Magistrato Gardens Ltd ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ως κατά Νόμο Εκπροσώπου της Κυπριακής Δημοκρατίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και/ή του Επαρχιακού Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων Λεμεσού (2012) 1 ΑΑΔ 220

(2012) 1 ΑΑΔ 220

[*220]23 Φεβρουαρίου, 2012

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

MAGISTRATO GARDENS LIMITED,

Εφεσείοντες-Ενάγοντες,

v.

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ

ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ/Ή ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 261/2008)

 

Αστικά αδικήματα ― Αμέλεια ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης περί ευθύνης της Δημοκρατίας για την πρόκληση ζημιών σε φυτώριο των Εφεσειόντων λόγω ακαταλληλότητας του νερού που παρείχαν οι κρατικές αρμόδιες υπηρεσίες ― Αποτελούσε επιπροσθέτως παράβαση σύμβασης ενώ ετύγχανε εφαρμογής και ο περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994 Ν. 10(I)/1994 ― Εκρίθη εύλογα προβλεπτή η πρόκληση ζημιάς συνεπεία της προσθήκης νερού από επεξεργασμένα λύματα και από πηγές ποταμού ― Παραμερισμός μέρους της πρωτόδικης απόφασης περί μη τεκμηρίωσης ζημιών ― Επέμβαση εφετείου με επιδίκαση  αποζημιώσεων που προέκυπταν από δοθείσα μαρτυρία.

Πώληση αγαθών ― Ο περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμος του 1994, Ν. 10(I)/1994 ― Άρθρο 16(6) ― Σιωπηροί ουσιώδεις όροι αναφορικά με την ποιότητα ή την καταλληλότητα των αγαθών ― Ευλόγως κατάλληλα αγαθά.

Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Στις περιπτώσεις αντιφάσεων που αφορούν σε παρεμφερή ή δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα, δεν χωρεί περιθώριο  επέμβασης του Εφετείου ― Εκεί όπου με βάση το σύνολο της μαρτυρίας ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο δικαστήριο, στο οποίο ανήκει και η πρωταρχική ευθύνη για την αξιολόγηση της αποδεκτής μαρτυρίας, να καταλήξει στις υπό αμφισβήτηση σχετικά με την αξιοπιστία, διαπιστώσεις του, το Εφε[*221]τείο δεν επεμβαίνει.

Η εφεσείουσα ήγειρε αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων αξιώνοντας αποζημιώσεις για τις ζημιές που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, προκλήθηκαν σε δύο φυτώρια ιδιοκτησίας της, λόγω ακαταλληλότητας του νερού που οι εφεσίβλητοι την προμήθευαν για σκοπούς άρδευσης. Ήταν η θέση της εφεσείουσας ότι από τον Ιούλιο του 1998, εν αγνοία της, οι εφεσίβλητοι είχαν προσθέσει στο νερό του Νότιου Αγωγού επεξεργασμένα λύματα του ΣΑΛΑ και νερό από τις πηγές του ποταμού Γαρύλλη, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η αλατότητα του νερού με συνέπεια την πρόκληση ζημιών και στα δύο φυτώρια  της, συνολικού ύψους £152.925.

Αντίθετα η θέση των εφεσιβλήτων ήταν μεταξύ άλλων, ότι για την παροχή νερού από τις γεωτρήσεις του ποταμού Γαρύλλη αναμεμειγμένου με ανακυκλωμένο νερό για σκοπούς άρδευσης της φυτείας στον Ύψωνα, η εφεσείουσα είχε ενημερωθεί έγκαιρα και είχε αποδεχθεί τη συγκεκριμένη διευθέτηση. Σύμφωνα με την  εκδοχή τους, είχαν πληροφορήσει την εφεσείουσα αναφορικά με τον τρόπο χρήσης του ανακυκλωμένου νερού και μάλιστα της είχαν εισηγηθεί πότισμα με σταγόνες και όχι με καταιονισμό.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα  πως λόγω της κρίσιμης κατάστασης στο υδατικό την αρδευτική περίοδο 1998, εσπευσμένα παραχωρήθηκε ανακυκλωμένο νερό χωρίς προειδοποίηση και καθοδήγηση για τον τρόπο χρήσης του, ίσως και επειδή οι αρμόδιες υπηρεσίες να μην ήταν έτοιμες να προσφέρουν την κατάλληλη καθοδήγηση.

Οδηγήθηκε δε στην κατάληξη, ότι οι εφεσίβλητοι ήταν υπόλογοι στην εφεσείουσα για καταβολή ονομαστικών μόνο αποζημιώσεων, λόγω έλλειψης μαρτυρίας για το ύψος των ισχυριζόμενων ζημιών και αυτό μόνο σε σχέση με τις ζημιές που υπέστη η φυτεία της εφεσείουσας στον Ύψωνα, λόγω παράβασης συμφωνίας, παράβασης των προνοιών του Άρθρου 16(6) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994 και αμέλειας.

Αναφορικά με το φυτώριο στην Ερήμη, το πρωτόδικο δικαστήριο, κατέληξε μεν ότι υπέστη ζημιές και η εν λόγω φυτεία, πλην όμως δεν τεκμηριώθηκε, σύμφωνα με τη σχετική κατάληξη του, ότι αυτές είχαν σχέση με το νερό που παραχωρείτο στην εν λόγω φυτεία για σκοπούς άρδευσης.

Με την έφεση – η οποία περιορίστηκε στις ζημιές που αφορούσαν [*222]στο φυτώριο στον Ύψωνα-, υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων με πολλούς λόγους έφεσης  ότι:

α) Ήταν εσφαλμένο το πρωτόδικο εύρημα αναφορικά με το ζήτημα των αποζημιώσεων στις οποίες η εφεσείουσα δικαιούτο σε σχέση με τις ζημιές στο φυτώριο της στον Ύψωνα.

β) Ενώ το Πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εύρημα σχετικά με το φυτώριο στον Ύψωνα  ότι υπήρχε ευθύνη εκ μέρους των Εναγομένων λανθασμένα απεφάνθη ότι δεν υπήρχε μαρτυρία για το ύψος των ζημιών.

Με αντέφεση των εφεσιβλήτων υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων με αρκετούς λόγους ότι:

α) Ήταν εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι το φυτώριο της εφεσείουσας στον Ύψωνα υπέστη ζημιές λόγω ακαταλληλότητας του νερού και ότι ευθυνόταν γι’αυτό η Κυπριακή Δημοκρατία.

β) Λανθασμένα αποφασίστηκε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παρέβηκε τη συμφωνία με την εφεσείουσα και λανθασμένα  αποφάσισε ότι υπήρξε παράβαση του Άρθρου 16(6) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994.

γ)  Λανθασμένα αποφασίστηκε ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες  παραχώρησαν εσπευσμένα ανακυκλωμένο νερό χωρίς προειδοποίηση και/ή καθοδήγηση και  ότι τούτο έγινε επειδή οι εν λόγω υπηρεσίες δεν ήταν έτοιμες να προσφέρουν την κατάλληλη καθοδήγηση.

δ) Έγινε εσφαλμένη αξιολόγηση μαρτυρίας.

Αποφασίστηκε ότι:

Στην αντέφεση:

1.  Ήταν ορθή η πρωτόδικη κρίση ότι αποτελεί κοινό έδαφος πως το ανακυκλωμένο νερό χρήζει «ειδικής αντιμετώπισης», όπως και η διαπίστωση, που επίσης δεν είχε αμφισβητηθεί, ότι οι εφεσίβλητοι «γνώριζαν για τις ιδιότητες του ανακυκλωμένου νερού και γνώριζαν τα είδη τα οποία καλλιεργούσε η ενάγουσα ακόμη και τον τρόπο που πότιζε και ότι αμέλησαν να πληροφορήσουν την ενάγουσα για την αλλαγή του νερού.

[*223]2.      Εξίσου ορθό, ήταν και το συμπέρασμα ότι ήταν  προβλεπτό ότι η ενάγουσα θα μπορούσε να υποστεί ζημιές εάν συνέχιζε να χρησιμοποιεί το νερό που της παρεχόταν με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιούσε το νερό που προερχόταν από το Φράγμα του Κούρρη.

3.  Η απόρριψη μέρους της μαρτυρίας των Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2, συνοδευόταν από αιτιολογία. Η δοθείσα αιτιολογία δεν ήταν ασαφής και αόριστη αλλά εδόθη με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία της υπόθεσης.

4.  Το πρωτόδικο δικαστήριο οδηγήθηκε στη συγκεκριμένη κατάληξη του ύστερα από ανάλυση άλλης αποδεκτής μαρτυρίας και ιδιαίτερα έγγραφης μαρτυρίας.

5.  Προέκυπτε από τη μαρτυρία όπως πολύ ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε, ότι η ενημέρωση την οποία η εφεσείουσα έτυχε αναφορικά με το είδος του νερού που της παρείχετο, έλαβε χώρα όχι εξ’ αρχής, όπως ο Μ.Υ.1 ισχυρίστηκε, αλλά σε άγνωστο μεν χρόνο, πλην όμως μετά που παρατηρήθηκαν προβλήματα στο φυτώριο της.

Στην έφεση:

1.  Συγκεκριμένη μαρτυρία, η οποία προερχόταν αποκλειστικά από τους εφεσιβλήτους και συγκεκριμένα από το Μ.Υ.2, έχει παραμείνει ασχολίαστη από το πρωτόδικο δικαστήριο. Σύμφωνα με τον εν λόγω μάρτυρα, του οποίου η μαρτυρία στην κύρια εξέταση κατατέθηκε με τη μορφή γραπτής δήλωσης, στα θερμοκήπια της φυτείας στον Ύψωνα «χωρούσαν κατ’ αναλογία» γλάστρες τριών, πέντε και δέκα λίτρων, συνολικού αριθμού 12.556, με φυτά συνολικής αξίας £25.642. Σύμφωνα πάντα με την ίδια μαρτυρία, το ποσοστό της ποιοτικής ζημιάς που τα φυτά είχαν υποστεί στα φύλλα, ανερχόταν σε 40%.

2.  Μια απλή μαθηματική πράξη ήταν αρκετή για να υπολογιζόταν ότι το ύψος των ζημιών στα φυτά στο φυτώριο του Ύψωνα ανερχόταν σε £10.256.

3.  Δεν ήταν ορθή η θέση της εφεσίβλητης  ότι η συγκεκριμένη πτυχή της μαρτυρίας του Μ.Υ.2 δεν αποτελούσε εκτίμηση ζημιών που στην πραγματικότητα διαπιστώθηκαν, αλλά «άσκηση επί χάρτου» και ότι δεν μπορούσε  να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια για την εξαγωγή συμπεράσματος αναφορικά με το ύψος των ζημιών. Από το σύνολο της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα  δεν προέκυπτε κάτι [*224]τέτοιο.

4.  Η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει το ύψος των ζημιών της στη φυτεία της στον Ύψωνα και ότι δικαιούνταν μόνο σε ονομαστικές αποζημιώσεις δικαιούτο, ήταν εσφαλμένη.

5.  Ο  ενδέκατος λόγος έφεσης είχε επιτυχή κατάληξη και  η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με το ύψος των ζημιών και συνακόλουθα το ύψος των αποζημιώσεων στις οποίες η εφεσείουσα δικαιούτο,  παραμερίστηκε.

6.  Επιδικάστηκε υπέρ της εφεσείουσας ως αποζημιώσεις το ποσό των €17.523,42 (£10.256).

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κουρίδη κ.ά. ν. G.P.C. Fortune Insurance & Investment Ltd. (2011) 1 Α.Α.Δ. 2014,

Αριστείδου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 32,

Λαζάρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (2010) 2 Α.Α.Δ. 633,

Φραντζής κ.ά. ν. Φιλικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ. (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 254,

Kades v. Nicolaou a.o. (1986) 1 C.L.R. 212,

Agapiou v. Panayiotou (1988) 1 C.L.R. 257,

Αεροπόρος κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 362,

Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506,

Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Μαλαχτός, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6213/03), ημερομηνίας 23/5/2008.

[*225]Α. Ποιητής με Α. Κίτσιο και Φ. Χ” Νικολή (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για τους Εφεσείοντες.

Σ. Χούρη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο ιδιοκτήτρια δύο φυτωρίων. Ένα στο χωριό Ύψωνας και ένα στο χωριό Ερήμη, της επαρχίας Λεμεσού. Με αγωγή που καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, αξίωνε από τους εφεσιβλήτους αποζημιώσεις για τις ζημιές που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, προκλήθηκαν και στις δύο φυτείες της, λόγω ακαταλληλότητας του νερού που οι εφεσίβλητοι την προμήθευαν για σκοπούς άρδευσης.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού ανέλυσε το ενώπιον του αποδεικτικό υλικό, οδηγήθηκε στην κατάληξη ότι οι εφεσίβλητοι είναι υπόλογοι στην εφεσείουσα για καταβολή ονομαστικών μόνο αποζημιώσεων και αυτό μόνο σε σχέση με τις ζημιές που υπέστη η φυτεία της εφεσείουσας στον Ύψωνα, λόγω παράβασης συμφωνίας, παράβασης των προνοιών του Άρθρου 16(6) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994 και αμέλειας. Αναφορικά με το φυτώριο στην Ερήμη, το πρωτόδικο δικαστήριο, κατέληξε μεν ότι υπέστη ζημιές και η εν λόγω φυτεία, πλην όμως δεν τεκμηριώθηκε, σύμφωνα με τη σχετική κατάληξη του, ότι αυτές «είχαν σχέση με το νερό που παραχωρείτο στην εν λόγω φυτεία για σκοπούς άρδευσης».

Στο στάδιο της ακρόασης της έφεσης, η εφεσείουσα με δήλωση του δικηγόρου της περιόρισε την έφεση της αποκλειστικά στο θέμα των αποζημιώσεων στις οποίες δικαιούται σε σχέση με τις ζημιές στο φυτώριο της στον Ύψωνα. Κατά τα λοιπά, η έφεση εγκαταλείφθηκε.

Στον αντίποδα, οι εφεσίβλητοι με αντέφεση τους αμφισβητούν την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι το φυτώριο της εφεσείουσας στον Ύψωνα υπέστη ζημιές λόγω ακαταλληλότητας του νερού με το οποίο την προμήθευαν και συνακόλουθα αμφισβητούν την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι φέρουν ευθύνη για τις εν λόγω ζημιές.

[*226]Την μεν εκδοχή της εφεσείουσας έθεσαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου έξι μάρτυρες, την δε εκδοχή των εφεσιβλήτων, δύο. Παράλληλα, έγιναν παραδεκτά γεγονότα και από κοινού κατατέθηκε αριθμός εγγράφων ως τεκμηρίων.

Συνοψίζουμε τις αντίστοιχες εκδοχές, με πρώτη αυτή της εφεσείουσας.

Για τις αρδευτικές ανάγκες των δύο φυτωρίων της, η εφεσείουσα προμηθευόταν νερό από τους εφεσιβλήτους. Για τη φυτεία στο χωριό Ερήμη εξ’ αρχής προμηθευόταν νερό από το φράγμα του Κούρρη. Για τις αρδευτικές ανάγκες της φυτείας στο χωριό Ύψωνας μέχρι το 1996 προμηθευόταν νερό από το φράγμα Γερμασόγειας και από τις πηγές του ποταμού Γαρύλλη. Από το 1996 που το φράγμα του Κούρρη συνδέθηκε με το Νότιο Αγωγό, οι ανάγκες σε νερό της φυτείας στο χωριό Ύψωνας, εξυπηρετούνταν από το εν λόγω φράγμα. Η παροχή νερού από το συγκεκριμένο φράγμα και για τη φυτεία στο χωριό Ύψωνας, κατέστη αναγκαία, γιατί το 1996 είχαν παρατηρηθεί προβλήματα στα φυτά λόγω της κακής ποιότητας του νερού που μέχρι τότε της παρείχετο.

Τον Αύγουστο του 1998 παρατηρήθηκαν προβλήματα στα φυτά και των δύο φυτειών, γεγονός για το οποίο ενημερώθηκαν οι εφεσίβλητοι. Οι τελευταίοι, οι οποίοι γνώριζαν τις φυτείες της εφεσείουσας και τα είδη φυτών που η τελευταία καλλιεργούσε σε αυτές, όπως και τον τρόπο άρδευσης τους – οι φυτείες αρδεύοντο διαφυλλικά - διαβεβαίωσαν την εφεσείουσα ότι το νερό που της παρείχετο ήταν κατάλληλο για σκοπούς άρδευσης.

Ήταν η θέση της εφεσείουσας ότι από τον Ιούλιο του 1998, εν αγνοία της, οι εφεσίβλητοι είχαν προσθέσει στο νερό του Νότιου Αγωγού επεξεργασμένα λύματα του ΣΑΛΑ και νερό από τις πηγές του ποταμού Γαρύλλη, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η αλατότητα του νερού με συνέπεια την πρόκληση ζημιών και στις δύο φυτείες της, συνολικού ύψους £152.925.

Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η εκδοχή των εφεσιβλήτων. Ήταν η θέση τους, ότι είχαν πληροφορήσει την εφεσείουσα αναφορικά με τον τρόπο χρήσης του ανακυκλωμένου νερού και μάλιστα της είχαν εισηγηθεί πότισμα με σταγόνες και όχι με καταιονισμό. Ήταν επίσης η θέση τους ότι, για πρώτη φορά πληροφορήθηκαν για ζημιές της εφεσείουσας ύψους £60.000 όταν παρελήφθη από το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων επιστολή της τελευταίας, με την οποία ζητείτο η διαγραφή της χρέωσης νερού που της είχε παρα[*227]χωρηθεί. Τέλος ήταν η θέση τους, ότι για την παροχή νερού από τις γεωτρήσεις του ποταμού Γαρύλλη αναμεμειγμένου με ανακυκλωμένο νερό για σκοπούς άρδευσης της φυτείας στον Ύψωνα, η εφεσείουσα είχε ενημερωθεί έγκαιρα και είχε αποδεχθεί τη συγκεκριμένη διευθέτηση.

Συνιστά παραδεκτό γεγονός ότι το 1998 λόγω ανομβρίας τα αποθέματα νερού στην περιοχή των χωριών Ύψωνα και Ερήμης μειώθηκαν, με αποτέλεσμα, για σκοπούς άρδευσης, να παραχωρείται μέσω του Νότιου Αγωγού, νερό από το φράγμα του Κούρρη αναμεμειγμένο με νερό που προερχόταν από τις γεωτρήσεις του Γαρύλλη. Στη συνέχεια και μόνο καθόσον αφορά την περιοχή Ύψωνα, το νερό που παρείχετο για σκοπούς άρδευσης προερχόταν αποκλειστικά από τις γεωτρήσεις του ποταμού Γαρύλλη αναμεμειγμένο με ανακυκλωμένο νερό.

Παραδεκτό γεγονός συνιστά επίσης ότι νερό από το Νότιο Αγωγό παραχωρήθηκε για σκοπούς άρδευσης της φυτείας στον Ύψωνα το 1996, κατόπιν αιτήματος της εφεσείουσας, η οποία είχε παραπονεθεί πως το νερό που της παραχωρείτο μέχρι τότε προκαλούσε ζημιά στα νεαρά φυτά και δημιουργούσε πρόβλημα στο σύστημα άρδευσης που χρησιμοποιούσε στη συγκεκριμένη φυτεία της.

Έχοντας συνοψίσει τις εκδοχές των δύο πλευρών και παράλληλα προσδιορίσει τους στόχους τόσο της έφεσης όσο και της αντέφεσης, προχωρούμε να εξετάσουμε την ουσία των συγκεκριμένων λόγων. Επειδή δε, τυχόν επιτυχία της αντέφεσης αναπόφευκτα, και αυτό ενόψει των λόγων που προβάλλονται στα πλαίσια της, θα σημάνει και το τέλος της έφεσης χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξέτασης της ουσίας της, κρίνουμε ορθό να ασχοληθούμε πρώτα με την αντέφεση. Προτού όμως καταπιαστούμε με την ουσία της αντέφεσης θεωρούμε σκόπιμο και αυτό επειδή προεξάρχουσα θέση τόσο στους λόγους έφεσης όσο και στους λόγους αντέφεσης κατέχει η θέση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε ως προς την αξιολόγηση της ενώπιον του μαρτυρίας και ειδικότερα ως προς την αξιολόγηση μαρτυρίας συγκεκριμένων μαρτύρων, να υπενθυμίσουμε τις νομολογιακές αρχές στη βάση των οποίων το Εφετείο επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου σε θέματα αξιοπιστίας.

Είχαμε την ευκαιρία να ασχοληθούμε με τις συγκεκριμένες νομολογιακές αρχές πρόσφατα και συγκεκριμένα στα πλαίσια της απόφασης μας στις υποθέσεις Αφροδίτη Κουρίδη και Χρίστος Κουρίδης ν. G.P.C. Fortune Insurance & Investment Ltd. (2011) [*228]1 Α.Α.Δ. 2014. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα, το οποίο και υιοθετούμε και για σκοπούς της παρούσας απόφασής μας:

“Συνιστά πάγια αρχή της νομολογίας μας ότι επέμβαση του Εφετείου σε διαπιστώσεις γεγονότων, στην αξιολόγηση μαρτυρίας και στα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, δικαιολογείται μόνο εκεί όπου οι διαπιστωθείσες αντιφάσεις είναι ουσιαστικής μορφής και δημιουργούν ρήγμα στην υπόθεση, πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του μάρτυρα και φανερώνουν διάθεση του να αποκρύψει την αλήθεια ή δεν βρίσκουν έρεισμα στη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη από το πρωτόδικο δικαστήριο. Εκεί όπου με βάση το σύνολο της μαρτυρίας ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο δικαστήριο, στο οποίο ανήκει και η πρωταρχική ευθύνη για την αξιολόγηση της αποδεκτής μαρτυρίας, να καταλήξει στις υπό αμφισβήτηση σχετικά με την αξιοπιστία, διαπιστώσεις του, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. Στις περιπτώσεις αντιφάσεων που αφορούν σε παρεμφερή ή δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα, περιθώριο μιας τέτοιας επέμβασης δεν χωρεί (βλ. Μιχάλης Αριστείδου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 32, Παντελής Λαζάρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633 και Ανδρέας Φραντζής κ.ά. ν. Φιλικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ. (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 254).”

Η αντέφεση

Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, κατέληξε στις διαπιστώσεις ότι η φυτεία της εφεσείουσας στον Ύψωνα υπέστη ζημιές λόγω ακαταλληλότητας του νερού με το οποίο οι εφεσίβλητοι την προμήθευαν και ότι οι τελευταίοι είναι συνεπώς υπόλογοι στην εφεσείουσα για την καταβολή αποζημιώσεων σε σχέση με τις εν λόγω ζημιές, με βάση το εξής σκεπτικό:

“Μου δημιουργήθηκε η εικόνα πως λόγω της κρίσιμης κατάστασης στο υδατικό την αρδευτική περίοδο 1998 εσπευσμένα παραχωρήθηκε ανακυκλωμένο νερό χωρίς προειδοποίηση και καθοδήγηση για τον τρόπο χρήσης του, ίσως και γιατί οι αρμόδιες υπηρεσίες να μην ήταν έτοιμες να προσφέρουν την κατάλληλη καθοδήγηση.

Πότε πληροφορήθηκε σχετικά η ενάγουσα δεν μπορεί να εξακριβωθεί. Ήταν σε χρονικό στάδιο που τα προβλήματα είχαν ήδη αρχίσει και συνεχίζονταν.

[*229]Η ενάγουσα έχοντας να αντιμετωπίσει το πρόβλημα ενδέχεται να επιδόθηκε σε λιπάνσεις που να επέτειναν το πρόβλημα. Έτσι δικαιολογείται και η ανεύρεση τόσου σιδήρου στο χώμα που αναλύθηκε.

Μεταξύ της ενάγουσας και των εναγομένων υφίστατο συμφωνία για παροχή νερού για σκοπούς άρδευσης.

Καθ’ όσον αφορά το φυτώριο στον Ύψωνα είδαμε πως η διευθέτηση προέκυψε κατόπιν κάποιου προβλήματος που είχε ανακύψει το 1996, και ότι έκτοτε ίσχυε ήταν η διευθέτηση για την παροχή συγκεκριμένης ποιότητας νερού με παραπομπή στην προέλευση του, δηλαδή το φράγμα του Κούρρη.

Οι εναγόμενοι με την προσθήκη άλλου νερού παρέβησαν τη συμφωνία τους με την ενάγουσα.

Υπήρξε ακόμη παράβαση του Άρθρου 16(6) του Περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994.

Ακόμη οι εναγόμενοι αμέλησαν να πληροφορήσουν την ενάγουσα για την αλλαγή του νερού το οποίο την προμήθευαν. Γνώριζαν για τις ιδιότητες του ανακυκλωμένου νερού και γνώριζαν τα είδη τα οποία καλλιεργούσε η ενάγουσα ακόμη και τον τρόπο που πότιζε.

Ήταν προβλεπτό ότι η ενάγουσα θα μπορούσε να υποστεί ζημιές εάν συνέχιζε να χρησιμοποιεί το νερό που της παρέχετο με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιούσε το νερό που προερχόταν από το Φράγμα του Κούρρη.

Η ενάγουσα με επιστολή της ημερομηνίας 3.5.2001 (τεκμήριο 2(6)), ήγειρε ζήτημα ζημιών ύψους £60.000 χωρίς ωστόσο να απαιτήσει αποζημίωση από το Τμήμα. Δίκαιο να αναφερθεί πως στην επιστολή, που συνιστούσε αντίδραση στη χρέωση νερού για το φυτώριο του Ύψωνα, καταλογίζετο ευθύνη στο Τμήμα επί το ότι το νερό που την προμήθευσε ήταν ακατάλληλο και πως η χρήση αυτού είχε προκαλέσει τη ζημιά. Φαίνεται δε πως η αναφερόμενη ζημιά αφορούσε το φυτώριο του Ύψωνα και καμιά μνεία δεν γινόταν για τυχόν ζημιές στο φυτώριο της Ερήμης.

Είναι αβάσιμη η θέση, αν κάτι τέτοιο υπαινίσσονται οι εναγόμενοι στην παράγραφο 8 της Έκθεσης Υπεράσπισης [*230]τους, ότι δηλαδή έγινε προβολή ανύπαρκτων ζημιών για να αποφευχθεί η πληρωμή της χρέωσης του νερού και τούτο γιατί πολύ πιο πριν στις 13.1.2000 το Επαρχιακό Γεωργικό Γραφείο Λεμεσού είχε δώσει βεβαίωση στην ενάγουσα (τεκμήριο 2(9)) πως είχε υποστεί ζημιές από καταστροφή φυτών στα φυτώρια τους του Ύψωνα και Ερήμης που επιθεωρήθηκαν το καλοκαίρι του 1999, και υπολογίστηκαν στις £25.000. Στη βεβαίωση δεν προσδιορίζεται η αιτία των ζημιών.

Το Τμήμα Γεωργίας σε επιστολή του ημερομηνίας 11.6.2001 (τεκμήριο 2(10)) προς το Τμήμα Υδάτων αναφέρει πως η βεβαίωση για τις ζημιές είχε δοθεί για άλλους σκοπούς και καμιά σχέση δεν είχε με τη χρήση ανακυκλωμένου νερού. Αναμφίβολα δεν είχε σχέση το ανακυκλωμένο νερό με το φυτώριο στην Ερήμη.

Η πιο πάνω βεβαίωση υπογράφεται από τον Επαρχιακό Γεωργικό Λειτουργό Λεμεσού που ήταν τότε κάποιος Α. Σαββίδης.

Το ίδιο πρόσωπο, με την πιο πάνω ιδιότητα του, υπογράφει επιστολή προς τον Επαρχιακό Μηχανικό του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων Λεμεσού που παραλήφθηκε στις 27.4.1999 (τεκμήριο 2(13)) όπου προσδιορίζεται και η αιτία των ζημιών. Σε αυτή την πτυχή αναφέρθηκα πιο πάνω.

Ο Λ. Χριστοφή σχολίασε αρνητικά τον Α. Σαββίδη λέγοντας πως ίσως ήθελε να εξυπηρετήσει.”

Την ορθότητα μερικών από τις πιο πάνω διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου οι εφεσίβλητοι αμφισβητούν με έξι λόγους αντέφεσης. Στο βαθμό που αυτοί συμπίπτουν και αλληλοκαλύπτονται θα τους εξετάσουμε μαζί.

Πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγος αντέφεσης

Παραθέτουμε αυτούσιους τους πιο πάνω λόγους:

ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα δεν απεδέχθη και/ή απέρριψε τη μαρτυρία του Μιχάλη Καραϊσάκη (Μ.Υ.1) ότι αμέσως ειδοποίησε την εφεσείουσα για την αλλαγή του νερού και/ή «πως με την πρώτη διακοπή του νερού είχε ενημερώσει τον Ζ. Κίμωνος» [*231]και λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα αποφάσισε ότι η εφεσείουσα πληροφορήθηκε για την αλλαγή του νερού που της παραχωρείτο σε χρονικό στάδιο που ήδη είχαν αρχίσει τα προβλήματα.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα αποφάσισε ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες εσπευσμένα παραχώρησαν ανακυκλωμένο νερό χωρίς προειδοποίηση και/ή καθοδήγηση και λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα κατέληξε στο συμπέρασμα και/ή αποφάσισε ότι τούτο έγινε επειδή οι εν λόγω υπηρεσίες δεν ήταν έτοιμες να προσφέρουν την κατάλληλη καθοδήγηση.

ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή ατεκμηρίωτα και/ή αναιτιολόγητα δεν απεδέχθη τη θέση του Λεάνδρου Χριστοφίδη (Μ.Υ.2) ότι τον Μάρτη Απρίλη 1999 δεν υπήρχαν ζημιές στα φυτώρια της εφεσείουσας.”

Στις περιπτώσεις των Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2, το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχθηκε μέρος της μαρτυρίας των εν λόγω μαρτύρων, ενώ μέρος της το απέρριψε. Με δεδομένο αυτό το γεγονός θεωρούμε σκόπιμο όπως, πρόσθετα των όσων έχουμε νωρίτερα αναφέρει αναφορικά με τις νομολογιακές αρχές που διέπουν την άσκηση της εξουσίας του Εφετείου να επεμβαίνει σε θέματα αξιοπιστίας μαρτύρων, να υπενθυμίσουμε επίσης ότι το δικαστήριο διατηρεί την ευχέρεια, νοουμένου ότι η σχετική προσέγγιση του αιτιολογείται επαρκώς και ικανοποιητικά, να δεχθεί τη μαρτυρία ενός μάρτυρα είτε στο σύνολο της είτε εν μέρει. Απουσία τέτοιας αιτιολόγησης αναπόφευκτα οδηγεί σε απόρριψη της αξιολόγησης λόγω εσφαλμένης καθοδήγησης. (Βλ. Kades v. Nicolaou and another (1986) 1 C.L.R. 212, Agapiou v. Panayiotou (1988) 1 C.L.R. 257, Αεροπόρος κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 362, Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506 και Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633).

Το κατά πόσο το πρωτόδικο δικαστήριο αιτιολόγησε επαρκώς και ικανοποιητικά τον τρόπο με τον οποίο προσήγγισε τη μαρτυρία των Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2, θα πρέπει να διαπιστωθεί με αναφορά στο σύνολο του περιεχομένου της εκκαλούμενης απόφασης και όχι αποσπασματικά. Θα πρέπει εδώ να λεχθεί ότι η εκδοχή του Μ.Ε.1 [*232]σύμφωνα με την οποία ουδέποτε έτυχε πληροφόρησης αναφορικά με την αλλαγή του νερού, επίσης απορρίφθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο.

Διεξήλθαμε προσεκτικά το σύνολο της εκκαλούμενης απόφασης. Είναι η διαπίστωση μας ότι η απόρριψη μέρους της μαρτυρίας των Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2, συνοδευόταν από αιτιολογία. Συνιστά επίσης διαπίστωση μας ότι η δοθείσα αιτιολογία δεν είναι ασαφής και αόριστη αλλά δίνεται με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία της υπόθεσης. Συγκεκριμένα:

Από την επιστολή της εφεσείουσας ημερομηνίας 3/5/2001 προς τον Επαρχιακό Μηχανικό Λεμεσού, Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, στην οποία γίνεται αναφορά στην προσθήκη νερού από επεξεργασία λυμάτων στο Νότιο Αγωγό χωρίς αυτή να ειδοποιηθεί εξ’ υπαρχής, προκύπτει, όπως πολύ ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο διαπιστώνει, ότι η ενημέρωση την οποία η εφεσείουσα έτυχε αναφορικά με το είδος του νερού που της παρείχετο, έλαβε χώρα όχι εξ’ αρχής, όπως ο Μ.Υ.1 ισχυρίζεται, αλλά σε άγνωστο μεν χρόνο, πλην όμως μετά που παρατηρήθηκαν προβλήματα στη φυτεία της. Επίσης, όπως ορθά και πάλι το πρωτόδικο δικαστήριο διαπιστώνει, ο κώδικας πρακτικής, η τήρηση του οποίου συνιστούσε προϋπόθεση, σύμφωνα με το Μ.Υ.1, για την καταλληλότητα του ανακυκλωμένου νερού για σκοπούς άρδευσης στη γεωργία, δεν εκδόθηκε σε βιβλιαράκι παρά μόνο το 2000, δηλαδή δύο χρόνια περίπου μετά που διαπιστώθηκαν τα προβλήματα στη φυτεία της εφεσείουσας στον Ύψωνα.

Στην περίπτωση της μαρτυρίας του Μ.Υ.2, η σχετική κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ως αυτή διατυπώνεται στην πρωτόδικη απόφαση είναι η εξής: «Ούτε η θέση του Λ. Χριστοφίδη πως το Μάρτιο με Απρίλιο του 1999 δεν υπήρχαν ζημιές, πρέπει να είναι ορθή». Όμως, είναι αρκετό να διεξέλθει ένας την πρωτόδικη απόφαση για να διαπιστώσει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο οδηγήθηκε στη συγκεκριμένη κατάληξη του μετά από ανάλυση άλλης αποδεκτής μαρτυρίας και ιδιαίτερα έγγραφης μαρτυρίας που περιέχεται σε επιστολή αυτών των ίδιων των εφεσιβλήτων και συγκεκριμένα του Επαρχιακού Γεωργικού Γραφείου Λεμεσού, με ημερομηνία λήψης 17/5/1999,  το περιεχόμενο της οποίας αφορούσε ιδιοκτήτες φυτωρίων στην περιοχή Ύψωνα, περιλαμβανομένης και της εφεσείουσας, στις φυτείες των οποίων παρατηρήθηκαν προβλήματα και ζημιές από τη χρήση ανακυκλωμένου νερού. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την εκκαλούμενη απόφαση, στο οποίο γίνεται αναφορά σε απόσπασμα από την εν λόγω επι[*233]στολή:

“Οι ζημιές προξενούνται λόγω επικάθησης των δισανθρακικών που περιέχονται στο ανακυκλωμένο νερό επί των φύλλων που τους προκαλεί ένα είδος ξασπρίσματος χλώρωσης και τέλος τη πτώση τους.

Επίσης παρατηρήθηκαν εγκαύματα/ξηράνσεις σε ωρισμένα ευαίσθητα φυτά.”

Επομένως, δεν διαπιστώνουμε λόγους που θα δικαιολογούσαν επέμβαση μας στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου υπέρ της αποδοχής ως αξιόπιστης μέρους μόνο της μαρτυρίας των Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2.

Η πιο πάνω κατάληξη μας σφραγίζει και τη μοίρα του δεύτερου λόγου αντέφεσης. Εν πάση περιπτώσει, η προσβαλλόμενη με το συγκεκριμένο λόγο αντέφεσης κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι, όπως διαπιστώνουμε, δεόντως τεκμηριωμένη με βάση την ενώπιον του δικαστηρίου αποδεκτή μαρτυρία. Είναι πιστεύουμε αρκετό να παραπέμψουμε, μεταξύ άλλων, και στο παραδεκτό γεγονός, του οποίου να σημειωθεί μνεία γίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση, ότι λόγω της ανομβρίας που παρατηρήθηκε το 1998, η οποία και οδήγησε στη μείωση, την οποία οι μάρτυρες υπεράσπισης χαρακτήρισαν στη μαρτυρία τους δραματική, των αποθεμάτων νερού μεταξύ άλλων και στην περιοχή του χωριού Ύψωνα, αποφασίστηκε η χρησιμοποίηση για σκοπούς άρδευσης φυτειών και ανακυκλωμένου νερού.

Ενόψει όλων των πιο πάνω, οι λόγοι αντέφεσης 1, 2 και 3 δεν μπορούν να πετύχουν και απορρίπτονται.

Τέταρτος και πέμπτος λόγος αντέφεσης

ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα αποφάσισε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ευθύνεται για τις ζημιές που προκλήθηκαν στο φυτώριο Ύψωνα και ότι αυτές οφείλονται στο νερό που παραχωρήθηκε σ’ αυτό.

ΠΕΜΠΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΕΦΕΣΗΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή αυθαίρετα [*234]και/ή αναιτιολόγητα αποφάσισε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παρέβηκε τη συμφωνία με την εφεσείουσα και λανθασμένα και/ή αυθαίρετα αποφάσισε ότι υπήρξε παράβαση του Άρθρου 16(6) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου του 1994 και λανθασμένα και/ή αυθαίρετα και/ή αντινομικά απεφάσισε ότι ο περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμος του 1994 έχει εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση.”

Έχουμε ήδη παραθέσει το σκεπτικό με βάση το οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο, οδηγήθηκε στις αμφισβητούμενες με τους πιο πάνω λόγους αντέφεσης, διαπιστώσεις του, με το οποίο και συμφωνούμε. Ιδιαίτερα, αναφορικά με τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι οι ζημιές στο φυτώριο Ύψωνα οφείλονται στο ανακυκλωμένο νερό, πέραν και πρόσθετα των όσων έχουμε ήδη αναφέρει στα πλαίσια συζήτησης των λόγων αντέφεσης 1, 2 και 3, τα οποία υιοθετούμε και επαναλαμβάνουμε και για σκοπούς των λόγων αντέφεσης 4 και 5, επισημαίνουμε και τη διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου, η ορθότητα της οποίας να σημειωθεί δεν έχει αμφισβητηθεί, ότι συνιστά «κοινό έδαφος πως το ανακυκλωμένο νερό χρήζει ειδικής αντιμετώπισης», όπως και τη διαπίστωση, που επίσης δεν έχει αμφισβητηθεί, ότι οι εφεσίβλητοι «γνώριζαν για τις ιδιότητες του ανακυκλωμένου νερού και γνώριζαν τα είδη τα οποία καλλιεργούσε η ενάγουσα ακόμη και τον τρόπο που πότιζε».

Ενόψει των πιο πάνω, ούτε οι λόγοι αντέφεσης 4 και 5 μπορούν να πετύχουν και απορρίπτονται.

Έκτος λόγος αντέφεσης

Με τον πιο πάνω λόγο αντέφεσης αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να επιδικάσει έξοδα υπέρ της εφεσείουσας στην κλίμακα €10.000-€50.000. Ενόψει της φύσης του συγκεκριμένου λόγου αντέφεσης, θα επιληφθούμε της ουσίας του μετά το πέρας εξέτασης και της έφεσης.

Η έφεση

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η εφεσείουσα με σχετική δήλωση του ευπαίδευτου συνηγόρου της στο στάδιο ακρόασης της έφεσης, περιόρισε την έφεση της αποκλειστικά στο βαθμό και την έκταση που αυτή αφορά την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου, αναφορικά με τις αποζημιώσεις στις οποίες δικαιούται σε σχέση με τις ζημιές στο φυτώριο της στον Ύψωνα. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο, οι αποζημιώσεις στις οποίες δικαιούται η εφεσείουσα σε σχέση με τις εν λόγω [*235]ζημιές είναι μόνο ονομαστικές. Ως αποτέλεσμα, ο μόνος λόγος έφεσης που στην ουσία εκκρεμεί προς εξέταση, επ’ αυτού εξάλλου συμφωνούν και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών, είναι ο λόγος έφεσης 11, τον οποίο και παραθέτουμε αυτούσιο μαζί με την αιτιολογία του:

“Το Πρωτόδικο Δικαστήριο όσον αφορά τον Ύψωνα ενώ ηύρε ότι υπήρχε ευθύνη εκ μέρους των Εναγομένων λανθασμένα απεφάνθη ότι δεν υπήρχε μαρτυρία για το ύψος των ζημιών.

Αιτιολογία:

(α) Το γεγονός ότι η επιστολή των εναγόντων ανεφέρετο σε πέραν των Λ.Κ.60.000.- δεν ήταν λόγος για να μη γίνει αποδεκτή η μαρτυρία του.

(β) Το Δικαστήριο δεν δίνει καμία εξήγηση γιατί δεν αποδέχεται την μαρτυρία των εναγομένων και του γεωπόνου εκτιμητή Αντώνη Χριστοδούλου.

(γ) Το Δικαστήριο παρέβλεψε ακόμη και αυτή την εκτίμηση του μάρτυρα των εναγομένων Λέανδρου Χριστοφίδη η οποία ανέφερε ότι η ζημιά στα φυτά του Ύψωνα υπολογίζεται σε Λ.Κ.14.056,80σ.. Έτσι το Δικαστήριο δεν μπορούσε να επιδικάσει λιγότερο ποσό από το ποσό αυτό εν πάση περιπτώσει.

(δ) Υπήρχε αρκετή μαρτυρία για το ύψος των ζημιών.”

Παραθέτουμε πρώτα το σκεπτικό με βάση το οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο οδηγήθηκε στην αμφισβητούμενη κατάληξη του:

“Η εκτίμηση της ζημιάς της ενάγουσας έγινε από τον Α. Χριστοδούλου, που κατά τις σπουδές του είχε παρακολουθήσει και μαθήματα γεωργικής εκτιμητικής.

Είναι ο συντάκτης της σχετικής έκθεσης ημερομηνίας 24.5.1999 (τεκμήριο 2(17)). Κοστολόγησε τις ζημιές με βάση τη χοντρική τιμή του κάθε φυτού που ξηράνθηκε και κατέληξε πως η ενάγουσα υπέστηκε ζημιές ύψους £152,925, £14,150 στο φυτώριο της Ερήμης και £138,775 στο φυτώριο του Ύψωνα.

Καθ’ όσον αφορά τη βεβαίωση για ζημιές £25,000 είναι η θέση του Ζ. Κίμωνος πως δεν αναγράφηκε η πραγματική ζημιά γιατί ο αρμόδιος υπάλληλος κάποιος Α. Πετρίδης του είπε πως δεν θα μπορούσαν να βάλουν πέραν των £25,000 γιατί θα ήταν πρόβλημα.

[*236]Ακόμη και αν θα μπορούσε να δοθεί εξήγηση για την αποδοχή από τον Ζ. Κίμωνος τέτοιας δικαιολογίας, ότι παραμένει ασυμβίβαστο είναι η αναφορά στην επιστολή της 3.5.2001 (τεκμήριο 2(6)) σε ζημιές ύψους £60.000 έστω “πέραν των” £60.000, τη στιγμή που παραδέχθηκε στη μαρτυρία του ότι γνώριζε την κοστολόγηση του Α. Χριστοδούλου και είχε υπόψη του το τεκμήριο 2(17).

Η προσφερθείσα εξήγηση ότι το πραγματικό κόστος κάθε φυτού κυμαίνεται στο 45%-50% της χοντρικής του τιμής και ότι στο τεκμήριο 2(6) ομιλούσε για πραγματικό κόστος δεν με ικανοποιεί.

Εάν ο Ζ. Κίμωνος δεν είχε εκτίμηση στα χέρια του θα μπορούσε ίσως να γίνει αποδεκτό πως υπολόγισε τα πραγματικά του κόστα. Όταν όμως είχε για 2 χρόνια στα χέρια του, ως διατείνεται, εκτίμηση ειδικού με λεπτομερή στοιχεία την οποία αυτός εζήτησε γιατί δεν καταγράφει το συνολικό ποσό της εκτίμησης και προβαίνει σε υπολογισμούς για να εξεύρει το πραγματικό του κόστος.

Αλλά κι έτσι ακόμη, που το απορρίπτω, πώς από τις £152,295 ή έστω £138,775 που αφορούσαν το φυτώριο του Ύψωνα καταλήγει στις £60.000. Φαίνεται να έκαμε ένα πρόχειρο υπολογισμό και είπε 45 – 50% πως είναι το κόστος.

Είμαι πεπεισμένος πως όταν ο Ζ. Κίμωνος συνέτασσε την επιστολή της 3.5.2001 δεν είχε υπόψη του την εκτίμηση του Α. Χριστοδούλου και η μόνη εξήγηση γιατί δεν την είχε υπόψη του είναι γιατί δεν υπήρχε τέτοια εκτίμηση. Πιστεύω πως η εκτίμηση του Α. Χριστοδούλου ήταν μεταγενέστερο κατασκεύασμα για να εξυπηρετηθεί η ενάγουσα ώστε να αποκομίσει μεγάλο οικονομικό όφελος από την παρούσα αγωγή που καταχωρίστηκε πολύ αργότερα ίσως και γιατί η ενάγουσα αποφάσισε να διεκδικήσει αποζημιώσεις μετά τη χρέωση του νερού.

Ποια ήταν η πραγματική ζημιά της ενάγουσας δεν καταδείχθηκε με θετική και αξιόπιστη μαρτυρία.

Με προβλημάτισε κατά πόσο η βεβαίωση για ζημιές ύψους £25000 μπορεί να θεωρηθεί ως ασφαλής βάση για επιδικασμό αυτού τουλάχιστον του ποσού.

[*237]Είμαι της άποψης πως όχι. Η θέση του Ζ. Κίμωνος πως οι ζημιές ήταν πολύ περισσότερες και πως δεν αναγράφησαν οι πραγματικές ζημιές γιατί θα ήταν πρόβλημα να βάλουν πέραν των £25000 δεν με ικανοποιεί και την απορρίπτω.

Η μαρτυρία ως εξ’ ακοής μαρτυρία προς απόδειξη των ζημιών αμφισβητήθηκε και από τις δύο πλευρές. Και οι δύο πλευρές την αντιμετώπισαν ως αναξιόπιστη.

Ο συντάκτης της βεβαίωσης δεν κλήθηκε ως μάρτυρας για την ενάγουσα, ίσως γιατί η ενάγουσα δεν ήθελε να βασιστεί στη θέση του, ούτε και ζητήθηκε η κλίση του (δυνάμει του Άρθρου 26 του Περί Αποδείξεως Νόμου) για να αντεξετάσει από την υπεράσπιση.

Δεν εδόθησαν εξηγήσεις που βασίστηκε ο μάρτυρας για τον υπολογισμό του ποσού το οποίο καταγράφει και πως κατάληξε σε στρογγυλό ποσό, ούτε αναφέρθηκε τι γνώσεις διέθετε το εν λόγω πρόσωπο ώστε να ετοιμάσει μια εκτίμηση ζημιών.

Ζημιές υπήρχαν πως όμως μπορεί να λεχθεί πως αυτές δεν ήταν μικροτέρου ύψους.

Πέραν των πιο πάνω το ποσό των £25000 αναφέρεται σε ζημιές τόσο στο φυτώριο Ύψωνα όσο και στο φυτώριο Ερήμης και δεν θα υπήρχε τρόπος να καθοριστεί τι ποσό αφορούσε το φυτώριο του Ύψωνα για το οποίο υπήρξε συσχετισμός του νερού που παραχωρήθηκε με την ζημιά.

Ως εκ των ανωτέρω, ότι μπορούν να επιδικαστούν είναι ονομαστικές αποζημιώσεις για τις ζημιές στο φυτώριο του Ύψωνα.”

Συμφωνούμε με εκείνο το μέρος του σκεπτικού του πρωτόδικου δικαστηρίου, με βάση το οποίο το περιεχόμενο της επιστολής της εφεσείουσας περί ζημιών πέραν των £60.000, κρίθηκε ανασφαλές υπόβαθρο για την εξαγωγή συμπεράσματος αναφορικά με το ύψος της ζημιάς.

Αναφορικά με τη θέση ότι δεν αιτιολογείται η απόρριψη της μαρτυρίας του μάρτυρα εφεσείουσας Α. Χριστοδούλου αναφορικά με το ύψος των ζημιών, περιοριζόμαστε να παραπέμψουμε στο πιο πάνω σκεπτικό του πρωτόδικου δικαστηρίου, από το οποίο [*238]προκύπτει με ασφάλεια όχι μόνο η ύπαρξη αιτιολογίας για την απόρριψη της συγκεκριμένης πτυχής της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα, αλλά και η διαπίστωση ότι πρόκειται για σαφή και συγκεκριμένη αιτιολογία. Δεν διαπιστώνουμε επομένως την ύπαρξη λόγου για παρέμβαση μας στην επί του προκειμένου κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας, στην ενώπιον μας αγόρευση του, επικαλέστηκε, προφανώς στα πλαίσια της υπό στοιχείο (δ) αιτιολογίας του πιο πάνω λόγου έφεσης, τη γραπτή βεβαίωση του Επαρχιακού Γεωργικού Γραφείου Λεμεσού,  ημερομηνίας 13/1/2000 (τεκμήριο 2(9)), σύμφωνα με την οποία κατά την επιθεώρηση το καλοκαίρι του 1999 των ζημιών στις φυτείες της εφεσείουσας στην Ερήμη και στον Ύψωνα, διαπιστώθηκαν ζημιές συνολικού ύψους £25.000. Συμφωνούμε και με αυτή την πτυχή του σκεπτικού του πρωτόδικου δικαστηρίου και συνεπώς, απορρίπτουμε τις επί του προκειμένου θέσεις του κ. Ποιητή.

Η υπό στοιχείο (γ) αιτιολογία του πιο πάνω λόγου έφεσης, μας προβλημάτισε ιδιαίτερα. Διεξήλθαμε προσεκτικά τις αντίστοιχες επί του προκειμένου θέσεις των δύο συνηγόρων, τα επιχειρήματα των οποίων εξετάσαμε υπό το φως της αποδεκτής από το πρωτόδικο δικαστήριο μαρτυρίας. Παρατηρούμε τα εξής:

Η συγκεκριμένη μαρτυρία, η οποία να σημειωθεί προέρχεται αποκλειστικά από τους εφεσιβλήτους και συγκεκριμένα από το Μ.Υ.2, έχει παραμείνει ασχολίαστη από το πρωτόδικο δικαστήριο. Σύμφωνα με τον εν λόγω μάρτυρα, του οποίου η μαρτυρία στην κύρια εξέταση κατατέθηκε με τη μορφή γραπτής δήλωσης, στα θερμοκήπια της φυτείας στον Ύψωνα «χωρούσαν κατ’ αναλογία» γλάστρες τριών, πέντε και δέκα λίτρων, συνολικού αριθμού 12.556, με φυτά συνολικής αξίας £25.642. Σύμφωνα πάντα με την ίδια μαρτυρία, το ποσοστό της ποιοτικής ζημιάς που τα φυτά είχαν υποστεί στα φύλλα, ανερχόταν σε 40%. Μια απλή μαθηματική πράξη είναι αρκετή για να υπολογίσει ένας ότι το ύψος των ζημιών στα φυτά στη φυτεία του Ύψωνα ανέρχεται σε £10.256.

Είναι η θέση της κας Χούρη ότι η συγκεκριμένη πτυχή της μαρτυρίας του Μ.Υ.2 δεν μπορεί, καθότι αυτή αποτελεί όχι εκτίμηση ζημιών που στην πραγματικότητα διαπιστώθηκαν, αλλά «άσκηση επί χάρτου» και συνεπώς δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια για την εξαγωγή συμπεράσματος αναφορικά με το ύψος των ζημιών. Η θέση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Διεξήλθαμε προσεκτικά το σύνολο της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα και δεν [*239]προκύπτει κάτι τέτοιο.

Ως εκ των πιο πάνω, βρίσκουμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει το ύψος των ζημιών της στη φυτεία της στον Ύψωνα και συνεπώς μόνο σε ονομαστικές αποζημιώσεις δικαιούται, είναι εσφαλμένη.

Κατά συνέπεια, ο λόγος έφεσης 11 επιτυγχάνει. Επομένως, η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με το ύψος των ζημιών και συνακόλουθα το ύψος των αποζημιώσεων στις οποίες η εφεσείουσα δικαιούται, παραμερίζεται. Επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας ως αποζημιώσεις το ποσό των €17.523,42 (£10.256). Το εν λόγω ποσό θα φέρει νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης μέχρι εξόφλησης.

Η πιο πάνω κατάληξη μας σφραγίζει και τη μοίρα του λόγου αντέφεσης 6, ο οποίος και απορρίπτεται. Υπέρ της εφεσείουσας επιδικάζονται επίσης τα έξοδα της έφεσης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή στην ίδια κλίμακα με αυτή στην οποία επιδικάστηκαν τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο