The Royal Bank of Scotland N.V. ν. Του Πλοίου "Kalia" (2012) 1 ΑΑΔ 6

(2012) 1 ΑΑΔ 6

[*6]12 Ιανουαρίου, 2012

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

THE ROYAL BANK OF SCOTLAND N.V.,

Ενάγουσα,

v.

ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ “KALIA”,

Εναγoμένου.

(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 14/2011)

 

Αγωγή Ναυτοδικείου ― Έκδοση διαταγμάτων εκτίμησης και εκποίησης πλοίου, εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite) ― Πρόκειται για διακριτική εξουσία η οποία ασκείται υπέρ του αιτούντος εφόσον αποκαλυφθεί «καλός λόγος» που να δικαιολογεί τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου ― Καλός μπορεί να θεωρηθεί λόγος ο οποίος προάγει το σκοπό για τον οποίο παρέχεται η εξουσία, που δεν είναι άλλος από την προστασία του αντικειμένου της σύλληψης, του πλοίου, από τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος και από τα έξοδα για τη φύλαξή του ενώ τελεί σε αδράνεια ― Αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και η πώληση του πλοίου δεν αποτελεί το φυσικό επακόλουθο της σύλληψής του ή της προοπτικής κράτησής του για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ― Το καθιστά παραδεκτό μέτρο η παράλειψη του ιδιοκτήτη του πλοίου να το απελευθερώσει, καθώς και η αδιαφορία για την τύχη του ενώ τελεί υπό σύλληψη.

Η ενάγουσα/ αιτήτρια Τράπεζα ήγειρε αγωγή εναντίον του εναγόμενου πλοίου αναφορικά με ισχυριζόμενα οφειλόμενα ποσά στη βάση τρεχούμενου λογαριασμού και συμφωνιών δανείου που υπογράφηκαν το 2007, μεταξύ της αιτήτριας και της μητρικής εταιρείας στην  οποία ανήκε η ιδιοκτήτρια εταιρεία του εναγόμενου πλοίου.

Σύμφωνα με το κλητήριο ένταλμα, ο τρεχούμενος λογαριασμός δανείου ήταν εξασφαλισμένος μεταξύ άλλων συμφωνιών εγγυήσεων και με δύο θέσμιες υποθήκες επί του πλοίου, οι οποίες καταχωρήθηκαν στο Νηολόγιο Κυπριακών Πλοίων.

Το εναγόμενο πλοίο το οποίο βρισκόταν ανενεργό και παροπλισμένο στο Λιμάνι Λεμεσού, συνελήφθη στα πλαίσια της παρούσας [*7]αγωγής.

Παρά τη σύλληψή του, δεν υπήρξε οποιαδήποτε εμφάνιση εκ μέρους του, οπότε και το διάταγμα κατέστη απόλυτο. Το Δικαστήριο έθεσε ως όρο για την απελευθέρωσή του, την καταχώρηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του, εγγύησης ύψους €1.000.000. Η ιδιοκτήτρια του εναγομένου πλοίου, μέχρι την εκδίκαση της παρούσας δεν είχε φροντίσει για την απελευθέρωσή του και έκτοτε παρέμενε υπό σύλληψη στο λιμάνι Λεμεσού.

Η Αιτήτρια, με δια κλήσεως αίτηση, ζήτησε από το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, όπως διοριστεί Αξιωματικός Ναυτοδικείου για να προβεί σε εκτίμηση της αξίας του εναγόμενου πλοίου και σε εκποίησή του, εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite).

Προέβαλε μεταξύ άλλων ότι:

α) Καθημερινά, από την ημερομηνία της συντηρητικής κατάσχεσης του πλοίου, συσσωρεύονταν έξοδα, όπως πληρωμή μισθών και σίτιση του πληρώματος, πληρωμές για την υδατοπρομήθεια του πλοίου, λιμενικά έξοδα καθώς και για την ασφάλισή του.

β) Όλα αυτά τα έξοδα τυγχάνουν προτεραιότητας κατά το κοινοδίκαιο, έναντι της υποθήκης της Αιτήτριας με αποτέλεσμα να περιόριζαν το ενδεχόμενο ανάκτησης των οφειλών προς τους ενυπόθηκους δανειστές.

γ)  Ως αποτέλεσμα οφειλών, η Αρχή Λιμένων  αφού διέκοψε την ηλεκτροδότηση του πλοίου, προχώρησε σε διοικητική κατάσχεσή του. 

δ) Το πλοίο ήταν παροπλισμένο στο λιμάνι Λεμεσού, δεν είχε τύχει οποιασδήποτε συντήρησης, δεξαμενισμού και επιθεώρησης, με αποτέλεσμα να υφίστατο συνεχή φθορά και συνεπαγόμενη απώλεια της αξίας του.

ε)  Με δεδομένο ότι το ύψος της αξίωσης της Ενάγουσας Αιτήτριας ήταν υπερδιπλάσιο από τη συνολική αξία ολόκληρου του στόλου του ομίλου της δανειολήπτριας εταιρείας, η οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εκποίηση του πλοίου, εσήμαινε μείωση της εξασφάλισής τους.

στ)  Τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος για εκτίμηση και εκποίηση του πλοίου, δεν θα επηρέαζε καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου στο υπό κατάσχεση [*8]πλοίο, καθότι αυτό ως res μετατρέπεται μετά την εκποιητική διαδικασία, σε ταμείο υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου, σε αναμονή της έκβασης της τελικής διαδικασίας.

Το Καθ’ ου η αίτηση πλοίο καταχώρησε γραπτή ένσταση, στην οποία προέβαλε μεταξύ άλλων τα εξής:

(α)   Η αίτηση για εκτίμηση και εκποίηση του πλοίου αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας, καθ’ ότι εκκρεμούσε δικαστική διαδικασία στην Αγγλία εναντίον της μητρικής εταιρείας και των θυγατρικών πλοιοκτητριών εταιρειών. Στο πλαίσιο της τελευταίας είχε υποβληθεί ανταπαίτηση και σε περίπτωση επιτυχίας της, η βλάβη η οποία θα προκαλείτο από την εκποίηση του πλοίου, θα ήταν δυσανάλογη και μη αναστρέψιμη.

(β)   Η Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα  αν και αποτάθηκε στο δικαστήριο μονομερώς, εντούτοις δεν αποκάλυψε όλα τα ουσιώδη γεγονότα και συγκεκριμένα συμφωνία  η οποία, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν εκ μέρους του Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, αντικατέστησε όλες τις προηγούμενες συμφωνίες.

(γ)   Η ένορκη δήλωση η οποία συνόδευε την αίτηση, ήταν παράτυπη.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ο λόγος ένστασης περί μη αποκάλυψης δεν ευσταθούσε. Στην προκειμένη περίπτωση, η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου δεν ήταν μονομερής. Όμως και διαφορετικά να ήταν τα πράγματα, η κατ’ ισχυρισμό μεταγενέστερη συμφωνία δεν φαινόταν να αποτελούσε σύμβαση.

2.  Ο ισχυρισμός περί παρατυπίας της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτηση δεν επεξηγείτο στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση ούτε και αναφέρθηκε οτιδήποτε στην προφορική αγόρευση.

3.  Δεν αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας, εφόσον το δίκαιο δίδει το δικαίωμα στην Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα, να εγείρει αγωγή in rem εναντίον του πλοίου και μάλιστα χωρίς να καταστήσει είτε την πλοιοκτήτρια, είτε τη μητρική εταιρεία διάδικα μέρη.

4.  Στην προκειμένη περίπτωση ικανοποιούνταν όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για θετική άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.  Το πλοίο τελούσε υπό σύλληψη για αρκετό χρο[*9]νικό διάστημα, χωρίς οι ιδιοκτήτες του να καταβάλουν την ορισθείσα εγγύηση για απελευθέρωση του ή να λάβουν άλλα μέτρα που να έδειχναν ότι ενδιαφέρονταν ειλικρινά για την κατάσταση του ή γενικά για την τύχη του.

5.  Λόγω της συνεχιζόμενης κράτησης του πλοίου και της αυξανόμενης φθοράς που δημιουργείτο λόγω της αδράνειάς του, η συνεχής μείωση της αξίας του ήταν αναπόφευκτη. Με δεδομένο ότι η αξία του πλοίου δεν ήταν αρκετή να ικανοποιήσει τις εναντίον του απαιτήσεις, το πλοίο θα έπρεπε να πωληθεί, ώστε να περιοριζόταν η περαιτέρω φθορά του και μείωση της αξίας του.

Ενόψει των πιο πάνω εκδόθηκε με έξοδα, το αιτούμενο διάταγμα  με το οποίο καθορίζονταν όλες οι απαιτούμενες λεπτομέρειες  για την εκτίμηση της αξίας του εναγόμενου πλοίου προς το σκοπό της εκποίησης του εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite).

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Vector Onega A.G. v. Του Πλοίου MV/Girvas κ.ά. (Αρ. 4) (1998) 1(Γ) A.A.Δ. 1411.

Αίτηση.

Ά. Μοντάνιος με Π. Ιακωβίδη, για την Αιτήτρια-Ενάγουσα.

Γ. Ιωάννου, για το Καθ’ ου η αίτηση-Εναγόμενο Πλοίο.

Cur. adv. vult.

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Το εναγόμενο πλοίο «Kalia» ανήκει στην εταιρεία Kalia Maritime Company Limited, η οποία είναι θυγατρική της Ocean Tankers Holdings Public Company Limited. Η Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα με την αγωγή της εναντίον του Εναγόμενου-Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, αξιώνει το συνολικό ποσό των ΗΠΑ$328.961.757,51, πλέον τόκο, το οποίο όπως ισχυρίζεται, οφείλεται στη βάση τρεχούμενου λογαριασμού και συμφωνιών δανείου που υπογράφηκαν το 2007, μεταξύ των Αιτητών και της μητρικής εταιρείας Ocean Tankers Holdings Company Limited, στο εξής «η δανειολήπτρια». Σύμφωνα με το κλητήριο ένταλμα, ο τρεχούμενος λογαριασμός δανείου ήταν εξασφαλισμένος μεταξύ άλλων συμφωνιών εγγυήσεων και με δύο θέσμιες υποθήκες επί του [*10]πλοίου, οι οποίες καταχωρήθηκαν στο Νηολόγιο Κυπριακών Πλοίων. Το 2009 η δανειολήπτρια παρέλειψε να καταβάλλει τις δόσεις αποπληρωμής του δανείου, με αποτέλεσμα οι Αιτητές να τερματίσουν όλες τις μεταξύ των μερών συμβάσεις και να κηρύξουν όλα τα δάνεια και τόκους, πληρωτέα. Στη συνέχεια, κινήθηκαν διάφορες αγωγές σε άλλες χώρες και όλα τα πλοία της δανειολήπτριας εταιρείας, συνελήφθηκαν.

Το εναγόμενο πλοίο, το οποίο από 23.7.2009 βρισκόταν ανενεργό και παροπλισμένο στο Λιμάνι Λεμεσού, συνελήφθη στις 23.8.2011 στα πλαίσια της παρούσας αγωγής. Παρά τη σύλληψή του, δεν υπήρξε οποιαδήποτε εμφάνιση εκ μέρους του, οπότε και το διάταγμα κατέστη απόλυτο. Το Δικαστήριο έθεσε ως όρο για την απελευθέρωσή του, την καταχώρηση εκ μέρους ή για λογαριασμό του, εγγύησης ύψους €1.000.000. Η ιδιοκτήτρια του εναγομένου πλοίου, μέχρι σήμερα δεν έχει φροντίσει για την απελευθέρωσή του και έκτοτε παραμένει υπό σύλληψη στο λιμάνι Λεμεσού.

Οι Αιτητές, με την υπό εκδίκαση δια κλήσεως αίτηση ημερ. 12.9.2011, ζητούν από το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, όπως διορίσει Αξιωματικό Ναυτοδικείου για να προβεί σε εκτίμηση της αξίας του εναγόμενου πλοίου και σε εκποίησή του, εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite).

Ισχυρίζονται ότι από 23.7.2009 υπάρχει αδιαφορία εκ μέρους της ιδιοκτήτριας εταιρείας αναφορικά με το πλοίο, η οποία απορρέει από τη δυσχερέστατη οικονομική κατάστασή της και την αδυναμία της να ναυλώσει και να εκμεταλλευτεί το πλοίο. Λόγω αυτής ακριβώς της οικονομικής δυσπραγίας τόσο της ιδιοκτήτριας όσο και δανειολήπτριας και γενικά του ομίλου εταιρειών, η Αιτήτρια Τράπεζα αναγκάστηκε ως ενυπόθηκη δανείστρια του πλοίου, να καταβάλει στο πλήρωμα ασφαλείας τους δεδουλευμένους μισθούς τους από τον Απρίλιο του 2011 μέχρι τον Ιούλιο του 2011, που ανέρχοντο στο ποσό των ΗΠΑ$18.180,96, ώστε να προστατεύσουν το πλοίο, το οποίο αποτελούσε γι’ αυτή εμπράγματη ασφάλεια. Επίσης ο πράκτορας του πλοίου αναγκάστηκε να καταβάλει διάφορα άλλα ποσά για τη διαβίωση του πληρώματος. Καθημερινά, από την ημερομηνία της συντηρητικής κατάσχεσης του πλοίου, συσσωρεύονται έξοδα, όπως πληρωμή μισθών και σίτιση του πληρώματος, πληρωμές για την υδατοπρομήθεια του πλοίου, καθώς και για την ασφάλισή του. Όλα αυτά τα έξοδα τυγχάνουν προτεραιότητας κατά το κοινοδίκαιο, έναντι της υποθήκης των Αιτητών, με αποτέλεσμα να περιορίζουν το ενδεχόμενο ανάκτησης των οφειλών προς τους ενυπόθηκους δανειστές. Επίσης, το πλοίο [*11]βαρύνεται καθημερινά με λιμενικά δικαιώματα, τέλη αποκομιδής σκυβάλων και έξοδα ηλεκτροδότησής του, τα οποία χρεώνει ανελλιπώς η Αρχή Λιμένων Κύπρου. Από το Μάιο του 2010 μέχρι τον Αύγουστο του 2011 οι οφειλές προς την Αρχή Λιμένων Κύπρου, ανήλθαν στο ποσό των €76.370,90, πλέον τόκους. Συγκεκριμένα οι μηνιαίες χρεώσεις της Αρχής Λιμένων, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι Λεμεσού, ανέρχονται στις €3.000-€4.000. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω οφειλών, η Αρχή Λιμένων στις 18.8.2011, αφού διέκοψε την ηλεκτροδότηση του πλοίου, προχώρησε σε διοικητική κατάσχεσή του.

Περαιτέρω, η Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα ισχυρίζεται ότι από το 2009 που το πλοίο είναι παροπλισμένο στο λιμάνι Λεμεσού, δεν έχει τύχει οποιασδήποτε συντήρησης, δεξαμενισμού και επιθεώρησης, με αποτέλεσμα να υφίσταται συνεχή φθορά και συνεπαγόμενη απώλεια της αξίας του. Τα 15 πλοία του ομίλου της δανειολήπτριας, σύμφωνα με έκθεση που ετοιμάστηκε από ειδικό οίκο ναυτιλιακών συμβούλων, εκτιμούνται στο ποσό των ΗΠΑ$134.600.000, ενώ η αξία του εναγομένου πλοίου, υπολογίστηκε από τον ίδιο οίκο σε ΗΠΑ $5.250.000.

Ενόψει των πιο πάνω, η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι η αξία της εξασφάλισής τους, η οποία επηρεάζεται από την υποθήκη του πλοίου, μειώνεται επί καθημερινής βάσης. Με δεδομένο ότι το ύψος της αξίωσης των Εναγόντων-Αιτητών είναι υπερδιπλάσιο από τη συνολική αξία ολόκληρου του στόλου του ομίλου της δανειολήπτριας εταιρείας, η οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εκποίηση του πλοίου, σημαίνει μείωση της εξασφάλισής τους. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι έχουν καλές πιθανότητες να πετύχουν στην αγωγή τους, ότι τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος για εκτίμηση και εκποίηση του πλοίου pendente lite, δεν θα επηρεάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου στο υπό κατάσχεση πλοίο, καθότι αυτό ως res μετατρέπεται μετά την εκποιητική διαδικασία, σε ταμείο υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου («fund in Court»), σε αναμονή της έκβασης της τελικής διαδικασίας.

Το Καθ’ ου η αίτηση πλοίο καταχώρησε γραπτή ένσταση, προβάλλοντας τρεις λόγους ένστασης, ότι:- (1) η αίτηση για εκτίμηση και εκποίηση του πλοίου αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας, (2) η Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα έχει παραβεί τους κανόνες της επιείκειας, καθότι, αν και αποτάθηκε στο δικαστήριο μονομερώς, εντούτοις δεν αποκάλυψε όλα τα ουσιώδη γεγονότα και (3) η ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την αίτηση, είναι παράτυπη.

[*12]Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, αναφέρεται σε σχέση με την κατάχρηση της διαδικασίας, ότι εκκρεμεί δικαστική διαδικασία στην Αγγλία εναντίον της μητρικής εταιρείας και των θυγατρικών πλοιοκτητριών εταιρειών. Σ’ αυτή τη διαδικασία όμως, έχει καταχωρηθεί ανταπαίτηση εναντίον της Ενάγουσας τράπεζας. Σε περίπτωση επιτυχίας της ανταπαίτησης, η βλάβη η οποία θα προκληθεί από την εκποίηση του πλοίου, θα είναι δυσανάλογη. Η διαδικασία στην Αγγλία είναι η κύρια διαδικασία, στην οποία θα εκδικαστούν οι αξιώσεις της Ενάγουσας και της μητρικής εταιρείας του πλοίου. Επομένως, είναι εύλογο να αναμένεται το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, προτού ληφθεί οποιοδήποτε άλλο μέτρο εναντίον του πλοίου. Αναφορικά με τη μη αποκάλυψη, εκ μέρους του Καθ’ ου η αίτηση πλοίου προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι Αιτητές παρέλειψαν να αναφέρουν την ύπαρξη νέου συμφωνητικού μεταξύ των μερών, ημερ. 21.4.2011, το οποίο αντικατέστησε όλες τις προηγούμενες μεταξύ τους συμφωνίες. Τέλος, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το τελευταίο διάστημα η πλοιοκτήτρια εταιρεία έχει προβεί σε ορισμένες ενέργειες με σκοπό την αναστύλωση του πλοίου, ώστε αυτό να καταστεί κατάλληλο για εμπορική εκμετάλλευση. Τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος αναμφίβολα θα επηρεάσει όχι μόνο τα συμφέροντα της μητρικής εταιρείας, αλλά και της θυγατρικής ιδιοκτήτριας εταιρείας, αφού σε περίπτωση επιτυχίας της ανταπαίτησης στην εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία στην Αγγλία, η βλάβη η οποία θα προκληθεί από την εκποίηση του πλοίου, θα είναι ανεπιστρεπτέα.

Θα εξετάσω στη συνέχεια τους τρεις λόγους ένστασης. Ο πρώτος άπτεται εμμέσως της ουσίας της αίτησης, ενώ οι άλλοι δύο αφορούν σε διαδικαστικά θέματα.

Θα ξεκινήσω από το δεύτερο λόγο ένστασης που αφορά στο θέμα της μη αποκάλυψης της τελευταίας συμφωνίας ημερ. 21.4.2011 η οποία, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν εκ μέρους του Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, αντικατέστησε όλες τις προηγούμενες συμφωνίες και ως εκ τούτου ήταν απόλυτα αναγκαία η αποκάλυψή της. Ο συγκεκριμένος λόγος ένστασης δεν ευσταθεί. Η σχετική αρχή που επιβάλλει υποχρέωση πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων, εφαρμόζεται σε διαδικασίες όπου το ένα μέρος επιζητά θεραπεία μονομερώς. Στην προκειμένη περίπτωση, η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου δεν είναι μονομερής, όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται η πλευρά του Εναγόμενου-Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, αφού η αίτηση έγινε από την αρχή δια κλήσεως, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η επίδοση της αίτησης στην άλλη πλευρά. Όμως και διαφορετικά να ήταν τα [*13]πράγματα, η κατ’ ισχυρισμό συμφωνία δεν φαίνεται να αποτελεί σύμβαση, αφού όχι μόνο τιτλοφορείται άνευ βλάβης «συνοπτική πρόταση» («summary proposal»), αλλά ήταν υπό την αίρεση υπογραφής δεσμευτικής συμφωνίας.

Με τον τρίτο λόγο ένστασης, εγείρεται θέμα αντικανονικότητας της ένορκης δήλωσης, χωρίς όμως ο ισχυρισμός να επεξηγείται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση. Ούτε στην προφορική αγόρευση ενώπιον του Δικαστηρίου αναφέρθηκε οτιδήποτε που να ρίχνει φως στον ισχυρισμό για παρατυπία της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση. Επομένως, και αυτός ο λόγος ένστασης κρίνεται ανεδαφικός.

Με τον πρώτο λόγο ένστασης, προβάλλεται ότι η αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Όπως εισηγήθηκε ο δικηγόρος του Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, η κατάχρηση σχετίζεται με το γεγονός ότι ξεκίνησε στην Κύπρο διαδικασία εναντίον του πλοίου, ενώ εκκρεμεί η κυρίως διαδικασία στην Αγγλία, μεταξύ της Ενάγουσας Τράπεζας και της μητρικής εταιρείας του πλοίου, η οποία ήγειρε ανταπαίτηση. Πέραν τούτου, η μητρική εταιρεία δεν κατέστη διάδικος στη διαδικασία στην Κύπρο.

Δεν συμφωνώ. Σε αντίθεση με την αγγλική διαδικασία, η οποία από τα στοιχεία του φακέλου φαίνεται να είναι in personam, η διαδικασία στην Κύπρο είναι in rem και αφορά αποκλειστικά το πλοίο. Δεν αποτελεί κατά την άποψή μου, κατάχρηση της διαδικασίας, εφόσον το δίκαιο δίδει το δικαίωμα στην Ενάγουσα-Αιτήτρια Τράπεζα, να εγείρει αγωγή in rem εναντίον του πλοίου και μάλιστα χωρίς να καταστήσει είτε την πλοιοκτήτρια, είτε τη μητρική εταιρεία διάδικα μέρη. Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος ένστασης ευσταθεί.

Η εξουσία του Δικαστηρίου για την έκδοση διαταγμάτων εκτίμησης και εκποίησης πλοίου, εκκρεμούσης της διαδικασίας, πηγάζει από τους Θεσμούς 74, 75 και 76 του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικού Κανονισμού.  Πρόκειται για διακριτική εξουσία η οποία ασκείται υπέρ του αιτούντος εφόσον αποκαλυφθεί «καλός λόγος» που να δικαιολογεί τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου. Όπως εξηγείται στην υπόθεση Vector Onega A.G. v. Του Πλοίου MV/Girvas κ.ά. (Αρ. 4) (1998) 1(Γ) A.A.Δ. 1411:-

«Καλός μπορεί να θεωρηθεί λόγος ο οποίος προάγει το σκοπό για τον οποίο παρέχεται η εξουσία, που δεν είναι άλλος από [*14]την προστασία του αντικειμένου της σύλληψης, του πλοίου, από τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος και από τα έξοδα για τη φύλαξή του ενώ τελεί σε αδράνεια.

Η πώληση του πλοίου εκκρεμούσης της δίκης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, όπως διαπιστώνεται στη Williams & Glyn’s Bank Ltd. v. Ship ‘Maria’ (1983) 1 C.L.R. 773, (απόφαση Σαββίδη, Δ.), στην οποία το Δικαστήριο πραγματεύεται σε έκταση τις αρχές που διέπουν την άσκηση της εξουσίας που παρέχεται από τον Κ. 74 - (βλ., επίσης Almyr Maritime S.A. v. The Cargo on Board the Ship ‘Almyrta(1975) 1 C.L.R. 116, 118, (απόφαση Α. Λοΐζου, Δ.), και Kyrmizoudes v. Ship ‘Philipoupolis(1978) 1 C.L.R. 526, (απόφαση Τριανταφυλλίδη, Π.). Η πώληση του πλοίου δεν αποτελεί το φυσικό επακόλουθο της σύλληψής του ή της προοπτικής κράτησής του για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Καθίσταται, όμως, παραδεκτό μέτρο, εφόσο αποκαλυφθούν λόγοι που την επιβάλλουν, προς διαφύλαξη της αξίας του πλοίου.

Η παράλειψη του ιδιοκτήτη του πλοίου να το απελευθερώσει, καθώς και η αδιαφορία για την τύχη του ενώ τελεί υπό σύλληψη, αποτελούν παράγοντες οι οποίοι κατατείνουν υπέρ της πώλησης εκκρεμούσης της δίκης. Τα έξοδα συντήρησής του κατά την ίδια περίοδο, σε συσχετισμό προς την αξία του πλοίου, αποτελούν άλλο παράγοντα, ο οποίος τείνει να δικαιολογήσει την πώληση. ιδιαίτερα όπου καταφαίνεται ότι η αντιμετώπισή τους θα μειώσει ουσιωδώς την καθαρή αξία του πλοίου. Και τούτο, πάντα σε συνάρτηση προς το ύψος της απαίτησης των εναγόντων, που, στην προκείμενη περίπτωση, υπερβαίνει σημαντικά το ένα εκατομμύριο δολάρια Αμερικής.»

Στην προκειμένη περίπτωση ικανοποιούνται όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για θετική άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Το πλοίο τελεί υπό σύλληψη εδώ και αρκετό καιρό, χωρίς οι ιδιοκτήτες του να καταβάλουν την ορισθείσα εγγύηση για απελευθέρωση του ή να λάβουν άλλα μέτρα που να δείχνουν ότι ενδιαφέρονται ειλικρινά για την κατάσταση του ή γενικά για την τύχη του. Λόγω της συνεχιζόμενης κράτησης του πλοίου και της αυξανόμενης φθοράς που δημιουργείται λόγω της αδράνειάς του, η συνεχής μείωση της αξίας του είναι αναπόφευκτη. Με δεδομένο ότι η αξία του πλοίου δεν είναι αρκετή να ικανοποιήσει τις εναντίον του απαιτήσεις, το πλοίο θα πρέπει κατά την άποψή μου να πωληθεί, ώστε να περιοριστεί η περαιτέρω φθορά του και μείωση της αξίας του.

[*15]Ενόψει των πιο πάνω, εκδίδεται ως η παράγραφος 1(α)-(γ) της αίτησης:-

(α) Διάταγμα με το οποίο διορίζεται ο Αξιωματικός Ναυτοδικείου, να προβεί σε εκτίμηση της αξίας του Εναγόμενου πλοίου, το οποίο τελεί υπό συντηρητική κατάσχεση στο Λιμάνι Λεμεσού και σε εκποίηση του εκκρεμούσης της διαδικασίας (pendente lite), υπό τον όρο να ειδοποιήσει την Αιτήτρια για το ποσό της εκτίμησης όπως και για την προτιθέμενη εκποίηση τουλάχιστον 14 ημέρες πριν από αυτή.

(β) Διάταγμα με το οποίο δίδεται εντολή στον Αξιωματικό Ναυτοδικείου, αμέσως μετά τη διεκπεραίωση της εκτίμησης του Εναγόμενου πλοίου να καταχωρήσει στο Πρωτοκολλητείο κατάσταση, υπογραμμένη από το εν λόγω πρόσωπο, που να δείχνει την αξία του Εναγόμενου πλοίου όπως έχει εκτιμηθεί, όπως και το ποσό των δικαιωμάτων, δαπανών και εξόδων που πληρώθηκαν ή διενεργήθηκαν από το εν λόγω πρόσωπο κατά την εκτέλεση του διατάγματος του Δικαστηρίου.

(γ) Διάταγμα με το οποίο δίδεται εντολή στον Αξιωματικό Ναυτοδικείου, να καταβάλει στο Δικαστήριο αμέσως μετά την ολοκλήρωσης της εκποιητικής διαδικασίας, το πλήρες προϊόν εκποίησης του Εναγόμενου πλοίου και να καταχωρήσει στο Πρωτοκολλητείο κατάσταση, υπογραμμένη από το εν λόγω πρόσωπο, που να δείχνει το ποσό των χρημάτων που κατέβαλε στο Δικαστήριο και το ποσό των δικαιωμάτων, δαπανών και εξόδων που πληρώθηκαν ή διενεργήθηκαν από τέτοιο πρόσωπο κατά την εκτέλεση του διατάγματος του Δικαστηρίου, συνοδευόμενη από τις σχετικές αποδείξεις.

Επίσης, επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων-Αιτητών και εναντίον του Εναγόμενου-Καθ’ ου η αίτηση πλοίου, τα έξοδα της αίτησης. Αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο