Βλάχου Λένα ν. Μάρκου Νέμου Οικονόμου (2012) 1 ΑΑΔ 1520

(2012) 1 ΑΑΔ 1520

[*1520]6 Ιουλίου, 2012

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΛΕΝΑ ΒΛΑΧΟΥ,

Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση,

v.

ΜΑΡΚΟΥ ΝΕΜΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

(Έφεση Αρ. 26/2012)

 

Πολιτική Δικονομία ― Αναστολή εκτέλεσης εκκρεμούσης έφεσης ― Διάταξη 35 θ.18 ― Εφαρμοστέες αρχές ― Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης ― Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης αφενός, και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατ’ εξοχήν παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ― Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται έχοντας υπόψη ότι, ο διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει δεν πρέπει να αποστερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, τους καρπούς της επιτυχίας του, και ότι το ένδικο μέσο της έφεσης, που ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να χάνει την αποτελεσματικότητά του.

Η εφεσείουσα επιδίωξε με ενδιάμεση αίτηση η οποία καταχωρήθηκε ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστελλόταν η ισχύς του προσωρινού διατάγματος το οποίο εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στα πλαίσια της αίτησης Γονικής Μέριμνας, μέχρι την εκδίκαση της πιο πάνω έφεσης που καταχώρισε η εφεσείουσα - καθ’ ης η αίτηση στην έκδοση του πιο πάνω διατάγματος.

Αντίστοιχη αίτηση είχε προηγουμένως καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε.

Η εφεσείουσα υποστήριξε σχετικά ότι η επίδικη ενδιάμεση απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου ερχόταν σε αντίθεση με εκθέσεις ειδικών από τις οποίες προέκυπτε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια [*1521]επικοινωνίας των παιδιών με τον πατέρα χωρίς εποπτεία θα είχε αρνητικές συνέπειες για τα παιδιά.

Τα πιο πάνω περιέχονταν σε ένορκη δήλωση της στην οποία ισχυριζόταν περαιτέρω ότι, όπως προέκυπτε από τις εκθέσεις των ειδικών, τυχόν εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου θα είχε εξαιρετικά αρνητικές και ανεπανόρθωτες συνέπειες στα παιδιά. Η ίδια θεωρούσε ότι ήταν επιβεβλημένο για προστασία των παιδιών όπως το διάταγμα αναστελλόταν μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.

Δεσμευόταν δε όπως μέχρι τότε, συνέχιζε η εποπτευόμενη επικοινωνία του πατέρα με τα παιδιά σύμφωνα με τις οδηγίες των ψυχολόγων του Μακάριου Νοσοκομείου.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε  υπόψη όλα τα ενώπιόν του τεθέντα στοιχεία, διαφοροποίησε το προσωρινό διάταγμα που είχε εκδώσει μονομερώς, προσθέτοντας σ’ αυτό μεταξύ άλλων και όρο σύμφωνα με τον οποίο οι ψυχολόγοι του Μακαρίου Νοσοκομείου να συνέχιζαν να παρακολουθούν ολόκληρη την οικογένεια μέχρι την ολοκλήρωση της ψυχολογικής υποστήριξης, και όπως πέραν της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με τις θυγατέρες του σε καθορισμένες μέρες και ώρες, διευθετείται και μία φορά την εβδομάδα από Λειτουργό Ευημερίας εποπτευόμενη επικοινωνία πατέρα-παιδιών.

2.  Χωρίς να εξεταζόταν η ουσία της έφεσης και θέματα που άπτονταν της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, δεν διακρίνονταν λόγοι για τους οποίους να ανατρεπόταν η έκβαση της άσκησης της εξουσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Κάτι τέτοιο θα  εξουδετέρωνε την ισχύ του εκδοθέντος μονομερώς και διαμορφωθέντος κατόπιν πλήρους ακρόασης διατάγματος του Δικαστηρίου, έτσι ώστε αυτό να εξυπηρετούσε τις ανάγκες ή να ικανοποιούσε τις θέσεις της μιας πλευράς στην αντιδικία, χωρίς διάγνωση περί της έκβασης της εκκρεμούσας έφεσης.

3.  Εάν από την ίδια την εφαρμογή του διατάγματος προέκυπταν οποιαδήποτε νέα άμεσα σοβαρά προβλήματα, οποιαδήποτε πλευρά μπορούσε να απευθυνθεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ζητώντας την αναθεώρηση όρου ή όρων του διατάγματος.

Η αίτηση απορρίφθηκε.

[*1522]Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147,

ABP Holdings Ltd κ.ά. ν. Κιταλίδη κ.ά. (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287,

Νεοφύτου ν. Δημητρίου (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 592,

Βογαζιάνου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 107,

Παπακόκκινου v. Glykys and Araouzos (Insurances) Ltd κ.ά. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 513,

Χαραλάμπους ν. Α. Panayides Contracting Ltd (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1978.

Αίτηση.

Λ. Βραχίμης, για την Αιτήτρια-Εφεσείουσα.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ..

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στο πλαίσιο της Αίτησης Γονικής Μέριμνας αρ. 118/2011, εξέδωσε μονομερώς κατά την 29.3.2011 προσωρινό διάταγμα, με το οποίο ρύθμισε την επικοινωνία του αιτητή (“ο πατέρας”) με τις δύο ανήλικες θυγατέρες του. Μετά την υποβολή Ένστασης εκ μέρους της εφεσείουσας-καθ΄ης η αίτηση και κατόπιν ακρόασης το Δικαστήριο στις 29.6.2012 εξέδωσε τροποποιημένο διάταγμα επικοινωνίας με το οποίο επανακαθορίζονταν τα δικαιώματα επικοινωνίας του πατέρα με τις θυγατέρες του.

Η μητέρα, θεωρούσα ότι η προαναφερθείσα ενδιάμεση απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου έρχεται σε αντίθεση με εκθέσεις ειδικών από τις οποίες προκύπτει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια επικοινωνίας των παιδιών με τον πατέρα χωρίς εποπτεία θα έχει αρνητικές συνέπειες για τα παιδιά και, ενώ και ο ίδιος ο πατέρας είχε δεχθεί την εποπτεία μέχρις ότου τυχόν αποφασιστεί από ψυχολόγους διαφορετικά, καταχώρησε έφεση εναντίον της απόφασης με την οποία εκδόθηκε το προαναφερθέν διάταγμα. [*1523]Υπέβαλε περαιτέρω η μητέρα αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο με την οποία ζητούσε αναστολή της ισχύος του διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, πλην όμως η αίτησή της απορρίφθηκε.

Με την παρούσα αίτηση, την οποία η μητέρα υπέβαλε ενώπιόν μας, επιζητεί θεραπεία αναστολής ως ακολούθως:

“Προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς του προσωρινού διατάγματος το οποίο εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 29 Μαρτίου 2011 στα πλαίσια της αίτησης Γονικής Μέριμνας με αριθμό 118/11, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά από την απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 20 Ιουνίου 2012 μέχρι την εκδίκαση της πιο πάνω έφεσης που καταχώρισε η καθ’ ης η αίτηση στην έκδοση του πιο πάνω διατάγματος.”

Σε ένορκη δήλωσή της, η οποία στηρίζει την αίτηση, η εφεσείουσα μητέρα, αφού αναφέρεται εκτενώς στις εκθέσεις και στη μαρτυρία ειδικών ψυχολόγων που τέθηκαν υπόψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη με την έφεση απόφαση έρχεται σε αντίθεση με τις εκθέσεις των ειδικών, από τις οποίες προκύπτει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια χωρίς εποπτεία επικοινωνίας των παιδιών με τον πατέρα θα έχει εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες για τα παιδιά. Η απόφαση παραγνωρίζει επίσης το γεγονός ότι ο ίδιος ο πατέρας αποδέχτηκε όπως, μέχρι να αποφασιστεί διαφορετικά από τους ψυχολόγους του Μακαρείου, η επαφή του με τα παιδιά γίνεται κάτω από εποπτεία, όπως ήταν και η τοποθέτηση του ψυχιάτρου που όρισε ο πατέρας, του Δρ. Αναστασίου, ο οποίος ανέφερε ότι δεν τον ενοχλεί η επικοινωνία των παιδιών με τον πατέρα να γίνεται κάτω από εποπτεία.

Ισχυρίζεται περαιτέρω η αιτήτρια ότι, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις των ειδικών, τυχόν εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου θα έχει εξαιρετικά αρνητικές και ανεπανόρθωτες συνέπειες στα παιδιά και θεωρεί ότι είναι επιβεβλημένο για προστασία των παιδιών όπως το διάταγμα ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Μέχρι τότε δεσμεύεται να συνεχίσει η εποπτευόμενη επικοινωνία του πατέρα με τα παιδιά σύμφωνα με τις οδηγίες των ψυχολόγων του Μακάριου Νοσοκομείου. Σε περίπτωση δε που επιχειρηθεί μη εποπτευόμενη επικοινωνία, αυτό θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες στον ψυχικό κόσμο των παιδιών και θα ανατρέψει την όποια πρόοδο σημειώθηκε στο να ξεπεραστούν οι φοβίες τους σε σχέση με την επαφή με τον πατέρα τους. Ως εκ τούτου, [*1524]υποβάλλει η εφεσείουσα, σε περίπτωση που δεν ανασταλεί το διάταγμα, η έφεση θα καταστεί άνευ αντικειμένου, αφού θα είναι αδύνατο να επανορθωθεί η ζημιά που θα προκληθεί στα παιδιά από την εφαρμογή του διατάγματος. Ο δε πατέρας δεν θα υποστεί οποιαδήποτε ζημιά από την αναστολή της απόφασης, αφού θα συνεχιστεί η εποπτευόμενη επικοινωνία του με τα παιδιά ως η μέχρι τώρα συμφωνία των διαδίκων. Αντίθετα, οποιαδήποτε προσπάθεια άμεσης εφαρμογής της ρύθμισης επικοινωνίας του πατέρα με τα παιδιά χωρίς εποπτεία, θα προκαλέσει εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες στα παιδιά και θα καταστήσει ακόμα δυσκολότερο το ενδεχόμενο αποκατάστασης της σχέσης των παιδιών με τον πατέρα.

Νομικός πυλώνας της αίτησης αποτελεί η Δ.35 θ.18, η οποία είναι πανομοιότυπη με την Αγγλική Δ.58 Θ.12. Η Δ.35 θ.18 προνοεί:

“An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order, and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been direct. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.”

Σε μετάφραση:

“Μια έφεση δεν θα ενεργεί σαν αναστολή εκτελέσεως ή διαδικασίας στην απόφαση που εφεσιβάλλεται εκτός κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται ή του Εφετείου ή ενός Δικαστού των ανωτέρω Δικαστηρίων και ουδεμία ενδιάμεση πράξη ή διαδικασία θα παύει να ισχύει εκτός κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου που εφεσιβάλλεται.

Προτού εκδοθεί διάταγμα που να αναστέλλει την εκτέλεση το πρόσωπο που θα ζητήσει το διάταγμα θα πρέπει να παράσχει τέτοια εγγύηση (αν υπάρχει) που θα διαταχθεί. Αν η ασφάλεια θα δοθεί υπό τύπο γραμματίου, το γραμμάτιο θα γίνει προς όφελος του διαδίκου υπέρ του οποίου η υπό έφεση απόφαση εδόθη.”

Οι προεκτάσεις της πιο πάνω Διαταγής εξετάστηκαν σε αριθμό [*1525]υποθέσεων όπου τονίστηκε ότι το θέμα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και ότι η απόφαση παραμένει ισχυρή και διατηρεί τον τελεσίδικο χαρακτήρα της μέχρι την ακύρωση ή τροποποίηση της από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Στην υπόθεση Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147 αναφέρθηκαν τα εξής:

“Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης. Η αναστολή μπορεί να εγκριθεί στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο δικαστήριο από την Δ.35 Θ.18. Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης αφενός, και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατ’ εξοχήν παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης είναι μεν παράγοντας σχετικός, αλλά οριακής σημασίας στις πλείστες περιπτώσεις. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου”.

Στην υπόθεση ABP Holdings Ltd και Άλλοι ν. Ανδρέα Κιταλίδη και Άλλων (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287 τονίστηκε, ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται έχοντας υπόψη ότι, (α) ο διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει δεν πρέπει να αποστερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, τους καρπούς της επιτυχίας του, και (β) το ένδικο μέσο της έφεσης, που ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να χάνει την αποτελεσματικότητά του.

Βλέπε επίσης τις υποθέσεις Νεοφύτου ν. Δημητρίου (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 592, Βογαζιάνου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 107, Παπακόκκινου v. Glykys and Araouzos (Insurances) Ltd κ.ά. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 513 και Χαραλάμπους ν. Α. Panayides Contracting Ltd (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1978.

Το Δικαστήριο, κατά την εξέταση αίτησης για αναστολή εκτέλε[*1526]σης απόφασης, έχει καθήκον να εξισορροπήσει δύο σημαντικούς παράγοντες ήτοι, τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης από τη μία και τη διασφάλιση της αξίας και του αποτελέσματος της έφεσης από την άλλη.

Εξετάσαμε με προσοχή τα όποια στοιχεία τέθηκαν υπόψη μας μονομερώς μέσω της αίτησης, στην απουσία των αποστενογραφημένων πρακτικών της ακρόασης στην πρωτόδικη διαδικασία, τα οποία λόγω στενότητας χρόνου δεν κατέστη δυνατό να ετοιμαστούν.

Όπως όμως διαπιστώνεται από τη μελέτη της πρωτόδικης απόφασης και από τις εκθέσεις των ειδικών ψυχιάτρων – ψυχολόγων των δύο πλευρών, υπήρχε, όπως άλλωστε συχνά συμβαίνει, μια διχογνωμία στις απόψεις ως προς την άσκηση του δικαιώματος του αιτητή-πατέρα για επικοινωνία με τις ανήλικες θυγατέρες του, όπως επίσης και ως προς τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος τούτου αναφορικά με τη συχνότητα, την εποπτεία ή μη της επικοινωνίας κλπ.

Γινόταν εισήγηση από πλευράς ψυχολόγων των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας σε έκθεσή τους, ημερομηνίας 12.10.2011, όπως αρχίσει εποπτευόμενη επικοινωνία των παιδιών με τον πατέρα στην παρουσία Κοινωνικού Λειτουργού, τονίζοντας τη σκοπιμότητα της διατήρησης επικοινωνίας μεταξύ πατέρα και παιδιών. Η εφεσείουσα όμως δεν αποδεχόταν όπως επιτραπεί στον πατέρα οποιαδήποτε επικοινωνία με τα παιδιά, εποπτευόμενη ή μη. Σε συμπληρωματική δε ένορκη δήλωσή της διαφωνούσε με την εισήγηση των κυβερνητικών ψυχολόγων αναφέροντας ότι “θα είναι εξαιρετικά αρνητικό για την όλη εξέλιξη της υπόθεσης να επιχειρηθεί άμεσα έστω και σε δοκιμαστική βάση όπως αναφέρεται στην έκθεση των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας εποπτευόμενη επαφή του πατέρα με τα παιδιά…”. Από την άλλη, ο ψυχίατρος Δρ. Ευάγγελος Αναστασίου, σε δική του συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημερομηνίας 31.5.2012, εξέφρασε την άποψη ότι η απρόσκοπτη και συχνή επικοινωνία των παιδιών με τον πατέρα είναι επιβεβλημένη και συνίστατο όπως δρομολογηθεί άμεσα, κάτι που θα συνέβαλλε στη μείωση ή εξάλειψη της ψυχοπαθολογίας των παιδιών. Όπως ανέφερε σε σχετική έκθεσή του ο ίδιος ψυχολόγος, η μητέρα η οποία είχε τρεις αποτυχημένους γάμους, δεν μπορούσε να δώσει στις θυγατέρες της θετική εικόνα για τους άντρες και ασφαλώς για τον πατέρα τους, τον οποίο ενδεχομένως να θέλει να εκδικηθεί χρησιμοποιώντας τα παιδιά. Αναφερόταν δε σε υποβολιμαίες φοβίες και ψυχολογικό εξαναγκασμό των παι[*1527]διών να αποξενώσουν και απορρίψουν τον πατέρα τους, προκαλώντας ψυχοφθόρο επίδραση, άγχος, φόβο και ανασφάλεια.

Αφού δε έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν του τεθέντα στοιχεία, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποίησε το προσωρινό διάταγμα που είχε εκδώσει μονομερώς, προσθέτοντας σ’ αυτό μεταξύ άλλων και όρο σύμφωνα με τον οποίο οι ψυχολόγοι του Μακαρείου Νοσοκομείου να συνεχίσουν να παρακολουθούν ολόκληρη την οικογένεια μέχρι την ολοκλήρωση της ψυχολογικής υποστήριξης, και όπως πέραν της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με τις θυγατέρες του σε καθορισμένες μέρες και ώρες, διευθετείται και μία φορά την εβδομάδα από Λειτουργό Ευημερίας εποπτευόμενη επικοινωνία πατέρα-παιδιών στην παρουσία της Λειτουργού και χωρίς την παρουσία της μητέρας.

Χωρίς ασφαλώς να υπεισερχόμαστε στην ουσία της έφεσης και στην εξέταση θεμάτων που άπτονται της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αδυνατούμε να διακρίνουμε λόγους για τους οποίους να ανατρέψουμε την έκβαση της άσκησης της εξουσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, εξουδετερώνοντας και τερματίζοντας την ισχύ του εκδοθέντος μονομερώς και διαμορφωθέντος κατόπιν πλήρους ακρόασης διατάγματος του Δικαστηρίου, έτσι ώστε αυτό να εξυπηρετεί τις ανάγκες ή να ικανοποιεί τις θέσεις της μιας πλευράς στην αντιδικία, χωρίς να εξετασθεί και διαγνωσθεί η τύχη της εκκρεμούσας έφεσης.

Νοείται ασφαλώς ότι εάν από την ίδια την εφαρμογή του διατάγματος προκύψουν οποιαδήποτε νέα άμεσα σοβαρά προβλήματα, μπορεί οποιαδήποτε πλευρά να απευθυνθεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ζητώντας την αναθεώρηση όρου ή όρων του διατάγματος. Εν τω μεταξύ όμως οφείλει κάθε πλευρά όπως επιδείξει συνεργασία και καλή πίστη στην εφαρμογή του διατάγματος, επιφυλάσσοντας το δικαίωμά της όπως αναπτύξει τις δικές της θέσεις κατά την ακρόασης της έφεσης.

Η αίτηση απορρίπτεται. Δεν εκδίδουμε καμιά διαταγή εξόδων.

Η αίτηση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο