Touchstone Technologies Ltd ν. Μαργαρίτας Μαυρομμάτη (2014) 1 ΑΑΔ 1829

ECLI:CY:AD:2014:A587

(2014) 1 ΑΑΔ 1829

[*1829]29 Ιουλίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

TOUCHSTONE TECHNOLOGIES LTD,

 

Εφεσείοντες,

 

v.

 

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 236/2009)

 

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Επιδίκαση αποζημιώσεων για παράνομο τερματισμό εργοδότησης εγκύου εργαζομένης η οποία εργαζόταν στην υπηρεσία των εφεσειόντων για 7 1/2 μήνες ― Κατά πόσον ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε αυξημένες αποζημιώσεις που αναλογούσαν σε μισθούς εικοσιέξι εβδομάδων ― Δεν ήταν αρκετό ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα κριτήρια αποτίμησης αποζημιώσεων ― Απαιτείτο  αξιολόγηση και εκτίμηση του κάθε κριτηρίου που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 4 του Πίνακα του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/67) και ενδεχομένως άλλων σχετικών παραγόντων.

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Επιδίκαση αποζημιώσεων ― Παράνομος τερματισμός εργοδότησης ― Το κριτήριο της αποζημίωσης, βάσει της παραγράφου 4 του Πίνακα, δε συναρτάται με το συμβατικό κριτήριο που καθορίζεται από το Κεφ. 149 και γενικά τις αρχές του Δικαίου των Συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται, κατά τη λογική πρόβλεψη των συμβαλλομένων, της διάρρηξης της συμφωνίας.

 

Με την έφεση, αμφισβητήθηκε η ορθότητα του ύψους του ποσού των €7.114,64 που επιδίκασε  Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στην εφεσίβλητη ως αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της εργοδότησής της.

 

Η εφεσίβλητη εργοδοτήθηκε από την εφεσείουσα εταιρεία για 7 ½ μήνες και για σκοπούς αποζημίωσης λάμβανε €273,64 εβδομαδιαίως. Επίσης κατά το χρόνο της απόλυσης διένυε τον τρίτο μήνα της εγκυ[*1830]μοσύνης της, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε τους εργοδότες της λίγες ημέρες προηγουμένως.

 

Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έλαβε υπόψη, όπως κατέγραψε στην απόφαση του,  τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τερματίστηκε η απασχόληση της εφεσίβλητης σε συνάρτηση με όλους τους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του Πρώτου Πίνακα του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/67) του σχετικού νόμου ως  επίσης και το γεγονός της εγκυμοσύνης της για το οποίο κράτησε ενήμερους τους εργοδότες της, των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε στην εξεύρεση νέας εργασίας ενόσω διαρκούσε η εγκυμοσύνη της και της αδυναμίας να καλύψει την εισοδηματική της απώλεια για το διάστημα αυτό.

 

Υπό τις περιστάσεις έκρινε ως εύλογη και δίκαιη την επιδίκαση του προαναφερθέντος ποσού που αντιστοιχούσε με τις απολαβές της για 26 εβδομάδες.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι μεταξύ άλλων λόγους:

 

α)  Λανθασμένα το Δικαστήριο στηρίχθηκε σε θεωρητικό ενδεχόμενο, ότι η αιτήτρια παρέμεινε άνεργη κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης της.

 

β)  Το επιδικασθέν ποσό του ενός τετάρτου των μέγιστων προβλεπόμενων από το νόμο αποζημιώσεων ήταν εξόφθαλμα υπερβολικό.

 

γ)  Ο σκοπός του νομοθέτη ήταν να δώσει υψηλότερες αποζημιώσεις σε υψηλόμισθους εργοδοτούμενους και με μακρές περιόδους απασχόλησης.

 

δ)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέλειψε να αναφέρει στην απόφασή του το τρίτο κριτήριο της παραγράφου 4 του Πρώτου Πίνακα, ήτοι της απώλειας προοπτικής σταδιοδρομίας, ενώ γενικά και αόριστα, μνημονεύει ότι έλαβε υπόψη του όλους τους παράγοντες που αναφέρονται στον εν λόγω Πίνακα.

 

ε)  Αναφορικά με το τέταρτο κριτήριο που είναι οι πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτουμένου, το μόνο που ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ότι η εφεσίβλητη ενημέρωσε τους εργοδότες της για την εγκυμοσύνη της αποφεύγοντας να διατυπώσει εύρημα ότι οι εφεσείοντες την απέλυσαν για το μοναδικό λόγο ότι ήταν έγκυος.

 

[*1831]Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Στην υπόθεση Cabras & Bros Ltd v. Χαραλάμπους κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 302, στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος των εφεσειόντων, κρίθηκε ότι «είναι αναγκαίο κατά τον καθορισμό των αποζημιώσεων να διαφαίνεται από την απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν όλα τα κριτήρια καθορισμού αποζημίωσης». Στην υπόθεση εκείνη λήφθηκαν υπόψη μόνο τα ημερομίσθια και η διάρκεια υπηρεσίας του κάθε εφεσίβλητου, χωρίς να διαφαίνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε καθόλου απασχοληθεί με την αξιολόγηση και εκτίμηση των υπολοίπων κριτηρίων, με αποτέλεσμα να διαταχθεί επανεκδίκαση της υπόθεσης.

2.  Το ύψος της αποζημίωσης που δικαιολογείται να επιδικαστεί σε κάθε περίπτωση, επαφίεται στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

3.  Η εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καθορίζει το ύψος της καταβλητέας αποζημίωσης είναι απόλυτη. Δεν είναι έργο του Ανώτατου Δικαστηρίου να εκτιμήσει τα δεδομένα για να καταλήξει το ίδιο στο ύψος της αποζημίωσης που δικαιολογείται να επιδικαστεί.

4.  Στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, φραστικά τουλάχιστον, φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη όλα τα κριτήρια αποτίμησης αποζημιώσεων. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Απαιτείται αξιολόγηση και εκτίμηση του κάθε κριτηρίου που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 4 του Πίνακα και ενδεχομένως άλλων σχετικών παραγόντων.

5.  Στην προκείμενη περίπτωση δεν φαίνεται να είχαν στην πραγματικότητα αξιολογηθεί όλα τα κριτήρια. Η σχετική αναφορά του Δικαστηρίου, ουσιαστικά, απέληγε σε φραστική διαπίστωση των κριτηρίων που υπόκεινται σε αξιολόγηση.

6.  Πέραν τούτου, στους παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη περιλαμβάνονται και παράγοντες για τους οποίους ουδεμία μαρτυρία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Εξάλλου, ούτε σε εύρημα επί τούτων κατέληξε το Δικαστήριο.

7.  Επρόκειτο για το στοιχείο στο οποίο έκανε αναφορά περί «δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε στην εξεύρεση νέας εργασίας ενόσω διαρκούσε η εγκυμοσύνη της και της αδυναμίας να καλύψει την εισοδηματική της απώλεια για το διάστημα αυτό». Είναι πρόδηλο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στον καθορισμό του ύψους των αποζημιώσεων εσφαλμένα, θεωρώντας ως δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω στοιχείου.

8.  Η απόφαση του Δικαστηρίου σε συνάρτηση με το ύψος των αποζημιώσεων και τα έξοδα παραμερίστηκε.

9.  H υπόθεση παραπέμφθηκε στο πρωτόδικο Δικαστήριο για επα[*1832]νεκδίκαση του ζητήματος του ύψους του ποσού της αποζημίωσης, στη βάση των προνοουμένων από το νόμο κριτηρίων, όπως προκύπτουν από τη μαρτυρία.

 

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Εκδόθηκε διαταγή όπως τα πρωτόδικα έξοδα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Εκδοτικός Οίκος Δημόσια Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 625,

 

Cabras & Bros Ltd v. Χαραλάμπους κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 302,

 

Μουζούρης ν. Κόσμο Πλαστ & Σια (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 896,

 

Louis Tourist Agency Ltd ν. Ηλία (1992) 1(Α) Α.Α.Δ. 98.

 

Έφεση.

 

Έφεση από την καθ’ ου η αίτηση εταιρεία εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Λάρνακας (Χατζητζιοβάννης, ????), (???? Αρ. 663/07), ημερομηνίας 23/7/2009.

 

Π. Χ"Χριστοφής, για τoυς Εφεσείοντες.

 

Μ. Ραφαήλ, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ..

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση, όπως περιορίστηκε, αμφισβητείται η ορθότητα του ύψους του ποσού των €7.114,64 που επεδίκασε το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στην εφεσίβλητη ως αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της εργοδότησής της.

 

Η εφεσίβλητη εργοδοτήθηκε από την εφεσείουσα εταιρεία για 7 ½ μήνες και για σκοπούς αποζημίωσης λάμβανε €273,64 εβδομαδιαίως. Επίσης κατά το χρόνο της απόλυσης διένυε τον τρίτο μή[*1833]να της εγκυμοσύνης της, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε τους εργοδότες της λίγες ημέρες προηγουμένως.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ως ακολούθως για το θέμα των αποζημιώσεων:

 

«Από τα γεγονότα της υπόθεσης προκύπτει ότι η Αιτήτρια εργάστηκε στην υπηρεσία των Καθ’ ων η αίτηση για 7 ½ σχεδόν μήνες και ότι για σκοπούς αποζημίωσης λάμβανε εβδομαδιαίως €273,64 εβδομαδιαίως.

 

Επίσης κατά τον χρόνο της απόλυσης της διένυε τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης (Τεκμήριο 1), γεγονός για το οποίο ενημέρωσε τους Καθ’ ων η αίτηση λίγες μέρες προηγουμένως.

 

Έχοντας επομένως υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τερματίστηκε η απασχόληση της, σε συνάρτηση με όλους τους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του Πρώτου Πίνακα, λαμβανομένου επίσης υπόψη του γεγονότος της εγκυμοσύνης της για το οποίο κράτησε ενήμερους τους εργοδότες της, των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε στην εξεύρεση νέας εργασίας ενόσω διαρκούσε η εγκυμοσύνη της και της αδυναμίας να καλύψει την εισοδηματική της απώλεια για το διάστημα αυτό, υπό τις περιστάσεις κρίνουμε ότι είναι εύλογο και δίκαιο να της επιδικάσουμε, υπό μορφή δίκαιης αποζημίωσης, το ποσό των €7114,64 που αντιστοιχεί με τις απολαβές 26 εβδομάδων.»

 

Με δύο λόγους έφεσης οι οποίοι αναπτύχθηκαν μαζί οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι, λανθασμένα το Δικαστήριο στηρίχθηκε σε θεωρητικό ενδεχόμενο, ότι δηλαδή η αιτήτρια παρέμεινε άνεργη κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης της, και ότι το επιδικασθέν ποσό του ενός τετάρτου των μέγιστων προβλεπόμενων από το νόμο αποζημιώσεων είναι εξόφθαλμα υπερβολικό.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων αναφέρθηκε στα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό αποζημίωσης δυνάμει της παραγράφου 4 του Πρώτου Πίνακα του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/67) και τη σχετική νομολογία. Ο ευπαίδευτος συνήγορος, με αναφορά στο ύψος των απολαβών και τη διάρκεια εργοδότησης της εφεσίβλητης, εισηγήθηκε ότι ο σκοπός του νομοθέτη ήταν να δώσει υψηλότερες αποζημιώσεις σε υψηλόμισθους εργοδοτούμενους και με μακρές περιόδους απασχόλησης. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο, ανέφερε ο συνήγορος, παραλείπει να αναφέρει στην απόφασή του [*1834]το τρίτο κριτήριο της παραγράφου 4 του Πρώτου Πίνακα, ήτοι της απώλειας προοπτικής σταδιοδρομίας, ενώ γενικά και αόριστα μνημονεύει ότι έλαβε υπόψη του όλους τους παράγοντες που αναφέρονται στον εν λόγω Πίνακα. Αναφορικά με το τέταρτο κριτήριο που είναι οι πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτουμένου, το μόνο που ανέφερε το Δικαστήριο είναι ότι η εφεσίβλητη ενημέρωσε τους εργοδότες της για την εγκυμοσύνη της αποφεύγοντας να διατυπώσει εύρημα ότι οι εφεσείοντες την απέλυσαν για το μοναδικό λόγο ότι ήταν έγκυος. Ο κ. Χ"

Χριστοφής τόνισε ότι το Δικαστήριο για σκοπούς υπολογισμού της αποζημίωσης, δεν έλαβε υπόψη το νεαρό της ηλικίας της εφεσίβλητης και τη διάρκεια της υπηρεσίας της, η οποία ήταν κατά επτά εβδομάδες πιο μεγάλη από την δοκιμαστική περίοδο, η οποία μπορεί να παραταθεί και μέχρι 104 εβδομάδες. Επίσης, δεν υπάρχει ένδειξη ότι η εφεσίβλητη παρέμεινε άνεργη κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της, ούτε δόθηκε μαρτυρία ότι θα αντιμετώπιζε δυσκολίες για να βρει νέα δουλειά εκείνη την περίοδο, με αποτέλεσμα οι αυξημένες αποζημιώσεις που δόθηκαν να στηριχθούν σε λόγους που δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία. Το Δικαστήριο, κατέληξε ο συνήγορος, δεν ερμήνευσε ορθά τις πρόνοιες των Άρθρων 2 και 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου. Τέλος, εισηγήθηκε πως, με βάση τα γεγονότα που ευρίσκονται ενώπιόν μας, υπολογίσουμε τις αποζημιώσεις που δικαιούται η εφεσίβλητη.

 

Αντίθετη επί του προκειμένου η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου της εφεσίβλητης, η οποία υπεραμύνθηκε της ορθότητας του ποσού των αποζημιώσεων που επιδικάστηκαν και εισηγήθηκε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα κριτήρια που αναφέρονται στο Νόμο, καθώς αναφέρει ότι έλαβε υπόψη «όλους τους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του Πρώτου Πίνακα». Τόνισε η συνήγορος ότι δεν υπάρχει απόλυτος τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης με σχετική απαρίθμηση των κριτηρίων. Εισηγήθηκε επίσης, με αναφορά στην υπόθεση Εκδοτικός Οίκος Δημόσια Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 625, ότι η διακριτική ευχέρεια για επιδίκαση αποζημιώσεων σε τέτοιες περιπτώσεις ανήκει απόλυτα στο πρωτόδικο Δικαστήριο και αποκλείει τη δυνατότητα το Ανώτατο Δικαστήριο να καταλήξει το ίδιο στο ύψος της αποζημίωσης που δικαιολογείται να επιδικαστεί.

 

Στον Πρώτο Πίνακα του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των αποζημιώσεων που επιδικάζονται σε τέτοιου είδους περιπτώσεις. Δυνάμει της παραγράφου 2 του εν λόγω Πίνακα, η αποζημίωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε [*1835]κηρυχθεί ως πλεονάζον και, με βάση την παράγραφο 3 του ιδίου Πίνακα, καθορίζεται ότι η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ημερομίσθια δύο ετών.

 

Τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνει υπόψη του το Δικαστήριο κατά τον καθορισμό της αποζημίωσης παρατίθενται στην παράγραφο 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου και έχουν ως ακολούθως:

 

«4. Πλην ως προνοείται υπό των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος Πίνακος, το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών έχει απόλυτον διακριτικήν εξουσίαν ως προς το υπ’ αυτού επιδικασθησόμενον ποσόν. Κατά τον υπολογισμόν όμως του επιδικασθησομένου τούτου ποσού, το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών δέον να λάβη υπ’ όψιν του, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

 

(α)  τα ημερομίσθια και πάσας τας άλλας απολαβάς του εργοδοτουμένου·

(β)  την διάρκειαν της υπηρεσίας του εργοδοτουμένου·

(γ)   την απώλειαν προοπτικής σταδιοδρομίας του εργοδοτουμένου·

(δ)  τας πραγματικάς συνθήκας του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτουμένου·

(ε)  την ηλικίαν του εργοδοτουμένου.»

 

Στην υπόθεση Cabras & Bros Ltd v. Χαραλάμπους κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 302, που μας παρέπεμψε ο συνήγορος των εφεσειόντων, κρίθηκε ότι «είναι αναγκαίο κατά τον καθορισμό των αποζημιώσεων να διαφαίνεται από την απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν όλα τα κριτήρια καθορισμού αποζημίωσης.» Στην υπόθεση εκείνη λήφθηκαν υπόψη μόνο τα ημερομίσθια και η διάρκεια υπηρεσίας του κάθε εφεσίβλητου, χωρίς να διαφαίνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε καθόλου απασχοληθεί με την αξιολόγηση και εκτίμηση των υπολοίπων κριτηρίων, με αποτέλεσμα να διαταχθεί επανεκδίκαση της υπόθεσης. Το ίδιο αποφασίστηκε και στην υπόθεση Μουζούρης ν. Κόσμο Πλαστ & Σία (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 896.

 

Σημειώνουμε επίσης ότι το κριτήριο της αποζημίωσης, βάσει της παραγράφου 4 του Πίνακα, δε συναρτάται με το συμβατικό κριτήριο που καθορίζεται από το Κεφ. 149 και γενικά τις αρχές του Δικαίου των Συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται, κατά τη λογική πρόβλεψη των συμβαλλομένων, της διάρρηξης της συμφωνίας. [Βλ. Louis Tourist Agency Ltd ν. Αντιγόνης Ηλία (1992) 1(Α) Α.Α.Δ .98].

 

Το ύψος της αποζημίωσης που δικαιολογείται να επιδικαστεί [*1836]σε κάθε περίπτωση, επαφίεται στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Εκδοτικός Οίκος Δημόσια Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 625, στη σελίδα 630, τονίστηκε ότι:

 

«Σύμφωνα με τον πρώτο πίνακα του Ν.24/67, όπως έχει τροποποιηθεί, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει απόλυτη διακριτική εξουσία να επιδικάσει οποιοδήποτε ποσό κρίνει πρέπον (βλέπε επίσης Demades Auto Supplies (Limassol) Ltd ν. Ιωαννίδου (1996) 1 Α.Α.Δ. 228) όπου επιβεβαιώθηκε ότι η εξουσία του πρωτόδικου δικαστηρίου να καθορίζει το ύψος της καταβλητέας αποζημίωσης είναι απόλυτη. Δεν είναι έργο του Ανώτατου Δικαστηρίου να εκτιμήσει τα δεδομένα για να καταλήξει το ίδιο στο ύψος της αποζημίωσης που δικαιολογείται να επιδικαστεί.»

 

Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν εισηγήσεις των συνηγόρων, υπό το φως της σχετικής νομοθεσίας και των αρχών που αναλύσαμε πιο πάνω. Στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, φραστικά τουλάχιστον, φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη όλα τα κριτήρια αποτίμησης αποζημιώσεων. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Απαιτείται αξιολόγηση και εκτίμηση του κάθε κριτηρίου που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 4 του Πίνακα και ενδεχομένως άλλων σχετικών παραγόντων. Στην προκείμενη περίπτωση δεν φαίνεται να έχουν στην πραγματικότητα αξιολογηθεί όλα τα κριτήρια. Η σχετική αναφορά του Δικαστηρίου, ουσιαστικά, απολήγει σε φραστική διαπίστωση των κριτηρίων που υπόκεινται σε αξιολόγηση. Πέραν τούτου, στους παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη περιλαμβάνονται και παράγοντες για τους οποίους ουδεμία μαρτυρία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Εξάλλου, ούτε σε εύρημα επί τούτων κατέληξε το Δικαστήριο. Πρόκειται για το στοιχείο «των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε στην εξεύρεση νέας εργασίας ενόσω διαρκούσε η εγκυμοσύνη της και της αδυναμίας να καλύψει την εισοδηματική της απώλεια για το διάστημα αυτό». Είναι πρόδηλο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στον καθορισμό του ύψους των αποζημιώσεων εσφαλμένα θεωρώντας ως δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω στοιχείου.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει και η απόφαση του Δικαστηρίου σε συνάρτηση με το ύψος των αποζημιώσεων και τα έξοδα παραμερίζεται. Παραπέμπεται η υπόθεση στο πρωτόδικο Δικαστήριο για να επανεκδικάσει το ζήτημα του ύψους του ποσού της αποζημίωσης, στη βάση των προνοουμένων από το νόμο κριτηρίων, όπως προκύπτουν από τη μαρτυρία. Τα έξοδα της [*1837]έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσείοντων και εναντίον της εφεσίβλητης, ενώ τα έξοδα στο πρωτόδικο Δικαστήριο να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.

 

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Εκδίδεται διαταγή όπως τα πρωτόδικα έξοδα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο