Ακρίδας Ανδρέας ν. Eman (Buses) Ltd και άλλων (2012) 1 ΑΑΔ 355

(2012) 1 ΑΑΔ 355

[*355]8 Μαρτίου, 2012

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΚΡΙΔΑΣ,

 

Εφεσείων,

v.

1. EMAN (BUSES) LTD,

2. ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΝΤΕΛΗ,

3. N.C. AIR BRAKE LTD,

Εφεσιβλήτων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 63/2008)

 

Αστικά αδικήματα ― Αμέλεια ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης με την οποία απορρίφθηκε αγωγή για αμέλεια και παράβαση καθηκόντων των εφεσιβλήτων συνεπεία δυστυχήματος κατά τη διάρκεια της εργοδότησης του εφεσείοντα στους εφεσίβλητους 1.

Απόδειξη ―Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Πρωταρχικό ρόλο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας έχει το πρωτόδικο δικαστήριο ― Το Εφετείο επεμβαίνει σπάνια, εκεί μόνο όπου η αξιολόγηση κρίνεται ως παράλογη ή μη βασισμένη στα γεγονότα.

Ο εφεσείων αμφισβήτησε πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε αγωγή που ήγειρε εναντίον των εφεσιβλήτων διεκδικώντας αποζημιώσεις για σωματικές και υλικές ζημίες που υπέστη συνεπεία δυστυχήματος οδηγούσε λεωφορείο, ως εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης 1 εταιρείας. Το δυστύχημα συνέβη όταν ο εφεσείων απώλεσε τον έλεγχο του λεωφορείου και συγκρούστηκε στη γωνία ενός κτιρίου, σε σταθμευμένο όχημα και σε κολώνα πολυκατοικίας.

Σύμφωνα με τον εφεσείοντα η απώλεια ελέγχου του λεωφορείου και το ατύχημα που ακολούθησε, οφείλονταν σε ελάττωμα στο λεωφορείο και ειδικότερα στο σύστημα πέδησης.

Απέδωσε το ελάττωμα σε αμέλεια και/ή παράβαση των καθηκόντων των εργοδοτών του, εφεσίβλητων 1. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο εγ[*356]γεγραμμένος ιδιοκτήτης του λεωφορείου και διευθυντής της πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας. Η εφεσίβλητη 3 ήταν εταιρεία επιδιόρθωσης αυτοκινήτων η οποία είχε επιδιορθώσει το προαναφερόμενο λεωφορείο λίγες μέρες πριν από το επίδικο ατύχημα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού άκουσε τους μάρτυρες των δύο πλευρών δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία των μαρτύρων των εφεσιβλήτων και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα και των μαρτύρων του. Κατέληξε ότι το ατύχημα δεν οφειλόταν σε οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη οιουδήποτε εκ των εφεσιβλήτων, αλλά προφανώς στην αμέλεια του ίδιου του εφεσείοντα.

Με δεκαπέντε λόγους έφεσης υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι:

α) Ήταν εσφαλμένη η αξιολόγηση της μαρτυρίας που έγινε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

β) Ήταν εσφαλμένο το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η σωλήνα του λεωφορείου (που συνδεόταν με το σύστημα πέδησης) αποσυνδέθηκε βίαια συνεπεία της σύγκρουσης και ότι ήταν η συνέπεια της σύγκρουσης και όχι η αιτία της.

γ)  Ήταν εσφαλμένο το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι δεν θα μπορούσε να αποδοθεί αμέλεια στους εφεσίβλητους για την κατάσταση του λεωφορείου.

δ) Η πρωτόδικη απόφαση δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη σε εκτενή ανάλυση της μαρτυρίας και έδωσε πειστικούς λόγους για τους οποίους προτίμησε τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα.  Δεν παραγνώρισε, οποιονδήποτε ουσιαστικό παράγοντα, κατά την αξιολόγηση του, και απέδωσε στον κάθε ουσιαστικό παράγοντα τη δέουσα βαρύτητα.

2.  Η αξιολόγηση του βασίστηκε και στην πραγματική μαρτυρία την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο συνυπολόγισε κατά τρόπο λογικό και ορθό. Κανένας από τους δεκαπέντε λόγους έφεσης δεν ευσταθούσε. Η πρωτόδικη απόφαση ήταν ορθή και δεόντως αιτιολογημένη.

3.  Το δικαστήριο έκρινε μεταξύ άλλων πως η εκδοχή της «αποκοπής [*357]από κόπωση» και του «κρεπαρίσματος», σωλήνα  τις οποίες προέβαλε μάρτυρας του εφεσείοντα ήταν αντιφατικές τοποθετήσεις.   Επιπρόσθετα η μαρτυρία του, όπως και εκείνη του εφεσείοντα, αντικρούονταν από την πραγματική μαρτυρία.

4.  Δεν αποδείχθηκε ευθύνη των εφεσιβλήτων εφόσον η μαρτυρία του εφεσείοντα κρίθηκε ως αναξιόπιστη και επομένως οι γενικοί ισχυρισμοί του για αμέλεια και παράβαση καθηκόντων των εφεσιβλήτων έμειναν μετέωροι και δεν αποδείχθηκαν.

5.  Τα συμπεράσματα ότι η σωλήνα αποσυνδέθηκε από τη βιαιότητα της σύγκρουσης και ήταν το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της σύγκρουσης στηρίχθηκαν στην αξιόπιστη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων που εμφανίστηκαν ως μάρτυρες υπεράσπισης.

6.  Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν θα μπορούσε να είχε καταλήξει σε άλλο αποτέλεσμα από το προαναφερόμενο, δεδομένου ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα και των μαρτύρων του απορρίφθηκε.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Οικονόμου, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 634/03), ημερομηνίας 10/1/2008.

Ν. Οικονόμου (κα.) για Αντ. Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα.

Λ. Αστραίου (κα.) για Τ. Παπαδόπουλος και Συνεργάτες, για τους Εφεσίβλητους αρ. 1 και 2.

Π. Χριστοδουλίδης, για τους Εφεσίβλητους αρ. 3.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Στις 30.4.2002 ενώ ο ενάγων-εφεσείων οδηγούσε λεωφορείο, ως εργοδοτούμενος της πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας, απώλεσε τον έλεγχο του λεωφορείου και συγκρούστηκε στη γωνία ενός κτιρίου, σε σταθμευμένο όχημα και σε κολώνα πολυκατοικίας. Υπέστη σωματικές βλάβες και ζημιές. Οι αποζημιώ[*358]σεις, στη βάση πλήρους ευθύνης, συμφωνήθηκαν μεταξύ των μερών. Εκδικάστηκε το ζήτημα της ευθύνης. Ο εφεσείων ισχυρίστηκε, στο πρωτόδικο δικαστήριο, ότι η απώλεια ελέγχου του λεωφορείου και το ατύχημα που ακολούθησε, οφείλονταν σε ελάττωμα στο λεωφορείο και ειδικότερα στο σύστημα πέδησης. Απέδωσε το ελάττωμα σε αμέλεια και/ή παράβαση των καθηκόντων των εργοδοτών του, εφεσίβλητων 1. Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του λεωφορείου και διευθυντής της πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας. Η εφεσίβλητη 3 εταιρεία είναι εταιρεία επιδιόρθωσης αυτοκινήτων η οποία είχε επιδιορθώσει το προαναφερόμενο λεωφορείο στις 27.4.2002, δηλαδή λίγες μόνο μέρες πριν το προαναφερόμενο ατύχημα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού άκουσε τους μάρτυρες των πλευρών δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία των μαρτύρων των εφεσιβλήτων και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα και των μαρτύρων του. Στα συμπεράσματα του το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του και την πραγματική μαρτυρία που είχε ενώπιον του.   Τελικά κατέληξε ότι ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του για αμέλεια και παράβαση καθηκόντων των εφεσιβλήτων. Το ατύχημα δεν οφειλόταν σε οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη οιουδήποτε των εφεσιβλήτων αλλά προφανώς στην αμέλεια του ίδιου του εφεσείοντα.

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ως λανθασμένη με 15 λόγους έφεσης. Οι λόγοι έφεσης 1-10 αφορούν ουσιαστικά στην αξιολόγηση της μαρτυρίας που δόθηκε ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, στην αποδοχή της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων και στην απόρριψη εκείνης του εφεσείοντα και των μαρτύρων του και στα συμπεράσματα στα οποία το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε με βάση την αξιολόγηση της μαρτυρίας που έκαμε. Συγκεκριμένα οι λόγοι έφεσης 1 και 2 αφορούν στην, κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη πρωτόδικη κρίση, ότι οι μάρτυρες υπεράσπισης Νίκος Χριστοφή και Γιώργος Τζιρκαλλή, οι οποίοι εμφανίστηκαν ως εμπειρογνώμονες, έδωσαν μαρτυρία στην οποία το δικαστήριο μπορούσε να βασιστεί, ενώ ο μάρτυρας του εφεσείοντα Ανδρέας Φάντης, ο οποίος επίσης εμφανίστηκε ως εμπειρογνώμονας, δεν έδωσε τέτοια μαρτυρία. Ο τρίτος λόγος έφεσης προσβάλλει το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η σωλήνα του λεωφορείου (που συνδέεται με το σύστημα πέδησης) αποσυνδέθηκε βίαια συνεπεία της σύγκρουσης και επομένως ήταν συνέπεια της σύγκρουσης και όχι η αιτία της.  Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στην κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας του εφεσείοντα και των μαρτύρων του. Ο πέμπτος λόγος έφεσης αφορά στην κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη [*359]αξιολόγηση της μαρτυρίας των εφεσιβλήτων. Ο έκτος λόγος αφορά σε διαφορά στη μαρτυρία του εφεσίβλητου 2 και του μάρτυρα υπεράσπισης Νίκου Χριστοφή, ως προς το χρόνο επιδιόρθωσης του λεωφορείου και την ημερομηνία παραλαβής του από το μηχανουργείο των εφεσιβλήτων 3, την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο, λανθασμένα, έκρινε ως επουσιώδη. Ο έβδομος λόγος αφορά στην αντίδραση του λεωφορείου μετά την απώλεια του ελέγχου του από τον εφεσείοντα. Ο όγδοος λόγος αφορά στην κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη αξιολόγηση της πραγματικής μαρτυρίας. Ο ένατος λόγος και πάλι αφορά στην πραγματική μαρτυρία η οποία, κατά τον εφεσείοντα, εσφαλμένα θεωρήθηκε ότι δεν υποστήριζε τη δική του εκδοχή και ο δέκατος λόγος αφορά στην κατ’ ισχυρισμό λανθασμένη απόρριψη της εκδοχής του εφεσείοντα, σε ότι αφορά τις συνθήκες του ατυχήματος.

Οι λόγοι έφεσης 11, 12 και 13 αφορούν, αντίστοιχα, στο κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένο συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι δεν θα μπορούσε να αποδοθεί αμέλεια στους εφεσίβλητους για την κατάσταση του λεωφορείου, στην παράλειψη του πρωτόδικου δικαστηρίου να εξετάσει την πιθανή ευθύνη των εναγομένων-εφεσιβλήτων 1, ως εργοδοτών του εφεσείοντα και στην παράλειψη του πρωτόδικου δικαστηρίου να εξετάσει όλα τα επίδικα θέματα. Ο 14ος λόγος έφεσης αναφέρει ότι η πρωτόδικη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, ενώ ο 15ος λόγος αναφέρει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα απέρριψε την αγωγή του ενάγοντα-εφεσείοντα.

Εκ μέρους του εφεσείοντα δόθηκε περισσότερη βαρύτητα στους λόγους έφεσης 12 και 15.

Είναι θεμελιωμένη αρχή της νομολογίας ότι πρωταρχικό ρόλο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας έχει το πρωτόδικο δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει σπάνια, εκεί μόνο που η αξιολόγηση κρίνεται ως παράλογη ή μη βασισμένη στα γεγονότα. Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη σε εκτενή ανάλυση της μαρτυρίας και έδωσε πειστικούς λόγους για τους οποίους προτίμησε τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων και απέρριψε εκείνη του εφεσείοντα. Δεν παρεγνώρισε, το πρωτόδικο δικαστήριο, οποιονδήποτε ουσιαστικό παράγοντα, κατά την αξιολόγηση του, και απέδωσε στον κάθε ουσιαστικό παράγοντα τη δέουσα βαρύτητα. Η αξιολόγηση του βασίστηκε και στην πραγματική μαρτυρία την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο συνυπολόγισε κατά τρόπο λογικό και ορθό.  Βρίσκουμε ότι κανένας από τους δεκαπέντε λόγους έφεσης δεν ευσταθεί. Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και δεόντως αιτιολο[*360]γημένη. Συγκεκριμένα παρατηρούμε τα εξής:

1.  Το πρωτόδικο δικαστήριο σύγκρινε τη μαρτυρία του Αστυφύλακα 4607 Ανδρέα Φάντη, Μηχανικού στο Μηχανουργείο της Αστυνομίας, ο οποίος εξέτασε το προαναφερόμενο λεωφορείο και έδωσε μαρτυρία ως μάρτυρας ενάγοντος, με τη μαρτυρία των Γιώργου Τζιρκαλλή και Νίκου Χριστοφή, οι οποίοι έδωσαν μαρτυρία για τους εφεσίβλητους. Παρατήρησε συναφώς ότι ο κ. Φάντης είναι μηχανικός μηχανοκινήτων οχημάτων από το 1973, δεν έχει όμως δίπλωμα σε σχέση με συστήματα πέδησης και αεροσυστήματα και ότι αυτός παραδέχθηκε ότι οι γνώσεις του είναι γενικές και όχι εξειδικευμένες σε σχέση με το συγκεκριμένο αντικείμενο των συστημάτων πέδησης, που ήταν επίδικο θέμα. Σύμφωνα με τον κ. Φάντη το μοναδικό εξειδικευμένο εργαστήριο στην Κύπρο για συστήματα πέδησης είναι το εργαστήριο των εναγομένων-εφεσιβλήτων 3. Γι’ αυτό και όταν ο κ. Φάντης εξέταζε την περίπτωση αυτή με το συνάδελφο του κ. Δημήτρη Αθανασίου, αποτάθηκαν στον κ. Νίκο Χριστοφή, διευθυντή των εφεσιβλήτων 3. Ο κ. Νίκος Χριστοφή, αντίθετα, είναι εμπειρογνώμονας σε συστήματα αεροσυμπίεσης και επιθεώρησε, εκ μέρους των αστυνομικών αρχών, πολλά βαρέα οχήματα κατά τη διερεύνηση υποθέσεων τροχαίων ατυχημάτων. Εκτός από την πρακτική του πείρα, από το 1996, είναι κάτοχος διπλώματος της βρετανικής εταιρείας Air Brake Systems, σε τέτοια θέματα και διπλώματος του European Institute of Braking Technology. Ο κ. Τζιρκαλλής, μετά από τριετή πλήρη φοίτηση, απέκτησε δίπλωμα στη μηχανολογία οδικών μεταφορών και βαρέου τύπου οχημάτων, που περιλαμβάνει τα αερόφρενα και δίπλωμα στη μηχανολογία οχημάτων. Από το 1980 εργάζεται ως εμπειρογνώμονας τροχαίων ατυχημάτων.

Με τα προαναφερόμενα δεδομένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η εξειδίκευση του κ. Χριστοφή και η εκπαίδευση του κ. Τζιρκαλλή επί του συγκεκριμένου θέματος καθώς και η πλούσια πείρα του στον τομέα διερεύνησης τροχαίων ατυχημάτων υπερτερούσαν της κατάρτισης και της εμπειρίας του κ. Φάντη, ο οποίος καταρτίστηκε γενικά στη μηχανική αυτοκινήτων χωρίς συγκεκριμένη εξειδίκευση ή πείρα. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν παρέλειψε όμως να συνυπολογίσει ότι ο κ. Χριστοφή δεν είναι ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας αλλά, κατ’ ουσίαν, είναι διάδικος εφόσον είναι διευθυντής της τρίτης εφεσίβλητης εταιρείας.

[*361]Αφού έλαβε δεόντως υπόψη όλους τους προαναφερόμενους παράγοντες, ορθά κατά την κρίση μας, αξιολόγησε τη μαρτυρία των προαναφερομένων και έκρινε τη μαρτυρία του κ. Φάντη ως μη αξιόπιστη, ενώ των άλλων δύο μαρτύρων ως αξιόπιστη. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε στη θέση του κ. Φάντη ότι η προαναφερόμενη σωλήνα «εκρέπαρε» δηλαδή, όπως είπε, κόπηκε. Κατά το μάρτυρα δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο όρων, ενώ το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά σημείωσε τη διαφορά. Το δικαστήριο έκρινε πως η εκδοχή της «αποκοπής από κόπωση» και του «κρεπαρίσματος», τις οποίες προέβαλε ο κ. Φάντης ήταν αντιφατικές. Επιπρόσθετα η μαρτυρία του, όπως και εκείνη του εφεσείοντα, αντικρούονταν από την πραγματική μαρτυρία. Αντίθετα η μαρτυρία του κ. Χριστοφή και του κ. Τζιρκαλλή είχαν συνοχή και λογική.

2.  Ως προς την αντίδραση του λεωφορείου, μετά την απώλεια του αέρα από το σύστημα πέδησης, το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στην εξήγηση που έδωσε ο εμπειρογνώμονας κ. Χριστοφή και με την οποία αντικρούστηκαν ως λανθασμένες οι θέσεις του κ. Φάντη. Εξήγησε συναφώς ο κ. Χριστοφή ότι το λεωφορείο που εξέτασε ο κ. Φάντης ήταν Bedford ενώ το επίδικο ήταν Leyland και ότι τα δύο συστήματα φρένων είναι διαφορετικά.

3.  Ως προς την πραγματική μαρτυρία, όπως φαίνεται στο σχεδιαγράφημα της σκηνής (τεκμήριο 1) το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε την ύπαρξη ιχνών τροχοπέδησης, μήκους 12 μέτρων, στη συνέχεια την ύπαρξη μιας απόστασης χωρίς οποιαδήποτε ίχνη και τελικά την ύπαρξη ιχνών πλάγιας ολίσθησης μέχρι την τελική θέση του λεωφορείου. Τα ίχνη πλάγιας ολίσθησης συνάδουν με απώλεια του ελέγχου του οχήματος από τον οδηγό. Αυτό αντικρούει την εκδοχή του εφεσείοντα ότι «ετράβησε και χειρόφρενο», έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία του κ. Φάντη αλλά και με τη μαρτυρία του μάρτυρα ενάγοντα κ. Ευριπίδου.

4.  Ο κ. Χριστοφή κρίθηκε ως αμερόληπτος και ανεπηρέαστος μάρτυρας, παρά την εμπλοκή του στην υπόθεση. Η διαφορά στη μαρτυρία του κ. Χριστοφή και του εφεσίβλητου 2 ως προς το χρόνο επιδιόρθωσης του λεωφορείου, μέσα στο σύνολο της μαρτυρίας, ήταν επουσιώδης διαφορά. Δεν υπάρχει λόγος επέμβασης σ’ αυτά τα συμπεράσματα. Η αιτιολογία που έδωσε το πρωτόδικο δικαστήριο είναι πειστική.

[*362]5.      Το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε και το ότι το συγκεκριμένο λεωφορείο επιθεωρήθηκε αρμοδίως στις 10.8.2000 (εκδόθηκε πιστοποιητικό καταλληλότητος, το τεκμήριο 13) και βρέθηκε κατάλληλο για οδική χρήση και ανταποκρινόμενο από κάθε άποψη στις διατάξεις του Κ. 65(3) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Κανονισμών του 1984. Το δικαστήριο, ορθά, θεώρησε το πιστοποιητικό αυτό όχι ως αμάχητη απόδειξη της καταλληλότητος του λεωφορείου αλλά ως ένα από τα στοιχεία που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη, σε αντιπαραβολή με την αόριστη και μη πειστική μαρτυρία που δόθηκε για τον εφεσείοντα.

6.  Ως προς την κατ’ ισχυρισμό ευθύνη των εφεσιβλήτων 1 και 2, ως εργοδοτών του εφεσείοντα, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν αποδείχθηκε τέτοια ευθύνη, εφόσον η μαρτυρία του εφεσείοντα κρίθηκε ως αναξιόπιστη και επομένως οι γενικοί ισχυρισμοί του για αμέλεια και παράβαση καθηκόντων των εφεσιβλήτων έμειναν μετέωροι και δεν αποδείχθηκαν. Συναφώς το δικαστήριο έκρινε ότι η σωλήνα αποσυνδέθηκε από τη βιαιότητα της σύγκρουσης και ήταν το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της σύγκρουσης. Αυτά τα συμπεράσματα βασίζονται στην αξιόπιστη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων που εμφανίστηκαν ως μάρτυρες υπεράσπισης.

Θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν θα μπορούσε να είχε καταλήξει σε άλλο αποτέλεσμα από το προαναφερόμενο, δεδομένου ότι η μαρτυρία του εφεσείοντα και των μαρτύρων του απορρίφθηκε και επομένως δεν υπήρχε οποιοδήποτε πραγματικό υπόβαθρο ενώπιον του δικαστηρίου, στη βάση του οποίου να μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι 1-2 ή και η τρίτη εφεσίβλητη ευθύνονταν για αμέλεια ή παράβαση νομίμων καθηκόντων αναφορικά με το επίδικο ατύχημα.

7.  Δεν θεωρούμε ότι η πρωτόδικη απόφαση παρέλειψε να ασχοληθεί με οποιοδήποτε επίδικο θέμα ή ότι είναι καθ’ οιονδήποτε τρόπο αναιτιολόγητη. Απεναντίας η πρωτόδικη απόφαση ασχολείται επαρκώς με όλα τα ζητήματα που εγείρονταν στην υπόθεση και με επαρκή αιτιολογία κρίνει το κάθε ζήτημα.

Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα, τα οποία να υπολογιστούν [*363]από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο