Καρασιάλη Σολωμός Αργυρού και Άλλοι (2014) 1 ΑΑΔ 145

ECLI:CY:AD:2014:D22

(2014) 1 ΑΑΔ 145

[*145]14 Ιανουαρίου, 2014

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ 1964 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ΣΟΛΩΜΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΡΑΣΙΑΛΗ 2. ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΑΠΑΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

3. ΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ 4. ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ

5. ΑΝΤΩΝΗ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ 6. ΑΝΘΙΜΟΥ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ

7. ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ ΠΕΤΟΥΣΗ ΚΑΙ 8. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ

ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΥΠΕΡΟΥΝΤΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ PROHIBITION

ΚΑΙ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ

ΣΤΙΣ 26/09/2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ ΑΡΙΘΜΟ 3046/2013,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 30/10/2013, ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΠΑΡΑΚΟΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΠΡΟΣΩΠΩΝ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ

ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ 27/11/2013 ΥΠΟ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΑΚΟΗΣ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΑΚΟΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ [*146]02/10/2013 ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΧΙΣΕ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 221/2013)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Αίτηση προς παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari για ακύρωση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου λόγω ισχυριζόμενης αναρμοδιότητας του, για ακύρωση διαδικασίας παρακοής και Prohibition για απαγόρευση συνέχισης εκδίκασης αίτησης παρακοής ― Απορρίφθηκε λόγω εκκρεμότητας άλλων ένδικων μέσων η οποία δεν επέτρεπε την άσκηση της σχετικής διακριτικής ευχέρειας του Ανωτάτου, ακόμα και εάν  συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Tο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας αυτής της φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Οι αιτητές επιδίωξαν με την αίτηση, την παραχώρηση άδειας  προς καταχώρηση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, για ακύρωση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου, λόγω ισχυριζόμενης αναρμοδιότητας του να επιληφθεί της υπόθεσης, για ακύρωση διαδικασίας παρακοής και Prohibition για απαγόρευση του ρηθέντος Δικαστηρίου να συνεχίσει την εκδίκαση διαδικασίας αίτησης παρακοής.

 

Το προσωρινό διάταγμα του οποίου επιδιωκόταν η ακύρωση,  ήταν απαγορευτικό και εκδόθηκε στο πλαίσιο αγωγής που ήγειρε παυθείς γραμματέας τραπεζικού Συνεργατικού Ιδρύματος, επιδιώκοντας ακύρωση της απόφασης παύσης του, που ελήφθη ύστερα από σχετική πειθαρχική διαδικασία.

 

Με το προσωρινό διάταγμα απαγορευόταν στο Συνεργατικό Ίδρυμα και στους αξιωματούχους του - Αιτητές στην παρούσα διαδικασία - να εμποδίζουν τον παυθέντα γραμματέα να εισέρχεται στα γραφεία της Συνεργατικής και να εκτελεί τα καθήκοντα του μέχρι τη διεκπεραίωση της αγωγής.

 

Ακολούθησε προώθηση διαδικασίας παρακοής διατάγματος, δεδομένου ότι οι αιτητές κατόπιν νομικής συμβουλής που έλαβαν, απο[*147]φάσισαν ότι το προσωρινό διάταγμα δεν ήταν δεκτικό εκτέλεσης λόγω μη καθορισμού χρόνου συμμόρφωσης και προς τούτο προέβησαν σε αναδρομική παύση του γραμματέα, η οποία κατά τη θέση τους, δεν απαγορευόταν από το εκδοθέν διάταγμα.

 

Εναντίον του απαγορευτικού διατάγματος, οι αιτητές είχαν ήδη κάνει χρήση των ένδικων μέσων της αίτησης παραμερισμού και της έφεσης.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

(α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της ενδιάμεσης αίτησης του παυθέντα γραμματέα βάσει της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, καθότι βάσει του Άρθρου 30 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 24/1967, αποκλειστική αρμοδιότητα επί του θέματος έχει το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών,

 

(β) Το διάταγμα δεν ήταν δεκτικό εκτέλεσης καθότι δεν καθόριζε χρόνο συμμόρφωσης όπως απαιτείται από την Δ.34 Θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

(γ) Σ’ ότι αφορούσε στη διαδικασία της παρακοής το πρωτόδικο  Δικαστήριο δεν ικανοποίησε αίτημα τους για εξέταση της ελαττωματικότητας του διατάγματος και περαιτέρω, οι Αιτητές αποστερήθηκαν του δικαιώματος που τους παραχωρεί το Άρθρο 74(1)(β) του ΚΕΦ. 174 να εισηγηθούν ότι δεν αποδείχθηκε εναντίον τους εκ πρώτης όψεως υπόθεση.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Με βάση τις νομολογημένες αρχές αναφορικά με την επίκληση της δικαιοδοσίας προνομιακών ενταλμάτων, ενόσω εκκρεμούσε η έφεση των Αιτητών εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης με την οποία εκδόθηκε το διάταγμα και ενόσω εκκρεμούσε η έκδοση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της απόφασης στην αίτηση τους για παραμερισμό της εν λόγω απόφασης, πολύ λίγα - αν όχι καθόλου - περιθώρια υπήρχαν για χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

 

2.  Στην παρούσα περίπτωση, ακόμη και εάν διαπιστωνόταν ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις, δεν θα μπορούσε να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης του αιτούμενου εντάλματος, καθότι οι Αιτητές ήδη είχαν ήδη κάνει χρήση και άλλων ένδικων μέσων, με αποτέλεσμα για το ίδιο θέμα, - την κατ’ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού να επιληφθεί της υπόθεσης - να γίνει χρήση τριών ένδικων μέσων:- [*148]Της έφεσης, της αίτησης για παραμερισμό και, δύο και πλέον μήνες μετά, του εξαιρετικού μέτρου της άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari και Prohibition, το οποίο - όπως και τα δύο προηγούμενα ένδικα μέσα - στοχεύει στην ακύρωση του προσωρινού διατάγματος.

 

3.  Σ’ ότι αφορούσε στους άλλους δύο λόγους που σχετίζονταν με τη διαδικασία της παρακοής - ισχυριζόμενη ελαττωματικότητα του διατάγματος στη βάση ότι δεν καθορίζει χρόνο συμμόρφωσης και μη τήρηση των προνοιών του Άρθρου 74(1) του ΚΕΦ.155 - ήταν  πρόωρο να ζητείται από τους Αιτητές η επίδικη άδεια, τη στιγμή που η διαδικασία αυτή βρισκόταν σε εξέλιξη.

 

4.  Πριν από την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας, θα ήταν λάθος η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δη μέσω του εξαιρετικού μέτρου του Certiorari και/ή Prohibition.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,

 

Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853,

 

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

 

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,

 

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,

 

Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116,

 

Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,

 

Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,

 

Fastfact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 A.A.Δ. 1535.

 

Αίτηση.

 

Ν. Νεοκλέους μαζί με κ. Γ. Παγιάση, για τους Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

[*149]ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Στις 20.5.13, η επιτροπεία της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κυπερούντας Λτδ (στο εξής η Συνεργατική) επεκύρωσε απόφαση Πειθαρχικής Επιτροπής για παύση του γραμματέα της Α. Ιωάννου, πλην όμως η απόφαση της δεν επικυρώθηκε από τον Έφορο Υπηρεσιών Συνεργατικών Εταιρειών (στο εξής ο Έφορος) όπως απαιτείται από το Άρθρο 48(4) των περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμών.

 

Ο Ιωάννου αντέδρασε στην παύση του με την αγωγή 3046/13 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε μετά από ακρόαση, στις 26.9.13, προσωρινό διάταγμα (στο εξής το Διάταγμα) που απαγόρευε στην Συνεργατική και τους αξιωματούχους της – Αιτητές στην παρούσα διαδικασία - να εμποδίζουν τον Ιωάννου να εισέρχεται στα γραφεία της Συνεργατικής και να εκτελεί τα καθήκοντα του γραμματέα μέχρι την διεκπεραίωση της αγωγής.

 

Η επιτροπεία ενημερώθηκε άμεσα για την έκδοση του Διατάγματος και αυθημερόν συνήλθε σε συνεδρία, κατά την οποία αποφάσισε την εκ νέου παύση του Ιωάννου με αναδρομική ισχύ από 20.5.13. Επιπρόσθετα, στις 10.10.13, αφενός εφεσίβαλε την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 26.9.13 με την οποία εκδόθηκε το Διάταγμα και αφετέρου κατάθεσε και αίτηση παραμερισμού και/ή ακύρωσης της εν λόγω απόφασης η οποία εκδικάσθηκε και επιφυλάχθηκε απόφαση.

 

Τα πιο πάνω παρατίθενται εν είδει εισαγωγής ώστε να σκιαγραφηθεί το ιστορικό της παρούσας αίτησης, με την οποία ζητείται από τους Αιτητές άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari και Prohibition με το οποίο:

 

Α. Να ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση ημερ. 26.9.13 λόγω αναρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού να επιληφθεί της υπόθεσης,

 

Β. Να απαγορεύεται στην Π.Ε.Δ. Τ. Ψαρά να συνεχίσει τη διαδικασία παρακοής, καθότι το Διάταγμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και επιπλέον δεν είναι δεκτικό εκτελέσεως σύμφωνα με τη Δ.34 θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Γ. Να ακυρώνεται η διαδικασία παρακοής λόγω υπέρβασης δικαιοδοσίας, ένεκα του ότι οι Αιτητές αποστερήθηκαν του δικαιώματος να έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά εχέγγυα της ποινικής δίκης και,

[*150]Δ. Όπως ο φάκελος της αγωγής μεταφερθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 26.9.13.

 

Πέραν των πιο πάνω, επιδιώκεται και η αναστολή εκτέλεσης του Διατάγματος και της διαδικασίας παρακοής μέχρι την εκδίκαση της σκοπούμενης να καταχωρηθεί αίτησης δια κλήσεως.

 

Στην έκθεση γεγονότων που συνοδεύει την αίτηση, επιπρόσθετα των όσων καταγράφονται πιο πάνω, προβάλλονται (σε συντομία) και τα ακόλουθα:

 

Η παύση του Ιωάννου αποφασίσθηκε από Πειθαρχική Επιτροπή και κατά την πειθαρχική διαδικασία ο Ιωάννου αντιπροσωπευόταν από δικηγόρο.

 

Το Διάταγμα επιδόθηκε στις 27.9.13, αλλά σ’ αυτό δεν προσδιοριζόταν χρόνος μέσα στον οποίο οι Αιτητές έπρεπε να τελέσουν την αναφερόμενη στο Διάταγμα πράξη. Ενόψει τούτου ζήτησαν και τους δόθηκε νομική συμβουλή σύμφωνα με την οποία ναι μεν το Διάταγμα ήταν έγκυρο αλλά δεν ήταν δεκτικό εκτέλεσης. Επιπρόσθετα, με την εν λόγω συμβουλή τους γνωστοποιήθηκε ότι στις 9.9.13 ψηφίστηκε ο Ν.106(1)/2013 και σύμφωνα με το Άρθρο 4Γ η παύση του Γραμματέα δεν απαιτούσε την επικύρωση οποιασδήποτε Αρχής. Κατ’ ακολουθία τούτου τους επισημάνθηκε ότι η αναδρομική παύση του Ιωάννου ήταν καθόλα νόμιμη καθότι το Διάταγμα δεν απαγόρευε την (εκ νέου) παύση του.

 

Σ’ ότι αφορά τη διαδικασία της παρακοής, διατυπώνονται από τους Αιτητές δύο παράπονα. Το πρώτο, ότι το (πρωτόδικο) Δικαστήριο δεν ικανοποίησε αίτημα τους για εξέταση της ελαττωματικότητας του διατάγματος ένεκα του ότι σ’ αυτό δεν προσδιορίζεται χρόνος συμμόρφωσης και, το δεύτερο, ότι μετά το «κλείσιμο» της υπόθεσης εκ μέρους του Ιωάννου αποστερήθηκαν του δικαιώματος να εισηγηθούν ότι δεν αποδείχτηκε εναντίον τους εκ πρώτης όψεως υπόθεση (Άρθρο 74(1)(β) του ΚΕΦ. 155). Το πλέον σοβαρό όμως - όπως ισχυρίζονται οι Αιτητές στην έκθεση γεγονότων – είναι οι συνέπειες που επέφερε το Διάταγμα στην υλοποίηση της συγχώνευσης της Συνεργατικής – ως αποδεχόμενης Εταιρείας – με άλλες 6 Συνεργατικές Εταιρείες της περιφέρειας Τροόδους που αποφασίστηκε κατ’ ακολουθία της υπογραφής του μνημονίου με την Τρόϊκα. Πρόκειται για συνέπειες οι οποίες ναι μεν αναφέρονται εν εκτάσει και στην υπό κρίση αίτηση, αλλά ουσιαστικά αφορούν την Πολ. Αίτηση 222/13 με την οποία οι Αιτητές ζητούν άδεια [*151]για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Mandamus κατά του Εφόρου, με το οποίο να εντέλλεται να υπογράψει ώστε να μεταφερθεί το ενεργητικό και παθητικό των εν λόγω 6 Συνεργατικών στην Αιτήτρια. Ενόψει τούτου ό,τι απαιτείται να προστεθεί για ολοκλήρωση του πραγματικού πλαισίου της παρούσας είναι ότι, ως αποτέλεσμα της έκδοσης του Διατάγματος το Κτηματολόγιο δεν εκτελεί πράξεις της Συνεργατικής και ο Έφορος δεν θέτει την υπογραφή του για υλοποίηση της συγχώνευσης αφού, σύμφωνα με τη θέση του, προαπαιτείται βάσει του Άρθρου 49Ε του Ν.22/85 η υπογραφή του Ιωάννου ως γραμματέως της Συνεργατικής.  Όμως, σύμφωνα με τους Αιτητές, η θέση του Εφόρου δεν είναι ορθή, όχι μόνο γιατί το διάταγμα πάσχει αλλά και καθότι ο Ιωάννου παύθηκε από τη θέση του γραμματέα και από 9.9.13 διορίστηκε νέος γραμματέας, ο διορισμός του οποίου δεν απαιτείται να επικυρωθεί σύμφωνα με το Ν.107(1)/13 από τον Έφορο.

 

Τα πιο πάνω προωθήθηκαν από τους ευπαιδεύτους συνηγόρους των Αιτητών τόσο με γραπτή όσο και προφορική αγόρευση, οι οποίοι, εισηγήθηκαν ότι τα γεγονότα της υπόθεσης αποκαλύπτουν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση που δικαιολογούν την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. Συναφώς εισηγήθηκαν ότι (α) το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της ενδιάμεσης αίτησης του Ιωάννου βάσει της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα ημερ. 26.9.13, καθότι βάσει του Άρθρου 30 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 24/1967 αποκλειστική αρμοδιότητα επί του θέματος έχει το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, (β) το Διάταγμα δεν είναι δεκτικό εκτέλεσης καθότι δεν καθορίζει χρόνο συμμόρφωσης όπως  απαιτείται από τη Δ.35 θ.5 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών και, (γ) οι Αιτητές αποστερήθηκαν του δικαιώματος που τους παραχωρεί το Άρθρο 74(1)(β) του ΚΕΦ. 174 να εισηγηθούν ότι δεν αποδείχθηκε εναντίον τους εκ πρώτης όψεως υπόθεση, στέρηση που μπορεί να ελεγχθεί μέσω διατάγματος της φύσεως Certiorari. 

 

Διεξήλθα με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους Αιτητές για χορήγηση της αιτούμενης άδειας και προτού ασκήσω τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος, θα ’ταν χρήσιμο να γίνει  μια σύντομη υπενθύμιση των βασικών αρχών που διέπουν αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως.

 

Η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition – όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων – εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. (Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προ[*152]βλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι  υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Γενικός Εισαγγελέα (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.Α.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).

 

Έχοντας υπόψη τις προαναφερθείσες νομικές αρχές είναι νομίζω προφανές ότι, ενόσω εκκρεμεί η έφεση των Αιτητών εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης με την οποία εκδόθηκε το Διάταγμα και ενόσω εκκρεμεί η έκδοση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της απόφασης στην αίτηση τους για παραμερισμό της εν λόγω απόφασης, πολύ λίγα – αν όχι καθόλου – περιθώρια υπάρχουν για χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Βεβαίως, δεν παραγνωρίζω ότι με βάση τις πάγιες αρχές της νομολογίας (βλ. μεταξύ άλλων, Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Fastfact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 A.A.Δ. 1535) το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, όταν διαπιστώσει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να παρέμβει και να χορηγήσει άδεια της εξεταζόμενης φύσεως έστω και αν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα. Στην παρούσα όμως περίπτωση, ακόμη και εάν διαπίστωνα ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, δεν θα ασκούσα θετικά τη διακριτική μου ευχέρεια καθότι οι Αιτητές ήδη έχουν κάμει χρήση και άλλων ένδικων μέσων, με αποτέλεσμα για το ίδιο θέμα - την κατ’ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού να επιληφθεί της υπόθεσης – να γίνει χρήση τριών ένδικων μέσων:- Της έφεσης, της αίτησης για παραμερισμό και, δύο και πλέον μήνες μετά, του εξαιρετικού μέτρου της άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari και Prohibition, το οποίο – όπως και τα δύο προηγούμενα ένδικα μέσα - στοχεύει στην ακύρωση του Διατάγματος.

 

Σ’ ότι αφορά τους άλλους δύο λόγους που αφορούν την διαδι[*153]κασία της παρακοής – ισχυριζόμενη ελαττωματικότητα του Διατάγματος στη βάση ότι δεν καθορίζει χρόνο συμμόρφωσης και μη τήρηση των προνοιών του Άρθρου 74(1) του ΚΕΦ.155 – είναι νομίζω πρόωρο να ζητείται από τους Αιτητές η επίδικη άδεια, τη στιγμή που η διαδικασία αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Ενόψει τούτου έχω την άποψη ότι πριν την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας θα’ ταν λάθος η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δη μέσω του εξαιρετικού μέτρου του Certiorari και/ή Prohibition. Επομένως θα ΄ταν φρόνιμο, όπως οι Αιτητές αναμένουν την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και μετά να μελετήσουν - αν χρειαστεί – ποιο μέσο ή μέσα θα χρησιμοποιήσουν ως αντίδραση. Δεν θα΄ ταν όμως χωρίς σημασία κάποιος προβληματισμός, εκ μέρους τους, για τη φύση της διαδικασίας παρακοής και κατά πόσο στο  πλαίσιο αυτής της διαδικασίας τυγχάνει εφαρμογής το Άρθρο 74(1) του ΚΕΦ.155, όπως δεν θα ’ταν χωρίς σημασία μια δεύτερη ανάγνωση της Δ.34 θ.5 η οποία προνοεί για καθορισμό χρόνου όταν πρόκειται για εκτέλεση πράξης, ενώ στην παρούσα περίπτωση το Διάταγμα φαίνεται να επιβάλλει όχι την τέλεση πράξης, αλλά την μη τέλεση της πράξης της παρεμπόδισης του Ιωάννου από την εκτέλεση των καθηκόντων του γραμματέα.

 

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι υπό τα περιστατικά της υπόθεσης δεν δικαιολογείται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της χορήγησης της αιτούμενης άδειας.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο