Αλεξάνδρου Αναστασία Κώστα ν. Alexander Keith Edward (2013) 1 ΑΑΔ 2387

(2013) 1 ΑΑΔ 2387

[*2387]22 Νοεμβρίου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΩΣΤΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ,

 

Εφεσείουσα,

 

ν.

 

ALEXANDER KEITH EDWARD,

 

Εφεσιβλήτου.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 240/2008)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Αναγκαίοι διάδικοι ― Προσθήκη αναγκαίου διαδίκου ― Παραμερισμός πρωτόδικης απόφασης λόγω μη άσκησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο της δυνατότητας που του παρέχεται από τη Διάταξη 9 θ.10 όπως διατάξει την προσθήκη αναγκαίου διαδίκου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου η ενάγουσα-εφεσείουσα με την αγωγή της αξίωσε όπως εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια μέρους ενός κτήματος, απέρριψε την αγωγή με έξοδα εις βάρος της.

 

Με βάση το πρωτόδικο σκεπτικό, σύμφωνα με τη μαρτυρία που προσφέρθηκε, το επίδικο μέρος του κτήματος θα μπορούσε να διεκδικηθεί και από κάποια Χαριτίνη Λαζάρου Σάββα, η οποία όμως δεν είχε προστεθεί ως αναγκαίος διάδικος-εναγόμενη στην αγωγή. 

 

Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε την απόρριψη της αγωγής και λανθασμένα δεν διέταξε την προσθήκη της προαναφερόμενης ως εναγόμενης, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονταν από τη Δ.9 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, θα έπρεπε να είχε ασκήσει, από μόνο του, τη διακριτική εξουσία που του παρέχει η Δ.9 θ.10 και θα έπρεπε να είχε διατάξει την προσθήκη της προαναφερόμενης Χαριτίνης Λαζάρου Σάββα [*2388]ως συνεναγόμενης στην ενώπιον του διαδικασία.

 

2.  Το ζήτημα της πιθανής αξίωσης του προαναφερόμενου προσώπου επί του επίδικου μέρους του διαφιλονικούμενου κτήματος, δεν ηγέρθη, στην πρωτόδικη διαδικασία, από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο, αλλά από τον ίδιο τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή, στην απόφαση του.

 

3.  Το προαναφερόμενο πρόσωπο δεν ήταν εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του επίδικου κτήματος, κατά τον ουσιώδη χρόνο και υπό τις περιστάσεις, η εφεσείουσα δεν είχε υποχρέωση να υποβάλει αίτημα για προσθήκη διαδίκου.

 

4.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν έστρεψε την προσοχή του στις πρόνοιες της Δ.9 θ.10 με επακόλουθο την παράλειψη του να ασκήσει την εξουσία του διατάσσοντας την προσθήκη του  προαναφερόμενου προσώπου ως συνεναγόμενου.

 

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Marcoullis v. Tsakkistos (1970) 1 C.L.R 1,

 

Chrysostomou v. Chalkousi & Sons (1978) 1 C.L.R. 10,

 

Πέτσα κ.ά. ν. Πέτσα (1996) 1 Α.Α.Δ. 701,

 

Πιτταρά κ.ά. ν. Χηράτη κ.ά. (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2312.

 

Έφεση.

 

Έφεση από την Ενάγουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Ματθαίου, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2417/2003), ημερομ. 8/5/2008.

 

Ε. Κορακίδης, για την Εφεσείουσα.

 

Π. Ευθυμίου, για τον Εφεσίβλητο.

 

Ex-tempore

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα [*2389]δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Το πρωτόδικο δικαστήριο, ενώπιον του οποίου η ενάγουσα-εφεσείουσα με την αγωγή της αξίωσε όπως εγγραφεί ως ιδιοκτήτρια μέρους ενός κτήματος που βρίσκεται στο χωριό Κοίλη της επαρχίας Πάφου, απέρριψε την αγωγή με έξοδα εις βάρος της ενάγουσας-εφεσείουσας.

 

Ο λόγος για τον οποίο απορρίφθηκε η αγωγή της εφεσείουσας ήταν ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία που προσφέρθηκε, το επίδικο μέρος του κτήματος θα μπορούσε να διεκδικηθεί και από κάποια Χαριτίνη Λαζάρου Σάββα, η οποία όμως δεν είχε προστεθεί ως αναγκαίος διάδικος-εναγόμενη στην αγωγή.

 

Κατά τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή το αναπόφευκτο αποτέλεσμα στο οποίο μπορούσε μόνο να οδηγηθεί το δικαστήριο ήταν η απόρριψη της αγωγής, εξαιτίας δηλαδή της μη συνένωσης της προαναφερόμενης αναγκαίας διαδίκου, ως εναγόμενης στη διαδικασία.

 

Η αγωγή της ενάγουσας βασιζόταν στο ότι από το 1953 μέχρι και την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής κατείχε συνεχώς και αδιαλείπτως το επίδικο μέρος του κτήματος ενώ αυτό μεταβιβάστηκε στον εναγόμενο-εφεσίβλητο το 2002, μετά από εγγραφή του, το 2001, στο όνομα της προαναφερόμενης Χαριτίνης Λαζάρου Σάββα.

 

Το μόνο ζήτημα που εγείρεται στην παρούσα έφεση, με τους τροποποιημένους λόγους έφεσης, είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε την απόρριψη της αγωγής και λανθασμένα δεν διέταξε την προσθήκη της προαναφερόμενης ως εναγόμενης, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονταν από τη Δ.9 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας αναφέρθηκε σε νομολογία κυπριακή και αγγλική. Στην υπόθεση Marcoullis v. Tsakkistos (1970) 1 C.L.R. 1 αποφασίστηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θα έπρεπε, ασκώντας τις εξουσίες του δυνάμει της Δ.9  θ.10, να είχε διατάξει την προσθήκη του εγγεγραμμένου ιδιοκτήτη του επίδικου κτήματος, που ήταν η Κυβέρνηση, ως αναγκαίου διάδικου στη διαδικασία. Τέτοια οδηγία μπορούσε να δοθεί και από το Εφετείο το οποίο διέταξε την επανεκδίκαση. Στην υπόθεση Chrysostomou v. Chalkousi & Sons (1978) 1 C.L.R. 10 το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η αγωγή δεν θα έπρεπε να είχε [*2390]απορριφθεί εξαιτίας της μη προσθήκης αναγκαίου διαδίκου και παρατήρησε ότι επαφίετο στον πρωτόδικο Δικαστή, αν το ζήτημα εγειρόταν ενώπιον του, να ασκήσει τη διακριτική του εξουσία και να εκδώσει οποιαδήποτε διαταγή θεωρούσε δίκαιη, υπό τις περιστάσεις, δυνάμει της Δ.9  θ.10. Στην υπόθεση Πέτσα κ.ά. ν. Πέτσα (1996) 1 Α.Α.Δ. 701 παρατηρήθηκε ότι η μη συνένωση διαδίκου δεν καταστρέφει την αιτία αγωγής αλλά αντιμετωπίζεται με κατάλληλη διαταγή, στο πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου δυνάμει της Δ.9 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην υπόθεση Πιτταρά κ.ά. ν. Χηράτη κ.ά. (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2312. Παρατηρούμε όμως ότι σ’ εκείνη την υπόθεση δεν ηγέρθη ενώπιον του Εφετείου ζήτημα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου δυνάμει του προαναφερόμενου θεσμού.

 

Με βάση όλα τα ενώπιον μας στοιχεία θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, θα έπρεπε να είχε ασκήσει, από μόνο του, τη διακριτική εξουσία που του παρέχει η Δ.9  θ.10 και θα έπρεπε να είχε διατάξει την προσθήκη της προαναφερόμενης Χαριτίνης Λαζάρου Σάββα ως συνεναγόμενης στην ενώπιον του διαδικασία. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα αυτό αφού λάβαμε υπόψιν το λεκτικό της προαναφερόμενης πρόνοιας, τη σχετική νομολογία και το γεγονός ότι το ζήτημα της πιθανής αξίωσης του προαναφερόμενου προσώπου επί του επίδικου μέρους του διαφιλονικούμενου κτήματος, δεν ηγέρθη, στην πρωτόδικη διαδικασία, από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο, αλλά από τον ίδιο τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή, στην απόφαση του. Το προαναφερόμενο πρόσωπο δεν ήταν εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του επίδικου κτήματος, κατά τον ουσιώδη χρόνο και δεν θεωρούμε, υπό τις περιστάσεις, ότι η εφεσείουσα είχε υποχρέωση να υποβάλει αίτημα για προσθήκη διαδίκου.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους κρίνουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα δεν έστρεψε την προσοχή του στις πρόνοιες της Δ.9 θ.10 με επακόλουθο την παράλειψη του να ασκήσει την εξουσία του διατάσσοντας την προσθήκη του προαναφερόμενου προσώπου ως συνεναγόμενου.

 

Ενόψει των προαναφερομένων η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται εξ ολοκλήρου. Διατάσσεται επανεκδίκαση της αγωγής ενώπιον άλλου Δικαστού και διατάσσεται όπως στην αγωγή προστεθεί ως συνεναγόμενη η προαναφερόμενη [*2391]Χαριτίνη Λαζάρου Σάββα, η οποία ήταν αδιαμφισβήτητα αναγκαίος διάδικος και η προσθήκη της ήταν απαραίτητη δεδομένης της βάσης της αγωγής και του ενδεχόμενου επηρεασμού πιθανών δικαιωμάτων της.

 

Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας, να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο. Τα πρωτόδικα έξοδα θα είναι έξοδα δίκης στην νέα διαδικασία της επανεκδίκασης.

 

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Διατάσσεται επανεκδίκαση.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο