Astrapi Commission Agents Ltd και Άλλοι ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2013) 1 ΑΑΔ 745

(2013) 1 ΑΑΔ 745

[*745]22 Mαρτίου, 2013

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

 

1. ASΤRAPI COMMISSION AGENTS LTD,

2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

3. ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

4. ASTRAPI TRADING CO. LTD,

 

Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,

 

ν.

 

ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,

 

Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 65/2010)

 

 

Φυσική δικαιοσύνη ― Παροχή δίκαιης ευκαιρίας σε κάθε διάδικο ― Κατά πόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά εξέδωσε διάταγμα ανανέωσης απόφασης σε μονομερή αίτηση που είχε επιδοθεί κατόπιν οδηγιών, απορρίπτοντας αίτημα  παραχώρησης περαιτέρω χρόνου για καταχώρηση ένστασης ― Απόφανση Εφετείου κατά πλειοψηφία, περί μη ακριβοδίκαιου χειρισμού.

 

Οι εφεσείοντες στράφηκαν εναντίον πρωτόδικης κρίσης με την οποία εκδόθηκε διάταγμα ανανέωσης απόφασης για χρονικό διάστημα 3 χρόνων από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος.

 

Με βάση τα πραγματικά γεγονότα, η μονομερώς καταχωρηθείσα αίτηση για άδεια εκτέλεσης απόφασης είχε οριστεί κατόπιν οδηγιών του Επαρχιακού Δικαστηρίου για επίδοση. Αφού επιδόθηκε στους εφεσείοντες, κατόπιν αιτήματος τους, ορίστηκε για οδηγίες και όπως αυτοί καταχωρήσουν την ένσταση τους εντός 15 ημερών.

 

Το αίτημα της πλευράς των εφεσειόντων για παράταση του χρόνου καταχώρησης ένστασης, συνάντησε την έλλειψη συναίνεσης της πλευράς της εφεσίβλητης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε κατευθείαν στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, σημειώνοντας ότι δεν είχε τεθεί ενώπιον του οποιοσδήποτε λόγος γιατί δεν είχε καταχωρηθεί ένσταση [*746]μέσα στο χρονικό διάστημα που εδόθη.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αντινομικά ή και καθ’ υπέρβαση εξουσίας ενέκρινε την αίτηση.

 

β)  Εσφαλμένα απέρριψε το αίτημα των Καθ’ ων η Αίτηση για περαιτέρω αναβολή της αιτήσεως για να τους δοθεί η ευκαιρία να καταθέσουν την ένσταση τους στην αίτηση και εξέδωσε απόφαση ενώ η αίτηση ήταν ορισμένη για οδηγίες.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Παρπαρίνου Δ., συμφωνούντος και του Αρτέμη Π.:

 

1.  Σύμφωνα με τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης το Δικαστήριο έχει καθήκον να ενεργεί με δίκαιο τρόπο και πρέπει να παρέχει σε κάθε διάδικο μια δίκαιη ευκαιρία να θέσει την υπόθεση του ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αμέσως μετά που απέρριψε το αίτημα των εφεσειόντων για περαιτέρω χρόνο προχώρησε στην έκδοση της απόφασης του για ανανέωση της απόφασης χωρίς να δώσει την ευκαιρία στη δικηγόρο των εφεσειόντων να εκφέρει έστω και μια λέξη.

 

3.  Το γεγονός ότι δεν υποβλήθηκε νομότυπα η γραπτή ένσταση δεν αποστερούσε από τη δικηγόρο της εφεσείουσας το δικαίωμα να αγορεύσει.

 

4.  Ο χειρισμός της υπόθεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως έχει περιγραφεί, δεν ήταν ακριβοδίκαιος και δεν δόθηκε η ευκαιρία στους εφεσείοντες να θέσουν τη θέση τους ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Β. Υπό Παμπαλλή Δ.:

 

1.  Το Δικαστήριο αιτιολόγησε, πλήρως, την απόφαση του αφού, όπως επισημάνθηκε δεν είχε τεθεί κανένας αποχρών λόγος για την έγκριση του αιτήματος για αναβολή.

 

2.  Τα χρονοδιαγράμματα που τίθενται από το Δικαστήριο θα πρέπει, απαρεγκλίτως, να τηρούνται γιατί σε αντίθετη περίπτωση δημι[*747]ουργείται καθυστέρηση στην εκδίκαση υποθέσεων.

 

3.  Δόθηκε η δυνατότητα καταχώρησης ένστασης. Το χρονικό διάστημα αφέθηκε να διαρρεύσει, χωρίς να υλοποιηθούν οι οδηγίες του δικαστηρίου.

 

4.  Ορθώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε αναβολή και περαιτέρω δεν είχε καμία υποχρέωση να ακούσει, οποιοδήποτε άλλο επιχείρημα, αν είχε πειστεί για την ορθότητα της ενώπιον του διαδικασίας, έχοντας πάντοτε κατά νου, ότι πρόκειται περί μιας διαδικασίας, που έπρεπε να είχε προχωρήσει, και υλοποιηθεί, μονομερώς.

 

5.  Με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με την παράλληλη υποχρέωση του Δικαστηρίου για εκπλήρωση της αποστολής του με βάση την οποία η απονομή της δικαιοσύνης να γίνεται μέσα σε εύλογο χρόνο.

 

6.  Δόθηκε έστω και, κατ’ αντίθεση με τους Θεσμούς, η δυνατότητα εμφάνισης σε αίτηση για ανανέωση απόφασης, παραχωρήθηκε δικαίωμα ένστασης που δεν ασκήθηκε και το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση ούτε να ακούσει περαιτέρω επιχειρηματολογία, ούτε και να αναβάλει την υπόθεση έτσι ώστε να προγραμματιστεί η αίτηση για ακρόαση.

 

Η έφεση επιτράπηκε. Διατάχθηκε επανεκδίκαση της αίτησης με άλλη σύνθεση.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Καψάλης (Αρ. 2) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 980,

 

Papapetrou Bros Ltd v. Παπαπέτρου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 741,

 

Ridge v. Baldwin a.ο. [1963] 2 Αll. E.R. 66 (Η.L.),

 

Μιχαήλ (2012) 1 Α.Α.Δ. 142,

 

Τράπεζα Κύπρου ν. Μακρίδη κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1218.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Εναγομένους εναντίον της απόφασης του [*748]Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Στυλιανίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 8623/90), ημερομ. 12/2/2010.

 

M. Χριστοδούλου για Α. Μαθηκολώνη, για τους Εφεσείοντες/Εναγόμενους.

 

Μ. Ναθαναήλ (κα) για Π. Πολυβίου, για τους Εφεσίβλητους/Ενάγοντες.

 

Cur. adv. vult.

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π: Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη. Η απόφαση της πλειοψηφίας, με την οποία συμφωνώ, θα δοθεί από τον Δικαστή Παρπαρίνο.

 

Ο Δικαστής Παμπαλλής θα εκδώσει απόφαση μειοψηφίας.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα έφεση είναι απλά. Μονομερής αίτηση της εφεσίβλητης για άδεια εκτέλεσης απόφασης ορίστηκε κατόπιν οδηγιών του πρωτόδικου Επαρχιακού Δικαστηρίου για επίδοση. Αφού επιδόθηκε στους εφεσείοντες, κατόπιν αιτήματος τους, ορίστηκε την 12/2/10 για οδηγίες και όπως αυτοί καταχωρήσουν την ένσταση τους εντός 15 ημερών. Στις 12/2/10 ο δικηγόρος για τους εφεσείοντες ζήτησε από το δικαστήριο περαιτέρω χρόνο για καταχώρηση της ένστασης. Η δικηγόρος της εφεσίβλητης δήλωσε ότι είχε ένσταση.  Το πρωτόδικο δικαστήριο τότε αντέδρασε ως ακολούθως:

 

«Δικαστήριο: Εδόθη η ευκαιρία όπως υποβάλουν ένσταση. Δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοσδήποτε λόγος γιατί δεν έχει καταχωρηθεί ένσταση μέσα στο χρονικό διάστημα που εδόθη για καταχώρηση της ένστασης. Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ανανεώνεται η απόφαση για χρονικό διάστημα 3 χρόνων από σήμερα. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση.»

 

Εναντίον της άνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση με την οποία προβάλλονται τρεις λόγοι ως ακολούθως:

 

«Λόγος Έφεσης 1:          Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αντινομικά εξέδωσε στις 12/2/2010 Απόφαση ή και Διάταγμα για ανανέωση της Απόφασης στην Αγωγή Αρ. 8623/1990 για 3 χρόνια.

 

[*749]Λόγος Έφεσης 2:   Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αντινομικά ή και καθ’ υπέρβαση εξουσίας ενέκρινε την αίτηση των αιτητών  ημερ. 2/11/2009 στις 12/2/2010 ενώ η αίτηση ήτο ορισμένη για Οδηγίες και ενώ οι Καθ’ ων η Αίτηση ζήτησαν περαιτέρω χρόνο για να καταχωρήσουν την ένσταση τους στην Αίτηση και ενώ οι Αιτητές δεν είχαν ένσταση ή και συμφώνησαν στην αναβολή της αίτησης για να δοθεί η ευκαιρία στους Καθ’ ων η Αίτηση να καταχωρήσουν την ένσταση τους.

 

Λόγος Έφεσης 3:  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμενα ή και αντινομικά ή και αδικαιολόγητα ή και ενεργώντας εκτός των πλαισίων της εξουσίας του ή και της διακριτικής του ευχέρειας απέρριψε το αίτημα των Καθ’ ων η Αίτηση για περαιτέρω αναβολή της αιτήσεως για να τους δοθεί η ευκαιρία να καταθέσουν την ένσταση τους στην αίτηση, αίτημα στο οποίο υπήρχε και η συγκατάθεση των αιτητών και ενώ η αίτηση ήτο ορισμένη στις 12/2/2010 για Οδηγίες.»

 

Ενώπιον μας ο πρώτος λόγος έφεσης δεν προωθήθηκε με αποτέλεσμα να μη παρίσταται ανάγκη εξέτασης του.

 

Αναφορικά με το δεύτερο λόγο έφεσης ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε ότι κατά το στάδιο των οδηγιών εφαρμόζεται η Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και το δικαστήριο δεν νομιμοποιείτο βάσει αυτής στην έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής.

 

Αντίθετη ήταν η εισήγηση της συνηγόρου των εφεσιβλήτων η οποία εισηγήθηκε ότι δόθηκε λογική δυνατότητα στους εφεσείοντες να καταχωρήσουν ένσταση αλλά δεν το έπραξαν.

 

Το θέμα που εγείρεται αφορά τη διαδικασία λήψεως της απόφασης του δικαστηρίου την 12/12/10 (“decision making process”). Σύμφωνα με τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης το δικαστήριο έχει καθήκον να ενεργεί με δίκαιο τρόπο (Supreme Court Practice 1988, σελ. 797). Το δικαστήριο πρέπει να παρέχει σε κάθε διάδικο μια δίκαιη ευκαιρία να θέσει την υπόθεση του ενώπιον του δικαστηρίου (Halsbury’s Laws of England, 4η έκδοση, Τόμος 1, παραγρ.76). (Βλ. Καψάλης (Αρ. 2) (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 980, 993).

 

Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, ενώ η αίτηση ήταν ορισμένη για οδηγίες, το πρωτόδικο δικαστήριο αμέσως μετά που απέρριψε το αίτημα των εφεσειόντων για «περαιτέρω χρόνο για [*750]καταχώρηση ένστασης» προχώρησε στην έκδοση της απόφασης του για ανανέωση της απόφασης χωρίς να δώσει την ευκαιρία στη δικηγόρο των εφεσειόντων να εκφέρει έστω και μια λέξη.

 

Στην Papapetrou Bros Ltd v. Παπαπέτρου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 741, 747, που αφορούσε ακρόαση μονομερούς αίτησης η οποία επιδόθηκε κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου, λέχθηκε ότι «το γεγονός ότι δεν υποβλήθηκε νομότυπα η γραπτή ένσταση δεν αποστερεί τη δικηγόρο της εφεσίβλητης να αγορεύσει». Ο χειρισμός της υπόθεσης από το πρωτόδικο δικαστήριο στη διαδικασία λήψεως της απόφασης την 12/2/10, ως έχει περιγραφεί πιο πάνω, δεν ήταν ακριβοδίκαιος και δεν δόθηκε η ευκαιρία στους εφεσείοντες να θέσουν τη θέση τους ενώπιον του δικαστηρίου (Βλ. Ridge v. Baldwin a.ο. [1963] 2 Αll. E.R. 66, 91 (Η.L.).

 

H έφεση επιτρέπεται και το πρωτόδικο διάταγμα ημερ. 12/2/10 ακυρώνεται.

 

Διατάσσεται η επανεκδίκαση της αίτησης ημερ. 2/11/09 από το  Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας με άλλη σύνθεση.

 

Ενόψει του λόγου επιτυχίας της έφεσης δεν επιδικάζονται έξοδα κατ’ έφεση. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα λογίζονται ως έξοδα στην πορεία της εκδίκασης της αίτησης, ακολουθώντας το αποτέλεσμα αυτής.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Είχε εκδοθεί, προς όφελος των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων, στις 4 Απριλίου 1991, απόφαση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στο πλαίσιο της αγωγής 8623/90.

 

Οι εφεσείοντες καταχώρησαν μονομερή αίτηση ημερ. 2 Νοεμβρίου 2009, με την οποία ζήτησαν άδεια για εκτέλεση της απόφασης, αφού, είχαν παρέλθει 6 χρόνια από την έκδοση της.

 

Αποτελεί κοινό έδαφος ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο είχε δώσει οδηγίες, όπως η αίτηση επιδοθεί, και αφού επιδόθηκε, και εμφανίστηκε δικηγόρος εκ μέρους των εφεσειόντων, δήλωσε ότι θα ενστεί και ζήτησε χρόνο για καταχώριση ένστασης. Η αίτηση ορίστηκε για οδηγίες στις 12 Φεβρουαρίου, 2010 με ανάλογη υποχρέωση εκ μέρους των εφεσειόντων, για καταχώριση ένστασης.

 

Στην πιο πάνω ημερομηνία, λόγω μη καταχώρισης ένστασης, ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων ζήτησε περαιτέρω αναβολή και χρό[*751]νο για καταχώριση ένστασης. Ενισταμένων των εφεσιβλήτων, το δικαστήριο προχώρησε στην πιο κάτω απόφαση του. 

 

 «…….. Δικαστήριο: Εδόθη η ευκαιρία όπως υποβάλουν ένσταση. Δεν έχει τεθεί ενώπιον μου οποιοσδήποτε λόγος γιατί δεν έχει καταχωρηθεί ένσταση μέσα στο χρονικό διάστημα που εδόθη για καταχώριση της ένστασης. Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ανανεώνεται η απόφαση για χρονικό διάστημα 3 χρόνων από σήμερα. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση».

 

Οι εφεσείοντες καταχώρισαν την παρούσα έφεση και με το δεύτερο και τρίτο λόγο, που παρέμειναν προς απόφανση, εισηγήθηκαν ότι από τη στιγμή που, η υπόθεση ήταν ορισμένη για οδηγίες με βάση τη Δ.30 θ.1, το δικαστήριο δεν είχε την εξουσία να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης. Η απόρριψη του αιτήματος για αναβολή και η μετέπειτα πορεία της υπόθεσης επηρέασε, όπως πρόβαλαν, άμεσα το συνταγματικό τους δικαίωμα για δίκαιη δίκη. Το δικαστήριο, συνέχισε ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, απορρίπτοντας το αίτημα για αναβολή, είχε υποχρέωση να επιτρέψει στους εφεσείοντες να τοποθετηθούν επί της ουσίας της αίτησης κατά το στάδιο των αγορεύσεων.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ασκήθηκε η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου κατά τρόπο αντινομικό, λαμβανομένου υπόψη του διαρρεύσαντος χρόνου από την έκδοση της απόφασης που έγινε το 1991 και των διαδοχικών αιτήσεων που υποβλήθηκαν, και επέβαλλε, όπως προτάθηκε, σε βάθος μελέτη του φακέλου της υπόθεσης.

 

Κατ’ αρχήν θα σχολιάσω το θέμα της αναβολής. Δόθηκαν οδηγίες για ένσταση, η ένσταση δεν καταχωρήθηκε εγκαίρως, ζητήθηκε περαιτέρω χρόνος και το δικαστήριο αιτιολόγησε, πλήρως, την απόφαση του αφού, όπως επισημαίνεται, δεν είχε τεθεί κανένας αποχρών λόγος για την έγκριση του αιτήματος για αναβολή. Τα χρονοδιαγράμματα που τίθενται από το Δικαστήριο θα πρέπει, απαρεγκλίτως, να τηρούνται γιατί σ’ αντίθετη περίπτωση δημιουργείται καθυστέρηση στην εκδίκαση υποθέσεων. Συνεπώς θεωρώ τον τρίτο λόγο ανεδαφικό και απορρίπτεται.

 

Σε συνάρτηση με το θέμα που πραγματεύεται ο δεύτερος λόγος έφεσης, πρέπει να γίνει μια αναφορά στο περιεχόμενο της αιτήσεως.

 

[*752]Υποβλήθηκε αίτηση για ανανέωση απόφασης δυνάμει της Δ.40 θ.8 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.  Η αίτηση αυτή, όπως καθορίζεται στους Θεσμούς και επιβεβαιώθηκε σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναφέρομαι στις υποθέσεις: Μιχαήλ (2012) 1 Α.Α.Δ. 142 και Τράπεζα Κύπρου ν. Μακρίδη κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1218, στην οποία έκαμε αναφορά και η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων, υποβάλλεται μονομερώς. (Δ.48 θ.8(1)(κκ)). Προσφέρεται, ταυτοχρόνως, η δυνατότητα η αίτηση αυτή να μη συνοδεύεται από ένορκη δήλωση, εκτός εάν αυτό ζητηθεί από το δικαστήριο. Όπως ιδιαιτέρως τονίστηκε στην υπόθεση Μιχαήλ, (ανωτέρω), δεν υπάρχει υποχρέωση επίδοσης τέτοιας αίτησης. Το τι θα πρέπει το δικαστήριο να αναζητεί είναι τη βεβαίωση για τη μη εξόφληση του χρέους, έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα έκδοσης του διατάγματος, για τη λήψη μέτρων εκτέλεσης της απόφασης. Η διαδικασία της επίδοσης καθίσταται αχρείαστη και χρονοβόρα χωρίς να προσφέρει οποιαδήποτε δυνατότητα, προς τον εναγόμενο, αμφισβήτησης της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης που, ειδικώς δε, όπως στην προκείμενη περίπτωση, που αποτελεί το τέλος της πορείας μιας αγωγής, η απόφαση εκδόθηκε εκ συμφώνου.

 

Το δεύτερο σκέλος το οποίο ουσιαστικώς αναφύεται μέσα από αυτή τη διαδικασία, είναι κατά πόσο ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε το θέμα το πρωτόδικο δικαστήριο υπολείπεται της δυνατότητας για δίκαιη δίκη. Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο είχε διατάξει την επίδοση της αίτησης, και τον προγραμματισμό της για οδηγίες, ενεργοποιήθηκαν, όπως προβλήθηκε, οι Διατάξεις της Δ.30 θ.1. Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων, η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο.

 

Δόθηκε η δυνατότητα καταχώρησης ένστασης. Το χρονικό διάστημα αφέθηκε να διαρρεύσει, χωρίς να υλοποιηθούν οι οδηγίες του δικαστηρίου. Ορθώς, κατά την άποψη μου, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έδωσε αναβολή και περαιτέρω δεν είχε καμία υποχρέωση να ακούσει, οποιοδήποτε άλλο επιχείρημα, αν είχε πειστεί για την ορθότητα της ενώπιον του διαδικασίας, έχοντας πάντοτε κατά νου, ότι πρόκειται περί μιας διαδικασίας, που έπρεπε να είχε προχωρήσει, και υλοποιηθεί, μονομερώς. 

 

Με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Καψάλη (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 980, το δικαίωμα της δίκαιης δίκης που διασφαλίζεται από το Άρθρο 30.3 του Συντάγματος, θα πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με την πα[*753]ράλληλη υποχρέωση του δικαστηρίου για εκπλήρωση της αποστολής του ότι η απονομή της δικαιοσύνης γίνεται μέσα σε εύλογο χρόνο.  Τούτο αποτελεί πρωταρχική ευθύνη, του δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος. Παρέκκλιση από τα θέσμια της δίκαιης δίκης αναιρεί τη δίκη και καθιστά το αποτέλεσμα άκυρο.

 

Δεν έχω πεισθεί ότι η υπό εξέταση περίπτωση μπορεί να ενταχθεί μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο παραβίασης του δικαιώματος για διασφάλιση δίκαιης δίκης. Δόθηκε έστω και, κατ’ αντίθεση με τους Θεσμούς, η δυνατότητα εμφάνισης σε αίτηση για ανανέωση απόφασης, παραχωρήθηκε δικαίωμα ένστασης που δεν ασκήθηκε, και το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση ούτε να ακούσει περαιτέρω επιχειρηματολογία, ούτε και να αναβάλει την υπόθεση έτσι ώστε να προγραμματιστεί η αίτηση για ακρόαση. Δεν αισθάνομαι ότι έχει υπάρξει παρέκκλιση από τα θέσμια, με τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Ως εκ τούτου θα απέρριπτα την έφεση.

 

Η έφεση επιτυγχάνει. Διατάσσεται επανεκδίκαση της αίτησης με άλλη σύνθεση.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο