Kumah Rita (Αρ. 2) (2014) 1 ΑΑΔ 617

ECLI:CY:AD:2014:D195

(2014) 1 ΑΑΔ 617

[*617]19 Mαρτίου, 2014

 

[ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RITA KUMAH,

ΥΠΗΚΟΟΥ ΓΚΑΝΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME TΑ ΑΡΘΡΑ 18ΠΣΤ(4) (5) ΚΑΙ (6) ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 3 ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011 ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6

ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

    ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

    ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΜΗΝΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟ 25/10/2013, ΚΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΤΕΙ Η ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΛΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

ΤΗΝ RITA KUMAH, ΥΠΗΚΟΟ ΓΚΑΝΑΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ

ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ(4) ΚΑΙ (6) ΤΟΥ Ν.3 ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008, ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ [*618]ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 19/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Διαδικασίες επιστροφής ― Απαγορευμένοι μετανάστες ― Εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus για την απελευθέρωση της αιτήτριας ― Δεν προέκυπτε από τα σχετικά έγγραφα ποιες ήταν  οι οδηγίες του υπουργού, ως αποφασίζοντος οργάνου, αναφορικά με την επιβεβλημένη ανά δίμηνο, επανεξέταση των διαταγμάτων κράτησης για σκοπούς απέλασης.

 

Η αιτήτρια, η οποία κρατείτο για σκοπούς απέλασης, επιδίωξε  την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus με το οποίο να ελεγχόταν η νομιμότητα της κράτησης της  και να διατασσόταν η αποφυλάκιση της.

 

Στις 11.4.2013, εκδόθηκαν εναντίον της αιτήτριας η οποία κατάγεται από τη Γκάνα, διατάγματα κράτησης και απέλασης και στις 28.4.2013, η αιτήτρια συνελήφθηκε και τέθηκε υπό κράτηση. Ακολούθως  προσέβαλε με προσφυγή τη νομιμότητα των εν λόγω διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

Στις 23.10.2013 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή. Εναντίον  της, η αιτήτρια καταχώρησε έφεση.

 

Ακολούθως, καταχώρησε την Πολιτική Αίτηση υπ. αρ. 198/2013 για την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105. Εναντίον της απορριπτικής απόφασης που εκδόθηκε, η αιτήτρια  επίσης καταχώρησε έφεση η οποία εκκρεμούσε.

 

Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια προέβαλε ότι:

 

α)  Ο Υπουργός Εσωτερικών δεν είχε επανεξετάσει το διάταγμα κράτησης της στις 25.12.2013 κατά παράβαση του εδαφίου 4 του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, το οποίο απαιτεί αυτεπάγγελτη επανεξέταση της κράτησης από τον Υπουργό κάθε δύο μήνες.

 

β)  Δεν υπήρχε  πλέον λογική προοπτική απομάκρυνσης της, ενώ είχε παύσει να ισχύει και ο όρος του εδαφίου 1 του Άρθρου 18ΠΣΤ, [*619]στον οποίο οι καθ’ ων η αίτηση στήριζαν την κράτηση της -ότι δηλαδή αυτή παρεμπόδιζε τη διαδικασία επαναπατρισμού - αφού κατά τη θέση της, οι καθ’ ων η αίτηση δεν αποτάθηκαν στην Πρεσβεία της Γκάνα για την έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Το ζήτημα της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης της αιτήτριας διέπεται από το Άρθρο 15 της Οδηγίας 115/2008/ΕΚ, οι πρόνοιες της οποίας ενσωματώθηκαν στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105 ως έχει τροποποιηθεί.

 

  2.   Εδώ η αιτήτρια δεν επεδίωκε την εξέταση της νομιμότητας των εν λόγω διαταγμάτων, αλλά αμφισβητούσε την ύπαρξη τους, ζήτημα που συναρτάται με τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης της.

 

  3.   Θα έπρεπε προτού εξεταζόταν οποιοδήποτε άλλο θέμα που εγειρόταν με την αίτηση, να βεβαιωθεί το Δικαστήριο ότι όντως είχε επανεξεταστεί η κράτηση της αιτήτριας στις 18.11.2013 από τον αρμόδιο Υπουργό, σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(4).

 

  4.   Σε σχέση με το ζήτημα τούτο, οι καθ΄ων η αίτηση ανέφεραν μεταξύ άλλων  στην ένορκη δήλωση της Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία συνόδευε την ένσταση, ότι «στις 18/11/2013, ο Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε εκ νέου παράταση της κράτησης της Αιτήτριας για περαιτέρω δύο μήνες (Τεκμήριο 23)».

 

  5.   Το Τεκμήριο 23 είναι επιστολή την οποία Διοικητικός Λειτουργός, υπέβαλε μέσω του Γενικού Διευθυντή, προς τον Υπουργό.

 

  6.   Στην επιστολή, η λειτουργός καταγράφει τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ, την υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο κάθε διάταγμα κράτησης το οποίο εκδίδει δυνάμει του εν λόγω Άρθρου και παραθέτει κατάλογο της Υπηρεσίας ημερομηνίας 12.10.2013 αναφορικά με τους κρατούμενους αλλοδαπούς που συμπλήρωσαν δύο μήνες κράτησης ή και περισσότερους αλλά λόγω διαφόρων κωλυμάτων δεν κατέστη δυνατή η απέλαση τους.

 

  7.   Η λειτουργός εισηγείτο προς τον Υπουργό να επανεξετάσει τις περιπτώσεις που αναφέρονται στον κατάλογο με βάση τις πληροφορίες που περιέχονταν στο σημείωμα.

 

[*620]  8.    Στο άνω δεξί μέρος της επιστολής υπάρχει μια μονογραφή και αναγράφεται, χειρόγραφα, η ημερομηνία «18.11.2013».Κατά τους καθ’ ων η αίτηση, η μονογραφή αυτή ανήκει στον Υπουργό Εσωτερικών, γεγονός που, σύμφωνα με την εισήγηση τους, μπορούσε να εξακριβωθεί από τη σύγκριση της μονογραφής του Υπουργού στο Τεκμήριο 18.

 

  9.   Οι καθ’ ων η αίτηση ουσιαστικά κάλεσαν το Δικαστήριο να ενεργήσει ως εμπειρογνώμονας. Η πατρότητα χειρογράφων ή άλλων εγγράφων, όπου αμφισβητείται, δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά με μαρτυρία από αρμόδιο πρόσωπο. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, που οι χειρόγραφες ενδείξεις στα σχετικά Τεκμήρια συνιστούν, σύμφωνα με τους καθ’ ων η αίτηση, τις αποφάσεις του Υπουργού.

 

10. Παρέμενε άγνωστο κατά πόσο η μονογραφή στο Τεκμήριο 23 ανήκε στον Υπουργό Εσωτερικών. Ακόμη όμως και αν ήθελε θεωρηθεί ότι του ανήκει, δεν φαίνονται στο εν λόγω τεκμήριο οποιεσδήποτε οδηγίες του προς τη διοικητική λειτουργό, ως ήταν το αίτημα της, ούτε κατά πόσο ο Υπουργός Εσωτερικών υιοθέτησε την εισήγηση της, και, σε τέτοια περίπτωση, για πόσο καιρό παρατάθηκε η κράτηση της αιτήτριας.

 

11. Παρείλκε η εξέταση οποιουδήποτε άλλου προβληθέντος λόγου.

 

Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε η απελευθέρωση της αιτήτριας.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Ashfaq (2014) 1 Α.Α.Δ. 173, ECLI:CY:AD:2014:D32,

 

Todorovic (2014) 1 Α.Α.Δ. 304, ECLI:CY:AD:2014:D98,

 

Κυπριανού ν. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (1994) 4 Α.Α.Δ. 1324.

 

Αίτηση.

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για την Αιτήτρια.

 

Ι. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

 

Cur. adv. vult.

 

[*621](Παρούσα η μεταφράστρια, κα Σοφία Πίττα, η οποία βεβαιώνει ότι θα μεταφράζει από τα Ελληνικά στα Αγγλικά και αντιστρόφως, πιστά και αληθινά, όσο καλύτερα μπορεί)

 

ΠαναγΗ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια επιδιώκει την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus με το οποίο να ελέγχεται η νομιμότητα της κράτησης της και με το οποίο να διαταχθεί η αποφυλάκιση της.

 

Όπως διαπιστώνεται από αδιαμφισβήτητα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, η αιτήτρια κατάγεται από την Γκάνα και αφίχθηκε νόμιμα στην Κύπρο με άδεια εισόδου στις 19.10.2006 με σκοπό να φοιτήσει στο Casa College. Της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και φοίτησης μέχρι 30.9.2007. Στις 19.10.2007, η αιτήτρια τέλεσε γάμο στην Κύπρο με Ελληνοκύπριο.  Ακολούθως, αποτάθηκε στο Τμήμα Μετανάστευσης για να της παραχωρηθεί άδεια προσωρινής παραμονής ως επισκέπτρια σύζυγος Κύπριου πολίτη, η οποία της παραχωρήθηκε με ισχύ αρχικά μέχρι και την 31.12.2008 και κατόπιν διαδοχικών αιτήσεων ανανεώθηκε μέχρι και τις 2.5.2011. Την ημέρα εκείνη, η αιτήτρια αποτάθηκε στο Τμήμα Μετανάστευσης για να της παραχωρηθεί άδεια προσωρινής παραμονής και απασχόλησης. Στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης αυτής, δημιουργήθηκαν υπόνοιες στην Αστυνομία ότι επρόκειτο για γάμο ευκαιρίας. Επιπρόσθετα, ενόσω ήταν παντρεμένος με την αιτήτρια, ο σύζυγος της διατηρούσε σχέση με Ελληνοκύπρια με την οποία απέκτησε και ένα παιδί. Η Συμβουλευτική Επιτροπή για Eικονικούς Γάμους, ενώπιον της οποίας τέθηκε η περίπτωση της αιτήτριας, θεώρησε το γάμο της αιτήτριας εικονικό. Υιοθετώντας την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό της παραμονής της αιτήτριας στην Κύπρο, η Διευθύντρια Μετανάστευσης  (στο εξής «η Διευθύντρια») έκρινε το γάμο της αιτήτριας εικονικό και απαγόρευσε την περαιτέρω παραμονή της στην Κύπρο. Ταυτόχρονα απέρριψε την αίτηση της ημερομηνίας 2.5.2011 για παραμονή στη Δημοκρατία.

 

Στις 25.9.2012, η αιτήτρια αποτάθηκε εκ νέου στο Τμήμα Μετανάστευσης με σκοπό να ανανεώσει την άδεια προσωρινής παραμονής και απασχόλησης της ως σύζυγος Κυπρίου πολίτη, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε στις 10.1.2013 για το λόγο ότι ο γάμος της είχε κριθεί εικονικός. Κλήθηκε δε να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία. Στις 12.3.2013, η αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή υπ’ αρ. 486/2013 με την οποία προσέβαλε την νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 10.1.2013.

[*622]Στις 11.4.2013, εκδόθηκαν εναντίον της αιτήριας διατάγματα κράτησης και απέλασης και στις 28.4.2013, η αιτήτρια συνελήφθηκε και τέθηκε υπό κράτηση. Με την υπ’ αρ. 1152/2013 προσφυγή η αιτήτρια προσέβαλε τη νομιμότητα των εν λόγω διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ενώ την ίδια μέρα, καταχώρησε στα πλαίσια της προσφυγής εκείνης, ενδιάμεση αίτηση για αναστολή της εκτέλεσης  των εν λόγω διαταγμάτων, η οποία όμως αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, μετά από δήλωση εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση ότι δεν θα προωθηθεί η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης της αιτήτριας μέχρι την τελική εκδίκαση της προσφυγής με αρ. 486/2013. Στις 23.10.2013 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή υπ’ αρ. 486/2013. Εναντίον της εν λόγω απόφασης, η αιτήτρια έχει καταχωρήσει έφεση.

 

Ακολούθως, στις 4.11.2013, η αιτήρια καταχώρησε την Πολιτική Αίτηση με αρ. 198/2013 για την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ισχυριζόμενη ότι η κράτηση της έληξε στις 28.10.2013. Το Δικαστήριο δέχτηκε τη θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι προηγήθηκε στις 25.10.2013 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για περαιτέρω παράταση της κράτησης της αιτήριας για 12 μήνες, για την οποία η αιτήτρια ενημερώθηκε με επιστολή της διοίκησης ημερομηνίας 6.11.2013. Εναντίον της απορριπτικής απόφασης του Δικαστηρίου, η αιτήτρια έχει επίσης καταχωρήσει έφεση η οποία εκκρεμεί.

 

Με την υπό κρίση αίτηση η αιτήτρια προβάλλει ότι ο Υπουργός Εσωτερικών δεν έχει επανεξετάσει το διάταγμα κράτησης της στις 25.12.2013 κατά παράβαση του εδαφίου 4 του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου, το οποίο απαιτεί αυτεπάγγελτη επανεξέταση της κράτησης από τον Υπουργό κάθε δύο μήνες. Επιπλέον υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει πλέον λογική προοπτική απομάκρυνση της, ενώ έχει παύσει να ισχύει και ο όρος του εδαφίου 1 του Άρθρου 18ΠΣΤ στον οποίο οι καθ’ ων η αίτηση στηρίζουν την κράτηση της, ότι δηλαδή αυτή παρεμποδίζει τη διαδικασία  επαναπατρισμού της, αφού είναι οι καθ’ ων η αίτηση που δεν αποτάθηκαν στην Πρεσβεία της Γκάνας για την έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου.

 

Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι θέσεις των καθ’ ων η αίτηση οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η παρούσα αίτηση είναι καταχρηστική, κακόπιστη και ενοχλητική καθότι η αιτήτρια έλαβε γνώση πριν από την καταχώρηση της ότι ο Υπουργός στις 18.11.2013 ενέκρινε την εκ νέου παράταση της κράτησης της για περαιτέρω δύο μήνες, ενώ στις 10.1.2014 ενέκρινε την παράταση της κράτησης της για επιπλέον 6 μήνες. Υποστηρίζουν παράλληλα πως η κράτηση της αιτήτριας είναι [*623]νόμιμη στη βάση γεγονότων που παραθέτουν στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση. Προβάλλουν περαιτέρω, πως η νομιμότητα των ως άνω αποφάσεων του Υπουργού δεν μπορεί να ελεγχθεί στα πλαίσια της παρούσας αίτησης, παρά μόνο από το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας.

 

Το ζήτημα της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης της αιτήτριας διέπεται από το Άρθρο 15 της Οδηγίας 115/2008/ΕΚ (στο εξής «η Οδηγία»), οι πρόνοιες της οποίας ενσωματώθηκαν στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105 (στο εξής «ο Νόμος»). Σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(1) του Νόμου, η κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασία επιστροφής, επιτρέπεται μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης, ιδίως όταν (α) υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή (β) ο συγκεκριμένος υπήκοος αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης. Η κράτηση αυτή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες (εδάφιο 7). Ο Υπουργός Εσωτερικών όμως δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή, μεταξύ άλλων, ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί.

 

Σύμφωνα με το εδάφιο (4) του ίδιου άρθρου του Νόμου, ο Υπουργός Εσωτερικών επανεξετάζει κάθε διάταγμα κράτησης το οποίο εκδίδει δυνάμει του υπό αναφορά άρθρου (α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο και (β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ’ αίτηση του επηρεαζομένου υπηκόου τρίτης χώρας. Το άρθρο αυτό αποτελεί μεταφορά του Άρθρου 15(3) της Οδηγίας και έχει την καταβολή του στην 8η Αρχή των Κατευθυντήριων Αρχών της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Απέλαση των Αλλοδαπών, που υιοθετήθηκαν με βάση τη Σύσταση 1547 (2002) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ευρώπης για τις διαδικασίες απέλασης με σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και για την εκτέλεσή τους σε συνθήκες ασφάλειας και αξιοπρέπειας. Όπως προκύπτει από τη διατύπωση του κειμένου του εδαφίου (4) του Άρθρου 18ΠΣΤ ως επίσης του Άρθρου 15(3) της Οδηγίας, πρόκειται για επιτακτική διαδικασία, όχι τυπικού χαρακτήρα, που [*624]εντάσσεται στα πλαίσια της διαρκούς υποχρέωσης του Υπουργού να διασφαλίζει τον σκοπό της Οδηγίας ότι πρόσωπο θα κρατείται για σκοπούς απέλασης για το βραχύτερο δυνατό χρονικό διάστημα και μόνο κατά το χρόνο που η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Οι προϋποθέσεις του Νόμου και της Οδηγίας, τόσο οι ουσιαστικές, όσο και οι τυπικές, πρέπει να τηρούνται με σχολαστικότητα (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Muhammad Ashfaq (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:D32Α.Α.Δ. 173 και Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:D98Α.Α.Δ. 304).

 

Επιχειρηματολογώντας σχετικά με την υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών για επανεξέταση της κράτησης ανά δύο μήνες, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας παραδέχθηκε ότι η αιτήτρια έλαβε γνώση, στα πλαίσια της Πολιτικής Αίτησης 211/2013 και της Προσφυγής 6505/2013, του ισχυρισμού των καθ’ ων η αίτηση ότι ο Υπουργός επανεξέτασε την κράτηση της και αποφάσισε την παράταση στις 18.11.2013 και, ακολούθως, στις 10.1.2014. Επισημαίνει ωστόσο ότι δεν εξετάστηκε αν οι αποφάσεις αυτές είναι όντως αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών, όπως προνοεί το Άρθρο 18ΠΣΤ(4), διατυπώνοντας παράλληλα τη θέση ότι οι υπό αναφορά αποφάσεις δεν είναι αποφάσεις του Υπουργού.

 

Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση επισημαίνει ότι παρόλο που οι εν λόγω αποφάσεις ήταν εις γνώση της αιτήτριας πριν από την καταχώρηση της αίτησης της, καμία σχετική αναφορά δεν κάνει στην ένορκη δήλωση της που συνοδεύει την αίτηση, ούτε αναπτύσσονται οποιοιδήποτε ισχυρισμοί, νομικοί ή άλλοι με την αίτηση της που να σχετίζονται με τις εν λόγω αποφάσεις. Συνεπώς, οι αποφάσεις αυτές, κατά τη συνήγορο, δεν είναι επίδικες.

 

Η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Προκύπτει με σαφήνεια από την αίτηση ως βασική θέση της αιτήτριας ότι η κράτηση της δεν επανεξετάστηκε από τον Υπουργό μέσα σε δύο μήνες από την απόφαση του ημερομηνίας 25.10.2013 για παράταση της κράτησης της για περίοδο 12 μηνών.  Ως εκ τούτου, το ζήτημα της επανεξέτασης είναι επίδικο. Η δε θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι η εξέταση της νομιμότητας των διαταγμάτων ημερ. 18.11.2013 και 10.1.2014 εκφεύγει της δικαιοδοσίας του εντάλματος Habeas Corpus, είναι ορθή. Η αμφισβήτηση της νομιμότητας τέτοιων διαταγμάτων μόνο δυνάμει του Άρθρου 146 μπορεί να εξεταστεί, εφόσον ανήκουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Εδώ όμως η αιτήτρια δεν επιδιώκει την εξέταση της νομιμότητας των εν λόγω διαταγμάτων αλλά αμφισβητεί την [*625]ύπαρξη τους, ζήτημα που συναρτάται με τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης της. Η αιτήτρια δεν φαίνεται να είχε ποτέ αποδεχθεί τη θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι η κράτηση της επανεξετάστηκε και παρατάθηκε από τον αρμόδιο Υπουργό στις 18.11.2013 και στις 10.1.2014, όπως διατείνονται οι καθ’ ων η αίτηση. Τούτου δοθέντος, η αιτήτρια δεν κωλύεται στην προώθηση της παρούσας διαδικασίας, ούτε μπορεί να γίνεται λόγος ότι η αίτηση είναι καταχρηστική. Το γεγονός ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας ασχολήθηκε με το ζήτημα της επανεξέτασης, στην αγόρευση του, στα πλαίσια προηγούμενης αίτησης για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus (Πολιτική Αίτηση 211/2013), είναι αδιάφορο αφού ούτε επίδικο ήταν, ούτε αποτέλεσε το αντικείμενο δικαστικής κρίσης, προφανώς επειδή αυτό που εκεί απασχολούσε ήταν ότι η απόφαση για παράταση της αρχικής περιόδου εξάμηνης κράτησης της αιτήτριας δεν ήταν απόφαση του αρμόδιου Υπουργού Εσωτερικών, αλλά άλλου αναρμόδιου οργάνου, και ότι η απόφαση δεν κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 8.11.2013 αλλά μεταγενέστερα.

 

Θα πρέπει πρωτίστως λοιπόν, προτού εξεταστεί οποιοδήποτε άλλο θέμα που εγείρεται με την αίτηση, να βεβαιωθεί το Δικαστήριο ότι όντως έχει επανεξεταστεί η κράτηση της αιτήτριας στις 18.11.2013 από τον αρμόδιο Υπουργό, σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(4), όπως υποστηρίζουν οι καθ΄ων η αίτηση. Σε σχέση με το ζήτημα τούτο, οι καθ΄ων η αίτηση αναφέρουν στην παράγραφο 19 της ένορκης δήλωσης της κας Ξένιας Γεωργιάδου, Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία συνοδεύει την ένσταση:

 

«Στις 18/11/2013, ο Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε εκ νέου παράταση της κράτησης της Αιτήτριας για περαιτέρω δύο μήνες (Τεκμήριο 23) .....»

 

Πρέπει εδώ να παρατηρήσω ότι το Τεκμήριο 23 είναι επιστολή την οποία η Μαρία Επιφανίου, Διοικητικός Λειτουργός Α’, υπέβαλε μέσω του Γενικού Διευθυντή, προς τον Υπουργό, ζητώντας οδηγίες σχετικά με τους κρατούμενους που «υπερβαίνουν τους δύο μήνες κράτησης και η απέλαση τους δεν κατέστη δυνατή».  Στην επιστολή, η κα Επιφανίου καταγράφει τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ, την υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο κάθε διάταγμα κράτησης το οποίο εκδίδει δυνάμει του εν λόγω άρθρου και παραθέτει το Παράρτημα 1 «του Ερ.77», που είναι κατάλογος της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ημερομηνίας 12.10.2013 αναφορικά με τους κρατούμενους αλλοδαπούς που συμπλήρωσαν δύο [*626]μήνες κράτησης ή και περισσότερους αλλά λόγω διαφόρων κωλυμάτων δεν κατέστη δυνατή η απέλαση τους. Η κα Επιφανίου εισηγείται προς τον Υπουργό να επανεξετάσει τις περιπτώσεις που αναφέρονται στον κατάλογο με βάση τις πληροφορίες που περιέχονται «στο εν λόγω σημείωμα» σε σχέση με τους λόγους που δεν κατέστη δυνατή η απέλαση για ένα έκαστο εξ αυτών και να αποφασίσει όπως αυτοί παραμείνουν υπό κράτηση, δεδομένου ότι αποφεύγουν ή/και παρεμποδίζουν τη διαδικασία επιστροφής και απομάκρυνσης τους, ή αναμένεται η εξασφάλιση των αναγκαίων εγγράφων από τη χώρα τους. Στο άνω δεξιό μέρος της επιστολής υπάρχει μια μονογραφή και αναγράφεται, χειρόγραφα, η ημερομηνία «18.11.2013».

 

Κατά τους καθ’ ων η αίτηση, η μονογραφή αυτή ανήκει στον Υπουργό Εσωτερικών, γεγονός που, σύμφωνα με την εισήγηση της κας Δημητρίου, μπορεί να εξακριβωθεί από τη σύγκριση της μονογραφής του Υπουργού στο Τεκμήριο 18, που είναι η απόφαση του ημερ. 25.10.2013, με το γραφικό χαρακτήρα και μονογραφή του στα Τεκμήρια 23 και 24 αντίστοιχα, που σύμφωνα με τους καθ’ ων η αίτηση, είναι οι αποφάσεις του Υπουργού για παράταση της κράτησης της αιτήτριας στις 18.11.13 και 10.1.14 αντίστοιχα.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση ουσιαστικά καλούν το Δικαστήριο να ενεργήσει ως εμπειρογνώμονας για να συναγάγει συμπεράσματα ως προς την πατρότητα των χειρογράφων στο Τεκμήριο 23. Τέτοια ενέργεια όμως εκ μέρους του Δικαστηρίου είναι ανεπίπτρεπτη.  Περαιτέρω, θέματα που χρήζουν μαρτυρίας δεν αντιμετωπίζονται με δηλώσεις δικηγόρων (βλ. Κυπριανού ν. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (1994) 4 Α.Α.Δ. 1324). Κατά συνέπεια, η πατρότης χειρογράφων ή άλλων εγγράφων, όπου αμφισβητείται, δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά με μαρτυρία από αρμόδιο πρόσωπο. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, που οι χειρόγραφες ενδείξεις στα Τεκμήρια 23 και 24 συνιστούν, σύμφωνα με τους καθ’ ων η αίτηση, τις αποφάσεις του Υπουργού, ημερομηνίας 18.11.2013 και 10.1.2014 αντίστοιχα.

 

Παραμένει άγνωστο κατά πόσο η μονογραφή στο Τεκμήριο 23 ανήκει στον Υπουργό Εσωτερικών. Ακόμη όμως και αν ήθελε θεωρηθεί ότι του ανήκει, δεν φαίνονται στο εν λόγω τεκμήριο οποιεσδήποτε οδηγίες του προς τη διοικητική λειτουργό, ως ήταν το αίτημα της, ούτε κατά πόσο ο Υπουργός Εσωτερικών υιοθέτησε την εισήγηση της, και, σε τέτοια περίπτωση, για πόσο καιρό παρατάθηκε η κράτηση της αιτήτριας.

 

[*627]Συνακόλουθα των πιο πάνω, η αίτηση πρέπει να επιτύχει και επιτυγχάνει, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να εξετάσει το Δικαστήριο οποιοδήποτε άλλο θέμα εγείρεται με την αίτηση.

 

Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση της αιτήτριας από την κράτηση της.

 

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Τα έξοδα της μεταφράστριας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται η απελευθέρωση της αιτήτριας.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο