(2012) 1 ΑΑΔ 2812
[*2812]21 Δεκεμβρίου, 2012
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΥΣΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
v.
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 177/2009)
Αποζημιώσεις ― Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Τραυματίας ηλικίας 26 χρόνων ― Υπέστη συμπιεστικό κάταγμα του σώματος του 4ου οσφυϊκού σπονδύλου, εγκεφαλική διάσειση άλγος και δυσκαμψία αυχενικής και οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ― Επιδίκαση πρωτοδίκως ποσού €25.000 ως γενικές αποζημιώσεις ― Επικυρώθηκε κατ’ έφεση ς Απόφανση Εφετείου ότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ψηλό.
Αποζημιώσεις ― Γενικές Αποζημιώσεις ― Επιδίκαση αποζημιώσεων για απώλεια απολαβών οι οποίες δεν δηλώνονταν στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και στο Φόρο Εισοδήματος ― Εφαρμοστέες αρχές και Νομολογιακή επισκόπηση.
Αποζημιώσεις ― Γενικές Αποζημιώσεις ― Αφαίρεση φορολογικών επιβαρύνσεων ― Έχει κριθεί από τη νομολογία ότι στην περίπτωση που ο ενάγων δεν απέδειξε την πραγματική του ζημιά αφαιρουμένων των φορολογικών του επιβαρύνσεων, το δικαστήριο θα πρέπει να προβεί το ίδιο σ’ ένα υπολογισμό, όχι κατ’ ανάγκη ακριβή, με βάση τους σχετικούς νόμους που αφορούν την καταβολή φόρου εισοδήματος και κοινωνικών ασφαλίσεων για να καταλήξει στο καθαρό ποσό των εισοδημάτων του ― Νομολογιακή επισκόπηση.
Αποζημιώσεις ― Γενικές Αποζημιώσεις ― Προκύπτει από τη νομολογία συνεχής αυξητική τάση του ύψους των γενικών αποζημιώσεων.
Αποζημιώσεις ― Το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων, εκτός εάν [*2813]τούτο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του νόμου ή αν το ποσό που επιδικάσθηκε είναι είτε υπερβολικό, είτε ανεπαρκές, καθιστώντας έτσι την απονομή των αποζημιώσεων εσφαλμένη.
Η εφεσείουσα αμφισβήτησε πρωτόδικη απόφαση με την οποία κρίθηκε ως η αποκλειστική υπαίτια δυστυχήματος το οποίο επεσυνέβη όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε, συγκρούστηκε με την μοτοσικλέτα του εφεσίβλητου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η εφεσείουσα στην προσπάθειά της να εισέλθει σε πρατήριο βενζίνης, ανέκοψε την πορεία του εφεσίβλητου ο οποίος οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του με κανονική ταχύτητα και φορούσε προστατευτικό κράνος,
Ο εφεσίβλητος υπέστη άλγος και δυσκαμψία αυχενικής και οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ως επίσης συμπιεστικό κάταγμα του σώματος του 4ου οσφυϊκού σπονδύλου και εγκεφαλική διάσειση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε υπέρ του, το ποσό των €25.000 ως γενικές αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες τις οποίες υπέστη, πόνο και ταλαιπωρία, με τόκο 8% από την ημερομηνία του δυστυχήματος, και το ποσό των €2.195 ως ειδικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.
Το Δικαστήριο έκανε δεκτή τη μαρτυρία του εφεσίβλητου σύμφωνα με την οποία πέραν της τακτικής εργασίας του σε Ασφαλιστική Εταιρεία, εργαζόταν και επί μερικής βάσεως (part time) ως σερβιτόρος σε εστιατόρια με μέσο όρο μισθού £450 μηνιαία. Του επιδίκασε συνακόλουθα το ποσό των €2.050 ως απώλεια απολαβών για την περίοδο που παρέμεινε εκτός αυτής της εργασίας.
Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:
Λόγος έφεσης 1:
Η κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη επιδίκαση ποσού €25.000 ως γενικές αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η εφεσείουσα δεν παρουσιάστηκε να αμφισβητεί οποιοδήποτε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς το θέμα των γενικών αποζημιώσεων, παρά μόνο ισχυρίστηκε ότι, με βάση ακριβώς τα ευρήματα του Δικαστηρίου, οι γενικές αποζημιώσεις έπρεπε να [*2814]ήταν κατά πολύ λιγότερες του ποσού των €25.000.
2. Στην υπό εξέταση περίπτωση, το θύμα του δυστυχήματος ήταν νεαρό πρόσωπο ηλικίας 26 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο, το οποίο υπέστη πολύ επώδυνες κακώσεις. Μπορεί να παρέμεινε στο Νοσοκομείο για εννέα μόνο μέρες, πλην όμως, συνέχισε να υποφέρει για πέντε ακόμα μήνες μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο. Δεκαοκτώ δε μήνες μετά τον τραυματισμό του εξακολουθούσε να παρουσιάζει περιοδικά επεισόδια.
3. Το ποσό που επιδικάσθηκε ως γενικές αποζημιώσεις δεν ήταν ούτε λανθασμένο ούτε υπερβολικό. Μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως κάπως υψηλό υπό τις περιστάσεις, αλλά όχι σε βαθμό που να δικαιολογούσε την επέμβαση του Εφετείου.
Λόγος έφεσης 2:
Η κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη επιδίκαση του ποσού των €2.050 ως απώλειας απολαβών, ως η μαρτυρία του εφεσίβλητου.
α. Επειδή εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσίβλητος πριν από το δυστύχημα εργαζόταν σε εστιατόρια, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του ίδιου, η οποία ήταν έκδηλα ψεύτικη.
β. Επειδή, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, δε δήλωνε το ποσό που ισχυρίζεται ότι λάμβανε στο Φόρο Εισοδήματος και στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σύμφωνα με τα τηρηθέντα πρακτικά, κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου δεν υποβλήθηκε καν ότι αυτός δεν εργαζόταν στα κατονομασθέντα εστιατόρια, παρά μόνο του υποβλήθηκε ότι μόνο “περιστασιακά” πήγαινε να εργασθεί ως γκαρσόνι.
2. Η εφεσείουσα στην αγόρευσή της χαρακτήρισε αυτή τη μαρτυρία “έκδηλα ψεύτικη”, ωστόσο τίποτε δεν πρόβαλε για να υποστηρίξει αυτή της την άποψη.
3. Ακόμα και με βάση το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος απώλεσε απολαβές ύψους €2,050 χωρίς αποκοπές, όφειλε τουλάχιστον να αποκόψει ένα ποσό της τάξης, έστω του 30%, ως εισφορές για Κοινωνικές Ασφαλίσεις και Φόρο Εισοδήματος, επιδικάζοντας ποσό €1.440 αντί €2.050.
[*2815]4. Σύμφωνα με τη δοθείσα μαρτυρία, το άλλο εισόδημά του από την εργασία στην ασφαλιστική εταιρεία, θα έπρεπε να εδηλώνετο και να αποκόπτετο φόρος και εισφορές, αφού ο εφεσίβλητος, λόγω του δυστυχήματος και των επιπτώσεων του, εισέπραξε κάποιο ποσό από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Αφαιρέθηκε για τον προαναφερθέντα σκοπό ένα 20%.
5. Το επιδικασθέν ποσό των €2.050 για την απώλεια των συγκεκριμένων απολαβών του εφεσείοντα, μειώθηκε στο ποσό €1.640.
Λόγος έφεσης 3:
Ο κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένος καταλογισμός πλήρους ευθύνης για την πρόκληση του δυστυχήματος στην εφεσείουσα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν προσκομίστηκε από την πλευρά της καμιά μαρτυρία αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες επεσυνέβη το δυστύχημα.
2. Το Δικαστήριο, για καλούς λόγους τους οποίους εξήγησε, αποδέχτηκε τη μαρτυρία ενός μάρτυρα, αυτόπτη του δυστυχήματος, καθώς και τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσίβλητου.
3. Από τα σχετικά αποσπάσματα της αντεξέτασης δε διαφαινόταν ότι ο εφεσίβλητος είχε χρόνο και δυνατότητα την οποία όφειλε να ασκήσει για να αποφύγει τη σύγκρουση, είτε φρενάροντας, είτε προβαίνοντας σε ελιγμό.
4. Υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, το εύρημα του Δικαστηρίου περί μη συντρέχουσας αμέλειας του εφεσίβλητου, ήταν αναπόδραστο.
Η έφεση έγινε μερικώς μόνο δεκτή. Επιδικάστηκαν τα 4/5 των εξόδων τόσο στην έφεση όσο και πρωτόδικα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd a.o. v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789,
Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66,
Christodoulides v. Kyprianou (1968) 1 C.L.R. 130,
[*2816]Φιλίππου κ.ά. ν. Τσολάκη κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 1188,
Ορφανίδη ν. Ορφανίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1889,
Αριστοδήμου ν. Πέτρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 980,
Συκοπετρίτης ν. Αθηνάκη (2005) 1 Α.Α.Δ. 844,
Οικονομίδου κ.ά. ν. Κούβελλα κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 2299,
Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1997) 1 Α.Α.Δ. 396.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Στυλιανίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 9948/04), ημερομηνίας 15/5/2009.
Ν. Χατζηιωάννου, για την Εφεσείουσα.
Κ. Κνώφου για Κ. Δημητριάδη, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ..
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Σε τροχαίο δυστύχημα που είχε συμβεί στις 31.8.2004, στην οδό Κινύρα στη Λευκωσία, η οποία είναι μονόδρομος, είχε εμπλακεί μοτοσυκλέτα με αρ. εγγραφής ΗΜΝ815, η οποία οδηγείτο από τον εφεσίβλητο με κατεύθυνση προς τον κυκλικό κόμβο της CYTA και κρατούσε την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας και αυτοκίνητο το οποίο οδηγείτο από την εφεσείουσα με αρ. εγγραφής ΗΚΖ731 κατά μήκος του ίδιου δρόμου, αλλά κρατώντας τη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας. Σε αγωγή η οποία εκδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ο εφεσίβλητος καταλόγιζε πλήρη και αποκλειστική ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος στην εφεσείουσα. Όπως ισχυρίζετο, η σύγκρουση των δύο οχημάτων επεσυνέβη όταν η εφεσείουσα σε κάποιο σημείο του δρόμου, παρά το πρατήριο βενζίνης το οποίο βρίσκεται κοντά στα Δικαστήρια, ξαφνικά και απότομα και χωρίς να δείξει με το σηματοδότη της τέτοια πρόθεση, έστριψε προς τα αριστερά και, διασχίζοντας διαγώνια την αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας για να εισέλθει στο πρατήριο βενζίνης, απέκοψε την πορεία του εφεσίβλητου καθιστώντας τη [*2817]σύγκρουση των δύο οχημάτων αναπόφευκτη.
Βασιζόμενος στους πιο πάνω ισχυρισμούς, ο εφεσίβλητος, ο οποίος ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο 26 ετών, αξίωνε με την αγωγή του την επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων και ειδικών αποζημιώσεων ύψους £5.587,75.
Κατόπιν ακρόασης η οποία διεξήχθη εφ’ όλης της ύλης, χωρίς οτιδήποτε να έχει συμφωνηθεί, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι την ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος έφερε αποκλειστικά η εφεσείουσα. Ως προς τις αποζημιώσεις, το Δικαστήριο επιδίκασε υπέρ του εφεσίβλητου το ποσό των £25.000 ως γενικές αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες τις οποίες υπέστη, πόνο και ταλαιπωρία, με τόκο 8% από την ημερομηνία του δυστυχήματος, και το ποσό των €2.195 ως ειδικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.
Την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης προσβάλλει με την παρούσα έφεσή της η εφεσείουσα, εγείροντας τρεις λόγους έφεσης, τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Λόγος έφεσης1 – Η κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη επιδίκαση ποσού €25.000 ως γενικές αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία.
Ενόψει του γεγονότος ότι το Δικαστήριο δεν έκανε εύρημα ότι ο ενάγων υπέστη εγχείρηση είτε με τοπική είτε με ολική αναισθησία, ούτε χρειάζεται να υποστεί εγχείρηση στο μέλλον, ή του παρέμειναν κατάλοιπα, ενώ παρέμεινε στο Νοσοκομείο εννέα μόνο μέρες, η εφεσείουσα υποβάλλει ότι το ποσό των €25.000 που επιδικάσθηκε ως γενικές αποζημιώσεις, είναι έκδηλα υπερβολικό και πρέπει να μειωθεί.
Σε σχέση με το λόγο τούτο έφεσης, διαπιστώνουμε κατ’ αρχάς ότι η εφεσείουσα δεν παρουσιάζεται να αμφισβητεί οποιοδήποτε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς το θέμα των γενικών αποζημιώσεων, παρά μόνο ισχυρίζεται ότι, με βάση ακριβώς τα ευρήματα του Δικαστηρίου, οι γενικές αποζημιώσεις έπρεπε να ήταν κατά πολύ λιγότερες του ποσού των €25.000.
Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με σωματικές βλάβες του εφεσείοντα, πόνο και ταλαιπωρία, έχουν συνοψισθεί στην απόφασή του ως ακολούθως:
«“(α) Ο Ενάγοντας μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευ[*2818]κωσίας και αφού υποβλήθηκε σε κλινικό και ακτινολογικό έλεγχο καθώς επίσης και σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου διαπιστώθηκε ότι υπέστη:
Ι. Κεφαλαλγία.
ΙΙ. Ζαλάδες.
ΙΙΙ. Άλγος και δυσκαμψία αυχενικής και οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης.
ΙV. Συμπιεστικό κάταγμα του σώματος του 4ου οσφυϊκού σπονδύλου.
V. Εγκεφαλική διάσειση.”
Σύμφωνα με το Τεκμήριο 5 που είναι ιατρική βεβαίωση του Υπουργείου Υγείας ο κλινικός και ακτινολογικός έλεγχος έδειξε εγκεφαλική διάσειση, θλάση αυχενικής και οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης και μικρό συμπιεστικό κάταγμα του σώματος του 4ου οσφυϊκού σπονδύλου. Ο Ενάγων εξήλθε του Νοσοκομείου 9.9.2004 φέροντας αυχενικό κολάρο. Συνέχισε να παρακολουθείται ως εξωτερικός ασθενής. Δύο μήνες μετά τον τραυματισμό άρχισε σταδιακή αφαίρεση του αυχενικού κολάρου μέχρι την πλήρη αφαίρεση του. Οι κακώσεις που υπέστη και οι οποίες περιγράφονται πιο πάνω υπήρξαν λίαν επώδυνες και υπέφερε από αυτές για πέντε περίπου μήνες. Αιτιάται για ελαφρό άλγος αυχενικής ή οσφυϊκής μοίρας, σπονδυλικής στήλης μετά από κόπωση και παρατεταμένη ορθοστασία. Παρουσιάζει περιοδικά κεφαλαλγία και ζάλη σημεία μεταδιασεισικού σύνδρομου.
Σύμφωνα με ιατρική βεβαίωση ημερομηνίας 6.11.2006, Τεκμήριο 6, 18 μήνες μετά τον τραυματισμό του ο Ενάγων εξακολουθεί να παρουσιάζει περιοδικά επεισόδια άλγους και δυσκαμψίας στην κάτω χώρα οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Ο αξονικός τομογράφος που έγινε την 13.3.2006 έδειξε αλλοιώσεις οι οποίες οφείλονται σε παλαιά σπονδυλοδισκίτιδα στο 03 – 04 και 04 – 05 διαστήματα και εικόνα οστεοχοντρίτιδας του 4ου και του 5ου οσφυϊκού σπονδύλου. Οι αλλοιώσεις αυτές φαίνεται να προϋπήρχαν του τραυματισμού του την 31.8.2004 και την κάκωση της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Οι ενοχλήσεις που παρουσιάζει ο Ενάγων αναμένεται με την πάροδο του χρόνου να βελτιωθούν και να υποχωρήσουν.”
[*2819]Προσεγγίζουμε το θέμα των γενικών αποζημιώσεων λαμβανομένης υπόψη της φύσης και έκτασης των σωματικών βλαβών, των επιπτώσεων και των όποιων καταλοίπων τους και με γνώμονα τις επανειλημμένα νομολογηθείσες αρχές, σύμφωνα με τις οποίες ο ανθρώπινος πόνος, η ταλαιπωρία και η δυσχέρεια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη ευαισθησία. [Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd and another v. Christofis (1982) 1 C.L.R. 789]. Οι πιο πρόσφατες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως ορθά επισήμανε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποκαλύπτουν μια συνεχή αυξητική τάση του ύψους των γενικών αποζημιώσεων. [Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66].
Στην υπό εξέταση περίπτωση, το θύμα του δυστυχήματος είναι νεαρό πρόσωπο ηλικίας 26 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο, το οποίο υπέστη πολύ επώδυνες κακώσεις. Μπορεί να παρέμεινε στο Νοσοκομείο για εννέα μόνο μέρες, πλην όμως, συνέχισε να υποφέρει για πέντε ακόμα μήνες μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο. Δεκαοκτώ δε μήνες μετά τον τραυματισμό του εξακολουθούσε να παρουσιάζει περιοδικά επεισόδια άλγους και δυσκαμψίας στην σπονδυλική στήλη, ενώ μέχρι και την ακρόαση της υπόθεσης παρουσίαζε περιοδικά κεφαλαλγία και ζάλη.
Έχει κατ’ επανάληψη τονισθεί ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων, εκτός εάν τούτο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του νόμου ή αν το ποσό που επιδικάσθηκε είναι είτε υπερβολικό είτε ανεπαρκές, καθιστώντας έτσι την απονομή των αποζημιώσεων εσφαλμένη. [Christodoulides v. Kyprianou (1968) 1 C.L.R. 130].
Κρίνουμε ότι το ποσό που επιδικάσθηκε ως γενικές αποζημιώσεις δεν ήταν ούτε λανθασμένο ούτε υπερβολικό. Μπορεί να χαρακτηρισθεί ως κάπως υψηλό υπό τις περιστάσεις, αλλά όχι σε βαθμό που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου.
Ο πρώτος λόγος έφεσης επομένως δεν μπορεί να επιτύχει.
Λόγος έφεσης 2 – Η κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη επιδίκαση του ποσού των €2.050 ως απώλειας απολαβών, ως η μαρτυρία του εφεσίβλητου.
Στην πρωτόδικη απόφαση, το Δικαστήριο έκανε δεκτή τη μαρτυρία του εφεσίβλητου σύμφωνα με την οποία πέραν της τακτικής εργασίας του στην Παγκυπριακή Ασφαλιστική Εταιρεία, εργαζό[*2820]ταν και επί μερικής βάσεως (part time) ως σερβιτόρος στα εστιατόρια “Ναυαρίνο”, “Εστιάδες”, “Προσήλιο” και “Ευωχία”, με μέσο όρο μισθού £450 μηνιαία. Του επιδίκασε συνακόλουθα το ποσό των €2.050 ως απώλεια απολαβών για την περίοδο που παρέμεινε εκτός αυτής της εργασίας.
Όπως ισχυρίζεται η εφεσείουσα, η επιδίκαση του ανωτέρω ποσού δεν ήταν ορθή ενέργεια, για δύο λόγους:
α. Επειδή εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσίβλητος πριν από το δυστύχημα εργαζόταν σε εστιατόρια, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του ίδιου, η οποία ήταν έκδηλα ψεύτικη.
β. Επειδή, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, δε δήλωνε το ποσό που ισχυρίζεται ότι λάμβανε στο Φόρο Εισοδήματος και στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ως προς την πρώτη από τις δύο αυτές πτυχές του λόγου έφεσης, παρατηρούμε ότι, σύμφωνα με τα τηρηθέντα πρακτικά, όπως υποδεικνύει και ο συνήγορος του εφεσίβλητου, κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου δεν υποβλήθηκε καν ότι αυτός δεν εργαζόταν στα κατονομασθέντα εστιατόρια, παρά μόνο του υποβλήθηκε ότι μόνο “περιστασιακά” πήγαινε να εργασθεί ως γκαρσόνι. Ακολούθως δε, κατά την τελική αγόρευσή του, ο συνήγορος της εφεσείουσας, σύμφωνα και πάλι με τα τηρηθέντα πρακτικά, αναφερόμενος σε ισχυρισμούς του εφεσίβλητου περί απώλειας απολαβών, υπέβαλε στο Δικαστήριο ότι “Δεν δικαιολογούνται οι ισχυρισμοί ότι δεν μπορούσε να κάμει το γκαρσόνι”. Το Δικαστήριο έκανε δεκτή τη μαρτυρία του εφεσίβλητου επί του ζητήματος τούτου και δε βλέπουμε κανένα λόγο να επέμβουμε στην κρίση του από απόψεως αξιολόγησης της αξιοπιστίας της. Πέραν δε του ότι η εφεσείουσα στην αγόρευσή της χαρακτηρίζει αυτή τη μαρτυρία ως “έκδηλα ψεύτικη”, τίποτε δεν πρόβαλε για να υποστηρίξει αυτή της την άποψη.
Ως προς τη δεύτερη πτυχή αυτού του λόγου έφεσης παρατηρούμε τα ακόλουθα: Όπως διαπιστώνεται από τα τηρηθέντα πρακτικά, κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου, υποβλήθηκε προς αυτόν η ακόλουθη ερώτηση:
“Ε. Ισχυρίζεστε ότι εδουλεύατε στην Ευωχία, εδηλώνετε αυτά τα εισοδήματα;
Α. Δεν τα εδήλωνα κατόπιν αξίωσης των αφεντικών μου.”
[*2821]Βασιζόμενη σ’ αυτή την απάντηση του εφεσίβλητου, η εφεσείουσα υπέβαλε ότι, εφόσον ο εφεσίβλητος δε δήλωνε αυτές τις απολαβές του στο Φόρο Εισοδήματος, εμποδίζεται να τις απαιτεί, αφού καταδολίευσε το Φόρο. Εν πάση δε περιπτώσει, ακόμα και με βάση το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος απώλεσε απολαβές ύψους €2,050 χωρίς αποκοπές, όφειλε τουλάχιστον να αποκόψει ένα ποσό της τάξης, έστω του 30%, ως εισφορές για Κοινωνικές Ασφαλίσεις και Φόρο Εισοδήματος, επιδικάζοντας ποσό €1.440 αντί €2.050.
Κατ’ αρχάς, παρατηρούμε ότι η πλευρά της εφεσείουσας δε μας παρέπεμψε σε καμιά αυθεντία ή νομολογία η οποία να υποστηρίζει αυτή της τη θέση. Αντίθετα, ο συνήγορος του εφεσίβλητου μας παρέπεμψε στην απόφαση του Εφετείου στις Συνεκδικαζόμενες Εφέσεις Φιλίππου κ.ά. ν. Τσολάκη κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 1188.
Στις υποθέσεις εκείνες, το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε επιδικάσει υπέρ θύματος δυστυχήματος, ποσό για απώλεια απολαβών και μελλοντικών απολαβών, παρόλο ότι σύμφωνα με αποδεχτή μαρτυρία, αυτός δεν τηρούσε βιβλία για την εργασία του, ούτε εξέδιδε αποδείξεις κατά κανόνα, και ενώ, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, δεν κατέβαλλε Φόρο Εισοδήματος και δεν ήταν εγγεγραμμένος στο Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Ο συνήγορος του εφεσείοντα είχε υποβάλει στις υποθέσεις εκείνες ότι με βάση την απόφαση στην υπόθεση Ορφανίδη ν. Ορφανίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1889, δε θα έπρεπε να θεωρηθούν τα απωλεσθέντα εισοδήματα του εφεσίβλητου ως αποδειχθέντα. Το Εφετείο όμως δεν αποδέχτηκε αυτή τη θέση και επεκύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, σχολιάζοντας ότι η υπόθεση Ορφανίδη ν. Ορφανίδη δεν ενίσχυε τη θέση του εφεσείοντα, εφόσον εκεί είχε αποφασισθεί κάτι διαφορετικό, ότι δηλαδή ένα πρόσωπο που υποβάλλει μια ψευδή φορολογική δήλωση με σκοπό την καταδολίευση του δημοσίου, δεν μπορεί σε μεταγενέστερο στάδιο να προβάλλει ισχυρισμούς οι οποίοι συγκρούονται με το περιεχόμενό της.
Σε σχέση με το θέμα τούτο, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Αριστοδήμου ν. Πέτρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 980. Όπως αναφέρθηκε εκεί, από το ποσό το οποίο επιδικάζεται για το απωλεσθέν εισόδημα κατά την ανάρρωση και τις μελλοντικές απολαβές, θα πρέπει να αφαιρείται ο φόρος εισοδήματος, η έκτακτη εισφορά για την άμυνα και οι εισφορές Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση είναι χαρακτηριστικό:
[*2822]“Ο εφεσίβλητος είχε καθήκο να αποδείξει την πραγματική ζημιά που υπέστη αφαιρουμένων των φορολογικών του επιβαρύνσεων και δεν το έπραξε. Το Δικαστήριο όμως, έπρεπε να προβεί το ίδιο σε ένα υπολογισμό, όχι κατ΄ ανάγκη ακριβή, με βάση τους σχετικούς νόμους που αφορούν την πληρωμή φόρου εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς για την άμυνα και κοινωνικών ασφαλίσεων και να καταλήξει στο καθαρό ποσό των εισοδημάτων του………………………………..
(βλ. British Transport Commission v. Gourley [1955] 3 All E.R. 796, Kemp and Kemp Vol. 1, para 9-028 p. 149)”.
Παρόμοια προσέγγιση ακολουθήθηκε και στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Συκοπετρίτης ν. Αθηνάκη (2005) 1 Α.Α.Δ. 844, όπου με αναφορά στην Αριστοδήμου ν. Πέτρου (ανωτέρω), το ίδιο το Εφετείο παρά την απουσία επακριβών στοιχείων, προχώρησε στο γενικό υπολογισμό ενός ποσού για Φόρο Εισοδήματος και για εισφορές Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο και αφαίρεσε από το αποδειχθέν ακάθαρτο εισόδημα του θύματος ατυχήματος για σκοπούς υπολογισμού απώλειας απολαβών.
Κατά τον ίδιο τρόπο, σε πολύ πρόσφατη απόφασή του το Εφετείο στις συνεκδικασθείσες εφέσεις Οικονομίδου κ.ά. ν. Κούβελλα κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 2299, επικύρωσε πρωτόδικη απόφαση με την οποία το Δικαστήριο είχε αφαιρέσει από επιδικασθέν ποσό υπό μορφή απώλειας υπερωριών, ποσοστό 25% για τη φορολογική επιβάρυνση την οποία θα είχε ο διάδικος, εάν κέρδιζε τα εισοδήματα εκείνα. Ο υπολογισμός έγινε παρά το ότι έλειπαν τα απαραίτητα στοιχεία και ο προσδιορισμός δεν μπορούσε να ήταν ορθός ή ακριβής, η δε αντίδικη πλευρά δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία ως προς το ποσοστό του φόρου που καταβάλλεται στα αντίστοιχα ποσά.
Συνεπής προς τα ανωτέρω είναι και η παλαιότερη απόφαση στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1997) 1 Α.Α.Δ. 396 στην οποία η εφεσίβλητη – θύμα τροχαίου δυστυχήματος, δεν προέβαινε σε δηλώσεις των εισοδημάτων της στο Φόρο Εισοδήματος. Το Εφετείο αφαίρεσε από το μηνιαίο εισόδημά της των £500 που είχε γίνει δεκτό, ένα ποσό £60 ώστε η πραγματική της απώλεια μηνιαία να ήταν £440. (12%).
Στην υπό εξέταση περίπτωση, χωρίς βέβαια να έχουμε ακριβή στοιχεία και μαρτυρία από οποιαδήποτε πλευρά, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί κάποιο ποσοστό από τις απωλεσθείσες απολαβές του εφεσίβλητου, για Φόρο Εισοδήματος και εισφορές [*2823]Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έτσι ώστε το οποιοδήποτε απωλεσθέν ποσό να αντικατοπτρίζει καθαρή απώλεια.
Το ποσό των £450, το οποίο ο εφεσίβλητος εισέπραττε ως σερβιτόρος, δε θα έπρεπε κανονικά να φορολογηθεί ξεχωριστά, αλλά να είχε δηλωθεί και προστεθεί και στο άλλο, το σταθερό εισόδημά του, έτσι ώστε να εφορολογούντο μαζί στην ανάλογη κλίμακα. Σύμφωνα όμως με τη δοθείσα μαρτυρία, το άλλο εισόδημά του από την εργασία στην ασφαλιστική εταιρεία, θα πρέπει να εδηλώνετο και να αποκόπτετο φόρος και εισφορές, αφού ο εφεσίβλητος, λόγω του δυστυχήματος και των επιπτώσεων του, εισέπραξε κάποιο ποσό από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Για τούτο, θα αφαιρέσουμε για τον προαναφερθέντα σκοπό ένα 20%.
Το ποσό επομένως των €2.050 που είχε επιδικασθεί για την απώλεια των συγκεκριμένων απολαβών του εφεσείοντα, το μειώνουμε σε ποσό €1.640.
Λόγος έφεσης 3– Ο κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένος καταλογισμός πλήρους ευθύνης για την πρόκληση του δυστυχήματος στην εφεσείουσα.
Η εφεσείουσα, παραπονούμενη για τον καταλογισμό σ’ αυτήν της πλήρους ευθύνης για το δυστύχημα, παραπέμπει σε σχετικά αποσπάσματα από τα τηρηθέντα πρακτικά της αντεξέτασης του εφεσίβλητου και υποβάλλει ότι, αν αυτός ήταν πιο προσεκτικός κατά τη διάρκεια της οδήγησης, θα έβλεπε την εφεσείουσα και θα μπορούσε να λάβει αποτρεπτικά μέτρα και να αποφύγει το δυστύχημα, όπως χρήση φρένων, ελιγμό αποφυγής σύγκρουσης κλπ.
Σε σχέση με αυτές τις θέσεις της εφεσείουσας υπενθυμίζεται ότι από πλευράς δικής της δεν προσκομίστηκε καμιά μαρτυρία αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες επεσυνέβη το δυστύχημα. Ούτε και αμφισβητεί με την παρούσα έφεση κάτω από οποιονδήποτε λόγο έφεσης, ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς αυτές τις συνθήκες.
Το Δικαστήριο, για καλούς λόγους τους οποίους εξήγησε, αποδέχτηκε τη μαρτυρία ενός μάρτυρα, αυτόπτη του δυστυχήματος, καθώς και τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσίβλητου.
Σύμφωνα δε με τα ευρήματα τα οποία το Δικαστήριο εξήγαγε από τη μαρτυρία εκείνη, ο εφεσίβλητος οδηγούσε τη μοτοσυκλέτα του με κανονική ταχύτητα και φορούσε προστατευτικό κράνος, με [*2824]κατεύθυνση από Λουκή Ακρίτα (γεφύρι Νοσοκομείου) προς CYTA. Οδηγούσε με κανονική ταχύτητα, οπότε στο ύψος του πρατηρίου βενζίνης LUCOIL είδε από δεξιά του από το δρόμο που ενώνει τη Νεχρού (έξωθι παλαιού Νοσοκομείου) το αυτοκίνητο που οδηγούσε η εφεσείουσα να εισέρχεται και να κινείται για λίγο στη δεξιά πλευρά της οδού Κινύρα. Ενώ πλησίαζε στο άνοιγμα του πρατηρίου βενζίνης, το αυτοκίνητο της εφεσείουσας έκανε απότομο ελιγμό προς τα αριστερά της, προς το άνοιγμα, οπότε ανέκοψε την πορεία του οχήματος του εφεσίβλητου και επήλθε η σύγκρουση. Στην προσπάθειά της δηλαδή η εφεσείουσα να εισέλθει στο πρατήριο βενζίνης στρίβοντας αριστερά, αντί να αναμένει να περάσει ο εφεσίβλητος και μετά να προβεί στην ενέργεια αυτή, διέσχισε απότομα και διαγώνια την οδό Κινύρα, αποκόπτοντας την πορεία του εφεσίβλητου.
Από τα αποσπάσματα της αντεξέτασης στις σελίδες των πρακτικών στις οποίες μας παρέπεμψε ο συνήγορος της εφεσείουσας, δε διαφαίνεται ότι ο εφεσίβλητος είχε χρόνο και δυνατότητα την οποία όφειλε να ασκήσει για να αποφύγει τη σύγκρουση, είτε φρενάροντας, είτε προβαίνοντας σε ελιγμό. Είναι γεγονός ότι ο εφεσίβλητος αντιλήφθηκε το αυτοκίνητο της εφεσείουσας από τα δεξιά του, όπως αυτό πλησίαζε στην ένωση των δύο δρόμων, πλην όμως συνέχισε, και ορθά, να βλέπει μπροστά του, εκλαμβάνοντας ότι το αυτοκίνητο της εφεσείουσας θα πήγαινε και αυτό σε ευθεία κατεύθυνση παράλληλα με το δικό του. Όμως, όπως εξήγησε και η μαρτυρία του έγινε αποδεκτή, ξαφνικά ήταν που έστριψε αριστερά και διαγώνια στο δρόμο η εφεσείουσα, οπότε του απέκοψε απότομα την πορεία, του ιδίου, μη δυνάμενου να αντιδράσει.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το εύρημα του Δικαστηρίου περί μη συντρέχουσας αμέλειας του εφεσίβλητου, ήταν αναπόδραστο και, επομένως, αυτός, ο τελευταίος λόγος έφεσης, δεν ευσταθεί.
Η έφεση γίνεται μερικώς μόνο δεκτή, για το λόγο που εξηγήσαμε κάτω από το δεύτερο λόγο έφεσης, αναφορικά με το ποσό των αποζημιώσεων για την απώλεια απολαβών του εφεσίβλητου, το οποίο και μειώνουμε από €2.050 σε €1.640.
Κατά τα άλλα, όλοι οι άλλοι λόγοι έφεσης απορρίπτονται και, έχοντας υπόψη την αποτυχία της έφεσης επί όλων σχεδόν των σημείων, πλην του πολύ περιορισμένου μέρους στο οποίο παρεμβαίνουμε για λόγους αρχής και δημόσιου συμφέροντος, κρίνουμε ότι ως προς τα έξοδα είναι ορθό και δίκαιο όπως επιδικασθούν, και επιδικάζουμε υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας [*2825]τα 4/5 των εξόδων της έφεσης όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο και το ίδιο ισχύει και για τα έξοδα της αγωγής πρωτόδικα.
Η έφεση γίνεται μερικώς μόνο δεκτή. Επιδικάζονται τα 4/5 των εξόδων τόσο στην έφεση όσο και πρωτόδικα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο