Soboh Petroleum (Cyprus) Ltd ν. Hussein Ali Nasrat Abdallah και Άλλων (2013) 1 ΑΑΔ 1520

(2013) 1 ΑΑΔ 1520

[*1520]19 Ιουλίου, 2013

 

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

SOBOH PETROLEUM (CYPRUS) LTD,

 

Εφεσείοντες - Ενάγοντες,

 

ν.

 

1. HUSSEIN ALI NASRAT ABDALLAH,

2. EKATERINA MASALOVA,

3. TENLUX TRADING LTD,

4. MARFIN POPULAR BANK PUBLIC CO LTD,

 

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 69/2011)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση διαγραφής ― Δ.19 - θ. 26, Δ.27 - θ. 3 ― Επιτράπηκε αίτηση διαγραφής παραγράφων ένστασης σε ενδιάμεση αίτηση και παραγράφων της ένορκης δήλωσης που τη συνόδευε ― Τα όσα αναφέρονταν, δεν βοηθούσαν, αλλά περιέπλεκαν την έφεση, δεδομένης και της περιορισμένης της εμβέλειας.

 

Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση διαγραφής ισχυρισμών ― Εφαρμοστέες αρχές ― Η φράση «τείνουν να επηρεάσουν δυσμενώς, να προκαλέσουν αμηχανία, ή να καθυστερήσουν τη δίκαιη δίκη της αγωγής» έχει ερμηνευθεί φιλελεύθερα από τα δικαστήρια, έτσι ώστε απλή πολυλογία να μην προκαλεί αμηχανία ― Το Δικαστήριο δεν υποδεικνύει στα μέρη πώς θα διαμορφώσουν την υπόθεσή τους, εφόσον αυτά δεν παραβαίνουν τους κανόνες ― Δικόγραφα, έστω και αν δεν είναι απόλυτα σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες, δε διαγράφονται.

 

Στο πλαίσιο πολιτικής έφεσης, προωθήθηκε αίτηση διαγραφής  των λόγων 4 και 5 ένστασης σε αίτηση ασφάλειας εξόδων που είχε προηγηθεί εναντίον των εφεσειόντων, ως επίσης και συγκεκριμένων παραγράφων (4 - 61 και 71 – 77) της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την ένσταση στην αίτηση ασφάλειας εξόδων.

 

Η αίτηση για διαγραφή προωθήθηκε από την εφεσίβλητη 3 και στηρίχθηκε στις Δ.19 - θ. 26, Δ.27 - θ. 3, Δ.39 - θ. 2 και θ. 18, Δ.48 [*1521]- θ. 1-4, 9(j)(o) και Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, και στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου, συνοδεύτηκε δε από ένορκη δήλωση δικηγόρου, διοικητικού συμβούλου, της εφεσίβλητης 3.

 

Προέβαλε η ενόρκως δηλούσα ότι τα όσα επιδιώκονταν να διαγραφούν αφορούσαν ζητήματα άσχετα με το υπό εκδίκαση ζήτημα και σκανδαλώδη. Με αυτά, αποδίδονταν κατηγορίες και/ή ενοχοποιείτο και/ή αποδιδόταν μομφή και/ή κακή πίστη στην εφεσίβλητη 3. Επίσης, περιείχαν αλληλοσυγκρουόμενους, αντιφατικούς και αβάσιμους ισχυρισμούς στην ένορκη δήλωση.

 

Ήταν η θέση της εφεσίβλητης 3 - αιτήτριας, ότι όσα επιδιώκετο να διαγραφούν, ουσιαστικά, παρέθεταν τη θέση της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση σε σχέση με το αγώγιμο δικαίωμά της – ενώ η έφεση αφορούσε μόνο στο κατά πόσον ορθά ακυρώθηκε προσωρινό διάταγμα λόγω αλλοίωσης των αντιγράφων που είχαν επιδοθεί - χρησιμοποιούνταν δε χαρακτηρισμοί και φράσεις που απέδιδαν στην αιτήτρια - εφεσίβλητη 3 ανεντιμότητα και εγκληματικές ενέργειες, άσχετες με το αντικείμενο της έφεσης. Σ’ αυτές, γινόταν χρήση των λέξεων «έκλεψε», «έχει οικειοποιηθεί», «παράνομη υπεξαίρεση» κ.ά. 

 

Η πλευρά της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση, με αναφορά στη βάση της αίτησης και, ειδικότερα, στη Δ.39 - θ. 2 και θ. 18 των Θεσμών, τη μόνη που, κατά τη θέση της, τυγχάνει εφαρμογής, υπέβαλε μεταξύ άλλων ότι δικονομικά δεν παρέχεται δυνατότητα διαγραφής νομικών λόγων, όπως ήταν οι λόγοι 4 και 5 της ένστασης, αλλά ούτε και των συγκεκριμένων παραγράφων της ένορκης δήλωσης. 

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Οι ισχυρισμοί της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση που αφορούσαν στη δικονομική δυνατότητα διαγραφής παραγράφων της ένορκης δήλωσης και της ένστασης δεν ευσταθούσαν. Η Δ.39 - θ. 18 και η Δ.19 - θ. 26 των Θεσμών, στις οποίες, μεταξύ άλλων, στηρίζεται η αίτηση, παρέχουν τη δυνατότητα να διαγραφεί - η μεν πρώτη από ένορκη δήλωση, η δε δεύτερη από δικόγραφο - οτιδήποτε είναι αχρείαστο ή σκανδαλώδες, ή το οποίο τείνει να επηρεάσει δυσμενώς, ή να προκαλέσει αμηχανία, ή να καθυστερήσει τη δίκαιη δίκη της αγωγής.

 

2.  Η εξουσία διαγραφής που παρέχεται από τις πιο πάνω Διαταγές είναι διακριτικής μορφής και, ταυτόχρονα, πλατιά.

[*1522]3.    Το γεγονός ότι δικόγραφο περιέχει αχρείαστα ζητήματα δεν είναι αρκετό για να οδηγήσει σε διαγραφή του, εφόσον δεν προκαλείται ζημιά στον αντίδικο. Εάν, όμως, σε δικόγραφο, περιέχονται ισχυρισμοί παντελώς άσχετοι, από τους οποίους θα προκληθούν έξοδα και καθυστέρηση στην υπόθεση, τότε αυτοί δικαιολογείται να διαγραφούν.

 

4.  Ισχυρισμοί που προβάλλονται για ανεντιμότητα και συμπεριφορά προσβλητική για τον αντίδικο, εφόσον δεν είναι σχετικοί με τα επίδικα ζητήματα, θεωρούνται σκανδαλώδεις.

 

5.  Υπό το φως των πιο πάνω, εξετάστηκε με προσοχή το περιεχόμενο των παραγράφων, των οποίων επιδιώχθηκε η διαγραφή τόσο στην ένσταση όσο και στην ένορκη δήλωση που την συνοδεύει.

 

6.  Τα όσα παρατίθεντο όντως ήταν εκτεταμένα και αφορούσαν, εν πολλοίς, στο αγώγιμο δικαίωμα της εφεσείουσας, το οποίο, όμως, δεν είναι ανεξάρτητο και ασύνδετο με το προσωρινό διάταγμα, στο οποίο αφορούσε η έφεση, στα πλαίσια της οποίας καταχωρήθηκε η αίτηση για ασφάλεια εξόδων της εφεσίβλητης 3.

 

7.  Η έφεση όμως, στα πλαίσια της οποίας έγινε η παρούσα αίτηση, είναι  περιορισμένης εμβέλειας. Αφορά στις διαπιστώσεις παραποίησης ή επέμβασης στο επιδοθέν διάταγμα έτσι ώστε, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο, να επιδόθηκε "κάποιο μόρφωμα και όχι το διάταγμα του δικαστηρίου" και ζητήματα σε σχέση με τραπεζικούς λογαριασμούς.

 

8.  Δεν αφορά στη συνδρομή ή όχι των  προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται για την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος. Συνεπώς όλα όσα αναφέρονται στις παραγράφους των οποίων επιδιωκόταν η διαγραφή, όχι  μόνο δεν βοηθούσαν, αλλά αντίθετα περιέπλεκαν την έφεση. Εκρίθησαν αχρείαστα και ως τέτοια διετάχθη η διαγραφή τους.

 

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

Vector Onega A.G. ν. Πλοίου M/V Girvas κ.ά. (Αρ. 1) (2000) 1 Α.Α.Δ. 16.

 

Έφεση - Αίτηση.

 

Αίτηση από την Εφεσίβλητη - Εναγόμενη 3 στα πλαίσια Έφε[*1523]σης κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Μαλαχτός, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 5432/2010) ημερ. 25/12/2010.

 

Α. Ξενοφώντος, για την Αιτήτρια - Εφεσίβλητη - Εναγόμενη Αρ. 3.

 

Δ. Αραούζος με Ι. Χαπάρη, για τους Καθ’ ων η Αίτηση - Εφεσείοντες.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Μονομερώς εκδοθέν Συντηρητικό Διάταγμα εναντίον των εφεσιβλήτων 2 και 3 - εναγομένων 2 και 3 στην Αγωγή Αρ. 5432/10, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ακυρώθηκε με απόφαση ημερομηνίας 23/12/2010, για το λόγο ότι υπήρξε επέμβαση και/ή αλλοίωση του περιεχομένου του στο αντίγραφο που επιδόθηκε.

 

Εναντίον της εν λόγω απόφασης καταχωρήθηκε η Πολιτική Έφεση Αρ. 69/2011, στα πλαίσια της οποίας, μετά από αίτηση των εφεσιβλήτων 2 και 4 και συγκατάθεση της εφεσείουσας, εκδόθηκαν εναντίον της Διατάγματα Ασφάλειας Εξόδων για συγκεκριμένα ποσά. Ακολούθως, στις 29/5/2012, καταχωρήθηκε και από την εφεσίβλητη 3 αίτηση για ασφάλεια εξόδων, η οποία, όμως, συνάντησε την ένσταση της εφεσείουσας, για τους πιο κάτω λόγους:-

 

«1. Η Αίτηση δεν συνοδεύεται από έγκυρη Ένορκη Δήλωση καθότι η ομνύουσα, Ιάνθη Καμιναρά, δικηγόρος και διευθύντρια της Εφεσίβλητης 3, δεν αποκαλύπτει την πηγή των πληροφοριών της σε σχέση με (α) την ταυτότητα του προσώπου που της έδωσε πληροφορίες που αφορούν στην Εφεσίβλητη 3 και (β) την ταυτότητα του δικαστικού επιδότη, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2.

 

2. Η Εφεσείουσα δεν είναι αναξιόχρεα και  φερέγγυα ώστε να μην δύναται να καταβάλει το ποσό των εξόδων της Έφεσης και το γεγονός ότι υπάρχουν αξιώσεις εναντίον της και αποφάσεις δεν σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει μια ενδεχόμενη διαταγή του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έξοδα, εφόσον διαθέτει περιουσιακά στοιχεία και εισόδημα από τις εργασίες της, εκτός κινητών, [*1524]που καλύπτουν τις υποχρεώσεις της.

 

3. Η Εφεσείουσα έχει πολύ ισχυρή υπόθεση εναντίον όλων των Εφεσιβλήτων τόσο σε ότι αφορά την Αγωγή όσο και την Έφεση.

 

4. Είναι αδιανόητο από την μια η Εφεσίβλητη 3 με την ενεργό συμμετοχή των υπολοίπων Εφεσιβλήτων να έκλεψε και να έχει οικειοποιηθεί σε βάρος της Εφεσείουσας τουλάχιστον το ποσό των USD$1.323.813,00 που εισέπραξε δολίως στον Τραπεζικό Λογαριασμό της με την Εφεσίβλητη 4 με Αρ. 17932051353 στην περίοδο 22/12/2006 - 26/5/2010 και από την άλλη να διατάσσεται να καταθέσει ασφάλεια εξόδων για οποιοδήποτε ποσό προς όφελος της Εφεσίβλητης 3.

 

5. Η Αίτηση αποσκοπεί στην πραγματικότητα στην καταχρηστική απασχόληση του δικαστικού χρόνου, δεδομένου ειδικότερα ότι οι τρίτοι που κατέβαλαν, όπως οι ίδιοι το ομολογούν εγγράφως, το πιο πάνω ποσό των USD$1.323.813,00 στον Τραπεζικό Λογαριασμό της Εφεσίβλητης 3 με την Εφεσίβλητη 4 με Αρ. 17932051353 στην περίοδο 22/12/2006 - 26/5/1010, παραδέχονται επίσης ότι το πιο πάνω ποσό καταβλήθηκε στην Εφεσίβλητη 3 προς πληρωμή συμβατικών υποχρεώσεων τους προς την Εφεσείουσα με την εντύπωση που τους προκάλεσε ο ίδιος ο Εφεσίβλητος 1 ότι η Εφεσίβλητη 3 ήταν εταιρεία που άνηκε δήθεν στο ίδιο συγκρότημα εταιρειών που άνηκε και η Εφεσείουσα.

 

6. Η παρούσα Αίτηση υποβλήθηκε καθυστερημένα και υπό τις περιστάσεις η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου θα πρέπει ν’ ασκηθεί εναντίον της Εφεσίβλητης 3.

 

7. Το ποσό το οποίο ζητείται από την Εφεσίβλητη 3 να δοθεί ως ασφάλεια εξόδων δεν είναι αποδεκτό καθότι είναι υπερβολικό υπό τις περιστάσεις.

 

8. Τυχόν έγκριση του αιτήματος της Εφεσίβλητης 3 θα είναι άδικη και ενάντια στη σωστή, αποτελεσματική και απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης. Υπό τις περιστάσεις, το Δικαστήριο θα πρέπει να μην ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της Αίτησης αλλά να απορρίψει αυτή με έξοδα εναντίον της Εφεσίβλητης 3 και υπέρ της Εφεσείουσας.»

[*1525]Την ένσταση συνόδευε ένορκη δήλωση του Aiman Soboh, διοικητικού συμβούλου και ιδιοκτήτη της εφεσείουσας, αποτελούμενη από 78 παραγράφους με 32 επισυνημμένα τεκμήρια. Σ’ αυτήν, παρατίθενται οι λόγοι για τους οποίους η εφεσείουσα δεν πρέπει να παραχωρήσει στην εφεσίβλητη 3 - αιτήτρια την αιτούμενη ασφάλεια εξόδων, ως και το ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με την εκδοχή της εφεσείουσας, προς το σκοπό να καταδειχθεί ότι η έφεση έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας.

 

Ακολούθησε, στις 5/10/2012, η καταχώριση από την εφεσίβλητη 3 της παρούσας αίτησης για διαγραφή, από την ένσταση της εφεσείουσας, στην αίτηση για ασφάλεια εξόδων, των λόγων 4 και 5 και, από την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει, ημερομηνίας 13/6/2012, των παραγράφων 4 - 61 και 71 - 77.

 

Η αίτηση για διαγραφή στηρίζεται στις Δ.19 - θ. 26, Δ.27 - θ. 3, Δ.39 - θ. 2 και θ. 18, Δ.48 - θ. 1-4, 9(j)(o) και Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, (οι «Θεσμοί»), και στη σύμφυτη εξουσία του δικαστηρίου, συνοδεύεται δε από ένορκη δήλωση της δικηγόρου Ιάνθης Καμιναρά, διοικητικού συμβούλου, από 16/11/2010, της εφεσίβλητης 3. Η ομνύουσα αναφέρει ότι γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης και όσα δε γνωρίζει τα πληροφορήθηκε από την εφεσίβλητη 3 και το δικηγόρο που χειρίζεται την υπόθεση. Με αναφορά στους λόγους της ένστασης και στο περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που την συνοδεύει, προβάλλει ότι τα όσα επιδιώκεται να διαγραφούν αφορούν ζητήματα άσχετα με το υπό εκδίκαση ζήτημα και σκανδαλώδη. Με αυτά, αποδίδονται κατηγορίες και/ή ενοχοποιείται και/ή αποδίδεται μομφή και/ή κακή πίστη στην εφεσίβλητη 3. Επίσης, περιέχουν αλληλοσυγκρουόμενους, αντιφατικούς και αβάσιμους ισχυρισμούς του Aiman Soboh. Ιδιαίτερα, παραπέμπει στις παραγράφους 24, 26, 36, 37, 40, 42 - 44 της ένορκης δήλωσης, τις οποίες και παραθέτουμε:-

 

«24.         Επίσης, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μετά την επιστολή του κ. Κάνια ημερομηνίας 26/11/2010, Τεκμήριο 16, οι Εφεσίβλητοι 1-3 διόρισαν διαφορετικούς δικηγόρους για την αντιπροσώπευσή τους στην Αγωγή για να κρύψουν το κοινό δόλιο σχέδιό τους.»

 

«26.         Επίσης, δεν αποτελεί σύμπτωση ότι μετά την καταχώρηση της αγωγής στις 10/11/2010, η κ. Ιάνθη Καμιναρά, είχε διοριστεί στις 16/11/2010 ως μοναδική διευθύντρια της Tenlux, όπως δείχνει η έκθεση του Εφόρου Εταιρει[*1526]ών, την οποία έχω επισυνάψει ως Τεκμήριο 18. Η κ. Ιάνθη Καμιναρά, δικηγόρος στην Λεμεσό, εργάζεται μαζί με τον κ. Ανδρέα Ξενοφώντος, τον δικηγόρο της Tenlux από τις 29/11/2011.»

 

«36.         Όταν οι πελάτες μου ζητούσαν βοήθεια γι’ αυτό το θέμα από τις Εταιρείες Glencore, είχαν διαταχθεί από τους δικηγόρους της Tenlux κ.κ. I.R. Kaminara & Co στις 23/12/20101 ‘να μην αποκαλύψουν στην SOBOH οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με τους πελάτες μας και την συνεργασία τους με την εταιρεία σας’ ως αν να υπήρχε στην πραγματικότητα κάποιου είδους συνεργασία μεταξύ της Tenlux και των Εταιρειών Glencore. Αυτή η επιστολή της κ. Καμιναρά είναι μέρος του Τεκμηρίου 10

 

«37.         Μια παρόμοια απαίτηση είχε σταλεί από την κ. Καμιναρά σε όλες τις πιο πάνω Εταιρείες Glencore στις 13/12/2010 και είναι μέρος του Τεκμηρίου 9 ως αν να υπήρχε μια συνεχιζόμενη και νόμιμη επιχειρηματική σχέση μεταξύ των τριών Εταιριών Glencore και της Tenlux, ενώ σε εμάς ο κ. Gibson αρνήθηκε ότι υπήρξε ποτέ τέτοια επιχειρηματική σχέση ή συνεργασία.»

 

«40.         Είναι ξεκάθαρο σε εμένα ότι η κ. Καμιναρά, παρά το ότι είναι η ίδια δικηγόρος, έχει επίσης βοηθήσει υπό την ιδιότητα της ως Διευθύνων Σύμβουλος της Tenlux απατεώνες, όπως οι Εφεσίβλητοι 1-3, να αποφύγουν τις υποχρεώσεις τους, παρά το ότι τα κεφάλαια που είχαν ληφθεί από τις Εταιρείες Glencore στον πιο πάνω λογαριασμό της Tenlux είναι έσοδα που προέρχονται από αδίκημα και όπως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μας αυτό που κάνει η κ. Καμιναρά συνιστά επίσης παροχή βοήθειας ξεπλύματος βρόμικου χρήματος.»

 

«42.         Το άτομο που την καθοδηγεί είναι ο κ. Abdallah, που είναι το πρόσωπο, που σύμφωνα με την διαπίστωση του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην σελίδα 19 της επίδικης απόφασης, ίδρυσε την Tenlux και διαχειρίστηκε τις υποθέσεις της. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, η σύζυγος του, όπως η ίδια παραδέχεται, είχε δικαίωμα υπογραφής στον τραπεζικό λογαριασμό της Tenlux με την Λαϊκή Τράπεζα και ήταν σε θέση σε συνεννόηση βεβαίως με τον σύζυγο της να διατάσσει την Λαϊκή Τράπεζα ανάλογα ως προς τη χρήση όλων των ποσών τα οποία είχαν με[*1527]ταφερθεί στον λογαριασμό της Tenlux, αλλά τα οποία ανήκαν στους Εφεσείοντες.»

 

«43.         Η κ. Καμιναρά εντούτοις είναι πρόθυμη να ενεργήσει ως Διευθύνων Σύμβουλος της Tenlux και δανείσει το όνομα της σε απατεώνες σαν τον κ. Abdallah και στην γυναίκα του, κ. Masalova, παρόλο που η κ. Καμιναρά γνωρίζει πολύ καλά ή θα έπρεπε να γνωρίζει ότι όλα τα ποσά που λήφθηκαν από την Tenlux στο λογαριασμό της με τη Λαϊκή Τράπεζα από την Glencore και άλλους συνέταιρους των Εφεσειόντων δεν προήλθαν από καλόπιστες και νόμιμες δραστηριότητες.»

 

«44.         Οι Εταιρείες Glencore υπάκουσαν σε αυτές τις οδηγίες της κ. Καμιναρά και σαν αποτέλεσμα παρείχαν κάλυψη και υποστήριξη στους απατεώνες ως αν οι Εταιρείες Glencore να είχαν συμφωνήσει όντως μαζί τους ότι οι πληρωμές στην Tenlux δεν προορίζονταν να πληρωθούν σε εμάς κάτω από τις Συμφωνίες Εμπορίας και Συμμετοχής σε Κέρδη.»

 

Οι συνήγοροι, προς υποστήριξη της θέσης τους, ετοίμασαν γραπτές αγορεύσεις.

 

Είναι η θέση της εφεσίβλητης 3 - αιτήτριας, με αναφορά στην παράγραφο (ζ) της Ειδοποίησης Ένστασης στην Αίτηση Διαγραφής, όπου αναφέρεται ότι « Όλα τα γεγονότα που τίθενται στην ένορκη δήλωση του Aiman Soboh και ειδικότερα αυτά για τα οποία επιζητείται η διαγραφή έχουν σκοπό να καταδείξουν, μεταξύ άλλων, την ισχύ της υπόθεσης των Εφεσειόντων τόσο για τους σκοπούς της αγωγής όσο και της έφεσης ...», ότι η αίτησή τους είναι βάσιμη. Αντικείμενο της έφεσης, υπέβαλε, δεν είναι η απόφαση στην Αγωγή Αρ. 5432/10 - η Έκθεση Απαίτησης στην οποία, παρά την παρέλευση δύο χρόνων από την καταχώριση του Γενικά Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος, δεν έχει καταχωρηθεί - αλλά Συντηρητικό Διάταγμα, το οποίο ακυρώθηκε για μόνο το λόγο ότι υπήρξε επέμβαση ή παραποίηση του περιεχομένου του στο αντίγραφο που επιδόθηκε. Όσα επιδιώκεται να διαγραφούν, ουσιαστικά, παραθέτουν τη θέση της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση σε σχέση με το αγώγιμο δικαίωμά της, χρησιμοποιούνται δε χαρακτηρισμοί και φράσεις που αποδίδουν στην αιτήτρια - εφεσίβλητη 3 ανεντιμότητα και εγκληματικές ενέργειες, άσχετες με το αντικείμενο της έφεσης. Σ’ αυτές, γίνεται χρήση των λέξεων «έκλεψε», «έχει οικει[*1528]οποιηθεί», «παράνομη υπεξαίρεση» κ.ά.

 

Η πλευρά της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση, με αναφορά στη βάση της αίτησης και, ειδικότερα, στη Δ.39 - θ. 2 και θ. 18 των Θεσμών, τη μόνη που, κατά τη θέση της, τυγχάνει εφαρμογής, υπέβαλε ότι δικονομικά δεν παρέχεται δυνατότητα διαγραφής νομικών λόγων, όπως είναι οι λόγοι 4 και 5 της ένστασης, αλλά ούτε και των συγκεκριμένων παραγράφων της ένορκης δήλωσης. Η ένορκη δήλωση, υποστήριξε, δεν αποτελεί δικόγραφο, ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής η Δ.19 - θ. 26 και η Δ.27 - θ. 3 των Θεσμών.  Επίσης, πρόβαλε ότι η επίκληση από την εφεσίβλητη 3 της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 25/6/2012, με την οποία διατάχτηκε όπως η ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση της εφεσείουσας στην αίτηση για παροχή ασφάλειας εξόδων μεταφραστεί στα Ελληνικά και καταχωρηθεί, με το σκεπτικό ότι: «Συνήθως οι ένορκες δηλώσεις οι οποίες υποστηρίζουν είτε την αίτηση είτε την ένσταση, εκτός από μαρτυρία, περιέχουν και λόγους οι οποίοι, ανάλογα με την περίπτωση, αναφέρονται στην υποστήριξη των νομικών σημείων που επικαλείται ο ομνύων στη δήλωση του ή προς αντίκρουση των νομικών σημείων που επικαλείται ο αντίδικος στη δική του ένορκη δήλωση. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι ένορκες δηλώσεις, εκτός από μαρτυρία, υπέχουν και θέση δικογράφου.», δε βοηθά. Έχουν παρερμηνευτεί, ισχυρίστηκε, τα λεχθέντα από το Δικαστήριο, τα οποία, εν πάση περιπτώσει, συγκρούονται με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην οποία γίνεται σαφής διαχωρισμός μεταξύ δικογράφων και μαρτυρίας. Τόσο η παρούσα αίτηση, υπέβαλε, όσο και η αίτηση για ασφάλεια εξόδων, η οποία καταχωρήθηκε δεκαπέντε μήνες μετά την καταχώριση της έφεσης, σκοπό έχουν την καθυστέρηση εκδίκασης της έφεσης. Σε περιπτώσεις αγωγών στη βάση δόλου, κλοπής, παράβασης σχέσης εμπιστοσύνης, μαρτυρία που τείνει να καταδείξει το αγώγιμο δικαίωμα και, συνακόλουθα, τη δύναμη της υπόθεσης - αυτό ακριβώς περιέχεται στις παραγράφους που η εφεσίβλητη 3 επιδιώκει να διαγράψει - δεν είναι άσχετη. Εφόσον, καταλήγει, κατά την εξέταση αίτησης για ασφάλεια εξόδων, μεταξύ άλλων, εξετάζεται και η ισχύς της υπόθεσης του διαδίκου εναντίον του οποίου στρέφεται η αίτηση όσο και η δυνατότητά του να αποπληρώσει τα δικηγορικά έξοδα της άλλης πλευράς, οι περιστάσεις της υπόθεσης της εφεσείουσας δε δικαιολογούν τη διαγραφή. 

 

Οι ισχυρισμοί της εφεσείουσας - καθ’ ης η αίτηση που αφορούν στη δικονομική δυνατότητα διαγραφής παραγράφων της ένορκης δήλωσης και της ένστασης δεν ευσταθούν. Η Δ.39 - θ. 18* και η Δ.19 - θ. 26** των Θεσμών, στις οποίες, μεταξύ άλλων, στηρίζεται η αίτηση, παρέχουν τη δυνατότητα να διαγραφεί - η μεν πρώτη από ένορκη δήλωση, η δε δεύτερη από δικόγραφο - οτιδήποτε είναι αχρείαστο ή σκανδαλώδες, ή το οποίο τείνει να επηρεάσει δυσμενώς, ή να προκαλέσει αμηχανία, ή να καθυστερήσει τη δίκαιη δίκη της αγωγής.

 

Η εξουσία διαγραφής που παρέχεται από τις πιο πάνω Διαταγές είναι διακριτικής μορφής και, ταυτόχρονα, πλατιά. Στη Vector Onega A.G. ν. Πλοίου M/V Girvas κ.ά. (Αρ. 1) (2000) 1 Α.Α.Δ. 16, αναφέρθηκε ότι:- (σελ. 23)

 

«Ακόμη και στις περιπτώσεις που οι συνθήκες υπαγορεύουν στένεμα της εξουσίας για να ασκηθεί κατά συγκεκριμένο τρόπο, όπως όταν επιζητείται διαγραφή υλικού από δικόγραφο λόγω δεδικασμένου, η εξουσία αυτή δε χάνει ολότελα το διακριτικό της χαρακτήρα.»

 

Σύμφωνα δε με το Annual Practice, 1958, σελ. 477-479, η φράση: [*1530]"Tend to prejudice, embarrass, or delay the fair trial of the action" - («τείνουν να επηρεάσουν δυσμενώς, να προκαλέσουν αμηχανία, ή να καθυστερήσουν τη δίκαιη δίκη της αγωγής») - έχει ερμηνευθεί φιλελεύθερα από τα δικαστήρια, έτσι ώστε απλή πολυλογία να μην προκαλεί αμηχανία. Το Δικαστήριο δεν υποδεικνύει στα μέρη πώς θα διαμορφώσουν την υπόθεσή τους, εφόσον αυτά δεν παραβαίνουν τους κανόνες. Δικόγραφα, έστω και αν δεν είναι απόλυτα σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες, δε διαγράφονται. Το γεγονός ότι δικόγραφο περιέχει αχρείαστα ζητήματα δεν είναι αρκετό για να οδηγήσει σε διαγραφή του, εφόσον δεν προκαλείται ζημιά στον αντίδικο. Εάν, όμως, σε δικόγραφο, περιέχονται ισχυρισμοί παντελώς άσχετοι, από τους οποίους θα προκληθούν έξοδα και καθυστέρηση στην υπόθεση, τότε αυτοί δικαιολογείται να διαγραφούν. Ισχυρισμοί που προβάλλονται για ανεντιμότητα και συμπεριφορά προσβλητική για τον αντίδικο, εφόσον δεν είναι σχετικοί με τα επίδικα ζητήματα, θεωρούνται σκανδαλώδεις.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, έχουμε εξετάσει με προσοχή το περιεχόμενο των παραγράφων, των οποίων επιδιώκεται η διαγραφή τόσο στην ένσταση όσο και στην ένορκη δήλωση που την συνοδεύει. Τα όσα παρατίθενται συμφωνούμε ότι είναι εκτεταμένα και αφορούν, εν πολλοίς, στο αγώγιμο δικαίωμα της εφεσείουσας, το οποίο, όμως, δεν είναι ανεξάρτητο και ασύνδετο με το προσωρινό διάταγμα, στο οποίο αφορά η έφεση, στα πλαίσια της οποίας καταχωρήθηκε η αίτηση για ασφάλεια εξόδων της εφεσίβλητης 3. Η έφεση όμως, στα πλαίσια της οποίας έγινε η παρούσα αίτηση, είναι περιορισμένη εμβέλειας. Αφορά τις διαπιστώσεις παραποίησης ή επέμβασης στο επιδοθέν διάταγμα έτσι ώστε, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο, να επιδόθηκε "κάποιο μόρφωμα και όχι το διάταγμα του δικαστηρίου" και ζητήματα σε σχέση με τραπεζικούς λογαριασμούς. Δεν αφορά στη συνδρομή ή όχι των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται για την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος. Συνεπώς όλα όσα αναφέρονται στις παραγράφους των οποίων επιδιώκεται η διαγραφή, όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά αντίθετα περιπλέκουν την έφεση. Κρίνουμε ότι είναι αχρείαστα και ως τέτοια διαγράφονται.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης-αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το δικαστήριο.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο