Κωμοδρόμος Πέτρος ν. Πάνου Παπαναστασίου (2012) 1 ΑΑΔ 240

(2012) 1 ΑΑΔ 240

[*240]23 Φεβρουαρίου, 2012

[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΠΕΤΡΟΣ ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ,

Εφεσείων-Εναγόμενος Aρ. 1,

v.

ΠΑΝΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 110/2010)

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου ― Προϋποθέσεις παραχώρησης άδειας ― Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 ― Ισχύει τόσο σε πολιτικές (Καν. 8 της Δ.35) όσο και σε ποινικές υποθέσεις.

Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου ― Αποτελεί εξαιρετικό μέτρο  και προϋποθέτει να αφορά σε μαρτυρία που δεν μπορούσε με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία ― Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης ― Δεν είναι ανάγκη να είναι αποφασιστικής σημασίας αλλά να είναι τέτοια, ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη χωρίς να είναι απαραίτητο να είναι αναντίλεκτη ― Πολύ σπάνια χορηγείται και αυτό μόνο εκεί όπου διαπιστώνονται περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν την παρέκκλιση από την αρχή της τελεσιδικίας.

Ο εφεσείων άσκησε έφεση αμφισβητώντας προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε στο πλαίσιο αγωγής με το οποίο ο ίδιος εμποδιζόταν από του να προβαίνει σε δυσφημιστικά δημοσιεύματα σε σχέση με το πρόσωπο και τα επαγγελματικά προσόντα του εφεσιβλήτου. Η αγωγή με ανάλογες αξιώσεις ηγέρθη από τον εφεσίβλητο εναντίον του εφεσείοντα.

Στο πλαίσιο της πιο πάνω έφεσης καταχώρισε την υπό κρίση αίτηση, με την οποία επεδίωκε την εξασφάλιση άδειας να προσκομίσει περαιτέρω μαρτυρία η οποία, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, δεν ήταν [*241]δυνατό να προσκομιστεί στη δίκη.

Η μαρτυρία την οποία ο εφεσείων προτίθετο να θέσει ενώπιον του Εφετείου συνίσταται σε έγγραφο του εφεσιβλήτου με τίτλο «Summary of Research Work» το οποίο αποτελούσε, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, μέρος του φακέλου αξιολόγησης του εφεσιβλήτου, στη διαδικασία για την ανέλιξη του στη βαθμίδα του Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ήταν προφανές ότι η μαρτυρία για την οποία επιδιωκόταν η εξασφάλιση άδειας προσαγωγής σε εκείνο το στάδιο, υπήρχε κατά τον κρίσιμο χρόνο, που ήταν ο χρόνος ετοιμασίας και καταχώρισης της ένστασης του εφεσείοντα στην αίτηση του εφεσιβλήτου ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, για έκδοση των απαγορευτικών διαταγμάτων.

2.  Η απαίτηση επίδειξης δέουσας επιμέλειας από πλευράς του αιτητή όχι μόνο δεν ικανοποιήθηκε στην ουσία της, αλλά  δεν υπήρχε, ως ουσιώδης ισχυρισμός στο κείμενο της ένορκης δήλωσης.

3.  Η μαρτυρία για την οποία ζητείτο η άδεια προσαγωγής θα μπορούσε να είχε εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία, αν ο εφεσείων επεδείκνυε εύλογη επιμέλεια. Του είχαν επιδοθεί τα εκδοθέντα μονομερώς ενδιάμεσα διατάγματα και η αίτηση στα πλαίσια της οποίας αυτά εκδόθηκαν με την ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου που συνόδευε την αίτηση, όπως και τα έγγραφα τεκμήρια που επισυνάπτονταν σε αυτή.

4.  Αδιαφορώντας όμως για τις συνέπειες, παρέλειψε να προβεί στην εξασφάλιση του συνόλου της μαρτυρίας που υπήρχε και την οποία θεωρούσε απαραίτητη και αναγκαία για σκοπούς προώθησης της υπεράσπισης του, που ήταν αυτή της αλήθειας του περιεχομένου του επίδικου δημοσιεύματος.

5.  Ο εφεσείων απέτυχε να ικανοποιήσει την πρώτη από τις τρεις πιο πάνω προϋποθέσεις, που η νομολογία θέτει για σκοπούς χορήγησης άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας στο Εφετείο, ήτοι ότι η επίμαχη μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη ενδιάμεση διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.

6.  Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης, η εξέταση των άλλων δύο νομο[*242]λογημένων προϋποθέσεων, καθίστατο περιττή.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοσθένους ν. Γεωργίου κ.ά. (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1541,

Blachin v. Αριστείδου (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 195,

Μάρτιν ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1), (1994) 3 Α.Α.Δ. 29,

Ανδρέου ν. Psaras Shipping Agencies Ltd. (1996) 1 Α.Α.Δ. 1379,

Γεωργίου ν. Οργανισμού Χρηματοδότησης Τραπέζης Κύπρου Λτδ. (Αρ. 1) (1999) 1 Α.Α.Δ. 956,

Moumdjis v. Michaelidou a.o. (1974) 1 C.L.R. 226,

Mobil Oil v. Ellinas a.o. (1987) 1 C.L.R. 1,

Marketrends (Capital Market) Ltd. v. Θεοδωρίδη (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 868,

Dora Holdings Ltd. κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 649.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Καλογήρου, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 76/10), ημερομηνίας 30/3/2010.

Ε. Κορακίδης, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.

Π. Παναγιώτου για Αλ. Μαρκίδη, για τον Εφεσίβλητο-Καθ’ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με ενδιάμεση απόφαση που εκδόθηκε στα [*243]πλαίσια της αγωγής 76/2010, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κατέστησε απόλυτο ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα, το οποίο ο εφεσίβλητος (ενάγων στην αγωγή) είχε αρχικά εξασφαλίσει στα πλαίσια μονομερούς αίτησης, εναντίον του εφεσείοντα (εναγόμενου 1 στην αγωγή). Με το εν λόγω διάταγμα ο εφεσείων εμποδιζόταν από του να προβαίνει σε δυσφημιστικά δημοσιεύματα σε σχέση με το πρόσωπο και τα επαγγελματικά προσόντα του εφεσιβλήτου.

Ο εφεσείων άσκησε έφεση στο πλαίσιο της οποίας καταχώρισε την αίτηση, αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας. Με την εν λόγω αίτηση του ο εφεσείων επιδιώκει την εξασφάλιση άδειας να προσκομίσει περαιτέρω μαρτυρία η οποία, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, δεν ήταν δυνατό να προσκομιστεί στη δίκη. Η μαρτυρία την οποία ο εφεσείων προτίθεται να θέσει ενώπιον του Εφετείου συνίσταται σε έγγραφο του εφεσιβλήτου με τίτλο «Summary of Research Work» το οποίο αποτελούσε, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, μέρος του φακέλου αξιολόγησης του εφεσιβλήτου, στη διαδικασία για την ανέλιξη του στη βαθμίδα του Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου και γενικά τον τρόπο προσέγγισης του συγκεκριμένου θέματος από τη νομολογία, συνοψίζονται στην υπόθεση Δημοσθένους ν. Γεωργίου κ.ά. (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1541, 1543 και 1544, με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Oleg Blachin v. Αριστείδου (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 195:

“Η προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου διέπεται από το Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 το οποίο ισχύει τόσο σε πολιτικές όσο και σε ποινικές υποθέσεις. Σε ό,τι αφορά τις πρώτες, η άσκηση της εξουσίας ακολουθεί τη δικονομική οδό την οποία ορίζει ο καν. 8 της Δ.35. Η δυνατότητα προσαγωγής περαιτέρω μαρτυρίας αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Οι νομολογιακά απαιτούμενες ουσιαστικές προϋποθέσεις τέθηκαν από το Αγγλικό Εφετείο στην υπόθεση Ladd v. Marshall [1954] 3 All E.R. 745 στη σελ. 748 και υιοθετήθηκαν εδώ, αφενός ως εντάξιμες στις δικές μας διατάξεις και αφετέρου ως πρόσφορες προς τούτο ενόψει της ομοιότητας των δύο συστημάτων: βλ. την Trifonides v. Alpan (Takis Bros) (1987) 1 C.L.R. 479 στην οποία περιέχεται εκτενής αναφορά στη νομολογία.

[*244]Οι εν λόγω προϋποθέσεις εκτίθενται όπως αρχικά διατυπώθηκαν, αλλά σε ελληνική μετάφραση, στην υπόθεση Μάρτιν ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1), (1994) 3 Α.Α.Δ. 29 στη σελ. 32. Τις παραθέτουμε:

(α)  Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.

(β)  Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφασιστικής σημασίας.

(γ)  Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.”

Χρήσιμη για το θέμα που εξετάζουμε, αναφορά, μπορεί να γίνει τόσο στην υπόθεση Ανδρέου ν. Psaras Shipping Agencies Ltd. (1996) 1 Α.Α.Δ. 1379, 1382, όσο και στην υπόθεση Κύπρος Γεωργίου ν. Οργανισμού Χρηματοδότησης Τραπέζης Κύπρου Λτδ. (Αρ. 1) (1999) 1 Α.Α.Δ. 956. Στη μεν πρώτη από τις εν λόγω δύο υποθέσεις, το Εφετείο, με αναφορά σε σχετική νομολογία (Moumdjis v. Michaelidou and others (1974) 1 C.L.R. 226), επισημαίνει και τονίζει το γεγονός ότι άδεια για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας στο Εφετείο πολύ σπάνια χορηγείται και αυτό μόνο εκεί όπου διαπιστώνονται περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν την παρέκκλιση από την αρχή της τελεσιδικίας, στη δε δεύτερη, πέραν από την επισήμανση ότι η επί του προκειμένου εξουσία του δικαστηρίου ασκείται αυστηρά και με φειδώ, επισημαίνεται και τονίζεται η αναγκαιότητα για σωρευτική ικανοποίηση των τριών πιο πάνω προϋποθέσεων. (Βλ. επίσης, Mobil Oil v. Ellinas and others (1987) 1 C.L.R. 1, Marketrends (Capital Market) Ltd. v. Λεωνίδα Θεοδωρίδη (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 868 και Dora Holdings Ltd. κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (2010) 1 Α.Α.Δ. 649).

Επανερχόμενοι στην παρούσα περίπτωση παρατηρούμε τα πιο κάτω:

Αναφορικά με το πότε και κάτω από ποιες συνθήκες περιήλθε για πρώτη φορά στην κατοχή του εφεσείοντα το έγγραφο, του οποίου το περιεχόμενο αυτός επιδιώκει να προσαγάγει ως περαιτέρω μαρτυρία, σχετική είναι η παράγραφος 7 της ένορκης δήλωσης του εφεσείοντα η οποία συνοδεύει την παρούσα αίτηση του. [*245]Παραθέτουμε αυτούσιο το περιεχόμενο της:

“7. Στα πλαίσια της προσφυγής μου αριθμός 394/10 εναντίον του Πανεπιστημίου Κύπρου, που αφορούσε την απόρριψη από το Πανεπιστήμιο Κύπρου του αιτήματος μου για ανάκληση της ανέλιξης του ενάγοντα/εφεσίβλητου, είχα ζητήσει από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, μέσω του δικηγόρου μου κ. Ανδρέα Αγγελίδη, αντίγραφα των εγγράφων που αποτελούσαν τον φάκελο αξιολόγησης που είχε υποβάλει ο ενάγων/εφεσίβλητος για την ανέλιξη του στη βαθμίδα του Καθηγητή και τα οποία δεν επισυνάπτονταν στην ένσταση του Πανεπιστημίου Κύπρου. Μετά το πρώτο μου αίτημα, μου δόθηκαν κάποια έγγραφα από τον πιο πάνω φάκελο αλλά έλειπαν οι εκθέσεις για το ερευνητικό, διδακτικό και διοικητικό έργο. Μετά από επίμονο αίτημα μου, μέσω του δικηγόρου μου, τελικά μου δόθηκαν τα πιο πάνω έγγραφα κατά τον Ιούνιο του 2011. Στο έγγραφο που τιτλοφορείται «Summary of Research Work» δηλαδή στην έκθεση του ενάγοντα/εφεσίβλητου για το ερευνητικό του έργο, ο ενάγων/εφεσίβλητος αναφέρει (1η σελίδα, αρχή 3ης παραγράφου): «In the Ph.D thesis of A. Zervos which I supervised in Schlumberger Cambridge Research (SCR), we developed a new theory ...». Στο πιο πάνω έγγραφο, ο ενάγων/εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι είχε επιβλέψει τη διδακτορική διατριβή του Α. Ζερβού και χρησιμοποιεί τη λέξη «supervised» σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση του για προσωρινό διάταγμα και οι οποίοι οδήγησαν στην κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αυτός δεν ισχυρίστηκε ότι επέβλεψε. Επισυνάπτω ως τεκμήριο Β, αντίγραφο του πιο πάνω εγγράφου.”

Είναι προφανές ότι η μαρτυρία για την οποία επιδιώκεται η εξασφάλιση άδειας προσαγωγής σε αυτό το στάδιο, υπήρχε κατά τον κρίσιμο χρόνο, που είναι ο χρόνος ετοιμασίας και καταχώρισης της ένστασης του εφεσείοντα στην αίτηση του εφεσιβλήτου ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, για έκδοση των απαγορευτικών διαταγμάτων. Αυτός ο χρόνος ήταν, το αργότερο η 19.2.2010, ημερομηνία καταχώρισης της ένστασης. Με την παράγραφο 7 της ένστασης του εφεσείοντα στην παρούσα αίτηση, οι προσπάθειες του για εξασφάλιση της επίμαχης μαρτυρίας τοποθετούνται από τον ίδιο μετά την καταχώριση της προσφυγής του με αριθμό 394/2010 και ποτέ προηγουμένως. Στην πραγματικότητα ο εφεσείων σιωπά ως προς το κατά πόσο κατά το χρόνο ετοιμασίας της ένστασης του στην αίτηση του εφεσιβλήτου, στα πλαίσια της [*246]οποίας εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο το ενδιάμεσο διάταγμα, είχε ζητήσει από το Πανεπιστήμιο να τον εφοδιάσει με έγγραφα και στοιχεία από το φάκελο του εφεσιβλήτου για σκοπούς ετοιμασίας της ένστασης του και το αίτημα του προσέκρουσε σε άρνηση του Πανεπιστημίου. Επομένως, όχι μόνο δεν κατεβλήθη πριν την καταχώριση της προσφυγής 394/2010 από τον εφεσείοντα οποιαδήποτε προσπάθεια για εξασφάλιση της εν λόγω μαρτυρίας αλλά και «η απαίτηση επίδειξης δέουσας επιμέλειας από πλευράς του αιτητή όχι μόνο δεν ικανοποιήθηκε στην ουσία της, αλλά ελλείπει», όπως επισημαίνεται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσιβλήτου, «ως ουσιώδης ισχυρισμός από το κείμενο της ένορκης δήλωσης».

Δεν έχει βέβαια διαφύγει της προσοχής μας ότι δεν έχει αποκαλυφθεί στο Δικαστήριο η ημερομηνία καταχώρισης της προσφυγής 394/2010, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε αν αυτή καταχωρήθηκε πριν ή μετά τις 19/2/2010. Αυτό όμως είναι ουσιαστικά χωρίς σημασία, εφόσον οι προσπάθειες του εφεσείοντα για εξασφάλιση στοιχείων που αφορούσαν τον εφεσίβλητο από το Πανεπιστήμιο, άρχισαν μετά την καταχώριση της προσφυγής, δεν καρποφόρησαν όμως πριν τον Ιούνιο του 2011. Άνευ ουσιαστικά σημασίας για το ζήτημα που εξετάζουμε είναι και ο χρόνος κατά τον οποίο για πρώτη φορά περιήλθε σε γνώση του εφεσείοντα η ύπαρξη της επίμαχης μαρτυρίας. Δεν διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε για την ύπαρξη της συγκεκριμένης μαρτυρίας πριν την καταχώριση της προσφυγής του. Έστω και αν ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του εφεσείοντα ευσταθεί, δεν τον απαλλάττει από την υποχρέωση που είχε, να επιδείξει κατά τον κρίσιμο χρόνο εύλογη επιμέλεια στη συλλογή του συνόλου της μαρτυρίας που υπήρχε κατά τον εν λόγω χρόνο και την οποία αυτός θεωρούσε ότι θα επιδρούσε σημαντικά στο αποτέλεσμα της υπόθεσης του σε περίπτωση που αυτή τίθετο ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.

Είναι η διαπίστωση μας ότι η μαρτυρία για την οποία ζητείται η άδεια προσαγωγής θα μπορούσε να είχε εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία, αν ο εφεσείων επεδείκνυε εύλογη επιμέλεια. Του είχαν επιδοθεί τα εκδοθέντα μονομερώς ενδιάμεσα διατάγματα και η αίτηση στα πλαίσια της οποίας αυτά εκδόθηκαν με την ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου που συνόδευε την αίτηση, όπως και τα έγγραφα τεκμήρια που επισυνάπτονταν σε αυτή. Αδιαφορώντας όμως για τις συνέπειες, παρέλειψε να προβεί στην εξασφάλιση του συνόλου της μαρτυρίας που υπήρχε και την οποία θεωρούσε απαραίτητη και αναγκαία για σκοπούς προώθη[*247]σης της υπεράσπισης του, που ήταν αυτή της αλήθειας του περιεχομένου του επίδικου δημοσιεύματος.

Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης μας καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων απέτυχε να ικανοποιήσει την πρώτη από τις τρεις πιο πάνω προϋποθέσεις, που η νομολογία θέτει για σκοπούς χορήγησης άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας στο Εφετείο, ήτοι ότι η επίμαχη μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη ενδιάμεση διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μας, η εξέταση των άλλων δύο προϋποθέσεων, που η νομολογία υπαγορεύει για σκοπούς έγκρισης αιτήματος για χορήγηση άδειας προσαγωγής μαρτυρίας σε αυτό το στάδιο, καθίσταται περιττή. Ως αποτέλεσμα, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσιβλήτου, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, εκτός αν συμφωνηθούν μεταξύ των διαδίκων.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο