Marcelino Vilma Galivan (2012) 1 ΑΑΔ 2747

(2012) 1 ΑΑΔ 2747

[*2747]14 Δεκεμβρίου 2012

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964,

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 13 ΚΑΙ 14 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ.105

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ

ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34

ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ VILMA GALIVAN MARCELINO ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΙΛΙΠΠΙΝΕΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟ ΜΠΛΟΚ 9 ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

3. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

4. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘYΣΜΟΥ ΚΑΙ

    ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

5. ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ

         ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ [*2748]ΑΠΕΛΑΣΗΣ, ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΟ ΜΠΛΟΚ 9 ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΗΝ VILMA GALIVAN MARCELINO, ΥΠΗΚΟΟ ΦΙΛΙΠΠΙΝΩΝ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/08, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ  ΤΟΥ Ν. 153(Ι)/2011.

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 169/2012)

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απαγορευμένοι μετανάστες ― Έκδοση εντάλματος Habeas Corpus για την απελευθέρωση αλλοδαπής η οποία βρισκόταν υπό κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Σύγχυση και αντινομία στις ενέργειες της διοίκησης ― Έλλειψη νομιμότητας στην παράταση της διάρκειας κράτησης της ― Μετά την εξάμηνη κράτηση, η διάρκεια κράτησης ελέγχεται με habeas corpus ― Νομολογιακή επισκόπηση.

Απαγορευμένοι μετανάστες ― Κράτηση ενόψει απομάκρυνσης ― Μετά το εξάμηνο, η διάρκεια κράτησης ελέγχεται με habeas corpus χωρίς να αποκλείεται η καταχώρηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 εναντίον του διατάγματος παράτασης της κράτησης ― Δεν έχει σημασία, αν η πέραν του εξαμήνου περίοδος, ήταν μόνο μερικές ημέρες ― Δικαιωματικά ελέγχεται ολόκληρη η περίοδος με το ένταλμα habeas corpus.

Η αιτήτρια αμφισβήτησε με αίτηση Habeas Corpus τη νομιμότητα της κράτησης της η οποία συνεχιζόταν σε χρόνο πέραν της εξάμηνης περιόδου κράτησης που καθορίζεται στο Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, που ενσωματώθηκε με τον τροποποιητικό Νόμο αρ.153(Ι)/2011, στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο Κεφ. 105.

Η αιτήτρια η οποία αφίχθη στη Δημοκρατία για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός, τέλεσε γάμο σε μεταγενέστερο στάδιο, με Ιρακινό πολιτικό πρόσφυγα.

Ακολούθως όταν ο γάμος διαλύθηκε, η αιτήτρια συνελήφθη ως παρανόμως διαμένουσα στη Δημοκρατία. Η κράτηση της είχε σκοπό την απέλαση της, και εκδόθηκαν προς τούτο, ταυτοχρόνως διατάγματα κράτησης και απέλασης.

Με την υποβολή ωστόσο, αίτησης πολιτικού ασύλου στην οποία είχε προχωρήσει η αιτήτρια, το διάταγμα απέλασης ανεστάλη από την ίδια ημέρα.

[*2749]Με την αίτηση υποστηρίχθηκε κυρίως ότι:

α) Ουδείς λόγος συνέτρεχε για την περαιτέρω κράτηση της αιτήτριας, εφόσον παρά την πάροδο του εξαμήνου, ουδεμία ενέργεια έγινε από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, προς απομάκρυνση της, η αίτηση της για πολιτικό άσυλο δεν είχε μέχρι εκείνο το σημείο εξεταστεί, το διάταγμα απέλασης της είχε ανασταλεί, ενώ δεν υφίστατο λογική προοπτική απομάκρυνσης της και δεν είχαν γίνει οποιεσδήποτε ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση.

β) Ουδέποτε γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια η απόφαση της διοίκησης ότι είναι απαγορευμένη μετανάστρια, ούτε και της επιδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης.

Από πλευράς Δημοκρατίας υποστηρίχθηκε  ότι το Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας διότι αυτό που απλώς η αιτήτρια επιθυμούσε στην ουσία να ελέγξει, δεν ήταν το παράνομο της διάρκειας κράτησης της, αλλά τη νομιμότητα του ιδίου του διατάγματος κράτησης με το οποίο η Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε την περαιτέρω κράτηση της αιτήτριας για άλλους έξι μήνες, διάταγμα το οποίο υπόκειται, σε προσφυγή συμφώνως του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Πρωταρχικός σκοπός της ενσωματωθείσας στην εσωτερική νομοθεσία Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράτασης. Περαιτέρω, ο δικαστικός αυτός έλεγχος προβλέπεται να είναι ταχύς ώστε η απελευθέρωση του αλλοδαπού να είναι άμεση όπου διαπιστώνεται ότι η κράτηση είναι παράτυπη ή και παράνομη.

2.  Ήταν σαφές,  ότι η παράταση της διάρκειας κράτησης δεν ήταν νόμιμη και μπορούσε κάλλιστα να ελεγχθεί διά του προνομιακού εντάλματος habeas corpus.

3.  Στην παρούσα δεν πληρούνταν οι δύο απαιτούμενες προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες ο αλλοδαπός θα πρέπει να παραμένει παράνομα στο κράτος μέλος, και να κρατείται για σκοπούς επιστροφής σε τρίτη χώρα, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.  Υπήρχε μια αντινομία στην όλη θέση της Δημοκρατίας διά των αρμοδίων αρχών της, περιλαμβανομένης και της απόφασης της Υπουργού Εσωτερικών.

[*2750]5.    Η αιτήτρια συνελήφθη ως παρανόμως διαμένουσα στη Δημοκρατία. Με την υποβολή της αίτησης πολιτικού ασύλου, το διάταγμα απέλασης ανεστάλη και μάλιστα από την ίδια ημέρα.

6.  Το δικαίωμα παραμονής της, ως αιτήτρια πολιτικού ασύλου δεν σήμαινε ότι αυτή έπρεπε να κρατείται στο Μπλοκ 9 των Κεντρικών Φυλακών χωρίς λόγο. Η Δημοκρατία όφειλε να εξετάσει την αίτηση πολιτικού ασύλου τάχιστα. Ήταν παραδεκτό ότι μέχρι και την υποβολή της παρούσας αίτησης, ουδέν έγινε.

7.  Δεν δόθηκε καμία απολύτως εξήγηση πώς και γιατί η αιτήτρια δεν συνεργαζόταν με τις αρχές για την απομάκρυνση της, ως ο ισχυρισμός των Καθ’ ων η Αίτηση. Ήταν άγνωστο το πώς χρησιμοποιήθηκε ο χρόνος των 6 μηνών κατά τους οποίους η αιτήτρια παρέμενε υπό κράτηση. Σειρά γεγονότων κατεδείκνυαν τη σύγχυση που είχε επικρατήσει στη διοίκηση.

8.  Ουδείς λόγος συνέτρεχε για την περαιτέρω κράτηση της. Η αιτίαση ότι θα εξαφανιζόταν εάν αφηνόταν ελεύθερη, δεν αποτελούσε νομιμοποιητικό έρεισμα. Η περαιτέρω κράτηση της Αιτήτριας θα αποτελούσε απλώς τιμωρητικό μέτρο.

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε η άμεση απελευθέρωση της αιτήτριας.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Bochorishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806,

Mourad (2012) 1 Α.Α.Δ. 2677,

Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725,

Sorouor v. Δημοκρατίας (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2170,

Haghilo (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2219,

Rahal v. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 741,

Ahmed (2004) 1 Α.Α.Δ. 1752.

Αίτηση.

[*2751]Νατ. Χαραλαμπίδου (κα), για την Αιτήτρια.

Μ. Λοΐζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Αιτήτρια παρούσα.

(κα Αλεξία Χριστοδούλου, παρούσα για σκοπούς μετάφρασης.)

Cur. adv. vult.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια καταγόμενη από τις Φιλιππίνες, μουσουλμάνα στο θρήσκευμα, αφίχθη νομίμως στην Κύπρο στις 9.8.1998 με σκοπό την εργασία ως οικιακή βοηθός. Στις 14.5.2003 τέλεσε γάμο με αναγνωρισμένο από τα Ηνωμένα Έθνη πρόσφυγα Ιρακινής καταγωγής και ενεγράφη στη βίζα του συζύγου της διατηρώντας αυτό το καθεστώς μέχρι τις 29.3.2008, όταν ο γάμος της διαλύθηκε. Στο μεταξύ στις 4.1.2005, της εκδόθηκε Κυπριακή ταυτότητα.

Αίτημα που υπέβαλε πριν τη λύση του γάμου της τον Ιανουάριο του 2006 για πολιτογράφηση απερρίφθη στις 23.2.2007 λόγω μη κατοχής του προσόντος της προηγούμενης αδιάλειπτης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας κατά τα προηγούμενα επτά έτη.  Νέα αίτηση πολιτογράφησης ημερ. 31.10.2007, ακόμη εκκρεμεί.  Αιτήματα ανανέωσης της άδειας παραμονής της ημερ. 27.2.2009 και 13.5.2009 υπό διάφορες ιδιότητες, απορρίφθηκαν.

Η αιτήτρια θεωρούσα ότι λόγω του γάμου της με Ιρακινό πρόσφυγα, επίσης μουσουλμάνο στο θρήσκευμα, κινδύνευε άμα τη επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της, δεχόμενη, λόγω του γάμου της, απειλές από πρόσωπα του περιβάλλοντος της, προσήλθε στις 3.5.2012 στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στη Λευκωσία όπου υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου. Της δόθηκε σχετικό έγγραφο ίδιας ημερομηνίας για χρήση όπου δει («To Whom it May Concern»), βεβαιώνοντας την υποβολή αίτησης για πολιτικό άσυλο σύμφωνα με το Άρθρο 11 του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/2000. Επί του εγγράφου σημειώνεται ότι δυνάμει του Άρθρου 8 του ιδίου Νόμου δικαιούται να παραμείνει στην Κύπρο, απλώς και μόνο με σκοπό την εξέταση της αίτησης της και μέχρι την έκδοση απόφασης από την Υπηρεσία Ασύλου ή την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων σε περίπτωση σχετικής διοικητικής προσφυγής. Το έγγραφο επίσης «.... shall serve as a proof of his/her legal status as an asylum-seeker towards any authority of the Republic .....». Η αίτηση εκκρεμεί.

[*2752]Την ίδια μέρα 3.5.2012, η αιτήτρια συνελήφθη επί τόπου αφού διαπιστώθηκε ότι δεν είχε άδεια παραμονής και οδηγήθηκε στο μπλοκ 9 των Κεντρικών Φυλακών όπου κρατείται μέχρι και σήμερα. Την επομένη 4.5.2012 εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης, ενώ το διαβατήριο και το alien book της κρατήθηκαν από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.  Καταχωρήθηκε στις 7.5.2012, η προσφυγή υπ’ αρ. 739/2012 εναντίον των πιο πάνω διαταγμάτων, η οποία εκκρεμεί. Στο μεταξύ, το διάταγμα απέλασης ανεστάλη από την εν λόγω Υπηρεσία.

Η παρούσα αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus καταχωρήθηκε με την λήξη της εξάμηνης περιόδου κράτησης που καθορίζεται στο Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στην ημεδαπή νομοθεσία με το Νόμο αρ.153(Ι)/2011, που τροποποίησε τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105. Η αιτήτρια εισηγείται ότι ουδείς λόγος συντρέχει για την περαιτέρω κράτηση της, εφόσον παρά την πάροδο του εξαμήνου, ουδεμία ενέργεια έγινε από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, προς απομάκρυνση της, η αίτηση της για πολιτικό άσυλο δεν έχει ακόμη εξεταστεί, το διάταγμα απέλασης της έχει ανασταλεί, ενώ δεν υφίσταται λογική προοπτική απομάκρυνσης της και δεν έχουν γίνει οποιεσδήποτε ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση. Πρόσθετα, είναι η θέση της ότι ουδέποτε της γνωστοποιήθηκε η απόφαση της διοίκησης ότι είναι απαγορευμένη μετανάστρια, ούτε και της επιδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης παρά μόνο όταν η δικηγόρος της, της τα γνωστοποίησε. Επομένως ούτε νόμιμη επίδοση υπήρξε, ούτε και εξωτερίκευση των διαταγμάτων.

Η Δημοκρατία αντίθετα λέγει ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας διότι αυτό που απλώς η αιτήτρια επιθυμεί στην ουσία να ελέγξει, δεν είναι το παράνομο της διάρκειας κράτησης της, αλλά τη νομιμότητα του ιδίου του διατάγματος κράτησης ημερ. 26.10.2012, με το οποίο η Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε την περαιτέρω κράτηση της αιτήτριας για άλλους έξι μήνες, διάταγμα το οποίο υπόκειται σε προσφυγή συμφώνως του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Παρέχεται συνεπώς εναλλακτική θεραπεία διά της καταχωρήσεως αιτήσεως ακυρώσεως του περαιτέρω διατάγματος κράτησης, το οποίο εν πάση περιπτώσει εκδόθηκε καθόλα νόμιμα πριν τη λήξη των έξι μηνών, η δε αιτήτρια ενημερώθηκε με επιστολή των καθ’ ων ημερ. 29.10.2012, καθώς και η δικηγόρος της, με σχετική επιστολή ημερ. 6.11.2012. Το διάταγμα παράτασης εκδόθηκε διότι η αιτήτρια αρνείται να συνεργαστεί, το δε διαβατήριο της έληξε από 2.8.2012 και η Αστυ[*2753]νομία προβαίνει σε προσπάθειες ανανέωσης του.

Η ένσταση υποστηρίζεται από σχετική ένορκη δήλωση της λειτουργού του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης Αλεξίας Παντζιαρά αναφορικά με τα γεγονότα επισυνάπτοντας τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα. Η Δημοκρατία αναφέρει ότι τα στοιχεία της αιτήτριας επειδή αυτή δεν μπορούσε να εντοπιστεί, καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων στις 16.7.2009 και γι’ αυτό συνελήφθη όταν παρουσιάστηκε στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για την υποβολή αιτήματος ασύλου.

Τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εκδόθηκαν συνεπεία της παράνομης διαμονής της και στη συνέχεια το διάταγμα απέλασης ανεστάλη υπό το φως της εξέτασης της αίτησης ασύλου. Η έκδοση των διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 7.5.2012, με σχετική επιστολή, αλλά αρνήθηκε να την παραλάβει.  Το διάταγμα παράτασης της κράτησης εκδόθηκε από την Υπουργό Εσωτερικών, με βάση την παρ. 20 της ένορκης αυτής δήλωσης  δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(8)(α) του Κεφ. 106:

«….. λόγω της άρνησης της να συνεργαστεί με τις Αρχές για την επιστροφή της στις Φιλιππίνες, εφόσον η υποβολή της αίτησης για άσυλο προφανώς έγινε καταχρηστικά και αποσκοπεί στο να εμποδίσει την απέλαση, και αν η αιτήτρια αφεθεί ελεύθερη θα εξαφανιστεί εκ νέου …. Επίσης έληξε την 02/08/2012 και το διαβατήριο της …… και γίνονται ενέργειες από την Αστυνομία για την ανανέωση του.»

Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να αναλύσει τις σχετικές πρόνοιες της Οδηγίας που ενσωματώθηκε στο Κεφ. 105 στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Bochorishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806. Εκεί λέχθηκαν τα εξής:

«Ο τροποποιητικός Νόμος αρ. 153(Ι)/2011 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Νόμου, Κεφ. 105, ενσωμάτωσε  σ’ αυτόν την Οδηγία 2008/115/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες σε κράτη-μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Μέρος της Οδηγίας στο Κεφάλαιο IV, «Κράτηση ενόψει Απομάκρυνσης», προνοεί διά του Άρθρου 15(5), ότι η κράτηση παρανόμως διαμένοντος αλλοδαπού είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η επιτυχής απομάκρυνση του, αλλά η χρονική περίοδος δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 μήνες. Συμφώνως [*2754]του Άρθρου 15(6), το χρονικό διάστημα δεν παρατείνεται παρά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, όταν, παρά όλες τις εύλογες προσπάθειες, η απομάκρυνση δεν καθίσταται δυνατή για τους λόγους που αναφέρονται στις υποπαρ. (α) και (β), που έγκεινται στην άρνηση συνεργασίας του αλλοδαπού και στην καθυστερημένη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.

Όσον αφορά την ή τις περιόδους κράτησης, η ίδια η Οδηγία προνόησε για έλεγχο της ορθότητας και/ή νομιμότητας της κράτησης αλλοδαπού είτε για την αρχική περίοδο κράτησης μέχρι 6 μήνες ή για την οποιαδήποτε παράταση.  Συναφώς το Άρθρο 15(2)(α), καθορίζει ότι όταν η διαταγή κράτησης εκδίδεται από διοικητικές αρχές, τα κράτη μέλη προβλέπουν «….. την ταχεία δικαστική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης ….», ο δε υπήκοος τρίτης χώρας απολύεται αμέσως, αν η κράτηση δεν είναι νόμιμη. Ανεξαρτήτως τούτου, η απόφαση κράτησης δυνάμει του εδαφίου (3) του ίδιου Άρθρου, «…. επανεξετάζεται ανά εύλογα χρονικά διαστήματα είτε κατ’ αίτηση του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας, είτε αυτεπαγγέλτως. Σε περίπτωση παραταθείσας διάρκειας κράτησης, η επανεξέταση εποπτεύεται από δικαστική αρχή.».

Μεταφερόμενη η Οδηγία στην ημεδαπή νομοθεσία με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/11, ο νομοθέτης προσαρμόζοντας τις γενικότερες κατευθυντήριες αρχές της Οδηγίας στο υφιστάμενο δικαιϊκό σύστημα, προνόησε ρητώς με το Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α), ότι το αρχικό διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ενώ με το Άρθρο 18ΠΣΤ 5(α), δίδεται δικαίωμα στον αλλοδαπό να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, αναφορικά με τη διάρκεια κράτησης.

Επομένως, ο πρωταρχικός σκοπός της Οδηγίας ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράτασης. Περαιτέρω, ο δικαστικός αυτός έλεγχος προβλέπεται να είναι ταχύς ώστε η απελευθέρωση του αλλοδαπού να είναι άμεση όπου διαπιστώνεται ότι η κράτηση είναι παράτυπη ή και παράνομη. Η ρητή επομένως πρόνοια για την καταχώρηση αίτησης habeas corpus προς έλεγχο της διάρκειας κράτησης δεν είναι δυνατόν να αναιρεθεί με τη θέση που εξέφρασε η Δημοκρατία περί αποκλεισμού εξέτασης της υπό κρίση αιτήσεως επειδή η απόφαση για παράταση εκδόθηκε από την Υπουργό Εσωτερικών, ελεγχόμενη μό[*2755]νο από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Είναι πρόδηλο ότι οι δύο τρόποι ελέγχου της νομιμότητας της κράτησης, στο ιδιωτικό και το δημόσιο δίκαιο, συμπλέκονται σε ένα βαθμό απολήγουν δε, στα πλαίσια του σκοπού εφαρμογής της Οδηγίας, να στοχεύουν, κατά ενιαίο τρόπο, στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης. Συνεπώς το Δικαστήριο δεν μπορεί να ακολουθήσει το σκεπτικό της Αναφορικά με την Αίτηση του Kahil για habeas corpusανωτέρω –. Αντίθετα, επιβάλλεται ο έλεγχος διά της διαδικασίας habeas corpus της νομιμότητας της περιόδου κράτησης του αιτητή.»

Το πιο πάνω απόσπασμα υιοθετήθηκε πρόσφατα και από τον Κραμβή, Δ., στην Αναφορικά με την Αίτηση του Mourad (2012) 1 Α.Α.Δ. 2677, ενώ και οι δύο αποφάσεις αναφέρθηκαν με επιδοκιμασία στην εντελώς πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725.

Είναι σαφές, κατά το Δικαστήριο, ότι η παράταση της διάρκειας κράτησης δεν είναι νόμιμη και μπορεί κάλλιστα να ελεγχθεί διά του προνομιακού εντάλματος habeas corpus. Και αυτό παρά την εισήγηση της αιτήτριας περί μη επίδοσης σ’ αυτήν των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ή της δέουσας εξωτερίκευσης τους.  Δεν χρειάζεται να εξεταστεί το σημείο διότι αυτό τέθηκε μόνο στην αγόρευση της συνηγόρου κατά την ακρόαση και δεν απαντάται ως λόγος αιτίασης ή παράπονο στην αίτηση και τη συνοδευτική ένορκη δήλωση της ίδιας της αιτήτριας.

Όπως έχει εξηγηθεί πιο πάνω, η Οδηγία είχε σκοπό να δώσει τη δυνατότητα στις δικαστικές αρχές κράτους μέλους να ελέγχουν την όλη νομιμότητα κράτησης αλλοδαπών που προωθείται για απέλαση. Κατά ενιαίο τρόπο, η όλη φιλοσοφία της Οδηγίας και βεβαίως της ενσωμάτωσης αυτής στον ημεδαπό Νόμο, είναι να είναι δυνατός ανά πάσα ο ταχύς έλεγχος της κράτησης είτε διά διοικητικού μέτρου, με αναθεώρηση από το Δικαστήριο στα πλαίσια προσφυγής, είτε με προνομιακό ένταλμα τύπου habeas corpus. Το ερώτημα πάντοτε είναι το ίδιο: η κράτηση αλλοδαπού είναι νόμιμη στα πλαίσια επιστροφής του σε τρίτη χώρα; Αυτός ο σκοπός άλλωστε φαίνεται και από τον ίδιο τον τίτλο της Οδηγία Για να υπάρχει νόμιμη κράτηση πρέπει να πληρούνται δύο προϋποθέσεις: (i) ο αλλοδαπός να παραμένει παράνομα στο κράτος μέλος, εδώ, στη Δημοκρατία και (ii) να κρατείται για σκοπούς επιστροφής σε τρίτη χώρα, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα πιο πάνω κριτήρια δεν πληρούνται εδώ. Υπάρχει μια αντι[*2756]νομία στην όλη θέση της Δημοκρατίας διά των αρμοδίων αρχών της, περιλαμβανομένης και της απόφασης της Υπουργού Εσωτερικών. Η αιτήτρια συνελήφθη ως παρανόμως διαμένουσα στη Δημοκρατία. Η κράτηση της είχε σκοπό την απέλαση της, εξ ου και εκδόθηκαν ταυτοχρόνως διάταγμα κράτησης και απέλασης. Όμως με την υποβολή της αίτησης πολιτικού ασύλου, το διάταγμα απέλασης ανεστάλη και μάλιστα από την ίδια ημέρα. Της δόθηκε σχετικό πιστοποιητικό ότι είναι αιτήτρια πολιτικού ασύλου, Τεκμ. 15 στην ένσταση, ώστε όλοι οι αρμόδιοι να γνωρίζουν ότι η αιτήτρια δικαιούται να παραμένει στη Δημοκρατία, μέχρι την εξέταση της αίτησης της. Το δικαίωμα παραμονής της, δεν σημαίνει βέβαια ότι αυτή πρέπει να κρατείται στο Μπλοκ 9 των Κεντρικών Φυλακών χωρίς λόγο. Η Δημοκρατία όφειλε και οφείλει να εξετάσει την αίτηση πολιτικού ασύλου τάχιστα. Είναι παραδεκτό ότι μέχρι και την υποβολή της παρούσας αίτησης, ουδέν έγινε.

Μετά το εξάμηνο, η διάρκεια κράτησης ελέγχεται με habeas corpus χωρίς να αποκλείεται ότι θα μπορούσε να καταχωρηθεί και προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 εναντίον του διατάγματος παράτασης της κράτησης ημερ. 26.10.2012. Και δεν έχει βέβαια σημασία, αν η πέραν του εξαμήνου περίοδος ήταν μόνο μερικές ημέρες.  Δικαιωματικά ελέγχεται ολόκληρη η περίοδος με το ένταλμα habeas corpus.

Η περαιτέρω κράτηση είναι παράνομη διότι δεν στηρίχθηκε σε αντικειμενικά στοιχεία που να τη δικαιολογούν. Δεν δίδεται καμία απολύτως εξήγηση πώς και γιατί η αιτήτρια δεν συνεργάζεται με τις αρχές για την απομάκρυνση της. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό, πουθενά δεν εξηγήθηκε. Βρισκόμενη άλλωστε υπό κράτηση είναι δύσκολο για την αιτήτρια να φέρει προσκόμματα, μη συνεργαζόμενη. Πώς χρησιμοποιήθηκε ο χρόνος των 6 μηνών κατά τους οποίους η αιτήτρια παραμένει υπό κράτηση, είναι άγνωστο. Μετέπειτα, αφού ο σκοπός της κράτησης είναι η απέλαση σε συμμόρφωση με την Οδηγία, προς τι η ταυτόχρονη αναστολή του διατάγματος απέλασης μέχρι να εξεταστεί η αίτηση ασύλου; Και για να διαφανεί η σύγχυση που επικράτησε στη διοίκηση, σημειώνεται και το εξής: ενώ το διάταγμα απέλασης ανεστάλη στις 4.5.2012 (Τεκμ. 17), μετά την έκδοση διατάγματος παράτασης της κράτησης για ακόμη 6 μήνες, στις 31.10.2012 το Υπουργείο Εσωτερικών γράφει στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης διαβιβάζοντας τις αποφάσεις της Υπουργού Εσωτερικών για αριθμό αλλοδαπών, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια, ώστε αυτοί «να παραμείνουν υπό κράτηση και να προωθηθεί άμεσα η απέλαση τους» (διατηρείται ο τονισμός). Ενώ και πάλι αντιφατικά, το σημείωμα που απευθύν[*2757]θηκε στην Υπουργό Εσωτερικών, το οποίο στην ουσία υιοθετήθηκε, αναφέρει ότι η υποβολή αίτηση πολιτικού ασύλου έγινε καταχρηστικά για να εμποδίσει την απέλαση, απέλαση που η ίδια η διοίκηση ανέστειλε και βεβαίως εναπόκειτο σ’ αυτή να την προωθούσε είτε άμεσα, είτε με την τάχιστη εξέταση της αίτησης ασύλου.

Ένα ακόμη σημαντικό σημείο: όταν η αιτήτρια συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση με σκοπό την απέλαση της, το διαβατήριο της δεν είχε λήξει. Έληξε στις 2.8.2012, τρεις μήνες μετά τη σύλληψη της. Στο μεταξύ η Δημοκρατία δεν απέλασε την αιτήτρια έχοντας αποφασίσει ότι θα ανέστελλε την απέλαση μέχρι την εξέταση της αίτησης πολιτικού ασύλου. Δεν μπορεί, επομένως, να προβάλλεται η θέση στην ένορκη δήλωση της διοικητικού λειτουργού του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης παρ. 23IV, ότι το διαβατήριο της έληξε και η αστυνομία προβαίνει σε προσπάθειες ανανέωσης του. Εμμέσως εισηγούμενη ότι είτε δεν συνεργάζεται ή αναμένεται η λήψη εγγράφων από τρίτη χώρα. Το ερώτημα όμως παραμένει. Πώς χρησιμοποιήθηκε ο διαρρεύσας χρόνος; Προς όφελος βέβαια της αιτήτριας, ώστε αυτή να μην παραμένει υπό κράτηση πέραν του απολύτως αναγκαίου;

Όλα τα πιο πάνω δεν νομιμοποιούν την περαιτέρω κράτηση της αιτήτριας. Ξεπερνώντας την εξάμηνη περίοδο, ελέγχεται ολόκληρη η περίοδος κατά πόσο είναι ή όχι νόμιμος. Και δεν έχει σημασία το γεγονός ότι στα δεδομένα της υπόθεσης το διάταγμα παράτασης εκδόθηκε πριν τη λήξη του εξαμήνου, ώστε να παρακαμφθούν τα προβλήματα που εγείρονται όταν διάταγμα παράτασης εκδίδεται μετά το εξάμηνο, (δέστε συναφώς Αναφορικά με την Αίτηση του Sorouor v. Δημοκρατίας (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2170, Αναφορικά με την Αίτηση του Haghilo (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2219 και Αναφορικά με την Αίτηση του Bochorishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806).

Ουδείς λόγος συντρέχει για την περαιτέρω κράτηση της.  Η αιτίαση ότι αυτή θα εξαφανιστεί αν αφεθεί ελεύθερη, (που δεν αποτελεί και δεν παρέχει νομιμοποιητικό έρεισμα για την περαιτέρω κράτηση υπό το φως των περιοριστικών διατάξεων του Άρθρου 18ΠΣΤ(8), εφόσον δεν ανάγεται ούτε σε άρνηση συνεργασίας, ούτε σε καθυστέρηση της λήψης αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες), προτρέχει εν πάση περιπτώσει ως ιδέα και αντιστρατεύεται και τη  λογική της οικειοθελούς εμφάνισης της στην Υπηρεσία Αλλοδαπών προς υποβολή αιτήματος πολιτικού ασύλου. Ούτε και είναι ορθό να προδικάζεται η αίτηση ασύλου ως ουσιαστικό πρόσχημα για να παρατείνει η αιτήτρια τη διαμονή της στην Κύπρο, όπως αναφέρεται στο σημείωμα του Τεκμ. 21, το οποίο απλώς [*2758]προσυπογράφει, συμφωνώντας η Υπουργός Εσωτερικών. Το δε σημείωμα καταλήγει στην εισήγηση για κράτηση, μόνο επειδή η αιτήτρια δεν συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές για επιστροφή της στις Φιλιππίνες που είναι τελικά ο μόνος λόγος της περαιτέρω κράτησης. Έχει υποδειχθεί πιο πάνω το ασαφές και αόριστο της δηλώσεως αυτής. Το γεγονός ότι δεν είχε προηγουμένως συμμορφωθεί με τις υποδείξεις για αναχώρηση και αναζητείτο, δεν παρέχει νομιμοποιητικό έρεισμα για κράτηση της πέραν του εξαμήνου, εφόσον από τη σύλληψη της και με ισχύ το διαβατήριο της, θα μπορούσε να απελαθεί. Η περαιτέρω κράτηση της αποτελεί απλώς τιμωρητικό μέτρο. Τα αναφερθέντα στην Rahal v. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 741, με παραπομπή στην Ahmed (2004) 1 Α.Α.Δ. 1752, που υιοθετήθηκαν κατά την εξέταση της αίτησης για αναστολή των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της αιτήτριας στην προσφυγή υπ’ αρ. 739/2012, ημερ. 16.7.2012, πρέπει να επανεξεταστούν υπό το φως της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και τα νομολογηθέντα επ’ αυτής.

Η αίτηση επιτυγχάνει. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση της αιτήτριας από την κράτηση της.

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Τα έξοδα της μεταφράστριας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση της αιτήτριας.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο