Shah Laal Badh (2014) 1 ΑΑΔ 332

ECLI:CY:AD:2014:D103

(2014) 1 ΑΑΔ 332

[*332]11 Φεβρουαρίου, 2014

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ  ΤΑ ΑΡΘΡA 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ LAAL BADH SHAH ΥΠΗΚΟΟΣ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ ΝΥΜΦΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΚΥΠΡΙΑ ΥΠΗΚΟΟ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ

ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ

ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ HABEAS CORPUS,

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΚΑΙ

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2/7/2009 ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

 

1.  ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΥΠΡΟΥ,

2.  ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΑΘΑΛΑΣΣΑ, ΛΕΥΚΩΣΙΑ,

3.  ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

     ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΛΕΥΚΩΣΙΑ,

[*333]ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ

ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ LAAL BADH SHAH ΥΠΗΚΟΟΣ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ ΝΥΜΦΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΚΥΠΡΙΑ ΥΠΗΚΟΟ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΙΑ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2/7/2009 ΚΑΙ

ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 6/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα Habeas Corpus ― Απαγορευμένοι μετανάστες ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης συνεπεία ποινικής καταδίκης ― Εκδόθηκε ένταλμα Habeas Corpus προς απελευθέρωση του αιτητή, επί τω ότι, παρήλθαν 21 και πλέον μήνες από τη σύλληψη και κράτηση του για σκοπούς απέλασης και δεν προέκυπτε ότι οι αρμόδιες αρχές λειτούργησαν με τη δέουσα επιμέλεια για να επιτύχουν την απέλαση του.

 

O αιτητής, Αφγανός στην καταγωγή  και νυμφευμένος με Κυπρία, επιδίωξε την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της κράτησης του για σκοπούς απέλασης.

 

Λόγω της καταδίκης του, για τα αδικήματα της παράνομης παραμονής και της παράνομης εργοδότησης, στις 10/4/2012, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης τον έκρινε ανεπιθύμητο μετανάστη, με βάση το Άρθρο 6(1)(δ) του Κεφ. 105.

 

Εναντίον του εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης και απέλασης, δυνάμει του Άρθρου 14 του Κεφ. 105. Έκτοτε, τελούσε υπό κράτηση, με σκοπό την απέλαση του, η οποία όμως δεν είχε καταστεί, σύμφωνα με τους καθ’ων η αίτηση, εφικτή μέχρι εκείνη την ημερομηνία, επειδή αυτός αρνείτο να συνεργαστεί, με αποτέλεσμα να μην ήταν δυνατή η έκδοση των απαραίτητων ταξιδιωτικών εγγράφων.

 

Στις 25/9/2012 και 12/4/2013, η κράτηση του αιτητή είχε παραταθεί για περίοδο έξι μηνών κάθε φορά. Ωστόσο, μετά την εκπνοή [*334]της τελευταίας εξάμηνης παράτασης, η κράτηση του δεν ανανεώθηκε γιατί οι καθ’ ων η αίτηση έκριναν, -θέση την οποία υιοθέτησαν και στη διαδικασία Habeas Corpus-, ότι ο αιτητής εξαιρείτο από το πεδίο εφαρμογής του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Ν. 153(Ι)/2011), που ενσωμάτωσε την Ευρωπαϊκή Οδηγία με αριθμό 2008/115/ΕΚ, που αφορά στις επιστροφές παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, επειδή η απέλαση του είναι συνέπεια ποινικής κύρωσης, ως οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β), του άρθρου του εν λόγω Νόμου προνοούν.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Η δίμηνη ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο αντιβαίνει στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ και τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105.

 

     Στην περίπτωση του αιτητή εφαρμόζεται η Οδηγία 204/38/ΕΚ, που αφορά στο δικαίωμα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών της οικογένειας τους να κυκλοφορούν ελεύθερα.

 

γ)  Η περίοδος που κρατείτο ο αιτητής υπερέβαινε κατά πολύ το ανώτατο όριο κράτησης που προβλέπεται από το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1. Στην υπόθεση που επικαλέστηκε ο αιτητής, επεβλήθη ποινή φυλάκισης ακριβώς λόγω μη συμμόρφωσης με απόφαση απέλασης και δεν ετύγχανε εφαρμογής στα γεγονότα της παρούσας, όπου η ποινή επιβλήθηκε λόγω παράνομης διαμονής και παράνομης εργοδότησης.

 

  2.   Ο αιτητής θα μπορούσε  να αμφισβητήσει την ορθότητα της ποινής του, με έφεση, πράγμα όμως που επέλεξε να μην κάμει.

 

  3.   Η Οδηγία 204/38/ΕΚ, και ο σχετικός νόμος δεν εφαρμόζονται σε πολίτες της Δημοκρατίας που ήδη διαμένουν νόμιμα εδώ. Αφορούν στο δικαίωμα εγκατάστασης και ελεύθερης κυκλοφορίας σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλες βέβαια από τη χώρα καταγωγής του πολίτη της Ένωσης.

 

  4.   Η θέση του αιτητή ότι στην περίπτωση του, τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 15(4) της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, δεν ήταν ορθές. Οι συγκεκριμένες πρόνοιες εφαρμόζονται μόνο εκεί όπου ο μέγιστος χρόνος κράτησης που προβλέπει το Άρθρο 15(6) της [*335]Οδηγίας δεν έχει εξαντληθεί κατά το χρόνο που το Δικαστήριο καλείται να επανεξετάσει την κράτηση.

 

  5.   Εκεί όπου ο χρόνος αυτός έχει εξαντληθεί, ο κρατούμενος, νοουμένου βέβαια ότι η περίπτωση του εμπίπτει εντός της εμβέλειας του Άρθρου 15 της Οδηγίας και συνεπώς του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου, πρέπει να απολύεται αμέσως.

 

  6.   Η περίπτωση όμως του αιτητή, δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, αφού όπως είναι κοινά παραδεκτό επρόκειτο για περίπτωση κράτησης με σκοπό την απέλαση, παρεπόμενα της καταδίκης του αιτητή σε ποινή φυλάκισης. Σχετικές είναι οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β).

 

  7.   Στην παρούσα περίπτωση όμως υπήρχε παρατεταμένος περιορισμός της ελευθερίας του αιτητή, ο οποίος εξαιτίας του διατάγματος κράτησης, στερείτο την ελευθερία του, για είκοσι και πλέον μήνες, χωρίς συγκεκριμένη καταληκτική ημερομηνία.

 

  8.   Επρόκειτο για κράτηση χωρίς ημερομηνία λήξης, πράγμα ανεπίτρεπτο, ιδιαίτερα στην παρούσα περίπτωση όπου καμιά ουσιαστικά δικαιολογία δεν δόθηκε.

 

  9.   Η κράτηση αλλοδαπού για σκοπούς απέλασης είναι μεν επιτρεπτή, ωστόσο, σύμφωνα και με την επί του προκειμένου νομολογία του ΕΔΑΔ, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να ενεργούν με τη δέουσα επιμέλεια, έτσι ώστε να δικαιολογείται η συνέχιση της κράτησης του αλλοδαπού, άλλως, η διάρκεια της διαδικασίας απέλασης θεωρείται υπερβολική.

 

10. Στην παρούσα περίπτωση είχαν παρέλθει 21 και πλέον μήνες από τη σύλληψη και κράτηση του αιτητή για σκοπούς απέλασης και δεν προέκυπτε ότι οι αρμόδιες αρχές λειτούργησαν με τη δέουσα επιμέλεια για να επιτύχουν την απέλαση του.

 

11. Υπό τις περιστάσεις, η συνέχιση της κράτησης του αιτητή, ήταν παράνομη.

 

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε η απελευθέρωση του αιτητή.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

ΔΕΕ C - 61/11 PPU – El Dridi, ημερ. 28/4/2011,

[*336]ΔΕΚ C – 357/09 PPU – Said Shamilovich Kadzoer (Huchlarov), ημερ. 30/11/2009,

 

Shah (2013) 1 A.A.Δ. 993,

 

Laal Badh Shah v. Υπουργού Εσωτερικών, Προσφυγή Αρ. 979/2012, ημερομηνίας 11/12/2013,

 

Mohammed (2013) 1 Α.Α.Δ. 236,

 

Quinn v. France A-311 [1995] 21 EHRR 529, par. 48,

 

Chachal v. U.K. [1996] – V 23 EHRR 413 GC par. 413.

 

Αίτηση.

 

Μιχ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή.

 

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ων η αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση του, ο αιτητής επιδιώκει την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της κράτησης του.

 

Η αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση της άλλης πλευράς. Για να καταστούν κατανοητές οι εκατέρωθεν θέσεις θα πρέπει να ανατρέξουμε στο ιστορικό της υπόθεσης, το οποίο και συνοψίζω.

 

Ο αιτητής, Αφγανός την καταγωγή, είναι νυμφευμένος με Κυπρία.

 

Στις 13/2/2012, ενώ βρισκόταν στο χώρο εργασίας του συνελήφθη «απήχθη», σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, από την Αστυνομία, η οποία τον μετέφερε την επομένη στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, το οποίο, στις 9/4/2012, τον καταδίκασε σε δίμηνη φυλάκιση για τα αδικήματα της παράνομης παραμονής και της παράνομης εργοδότησης. Λόγω της καταδίκης του, την επομένη, 10/4/2012, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης τον θεώρησε ως ανεπιθύμητο μετανάστη, με βάση το Άρθρο 6(1)(δ) του Κεφ. 105. Εναντίον του εκδόθηκαν στις 10/4/2012 εντάλματα σύλληψης και απέλασης, δυνάμει του Άρθρου 14 του Κεφ. 105. Έκτοτε, τελεί υπό κράτηση, με σκοπό την [*337]απέλαση του, η οποία όμως δεν κατέστη, σύμφωνα με τους καθ’ων η αίτηση, εφικτή μέχρι σήμερα γιατί αυτός αρνείται να συνεργαστεί, με αποτέλεσμα να μην καταστεί δυνατή η έκδοση των απαραίτητων ταξιδιωτικών εγγράφων.

 

Αμφισβητώντας τη νομιμότητα της κράτησης του, ο αιτητής καταχώρισε αρχικά την Αίτηση 80/2012 Habeas Corpus, η οποία όμως απορρίφθηκε στις 17/7/2012, επειδή κρίθηκε πως η περίπτωση του αφορούσε ζητήματα που ενέπιπταν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και συνεπώς δεν μπορούσαν να εξεταστούν στα πλαίσια αιτήματος Habeas Corpus.

 

Παράλληλα και με στόχο την ακύρωση της διοικητικής πράξης που αφορούσε την κράτηση του με σκοπό την απέλαση του, ο αιτητής καταχώρισε την Προσφυγή 979/2012.

 

Εκκρεμούσης της προσφυγής του, ο αιτητής προέβη στην καταχώριση και δεύτερης αίτησης - Αίτηση 49/2013 - και πάλι για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus. Και η νέα αυτή αίτηση απορρίφθηκε στις 24/4/2013. Κρίθηκε πως στην περίπτωση του τυγχάνουν εφαρμογής όχι οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, αλλά αυτές του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β) του ιδίου κεφαλαίου, εφόσον, όπως επισημαίνεται στην απόφαση, «πρόκειται για πρόσωπο το οποίο υπόκειται σε απόφαση επιστροφής ως συνέπεια ποινικής κύρωσης».

 

Οκτώ περίπου μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 11/12/2013, απορρίφθηκε και η προσφυγή του αιτητή 979/2012. Στα πλαίσια της απορριπτικής απόφασης του, το δικαστήριο επισημαίνοντας ότι το θέμα της νομιμότητας της παράτασης της κράτησης εγειρόταν μεν στην αγόρευση του αιτητή, πλην όμως δεν συγκαταλεγόταν στα νομικά σημεία της αίτησης, κατέληξε ότι «ο έλεγχος του παρατεταμένου της κράτησης προς το σκοπό απέλασης τόσο στη βάση των προνοιών της Οδηγίας (Οδηγία 115/2008/ΕΚ) όσο στη βάση του Άρθρου 112(στ) του Συντάγματος, μπορεί να ελεγχθεί με Habeas Corpus».

 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι στις 25/9/2012 και 12/4/2013, η κράτηση του αιτητή είχε παραταθεί για περίοδο έξι μηνών κάθε φορά. Ωστόσο, μετά την εκπνοή της τελευταίας εξάμηνης παράτασης, η κράτηση του δεν ανανεώθηκε γιατί οι καθ’ων η αίτηση έκριναν, θέση την οποία υιοθέτησαν και στην παρούσα διαδικασία, ότι ο αιτητής εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Ν. 153(Ι)/2011), που ενσωμάτωσε την Ευρωπαϊκή Οδηγία με αριθμό 2008/115/ΕΚ που αφορά στις επιστροφές παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, και αυτό γιατί η απέλαση του είναι συνέπεια ποινικής κύρωσης, ως οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β), του άρθρου του εν λόγω Νόμου προνοούν.

 

Η αμέσως πιο πάνω θέση των καθ’ων η αίτηση, αποτελεί και τον κεντρικό άξονα της προβαλλόμενης στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας επιχειρηματολογίας τους. Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι τελευταίοι υποστηρίζουν ότι, εφόσον η απέλαση του αιτητή είναι συνέπεια ποινικής κύρωσης, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β) της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και συνεπώς βρίσκεται εκτός εμβέλειας της εν λόγω Οδηγίας, ο αιτητής μπορεί να κρατείται για απεριόριστο χρόνο. «Δεν υπάρχει», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση των καθ’ων η αίτηση, «περιορισμός στην περίοδο κράτησης του».

 

Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι θέσεις του αιτητή, ο οποίος επικαλούμενος την απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), C - 61/11 PPU – El Dridi, ημερομηνίας 28/4/2011, υποστήριξε ότι η δίμηνη ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο αντιβαίνει στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ και τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105. Υποστηρίζει επίσης ότι στην περίπτωση του εφαρμόζεται η Οδηγία 204/38/ΕΚ, που αφορά το δικαίωμα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών της οικογένειας τους να κυκλοφορούν ελεύθερα. Τέλος, με αιχμή του δόρατος του την απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C – 357/09 PPU – Said Shamilovich Kadzoer (Huchlarov), ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η περίοδος που κρατείται (ο αιτητής κρατείται από τις 14/4/2012), υπερβαίνει κατά πολύ το ανώτατο όριο κράτησης που προβλέπεται από το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου και συνεπώς τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες της παραγράφου 4 του Άρθρου 15 της εν λόγω Οδηγίας*, οι οποίες, επισημαίνω, είναι ουσιαστικά οι ίδιες με αυτές του εδαφίου 6 του Άρθρου 18ΠΣΤ.

 

Αναφορικά με την πρώτη από τις πιο πάνω θέσεις του αιτητή, αυτή κρίνεται αβάσιμη και ως τέτοια απορρίπτεται. Η ίδια θέση, [*339]με αναφορά μάλιστα στην ίδια απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλήθηκε από τον αιτητή στην Shah (2013) 1 Α.Α.Δ. 993 (Π. Παναγή, Δ.), και επαναλήφθηκε από τον ίδιο στην Laal Badh Shah v. Yπουργού Εσωτερικών, Προσφυγή Αρ. 979/2012, ημερομηνίας 11/12/2013 (Π. Παναγή, Δ.). Και στις δύο περιπτώσεις απορρίφθηκε με βάση το πιο κάτω σκεπτικό, το οποίο με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Το υιοθετώ και για σκοπούς της παρούσας αίτησης το επαναλαμβάνω:

 

“Εδώ θα πρέπει να λεχθεί ότι τα όσα προβάλλονται με την αίτηση και αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή σχετικά με το παράνομο της επιβληθείσας στον αιτητή ποινής φυλάκισης κατ’ αντίθεση προς την απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-61/11 PPU – El Dridi ημερ. 28.4.2011 και της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, δεν βρίσκουν σύμφωνο το Δικαστήριο. Σύμφωνα με τον λόγο (ratio) της El Dridi, «η οδηγία και ειδικότερα τα Άρθρα 15 και 16 αυτής, έχει την έννοια ότι απαγορεύει νομοθεσία κράτους μέλους .... η οποία προβλέπει την επιβολή ποινής φυλακίσεως σε παρανόμως διαμένοντα υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο ότι αυτός, κατά παράβαση διαταγής εγκαταλείψεως του εδάφους του κράτους αυτού εντός ορισμένης προθεσμίας, παραμένει εντός του εν λόγω εδάφους χωρίς να συντρέχει δικαιολογητικός λόγος». Η υπόθεση εκείνη, στην οποία επεβλήθη ποινή φυλάκισης ακριβώς λόγω μη συμμόρφωσης με απόφαση απέλασης, δεν έχει καμία εφαρμογή στα γεγονότα της παρούσας, όπου η ποινή επιβλήθηκε λόγω παράνομης διαμονής και παράνομης εργοδότησης.”

 

Ο αιτητής θα μπορούσε βέβαια, αν ήθελε, να αμφισβητήσει την ορθότητα της ποινής του, με έφεση, πράγμα όμως που επέλεξε να μην κάμει. (Mohammed (2013) 1 Α.Α.Δ. 236).

 

Για τους εξής λόγους και η δεύτερη από τις πιο πάνω θέσεις του αιτητή κρίνεται αβάσιμη και ως τέτοια απορρίπτεται. Η ίδια θέση προβλήθηκε από τον αιτητή στην Πολιτική Αίτηση 80/2012 (πιο πάνω) (Στ. Ναθαναήλ, Δ.) και απορρίφθηκε στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού, το οποίο υιοθετήθηκε στην Laal Badh Shah v. Υπουργού Εσωτερικών, Προσφυγή Αρ. 979/2012 (πιο πάνω), στην οποία ο αιτητής ήγειρε ξανά το ίδιο ζήτημα:

 

“Η Οδηγία και ο Νόμος δεν εφαρμόζονται σε πολίτες της Δημοκρατίας που ήδη διαμένουν νόμιμα εδώ. Αφορούν το δικαίωμα εγκατάστασης και ελεύθερης κυκλοφορίας σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλες βέβαια από τη χώρα καταγωγής [*340]του πολίτη της Ένωσης. Αυτό είναι σαφές από το πεδίο εφαρμογής του Νόμου αρ. 7(Ι)/2007, όπως αναφέρεται στο Άρθρο 4 αυτού. Η εφαρμογή του σχετίζεται με την άφιξη πολίτη της Ένωσης ή που διαμένει στη Δημοκρατία και στα μέλη της οικογένειας του. Η λογική ερμηνεία της φράσης «ή διαμένει στη Δημοκρατία», είναι ότι έχει γεννηθεί, για παράδειγμα, στη Δημοκρατία και ως εκ της καταγωγής του διαμένει εδώ. Επομένως, παρά το γεγονός της διάστασης του αιτητή με την Κυπρία σύζυγο του, η τελευταία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Νόμου αρ. 7(Ι)/2007, ώστε να επωφελείται εξ αυτής και ο αιτητής. Ούτε, βέβαια, ο αιτητής είναι «πολίτης της Ένωσης» συμφώνως του ορισμού που δίδεται στο Άρθρο 2 του Νόμου, όπως ορθά υπέδειξε ο κ. Σταυρινός στη δική του ένσταση και αγόρευση.”

 

Πρόσθετα, θα έλεγα ότι ούτε οι προϋποθέσεις στο Άρθρο 4(1) του πιο πάνω Νόμου, που προνοούν όπως τα μέλη της οικογένειας του πολίτη της Ένωσης «τον συνοδεύουν κατά τη μετάβαση του στη Δημοκρατία ή .... αφίκνεινται στη Δημοκρατία για να τον συναντήσουν», ικανοποιούνται στην παρούσα περίπτωση.

 

Προχωρώ τώρα να εξετάσω τον τρίτο και τελευταίο από τους πιο πάνω ισχυρισμούς του αιτητή, ισχυρισμό που έχει ως άξονα τη θέση ότι στη δική  του περίπτωση έχει εκλείψει παντελώς η οποιαδήποτε λογική προοπτική απομάκρυνσης του ενδεχομένως να υπήρχε και συνεπώς τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του εδαφίου 4 του Άρθρου 15 της Οδηγίας, οι οποίες υπενθυμίζω είναι ουσιαστικά οι ίδιες με αυτές του εδαφίου 6 του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου.

 

Η θέση του αιτητή ότι στην περίπτωση του τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 15(4) της Οδηγίας, δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Οι συγκεκριμένες πρόνοιες εφαρμόζονται μόνο εκεί όπου ο μέγιστος χρόνος κράτησης που προβλέπει το Άρθρο 15(6) της Οδηγίας δεν έχει εξαντληθεί κατά το χρόνο που το Δικαστήριο καλείται να επανεξετάσει την κράτηση. Εκεί όπου ο χρόνος αυτός έχει εξαντληθεί, ο κρατούμενος, νοουμένου βέβαια ότι η περίπτωση του εμπίπτει εντός της εμβέλειας του Άρθρου 15 της Οδηγίας και συνεπώς του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου, πρέπει να απολύεται αμέσως. Αυτό, όχι μόνο συνάγεται με ασφάλεια από το λεκτικό των συγκεκριμένων προνοιών, αλλά και από αυτή την ίδια την απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Said Shamilovich, στην οποία ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή παραπέμπει (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 59-62).

 

Η περίπτωση όμως του εδώ αιτητή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες [*341]του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, αφού όπως είναι κοινά παραδεκτό πρόκειται για περίπτωση κράτησης με σκοπό την απέλαση, παρεπόμενα της καταδίκης του αιτητή σε ποινή φυλάκισης. Σχετικές είναι οι πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΕ(2)(β) της Οδηγίας, σύμφωνα με τις οποίες:

 

“(2) Τα Άρθρα 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ δεν εφαρμόζονται στους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι –

 

(β) υπόκεινται σε απόφαση επιστροφής, ως ποινική κύρωση ή ως συνέπεια ποινικής κύρωσης, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο, ή υπόκεινται σε διαδικασίες έκδοσης.”

 

Στην παρούσα περίπτωση όμως υπάρχει ακόμα μια παράμετρος, η οποία προκαλεί προβληματισμό και η οποία δεν μπορεί να αγνοηθεί, ενόψει της φύσης της παρούσας αίτησης, στα πλαίσια της οποίας τα ζητήματα που εγείρονται άπτονται αυτού καθεαυτού του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας του ατόμου. Πρόκειται για τον παρατεταμένο περιορισμό της ελευθερίας του αιτητή, ο οποίος εξαιτίας του διατάγματος κράτησης στερείται την ελευθερία του για είκοσι και πλέον μήνες, χωρίς συγκεκριμένη καταληκτική ημερομηνία. Κοντολογίς, πρόκειται για κράτηση χωρίς ημερομηνία λήξης, πράγμα ανεπίτρεπτο, ιδιαίτερα στην παρούσα περίπτωση όπου καμιά ουσιαστικά δικαιολογία δεν δόθηκε. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου, η πλευρά των καθ’ων η αίτηση αρκέστηκε να επικαλεστεί την ποινική καταδίκη του αιτητή που οδήγησε στην έκδοση του εντάλματος κράτησης του και στη δήλωση ότι το γεγονός αυτό δικαιολογεί την επ’ αόριστο κράτηση του. Δεν έχει διαφύγει της προσοχής μου ότι η κράτηση αλλοδαπού για σκοπούς απέλασης είναι επιτρεπτή. Ωστόσο, σύμφωνα και με την επί του προκειμένου νομολογία του ΕΔΑΔ, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να ενεργούν με τη δέουσα επιμέλεια, έτσι ώστε να δικαιολογείται η συνέχιση της κράτησης του αλλοδαπού, άλλως η διάρκεια της διαδικασίας απέλασης θεωρείται υπερβολική (Quinn v. France A-311 [1995]; 21 EHRR 529, par. 48 και Chachal v. U.K. [1996)] – V; 23 EHRR 413 GC par. 413). Στην παρούσα περίπτωση έχουν παρέλθει 21 και πλέον μήνες από τη σύλληψη και κράτηση του αιτητή για σκοπούς απέλασης και από το ενώπιον μου υλικό δεν προκύπτει ότι οι αρμόδιες αρχές λειτούργησαν με τη δέουσα επιμέλεια για να επιτύχουν την απέλαση του. Το σύνολο των προσπαθειών που κατεβλήθη προς αυτή την κατεύθυνση, κρινόμενο υπό τις περιστάσεις, ουδόλως δικαιολογεί την όντως παρατεταμένη και μακρά κράτηση του αιτητή. Έχω την άποψη ότι η συνέχιση της κράτησης του αιτητή υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, [*342]είναι παράνομη και ως τέτοια θα πρέπει να τερματιστεί πάραυτα.

 

Ως εκ των πιο πάνω, η αίτηση επιτυγχάνει. Ο αιτητής να αφεθεί πάραυτα ελεύθερος. Τα έξοδα της παρούσας αίτησης €500, πλέον Φ.Π.Α., επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.

 

Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται η απελευθέρωση του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο