Stepanek Frantisek και άλλοι (2012) 1 ΑΑΔ 248

(2012) 1 ΑΑΔ 248

[*248]24 Φεβρουαρίου, 2012

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (ΝΟΜΟΣ 33 ΤΟΥ 1964, ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ),

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ FRANTISEK STEPANEK, JAROSLAV ROKOS KAI SOKOLOVSKA UHELNA, PRAVNI ΝΑSTUPCE A.S. (ΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΑΣ) ΓΙΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION KAI/H MANDAMOUS,

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ (Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ) ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ στις 05/12/2011 ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ELIZWOOD TRADING LTD ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ 2103/2010 1. FRANTISEK STEPANEK, 2. JAROSLAV ROKOS, 3. SOKOLOVSKA UHELNA, PRAVNI NASTUPCE A.S. V. 1. ELIZWOOD TRADING LTD, 2. ΑΝΤΡΕΑΣ ΚΑΡΑΠΑΤΑΚΗΣ, 3. AVILA CONSULTING LTD, 4. ALTOLEX LTD, 5. ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΟΡΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 07/02/2012,

ΜΕΤΑΞΥ:

1. FRANTISEK STEPANEK,

2. JAROSLAV ROKOS,

3. SOKOLOVSKA UHELNA, PRAVNI NASTUPCE A.S,

Εναγόντων,

ΚΑΙ

1. ELIZWOOD TRADING LTD,

[*249]2. ΑΝΤΡΕΑΣ ΚΑΡΑΠΑΤΑΚΗΣ,

3. AVILA CONSULTING LTD,

4. ALTOLEX LTD,

5. ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ,

Εναγομένων.

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 16/2012)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari Αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης Certiorari προς το σκοπό της ακύρωσης απαγορευτικού διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου το οποίο εκδόθηκε κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου ― Απόρριψη αίτησης επί τω ότι η αμφισβήτηση της ορθότητας πρωτόδικης απόφασης η οποία εκδίδεται κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του δικαστηρίου, ελέγχεται με το ένδικο μέσο της έφεσης και όχι με ένταλμα certiorari.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η διαπίστωση έκδηλης νομικής πλάνης, προκατάληψης, έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας είναι λόγοι οι οποίοι μπορεί να δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας για έκδοση εντάλματος certiorari. Η σχετική διαπίστωση γίνεται από το πρακτικό της διαδικασίας του κατώτερου δικαστηρίου.

Σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου ― Βασική εκδήλωση της εξουσίας αυτής είναι η ρύθμιση των θεμάτων που άπτονται των δικαστικών διαδικασιών ― Έχουν τεθεί όρια και αυτοπεριορισμοί για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματική λειτουργία αυτής της εξουσίας στις ορθές διαστάσεις της.

Στο πλαίσιο σχετικής αγωγής ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, εκδόθηκαν διατάγματα τύπου Anton Piller εναντίον όλων των εναγομένων.

Τα εν λόγω διατάγματα εκτελέστηκαν μόνο αναφορικά με τους εναγόμενους 1, 3 και 4. Από τα υποστατικά των εναγομένων 1 παραλήφθηκε αριθμός εγγράφων. Αργότερα τα διατάγματα τύπου Anton Piller, ακυρώθηκαν με εντάλματα certiorari που είχαν εκδοθεί κατόπιν αίτησης των εναγομένων 2 και 5.

Ύστερα από τη σχετική ακύρωση, οι εναγόμενοι 1 με αίτηση τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια της ίδιας αγωγής, εξασφάλισαν μονομερώς προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στους ενάγοντες η χρήση, κυκλοφορία κλπ, οποιουδήποτε [*250]αντιγράφου εκ των εγγράφων που παρέλαβαν κατά την εκτέλεση των ενταλμάτων Anton Piller, επικαλούμενοι πληροφορίες και στοιχεία ότι οι ενάγοντες προέβαιναν σε περαιτέρω χρήση. Οι τελευταίοι καταχώρησαν ένσταση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε, κατ’ επίκληση της σύμφυτης εξουσίας του ότι είχε δικαιοδοσία να εκδώσει τα διατάγματα ως η αίτηση, για προστασία της διαδικασίας του και συνακόλουθα κατέστησε απόλυτο τα προσωρινό διάταγμα.

Το πραγματικό ζήτημα απεφάνθη, δεν ήταν κατά πόσο πληρούνταν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32, όσο και αν το επικαλέστηκαν οι αιτητές με επακόλουθο να ισχυρίζονταν οι καθ’ ων η αίτηση ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για έκδοση ενδιάμεσου απαγορευτικού διατάγματος. Το ζητούμενο ήταν κατά πόσο οι ενάγοντες τελούσαν σε καταφρόνηση του δικαστηρίου. Έκρινε δε, ότι το επίδικο διάταγμα δεν ήταν «ενδιάμεσο απαγορευτικό διάταγμα», αλλά εργαλείο από το εφεδρικό οπλοστάσιο που διαθέτει το δικαστήριο για να διασφαλίσει τη διαδικασία.

Οι ενάγοντες-αιτητές επιδίωξαν ακολούθως την εξασφάλιση άδειας για την καταχώρηση αίτησης certiorari προς το σκοπό της ακύρωσης της σχετικής ενδιάμεσης απόφασης.

Υποστήριξαν ότι:

α) Ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας.

β) Η επίκληση της σύμφυτης δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ήταν υπό τις περιστάσεις αυθαίρετη καθότι ούτε οι αιτητές ούτε οι καθ’ ων η αίτηση επικαλέσθηκαν είτε στην αίτηση είτε στην ένσταση, τη σύμφυτη εξουσία του δικαστηρίου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Προέκυπτε σαφώς από το περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης ότι τα υπό εξέταση θέματα αφορούσαν, μεταξύ άλλων, στην προστασία της διαδικασίας του δικαστηρίου, ζήτημα αναγόμενο στη σύμφυτη εξουσία του. Αυτό φαινόταν ξεκάθαρα από τη διαπίστωση ότι η συμπεριφορά από πλευράς εναγόντων συνιστούσε ενδεχομένως καταφρόνηση του δικαστηρίου.

2.  Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο διατηρεί τη δυνατό[*251]τητα να προστατεύει τη διαδικασία η οποία διεξάγεται ενώπιόν του κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του, εξυπακούεται ότι ταυτόχρονα έχει δικαιοδοσία πρακτικής εφαρμογής των εν λόγω εξουσιών.

3.  Αν όμως υπάρχει οποιαδήποτε υπόνοια ότι το δικαστήριο ενήργησε λανθασμένα κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του, η ορθότητα της απόφασης ελέγχεται με το ένδικο μέσο της έφεσης και όχι με ένταλμα certiorari.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Crest Homes Plc v. Marks [1987] AC 829,

VDU Installations Limited v. Intergrated Computer Systems and Cybernetics Limited a.o. [1989] 1 FSR 378,

Columbia Picture Industries Inc. v. Robinson [1987] Ch. 38,

Universal City Studios Inc. a.o. v. Hubbard a.o. [1983] Ch. 241,

Anton Piller KG v. Manufacturing Processes Ltd [1976] CH 75,

Riddick v. Thames Board Mills Ltd [1977] 3 All E.R. 677,

Cobra Golf Inc. a.o. v. Rata a.o. [Ch 1996 C No 2602] - [1998] Ch 109,

Hearne v. Street (2008) 235 C.L.R. 125,

JR 42's Application [2010] NIQB 95,

Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 A.A.Δ. 151.

Αίτηση.

Κ. Θεοδωρίδης και Χ. Λοΐζου, για τους Αιτητές.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Κατόπιν αίτησης των εναγόντων στην αγωγή αρ. 2103/10, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, εκδόθηκαν δια[*252]τάγματα τύπου Anton Piller εναντίον όλων των εναγομένων. Τα εν λόγω διατάγματα εκτελέστηκαν μόνο αναφορικά με τους εναγόμενους 1, 3 και 4. Από τα υποστατικά των εναγομένων 1 παραλήφθηκε αριθμός εγγράφων τα οποία παραδόθηκαν στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για ασφαλή φύλαξη. Η παραλαβή των εν λόγω εγγράφων έγινε από το δικηγόρο κ. Λουκά Διομήδους ο οποίος μαζί με το δικηγόρο κ. Διομήδη Καλλή, ορίστηκαν από το Δικαστήριο ως «επιτηρητές δικηγόροι» (supervising solicitors) για σκοπούς εκτέλεσης των ενταλμάτων. Οι εναγόμενοι 1 με αίτηση τους ζήτησαν την ακύρωση των διαταγμάτων Anton Piller. Η αίτηση απορρίφθηκε ως απωλέσασα το αντικείμενό της επειδή τα διατάγματα είχαν στο μεταξύ ακυρωθεί με εντάλματα certiorari που είχαν εκδοθεί κατόπιν αίτησης των εναγομένων 2 και 5. Ενόψει τούτου, οι δικηγόροι των εναγομένων 1 ζήτησαν από τον Πρωτοκολλητή την επιστροφή των εγγράφων που κατασχέθηκαν και βρίσκονταν υπό τη φύλαξη του Πρωτοκολλητείου. Ο Πρωτοκολλητής, αρνήθηκε να παραδώσει τα έγγραφα υποδεικνύοντας πως θα έπρεπε να υποβληθεί προς τούτο σχετική αίτηση συμφώνως των διαδικαστικών κανονισμών.

Οι δικηγόροι των εναγομένων 1, διαπίστωσαν ότι στο πλαίσιο άλλης εκκρεμούσας δικαστικής διαδικασίας στο δικαστήριο Λεμεσού όπου οι ενάγοντες είναι τα ίδια πρόσωπα με αυτά των εναγόντων στην προαναφερόμενη αγωγή 2103/10 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, κατέθεσαν αντίγραφα των κατασχεθέντων εγγράφων τα οποία επικαλέστηκαν για δικούς τους σκοπούς σε εκείνη τη διαδικασία.

Οι εναγόμενοι 1 δι’ αιτήσεως τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια της αγωγής αρ. 2103/10, εξασφάλισαν μονομερώς προσωρινό διάταγμα απαγορεύον στους ενάγοντες τη χρήση, κυκλοφορία κλπ οποιουδήποτε αντιγράφου εκ των εγγράφων που παρέλαβαν κατά την εκτέλεση των ενταλμάτων Anton Piller. Την ημερομηνία που ήταν επιστρεπτέο το προσωρινό διάταγμα, εμφανίστηκε ο εκ των επιτηρητών κ. Λ. Διομήδους ο οποίος δήλωσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι δεν θα καταχωρούσε ένσταση και ότι ήταν αυτός που εκτέλεσε το ένταλμα Anton Piller και παρέλαβε από τα υποστατικά των εναγομένων 1 τα προμνησθέντα έγγραφα. Δήλωσε επίσης πως ούτε ο ίδιος ούτε ο δικηγόρος κ. Δ. Καλλής κράτησαν, χρησιμοποίησαν κλπ οποιοδήποτε από τα παραληφθέντα έγγραφα ή αντίγραφα τούτων. Οι ενάγοντες, καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση των εναγομένων 1, στα πλαίσια της οποίας οι τελευταίοι είχαν εξασφαλίσει το προαναφερόμενο προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα.

[*253]Ο δικηγόρος των εναγομένων 1 αφού αναφέρθηκε σε κάποιες από τις πτυχές του διατάγματος Anton Piller και στις απορρέουσες από αυτό υποχρεώσεις του διαδίκου υπέρ του οποίου εκδίδεται το εν λόγω διάταγμα, ανέφερε ότι οι ενάγοντες ή τα πρόσωπα που ενήργησαν με τις οδηγίες τους, εξασφάλισαν από το Πρωτοκολλητείο, χωρίς άδεια του δικαστηρίου, αντίγραφα των παραληφθέντων εγγράφων και τα χρησιμοποιούν κατά την κρίση τους. Ανέφερε επίσης ότι τα παραληφθέντα έγγραφα ήταν άλλα από εκείνα που το δικαστήριο εξουσιοδότησε την παραλαβή τους και ότι η χρήση των εν λόγω εγγράφων από τους καθ’ ων η αίτηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στους πελάτες του.

Ανάμεσα στα θέματα που ήγειρε ο δικηγόρος των εναγόντων ήταν και η εισήγηση περί έλλειψης δικαιοδοσίας του δικαστηρίου να εξετάσει στα πλαίσια της αγωγής την προαναφερόμενη αίτηση των εναγομένων. Επί όλων των θεμάτων οι δικηγόροι διατύπωσαν τις θέσεις τους και αντιστοίχως ανέπτυξαν νομική επιχειρηματολογία. Θεωρώ πως δεν είναι απαραίτητο για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας η αναπαραγωγή των νομικών επιχειρημάτων της κάθε πλευράς. Αυτό που εδώ ενδιαφέρει είναι η ενδιάμεση απόφαση του δικαστηρίου για την ακύρωση της οποίας οι ενάγοντες, ζητούν να τους παραχωρηθεί άδεια προς έκδοση εντάλματος certiorari.

Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου αφού εξέτασε ενδελεχώς τα επίδικα ζητήματα με αναφορά στις αρχές δικαίου οι οποίες διέπουν το θέμα, βλ. Crest Homes Plc v. Marks [1987] AC 829, VDU Installations Limited v. Intergrated Computer Systems and Cybernetics Limited and Others [1989] 1 FSR 378, Columbia Picture Industries Inc. v. Robinson [1987] Ch. 38, Universal City Studios Inc. and Others v. Hubbard and Others [1983] Ch. 241, Anton Piller KG v. Manufacturing Processes Ltd [1976] CH 75, Riddick v. Thames Board Mills Ltd [1977] 3 All E.R. 677, Cobra Golf Inc. and another v. Rata and others [Ch 1996 C No 2602] – [1998] Ch 109, Hearne v. Street (2008) 235 C.L.R. 125, JR 42’s Application [2010] NIQB 95, Halsbury’s Laws of England, 4η έκδ. τόμος 11, παρ. 483 και 492 και Blackstone 2003, Civil Practice σελ. 474, παρ. 39.8 αποφάσισε, κατ’ επίκληση της σύμφυτης εξουσίας του ότι έχει δικαιοδοσία να εκδώσει τα διατάγματα ως η αίτηση για προστασία της διαδικασίας του και συνακόλουθα κατέστησε απόλυτα τα προσωρινά διατάγματα.

Τα πιο κάτω αποσπάσματα της πρωτόδικης απόφασης είναι σχετικά με το υπό εξέταση θέμα της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου και της κατ’ ισχυρισμόν έλλειψης δικαιοδοσίας επί του οποίου [*254]ερείδεται η παρούσα αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari προς ακύρωση της υπό αναφορά ενδιάμεσης απόφασης:

«Ως εκ των άνω, το δικαστήριο είχε σύμφυτη εξουσία να εκδώσει τα διατάγματα για προστασία της διαδικασίας του. Οι αιτητές επικαλέστηκαν τις πρόνοιες του Άρθρου 32 του Ν. 14/60 και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Στην πραγματικότητα, όμως, το δικαίωμα τους για θεραπεία εδράζεται στις σύμφυτες εξουσίες του δικαστηρίου, παρά σε νομοθετικές πρόνοιες. Το πραγματικό ζήτημα δεν είναι κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32, όσο και αν το επικαλέστηκαν οι αιτητές με επακόλουθο να ισχυρίζονται τώρα οι καθ’ ων η αίτηση ότι «δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση ενδιάμεσου απαγορευτικού διατάγματος». Το ζητούμενο ήταν κατά πόσο οι ενάγοντες τελούν σε καταφρόνηση του δικαστηρίου. Καταφατική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα ενεργοποιεί, ως άνω, άνευ ετέρου τις σύμφυτες εξουσίες του δικαστηρίου. Το επίδικο διάταγμα δεν είναι «ενδιάμεσο απαγορευτικό διάταγμα», αλλά εργαλείο από το εφεδρικό οπλοστάσιο που διαθέτει το δικαστήριο για να διασφαλίσει τη διαδικασία. ……………………………………………………………......

Εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το ζήτημα μπορεί να εξεταστεί ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του Άρθρου 9 ως εκ της ιδιαίτερης φύσης του διατάγματος. Το επίδικο διάταγμα δεν είναι μια συνηθισμένη περίπτωση διατάγματος, όπως είναι τα ενδιάμεσα διατάγματα που εκδίδονται σε σχέση με το αντικείμενο της αγωγής ή άλλη περιουσία. Οι δικηγόροι οι οποίοι εξουσιοδοτήθηκαν για την εκτέλεση του διατάγματος Anton Piller είναι λειτουργοί του δικαστηρίου (officers of the Court) όσο κι αν ο κύριος τους ρόλος είναι να ενεργούν για λογαριασμό των εναγόντων. (Βλ. Columbia, σελ. 370). Υπό αυτή την έννοια, το δικαστήριο ενδεχομένως να μπορούσε ακόμα και να εκδώσει αυτεπάγγελτα οδηγίες προς τους λειτουργούς του, αλλά και προς τους διαδίκους για λογαριασμό των οποίων ενήργησαν οι δικηγόροι ως λειτουργοί του δικαστηρίου, να επιστρέψουν τα έγγραφα τα οποία παρέλαβαν χωρίς εξουσιοδότηση, χρησιμοποιώντας το διάταγμα που εξέδωσε το δικαστήριο για άλλα έγγραφα. ……………………………..»

Ο έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων εμπίπτει στη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Εφετείου. Το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί [*255]υποκατάστατο της έφεσης ούτε και μέσο εποπτείας του τρόπου διεξαγωγής της διαδικασίας ή της πρακτικής του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Για να χορηγηθεί άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari προς ακύρωση απόφασης κατώτερου δικαστηρίου απαραιτήτως πρέπει να καταδειχθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Εν ολίγοις θα πρέπει να καταδειχθεί νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό του δικαστηρίου ή έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. Η διαπίστωση έκδηλης νομικής πλάνης, προκατάληψης, έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας είναι λόγοι οι οποίοι μπορεί να δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας για έκδοση εντάλματος certiorari. Η σχετική διαπίστωση συνήθως γίνεται από το πρακτικό της διαδικασίας του κατώτερου δικαστηρίου.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε όπως καταστούν απόλυτα τα προσωρινά διατάγματα ενεργώντας καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας. Εισηγήθηκε ότι η επίκληση της σύμφυτης δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ήταν υπό τις περιστάσεις αυθαίρετη καθότι ούτε οι αιτητές ούτε οι καθ’ ων η αίτηση επικαλέσθηκαν στην αίτηση και την ένσταση αντίστοιχα τη σύμφυτη εξουσία του δικαστηρίου. Εχω την άποψη ότι προκύπτει σαφώς από το περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης ότι τα υπό εξέταση θέματα αφορούσαν, μεταξύ άλλων, στην προστασία της διαδικασίας του δικαστηρίου, ζήτημα αναγόμενο στη σύμφυτη εξουσία του. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τη διαπίστωση ότι η συμπεριφορά από πλευράς εναγόντων συνιστούσε ενδεχομένως καταφρόνηση του δικαστηρίου.

Στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 151, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Η σύμφυτη δικαιοδοσία δεν πηγάζει ούτε από νόμο ούτε από κανονισμό αλλά από τη φύση της δικαστικής λειτουργίας. Γι’ αυτό και προσδιορίζεται με το επίθετο «σύμφυτη». Η βασική εκδήλωση της εξουσίας αυτής είναι η ρύθμιση των θεμάτων που άπτονται των δικαστικών διαδικασιών. Περιλαμβάνει δε τομείς του δικαίου των οποίων η νομολογία αναγνώρισε την ύπαρξη. Όμως έχουν τεθεί όρια και αυτοπεριορισμοί για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματική λειτουργία αυτής της εξουσίας στις ορθές διαστάσεις της. Όπως παρατήρησε εύστοχα ο καθηγητής M.S. Dockray στο άρθρο του «The Inherent Jurisdiction to Regulate Civil Proceedings (1977) 113 Law Quarterly Review, σελ. 120, στην οποία σχολιάζει, στη σελ. 130, περιπτώσεις όπου τα δικαστήρια δε διέγνωσαν σύμφυτη εξουσία σε συγκεκριμένα θέματα:

[* 256]«These decisions are quite inconsistent with the idea that the inherent jurisdiction is an unlimited reservoir from which new powers can be fashioned at will.»

Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο διατηρεί τη δυνατότητα να προστατεύει τη διαδικασία η οποία διεξάγεται ενώπιόν του κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του, εξυπακούεται ότι ταυτόχρονα έχει δικαιοδοσία πρακτικής εφαρμογής των εν λόγω εξουσιών. Αν όμως υπάρχει οποιαδήποτε υπόνοια ότι το δικαστήριο ενήργησε λανθασμένα κατ’ επίκληση των συμφυών εξουσιών του, η ορθότητα της απόφασης ελέγχεται με το ένδικο μέσο της έφεσης και όχι με ένταλμα certiorari.

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση για παραχώρηση άδειας απορρίπτεται.

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο