πιο πάνω διάταξη (βλ. μεταξύ άλλων Katarina Shipping Inc. v. The Cargo on Board the Ship “Poly” (1978) 1 C.L.R. 355, Essex Overseas Trade Services Ltd v. Legend Shipping Co. Ltd. a.o. (1981) 1 C.L.R. 263, “Phoenix” Greek General Insurance Co. S.A. v. Al Khalaf Exhibition (1981) 1 C.L.R. 673, Μavrochanna a.o. v. Μichael (1984) 1 C.L.R. 760, Αristidou v. Αristidou (1985) 1 C.L.R. 649, Ε.Y.R.I.K. a.o. v. Κotsonis (1986) 1 C.L.R. 617, Ιωσηφάκης v. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ. 284, Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147, A.B.P. Holdings Ltd. κ.ά. v. Κιταλίδη κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287, Θωμά v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 Α.Α.Δ. 797 και Σάββα v. Υπουργού Δικαιοσύνης (αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 195) το όλο θέμα είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται δικαστικά και με βάση τους εξής παράγοντες που θα πρέπει να εξισορροπηθούν με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης:

(α) Ο διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει στην υπόθεση του δεν πρέπει να στερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, του καρπού της επιτυχίας τους.

[*1933](β) Το ένδικο μέσο της έφεσης, το οποίο ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να αποστερείται της αποτελεσματικότητας του.

Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνει υπόψη το δικαστήριο είναι οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης αλλά αυτές είναι μόνο οριακής σημασίας. (Bλ. Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, πιο πάνω). Στην υπόθεση Ιωσηφάκη v. Αριστοδήμου, πιο πάνω σελ. 288, ο Δικαστής (όπως ήταν τότε) Πικής διατύπωσε τους πιο κάνω παράγοντες ως εξής:

«Δύο είναι οι παράγοντες που κατά κύριο λόγο διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου για την αναστολή πρωτόδικης απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Πρώτο, η διασφάλιση της οριστικότητας (finality) των αποφάσεων του πρωτόδικου δικαστηρίου και την παράλληλη κατοχύρωση των δικαιωμάτων του διάδικου υπέρ του οποίου εκδόθηκε η απόφαση και δεύτερο, η εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης.  Οι δυο αυτοί παράγοντες εξισορροπούνται με γνώμονα τα συμφέροντας της δικαιοσύνης.»

Η Έφεση αρ. 319/2011 βασίζεται σε 19 λόγους και η έφεση αρ. 320/2011 σε 15 λόγους. Αναφορικά με την 319/2011 με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι μεταξύ των κριτηρίων που διέπουν την έκδοση διαταγμάτων τύπου Νorwich Pharmacal είναι όπως το διάταγμα αποκάλυψης πρέπει να είναι αναγκαίο για να μπορέσει ο αιτητής να ξεκινήσει αγωγή εναντίον του τελικού αδικοπραγούντα καθώς επίσης και ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται το διάταγμα θα πρέπει (α) να εμπλακεί στην αδικοπραξία ούτως ώστε να την έχει υποβοηθήσει και ότι είναι πιθανό να μπορεί να παράσχει πληροφορίες που θα επέτρεπαν στον αιτητή να κινηθεί η αγωγή εναντίον του τελικού αδικοπραγήσαντα. Εδώ το πρωτόδικο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση της 15/7/2011 δεν εξέτασε αυτές τις πτυχές. Ήδη γνώριζε ο ενάγων εναντίον ποιού θα κινηθεί νομικά και το έπραξε εγείροντας αγωγή στην Ελλάδα εναντίον των εναγομένων 7, 8 και 9. Πέραν των πιο πάνω απαριθμούνται και αρκετοί άλλοι λόγοι έφεσης τους οποίους λάβαμε υπόψη χωρίς την ανάγκη να τους παραθέσουμε στην παρούσα.

Κρίνουμε ότι όπως έχουν οι λόγοι που υποστηρίζουν τις δυο εφέσεις δεν μπορεί να λεχθεί εκ των προτέρων ότι οι εφέσεις είναι αβάσιμες. Η πιθανότητα επιτυχίας δεν μπορεί να αποκλειστεί και έτσι θα ληφθεί και αυτός ο παράγων υπόψη κατά την [*1934]εξέταση των παρουσών αιτήσεων.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ευπαιδεύτου δικηγόρου του εφεσίβλητου ότι οι παρούσες αιτήσεις αποτελούν κατάχρηση της διαδικασίας γιατί ήδη οι αιτητές ζήτησαν αναστολή από το Επαρχιακό Δικαστήριο και απορρίφθηκε το αίτημα, αναφέρουμε με ευκολία ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Ορθά αποτάθηκαν πρώτα στο Επαρχιακό Δικαστήριο αφού τούτο διαλαμβάνεται ρητά από τον Καν. 19 της Δ.35. Επομένως προχωρούμε στην εξέταση των αιτήσεων.

Από τις νομικές αρχές που παραθέσαμε πιο πάνω προκύπτει ότι τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης παίζουν ουσιαστικό ρόλο ως προς την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.  Αφού συνεκτιμήσαμε όλους τους σχετικούς παράγοντες έχουμε καταλήξει ότι η πλάστιγγα κλίνει υπέρ της έγκρισης των αιτήσεων για τους εξής λόγους: Με την έγκριση απλώς θα προκληθεί κάποιου βαθμού καθυστέρηση στην εξασφάλιση των πληροφοριών και εγγράφων που οι αιτητές/εναγόμενοι διατάχθηκαν να  δώσουν στον εφεσίβλητο για σκοπούς εντοπισμού όλων των αδικοπραγήσαντων για προώθηση της αγωγής του στην Κύπρο και την Ελλάδα. Aν από την άλλη οι αιτήσεις απορριφθούν και οι αιτητές υποχρεωθούν (γιατί διαφορετικά θα βρίσκονται σε παρακοή διατάγματος), να δώσουν τα στοιχεία που διατάχθηκαν, τότε τυχόν επιτυχία των εφέσεων τους θα είναι άνευ αντικειμένου.

Για την πιο πάνω κατάληξή μας λάβαμε υπόψη και τις αποφάσεις που επικαλέστηκε η πλευρά των αιτητών που αφορούν ειδικά περιπτώσεις διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, όπου δικαστήρια, είτε ενέκριναν αίτηση για αναστολή, είτε ταυτόχρονα με την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση έφεσης εναντίον διατάγματος αποκάλυψης πληροφοριών, προχώρησαν αυτεπάγγελτα και ανέστειλαν την εκτέλεση της απόφασης μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης. (Βλέπε για παράδειγμα Χ Ltd. v. Morgan-Grampian Publishers Ltd. a.o. [1991] 1 A.C. 1 και Camelot Group Plc v. Centaur Communications Ltd. [1999] 1 Q.B. 124 που αφορούσαν διάταγμα αποκάλυψης ταυτότητας του αδικοπραγούντα, JSC BTA Bank v. Roman Solodchenko [2010] EWHC 2843 που αφορούσε αναστολή διατάγματος για αποκάλυψη περιουσιακών στοιχείων, Harrington v. Polytechnic of North London [1984] 1 W.L.R. 1293, British Steel Corporation v. Granada Television Ltd. [1981] A.C. 1096 και Rank Film Distributors Ltd. v. Video Information Centre [1982] A.C. 380). Σχετική είναι και η απόφαση του Ιρλανδικού [*1935]δικαστηρίου στην υπόθεση Megaleasing U.K. Ltd a.o. v. Vincent Barett a.o. [1991] 1 Irish Reports 219. Αναφορικά με τις δυο αποφάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου που επικαλείται η πλευρά του εφεσίβλητου (βλ. Yukos Finance BV κ.ά. v. Halebay Holdings Limited, αγωγή αρ. 3578/2008, ημερ. 15/5/2009 και Thomas Cook AG v. Thomas Cook Services (Cyprus) Limited κ.ά., Αγωγή αρ. 1971/2009, ημερ. 22/12/2009) κρίνουμε ότι διαφοροποιούνται από την παρούσα.

Η Δ.35, Κ.18 προνοεί ότι το πρόσωπο που λαμβάνει το διάταγμα αναστολής πρέπει να παρέχει ασφάλεια. Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της απόφασης που θα ανασταλεί διατάσσουμε όπως οι εφεσείοντες/εναγόμενοι 1, 2 και 3 από τη μιά και οι εφεσείοντες/εναγόμενοι 5 και 6 από την άλλη, δώσουν τραπεζική εγγύηση για το ποσό των €25.000 στην κάθε υπόθεση αντίστοιχα, ως ασφάλεια για τη ζημιά που δυνατό να υποστεί ο εφεσίβλητος/ενάγων λόγω της αναστολής εκτέλεσης.

Η αναστολή εκτέλεσης θα ισχύει από σήμερα. Σε περίπτωση που οι αιτητές παραλείψουν να καταθέσουν στο πρωτοκολλητείο την πιο πάνω εγγύηση σε 7 μέρες από σήμερα, τότε η αναστολή εκτέλεσης θα τερματιστεί.

Ενόψει όλων των πιο πάνω η αίτηση στην κάθε υπόθεση (319/2011 και 320/2011) επιτυγχάνει και εκδίδεται διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 15/7/2011 που εκδόθηκε στην αγωγή Aρ. 2047/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού υπό τους πιο πάνω όρους μέχρι την ακρόαση και τελική αποπεράτωση των εν λόγω εφέσεων.

Τα έξοδα της αίτησης στην κάθε υπόθεση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, να βαρύνουν τον εφεσίβλητο/καθ’ ου η αίτηση/ενάγοντα.

Οι αιτήσεις εγκρίνονται με την έκδοση διαταγμάτων αναστολής εκτέλεσης, με έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο