Κυπριανού Μάρθα (2013) 1 ΑΑΔ 17

(2013) 1 ΑΑΔ 17

[*17]8 Ιανουαρίου 2013

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 12, 30 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 18, 19, 21 ΚΑΙ 23 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΤΗΝ 02/11/2012 ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝ. 608 Κ. ΜΙΧΑΗΛ ΑΠΟ ΤΟ ΤΑΕ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΓΙΑ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΘΑΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 186/2012)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εκδόθηκε ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώθηκε ένταλμα σύλληψης της αιτήτριας εκδοθέν από Επαρχιακό Δικαστήριο ― Δεν προέκυπτε από τη σχετική ένορκη δήλωση, εύλογη υπόνοια ότι η αιτήτρια εμπλεκόταν στο αδίκημα.

 

Ύστερα από την εξασφάλιση σχετικής άδειας, επιδιώχθηκε με αίτηση για την έκδοση εντάλματος Certiorari, η ακύρωση εντάλματος σύλληψης της αιτήτριας, το οποίο εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο ύστερα από σχετική αίτηση της αστυνομίας εναντίον της αιτήτριας και ενός άλλου προσώπου.

 

Στο σχετικό όρκο μέλους της Αστυνομικής Δύναμης που περιεχόταν στην αίτηση, αναφερόταν ότι υπήρχε μαρτυρία που δημιουρ[*18]γούσε εύλογη βάση για υποψία ότι και οι δύο ενέχονταν σε υπόθεση (1) λειτουργίας γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια, και (2) νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ακολουθούσε η παράθεση των γεγονότων που είχαν λάβει χώρα σε σχέση με τις έρευνες της αστυνομίας.

 

Με την αίτηση υποστηρίχθηκε ότι:

 

α)  Ήταν ανεπαρκή τα στοιχεία  τα οποία ετέθησαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον αφορούσε στην εξαγωγή συμπεράσματος ότι υπήρχε εύλογη υπόνοια που να  συνέδεε την αιτήτρια με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

 

β)  Δεν υπήρχε αναγκαιότητα  σύλληψης της αιτήτριας, εν όψει των όσων είχαν παρουσιασθεί  στον σχετικό όρκο που συνόδευε την αίτηση.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Σε σχέση με το πρώτο διερευνώμενο αδίκημα της λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια, δεν φαινόταν να προέκυπτε οποιαδήποτε εμπλοκή της ίδιας της αιτήτριας, παρά μόνο ενδεχόμενη εμπλοκή του άλλου προσώπου.

 

2.  Για την ίδια την αιτήτρια δεν υπήρχαν στοιχεία στον όρκο που να την ενέπλεκαν με τη λειτουργία του γραφείου ως πρόσωπο υπεύθυνο για τη λειτουργία του, αφού η ίδια, ουδεμία θέση αξιωματούχου είχε στην μια ή στην άλλη εταιρεία οι οποίες φέρονταν να ήταν αναμεμιγμένες.

 

3.  Ο όρκος ήταν ανεπαρκής ως προς την όλη παρουσίαση της σχέσης μεταξύ των δύο εταιρειών που φέρονταν αναμεμιγμένες.Ο ίδιος ο ιδιοκτήτης και διευθυντής μίας εκ των φερομένων ως αναμεμιγμένων εταιρειών, δεν ενεπλάκη καθόλου στην υπόθεση.

 

4.  Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι θα μπορούσε να υπήρχε εύλογη υπόνοια ότι η αιτήτρια εμπλεκόταν σε παράνομη λειτουργία γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια.

 

5.  Την εύλογη υποψία που απαιτείται για την έκδοση εντάλματος, δεν την καθορίζει ο αστυνομικός ο οποίος προβαίνει στον Όρκο, αλλά τη διαπιστώνει ο δικαστής μετά από προσεκτική εξέταση όλων των στοιχείων, ούτως ώστε αν ήταν αναγκαίο να του ζητη[*19]θεί θα μπορούσε να υποδείξει με αιτιολογημένη απόφαση στο στάδιο εκείνο τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι υπάρχει εύλογη υποψία.

 

6.  Ενεργώντας το Ανώτατο Δικαστήριο εκ των υστέρων για να κρίνει το θέμα, πρέπει και το ίδιο  αντικειμενικά να καταλήξει σε εκείνο το συμπέρασμα, κάτι το οποίο δεν μπορούσε να προκύψει στην προκειμένη υπόθεση.

 

Η αίτηση επιτράπηκε. Διατάχθηκε η ακύρωση του εντάλματος σύλληψης.

 

Αίτηση.

 

Α. Πελεκάνος και Γ. Πολυχρόνης, με Γεωργίου ασκούμενο δικηγόρο, για την Αιτήτρια.

 

Α. Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Αιτήτρια παρούσα.

 

Cur. adv. vult.

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Στις 2.11.2012 ετέθη ενώπιον Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας Όρκος βάσει του οποίου εζητήθη ένταλμα σύλληψης του Νεόφυτου Χαραλάμπους και της Αιτήτριας στην παρούσα διαδικασία, με αναφορά στο ότι υπήρχε μαρτυρία που να δημιουργεί εύλογη βάση για υποψία ότι και οι δύο ενέχονται σε υπόθεση (1) λειτουργίας γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια, και (2) νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ακολούθησε η παράθεση των γεγονότων που είχαν λάβει χώρα σε σχέση με τις έρευνες της αστυνομίας και αφορούσαν ιδιαίτερα την ανακοπή αυτοκινήτου που οδηγείτο από την Αιτήτρια, και έλεγχο ο οποίος ακολούθησε και ο οποίος οδήγησε στον εντοπισμό αποδείξεων είσπραξης, βιβλιαρίων επιταγών, τιμολογίων και επιταγών, όπως επίσης και πελατολογίου της εταιρείας LYKOS. Υπήρξε επίσης αναφορά στο ότι η Αιτήτρια έδωσε κατάθεση την ίδια μέρα αναφέροντας ότι εργάζεται στην εταιρεία LYKOS, που ανήκει στο Χαραλάμπους, και ότι στα πλαίσια των καθηκόντων της έλαβε οδηγίες από αυτόν να εισπράξει τιμολόγια των πελατών της εταιρείας, πράγμα που έκανε και του παρέδιδε τις εισπράξεις. Ο ίδιος ο Χαραλάμπους επίσης ανακρίθηκε και ανέφερε ότι είχε αναλάβει το πελατολόγιο της [*20]εταιρείας SMST, αρνούμενος όμως ότι υπήρχε οποιαδήποτε σχέση μεταξύ της δικής του εταιρείας και της άλλης εταιρείας. Επίσης, το αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε η Αιτήτρια και το οποίο εφαίνετο να ήταν εγγεγραμμένο στην εταιρεία SMST, το είχε αγοράσει ο ίδιος από την εταιρεία SMST χωρίς όμως να συνεπληρώθη η μεταβίβαση. Αναφέρετο επίσης στον Όρκο ότι ο Χαραλάμπους, σύμφωνα με τις εξετάσεις που έγιναν, δεν ήταν διευθυντής σε οποιαδήποτε εταιρεία ούτε αδειούχος για το σκοπό αυτό.

 

Η Αιτήτρια, εξασφαλίζοντας σχετική άδεια, καταχώρησε την αίτησή της που είναι ενώπιόν μου σήμερα, βασιζόμενη ουσιαστικά στην ανεπάρκεια των στοιχείων τα οποία ετέθησαν ενώπιον της Δικαστή όσον αφορά την εξαγωγή συμπεράσματος ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια που να τη συνδέει με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

 

Έχω ήδη, κατά τη διάρκεια της συζήτησης της υπόθεσης, αναφερθεί στο ότι, σε σχέση με το πρώτο διερευνόμενο αδίκημα της λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια, δεν φαίνεται να προκύπτει οποιαδήποτε εμπλοκή της ίδιας της Αιτήτριας, παρά μόνο ενδεχόμενη εμπλοκή του Χαραλάμπους, και εκείνη αν τα γεγονότα ήθελαν ερμηνευθεί με τον τρόπο που εισηγείται σήμερα ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία, ότι δηλαδή η εταιρεία του, η LYKOS, ανέλαβε τις εργασίες της SMST και επομένως ουσιαστικά λειτούργησε την εταιρεία εκείνη η οποία δεν είχε άδεια. Εν πάση περιπτώσει, για την ίδια την Αιτήτρια όμως δεν υπάρχουν στοιχεία στον Όρκο που να την εμπλέκουν με τη λειτουργία του γραφείου ως πρόσωπο υπεύθυνο για τη λειτουργία του, αφού η ίδια ουδεμία θέση αξιωματούχου είχε στην μια ή στην άλλη εταιρεία και η όποια λειτουργία της εταιρείας SMST από το Νεόφυτο Χαραλάμπους δεν θα μπορούσε να αποδοθεί στην Αιτήτρια. Ούτε ο Όρκος που ευρίσκετο ενώπιον της Δικαστoύ αποκαλύπτει, πέραν της παράθεσης ορισμένων γεγονότων, με ποιο τρόπο θα μπορούσε να συνδέετο η Αιτήτρια με τη λειτουργία αυτή καθ’ εαυτή, ως υπεύθυνη δηλαδή του γραφείου.

 

Πρέπει να ομολογήσω ότι ο Όρκος είναι ανεπαρκής ως προς την όλη παρουσίαση της σχέσης μεταξύ των δύο εταιρειών LYKOS και SMST. Είναι αποσπασματικά που αναφέρονται ορισμένα πράγματα. Υπάρχει παράλειψη να λεχθεί ότι η εταιρεία LYKOS είχε άδεια λειτουργίας και βεβαίως ότι ο Χαραλάμπους, όπως θα μπορούσε να είχε διαπιστωθεί, ήταν διευθυντής της, ενώ αντιθέτως λέγεται ότι διεπιστώθη ότι δεν ήταν σε οποιαδήποτε εταιρεία διευθυντής. Περαιτέρω δε, η αποσπασματική αυτή παρουσίαση των δεδομένων παραλείπει, στα συμπεράσματα στα [*21]οποία καταλήγει ο ενόρκως δηλών, να εξετάσει τη σωστή διάσταση των στοιχείων που ήδη έχουν επισημανθεί όσον αφορά την Αιτήτρια. Να σημειώσω ιδιαίτερα ότι ο ίδιος ο ιδιοκτήτης και διευθυντής της εταιρείας SMST δεν ενεπλάκη καθόλου στην υπόθεση, ενώ η θέση της Δημοκρατίας είναι ότι είναι η εταιρεία SMST που λειτουργούσε παράνομα, και ότι οι άλλοι, δηλαδή ο Χαραλάμπους και η Αιτήτρια θα ακολουθούσαν στη βάση οποιασδήποτε ευθύνης του ιδίου του ιδιοκτήτη και διευθυντή της. Εν πάση περιπτώσει, ο Όρκος φαίνεται να αποκαλύπτει την άλλη διάσταση η οποία είναι η πιο ακριβής υπό τις περιστάσεις, ότι δηλαδή η εταιρεία που λειτουργούσε δεν είναι η SMST αλλά η LYKOS και ότι η LYKOS είχε αναλάβει τις εργασίες της SMSΤ βάσει συμφωνιών που έγιναν μεταξύ τους και ότι δεν υπάρχει ενέργεια, είτε του Χαραλάμπους είτε της Αιτήτριας, στη λειτουργία της SMST παρά μόνο της εταιρείας LYKOS. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι θα μπορούσε να υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι η Αιτήτρια εμπλέκετο σε παράνομη λειτουργία γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφαλείας χωρίς άδεια.

 

Να σημειώσω ότι υπάρχει περαιτέρω αναφορά από την Αιτήτρια στη μη αναγκαιότητα της σύλληψης της, εν όψει των όσων είχαν παρουσιασθεί μέσα στον Όρκο. Δεν θα επεκταθώ όμως στο θέμα αυτό αφού το θεμελιακό θέμα της επάρκειας του Όρκου διέπει την όλη υπόθεση.

 

Ας είναι αυτή μια ευκαιρία να υπομνησθεί ξανά στους Επαρχιακούς Δικαστές η θεμελιακή σημασία της ανάγκης ικανοποίησης για την εύλογη υποψία με αναφορά συγκεκριμένη και επαρκή για το αδίκημα για το οποίο ζητείται η σύλληψη. Ο δικαστής δεν ενεργεί μηχανικά σε τέτοιες περιπτώσεις αλλά πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη του τις συνέπειες του εντάλματος σύλληψης και να ικανοποιείται απόλυτα ότι υπάρχει τόσο η εύλογη υπόνοια όσο και η αναγκαιότητα για τη σύλληψη. Έχει σε σωρεία υποθέσεων υποδειχθεί η σημασία των αρχών αυτών και δεν πρέπει να υποτιμάται ακόμα και στην ελάχιστη των υποθέσεων. Την εύλογη υποψία δεν την καθορίζει ο αστυνομικός ο οποίος προβαίνει στον Όρκο, αλλά τη διαπιστώνει ο δικαστής μετά από προσεκτική εξέταση όλων των στοιχείων, ούτως ώστε αν ήταν αναγκαίο να του ζητηθεί θα μπορούσε να υποδείξει με αιτιολογημένη απόφαση στο στάδιο εκείνο τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι υπάρχει εύλογη υποψία.  Ενεργώντας το Ανώτατο Δικαστήριο εκ των υστέρων για να κρίνει το θέμα, πρέπει και το ίδιο επομένως αντικειμενικά να καταλήξει σε εκείνο το συμπέρασμα, συμπέρασμα στο οποίο σαφώς δεν μπορώ να καταλήξω στην προκειμένη υπόθεση.

[*22]Στρέφομαι στο δεύτερο αδίκημα για το οποίο εζητήθη το ένταλμα, εκείνο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Όπως έχει προκύψει, το αδίκημα αυτό κατά τη Δημοκρατία είναι το ίδιο το γενεσιουργό αδίκημα προς το οποίο συνδέεται και αυτό δεν είναι δυνατό να γίνεται. Πρέπει να υπάρχει ένα σαφές γενεσιουργό αδίκημα του οποίου τα έσοδα, εφ’ όσον πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα, επιδιώκεται να συγκαλυφθούν. Εδώ όμως το μόνο αδίκημα για το οποίο φαίνεται να υπάρχει αναφορά ήταν το αδίκημα της λειτουργίας του γραφείου χωρίς άδεια.  Δεν μπορούσε να ήταν και το γενεσιουργό αδίκημα αλλά και το ίδιο το αδίκημα της συγκάλυψης. Επομένως ως προς αυτό δεν υπάρχει η παραμικρή βάση για να θεωρούσε η δικαστής ότι εδικαιολογείτο το ένταλμα σύλληψης.

 

Για τους λόγους αυτούς, θεωρώ ότι δικαιολογείται το ένταλμα

Certiorari το οποίο ζητείται, με το οποίο, εκδιδόμενο, ακυρώνεται το ένταλμα σύλληψης της Αιτήτριας.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει και ακυρώνεται το ένταλμα σύλληψης.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο