Montrago Trustees Ltd και άλλοι (Αρ. 2) (2012) 1 ΑΑΔ 1289

(2012) 1 ΑΑΔ 1289

[*1289]20 Ιουνίου, 2012

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) MONTRAGO TRUSTEES LTD (2) ΜΑΡΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ (3) ΑΝΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

(4) ΗΛΙΑΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑ (5) MERCO SERVICES LTD

(6) ΜΑΡΙΑΣ ΦΥΛΑΚΤΟΥ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ (7) ΕΛΕΝΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΚΥΡΙΑΚΟΥ (8) ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ

(9) ΗΛΙΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ (10) ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ (ΑΡ. 2) ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1 ΜΕΧΡΙ 10 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 2473/2012 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΚΑΙ

ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 11/04/2012 (ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 17/04/2012) ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 2473/2012 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟΥΣ ΑΙΤΗΤΕΣ ΤΗΝ 18/04/2012,

ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΤΩΝ (1) MONTRAGO TRUSTEES LTD

(2) ΜΑΡΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ (3) ΑΝΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

(4) ΗΛΙΑΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑ (5) MERCO SERVICES LTD

(6) ΜΑΡΙΑΣ ΦΥΛΑΚΤΟΥ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ (7) ΕΛΕΝΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΚΥΡΙΑΚΟΥ (8) ΑΝΔΡΕΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ

(9) ΗΛΙΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ (10) ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1 ΜΕΧΡΙ 10 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 2473/2012 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 58/2012)

 

[*1290]Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari και/ή prohibition, προς ακύρωση προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε μονομερώς από Επαρχιακό Δικαστήριο ― Κατά πόσον το Επαρχιακό Δικαστήριο υπερέβη  τη δικαιοδοσία του, αποστερώντας με την έκδοση των προσωρινών απαγορευτικών διαταγμάτων, βασικά δικαιώματα των αιτητών, οι οποίοι δικαιούνταν να εμφανιστούν σε εκκρεμούσες δικαστικές διαδικασίες προς υποστήριξη των θέσεων τους, ωστόσο τους είχε μεταξύ άλλων, απαγορευθεί με τα προσωρινά διατάγματα να ενεργούν εκ μέρους επλεκομένων μερών.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η υποχρέωση του αιτητή κατά την παρουσίαση αίτησης για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αιτήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος να αποκαλύπτει τα ουσιώδη, είναι βεβαίως αδιαμφισβήτητη. Ενυπάρχει στη φύση της ίδιας της αίτησης που κατά προνόμιο και κατ’ εξαίρεση επιζητεί την ειδική αυτή δικαιοδοσία.

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εφαρμοστέες Αρχές ― Νομολογιακή επισκόπηση.

Προνομιακά εντάλματα ― Prohibition ― Συνδυάζεται συνήθως και με το προνομιακό ένταλμα τύπου certiorari, εφόσον το τελευταίο στοχεύει στη διόρθωση λαθών επί του νόμου ή και επί απόφασης ληφθείσας καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας, ενώ το πρώτο απαγορεύει στο Δικαστήριο που έχει υπερβεί δικαιοδοσία, από του να τη συνεχίσει. Δεν χωρεί βέβαια εναντίον τελεσίδικης απόφασης, ούτε εναντίον νομοθετικής αρχής ή σώματος.

Ύστερα από τη χορήγηση σχετικής άδειας οι αιτητές καταχώρησαν αίτηση προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και /ή prohibition, οι αιτητές καταχώρησαν για ακύρωση του προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε μονομερώς από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στο πλαίσιο αγωγής. Παράλληλα αιτήθηκαν και τη μεταφορά του σχετικού φακέλου της διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση του διατάγματος.

Τα πραγματικά γεγονότα αφορούσαν σε περίπλοκες και δαιδαλώδεις συναλλαγές οικονομικής φύσεως που συντελέσθηκαν με την εμπλοκή τόσο των αιτητών και εναγομένων στην αγωγή υπ’ αρ. 2473/12 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, όσο και των εκεί εναγόντων.

Ο ενάγων 1 είχε αξιώσει με  αγωγή, διάφορα αναγνωριστικά δια[*1291]τάγματα με τα οποία να διακηρυσσόταν μεταξύ άλλων ως ο ουσιαστικός ιδιοκτήτης των μετοχών της εταιρείας Custodian Holding Ltd, εγγεγραμμένης εν Κύπρω, οι δε εδώ αιτητές και εναγόμενοι στην αγωγή, ως κατέχοντες τις μετοχές αυτές ως εμπιστευματοδόχοι για λογαριασμό του και ότι οφείλουν να συμμορφώνονται με τις οδηγίες και εντολές του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε τρία εκ των τεσσάρων διαταγμάτων που ζητήθηκαν σε μονομερή βάση.

Με αυτά, απαγορεύτηκε στους αιτητές 6 και 7, από του να παρουσιάζονται και να ενεργούν ως διευθυντές της ενάγουσας 5, οι αιτητές-εναγόμενοι 5 ως γραμματέας της και η Custodian Holding Ltd, ως μέτοχος της.

Απαγορεύτηκε επίσης στους αιτητές 1-10, από του να ενεργούν  εκ μέρους ή για λογαριασμό και της εταιρείας Providencia Holding Ltd (ενάγουσας 5 στην αγωγή) και/ή της Custodian, καθώς επίσης απαγορεύτηκε στους αιτητές 6, 7, 8, 9 και 10, από του να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε πληρεξούσια έγγραφα εκ μέρους και για λογαριασμό της Providencia και/ή της Custodian.

Όπως λέχθηκε και στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπ’ αρ. Αίτηση 53/12, η χορηγηθείσα άδεια για καταχώρηση αίτησης certiorari δόθηκε διότι διαπιστώθηκε να υπήρχε αποκλεισμός της δυνατότητας και ευχέρειας των αιτητών από του να παρουσιασθούν στο επιστρεπτέο στάδιο προς αμφισβήτηση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν.  Καθώς επίσης και ενδεχόμενη υπέρβαση των δικαιωμάτων διευθυντών κατά τον εταιρικό Νόμο.

Οι αιτητές υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι:

α) Υπήρχε προφανές νομικό σφάλμα και/ή ελάττωμα στην όψη της τηρηθείσας διαδικασίας.

β) Τα εκδοθέντα διατάγματα απέκλειαν εξ ολοκλήρου την Custodian από του να υπερασπιστεί την εναντίον της αγωγή, ως εναγομένη 11, εφόσον απαγόρευαν στους υπόλοιπους δέκα εναγομένους-αιτητές στην παρούσα, από του να την υπερασπιστούν ή και να την εκπροσωπούν με οποιοδήποτε τρόπο.

γ)  Περαιτέρω, απαγορεύθηκε στην ουσία η υπεράσπιση ή η συνέχιση της από τους αιτητές σε άλλη αγωγή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αγωγή υπ’ αρ. 3982/11.

[*1292]δ)   Με την έκδοση των διαταγμάτων απαγορεύθηκε στην ουσία και η συνέχιση δικαστικών διαδικασιών στη Ρωσία τις οποίες είχαν εξουσιοδοτήσει οι αιτητές 5, στις οποίες η Providencia ήταν διάδικος.

Αποφασίστηκε ότι:

  1.  Σαφώς η περίπτωση δεν δικαιολογούσε την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari εφόσον οι αιτητές στην έκταση που ήταν προσωπικά διάδικοι δεν κωλύονται από του να εμφανιστούν στη διαδικασία και να αμφισβητήσουν τα εκδοθέντα διατάγματα.

  2.  Έπρεπε συνεπώς να διαχωριστούν οι προσωπικές ιδιότητες των αιτητών από τις εταιρείες, ενώ δεν ήταν δυνατόν οι αιτητές να διεκδικούν ιδιοκτησιακό καθεστώς εφόσον ήταν μόνο δικηγόροι και επίτροποι στους οποίους δόθηκε η δυνατότητα παροχής υπηρεσιών από τους πραγματικούς δικαιούχους.

  3.  Το δικαίωμα συγκεκριμένου εμπλεκόμενου προσώπου ως προστάτη, να αλλάζει τους επιτρόπους ήταν αναφαίρετο και αυτό δεν απεκαλύφθη στην έκθεση γεγονότων που κατατέθηκε στην υπό κρίση υπόθεση.

  4.  Το Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του να επιληφθεί μονομερώς της υποβληθείσας αιτήσεως και ήταν εντός των δικαιωμάτων του να την εγκρίνει, στη βάση των στοιχείων που παρουσιάστηκαν την αίτηση, υιοθετώντας την εκ πρώτης όψεως θέση των ενιστάμενων και εκεί εναγόντων, ότι οι ίδιοι ήταν οι πραγματικοί δικαιούχοι και διευθυντές των εταιρειών.

  5.  Τα πιστοποιητικά του Εφόρου Εταιρειών δεν δεσμεύουν ένα Δικαστήριο ως προς το πραγματικό ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας εταιρείας και αυτή την έννοια είχε η απαγόρευση στους αιτητές να εμφανίζονται ως διευθυντές και γραμματέας εταιρειών «κατ’ επίκληση» πιστοποιητικών, τα οποία εν πάση περιπτώσει ακυρώθηκαν από τον Έφορο Εταιρειών.

  6.  Το εκδοθέν διάταγμα απαγόρευε στους διευθυντές από του να εμφανίζονται ως τέτοιοι, αλλά βεβαίως ως φυσικά πρόσωπα δικαιούνται να εμφανιστούν και να αμφισβητήσουν το διάταγμα.

  7.  Οι αιτητές παρασιώπησαν ουσιώδη έγγραφα, αλλά και το γεγονός ότι ήταν απλοί παροχείς υπηρεσιών χωρίς δικαίωμα ιδιοκτησίας και ότι το Spring Trust έδιδε δικαίωμα στον ενιστάμενο-ενάγοντα 1, να παύει τους ίδιους τους επιτρόπους. Την οποιαδήποτε ζημιά την υφίστα[*1293]ντο οι ίδιοι οι ενιστάμενοι και όχι οι αιτητές, οι οποίοι ενήργησαν σε συμπαιγνία μεταξύ τους ως παροχείς υπηρεσιών και δικηγόροι.

  8.  Δεν υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούσαν την έκδοση προνομιακού εντάλματος υπό το φως της ολότητας των δεδομένων.

  9.  Η μη αποκάλυψη κατά το στάδιο της χορήγησης άδειας, είτε λεκτικώς, είτε διά της παρουσίασης του κειμένου του εμπιστεύματος του Spring Trust αποτελούσε ουσιαστικό πρόβλημα.

10.  Το πρόβλημα  διαπερνούσε και την υπό κρίση αίτηση. Ούτε στο στάδιο της χορήγησης της άδειας, ούτε στην υπό κρίση αίτηση αποκαλύφθηκε η δυνατότητα προσώπου δυνάμει του συστατικού εγγράφου του Spring Trust να αντικαθιστά κατά την κρίση του και ως προστάτης τους ίδιους τους επιτρόπους που διαχειρίζονται την Providencia, η οποία είναι η εμπιστευματοδόχος («trustee») του Spring Trust.

11.  Το ερώτημα που προέκυπτε και που έχρηζε τελικής απάντησης στα πλαίσια της  δικαιοδοσίας  του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων ήταν κατά πόσο τα εκδοθέντα διατάγματα εμφανίζονταν να εκδόθηκαν καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας ή κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

12.  Στην υπό κρίση περίπτωση υπάρχει ως έχει καταστεί φανερό και το γενικότερο εμπίστευμα ή εμπιστεύματα τα οποία και δημιούργησαν το όλο οικοδόμημα σχέσεων μεταξύ των διαδίκων, περιλαμβανομένης και της ίδρυσης των εταιρειών Providencia και Custodian και του διορισμού των διοικητικών συμβουλίων.

13.  Αν δικαιωματικά ή όχι ενήργησε ο προστάτης Zhigachov από τη μια και ο Ανδρέας Νεοκλέους από την άλλη, ως προστάτης του Milto Trust, θα αποφασιζόταν κατά την ακρόαση του προσωρινού διατάγματος και γενικά της αγωγής στην οποία καταχωρήθηκε η αίτηση για προσωρινή θεραπεία.

14.  Με τα πιο πάνω ως δεδομένα, η Providencia με την αλλαγή που έγινε από τον Zhigachov, κατέστη στη διαφορά ενάγουσα και το απαγορευτικό διάταγμα είχε σκοπό να εμποδίσει τους εναγόμενους στην αγωγή και εδώ αιτητές, από του να ενεργούν ως διοικητικοί σύμβουλοι ή γραμματέας αυτής.

15.  Καθίστατο φανερό ότι η απαγόρευση των όποιων αιτητών ως φυσικών προσώπων από του να εμφανίζονται ή να ενεργούν ως δι[*1294]ευθυντές ή γραμματέας της Providencia, που ήταν ενάγουσα, έπρεπε να επιλυθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριό με δεδομένη τη δυνατότητα των αιτητών να αμφισβητήσουν εφ’ όλης της ύλης και με όλο το νομικό οπλοστάσιο που είχαν στη διάθεση τους, το εκδοθέν ενδιάμεσο διάταγμα.

16.  Εκεί που παρουσιαζόταν πρόβλημα ήταν ότι η εταιρεία Custodian, δεν είχε αυτή τη δυνατότητα, ως εναγόμενη, εφόσον απαγορεύθηκε σ’ οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο των αιτητών να ενεργεί ως διευθυντής, ή γραμματέας της.

17.  Επομένως, το μέρος του διατάγματος που αφορούσε  την εταιρεία Custodian, την επηρέαζε εξ ολοκλήρου και της αποστερούσε το φυσικό κατά νόμο δικαίωμα να υπερασπιστεί, αποτελούσε υπέρβαση εξουσίας για την οποία χωρούσε certiorari. Ήταν πρόδηλο,  ότι η Custodian ουδεμία νόμιμη ενέργεια δύνατο να λάβει προς υπεράσπιση της. Το ότι η ίδια η εταιρεία Custodian στην υπό κρίση αίτηση δεν προστέθηκε ως αιτήτρια δεν είχε καμιά σημασία, εφόσον ούτως ή άλλως δεν μπορούσε να λάβει σχετική απόφαση.

18.  Όλα όσα είχαν λεχθεί επηρέαζαν βεβαίως όλες τις αγωγές που εκκρεμούσαν είτε στην Κύπρο, είτε στο εξωτερικό, διότι η δυνατότητα εκπροσώπησης αφορούσε όλες τις υποθέσεις.

19.  Ήταν δε πρόδηλο ότι δεν χωρούσε εναλλακτική θεραπεία ή άλλο ένδικο μέσο εφόσον η μη δυνατότητα της ίδιας της Custodian να υπερασπίσει τον εαυτόν της, έπληττε το θεμέλιο της όλης διαδικασίας.

Εκδόθηκε με έξοδα, προνομιακό ένταλμα certiorari με το οποίο ακυρωνόταν το προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα ως προς το μέρος που αφορούσε την εταιρεία Custodian.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,

Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,

Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,

Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535,

[*1295]Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965,

Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552,

Μικρού (1997) 1 Α.Α.Δ. 609,

Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109,

R. v. Electricity Commisioners [1924] 1 K.B.D. 204,

Ευθυμίου (1990) 1 Α.Α.Δ. 1,

Εκδόσεις Αρκτίνος Λτδ κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 1013,

Coward (2012) 1 Α.Α.Δ. 257,

Παναγιώτου (Αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1810,

Cyllenius Holdings Ltd κ.ά. (αρ. 1) (2007) 1 Α.Α.Δ. 1097,

Γεωργιάδη (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428,

John Shaw & Sons (Salford) Ltd v. Shaw [1935] 2 K.B. 133,

Pulbrook v. Richmond Consolidated Mining Co [18] 9 Ch C 610,

Μιχαηλίδης κ.ά. ν. Μιχαηλίδη κ.ά. αρ. αγωγής 857/06, ημερ. 31.5.2006, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας,

Daimler Co v. Continental Tyre Co [1916] 2 AC 337,

West End Hotels Syndicate Ltd v. Bayer [1912] 29 TLR 92,

Fergus Navigation & Embankment Co. v. Kingdon [1861] 4 LT 262.

Thanos Hotels Ltd v. Thanos Club Hotels Ltd κ.ά. αρ. αγωγής 6084/05, ημερ. 24.1.2007.

Αίτηση.

Α. Χαβιαράς, για τους Αιτητές.

[*1296]Π. Ιωαννίδης με Μ. Παναγίδη και Μ. Μιχαήλ (κα), για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Μετά τη χορήγηση σχετικής άδειας για καταχώρηση αιτήσεως προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και /ή prohibition, (η απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 25.4.2012 στην Πολιτική Αίτηση αρ. 53/2012 είναι σχετική), καταχωρήθηκε η υπό κρίση αίτηση στη βάση της οποίας επιδιώκεται η έκδοση των πιο πάνω προνομιακών ενταλμάτων προς ακύρωση του προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε μονομερώς στις 11.4.2012, από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην αγωγή αρ. 2473/2012, καθώς και η μεταφορά του σχετικού φακέλου της διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση του. 

Η αίτηση, όπως προνοείται από τη διαδικασία που ακολουθείται στη βάση των σχετικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας, υποστηρίζεται από έκθεση γεγονότων, από συμπληρωματική έκθεση που είχε κατατεθεί στην προηγηθείσα Αίτηση αρ. 53/2012, καθώς και από ένορκες δηλώσεις της Ηλιάνας Χατζησάββα από τη Λεμεσό. Περαιτέρω, η αίτηση βασίζεται και στην ένορκη δήλωση της Μισιελίνας Χριστοδούλου, δικηγόρου στο  δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους αιτητές, και η οποία παραθέτει όσα θεωρούνται σχετικά και αναγκαία για να θεμελιώσουν και τυπικά την παρουσίαση της υπόθεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση αίτηση έχουν ήδη καταγραφεί σε συνοπτική βέβαια μορφή, στην απόφαση στην Πολιτική Αίτηση αρ. 53/2012, ημερ. 25.4.2012, και δεν χρειάζεται η επακριβής επανάληψη τους στο παρόν σκεπτικό. Είναι όμως αναγκαίο να παρατεθεί εδώ αυτούσιο το σχετικό εκδοθέν προσωρινό διάταγμα από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ημερ. 11.4.2012, προς πληρέστερη κατανόηση της διαφοράς που ανέκυψε και οδήγησε εν τέλει την υπόθεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι οι αναφερόμενοι στο Διάταγμα εναγόμενοι, ταυτίζονται με τους αντίστοιχους αιτητές, ενώ η αναφερόμενη εναγόμενη 11, η Custodian Holding Ltd, δεν είναι αιτήτρια στην υπό κρίση αίτηση, για λόγους που θα γίνουν κατανοητοί στη συνέχεια.

«ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ όπως (i) οι Εναγόμενοι 6 και 7 παρουσιάζονται ή ενεργούν ως [*1297]διευθυντές της Ενάγουσας 5, (ii) ο Εναγόμενος 5 παρουσιάζεται ως γραμματέας της Ενάγουσας 5 και (iii) η Εναγόμενη 11 παρουσιάζεται ως μέτοχος της Ενάγουσας 5, με επίκληση πιστοποιητικών του Εφόρου Εταιρειών της Κύπρου ή άλλως πως, μέχρι την πλήρη εκδίκαση της ως άνω αγωγής ή νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγομένους 1-10 να ενεργούν ή παρουσιάζονται ως ενεργούντες εκ μέρους ή για λογαριασμό της Ενάγουσας 5 ή/και της Εναγόμενης 11 μέχρι την πλήρη εκδίκαση της ως άνω αγωγής ή νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγόμενους 6, 7, 8, 9 και 10 και/ή τους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους τους, να εκδίδουν και/ή χρησιμοποιούν οποιαδήποτε πληρεξούσια έγγραφα εκ μέρους και/ή για λογαριασμό της Ενάγουσας 5 και/ή της Εναγομένης 11, μέχρι την πλήρη εκδίκαση της ως άνω αγωγής ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»

Όπως έχει προκύψει μέσα από την ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης και την περαιτέρω επεξήγηση των γεγονότων που στοιχειοθετούν τη διαφορά μεταξύ των διαδίκων, οι παρόντες αιτητές είναι στην ουσία παροχείς υπηρεσιών προς εξυπηρέτηση της Providencia Holdings Ltd, η οποία είναι ενάγουσα 5 στην αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Συστάθηκε στις 5.7.2002 με διευθυντές και γραμματέα το δικηγορικό γραφείο Ανδρέας Νεοκλέους & Σια, το οποίο μετεξελίχθηκε στους Ανδρέας Νεοκλέους & Σια ΔΕΠΕ, εναγομένους 10 στην αγωγή. Διευθυντές της Providencia Holdings Ltd διορίστηκαν οι εναγόμενοι 6 και 7 στην αγωγή, αιτήτριες υπ’ αρ. 6 και 7 στην υπό κρίση αίτηση, ενώ γραμματέας διορίστηκε η  εταιρεία  Merco  Services Ltd, εναγομένη 5 στην αγωγή και αντίστοιχα αιτήτρια 5 στην παρούσα αίτηση.  Με τη σειρά της, η Merco Services Ltd ελέγχεται από τους εναγόμενους 10.  Από τις 26.6.2006 μέχρι και τις 15.9.2011, όταν έλαβαν χώραν τα γεγονότα που δημιούργησαν ρήξη μεταξύ των διαδίκων, η εταιρεία Custodian Holding Ltd, εναγομένη 11 στην αγωγή, ήταν μοναδικός μέτοχος της Providencia. Στις 15.9.2011 όλες οι μετοχές της Providencia, οι οποίες κατέχονταν από την Custodian, μεταβιβάστηκαν στην Critch Investments Ltd, ενάγουσα 4 στην αγωγή.

Πίσω από αυτές τις διευθετήσεις υφίσταται εμπίστευμα ονόμα[*1298]τι Milto Cyprus International Trust, του οποίου ουσιαστικός ιδιοκτήτης θεωρείται ο Igor Zhigachov, ενάγων 1 στην αγωγή, ο οποίος ως αποκλειστικός δικαιούχος («beneficiary»), κατέχει όλες τις μετοχές της Custodian. Στη βάση συμφωνίας παροχής υπηρεσιών μεταξύ του εν λόγω Zhigachov και του Ανδρέα Νεοκλέους ως φυσικού προσώπου και εναγομένου 8 στην αγωγή, ο Ανδρέας Νεοκλέους καθορίστηκε ως ο προστάτης («protector») του εμπιστεύματος Milto Trust, επίτροπος δε («trustee») διορίστηκε η Montrago Trustees Ltd, εναγομένη 1 στην αγωγή, η οποία με τη σειρά της ελέγχεται από τους Ανδρέας Νεοκλέους & Σια ΔΕΠΕ, εναγομένους 10 στην αγωγή.

Από την άλλη, η Providencia ενεργούσε ως εμπιστευματοδόχος του εμπιστεύματος Spring Trust, δημιουργηθέν από τον αποβιώσαντα Oleg Zakharov από τη Ρωσία στη βάση σχετικού συστατικού εγγράφου ημερ. 18.7.2002. Ο αποβιώσας Zakharov ήταν πατέρας των Vladimir Zakharov και Alexander Zakharov, το δε Spring Trust διαχειρίζεται μεγάλη περιουσία στη Ρωσία, κατέχοντας και τη μετοχική πλειοψηφία κατά 85% σε μια ρωσική εταιρεία τύπου Joint Stock Company ονόματι Rosinka που ασχολείται με την ανάπτυξη ακινήτων. Μεταξύ των μετόχων της Rosinka είναι και η Providencia ως εμπιστευματοδόχος του Spring Trust και ο Alexander Zakharov, ενάγων 3. Με βάση τις συμφωνίες μεταξύ των ενδιαφερομένων προσώπων, ο Zhigachov ενεργεί ως προστάτης του εμπιστεύματος περιλαμβανομένης και της εξουσίας να αντικαθιστά τους εμπιστευματοδόχους, υπό το φως του γεγονότος ότι ο Zhigachov, δικηγόρος, ήταν και μακροχρόνιος φίλος του ιδρυτή του Spring Trust, Oleg Zakharov, ενώ με βάση τις επιθυμίες του Zakharov τα συμφέροντα του Spring Trust απέκτησαν οι υιοί του, ενάγοντες 2 και 3. Με βάση τη μετοχική σύνθεση της Rosinka και τα μετοχικά συμφέροντα των διαφόρων εταιρειών και εμπιστευμάτων οι δύο ενάγοντες στην αγωγή είναι δικαιούχοι της Rosinka πέραν του 99%.

Στα πιο πάνω πλαίσια, οι εναγόμενοι 10 και εδώ αιτητές 10, Ανδρέας Νεοκλέους & Σια ΔΕΠΕ, διαχειρίζονταν την Custodian με βάση τις οδηγίες του Zhigachov και προς το σκοπό αυτό διορίστηκαν διευθυντές, γραμματείς και ονομαστικοί μέτοχοι διάφοροι υπάλληλοι – μέλη της εν λόγω ΔΕΠΕ ή εταιρείες που ουσιαστικά ελέγχονται και ανήκουν σε αυτή.

Τα προβλήματα ανέκυψαν όταν οι παρόντες αιτητές έλαβαν γνώση γεγονότων στη βάση πειστικών μαρτυριών περί υπεξαιρέσεων και κλοπών μεγάλων χρηματικών ποσών και άλλων περιου[*1299]σιακών στοιχείων από τους Zhigachov και τους αδελφούς Zakharov. Επομένως, κατά τη θέση των αιτητών, εκτελώντας καθηκόντως τις υποχρεώσεις τους ως εμπλεκόμενοι επίτροποι, τόσο του Milto Trust, όσο και του Spring Trust, προχώρησαν να διερευνήσουν τα δεδομένα και να λάβουν εκείνα τα δικαστικά μέτρα που θεωρούσαν αναγκαία για την προστασία της περιουσίας των εμπιστευμάτων. Κατά την άποψη τους, ο Zhigachov δεν είναι αποκλειστικός δικαιούχος του Milto Trust παρά μόνο ένας discretionary beneficiary με περιορισμένα δικαιώματα και χωρίς προσωπικό ιδιοκτησιακό δικαίωμα. Περαιτέρω, οι αδελφοί Zakharov, δικαιούχοι του Spring Trust, δεν μπορούν να επεμβαίνουν στη διαχείριση έξω από τις πρόνοιες των εγγράφων εμπιστεύματος. Οι πληροφορίες του Ανδρέα Νεοκλέους στο διοικητικό συμβούλιο της Ronsika, αλλά και άλλες πληροφορίες εν γένει έφεραν στην επιφάνεια το δεδομένο ότι τα προαναφερθέντα πρόσωπα είτε από μόνα τους, είτε σε συμπαιγνία με αξιωματούχους της Ronsika, διοχέτευαν εισοδήματα της προς εταιρείες που ελέγχονταν από τον Zhigachov και όχι προς την Providencia. Στα πλαίσια αυτά, ο Zhigachov παύθηκε από προστάτης του Oasis Trust που είχε δημιουργηθεί από την Custodian, οπότε και ο ίδιος ο Zhigachov αντιδρώντας διόρισε παρανόμως, κατά τον ισχυρισμό των αιτητών, την ενάγουσα 6 ως νέο επίτροπο σε αντικατάσταση της Providencia προσπαθώντας να αποκόψει τους αιτητές από την περαιτέρω διαχείριση των εμπιστευμάτων και τη διερεύνηση με την αστυνομία ή άλλως πως, των όλων δεδομένων.

Με τη σειρά τους, οι ενιστάμενοι στην υπό κρίση αίτηση αφού τονίζουν το γεγονός ότι οι αιτητές δεν είναι παρά παροχείς υπηρεσιών χωρίς κανένα πραγματικό μετοχικό ή άλλο ιδιοκτησιακό καθεστώς, εισηγούνται ότι απεκρύβησαν ουσιώδη γεγονότα από το Δικαστήριο κατά την εισαγωγή της Πολιτικής Αίτησης υπ’ αρ. 53/2012, προς λήψη της άδειας για καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Τα σχετικά εμπιστεύματα έδιδαν απόλυτη εξουσία στον Zhigachov ως προστάτη του Spring Trust να απομακρύνει ανά πάσα στιγμή τον εμπιστευματοδόχο, διορίζοντας νέο άτομο για τη διαχείριση του εμπιστεύματος. Μάλιστα, ήταν οι αδελφοί Zakharov που κινητοποίησαν τον Zhigachov ως προστάτη του Spring Trust για τις παραβιάσεις των όρων του εμπιστεύματος του Spring Trust από την Providencia, που νομοτυπικά και μόνο, ελεγχόταν τότε από την Ανδρέας Νεοκλέους & Σια ΔΕΠΕ. Με βάση τα δικά τους δεδομένα, οι ενιστάμενοι και ιδιαίτερα ο Zhigachov, εξέδωσε πιστοποιητικό στις 12.3.2011 με βάση το οποίο επιβεβαίωσε την ύπαρξη παραβάσεων των όρων του εμπιστεύματος του Spring Trust, παύοντας την Providencia από Επίτροπο («Trustee») του [*1300]εμπιστεύματος και διορίζοντας την ενάγουσα 8, την κυπριακή εταιρεία Froniador Holdings Ltd, ως νέο επίτροπο με εναλλακτικό επίτροπο μια άλλη εταιρεία, την Virginia Atlantic International LLC.

Οι συνήγοροι κατά τις αγορεύσεις τους τόνισαν τις αντίστοιχες θέσεις τους, με τον κ. Χαβιαρά να εισηγείται ότι το Δικαστήριο αυτό δεν επενεργεί ως Εφετείο επί της αδείας που ήδη έδωσε, αλλά θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο πρέπει να χορηγηθεί και να εκδοθεί το αιτούμενο ένταλμα certiorari. Κατά την εξέταση της παρούσας αίτησης δεν εφαρμόζονται τα κριτήρια που λαμβάνονται για τη χορήγηση, τροποποίηση ή ακύρωση προσωρινών διαταγμάτων που εκδίδονται βάσει του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/1960. Το Δικαστήριο χορηγώντας την άδεια για την παρούσα αίτηση δεν ήταν αναγκαίο να εισέλθει στην πολύπλοκη ουσία της διαφοράς και επομένως δεν ήταν ούτε αναγκαίο να κατατεθούν σε εκείνο το στάδιο όλα τα σχετικά τεκμήρια εφόσον το Δικαστήριο εξέταζε το ζήτημα «on the face of the record». Η θέση του συνηγόρου ήταν ότι κατά τη διεκδίκηση από πλευράς των παρόντων ενισταμένων και εναγόντων στην αγωγή αρ. 2473/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, δεν μπορούν διεκδικώντας την ιδιοκτησία των εν λόγω εταιρειών να αποκλείουν ταυτόχρονα τις εταιρείες αυτές που είναι εναγόμενες από του να υπερασπίζονται τα συμφέροντα τους. Με τα διατάγματα που εκδόθηκαν διασφαλιζόταν από πλευράς των ενισταμένων και εναγόντων στην αγωγή, η απουσία υπεράσπισης, η εξασφάλιση αποφάσεων ερήμην των αιτητών-εναγομένων, ενώ το Δικαστήριο χορηγώντας ως προσωρινό μέτρο τα διατάγματα προαποφάσισε το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εταιρειών και των εμπιστευμάτων που είναι και το τελικό ζητούμενο. Η απαγόρευση των αιτητών 1-10, από το να ενεργούν εκ μέρους της Providencia και της Custodian, δημιουργεί ουσιαστικό πρόβλημα με αποτέλεσμα κατά τον Έφορο Εταιρειών ουδείς να έχει υπέρ του οποιοδήποτε πιστοποιητικό ως προς τη διευθυντική δομή των εν λόγω προσώπων.

Ο κ. Ιωαννίδης, αντιθέτως, διαχώρισε στην αγόρευση του το εταιρικό καθεστώς των Providencia, Custodian και  εμπιστευμάτων, από τη μια και των δικαιούχων τους από την άλλη. Δεν είναι δυνατό κατά τον συνήγορο να ερίζουν οι παροχείς υπηρεσιών με τους πελάτες τους δηλαδή τους ενιστάμενους για λογαριασμών των οποίων ανέλαβαν να προσφέρουν υπηρεσίες. Οι παροχείς υπηρεσιών υπέγραψαν συμφωνίες ως δικηγόροι που οι ίδιοι συνέταξαν και στις οποίες δινόταν το αναφαίρετο δικαίωμα να τερματιστούν οι υπηρεσίες τους ανά πάσα στιγμή [*1301]από τον Zhigachov. Ουδείς των παρόντων αιτητών και εναγομένων στην αγωγή έχει οποιοδήποτε ουσιαστικό ή ιδιοκτησιακό συμφέρον σε οποιοδήποτε καταπίστευμα.

Σαφώς η περίπτωση δεν δικαιολογεί την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari εφόσον οι αιτητές στην έκταση που είναι προσωπικά διάδικοι δεν κωλύονται από του να εμφανιστούν στη διαδικασία και να αμφισβητήσουν τα εκδοθέντα διατάγματα. Πρέπει συνεπώς να διαχωριστούν οι προσωπικές ιδιότητες των αιτητών από τις εταιρείες, ενώ δεν είναι δυνατόν οι αιτητές να διεκδικούν ιδιοκτησιακό καθεστώς εφόσον είναι μόνο δικηγόροι και επίτροποι στους οποίους δόθηκε η δυνατότητα παροχής υπηρεσιών από τους πραγματικούς δικαιούχους.  Το δικαίωμα του Zhigachov ως προστάτη να αλλάζει τους επιτρόπους είναι αναφαίρετο και αυτό δεν απεκαλύφθη στην έκθεση γεγονότων που κατατέθηκε στην υπό κρίση υπόθεση.

Το Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του να επιληφθεί μονομερώς της υποβληθείσας αιτήσεως και ήταν εντός των δικαιωμάτων του να την εγκρίνει, στη βάση των στοιχείων που παρουσιάστηκαν την αίτηση, υιοθετώντας την εκ πρώτης όψεως θέση των ενισταμένων και εκεί εναγόντων, ότι οι ίδιοι ήταν οι πραγματικοί δικαιούχοι και διευθυντές των εταιρειών.  Τα πιστοποιητικά του Εφόρου Εταιρειών δεν δεσμεύουν ένα Δικαστήριο ως προς το πραγματικό ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας εταιρείας και αυτή την έννοια είχε η απαγόρευση στους αιτητές να εμφανίζονται ως διευθυντές και γραμματέας εταιρειών «κατ’ επίκληση» πιστοποιητικών, τα οποία εν πάση περιπτώσει ακυρώθηκαν από τον Έφορο Εταιρειών. Το εκδοθέν διάταγμα απαγορεύει στους διευθυντές από του να εμφανίζονται ως τέτοιοι, αλλά βεβαίως ως φυσικά πρόσωπα δικαιούνται να εμφανιστούν και να αμφισβητήσουν το διάταγμα.

Εν τέλει οι αιτητές παρασιώπησαν ουσιώδη έγγραφα, αλλά και το γεγονός ότι είναι απλοί παροχείς υπηρεσιών χωρίς δικαίωμα ιδιοκτησίας και ότι το Spring Trust δίδει δικαίωμα στον ενιστάμενο-ενάγοντα 1, να παύει τους ίδιους τους επιτρόπους.  Την οποιαδήποτε ζημιά την υφίστανται οι ίδιοι οι ενιστάμενοι και όχι οι αιτητές, οι οποίοι ενήργησαν σε συμπαιγνία μεταξύ τους ως παροχείς υπηρεσιών και δικηγόροι. Δεν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση προνομιακού εντάλματος υπό το φως της ολότητας των δεδομένων.

Όλα τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ’ εξαίρεση [*1302]εφόσον αποτελούν προνόμιο και αντλούν την υπόσταση τους από το κατάλοιπο της εξουσίας για έλεγχο των κατωτέρων Δικαστηρίων, εκεί όπου από το πρακτικό της σχετικής απόφασης διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.  Τα προνομιακά εντάλματα δεν έχουν σκοπό να υποκαταστήσουν το ένδικο μέσο της έφεσης, (Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464). Περαιτέρω, ακόμη και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, το ένταλμα δεν δίδεται όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία εκτός και αν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα, (δέστε σχετικά τις υποθέσεις Αναφορικά με τον Genaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535, Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965 και Σ. Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552.). Η πάροδος δε μεγάλου χρονικού διαστήματος ή η ύπαρξη αλλότριου σκοπού στην επιδίωξη  έκδοσης του εντάλματος, αποτελούν πρόσθετους λόγους για τη μη χορήγηση του, (δέστε Αναφορικά με την Αίτηση Νικήτα Μικρού για Certiorari (1997) 1 Α.Α.Δ. 609).

Ακόμη και σε θέματα ελέγχου της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, που αποτελούν κατ’ εξοχήν λόγο χορήγησης προνομιακού εντάλματος, θα πρέπει να καταδειχθεί ότι η ύπαρξη άλλου προσφερόμενου ένδικου μέσου δεν επαρκεί υπό τις περιστάσεις για να χορηγηθεί, κατ’ εξαίρεση, η άδεια ή για να εκδοθεί ένταλμα certiorari. Έχει αναφερθεί στην υπόθεση Αναφορικά με τις Αιτήσεις της Αυγής Ι. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853 και στη Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) για έκδοση Certiorari (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, ότι σε πολύ σπάνιες και εξαιρετικές περιστάσεις θα δοθεί άδεια καταχώρησης αίτησης προνομιακού εντάλματος ή θα χορηγηθεί η έκδοση τέτοιου εντάλματος εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο.

Ειδικά για το προνομιακό ένταλμα τύπου prohibition, το οποίο επίσης επιδιώκεται με την παρούσα αίτηση, εξηγείται στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα» στο Κεφ. 5. σελ. 216-218, ότι το prohibition εκδίδεται για να εμποδιστεί κατώτερο Δικαστήριο από του να ενεργεί χωρίς δικαιοδοσία ή καθ’ υπέρβαση της, ώστε να μην συνεχίζονται δικαστικές διαδικασίες καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας ή κατά τρόπο που η διαδικασία που ακολουθείται να είναι ενάντια στις αρχές της φυσικής δικαιοσύ[*1303]νης. Αναφέρεται ιδιαίτερα στην παρ. 5.05, σελ. 218, ότι το προνομιακό ένταλμα τύπου prohibition δεν προσφέρεται για την ακύρωση διαταγής κατώτερου Δικαστηρίου, αλλά έχει βασικό σκοπό να «…… εμποδίσει τα κατώτερα Δικαστήρια να ενεργούν εκτός των πλαισίων της δικαιοδοσίας τους ή κατά παράβαση των νόμων της χώρας.».

Το prohibition συνδυάζεται συνήθως και με το προνομιακό ένταλμα τύπου certiorari, εφόσον το τελευταίο στοχεύει στη διόρθωση λαθών επί του νόμου ή και επί απόφασης ληφθείσας καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας, ενώ το πρώτο απαγορεύει στο Δικαστήριο που έχει υπερβεί δικαιοδοσία, από του να τη συνεχίσει. Δεν χωρεί βέβαια εναντίον τελεσίδικης απόφασης, ούτε εναντίον νομοθετικής αρχής ή σώματος (δέστε O. Hood Phillips: Constitutional and Administrative Law 5η έκδ. σελ. 540-541). Όπως εξηγήθηκε από τον Atkin L.J. στην υπόθεση R. v. Electricity Commisioners [1924] 1 K.B.D. 204, και τα δύο αυτά προνομιακά εντάλματα έλκουν την καταγωγή τους από τα βάθη του χρόνου και σχετίζονται στην ουσία με την υπέρβαση της δικαιοδοσίας των κατωτέρων Δικαστηρίων. Το prohibition απαγορεύει τη συνέχιση της διαδικασίας, (επί ποινή περιφρόνησης), ενώ το certiorari σκοπεί στη μεταφορά του πρακτικού και της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου στο ανώτερο Δικαστήριο, για να εξεταστεί η νομιμότητα αυτών και εν ανάγκη, να ακυρωθούν.

Μέσα στις πιο πάνω κατευθυντήριες γραμμές είναι που πρέπει να αποφασιστεί η υπό κρίση αίτηση. Χωρίς αμφιβολία ενυπάρχει εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια χορήγησης προνομιακών ενταλμάτων να εξετάσει και κατά πόσον ο αιτητής ενήργησε καλή τη πίστη, θέτοντας και αποκαλύπτοντας όλη εκείνη την εικόνα που συνθέτει τη διαφορά και αποτελεί το υπόβαθρο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η υποχρέωση του αιτητή κατά την παρουσίαση αίτησης για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αιτήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος να αποκαλύπτει τα ουσιώδη, είναι βεβαίως αδιαμφισβήτητη. Ενυπάρχει στη φύση της ίδιας της αίτησης που κατά προνόμιο και κατ’ εξαίρεση επιζητεί την ειδική αυτή δικαιοδοσία, (δέστε Αναφορικά με την Αίτηση του Πανίκου Ευθυμίου για certiorari (1990) 1 Α.Α.Δ. 1, Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας Εκδόσεις Αρκτίνος Λτδ κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 1013 και Αναφορικά με την Αίτηση του Martin Coward για certiorari (2012) 1 Α.Α.Δ. 257).

Ορθά λέχθηκε ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ των κριτηρίων που εφαρμόζονται για την αίτηση και χορήγηση προσωρινών [*1304]διαταγμάτων στο Επαρχιακό Δικαστήριο και εκείνων που συναρτώνται προς την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, ούτε και η σύνδεση που υπάρχει στο στάδιο μονομερούς αίτησης και εξέτασης εκ των υστέρων προς οριστικοποίηση ή ακύρωση προσωρινού διατάγματος, ισχύει στα προνομιακά εντάλματα. Όμως, η αίτηση για χορήγηση άδειας, η λήψη αυτής και η καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, δεν είναι και δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι εντελώς αυτόνομα και ανεξάρτητα, αποκομμένα το ένα, από το άλλο στάδιο. Υπάρχει νομολογία που υποδεικνύει ότι δεν μπορούν να εξεταστούν θέματα άλλα από αυτά για τα οποία χορηγήθηκε η άδεια, (Αναφορικά με την Αίτηση της Άντρης Παναγιώτου (Αρ. 1) για certiorari (2002) 1 Α.Α.Δ. 1810), ούτε και τυχόν άδεια που χορηγήθηκε κατά παράβαση των προνοούμενων τύπων μπορεί να θεμελιώσει την εκ των υστέρων καταχώρηση της διά κλήσεως αίτησης, (Αναφορικά με την Cyllenius Holdings Ltd κ.ά. (αρ. 1) (2007) 1 Α.Α.Δ. 1097 και Αίτηση του Δώρου Γεωργιάδη (αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428).

Σαφώς το Δικαστήριο δεν επενεργεί ως Εφετείο επί της δοθείσας υπ’ αυτού άδειας εάν μεταγενέστερα εντοπισθεί είτε ουσιώδης παράβαση τύπου, είτε χορήγηση της άδειας εδραζόμενης επί αναληθών, ψευδών ή παραπλανητικών γεγονότων ή ακόμη και απόκρυψης ή παρασιώπησης ουσιωδών δεδομένων. Άλλωστε, η αίτηση δεν μπορεί να αποστεί ή να διαφοροποιεί τα δεδομένα τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο της αίτησης για χορήγηση της άδειας, ούτε βέβαια τη βάση της ίδιας της ένορκης δήλωσης, που θεμελιώνει την έκθεση.

Κρίνεται ότι η μη αποκάλυψη είτε λεκτικώς, είτε διά της παρουσίασης του κειμένου του εμπιστεύματος του Spring Trust αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα. Ο κ. Χαβιαράς εισηγήθηκε ότι στο στάδιο της χορήγησης της άδειας δεν ήταν ανάγκη να θέσει όλα τα γεγονότα ή και υποστηρικτικά έγγραφα εφόσον πρόκειτο για ικανοποίηση περί της υπέρβασης της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου στην όψη των πραγμάτων ή του πρακτικού, («on the face of the record»). Το πρόβλημα όμως διαπερνά και την υπό κρίση αίτηση. Ούτε στο στάδιο της χορήγησης της άδειας, ούτε στην υπό κρίση αίτηση αποκαλύπτεται η δυνατότητα του Zhigachov δυνάμει του συστατικού εγγράφου του Spring Trust (επισυνημμένο στην ένορκη δήλωση της Μαριάννας Γιωρκάτζη που υποστηρίζει την ένσταση, ως Τεκμ. 8), να αντικαθιστά κατά την κρίση του και ως προστάτης τους ίδιους τους επιτρόπους που διαχειρίζονται την Providencia, η οποία είναι η εμπιστευματοδόχος («trustee») του Spring Trust. Τα όσα παρεμφερώς αναφέρονται στην αίτηση [*1305]και την έκθεση γεγονότων περί της ιδιότητας του Zhigachov, δεν επαρκούν, ούτε και δίνουν το ουσιαστικό στίγμα των μεταξύ των διαδίκων συμφωνηθέντων.

Με κανένα τρόπο το Δικαστήριο αυτό δεν θα υπεισέλθει στις διαφορές που προέκυψαν μεταξύ των διαδίκων ώστε να αποτυπώσει ή να διαμορφώσει θέση ή άποψη επ’ αυτών. Δεν είναι αυτός ο ρόλος αυτού του Δικαστηρίου στην παρούσα διαδικασία, η οποία σκοπό έχει τον έλεγχο επί της νομιμότητας και όχι της ορθότητας του εκδοθέντος Διατάγματος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Οι διαφορές είναι περίπλοκες, οι συναλλαγές ιδιαίτερα δαιδαλώδεις και τα συμφέροντα συγκρουόμενα και περιπεπλεγμένα. Πολλά από τα ζητήματα που τέθηκαν κατά την ακρόαση  της υπό κρίση αίτησης σχετίζονται με τα δικαιώματα των επιτρόπων, των διευθυντών εταιρειών και των καθοριζόμενων από τα εμπιστευματικά έγγραφα ως προστάτων («protectors»). Το ποιος διάδικος εκπροσωπεί νομίμως τα εταιρικά συμφέροντα των εναγόντων και εναγομένων στις αγωγές που έχουν εγερθεί στη Λευκωσία και Λεμεσό είναι το ζητούμενο που θα αποφασιστεί από τα αρμόδια Επαρχιακά Δικαστήρια. Η αξιολόγηση των δεδομένων και των αμφισβητούμενων ενεργειών των διαφόρων διαδίκων εν Κύπρω και εν τη αλλοδαπή, αφορούν αποκλειστικά και μόνο το αρμόδιο δικαστικό forum, που δεν είναι, βεβαίως, το Ανώτατο Δικαστήριο στην προνομιακή του διαδικασία.

Όπως λέχθηκε και στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπ’ αρ. Αίτηση 53/12, η χορηγηθείσα άδεια δόθηκε διότι διαπιστώθηκε να υπήρχε αποκλεισμός της δυνατότητας και ευχέρειας των αιτητών από του να παρουσιασθούν στο επιστρεπτέο στάδιο προς αμφισβήτηση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν. Καθώς επίσης και ενδεχόμενη υπέρβαση των δικαιωμάτων διευθυντών κατά τον εταιρικό Νόμο.

Με απλά λόγια το τι έγινε στην υπό κρίση περίπτωση και που οδήγησε στην έγερση της αγωγής υπ’ αρ. 2773/12, ήταν η αλλαγή εκ μέρους του Zhigachov στη βάση των διαφόρων εγγράφων, των διευθυντών της Providencia που μέχρι τις 15.9.2011, ήσαν οι αιτήτριες 6 και 7 και αντίστοιχες εναγόμενες στην αγωγή. Έγινε επίσης αλλαγή του γραμματέα της Providencia που μέχρι τις 15.9.2011 ήταν η Merco Services Ltd, αιτήτρια 5 και αντίστοιχη εναγόμενη 5 στην αγωγή. Περαιτέρω έγινε μεταβίβαση μετοχών της Providencia που μέχρι 15.9.2011 ήταν η Custodian, εναγόμενη 11, στην αγωγή και αντικαταστάθηκε από την Critch Investments Ltd, ενάγουσα 4 στην αγωγή.

[*1306]Το ερώτημα που προκύπτει και που χρήζει τελικής απάντησης στα πλαίσια της παρούσας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι κατά πόσο τα εκδοθέντα διατάγματα εμφανίζονται να εκδόθηκαν καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας ή κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Η διατύπωση του πρώτου σκέλους του διατάγματος το οποίο έχει τρεις επί μέρους πτυχές, απαγορεύει στις αιτήτριες 6 και 7, από του να ενεργούν ως διευθυντές της Providencia και στην αιτήτρια 5 από του να παρουσιάζεται ως γραμματέας αυτής. Και τέλος απαγορεύεται στην Custodian να εμφανίζεται ως μέτοχος της Providencia. Οι αλλαγές, όπως ήδη αναφέρθηκε, έγιναν στη βάση συγκεκριμένων προνοιών του Declaration Trust ημερ. 18.7.2002, που δημιούργησε το Spring Trust International Trust, στο οποίο προστάτης καθορίστηκε ο Zhigachov, ο οποίος δυνάμει της παραγράφου 14 κατέχει ευρείες εξουσίες να αντικαθιστά τους εμπιστευματοδόχους. Αυτό βεβαίως επηρεάζει και την εταιρική εκπροσώπηση της Providencia, η οποία ήταν με βάση το πιο πάνω έγγραφο, ο «original trustee», που ως αυτόνομη εταιρεία είχε τους δικούς της διοικητικούς συμβούλους και γραμματέα.

Κατέστη σαφές κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ότι τα φυσικά πρόσωπα, ήτοι, οι αιτήτριες 6 και 7, δύνανται να εμφανιστούν κατά την πρωτόδική διαδικασία και να αμφισβητήσουν ότι η εκπροσώπηση της Providencia δεν πρέπει να γίνεται από άλλους εκτός από τις ίδιες ως αρχικά διορισθείσες διοικητικοί σύμβουλοι. Αυτό καταγράφεται και στην παρ. 23 της ένορκης δήλωσης Μ. Γιωρκάτζη που υποστηρίζει την ένσταση, ότι δηλαδή μεταγενεστέρως της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος στις 11.4.2012, όλοι οι αιτητές – εκεί εναγόμενοι – πλην των αιτητών 3 και 4, εμφανίσθηκαν εκπροσωπούμενοι από δικηγόρο και δήλωσαν ότι αμφισβητούν την ορθότητα του διατάγματος ζητώντας χρόνο για καταχώρηση ένστασης. Αυτό έγινε στις 23.4.2012 και ο κ. Χαβιαράς και κατά τη διαδικασία χορήγησης της άδειας δέχθηκε ότι όντως είχαν εμφανιστεί στην πιο πάνω ημερομηνία όσοι από τους εναγομένους-καθ’ ων η αίτηση και εδώ αιτητές, μπορούσαν να εμφανιστούν χωρίς κώλυμα.

Χωρίς να παρίσταται ανάγκη για εκτεταμένη ανάλυση του εταιρικού δικαίου στο ζήτημα της εκπροσώπησης εταιρείας, είναι δεδομένο ότι μια εταιρεία είναι διάφορο πρόσωπο κατά νόμο, τόσο από τους μετόχους της, όσο και από τους διευθυντές της. Το διοικητικό συμβούλιο εταιρείας έχει την ευθύνη της διοίκησης της, ενώ οι μέτοχοι είναι βέβαια οι ιδιοκτήτες της, που δυνατόν να ταυτίζονται, αλλά όχι κατ’ ανάγκη, εν όλω ή εν μέρει, με τους διευθυ[*1307]ντές. Η γενική συνέλευση των μετόχων και το διοικητικό συμβούλιο  μπορούν μεταξύ  τους να ασκούν όλες τις εξουσίες της εταιρείας, (δέστε Pennington’s Company Law, 4η έκδ., σελ. 523-525).  Το καταστατικό της εταιρείας διαμοιράζει αυτές τις εξουσίες, η τροποποίηση των οποίων δυνατόν να διαφοροποιεί την κατάσταση, υπό το φως πάντοτε και των προνοιών του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, που δίνει ορισμένες εξουσίες αποκλειστικά στη γενική συνέλευση. Κατά το εταιρικό δίκαιο, στην ενάσκηση των εξουσιών του το διοικητικό συμβούλιο δεν ενεργεί ως αντιπρόσωπος της πλειοψηφίας ή ακόμη και όλων των μετόχων της εταιρείας, οι οποίοι δεν μπορούν με ψήφισμα ομόφωνο ή πλειοψηφικό να υπερνικήσουν την εξουσία του διοικητικού συμβουλίου ή να του δίνουν οδηγίες πώς να ασκεί τις εξουσίες του, (δέστε την υπόθεση John Shaw & Sons (Salford) Ltd v. Shaw [1935] 2 K.B. 133). Είναι όμως δυνατό το καταστατικό της εταιρείας να δίνει την ίδια εξουσία τόσο στα μέλη, όσο και στους διευθυντές ταυτόχρονα, σε περίπτωση δε διαφωνίας υπερισχύει η απόφαση των μετόχων, δεδομένου ότι η γενική συνέλευση είναι το ανώτατο όργανο στην εταιρεία.

Πέραν των πιο πάνω, αναγνωρίζεται η δυνατότητα συνομολόγησης μιας μεταξύ των μετόχων συμφωνίας έξω από το καταστατικό και ξέχωρα από αυτό, το οποίο δύναται να διέπει τη λειτουργία των μετόχων. Αναφέρεται στον Gower and Davies’ Principles of Modern Company Law 7η έκδ. σελ. 66, ότι:

«An alternative method is an agreement concluded among all the shareholders, but existing outside and separate from the articles and to which the company itself may or may not be a party.  Such an agreement is not normally treated as part of the constitution of the company, though it may have an effect which is rather similar to a provision in the articles.»

Όλα τα ανωτέρω αναφέρονται για να διαφανεί ότι είναι δυνατός ο έλεγχος διοικητικού συμβουλίου και πέραν από το ίδιο το καταστατικό. Στην υπό κρίση περίπτωση υπάρχει ως έχει καταστεί φανερό και το γενικότερο εμπίστευμα ή εμπιστεύματα τα οποία και δημιούργησαν το όλο οικοδόμημα σχέσεων μεταξύ των διαδίκων, περιλαμβανομένης και της ίδρυσης των εταιρειών Providencia και Custodian και του διορισμού των διοικητικών συμβουλίων.  Αν δικαιωματικά ή όχι ενήργησε ο Zhigachov από τη μια και ο Ανδρέας Νεοκλέους από την άλλη, ως προστάτης του Milto Trust, θα αποφασιστεί κατά την ακρόαση του προσωρινού διατάγματος  και γενικά της αγωγής στην οποία καταχωρήθηκε η αίτηση για [*1308]προσωρινή θεραπεία. Στο δίκαιο των εταιρειών είναι όμως δυνατή η απαγόρευση διά προσωρινού διατάγματος ή άλλως πως, ενός διευθυντή από του να ενεργεί ως τέτοιος πάνω στην αρχή που καθιέρωσε η Pulbrook v. Richmond Consolidated Mining Co [1878] 9 Ch C 610, ότι ένας διοικητικός σύμβουλος που έχει ορθά διορισθεί δύναται να εμποδίσει άλλο από του να ενεργεί διότι ένας διοικητικός σύμβουλος «….. has a right by the constitution of the company to take  part in its management, to be present, and to vote at the meetings of the board of directors.», (δέστε και Pennington’s Company Law, 4η έκδ. σελ. 508-509, Mayson, French & Ryan on Company Law 2011-2012 Edition, σελ. 451 και την ενδιάμεση απόφαση αυτού του Δικαστηρίου στην Θάνος Μιχαηλίδη κ.ά. ν. Αλέκου Μιχαηλίδη κ.ά. αρ. αγωγής 857/06, ημερ. 31.5.2006, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας).

Με τα πιο πάνω ως δεδομένα, σημειώνεται ότι η Providencia με την αλλαγή που έγινε από τον Zhigachov, κατέστη στη διαφορά ενάγουσα και το απαγορευτικό διάταγμα είχε σκοπό να εμποδίσει τους εναγόμενους στην αγωγή και εδώ αιτητές, από του να ενεργούν ως διοικητικοί σύμβουλοι ή γραμματέας αυτής. Οι αιτητές-ενάγοντες και εδώ ενιστάμενοι, έλαβαν πρώτοι τα δικαστικά εκείνα μέτρα που κατά την άποψη τους εξασφάλιζαν τα δικά τους δικαιώματα. Έχοντας υπόψη τώρα υπό το φως του ευεργετήματος της μελέτης του εμπιστεύματος του Spring Trust που παρουσιάσθηκε ως μέρος των εγγράφων της ένστασης, δεν φαίνεται να παραβιάζεται η φυσική δικαιοσύνη. Οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, όπως επεξηγούνται για σκοπούς έκδοσης certiorari στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα σελ. 136-139, περιλαμβάνουν και την αρχή του audi alteram partem. Εδώ, όπως και ο ίδιος ο κ. Ιωαννίδης αποδέχθηκε κατά την ακρόαση της αίτησης, οι αιτητές ως φυσικά πρόσωπα μπορούν να εμφανισθούν και ουδείς δύναται να τους εμποδίσει προς αμφισβήτηση της ορθότητας και του κύρους του διατάγματος. Η παραβίαση κανόνα φυσικής δικαιοσύνης αποτελεί  μια έκφανση έλλειψης δικαιοδοσίας και, εάν αυτό διαπιστώνεται, χωρεί η έκδοση certiorari  Εδώ, όμως, με την ανάλυση που έγινε πιο πάνω, καθίσταται φανερό ότι η απαγόρευση των όποιων αιτητών ως φυσικών προσώπων από του να εμφανίζονται ή να ενεργούν ως διευθυντές ή γραμματέας της Providencia, που είναι ενάγουσα, πρέπει να επιλυθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριό με δεδομένη τη δυνατότητα των αιτητών να αμφισβητήσουν εφ’ όλης της ύλης και με όλο το νομικό οπλοστάσιο που έχουν στη διάθεση τους, το εκδοθέν ενδιάμεσο διάταγμα.

Εκεί που παρουσιάζεται όμως πρόβλημα είναι ότι η Custodian, [*1309]δεν έχει αυτή τη δυνατότητα, ως εναγόμενη, εφόσον απαγορεύθηκε σ’ οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο των αιτητών να ενεργεί ως διευθυντής, ή γραμματέας της. Ο κ. Ιωαννίδης σημείωσε κατά την αγόρευση του ότι πράγματι πιθανόν η Custodian να μην μπορεί να εκπροσωπηθεί από κανένα, έτσι ώστε να εκδοθεί στο τέλος της ημέρας ή ακόμη και ενδιαμέσως με αίτηση λόγω μη εμφάνισης, απόφαση εναντίον της, προσθέτοντας ότι η Custodian τέθηκε τυπικά και μόνον ως εναγόμενη. Δεν υπάρχει όμως τυπικός διάδικος, ούτε η αγωγή είναι, όπως έχει διαμορφωθεί το κλητήριο ένταλμα, παράγωγη αγωγή ούτως ώστε οι ενάγοντες και εδώ ενιστάμενοι, να την έχουν εγείρει προς όφελος της. Η Custodian, όπως αναφέρθηκε στην αρχή του σκεπτικού, έχει ως διευθυντές τις αιτήτριες 3 και 4 και γραμματέα την αιτήτρια 5, Merco Services Ltd, η οποία με τη σειρά της έχει άλλους από τους αιτητές ως διευθυντές και ελέγχεται από την Ανδρέας Νεοκλέους και Σια ΔΕΠΕ. Τα πρόσωπα αυτά δεν αντικαταστάθηκαν ως δηλώθηκε και κατά την αγόρευση του κ. Ιωαννίδη, σ’ αντίθεση με το τι συνέβη στην Providencia. Αναγνωρίστηκε ότι κανένας από τους ενιστάμενους και ενάγοντες στην αγωγή, δεν είναι διοικητικός σύμβουλος στην Custodian. Επομένως, το μέρος του διατάγματος που αφορά την Custodian, την επηρεάζει εξ ολοκλήρου και της αποστερεί το φυσικό κατά νόμο δικαίωμα να υπερασπιστεί, γεγονός, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το οποίο αποτελεί υπέρβαση εξουσίας για την οποία χωρεί certiorari.

Με την απαγόρευση σ’ οποιονδήποτε από τους αιτητές 1-10, να παρουσιάζονται και να ενεργούν ως μέρος και για λογαριασμό της Custodian, της οποίας απενεργοποιήθηκε και αποδυναμώθηκε η εταιρική και ανεξάρτητη κατά νόμο οντότητα, εφόσον απαγορεύθηκε στο διοικητικό της συμβούλιο να ενεργεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο, η Custodian δεν είναι σε θέση ούτε να διορίζει δικηγόρο ή δικηγόρους προς υπεράσπιση της σε οποιαδήποτε αγωγή. Όπως είναι γνωστό, για να εγερθεί αγωγή ή να δοθούν οδηγίες για υπεράσπιση από εταιρεία, πρέπει να λάβει ορθή και νομότυπη απόφαση, το διοικητικό της συμβούλιο.

Αγωγή ή και υπεράσπιση, υπόκειται σε διαγραφή in limine με τη χρήση της Δ.27, όπου διαπιστώνεται ότι ο ενάγων ή ο εναγόμενος είναι ανίκανος να υπογράψει ή να δώσει έγκυρο διοριστήριο, (Daimler Co v. Continental Tyre Co [1916] 2 AC 337). Όπου υπάρχουν δύο μόνο διευθυντές σε μια εταιρεία κατέχοντας εξίσου το μετοχικό κεφάλαιο της, είναι δυνατή η διαγραφή της εταιρείας ως ενάγουσας όπου ο ένας των  διευθυντών εγείρει την αγωγή στο όνομα της εταιρείας, καταλογίζοντας στον έτερο των διευθυντών [*1310]διάφορες λανθασμένες ενέργειες, ζητώντας ταυτόχρονα την απομάκρυνση του καθώς και συναφές απαγορευτικό διάταγμα. Σε τέτοια δεδομένα δεν ήταν δυνατή η λήψη απόφασης του διοικητικού συμβουλίου για έγερση της αγωγής, ούτε και μπορούσε να υπάρξει με την κατάσταση που επικρατούσε, (West End Hotels Syndicate Ltd v. Bayer [1912] 29 TLR 92 και Fergus Navigation & Embankment Co. v. Kingdon [1861] 4 LT 262). Σχετική είναι και η απόφαση στην Thanos Hotels Ltd v. Thanos Club Hotels Ltd κ.ά. αρ. αγωγής 6084/05, ημερ. 24.1.2007, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε από το Δικαστήριο αυτό). Είναι πρόδηλο, επομένως, ότι η Custodian ουδεμία νόμιμη ενέργεια δύναται να λάβει προς υπεράσπιση της. Το ότι η ίδια η Custodian στην υπό κρίση αίτηση δεν προστέθηκε ως αιτήτρια δεν έχει καμιά σημασία, εφόσον ούτως ή άλλως δεν μπορούσε να λάβει σχετική απόφαση.

Όλα όσα έχουν λεχθεί ανωτέρω, επηρεάζουν βεβαίως όλες τις αγωγές που εκκρεμούν είτε στην Κύπρο, είτε στο εξωτερικό, διότι η δυνατότητα εκπροσώπησης αφορά όλες τις υποθέσεις. Είναι δε πρόδηλο ότι δεν χωρεί εναλλακτική θεραπεία ή άλλο ένδικο μέσο εφόσον η μη δυνατότητα της ίδιας της Custodian να υπερασπίσει τον εαυτόν της, πλήττει το θεμέλιο της όλης διαδικασίας.

Υπό το φως όλων των ανωτέρω, εκδίδεται προνομιακό ένταλμα certiorari ακυρώνοντας το προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα  του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην υπ’ αρ. 2473/12 αγωγή, σ’ ό,τι αφορά οποιαδήποτε απαγόρευση των εναγομένων 1-10, στην εν λόγω αγωγή από του να ενεργούν ή να παρουσιάζονται ως ενεργούντες εκ μέρους και/ή για λογαριασμό της εναγόμενης 11, (Custodian Holding Ltd), καθώς και στους εναγόμενους 6, 7, 8, 9 και 10, από του να εκδίδουν και/ή χρησιμοποιούν οποιαδήποτε πληρεξούσια έγγραφα εκ μέρους και για λογαριασμό της Custodian Holding Ltd. Δεν παρίσταται επομένως ανάγκη έκδοσης εντάλματος prohibition, εφόσον το πάσχον μέρος του διατάγματος ακυρώνεται με certiorari.

Τα έξοδα της αιτήσεως επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ’ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, μειωμένα όμως κατά το ήμισυ.

Εκδίδεται με έξοδα, προνομιακό ένταλμα certiorari με το οποίο ακυρώνεται το προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα ως προς το μέρος που αφορά την εταιρεία Custodian.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο