Soruor Mohammad Khosh (2011) 1 ΑΑΔ 2170

(2011) 1 ΑΑΔ 2170

[*2170]21 Δεκεμβρίου, 2011

[ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ

MOHAMMAD KHOSH SORUOR,

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 132/2011)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Κατά πόσο η συνεχιζόμενη κράτηση του αιτητή ήταν παράνομη, ή κατέστη νόμιμη μετά τη λήψη απόφασης του Υπουργού για παράταση της κράτησης του δυνάμει του τροποποιητικού νόμου που είχε τεθεί στο μεταξύ σε ισχύ.

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Η διάρκεια κράτησης με σκοπό την απέλαση, υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος Ηabeas Corpus ― Ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός Νόμος του 2011) Νόμος 153(Ι)/2011 ― Δεν δίδει απεριόριστο δικαίωμα στον Υπουργό να παρατείνει γενικά την κράτηση ενός κρατουμένου οποτεδήποτε είτε αυτός κρατείται νόμιμα ή παράνομα.

Ο αιτητής με αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο επιζητούσε την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, απευθυντέο προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας, με το οποίο να διατασσόταν όπως προβεί στην άμεση απελευθέρωσή του από την κράτηση του την οποία θεωρούσε παράνομη.

Προς υποστήριξη της αίτησής του, ο αιτητής προέβαλε στην ένορκη δήλωσή του την απλή θέση σύμφωνα με την οποία, “η συνεχιζόμενη κράτησή του για χρονικό διάστημα πέραν των έξι μηνών, συνιστούσε παραβίαση της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ”.

Κατά τη διάρκεια της κράτησης του αιτητή, δημοσιεύτηκε στις 25.11.2011 ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός Νόμος του 2011) Νόμος 153(Ι)/2011.

[*2171]Τρεις μόνο μέρες μετά τη θέσπιση του τροποποιητικού Νόμου, Διοικητικός Λειτουργός της αρμόδιας Υπηρεσίας υπέβαλε εισήγηση προς τον καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργό Εσωτερικών όπως εγκρίνει την παράταση της κράτησης του αιτητή ο οποίος συνέχιζε να κρατείται για σκοπούς απέλασης, για διάστημα που συνολικά δεν θα υπερέβαινε τους 18 μήνες, ασκώντας τις εξουσίες οι οποίες παρείχοντο στον Υπουργό, δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(8)(α) του άρτι τροποποιηθέντος Νόμου. Η σχετική εισήγηση έλαβε υπουργική έγκριση.

Ως δικαιολογία για την προτεινόμενη παράταση, προβαλλόταν ο ισχυρισμός ότι ο αιτητής αρνήθηκε συστηματικά και επανειλημμένα να συνεργαστεί.

Οι Καθ’ ων η Αίτηση υπέβαλαν προδικαστική ένσταση αναφορικά με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να επιλαμβανόταν ενός τέτοιου αιτήματος, η εξέταση του οποίου ενέπιπτε κατά την εισήγηση τους στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και ελέγχεται  μόνο στο πλαίσιο προσφυγής με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Η προδικαστική ένσταση δεν μπορούσε να ευσταθήσει καθ’ ότι ο αιτητής, δεν επιδίωκε τον έλεγχο της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης που είχε εκδοθεί εναντίον του.

2. Εκείνο που προσέβαλλε ο αιτητής ήταν η νομιμότητα της χρονικής έκτασης και της συνεχιζόμενης κράτησής του.

3. Το Ανώτατο Δικαστήριο κέκτηται εξουσία να ελέγχει τη νομιμότητα παρατεταμένης κράτησης προς απέλαση, η δε εξουσία αυτή μόνο στο πλαίσιο αίτησης για έκδοση Habeas Corpus μπορεί να ασκηθεί και να είναι αποτελεσματική. Κατά την εξέταση αίτησης Habeas Corpus, εκλαμβάνεται ως δεδομένη η νομιμότητα των ληφθεισών αποφάσεων ως υφισταμένων διοικητικών πράξεων και το αντικείμενο εξέτασης είναι μόνο το κατά πόσο η νομίμως αρξάμενη κράτηση κατέστη παράνομη εκ των υστέρων ως καθ’ υπέρβαση του επιτρεπομένου χρόνου.

4. Το γεγονός ότι με την εκπνοή της περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία σύλληψης και κράτησης του αιτητή, η κράτηση του αιτητή είχε καταστεί παράνομη, είχε δηλωθεί ως παραδεκτό και από τη συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση.

5. Όπως ορθά αποδέχθηκαν και οι δύο πλευρές στη διαδικασία, δεν [*2172]ετίθετο ζήτημα αναδρομικής ισχύος της νέας νομοθεσίας και εκ των υστέρων κάλυψης με μανδύα νομιμότητας του καθεστώτος παράνομης κράτησης του αιτητή μεταξύ της λήξης των έξι μηνών και της παράτασης που εδόθη από τον υπουργό. Το μόνο θέμα ήταν κατά πόσο η κράτησή του κατά το χρόνο εκδίκασης της αίτησης ήταν νόμιμη εξαιτίας της μεσολαβήσασας υπουργικής απόφασης. Η απάντηση δεν μπορούσε παρά να ήταν αρνητική και δε διαπιστωνόταν διακοπή της συνέχισης της παρανομίας στην κράτηση του αιτητή.

6. Στην υπό εξέταση περίπτωση, η νενομισμένη περίοδος κράτησης του αιτητή ήταν διάρκειας έξι μηνών και δεν παρατάθηκε προ ή κατά την λήξη της, ούτε και υπήρχε τότε δυνατότητα παράτασης, οπότε και κατέστη παράνομη. Με αυτό ως δεδομένο, δεν μπορούσε η περίοδος κράτησης του αιτητή να “παραταθεί” αργότερα. Δεν υπήρχε δυνατότητα παράτασης περιοριστικά νόμιμης περιόδου η οποία έχει εκπνεύσει πέντε περίπου μήνες προηγουμένως. Δεν μπορούσε η παράταση να έχει ως αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση της παρατεταμένης κράτησης του αιτητή.

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα. Εκδόθηκε το αιτούμενο ένταλμα και διατάχθηκε η απόλυση του αιτητή,

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1402,

Uthajenthiran (Αρ. 1) (2011) 1 Α.Α.Δ. 13,

Kane (2011) 1 Α.Α.Δ. 1548,

Παναγή v. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1983/2006 κ.ά., ημερ. 4.6.2008,

Πολυβίου v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1149/2009, ημερ. 23.9.2009.

Αίτηση.

Ν. Χαραλαμπίδου με Ν. Παπαφιλίππου, για τον Αιτητή.

 

Ρ. Παπαέτη-Χατζηκώστα, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

Αιτητής παρών.

Cur. adv. vult.

[*2173]ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Στο πλαίσιο της εκδίκασης της παρούσας Αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, ηγέρθηκαν ενδιαφέροντα θέματα ορθής εφαρμογής προνοιών Κοινοτικού Δικαίου και Κυπριακού Συνταγματικού Δικαίου.

Ο αλλοδαπός αιτητής είχε καταστεί απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει των προνοιών του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, και εκδόθηκαν εναντίον του κατά την 17.12.2010 διατάγματα κράτησης και απέλασης. Έκτοτε, ο αιτητής τελεί υπό κράτηση προς το σκοπό προώθησης και συμπλήρωσης των διαδικασιών απέλασής του. Ενδιάμεσα, ο αιτητής είχε υποβάλει αίτηση για παροχή ασύλου, η οποία όμως απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ενώ ιεραρχική προσφυγή την οποία άσκησε ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, εξετάσθηκε και επίσης απορρίφθηκε στις 30.6.2011. Προωθήθηκε τότε η διαδικασία απέλασης του αιτητή, η οποία δεν συμπληρώθηκε, όπως ισχυρίζονται οι καθ’ ων η αίτηση, εξ υπαιτιότητας του αιτητή, ο οποίος δεν συνεργαζόταν για εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου.

Στις 25.11.2011 δημοσιεύτηκε στη Δημοκρατία ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός Νόμος του 2011) Νόμος αρ. 153(Ι)/2011. Όπως ρητά αναφέρεται στο προοίμιο του Νόμου τούτου, η θέσπισή του έγινε για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16.12.2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, εξαιρουμένου του Αρθρου 13 της Οδηγίας. Τρεις μόνο μέρες μετά τη θέσπιση του τροποποιητικού Νόμου, Διοικητικός Λειτουργός της αρμόδιας Υπηρεσίας υπέβαλε εισήγηση προς τον καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργό Εσωτερικών όπως εγκρίνει την παράταση της κράτησης του αιτητή ο οποίος συνέχιζε να κρατείται για σκοπούς απέλασης, για διάστημα που συνολικά δεν θα υπερέβαινε τους 18 μήνες, ασκώντας τις εξουσίες οι οποίες παρείχοντο στον Υπουργό, δυνάμει του Αρθρου 18ΠΣΤ(8)(α) του άρτι τροποποιηθέντος Νόμου. Ως δικαιολογία για την προτεινόμενη παράταση, προβαλλόταν ο ισχυρισμός ότι ο αιτητής αρνήθηκε συστηματικά και επανειλημμένα να συνεργαστεί.

Ο Υπουργός, με λακωνική χειρόγραφη σημείωσή του με ημερομηνία επόμενη της επιστολής, ενέκρινε την εισήγηση.

Ο αιτητής προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο μέσω της παρούσας αίτησής του και επιζητεί την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, το οποίο να απευθύνεται προς τον Αρχηγό της Αστυνο[*2174]μίας και με το οποίο να τον διατάσσει όπως προβεί στην άμεση απελευθέρωσή του από την κράτηση την οποία θεωρεί παράνομη.

Προς υποστήριξη της αίτησής του, ο αιτητής πρόβαλε στην ένορκη δήλωσή του την απλή θέση σύμφωνα με την οποία, “η συνεχιζόμενη κράτηση του για χρονικό διάστημα πέραν των έξι μηνών, συνιστά παραβίαση της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ” (στη συνέχεια “Η Οδηγία”).

Ενιστάμενοι στην απόδοση της αιτουμένης θεραπείας, οι καθ’ ων η αίτηση προέβαλαν κατ’ αρχάς προδικαστική ένσταση αναφορικά με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου τούτου να επιληφθεί ενός τέτοιου αιτήματος, η εξέταση του οποίου εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και ελέγχεται δικαστικά μόνο στο πλαίσιο προσφυγής με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος. Ως προς την ουσία του πράγματος, οι καθ’ ων η αίτηση προέβαλαν τη θέση ότι το αιτούμενο προς έκδοση ένταλμα δεν μπορεί να εκδοθεί, επειδή σήμερα που εξετάζεται από το Δικαστήριο η αίτηση, η κράτηση του αιτητή είναι νόμιμη λόγω της προαναφερθείσας απόφασης του Υπουργού.

Η προδικαστική ένσταση ως προς τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

Έχω παραθέσει πιο πάνω τη βάση της προδικαστικής ένστασης των καθ’ ων η αίτηση.

Η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να ευσταθήσει για δύο λόγους:

Εν πρώτοις, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ο αιτητής, μέσω της παρούσας διαδικασίας, δεν επιδιώκει τον έλεγχο της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης που είχε εκδοθεί εναντίον του στις 17.12.2010. Εκείνο το οποίο προσβάλλει ο αιτητής είναι τη νομιμότητα της χρονικής έκτασης και της συνεχιζόμενης μέχρι σήμερα κράτησής του. Όπως ορθά είχε υποδειχθεί, μεταξύ άλλων, και στην Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1402, (απόφαση Χατζηχαμπή Δ.), το Ανώτατο Δικαστήριο κέκτηται εξουσία να ελέγχει τη νομιμότητα παρατεταμένης κράτησης προς απέλαση, η δε εξουσία αυτή μόνο στο πλαίσιο αίτησης για έκδοση Habeas Corpus μπορεί να ασκηθεί και να είναι αποτελεσματική. Κατά την εξέταση αίτησης Habeas Corpus, εκλαμβάνεται ως δεδομένη η νομιμότητα των ληφθεισών αποφάσεων ως υφισταμένων διοικητικών πράξεων και το αντικείμενο εξέτασης είναι μόνο το κατά πόσο η νομίμως αρ[*2175]ξάμενη κράτηση κατέστη παράνομη εκ των υστέρων ως καθ’ υπέρβαση του επιτρεπομένου χρόνου.

Εξάλλου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο νέος τροποποιητικός Νόμος αρ. 153(Ι)/2011 ρητά ορίζει εις μεν το Αρθρο 18ΠΣΤ(3)(α) ότι το υπουργικό διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εις δε το Αρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) ορίζει ότι η διάρκεια κράτησης βάσει του άρθρου εκείνου “υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus” δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος ...”.

Θέματα ουσίας.

Το ύψιστης σημασίας νομικό ζήτημα το οποίο εγείρεται εδώ προς απόφανση, δεν μπορεί να είναι άλλο παρά η απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο η συνεχιζόμενη μέχρι και σήμερα κράτηση του αιτητή είναι παράνομη, ή αντίθετα κατέστη νόμιμη μετά τη λήψη της απόφασης του Υπουργού ημερομηνίας 29.11.2011.

Το γεγονός ότι με την εκπνοή της περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία σύλληψης και κράτησης του αιτητή, η οποία διενεργήθηκε στις 17.12.2010, η κράτηση του αιτητή είχε καταστεί παράνομη, είναι δεδομένο και έχει δηλωθεί ως παραδεκτό και από τη συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση. Ο λόγος είναι ότι πριν από τη θέσπιση του ρηθέντος Νόμου αρ. 153(Ι)/2011 και συγκεκριμένα κατά την ημερομηνία έναρξης της κράτησης του αιτητή, ίσχυαν και ήσαν εφαρμοστέες αυτούσιες οι πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Σύμφωνα δε με το Αρθρο 15(5) της Οδηγίας, ένα κράτος μέλος μπορούσε να θέσει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας, υποκείμενο σε διαδικασία επιστροφής, της οποίας κράτησης η περίοδος μπορούσε μεν να καθορισθεί από κάθε κράτος μέλος, πλην όμως δεν μπορούσε να υπερβαίνει τους έξι μήνες. Είναι γεγονός ότι στο ίδιο άρθρο δινόταν η δυνατότητα στα κράτη μέλη όπως παρατείνουν τη χρονική αυτή περίοδο για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, και υπό περιστάσεις οι οποίες περιοριστικά εξειδικεύονται. Θα πρέπει όμως επίσης να επισημανθεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είχε ενσωματώσει στην εσωτερική έννομη της τάξη την Οδηγία πριν από τη θέσπιση του Νόμου αρ. 153(Ι)/2011 και, άρα, οι πρόνοιές της κατά τον ουσιώδη χρόνο είχαν άμεσο αποτέλεσμα ως προς τον χρονικό περιορισμό των έξι μηνών κράτησης, χωρίς δυνατότητα παράτασης, από τις 24.11.2010, όπως επρονοείτο στην Οδηγία. Επομένως, η συνεχιζόμενη κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας για περίοδο πέραν των έξι μηνών, ήταν παράνομη και το Δικαστήριο στο [*2176]πλαίσιο αίτησης για Habeas Corpus μπορούσε να διατάξει την απελευθέρωσή του. (Βλ. π.χ. Uthajenthiran (Αρ. 1) (2011) 1 Α.Α.Δ. 13, Kane (2011) 1 Α.Α.Δ. 1548).

Όπως ορθά είχε υποδειχθεί στην απόφαση στην Kane (ανωτέρω), η Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορούσε να επικαλεστεί οποιαδήποτε παράταση της προθεσμίας των έξι μηνών, εφόσον δεν είχε καθοριστεί από την ίδια οποιοσδήποτε χρόνος παράτασης που να μην υπερέβαινε τους δώδεκα μήνες, με τη θέσπιση ειδικής νομοθεσίας η οποία να ενσωμάτωνε τις πρόνοιες της Οδηγίας και ιδιαίτερα τη δυνατότητα παράτασης από τον Υπουργό.

Επομένως, με την εκπνοή της περιόδου των έξι μηνών, δηλαδή από την 17.6.2011, η συνέχιση της κράτησης του αιτητή κατέστη παράνομη ως αντιβαίνουσα τις πρόνοιες της Οδηγίας.

Στις 25.11.2011, όπως προαναφέρθηκε, δημοσιεύθηκε ο Νόμος. Αρ. 153(Ι)/2011 με τον οποίο δόθηκε η δυνατότητα παράτασης της κράτησης πέραν των έξι μηνών, ασκούμενη από τον Υπουργό. Δυνατότητα η οποία ασκήθηκε στις 29.11.2011.

Το λεκτικό του Αρθρου 18ΠΣΤ(7) και (8) που δίδει πλέον αυτή τη δυνατότητα, έχει ως εξής:

“(7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

(8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-

(α)   ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή

(β)   καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.”

Το θέμα που εδώ εξετάζεται είναι το κατά πόσο η συνεχιζόμενη από την 17.6.2011 παρανομία στην κράτηση του αιτητή διακόπηκε ή τερματίστηκε κατά την 29.11.2011 οπότε έκτοτε, μέχρι και σήμε[*2177]ρα είναι νόμιμη και συνακόλουθα η παρούσα Αίτηση θα πρέπει να αποτύχει.

Όπως ορθά βέβαια δέχονται και οι δύο πλευρές στη διαδικασία, δεν τίθεται εδώ θέμα αναδρομικής ισχύος της νέας νομοθεσίας και εκ των υστέρων κάλυψης με μανδύα νομιμότητας του καθεστώτος παράνομης κράτησης του αιτητή μεταξύ 17.6.2011 και 29.11.2011. Το μόνο θέμα είναι κατά πόσο η κράτησή του σήμερα είναι νόμιμη εξαιτίας της μεσολαβήσασας υπουργικής απόφασης της 29.11.2011.

Κατά την άποψή μου, η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική και δε διαπιστώνεται διακοπή της συνέχισης της παρανομίας στην κράτηση του αιτητή.

Εκείνο το οποίο ρητά επιτρέπει η Οδηγία είναι την παράταση της περιόδου κράτησης προς το σκοπό της απέλασης για περαιτέρω περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες. Αυτή η πρόνοια δεν δίδει στον Υπουργό το δικαίωμα να παρατείνει “την κράτηση” ενός κρατουμένου για περαιτέρω δώδεκα μήνες καθ’ οιονδήποτε χρονικό διάστημα. Όπως ρητά αναφέρεται στο εδάφιο (8) του Αρθρου 18ΠΣΤ, η μόνη ενέργεια στην οποία μπορεί να προβεί ο Υπουργός είναι “να παρατείνει” όχι την κράτηση γενικά, αλλά “το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) για “πρόσθετο περιορισμένο χρόνο”.

Στην υπό εξέταση περίπτωση, η νενομισμένη περίοδος κράτησης του αιτητή ήταν διάρκειας έξι μηνών και δεν παρατάθηκε προ ή κατά την λήξη της, ούτε και υπήρχε τότε δυνατότητα παράτασης, οπότε και κατέστη παράνομη. Με αυτό ως δεδομένο, δεν μπορούσε η περίοδος κράτησης του αιτητή να “παραταθεί” αργότερα.

Δεν υπήρχε δυνατότητα παράτασης περιοριστικά νόμιμης περιόδου η οποία έχει εκπνεύσει πέντε περίπου μήνες προηγουμένως.

Οι λέξεις-κλειδιά στο εδάφιο (8) με το οποίο δίδεται η δυνατότητα παράτασης είναι αφενός οι λέξεις “δύναται να παρατείνει” και αφετέρου οι λέξεις “το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7)”. Οι λέξεις “να παρατείνει” σημαίνει, σύμφωνα και με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, 2η Έκδοση, σελ. 1338, την επέκταση των χρονικών πλαισίων, ορίων, γεγονότων ή καταστάσεων. Προϋποθέτει επομένως την ύπαρξη ενός αρχικού χρονικού πλαισίου. (Βλ. π.χ. Παναγή v. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1983/2006 κ.ά., ημερ. 4.6.2008 και Πολυβίου v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1149/2009, ημερ. 23.9.2009).

[*2178]Πέραν τούτου όμως, οι λέξεις που επιλέγηκαν από το νομοθέτη ώστε να διευκρινίζουν με σαφήνεια τι είναι που μπορεί να παρατείνει ο Υπουργός είναι οι λέξεις “το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7)”. Αυτό, επομένως, δεν είναι άλλο παρά η αρχική και περιοριστικά καθορισμένη περίοδος των 6 μηνών από την έναρξη της κράτησης. Δεν δίδει ο Νόμος απεριόριστο δικαίωμα στον Υπουργό να παρατείνει γενικά την κράτηση ενός κρατουμένου οποτεδήποτε και είτε αυτός κρατείται νόμιμα ή παράνομα.

Επομένως, δεν μπορούσε η παράταση της 29.11.2011 να έχει ως αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση της παρατεταμένης κράτησης του αιτητή.

Στο σημείο τούτο διευκρινίζεται ότι η δυνατότητα και δικαιοδοσία ελέγχου της διάρκειας κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας με διαδικασία Habeas Corpus δίδεται από τον ίδιο το Νόμο, όπως έχω ήδη αναφέρει κατά την εξέταση της προδικαστικής ένστασης. Η ίδια η Οδηγία στο Αρθρο 15(3) προνοεί ότι “Σε περίπτωση παραταθείσας διάρκειας κράτησης, η επανεξέταση εποπτεύεται από δικαστική αρχή”. Ενσωματώνοντας δε αυτή την πρόνοια στο ημεδαπό δίκαιο, ο συντάκτης του Νόμου αρ. 153(Ι)/2011 προέβλεψε ότι το μεν διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος [Αρθρο 18ΠΣΤ 3(α)], η δε “διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου” (δηλαδή του Αρθρου 18) υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.

Υπό το φως των ανωτέρω διαπιστώσεων, η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα και διατάσσεται η απόλυση του αιτητή από την κράτησή του.

Τα έξοδα της αίτησης, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.

Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα. Εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα και διατάσσεται η απόλυση του αιτητή.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο