Zhigachov Igor και Άλλοι (Αρ. 3) (2013) 1 ΑΑΔ 1318

(2013) 1 ΑΑΔ 1318

[*1318]20 Ιουνίου 2013

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) IGOR ZHΙGACHOV,

 (2) VLADIMIR ZAKHAROV, (3) ALEXANDER ZAKHAROV,

(4) TATIANA SHCHEGOLEVA, (5) ARMEN DAVIDYAN, ΟΛΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ, Φ/ΔΙ VEREYSKAYA STREET 17, OFFICE 616, ΜΟΣΧΑ, ΡΩΣΙΑ (6) CRITCH INVESTMENTS LIMITED, ΑΠΟ CRAIGMUIR CHAMBERS P.O. BOX 71, READ TOWN, TORTOLA, ΒΡΕΤΑΝΙΚΩΝ ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΑΙ (7) FRONIADOR

HOLDING LIMITED, ΑΠΟ ERA HOUSE, ΔΙΑΓΟΡΟΥ 2, 1097 ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 24.01.2013 ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 25.01.2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ

ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟ 3982/2011,

 

ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΩΣ ΑΝΩ (1) IGOR ZHIGACHOV, (2) VLADIMIR ZAKHAROV, (3) ALEXANDER ZAKHAROV,

(4) TATIANA SHCHEGOLEVA, (5) ARMEN DAVIDYAN,

(6) CRITCH INVESTMENTS LIMITED ΚΑΙ (7) FRONIADOR HOLDINGS LIMITΕD, ΑΙΤΗΤΩΝ (ΑΡ. 3).

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 36/2013)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώθηκε εκδοθέν και τροποποιηθέν διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ― Εκρίθη ως καταχρηστική και μη νομιμοποιημένη έκδοση διατάγματος ex parte – Δεδομένης της ύπαρξης ενός φάσματος παρελθουσών και υφιστα[*1319]μένων διαδικασιών, σχέσεων και αντιδικιών, η υποχρέωση του Δικαστηρίου να ακούσει τους Αιτητές επί της αιτήσεως των Καθ’ ων η Αίτηση ήταν απαράβατη.

 

Ύστερα από την παραχώρηση σχετικής άδειας, καταχωρήθηκε Αίτηση για έκδοση προνομιακού διατάγματος Certiorari με στόχο την ακύρωση προσωρινού διατάγματος εκδοθέντος ex parte από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού επί μονομερούς αιτήσεως και τροποποιηθέντος επίσης ex parte.

 

Το διάταγμα εξεδόθη στα πλαίσια της αγωγής 3982/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ενώ σχετική ήταν και άλλη αγωγή, η 2473/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην αγωγή της Λευκωσίας οι ενάγοντες επιδίωκαν θεραπείες που αφορούσαν Spring Trust, στο οποίο επίσης αφορούσε η αγωγή της Λεμεσού.

 

Το ουσιαστικό θέμα ήταν κατά πόσο δικαιούχοι του Spring Trust, το οποίο ιδρύθηκε από τον Oleg Zackharov και αφορούσε στην τεράστια περιουσία του, ήταν μόνο οι υιοί του Vladimir Zakharov και Alexander Zakharov, ως ισχυρίζονταν, συμπλέοντες με κάποιον Zhigachov, ή και η θυγατέρα του Anastasia Zakharova, ετεροθαλής αδελφή των Vladimir και Alexander, η οποία παραπονείτο ότι είχε παρανόμως αποκλεισθεί αυτού.

 

Με το επίδικο διάταγμα απαγορευόταν μεταξύ άλλων, στους Zhigachov και Alexander Zakharov, προσωπικώς ή άλλως ενεργούντες, να εμφανίζονται ως Διευθυντές ή ως εκπροσωπούντες την εταιρεία Providencia και απαγορευόταν επίσης να αποξενώσουν ή επιβαρύνουν περιουσία που ανήκει στην εταιρεία Providencia ή σε εταιρεία ελεγχόμενη από αυτή.

 

Με την αίτηση υποστηρίχθηκε ότι:

 

α)  Το επίδικο διάταγμα συνιστούσε παρέμβαση με την εταιρική δομή της εταιρείας Providencia που δεν ήταν επίδικο θέμα στην αγωγή της Λεμεσού, εξουδετέρωνε κάθε δυνατότητα των Αιτητών να εμφανίζονται στην αγωγή της Λευκωσίας, και αντιστρατευόταν το διάταγμα το οποίο είχε εκδοθεί στην αγωγή της Λευκωσίας.

 

β)  Πέραν τούτων, και δεδομένων των υφιστάμενων διαδικασιών, ήταν, καταχρηστική και ανεπίτρεπτη η έκδοση του επιδίκου διατάγματος ex parte.

 

γ)  Δεν υπήρξε πλήρης αποκάλυψη εκ μέρους των Αιτητών στην αίτη[*1320]σή τους για εξασφάλιση άδειας.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Δεν διαπιστωνόταν έρεισμα στις εισηγήσεις των Καθ’ ων η Αίτηση για παράλειψη αποκάλυψης. Τα έγγραφα τα οποία παρελήφθησαν στην αίτηση για άδεια, ήσαν τα ίδια πλήρη και περιλάμβαναν τις εν λόγω επιστολές και ένορκη δήλωση στην οποία έγινε ιδιαίτερη αναφορά, αλλά και πρωτίστως διότι η ύπαρξη των διαφορών και διεκδικήσεων της Anastasia Zakharova, ήταν κυρίαρχο στοιχείο στην εικόνα των πραγμάτων που παρουσίασαν οι Αιτητές.

 

2.  Αυτή ήταν μάλιστα και η ουσία του θέματος, η ύπαρξη δηλαδή των διαφορών που προέκυπταν από όλο το φάσμα των διαδικασιών, ως προς τις οποίες και η αποκάλυψη των Αιτητών πόρρω απείχε από του να υστερεί.

 

3.  Η προκειμένη ήταν χαρακτηριστική περίπτωση καταχρηστικής και μη νομιμοποιημένης έκδοσης διατάγματος ex parte. Εδώ η αγωγή υφίστατο από το 2011. Τότε μάλιστα είχαν εκδοθεί και ενδιάμεσα διατάγματα εκ συμφώνου τα οποία έτσι ρύθμιζαν, από αυτή την άποψη, τη συναντίληψη των μερών ως προς την ανάγκη και την έκταση ενδιάμεσων ρυθμίσεων.

 

4.  Το υπόβαθρο αυτό καθιστούσε ανεπίτρεπτη στη συνέχεια, και μάλιστα μετά από τόσο χρόνο που το καθεστώς των εκ συμφώνου διαταγμάτων παρέμεινε σταθερό, την έκδοση διατάγματος ex parte. Καθηκόντως θα έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί η άλλη πλευρά και, αν το θέμα εκρίνετο τόσο επείγον, θα μπορούσε να ακούετο τάχιστα.

 

5.  Η ενέργεια του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα ex parte παρεγνώρισε το ιστορικό της υπόθεσης και διαστρέβλωσε την πορεία των πραγμάτων δημιουργώντας αχρείαστες επιπλοκές αλλά και, κυρίως, παραβιάζοντας τα μάλα, την αρχή ότι όφειλε να είχε ακούσει και την άλλη πλευρά, ιδιαιτέρως αφού αυτή είχε ήδη εμπλακεί σε εκ συμφώνου εκδοθέντα διατάγματα.

 

6.  Υπήρχαν και άλλες διαστάσεις που καθιστούσαν απαραίτητη την ειδοποίηση προς την άλλη πλευρά. Ήταν η αγωγή της Λευκωσίας, στα πλαίσια της οποίας είχαν εκδοθεί ενδιάμεσα διατάγματα τα οποία κατέστησαν αντικείμενο διαδικασιών Certiorari, στη μία των οποίων μάλιστα οι Καθ’ ων η Αίτηση ήσαν παρεμβαίνουσες.

 

7.  Με όλο αυτό το φάσμα των παρελθουσών και υφισταμένων δια[*1321]δικασιών, σχέσεων και αντιδικιών, η υποχρέωση του δικαστηρίου να ακούσει τους Αιτητές επί της αιτήσεως των Καθ’ ων η Αίτηση ήταν απαράβατη.

 

Η αίτηση επιτράπηκε.

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

Αμβροσιάδου ν. Coward (2013) 1 Α.Α.Δ. 78.

 

Αίτηση.

 

Π. Ιωαννίδης με Μ. Μιχαήλ (κα), Παναγίδη και Μ. Γιωρκάτζη (κα), για τους Αιτητές.

 

Α. Αντρέου, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Την 8.2.2013 εδόθη άδεια όπως καταχωρηθεί η ενώπιον μου Αίτηση για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari αποβλέποντος στην ακύρωση προσωρινού διατάγματος εκδοθέντος ex parte από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την 24.1.2013 επί αιτήσεως ημερομηνίας 23.1.2013 και τροποποιηθέντος επίσης ex parte την 25.1.2013. Το διάταγμα εξεδόθη στα πλαίσια της αγωγής 3982/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, με ενάγουσες τις Elena Zakharova και Anastasia Zakharova, προς τις οποίες και εδόθη το διάταγμα, και εναγόμενους, μεταξύ άλλων, τους Providencia Holding Ltd, Igor Zhigachov, Vladimir Zakharov, Alexander Zakharov, Tatiana Tshegalova και Armen Davidydan. Αυτοί, πλην της Providencia, μαζί με δύο άλλες εταιρείες, την Critch Investements Ltd, μοναδική μέτοχο της Providencia, και την Froniador Holdings Ltd, εμπιστευματοδόχου του αναφερομένου ως Spring Trust (τούτα αμφισβητούνται από τους Καθ’ ων η Αίτηση), είναι και οι Αιτητές στην ενώπιον μου Αίτηση. Υπάρχει και άλλη αγωγή, η 2473/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με ενάγοντες τους Igor Zhigachov, Vladimir Zakharov, Alexander Zakharov, Providencia Holdings Ltd, Critch Investments Ltd και Froniador Holdings Ltd και εναγόμενους άλλους, περιλαμβανομένης της Custodian Holdings Ltd, μέσω της οποίας ελέγχεται η Providencia. Στην αγωγή της Λευκωσίας οι ενάγοντες επιδιώκουν θεραπείες που αφορούν το Spring Trust, το οποίο επίσης αφορά η αγωγή της Λεμεσού. Το ουσιαστικό θέμα είναι κατά πόσο δικαιούχοι του Spring Trust, το οποίο ιδρύθηκε από τον Oleg Zackharov και αφορά την τε[*1322]ράστια περιουσία του, είναι μόνο οι υιοί του Vladimir Zakharov και Alexander Zakharov, ως ισχυρίζονται, συμπλέοντες με τον Zhigachov, ή και η θυγατέρα του Anastasia Zakharova, ετεροθαλής αδελφή των Vladimir και Alexander, η οποία παραπονείται ότι έχει παρανόμως αποκλεισθεί αυτού.

 

Με το επίδικο διάταγμα απαγορεύεται στους Zhigachov και Alexander Zakharov, προσωπικώς ή άλλως ενεργούντες και ιδιαιτέρως μέσω των Davidyan και Tshegoleva, να εμφανίζονται ως Διευθυντές ή ως εκπροσωπούντες την Providencia ή να χρησιμοποιούν οποιοδήποτε έγγραφο φαίνεται να προέρχεται ή να εγκρίθηκε από αξιωματούχο ή Διευθυντή της Providencia ή της Custodian, και απαγορεύεται στους Zhigachov, Alexander Zakharov και Vladimir Zakharovπροσωπικώς ή άλλως ενεργούντες και ιδιαιτέρως μέσω των Davidyan και Tshegoleva, να αποξενώσουν ή επιβαρύνουν περιουσία που ανήκει στην Providencia ή σε εταιρεία ελεγχόμενη από αυτή.

 

Είναι η θέση των Αιτητών ότι, καθ’ όσον η αγωγή τους της Λευκωσίας αφορά την εταιρική δομή της Providencia, και μάλιστα στα πλαίσια της είχε εκδοθεί προσωρινό διάταγμα την 11.4.2012 (τροποποιηθέν την 17.4.2012), το επίδικο διάταγμα συνιστά παρέμβαση με την εταιρική δομή της Providencia που δεν είναι επίδικο θέμα στην αγωγή της Λεμεσού αφού εκεί η Providencia ενάγεται ως εμπιστευματοδόχος, εξουδετερώνει κάθε δυνατότητα των Αιτητών να εμφανίζονται στην αγωγή της Λευκωσίας, και αντιστρατεύεται το διάταγμα το οποίο είχε εκδοθεί στην αγωγή της Λευκωσίας. Πέραν τούτων, και δεδομένων των υφιστάμενων διαδικασιών, ήταν, εισηγούνται οι Αιτητές, καταχρηστική και ανεπίτρεπτη η έκδοση του επιδίκου διατάγματος ex parte. Οι Αιτητές παραπέμπουν συναφώς και σε ενδιάμεσο διάταγμα εκδοθέν στην αγωγή της Λευκωσίας προς όφελος των εκεί Εναγομένων την 29.6.2012, το οποίο ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε διαδικασία certiorari την 18.1.2013 (115/2012) στην οποία μάλιστα οι Ενάγουσες στην αγωγή της Λεμεσού ήσαν παρεμβαίνουσες. Ήταν, υποδεικνύουν, αμέσως μετά την ακύρωση του εν λόγω διατάγματος που οι Ενάγουσες στην αγωγή της Λεμεσού ζήτησαν και εξασφάλισαν ex parte το επίδικο διάταγμα. Οι Αιτητές παραπέμπουν και σε άλλη διαδικασία certiorari (58/2012) που αφορούσε το διάταγμα της Λευκωσίας της 11.4.2012, με κατάληξη την 20.6.2012 την ακύρωση του διατάγματος μόνον όσον αφορά την εκπροσώπηση της Custodian. Ακόμα, οι Αιτητές υποδεικνύουν ότι στην αγωγή της Λεμεσού είχαν από το 2011 εκδοθεί διατάγματα εκ συμφώνου, την 26.8.2011 και την 28.9.2011, γεγονός που καθι[*1323]στούσε ακόμα πιο ανεπίτρεπτη, μετά από τόσο χρόνο μάλιστα, την έκδοση του επίδικου διατάγματος ex parte.

 

Το διάταγμα της 11.4.2012 ακυρώθηκε τελικά, μετά από ακρόαση, την 8.3.2013, οι Αιτητές θεωρούν όμως ότι τούτο δεν επηρεάζει το επίδικο θέμα στην παρούσα αίτηση, που είναι η νομιμότητα του διατάγματος της 24.1.2013, αφού το διάταγμα της Λευκωσίας ήταν σε ισχύ την 24.1.2013 που είναι ο κρίσιμος χρόνος για έλεγχο της νομιμότητάς του.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση ενάγουσες στην αγωγή της Λεμεσού έχουν άλλη άποψη για την ακύρωση του διατάγματος της Λευκωσίας. Θεωρούν ότι, εφ’ όσον το διάταγμα αυτό, ακυρωθέν την 8.3.2013, δεν υφίσταται κατά την ακρόαση της Αίτησης, η ύπαρξη του σε ισχύ την 24.1.2013 που εξεδόθη το επίδικο διάταγμα έχει παύσει να έχει σημασία, ώστε να μην μπορεί να τίθεται πλέον θέμα αντιφατικότητας και παρέμβασης του επίδικου διατάγματος με το ακυρωθέν διάταγμα της Λευκωσίας.

 

Η ακύρωση του διατάγματος της Λευκωσίας όντως αφαιρεί το υπόβαθρο των εισηγήσεων των Αιτητών ως προς την αντιφατικότητα του επίδικου διατάγματος με το διάταγμα της Λευκωσίας.  Ναι μεν ο κρίσιμος χρόνος ελέγχου της νομιμότητας του επίδικου διατάγματος είναι ο χρόνος έκδοσής του, το δικαστήριο όμως δεν μπορεί να αγνοήσει την πραγματικότητα της ακύρωσης του διατάγματος της Λευκωσίας ως επηρεάζουσας την αναγκαιότητα έκδοσης προνομιακού διατάγματος. Προς τούτο λοιπόν, οι εισηγήσεις των Αιτητών που αφορούν την κατ’ αυτούς αντιφατικότητα του επίδικου διατάγματος προς το διάταγμα της Λευκωσίας δεν μπορούν να ληφθούν υπ’ όψη. Παραμένουν όμως βεβαίως οι λοιπές εισηγήσεις των ως προς την παρέμβαση του επίδικου διατάγματος με την εταιρική δομή της Providencia και τη δυνατότητα των να προωθούν την αγωγή της Λευκωσίας, όπως και οι ευρύτερες εισηγήσεις τους ως προς υπέρβαση δικαιοδοσίας, οι οποίες περιλήφθησαν στην αίτηση για άδεια. Και δεν συμφωνώ με τους Καθ’ ων η Αίτηση ότι η αίτηση για άδεια και η δοθείσα άδεια περιορίζετο στο θέμα της παρέμβασης του επίδικου διατάγματος με το διάταγμα της Λευκωσίας.

 

Η βασική εισήγηση των Καθ’ ων η Αίτηση είναι ότι δεν υπήρξε πλήρης αποκάλυψη εκ μέρους των Αιτητών στην αίτησή τους για εξασφάλιση άδειας, με ιδιαίτερη παραπομπή στα αφορώντα την ουσία των αιτιάσεων της Anastasia και δη τις ενέργειες των Αιτητών προς αποκλεισμό της από το Spring Trust κατά παράβα[*1324]ση των επιθυμιών και διευθετήσεων του ιδρυτή του Oleg Zakharov, ο οποίος απεβίωσε το 2006. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παραπέμπουν στο ιστορικό του πράγματος για να καταδείξουν ότι, αν και, μετά το θάνατο του Oleg, οι μοναδικοί δικαιούχοι ήσαν, σύμφωνα με τους όρους του Trust και με Letter of Wishes του Oleg, οι δύο εν λόγω υιοί του Alexander και Vladimir, εν τούτοις ο Oleg είχε εκφράσει την επιθυμία να δημιουργήσει τρία ίσα εμπιστεύματα, ένα για κάθε παιδί του, ώστε δηλαδή να περιλαμβάνεται και η Anastasia, μεταφέροντας σε αυτά τις μετοχές της Providencia, γεγονός γνωστό στο Zhigachov και βεβαιωθέν από αυτόν. Τούτο όμως δεν έγινε, λόγω ενεργειών των Zhigachov, Alexander, Vladimir, Davidyan και Tshegoleva, οι οποίοι επεδίωξαν τον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο της Providencia, περιλαμβανομένων και δόλιων αλλαγών μετόχων και αξιωματούχων της Providencia την 15.9.2011, και μάλιστα κατά παράβαση των δύο ενδιάμεσων διαταγμάτων στην αγωγή της Λεμεσού που είχαν εκδοθεί την 26.8.2011 και 28.9.2011. Γίνεται μάλιστα παραπομπή και στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία ακυρώθηκε το διάταγμα της Λευκωσίας, για να καταδειχθεί το δόλιο των ενεργειών εκείνων. Όταν οι Αιτήτριες πληροφορήθησαν τις εν λόγω παράνομες ενέργειες, αντέδρασαν και ο Έφορος Εταιρειών την 21.9.2011 ακύρωσε τα παρανόμως εκδοθέντα πιστοποιητικά και εξέδωσε διορθωμένα πιστοποιητικά ως η αρχική κατάσταση, τα οποία όμως στη συνέχεια επίσης ακύρωσε. Ο Zhigachov όμως και οι άλλοι συνέχισαν να παρουσιάζουν εαυτούς ως ελέγχοντες την Providencia, να αποξενώνουν περιουσία της, διαφημίζοντας μάλιστα και την πώληση της οικογενειακής οικίας που ήταν εγγεγραμμένη σε εταιρεία ελεγχόμενη από την Providencia, και να αποκλείουν την Anastasia από αυτή, στα πλαίσια δε των επιδιώξεών τους κατεχώρησαν και την αγωγή της Λευκωσίας. Σκοπός του επίδικου διατάγματος ήταν η προστασία των δικαιωμάτων της Anastasia. Οι Αιτητές, εισηγούνται οι Καθ’ ων η Αίτηση, παρέλειψαν να προβούν σε πλήρη αποκάλυψη ως προς το ιστορικό του πράγματος όταν αιτήθησαν την άδεια για καταχώρηση της Αίτησης, και δη ως προς την εκφρασθείσα επιθυμία του Oleg να περιλάβει την Anastasia στο Spring Trust, όπως ανεγνωρίσθη από τον ίδιο τον Zhigachov σε εποστολές του, και τις διεκδικήσεις της Anastasia επί του Spring Trust.

 

Δεν διαπιστώνω έρεισμα στις εισηγήσεις των Καθ’ ων η Αίτηση για παράλειψη αποκάλυψης. Και τούτο όχι μόνο διότι τα έγγραφα τα οποία παρελήφθησαν στην αίτηση για άδεια ήσαν τα ίδια πλήρη και περιλάμβαναν τις εν λόγω επιστολές και την ένορκη δήλωση του Φίλιππου Αριστοτέλους στην οποία έγινε ιδιαίτε[*1325]ρη αναφορά, αλλά και πρωτίστως διότι η ύπαρξη των διαφορών και διεκδικήσεων της Anastasia ήταν κυρίαρχο στοιχείο στην εικόνα των πραγμάτων που παρουσίασαν οι Αιτητές. Αυτή είναι μάλιστα και η ουσία του θέματος, η ύπαρξη δηλαδή των διαφορών που προκύπτουν από όλο το φάσμα των διαδικασιών της Λεμεσού και της Λευκωσίας, ως προς τις οποίες και η αποκάλυψη των Αιτητών πόρρω απείχε από του να υστερεί.

 

Δεν θα με απασχολήσει η εισήγηση των Αιτητών ως προς την παρέμβαση του διατάγματος με την εταιρική δομή της Providencia που είναι επίδικο θέμα στην αγωγή της Λευκωσίας και δεν είναι επίδικο θέμα στην αγωγή της Λεμεσού. Προκειμένου περί ουσιαστικής εισήγησης, έπεται της εισήγησης των Αιτητών που αφορά το καταχρηστικό και ανεπίτρεπτο της έκδοσης του επίδικου διατάγματος ex parte, και ακόμα πιο θεμελιακά του θέματος όπως το ήγειρε το Δικαστήριο, δηλαδή του κατά πόσο ενομιμοποιείτο η έκδοση του επίδικου διατάγματος ex parte.

 

Ως προς τούτο, στη νομολογία έχει επανειλημμένα γίνει αναφορά στο εξαιρετικό της έκδοσης διατάγματος ex parte και στο ότι οι όροι έκδοσης του είναι δικαιοδοτικοί όροι ελεγχόμενοι ως τέτοιοι. Στα πλαίσια αυτά, έχει επίσης επανειλημμένα κατακριθεί από το Εφετείο η πρακτική των Επαρχιακών Δικαστηρίων να εκδίδουν διατάγματα ex parte με τέτοια ευκολία ως τούτο να ήταν ο κανόνας αντί η άκρως ιδιάζουσα εξαίρεση. Παραπομπή μπορεί να γίνει στην πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Αμβροσιάδου ν. Coward (2013) 1 Α.Α.Δ. 78, στην οποία υπήρξε πλήρης αναφορά στο θέμα και στις συνέπειες του στη σωστή απονομή της δικαιοσύνης.

 

Θεωρώ την προκειμένη ως χαρακτηριστική περίπτωση καταχρηστικής και μη νομιμοποιημένης έκδοσης διατάγματος ex parteΕδώ η αγωγή υφίστατο από το 2011. Τότε μάλιστα είχαν εκδοθεί και ενδιάμεσα διατάγματα εκ συμφώνου (26.8.2011 και 28.9.2011) τα οποία έτσι ερύθμιζαν, από αυτή την άποψη, τη συναντίληψη των μερών ως προς την ανάγκη και την έκταση ενδιάμεσων ρυθμίσεων. Το υπόβαθρο αυτό καθιστούσε ανεπίτρεπτη στη συνέχεια, και μάλιστα μετά από τόσο χρόνο που το καθεστώς των εκ συμφώνου διαταγμάτων παρέμεινε σταθερό, την έκδοση διατάγματος ex parte. Καθηκόντως θα έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί η άλλη πλευρά και, αν το θέμα εκρίνετο τόσο επείγον, θα μπορούσε να ακούετο τάχιστα. Η ενέργεια του δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα ex parte παρεγνώρισε το ιστορικό της υπόθεσης και διαστρέβλωσε την πορεία των πραγμάτων δημιουργώντας αχρείαστες επιπλοκές αλλά και, κυρίως, παραβιάζοντας τα μάλα την αρχή ότι όφειλε να [*1326]είχε ακούσει και την άλλη πλευρά, ιδιαιτέρως αφού αυτή είχε ήδη εμπλακεί σε εκ συμφώνου εκδοθέντα διατάγματα.

 

Και δεν ήταν μόνο τούτο. Εδώ υπήρχαν και άλλες διαστάσεις που καθιστούσαν απαραίτητη την ειδοποίηση προς την άλλη πλευρά. Ήταν η αγωγή της Λευκωσίας, στα πλαίσια της οποίας είχαν εκδοθεί ενδιάμεσα διατάγματα τα οποία κατέστησαν αντικείμενο διαδικασιών certiorari, στη μία των οποίων μάλιστα οι Καθ’ ων η Αίτηση ήσαν παρεμβαίνουσες. Με όλο αυτό το φάσμα των παρελθουσών και υφισταμένων διαδικασιών σχέσεων και αντιδικιών, η υποχρέωση του δικαστηρίου να ακούσει τους Αιτητές επί της αιτήσεως των Καθ’ ων η Αίτηση ήταν απαράβατη.

 

Να τονισθεί και κάτι άλλο. Η αναγκαιότητα της έκδοσης ενδιάμεσου διατάγματος είναι ένα πράγμα. Η διαδικασία της έκδοσης του είναι άλλο πράγμα. Τα ως άνω λεχθέντα αφορούν μόνο το δεύτερο και επιδιώκουν να τονίσουν τη θεμελιακή υποχρέωση του δικαστηρίου να ενεργεί σε συμφωνία με τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης ως προς την ακρόαση και των δύο πλευρών. Τούτο εξ άλλου το καθιστά και πιο πληροφορημένο ως προς το αν δικαιολογείται η έκδοση του διατάγματος.

 

Ως αποτέλεσμα, εκδίδεται διάταγμα certiorari με το οποίο ακυρώνεται το επίδικο εκδοθέν την 24.1.2013 και τροποποιηθέν την 25.1.2013 διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει.

 

 

 

 

 


[*1327]20 Ιουνίου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 15/03/2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 4726/04,

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Ενάγων,

 

ν.

 

ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

 

Εναγομένων.

 

ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 19/10/2005

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Ενάγων,

 

ν.

 

1. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

[*1328]2.         ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Εναγομένων.

 

ΔΥΝΑΜΕΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΕΩΣ:

 

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Ενάγουσα - Εξ ανταπαιτήσεως,

 

ν.

 

1.         ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ,

2.         ΑΝΔΡΕΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΑΡ. 1),

 

Εναγομένων.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ.107/2013)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Όπου φαίνεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, δεν δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν αποδειχθεί από τον Αιτητή, ο οποίος έχει το σχετικό βάρος, ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από το γενικό κανόνα ― Η αυστηρότερη άποψη της δικής μας νομολογίας, επί του θέματος, έναντι των Αγγλικών συγγραμμάτων.

 

Οι Αιτητές, (Τράπεζα Κύπρου Λτδ) επιδίωξαν την παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προς ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης απόφασης του και ακύρωση ή αναστολή  εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της αγωγής 4726/04 εναντίον της Τράπεζας Κύπρου Λτδ, η οποία ήταν η εναγομένη 1.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο στην Αγωγή 4726/04 στις 14.1.2011 εξέδωσε απόφαση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου ότι όφειλε να αποδώσει σε πελάτη της εναπομείναν ποσό που υπήρχε σε Λογαριασμό που τηρείτο στην Τράπεζα εκδίδοντας απόφαση για €213.575,18 το οποίο ήταν το αντίστοιχο ποσό των £125.000 που παρέμεινε στο λογαριασμό. Επίσης απέρριψε την ανταπαίτηση της πρώην συζύγου, κρίνοντας ότι η θεραπεία που διεκδικούσε συμπε[*1329]ριλαμβανόταν στις αξιώσεις που προωθούσε με την Αίτηση Περιουσιακών Διαφορών που είχε καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας και η οποία τότε εκκρεμούσε.

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο καταλήγοντας σημείωσε ότι η έκδοση απόφασης εναντίον της Τράπεζας δεν θα επηρέαζε τα δικαιώματα της πρώην συζύγου, αφού ο εν λόγω πελάτης εμποδιζόταν από το Προσωρινό Διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου από του να αποσύρει το ποσό που υπήρχε στο Λογαριασμό.

 

Ακολούθως επιδόθηκε στην Τράπεζα Κύπρου ένταλμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας προς είσπραξη του ποσού  για το οποίο εξεδόθη απόφαση στην αγωγή 4726/04.

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου ημερ. 6.8.2012 για αναστολή της απόφασής του, κρίνοντας μεταξύ άλλων ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε στην Τράπεζα Κύπρου «οποιαδήποτε θετική υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής σύμφωνα με τη Δ.35 θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας».

 

Με την αίτηση για άδεια για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος υποστηρίχθηκε ότι:

 

α)  Στην ίδια την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου υπήρχε εμφανές λάθος και πέραν τούτου ήταν φανερό ότι το Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση των εξουσιών του και/ή κάτω από νομική πλάνη.

 

β)  Το Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένα ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε στην Τράπεζα οποιαδήποτε θετική υποχρέωση.

 

γ)  Ενώ αποφάσισε ότι ο εν λόγω πελάτης δεν εδικαιούτο να εισπράξει το επίδικο ποσό, καθ’ ότι εμποδιζόταν από το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου, εντούτοις, εσφαλμένα κατέληξε στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι η αίτηση των Αιτητών για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κινητής περιουσίας δεν μπορούσε να πετύχει.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάζοντας κατά πόσο θα πρέπει να χορηγήσει άδεια ή όχι, δεν υπεισέρχεται στην ορθότητα της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, αλλά περιορίζεται στην εξέταση [*1330]της νομιμότητας γι’ αυτό και η νομολογία υιοθετεί αυστηρή άποψη όταν υπάρχουν άλλα εναλλακτικά ένδικα μέσα.

 

2.  Στην προκειμένη περίπτωση η Τράπεζα Κύπρου, στην ουσία αμφισβητούσε την ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου για την οποία σαφώς υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης.

 

3.  Τα όσα αναφέρθηκαν από τους αιτητές κατά τη διάρκεια της αγόρευσης τους, καθόλου δεν συνιστούσαν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως ο όρος έχει ερμηνευθεί νομολογιακά.

 

4.  Ούτε διαπιστωνόταν από το πρακτικό να υπήρχε οποιαδήποτε παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης, όπως ισχυρίζονταν οι Αιτητές.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Καμηλάρη (2013) 1 Α.Α.Δ. 1001,

 

Lucan Invest Ltd κ.ά. (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1904.

 

Αίτηση.

 

Στ. Πολυβίου (κα) και Θ. Καουτζάνη (κα) για Π. Πολυβίου, για τους Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές, στο εξής «η Τράπεζα Κύπρου», ζητούν άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με απώτερο σκοπό: (α) να ακυρώσουν την ενδιάμεση απόφαση ημερ. 15.3.2013, με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης απόφασης του και (β) να ακυρώσουν ή αναστείλουν την εκτέλεση του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε στις 20.2.2012 στα πλαίσια της Αγωγής 4726/04, εναντίον της Τράπεζας Κύπρου Λτδ, η οποία ήταν η εναγομένη 1.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που περιέχονται στην Έκθεση και στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση και στα έγγραφα που επισυνάπτονται σ’ αυτήν ως τεκμήρια, προκύπτει ότι ο Αντρέας Δημητρίου ήταν νυμφευμένος με την Αικατερίνη Δημη[*1331]τρίου και ζούσαν στις ΗΠΑ. Αφού υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία επίλυσης των περιουσιακών τους διαφορών, το 2001 ο γάμος τους διαλύθηκε με απόφαση Αμερικανικού Δικαστηρίου. Το 2003 ο Δημητρίου επέστρεψε στην Κύπρο για μόνιμη κατοίκηση.

 

Το 1999 ενώ ακόμη ζούσε στην Αμερική, ο Δημητρίου επισκέφθηκε την Κύπρο και κατάθεσε στην Τράπεζα Κύπρου σε εμπρόθεσμη κατάθεση στο όνομά του, το ποσό των £200.000 στο Λογαριασμό «Α». Στις 14.7.2003 αποτάθηκε στην Τράπεζα Κύπρου και ζήτησε να αποσύρει το πιο πάνω ποσό. Η Τράπεζα αρνήθηκε ισχυριζόμενη ότι μετέφερε το ποσό σε άλλο κοινό λογαριασμό στο όνομα του Δημητρίου και της πρώην συζύγου του (Λογαριασμό «Β»).

 

Το Μάιο του 2004 ο Δημητρίου καταχώρησε την αγωγή 4726/04, διεκδικώντας από την Τράπεζα Κύπρου να του καταβάλει ολόκληρο το ποσό και τόκους. Στο μεταξύ η πρώην σύζυγος του καταχώρησε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας Αίτηση για επίλυση περιουσιακών διαφορών στα πλαίσια της οποίας εξασφάλισε προσωρινό διάταγμα με το οποίο ο Δημητρίου εμποδιζόταν να εισπράξει το πιο πάνω ποσό από τον επίδικο λογαριασμό. Το ποσό τότε ανερχόταν στις £253.779. Στη συνέχεια το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου τροποποιήθηκε κατά τρόπο που η απαγόρευση απόσυρσης από το Λογαριασμό «Β» να περιοριστεί στο ποσό των £125.000. Ενόψει της τροποποίησης του διατάγματος, ο Αντρέας Δημητρίου στις 22.9.2004 εξάσκησε το δικαίωμά του και απέσυρε από το Λογαριασμό «Β» το υπόλοιπο ποσό, με αποτέλεσμα να παραμείνει στο λογαριασμό το ποσό των £125.000, στο οποίο περιορίστηκε και η αξίωση του Δημητρίου εναντίον της Τράπεζας. Στη συνέχεια η πρώην σύζυγος του, στα πλαίσια της αγωγής 4726/04 εξασφάλισε άδεια και προσετέθη ως Εναγόμενη 2, καταχωρώντας ανταπαίτηση διεκδικώντας μερίδιο επί του ποσού της επίδικης κατάθεσης.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο στην Αγωγή 4726/04 στις 14.1.2011 εξέδωσε απόφαση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου ότι όφειλε να αποδώσει στον Αντρέα Δημητρίου το εναπομείναν ποσό που υπήρχε στο Λογαριασμό «Β», εκδίδοντας απόφαση για €213.575,18 το οποίο ήταν το αντίστοιχο ποσό των £125.000 που παρέμεινε στο λογαριασμό. Επίσης απέρριψε την ανταπαίτηση της πρώην συζύγου, κρίνοντας ότι η θεραπεία που διεκδικούσε συμπεριλαμβανόταν στις αξιώσεις που προωθούσε με την Αίτηση Περιουσιακών Διαφορών που είχε καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας και η οποία τότε εκκρεμούσε. Το Επαρ[*1332]χιακό Δικαστήριο καταλήγοντας σημείωσε ότι η έκδοση απόφασης εναντίον της Τράπεζας δεν θα επηρέαζε τα δικαιώματα της πρώην συζύγου, αφού ο Δημητρίου εμποδιζόταν από το Προσωρινό Διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου από του να αποσύρει το ποσό που υπήρχε στο Λογαριασμό «Β».

 

Στις 25.2.2011 τόσο οι Αιτητές όσο και η Αικατερίνη Δημητρίου καταχώρησαν τις εφέσεις 76/11 και 41/11, αντίστοιχα, προσβάλλοντας ως λανθασμένη την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.

 

Στις 20.2.2012 επιδόθηκε στην Τράπεζα Κύπρου ένταλμα κατάσχεσης και εκποίησης κινητής περιουσίας προς είσπραξη του ποσού των €213.575,18 για το οποίο εξεδόθη απόφαση στην αγωγή 4726/04. Στις 6.8.2012 η Τράπεζα Κύπρου καταχώρησε μονομερή αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 14.1.2011, καθώς και για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας ημερ. 20.2.2012. Στις 7.8.2012 εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα όπως η εκτέλεση του προαναφερθέντος εντάλματος κατάσχεσης ανασταλεί μέχρι εκδικάσεως της κυρίως Αίτησης που είχε καταχωρήσει η Τράπεζα Κύπρου με την οποία αξίωνε ακύρωση του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας.

 

Στις 15.3.2013 το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου ημερ. 6.8.2012 για αναστολή της απόφασής του, κρίνοντας μεταξύ άλλων ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε στην Τράπεζα Κύπρου «οποιαδήποτε θετική υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής σύμφωνα με τη Δ.35 θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας». Η ευπαίδευτη δικαστής ανέφερε περαιτέρω και τα πιο κάτω:-

 

«Ως αντιλαμβάνομαι την απόφαση του αδελφού δικαστή το επίδικο ποσό, ο ενάγοντας θα δικαιούται να το εισπράξει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου μεταξύ της εναγομένης 2 και του ιδίου.».

 

Την πιο πάνω απόφαση είναι που η Τράπεζα Κύπρου, ως Αιτητές στην παρούσα διαδικασία, επιδιώκουν να ακυρώσουν με την εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari. Η ευπαίδευτη δικηγόρος για την Τράπεζα Κύπρου, εισηγήθηκε ότι θα πρέπει να δοθεί η αιτούμενη άδεια, καθότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις. Όπως ανέφερε, στην ίδια την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου υπάρχει εμφανές λάθος [*1333]και πέραν τούτου είναι φανερό ότι το Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση των εξουσιών του και/ή κάτω από νομική πλάνη.  Όπως ισχυρίζεται η Τράπεζα Κύπρου, το Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένα ότι η απόφαση ημερ. 14.1.2011 δεν επέβαλλε σ’ αυτήν οποιαδήποτε θετική υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής, σύμφωνα με τη Δ.35 θ.18. Περαιτέρω, ενώ αποφάσισε ότι ο Αντρέας Δημητρίου δεν εδικαιούτο να εισπράξει το επίδικο ποσό για το οποίο εκδόθηκε απόφαση υπέρ του, καθότι εμποδιζόταν από το προσωρινό διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου, εντούτοις, εσφαλμένα κατέληξε στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι η αίτηση των Αιτητών για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κινητής περιουσίας δεν μπορούσε να πετύχει.

 

Σύμφωνα με τις νομολογιακές αρχές, όπως τις έχω συνοψίσει πρόσφατα στην υπόθεση Καμηλάρη (2013) 1 Α.Α.Δ. 1001:

 

« …. για να χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση Certiorari, ο Αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Συζητήσιμη υπόθεση μπορεί να υπάρξει όταν διαπιστώνεται εκ πρώτης όψεως από το πρακτικό του δικαστηρίου, υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη, δόλος και παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. …. Όμως η διαπίστωση εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης δεν είναι αρκετή. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου φαίνεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, δεν δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν αποδειχθεί από τον Αιτητή, ο οποίος έχει το σχετικό βάρος, ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από το γενικό κανόνα. Η συγκεκριμένη αρχή επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από την Ολομέλεια στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου, Π.Ε. 2/2009, ημερ. 14.5.2012, στην οποία έγινε ανασκόπηση της νομολογίας επί του θέματος και των διαφόρων νομολογιακών τάσεων που επικρατούν. Ζητήθηκε από την Ολομέλεια να αναγνωρίσει μια ευρύτερη προσέγγιση όταν το θέμα που τίθεται είναι δικαιοδοτικό. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ακόμη και αν υπήρχε άλλο διαθέσιμο εναλλακτικό μέσο όπως αυτό της έφεσης, δεν υπάρχει ανάγκη να διακριβώνονται εξαιρετικές περιστάσεις. Η πλειοψηφία της Ολομέλειας απέρριψε την εισήγηση, επιβεβαιώνοντας την πάγια θέση της νομολογίας, ότι όταν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα θα πρέπει απαραίτητα να αποδεικνύεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. Η Ολομέλεια διαφοροποιήθηκε από τις θέσεις που εκ[*1334]φράζονται στο Σύγγραμμα Halsbury´s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 11, σελ. 140, παρ. 265 και επιβεβαίωσε επί του θέματος την αυστηρότερη άποψη της δικής μας νομολογίας, όπως εκφράστηκε στις υποθέσεις Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Μεστάνα (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965 και Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535.

 

Το δικαστήριο εξετάζοντας κατά πόσο θα πρέπει να χορηγήσει άδεια ή όχι δεν υπεισέρχεται στην ορθότητα της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου, αλλά περιορίζεται στην εξέταση της νομιμότητας γι’ αυτό και η νομολογία υιοθετεί αυστηρή άποψη όταν υπάρχουν άλλα εναλλακτικά ένδικα μέσα.»

 

Στην προκειμένη περίπτωση η Τράπεζα Κύπρου (Αιτητές), στην ουσία αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου για την οποία σαφώς υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης. Τα όσα ανέφερε η κα Καουτζάνη κατά τη διάρκεια της αγόρευσης της, καθόλου δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως ο όρος έχει ερμηνευθεί νομολογιακά (βλ. Lucan Invest Ltd κ.ά. (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1904). Ούτε διαπιστώνω από το πρακτικό να υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης, όπως ισχυρίζονται οι Αιτητές.

 

Η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί και απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο