Σάουρου Μιχαήλ Σάββα και άλλος ν. Μαρίας Κώστα Φιλίππου, ως διαχειρίστριας της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαρίας Χατζηανδρέα, συζύγου Κωστή Λοΐζου (2012) 1 ΑΑΔ 2141

(2012) 1 ΑΑΔ 2141

[*2141]3 Oκτωβρίου, 2012

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

1.           ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

2.           ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,

v.

ΜΑΡΙΑΣ ΚΩΣΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΧΑΤΖΗΑΝΔΡΕΑ, ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΩΣΤΗ ΛΟΪΖΟΥ,

Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 62/2010)

 

Πολιτική Δικονομία ― Διαγραφή ενοχλητικών ισχυρισμών ― Δ.27 Θ.2 και 3 ― Επιτράπηκε έφεση εναντίον πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης σε αίτηση διαγραφής ενοχλητικών ισχυρισμών ― Εκρίθησαν από το Εφετείο ενοχλητικοί και ότι θα έθεταν σε δυσμενή θέση τους εφεσείοντες ― Αφορούσαν άτομο που βρισκόταν ως μη διάδικος, εκτός του πλαισίου της αγωγής.

Πολιτική Δικονομία ― Δ.27 Θ.2 και 3 ― Αίτηση διαγραφής ― Η δυνατότητα εφαρμογής της δραστικής εξουσίας απόρριψης αγωγής ή διαγραφής μέρους της απαίτησης, πρέπει να ασκείται με φειδώ και μόνο σε ξεκάθαρες περιπτώσεις.

Η εφεσίβλητη υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας αποβιώσαντος προσώπου καταχώρισε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου αγωγή, με την οποία επεδίωκε την ακύρωση της μεταβίβασης ακινήτου που έγινε στο όνομα των εφεσειόντων.

Οι εφεσείοντες είναι οι κληρονόμοι της αποβιώσασας, για την οποία στην παράγραφο 13 της Έκθεσης Απαίτησης αναφερόταν ότι η τελευταία και οι εφεσείοντες 1 και 2 ενήργησαν με δόλο, παραθέτοντας στην παραγρ.15 τις λεπτομέρειες δόλου και ψευδών παραστάσεων των εφεσειόντων.

Με ενδιάμεση αίτηση τους με δικαιοδοτική βάση την Δ.27 Θ.2 και [*2142]3, οι εφεσείοντες αιτήθηκαν διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατασσόταν η διαγραφή της αγωγής, στην έκταση που στρεφόταν  ενάντια στην αποβιώσασα χωρίς αυτή να ενάγεται για ψευδείς παραστάσεις και δόλο, όπως νομικά επιβάλλεται.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αποφαινόμενο ότι οι επίμαχοι παράγραφοι ήταν σχετικές με τα επίδικα θέματα και καταδείκνυαν το ιστορικό της υπόθεσης.

Περαιτέρω, θεώρησε ότι οι εν λόγω παράγραφοι δεν στερούνταν νομικού ερείσματος ώστε να προχωρούσε σε διαγραφή τους, και έκρινε ότι η συμπερίληψη τους δεν ήταν επιβλαβής για τους εφεσείοντες ώστε να παρίστατο ανάγκη διαγραφής τους.

Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:

α) Ήταν λανθασμένη η εκτίμηση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα γεγονότα των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της Έκθεσης Απαίτησης, αποτελούσαν ιστορικό.

β) Επιβαλλόταν η συμπερίληψη της αποβιώσασας ως εναγομένης,  αφού οι ισχυρισμοί για ύπαρξη δόλου και ψευδών παραστάσεων στρέφονταν και εναντίον της και χωρίς τη συμπερίληψη της, παρέμεναν μετέωροι.

γ)  Με βάση το Άρθρο 36 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου έπρεπε να εναχθεί και η περιουσία της αποβιωσάσης.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η υπόθεση παρουσίαζε μια ιδιαιτερότητα. Αφορούσε σε  ένα δικόγραφο, την Έκθεση Απαίτησης, δομημένο ως εάν η αποβιώσασα να ήταν διάδικος. Τούτο καταφαινόταν από την παράθεση των γεγονότων.

2.  Η ιδία δομή παράθεσης των γεγονότων ακολουθείτο για να στοιχειοθετηθεί η απαίτηση εναντίον των εφεσιβλήτων. Στις παραγράφους 9, 10, 11 και 12 παρατίθετο ο τρόπος απόκτησης του κτήματος από τους εφεσείοντες, και η παράγραφος 13 κατέληγε με την προβολή των ισχυρισμών για διάπραξη δόλου και ή ψευδών παραστάσεων από την αποβιώσασα ως και τους εναγομένους 1 και 2. Δίδονταν δε σχετικές λεπτομέρειες.

3.  Η εφεσίβλητη-ενάγουσα, δεν περιοριζόταν σε παράθεση γεγονότων [*2143]αλλά ενέπλεκε την αποβιώσασα σε σειρά άλλων ενεργειών που οδήγησαν στην αμφισβητούμενη εγγραφή του κτήματος στο όνομα της.

4.  Η συμπερίληψη των σχετικών παραγράφων στην Έκθεση Απαίτησης ήταν όντως ενοχλητική που η διατήρηση τους θα έθετε τους εφεσίβλητους σε δυσμενή θέση να έχουν να αντικρίσουν γεγονότα που αφορούσαν άτομο, που βρισκόταν ως μη διάδικος, εκτός του πλαισίου της αγωγής.

5.  Εκδόθηκε διάταγμα διαγραφής των αιτουμένων  παραγράφων.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χ"Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 949,

Σάββα ν. Λαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1609.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λοΐζου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6081/04), ημερομηνίας 23/2/2010.

Α. Γεωργιάδης, για τους Εφεσείοντες.

Α. Πετουφάς, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κ. Παμπαλλή, Δ..

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαρίας Χ”Ανδρέου, συζύγου Κωστή Λοΐζου, καταχώρισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας την υπ’ αριθμό 6081/2004 αγωγή, με την οποία επιδιώκει την ακύρωση της μεταβίβασης του ακινήτου υπ’ αριθμό εγγραφής 4383, τεμάχιο 228 Φ/Σχ.40/18 τοποθεσία Φτέλια, χωρίο Λύμπια, (το ακίνητο) που έγινε στο όνομα των εφεσειόντων.

Θα παραθέσουμε μια μικρή περίληψη των προβληθέντων με την Έκθεση Απαίτησης ισχυρισμών, για να καταδειχθεί το υποβληθέν [*2144]αίτημα και η εκκαλούμενη απόφαση.

Η Ανδριανή Κωστή Λοϊζου, σύζυγος Σάββα Μιχαήλ Σάββα Σάουρου, (Ανδριανή), υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο όνομα της του πιο πάνω κτήματος. (παραγρ.4 της Έκθεσης Απαίτησης). Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η Ανδριανή με δόλο απέσπασε το πιστοποιητικό της Χωρητικής Αρχής των Λυμπιών, (παραγρ.5) και παραπλανώντας τον Επαρχιακό Λειτουργό του Κτηματολογίου Λευκωσίας πέτυχε εγγραφή του πιο πάνω κτήματος στο όνομα της, δυνάμει δωρεάς. (παραγρ.6). Στην παράγραφο 7 δίδονται λεπτομέρειες του δόλου που κατ’ ισχυρισμό διέπραξε η Ανδριανή.

Περαιτέρω είναι η δικογραφημένη θέση της εφεσίβλητης, ότι μετά από σχετική έρευνα που έγινε, διαπιστώθηκε ότι το εν λόγω κτήμα ενεγράφη στο όνομα της Ανδριανής στις 16 Ιανουαρίου 1986, και στη συνέχεια, η Ανδριανή μεταβίβασε, την 1η Σεπτεμβρίου 1990, το εν λόγω κτήμα κατά ½ μερίδιο στους εφεσείοντες, (παραγρ.9). Οι εφεσείοντες είναι οι κληρονόμοι της Ανδριανής, η οποία απεβίωσε και στην παράγραφο 13 αναφέρεται ότι η Ανδριανή και οι εφεσείοντες 1 και 2 ενήργησαν με δόλο, παραθέτοντας στην παραγρ.15 της λεπτομέρειες δόλου και ψευδών παραστάσεων των εφεσειόντων.

Η τροποποιημένη υπεράσπιση των εφεσειόντων κατατέθηκε στις 12 Ιουνίου 2009 και η Απάντηση της εφεσίβλητης στις 29 Ιουνίου 2010.

Στις 5 Ιανουαρίου 2010 καταχωρήθηκε από πλευράς εφεσειόντων αίτηση με την οποία ζητούσαν:

«διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται όπως η αγωγή στην έκταση που στρέφεται ενάντια στην Ανδριανή Κωστή Λοϊζου χωρίς να ενάγεται για ψευδείς παραστάσεις και δόλο, όπως νομικά επιβάλλεται, να διαγραφεί.»

Το πρωτόδικο δικαστήριο απορρίπτοντας την αίτηση θεώρησε ότι οι παράγραφοι 4, 5, 6 και 7 της Έκθεσης Απαίτησης ήταν σχετικές με τα επίδικα θέματα και καταδείκνυαν το ιστορικό της υπόθεσης. Περαιτέρω, το δικαστήριο θεώρησε ότι οι εν λόγω παράγραφοι δεν στερούνται νομικού ερείσματος ώστε να προχωρήσει σε διαγραφή τους, και έκρινε ότι η συμπερίληψη τους δεν είναι επιβλαβής για τους εφεσείοντες ώστε να παρίσταται ανάγκη διαγραφής τους.

Η έφεση στηρίζεται σε τρεις λόγους έφεσης. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους εφεσείοντες, ισχυρίστηκε με τον 1ο λόγο έφεσης, [*2145]ότι ήταν λανθασμένη η εκτίμηση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα γεγονότα των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της Έκθεσης Απαίτησης, αποτελούν ιστορικό ενώ, κατά την εισήγηση του κ.Γεωργιάδη, αποτελούν το θεμέλιο βάσης της αγωγής των εφεσιβλήτων.

Με το 2ο λόγο έφεσης, ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι επιβαλλόταν η συμπερίληψη της Ανδριανής ως εναγομένης, αφού οι ισχυρισμοί για ύπαρξη δόλου και ψευδών παραστάσεων στρέφοντο και εναντίον της.

Με τον 3ο λόγο έφεσης ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι οι παράγραφοι 5, 6 και 7, χωρίς τη συμπερίληψη της Ανδριανής, παραμένουν μετέωροι.

Ο συνήγορος των εφεσειόντων αναφερόμενος στα γεγονότα της υπόθεσης αυτής υποστήριξε ότι με βάση το Άρθρο 36 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου έπρεπε να εναχθεί και η περιουσία της αποβιωσάσης Ανδριανής. Αυτοί οι ισχυρισμοί περί διάπραξης απάτης ή δόλου είναι η θεμέλια αιτία της αγωγής της εφεσίβλητης.   Περαιτέρω, υποστήριξε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν πρόσδωσε την ανάλογη βαρύτητα στους νομικούς λόγους που προτάθηκαν, από τη στιγμή που με βάση το Άρθρο 34 του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμου, Κεφ. 189, το αγώγιμο δικαίωμα εναντίον αποβιώσαντος διατηρείται ανέπαφο και μετά το θάνατο του.  Έκαμε αναφορά ο κ. Γεωργιάδης στο Annual Practice του 1998 για να καταδείξει ότι το πρόσωπο που διέπραξε την απάτη επιβάλλεται να είναι διάδικος. Έχει εφαρμογή στην προκείμενη περίπτωση, συνέχισε, η Δ.27 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, η επίκληση της οποίας γίνεται στην αίτηση. Τίθεται, ανέφερε περαιτέρω με την αγωγή, θέμα κυριότητος του κτήματος, με την  αμφισβήτηση της εγγραφής που έγινε στο όνομα της Ανδριανής, και η Ανδριανή δεν είναι διάδικος. Χαρακτήρισε δε τη διατήρηση των παραγράφων 5, 6 και 7 της Έκθεσης Απαίτησης ως μετέωρη, αφού δεν έχει συμπεριληφθεί ως διάδικος η περιουσία της Ανδριανής.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης υποστήριξε πλήρως την εκκαλούμενη απόφαση, σημειώνοντας ότι η πορεία της υπόθεσης και η συγκατάθεση των εφεσειόντων, να ακολουθήσουν την πορεία και το αποτέλεσμα της υπόθεσης 6082/2004, που αφορούσε άλλα κτήματα και συνδεόταν με την παρούσα υπόθεση τους αποστερεί το δικαίωμα προώθησης αυτής της αίτησης. Στη συνέχεια, ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι οι εφεσείοντες-αιτητές δεν προσδιόριζαν με την αίτηση τους ποιες παράγραφοι της Εκθέσεως [*2146]Απαιτήσεως έπρεπε να διαγραφούν και τούτο διευκρινίστηκε μόνο κατά το στάδιο των αγορεύσεων πρωτοδίκως. Οι συγκεκριμένες παραγράφοι 4, 5, 6 και 7 της Έκθεσης Απαίτησης, έχουν, όπως είπε, σχέση με τα επίδικα θέματα και αποτελούν το ιστορικό της υπόθεσης. Με την αίτηση αυτή, ισχυρίστηκε ο συνήγορος της εφεσίβλητης, το τι ουσιαστικώς επιδιώκεται είναι η απόρριψη της αγωγής λόγω έλλειψης αναγκαίου διάδικου σε προκαταρκτικό στάδιο, κάτι το οποίο ενδεχομένως θα μπορούσε να γίνει μετά τη συμπλήρωση της υπόθεσης, και όχι προγενέστερα. Η Δ.27 θ.2 και 3 δεν μπορούν να τεκμηριώσουν αίτημα, όπως υποβλήθηκε, δηλαδή διαγραφής παραγράφων της Έκθεσης Απαίτησης, λόγω απουσίας αναγκαίου διάδικου.

Η παρούσα υπόθεση παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα. Συναντούμε ένα δικόγραφο, την Έκθεση Απαίτησης, δομημένο ως εάν η Ανδριανή να ήταν διάδικος. Τούτο καταφαίνεται από την παράθεση των γεγονότων. Το 1984 η Ανδριανή υποβάλλει αίτηση για εγγραφή του κτήματος στο όνομα της (παραγρ.4). Στην ενέργεια της αυτή χρησιμοποίησε δόλο και ή ψευδείς παραστάσεις, που στόχο είχαν την εξασφάλιση του αναγκαίου πιστοποιητικού της Χωριτικής Αρχής Λυμπιών (παραγρ.5). Το κτήμα τελικώς εγγράφεται στο όνομα της Ανδριανής, κατόπιν παραπλάνησης του κτηματολογικού Λειτουργού Λευκωσίας, (παραγρ.6). Στη συνέχεια, βλέπουμε αναλυτική αναφορά στις «λεπτομέρειες δόλου και ή ψευδών παραστάσεων της Ανδριανής», με την παράγραφο 7.

Η ιδία δομή παράθεσης των γεγονότων ακολουθείται για να στοιχειοθετηθεί η απαίτηση εναντίον των εφεσιβλήτων. Στις παραγράφους 9, 10, 11 και 12 παρατίθεται ο τρόπος απόκτησης του κτήματος από τους εφεσείοντες, και καταλήγει η παράγραφος 13 με την προβολή των ισχυρισμών για διάπραξη δόλου και ή ψευδών παραστάσεων από «την Ανδριανή ως και τους εναγομένους 1 και 2». Δίδονται λεπτομέρειες του δόλου και ή της απάτης και ή των ψευδών παραστάσεων των εφεσειόντων με την παράγραφο 15.

H αίτηση που υποβλήθηκε από τους εφεσείοντες είχε ως δικαιοδοτική βάση τη Δ.27 θ.2 και 3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς, οι οποίοι αναφέρουν σε μετάφραση:

«Εάν κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου η απόφαση σε τέτοιο νομικό σημείο κρίνει ουσιαστικά την όλη αγωγή, ή οποιαδήποτε συγκεκριμένη αιτία αγωγής, βάση υπεράσπισης, ανταπαίτηση, ή απάντηση σ’ αυτή, το Δικαστήριο μπορεί κατόπιν τούτου να απορρίψει την αγωγή ή να εκδώσει οποιοδήποτε [*2147]άλλο διάταγμα σ’ αυτή που θα ήταν δίκαιο.

Το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει να διαγραφεί οποιοδήποτε δικόγραφο για το λόγο ότι δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία αγωγής ή απάντηση, και σε οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση ή στην περίπτωση που η αγωγή ή η υπεράσπιση φαίνεται από το δικόγραφο ότι είναι επιπόλαιη ή ενοχλητική (frivolous or vexatious), το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει όπως η αγωγή ανασταλεί ή απορριφθεί ή εκδοθεί αναλόγως απόφαση που θα ήταν δίκαιη».

Αναφορικά με τη δυνατότητα εφαρμογής της πιο πάνω δραστικής εξουσίας απόρριψης αγωγής ή διαγραφής μέρους της απαίτησης, όπως ορθώς σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση αυτή πρέπει να ασκείται με φειδώ και μόνο σε ξεκάθαρες περιπτώσεις.  Σχετικές είναι οι υποθέσεις Χ”Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 949 και Σάββα ν. Λαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1609.

Μας έχει προβληματίσει ιδιαιτέρως το θέμα που εγείρεται, και καταλήγουμε ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι οι επίμαχες παράγραφοι της Εκθέσεως Απαιτήσεως, αποτελούν μέρος του ιστορικού της υπόθεσης, μόνο κατ’ αρχήν, θα μπορούσε να λεχθεί ότι είναι. Μια πιο βαθειά ανάλυση των γεγονότων που περιβάλλουν  την υπόθεση, οδηγεί σε συμπέρασμα διαπίστωσης λάθους από το πρωτόδικο δικαστήριο. Δεν περιορίζεται η εφεσίβλητη-ενάγουσα, σε παράθεση γεγονότων αλλά εμπλέκει την Ανδριανή σε σειρά άλλων ενεργειών που οδήγησαν στην αμφισβητούμενη εγγραφή του κτήματος στο όνομα της. Θεωρούμε ότι είναι όντως ενοχλητική η συμπερίληψη των πιο πάνω αναφερομένων παραγράφων 4, 5, 6 και 7, που η διατήρηση τους θα θέσει τους εφεσίβλητους σε δυσμενή θέση να έχουν να αντικρίσουν γεγονότα που αφορούν άτομο, που βρίσκεται ως μη διάδικος, εκτός του πλαισίου της αγωγής.

Συνακόλουθα η έφεση πρέπει να επιτύχει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται διάταγμα διαγραφής των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της Εκθέσεων Απαιτήσεως.

Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, όπως και τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων-εναγομένων και εναντίον της εφεσίβλητης-ενάγουσας.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο