Δημητρίου Αικατερίνη ν. Ανδρέα Δημητρίου άλλως Ανδρέα Δημητρίου Στυλιανού (2014) 1 ΑΑΔ 768

ECLI:CY:DOD:2014:6

(2014) 1 ΑΑΔ 768

[*768]8 Απριλίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

 

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

 

v.

 

ΑΝΔΡΕΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΑΛΛΩΣ

ΑΝΔΡΕΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,

 

Εφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση.

 

(Έφεση Αρ. 31/2012)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Αίτηση για παροχή περαιτέρω ασφάλειας εξόδων, στο πλαίσιο έφεσης εναντίον ενδιάμεσης απόφασης Οικογενειακού Δικαστηρίου με την οποία εκδόθηκε διάταγμα ασφάλειας εξόδων ― Απορριπτική κατάληξη ― Απόφανση Εφετείου περί μη άσκησης της σχετικής δικαστικής διακριτικής ευχέρειας υπέρ του αιτήματος ― Υπήρχε ήδη κατατεθειμένο στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου για σκοπούς ασφάλειας εξόδων, ένα σεβαστό ποσό ― Παράλειψη επισύναψης καταλόγου εξόδων με την αίτηση ― Εάν ήθελε διαφανεί ότι πέραν του ποσού που ήταν ήδη κατατεθειμένο, απαιτείτο πρόσθετο ποσό για σκοπούς ασφάλειας εξόδων, ο εφεσίβλητος μπορούσε να προβεί στην καταχώριση νέας σχετικής αίτησης.

 

Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Η γενική αρχή, όπως αυτή καθιερώθηκε διαχρονικά από τη νομολογία, είναι πως, αν η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του διάδικου εναντίον του οποίου η διαταγή στρέφεται, τότε το διάταγμα δεν εκδίδεται ― Σε τέτοια περίπτωση, η ανάγκη προστασίας του διάδικου που ζητά την παραχώρηση ασφάλειας εξόδων, υποτάσσεται στο δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο του αντιδίκου του.

 

Πολιτική Δικονομία ― Ασφάλεια εξόδων ― Έφεση ― Οι λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο ασκεί την εξουσία του για παροχή ασφάλειας εξόδων κατ’ έφεση, είναι οι ίδιοι με τους λόγους για τους οποίους ασφάλεια εξόδων δυνατό να διαταχθεί πρωτόδικα, περιλαμβανομέ[*769]νων και τυχόν ειδικών περιστάσεων.

 

Παρατυπία ― Αίτηση για ασφάλεια εξόδων στο Οικογενειακό Δικαστήριο ― Αρνητική απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον η αίτηση έπασχε θεμελιακά λόγω παράλειψης μνημόνευσης στη νομική της βάση του Διαδικαστικού Κανονισμού του Οικογενειακού Δικαστηρίου που επιτρέπει προσφυγή στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας ― Υπήρχε στοιχειοθέτηση ορθής νομικής βάσης με την αναφορά στη  Δ.35, Θ. 2.

 

[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της].

 

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Continental Ins. Co. of Hamshire v. O’ Regan (1998) 1 Α.Α.Δ. 1087,

 

Conway v. Ηλία (2001) 1 Α.Α.Δ. 1653,

 

Χαραλαμπίδης ν. Πέτρου (2003) 1 Α.Α.Δ. 1698.

 

Έφεση.

 

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Καρατσή, Πρ. Οικ. Δικ.), (Αίτηση Αρ. 15/04), ημερομηνίας 25/6/2012.

 

Δ. Παπαχρυσοστόμου, για τον Αιτητή–Εφεσίβλητο.

 

Γ. Λουκαΐδης για Α. Ποιητή, για την Καθ’ης η αίτηση - Εφεσείουσα.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 25/6/2012, ο Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας, διέταξε την εφεσείουσα, πρώην σύζυγο του εφεσιβλήτου, να παράσχει ασφάλεια εξόδων ύψους €15.000. Η σχετική αίτηση καταχωρήθηκε από τον εφεσίβλητο στα πλαίσια της κύριας αίτησης που η εφεσείουσα είχε καταχωρίσει με απώτερο σκοπό την ρύθμιση των περιουσιακών στοιχείων του ζεύγους.

 

[*770]Η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου, επί της ουσίας, αμφιβητείται με την πιο πάνω έφεση. Στα πλαίσια της έφεσης ο εφεσίβλητος καταχώρισε την παρούσα αίτηση, με την οποία επιδιώκει την έκδοση διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται η εφεσείουσα να παράσχει περαιτέρω ασφάλεια εξόδων ύψους €3.500.

 

Για να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι εκατέρωθεν θέσεις, θα πρέπει να λεχθεί επίσης ότι από το ποσό των €15.000, που η εφεσείουσα κατέθεσε ως ασφάλεια εξόδων, συνεπεία του διατάγματος ημερομηνίας 25/6/2012, ο εφεσίβλητος είσπραξε ποσό €8.623,38 ως δικηγορικά έξοδα στην πρωτόδικη διαδικασία, η οποία να σημειωθεί δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Το υπόλοιπο ποσό των €6.376,62 παραμένει κατατεθειμένο στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

 

Το νομικό υπόβαθρο της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης, συνιστούν οι πρόνοιες της Δ.35, θ. 2, όπως και αυτές της Δ.48, θ. 1, 2 και 3, ενώ το πραγματικό υπόβαθρο της αίτησης συνιστούν τα γεγονότα που περιέχονται στην ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου που την συνοδεύει και τα οποία δεν αμφισβητούνται.

 

Στην ουσία πρόκειται για τα ίδια γεγονότα που ο εφεσίβλητος επικαλέστηκε για να πετύχει την έκδοση του διατάγματος ασφάλειας εξόδων πρωτόδικα. Σύμφωνα με τα εν λόγω γεγονότα, η εφεσείουσα είναι μόνιμη κάτοικος εξωτερικού εδώ και 15 περίπου χρόνια και στερείται οποιασδήποτε περιουσίας, κινητής ή ακίνητης, στην Κύπρο. Είναι η θέση του εφεσιβλήτου, θέση την οποία απορρίπτει η εφεσείουσα ότι, ενόψει των εν λόγω γεγονότων, δικαιολογείται η έγκριση του αιτήματός του. Περαιτέρω ισχυρίζεται, ισχυρισμό τον οποίο επίσης απορρίπτει η εφεσείουσα, ότι το εναπομείναν ποσό των €6.376,62 που εξακολουθεί να βρίσκεται κατατεθημένο στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας, είναι αμφίβολο αν θα αρκέσει για σκοπούς κάλυψης των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας. Σημειώνεται ότι η κλίμακα στην οποία καταχωρήθηκε η αίτηση για ρύθμιση περιουσιακών σχέσεων του ζεύγους, είναι της τάξης των Λ.Κ.250.000 – Λ.Κ.1.000.000 (€500.000 - €2.000.000).

 

Η αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση της εφεσείουσας. Οι λόγοι ένστασης, όπως και η επιχειρηματολογία της τελευταίας, εστιάζονται, κατά πρώτο λόγο στη θέση ότι το νομικό υπόβαθρο της αίτησης πάσχει θεμελιακά και συνεπώς η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί στο προδικαστικό στάδιο χωρίς να εξεταστεί η [*771]ουσία της και κατά δεύτερο λόγο, στη θέση ότι η όλη συμπεριφορά του εφεσιβλήτου, κρινόμενη στο σύνολο της δεν μπορεί παρά να είναι καταχρηστική.

 

Θεωρούμε ότι προέχει, κι’ αυτό λόγω της φύσης του, η εξέταση του ζητήματος που εγείρεται με την πρώτη από τις δύο πιο πάνω θέσεις της εφεσείουσας, εφόσον επιτυχία της εν λόγω θέσης, όντως, θα σφραγίσει τη μοίρα της αίτησης σ’ αυτό το προδικαστικό στάδιο. Η συγκεκριμένη θέση της εφεσείουσας είναι απλή. Εφόσον, ισχυρίζεται η εφεσείουσα, το νομικό υπόβαθρο της αίτησης εξαντλείται στη μνημόνευση των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (Δ.35, θ. 2 και Δ.48, θ. 1, 2 και 3) και δεν κάμνει οποιαδήποτε μνεία του Οικογενειακού Κανονισμού που επιτρέπει προσφυγή στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, η αίτηση πάσχει θεμελιακά. Κοντολογίς, είναι νομικά αβάσιμη.

 

Στον αντίποδα, ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι, ως έχει η αίτηση του, αυτή είναι δικονομικά ορθή. Διαζευκτικά, θεωρώντας τη συγκεκριμένη παράλειψη απλή παρατυπία δυνάμενη να θεραπευθεί, ο εφεσίβλητος, επικαλούμενος τις πρόνοιες της Δ.64, μας κάλεσε, αφού παρέμβουμε, να την θεραπεύσουμε.

 

Δεν συμμεριζόμαστε τη συγκεκριμένη θέση της εφεσείουσας. Κρίνουμε πως η αίτηση, ως αυτή έχει, είναι δικονομικά ορθή, έστω και αν στο νομικό της υπόβαθρο δεν μνημονεύονται οι σχετικοί περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικοί Κανονισμοί 2/90 (Καν. 9-11) που επιτρέπουν προσφυγή στις πρόνοιες των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, έστω και αν ομού με τη Δ.35, κ. 2 δεν μνημονεύεται και η Δ.60, κ.1. Επί του τελευταίου, το οποίο να σημειωθεί δεν απασχόλησε τους δύο συνηγόρους, περιοριζόμαστε να επισημάνουμε την καταληκτική πρόταση της Δ.35, κ. 2, η οποία προνοεί για την κατάθεση ασφάλειας εξόδων που δημιουργούνται λόγω οποιασδήποτε έφεσης, ως ήθελε διαταχθεί από το Εφετείο και κάτω από ειδικές περιστάσεις, και παράλληλα να παραπέμψουμε στο Supreme Court Practice του 1970 και συγκεκριμένα στην παράγραφο 59/10/14 από το περιεχόμενο της οποίας προκύπτει με ασφάλεια ότι οι λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο ασκεί την εξουσία του για παροχή ασφάλειας εξόδων κατ’ έφεση, είναι οι ίδιοι και οι αυτοί με τους λόγους για τους οποίους ασφάλεια εξόδων δυνατό να διαταχθεί πρωτόδικα, περιλαμβανομένων και τυχόν ειδικών περιστάσεων.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η συγκεκριμένη θέση της εφεσείουσας δεν γίνεται δεκτή και απορρίπτεται.

[*772]Στρεφόμαστε τώρα στο ζήτημα που εγείρεται με τη δεύτερη θέση της εφεσείουσας.

 

Η βασική θέση της εφεσείουσας γύρω από την οποία περιστρέφεται ουσιαστικά και η όλη, επί του προκειμένου, επιχειρηματολογία των συνηγόρων της, είναι η εξής: Εφόσον κανένα πρόσθετο διάβημα στη διαδικασία δεν έχει μεσολαβήσει από την έκδοση του πρώτου διατάγματος και τα γεγονότα επί των οποίων εδράζεται η παρούσα ενδιάμεση αίτηση δεν είναι άλλα από αυτά επί των οποίων το πρωτόδικο δικαστήριο βασίστηκε για να εκδώσει το διάταγμα ημερομηνίας 25/6/2012, ο πραγματικός στόχος της παρούσας αίτησης δεν μπορεί να είναι άλλος από την παρεμπόδιση της εφεσείουσας στην προώθηση της υπόθεσης της, στοιχείο που την καθιστά καταχρηστική, ενόψει μάλιστα και του γεγονότος ότι ένα σεβαστό ποσό - €6.376,62 - εξακολουθεί να βρίσκεται κατατεθημένο ως ασφάλεια εξόδων στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Επικουρικά η εφεσείουσα προβάλλει επίσης προς υποστήριξη της συγκεκριμένης θέσης της το γεγονός της είσπραξης από τον εφεσίβλητο, εκκρεμούσης της παρούσας έφεσης, του ποσού των €8.623,38.

 

Ο εφεσίβλητος απορρίπτει βέβαια την πιο πάνω θέση της εφεσείουσας και ισχυρίζεται ότι το ποσό των €6.376,62 είναι αμφίβολο κατά πόσο θα αρκέσει  για την κάλυψη των εξόδων που θα προκληθούν μέχρι την αποπεράτωση της πρωτόδικης διαδικασίας.

 

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να πούμε ότι η ενέργεια του εφεσιβλήτου να προχωρήσει και να εισπράξει μέρος του ποσού που είχε κατατεθεί από την εφεσείουσα δυνάμει του διατάγματος ημερομηνίας 25/6/2012, για κάλυψη των μέχρι τότε δικηγορικών του εξόδων, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης, ακόμα και σχολιασμού, στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, ιδιαίτερα ενόψει και της απουσίας οποιουδήποτε διατάγματος που να ανέστελλε την άσκηση του δικαιώματος του να προχωρήσει και για σκοπούς κάλυψης των δικηγορικών του εξόδων να εισπράξει το συγκεκριμένο ποσό.

 

Εφόσον το θέμα έκδοσης διατάγματος για ασφάλεια εξόδων ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου και ο παράγοντας ισχύς ή αδυναμία της υπόθεσης της εφεσείουσας συνιστά έναν από τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο, θεωρούμε επίσης σκόπιμο, προτού ασχοληθούμε με την ουσία της συγκεκριμένης θέσης της εφεσείουσας, να επισημάνουμε και το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος παράγοντας ουδόλως απα[*773]σχόλησε τους δύο συνηγόρους.

 

Αναφορικά με την ουσία της συγκεκριμένης θέσης της εφεσείουσας, παρατηρούμε τα εξής: Το θέμα έκδοσης διατάγματος για ασφάλεια εξόδων ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται δικαστικά υπό το φως όλων των περιστάσεων και υπό το πρίσμα των διατάξεων του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος και των αντίστοιχων διατάξεων του Άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που έχουν κυρωθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία. Η γενική αρχή, όπως αυτή καθιερώθηκε διαχρονικά από τη νομολογία, είναι πως, αν η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του διάδικου εναντίον του οποίου η διαταγή στρέφεται, τότε το διάταγμα δεν εκδίδεται. Σε τέτοια περίπτωση, η ανάγκη προστασίας του διάδικου που ζητά την παραχώρηση ασφάλειας εξόδων, υποτάσσεται στο δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο του αντιδίκου του. (Βλ. Continental Ins. Co. of Hamshire v. O’ Regan (1998) 1 Α.Α.Δ. 1087, Conway v. Ηλία (2001) 1 Α.Α.Δ. 1653, Χαραλαμπίδης ν. Πέτρου (2003) 1 Α.Α.Δ. 1698).

 

Στην προκείμενη περίπτωση συνιστά κοινό έδαφος ότι στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας εξακολουθεί να βρίσκεται κατατεθημένο για σκοπούς ασφάλειας εξόδων, ένα σεβαστό ποσό. Η πρωτόδικη διαδικασία δεν έχει βέβαια ολοκληρωθεί. Παραμένει άγνωστο όμως και αυτό γιατί πέραν από εκατέρωθεν γενικές αναφορές, κανένα στοιχείο δεν τέθηκε ενώπιον μας που να επιτρέπει την αξιολόγηση των διαβημάτων που απαιτούνται για σκοπούς ολοκλήρωσής της. Πέραν τούτου, η παρούσα αίτηση του εφεσιβλήτου για ασφάλεια εξόδων δεν συνοδεύεται από σχετικό κατάλογο εξόδων, στοιχείο που θα βοηθούσε τα μάλα για σκοπούς υπολογισμού των εξόδων αναφορικά με τα μελλοντικά διαδικαστικά διαβήματα. Δεν διαφεύγει της προσοχής μας ότι η υποβολή καταλόγου εξόδων μαζί με την αίτηση για παροχή ασφάλειας εξόδων, δεν είναι υποχρεωτική, ούτε και η παράλειψη υποβολής τέτοιου καταλόγου συνεπάγεται καταλυτικές για την αίτηση, συνέπειες. Όμως, είναι επιθυμητή και στην παρούσα περίπτωση, ενόψει όλων όσων έχουμε επισημάνει, άκρως επιθυμητή.

 

Αφού λάβαμε υπόψη όλες τις παραμέτρους και ζυγίσαμε όλους τους σχετικούς παράγοντες, κρίνουμε ορθό να μην ασκήσουμε τη διακριτική μας ευχέρεια υπέρ της έγκρισης της αίτησης. Εξάλλου, σε περίπτωση που ήθελε διαφανεί ότι πέραν του ποσού που είναι [*774]ήδη κατατεθημένο στο Πρωτοκολλητείο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας, απαιτείται πρόσθετο ποσό για σκοπούς ασφάλειας εξόδων, ο εφεσίβλητος μπορεί να προβεί στην καταχώριση νέας σχετικής αίτησης.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα καταβληθούν όμως στο τέλος της έφεσης.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο