Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Φειδία Σαρίκα (2015) 1 ΑΑΔ 233

(2015) 1 ΑΑΔ 233

[*233]9 Φεβρουαρίου, 2015

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

Αναφορικα με τα αρθρα 83.2 και 113.2

του Συνταγματοσ.

 

ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΣΗ ΤΗΣ ΑΣΥΛΙΑΣ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ/Ή

ΔΙΩΞΗΣ ΚΑΙ/Ή ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ.

 

ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

 

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΑΙΤΕΙΤΑΙ

ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΑΝΑΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ/Ή ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ/Ή ΔΙΩΞΗΣ ΚΑΙ/Ή ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΟΠΟΙΑΣΔΗΠΟΤΕ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΕΞ ΑΥΤΩΝ, ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΠΑΦΟΥ

ΦΕΙΔΙΑ ΣΑΡΙΚΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ

ΚΑΙ/Ή ΔΙΑΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ

ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 100, 100Β, 101, 102, 105,

126, 255, 262, 267, 300, 302, 371 ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ,

ΚΕΦ. 154, ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ (ΚΥΡΩΤΙΚΟΥ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ

2000 (Ν. 23(ΙΙΙ) ΤΟΥ 2000) (ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΡΘΡΟ 4

ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΕΙ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 7 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΝ

ΛΟΓΩ ΣΥΜΒΑΣΗΣ), ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 2 ΚΑΙ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ

ΑΘΕΜΙΤΗΣ ΚΤΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟΥ ΟΦΕΛΟΥΣ

ΑΠΟ ΑΞΙΩΜΑΤΟΥΧΟΥΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣ ΤΟΥ

ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 2004 (Ν 51(Ι)/2004), ΣΤΑ

ΑΡΘΡΑ 3, 4 ΚΑΙ 5 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗΣ,

ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΕΥΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ

ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΝΟΜΟΣ

ΤΟΥ 1996 (Ν. 61(Ι)/1996) ΟΠΩΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΘΗΚΕ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ

ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2007 (Ν. 188(Ι)/2007) ΚΑΙ ΣΤΙΣ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 3 ΚΑΙ 4 ΤΟΥ ΠΕΡΙ

[*234]ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 161 ΚΑΘΟΤΙ ΤΟΥΤΟ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.

 

(Αίτηση Αρ. 1/2014)

 

 

Βουλή των Αντιπροσώπων ― Άρση ασυλίας βουλευτή ― Άρθρα 83.2 και 113.2 του Συντάγματος ― Εφαρμοστέες αρχές ― Επιτράπηκε αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με την οποία αιτήθηκε άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την άρση της ασυλίας συγκεκριμένου μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, για σκοπούς ανάκρισης και/ή έρευνας και/ή σύλληψης και/ή δίωξης και/ή φυλάκισης, αναφορικά με τη διάπραξη αδικημάτων που βασίζονταν σε διάφορα άρθρα του Ποινικού Κώδικα ― Έκδοση απόφασης μειοψηφίας αναφορικά με την έκταση της παρεχόμενης άδειας.

 

Βουλή των Αντιπροσώπων ― Άρση ασυλίας βουλευτή ― Άρθρα 83.2 και 113.2 του Συντάγματος ― Τι λαμβάνεται υπόψη κατά την άσκηση της σχετικής διακριτικής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Αιτήσεις, αυτής της φύσεως δεν εγκρίνονται αυτόματα, έστω και αν δεν καταχωρηθεί ένσταση.

 

Βουλή των Αντιπροσώπων ― Άρση ασυλίας βουλευτή ― Άρθρα 83.2 και 113.2 του Συντάγματος ― Η ασυλία δεν μπορεί να λειτουργεί κατά τρόπο που να εξουδετερώνει τις πρόνοιες του Άρθρου 71(γ) του Συντάγματος για κένωση βουλευτικής έδρας, εις περίπτωση που ο Βουλευτής καταδικάζεται για αδίκημα που ενέχει ανεντιμότητα και ηθική αισχρότητα.

 

Με την αίτηση, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας αιτήθηκε την άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την άρση της ασυλίας συγκεκριμένου μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, για σκοπούς ανάκρισης και/ή έρευνας και/ή σύλληψης και/ή δίωξης και/ή φυλάκισης και/ή οποιασδήποτε ενέργειες εξ αυτών, αναφορικά με τη διάπραξη αδικημάτων που βασίζονταν σε διάφορα άρθρα του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, στο Άρθρο 4 του περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικού) Νόμου του 2000 (Ν.23(ΙΙΙ)/2000), στα Άρθρα 2 και 3 του περί Αθέμιτης Κτήσης Περιουσιακού Οφέλους από Αξιωματούχους και Λειτουργούς του Δημοσίου, Νόμου του 2004, Ν. 51(Ι)/2004, στα Άρθρα 3, 4 και 5 του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996, Ν. 61(Ι)/1996, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Ν. 188(Ι)/2007 και στις [*235]διατάξεις των Άρθρων 3 και 4 του περί Πρόληψης της Διαφθοράς Νόμου, Κεφ. 161.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στις διατάξεις των Άρθρων 83.2 και 113.2 του Συντάγματος και στις συμφυείς εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τα σχετικά γεγονότα, εκτέθηκαν σε συνημμένη υποστηρικτική ένορκη δήλωση Βοηθού Αστυνομικού Διευθυντή.

 

Στην ένορκη δήλωση αναφερόταν μεταξύ άλλων, ότι υπήρχε μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία, ο εν λόγω βουλευτής κατά τη διάρκεια που διετέλεσε Δήμαρχος Πάφου, χρηματιζόταν από διάφορα άτομα και εταιρείες για να δείξει εύνοια σε αυτές, αναφορικά με συμβόλαια που θα αναλάμβαναν, και τα οποία σχετίζονταν με το ΣΑΠΑ (Συμβούλιο Αποχετεύσεων Πάφου).

 

Σύμφωνα με την ίδια μαρτυρία, για το σκοπό αυτό διατηρούσε και τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα, στον οποίο κατατέθηκαν συγκεκριμένα ποσά, τα οποία ελάμβανε. Υπήρχε αναγκαιότητα αναφερόταν στην ένορκη δήλωση  να ανακριθεί ο εν λόγω βουλευτής αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό, εμπλοκή του στα προαναφερόμενα αδικήματα.

 

Η μαρτυρία αφορούσε στη χρονική περίοδο 2000 - 2006.

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας εισηγήθηκε τη λήψη της άδειας για την άρση της ασυλίας για όλους τους σκοπούς της εξέτασης της υπόθεσης του Βουλευτή, ήτοι, με σκοπό την ανάκριση και/ή έρευνα και/ή σύλληψη και/ή δίωξη και/ή φυλάκιση και/ή οποιανδήποτε ενέργεια εξ αυτών.

 

Αντίθετα ο συνήγορος του καθ’ ου η αίτηση, ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο να εγκρίνει την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα μόνο για τον περιορισμένο σκοπό της ανάκρισης.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

Α. Υπό Νικολάτου Π., συμφωνούντων και των Ερωτοκρίτου Δ., Ναθαναήλ Δ., Χριστοδούλου Δ., Σταματίου Δ., Οικονόμου Δ., και Ψαρά-Μιλτιάδου Δ.:

 

1.  Στην προκείμενη περίπτωση, τα αδικήματα που καταλογίζονταν στο Βουλευτή ουδεμία σχέση είχαν με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως Βουλευτή, εφόσον αφορούσαν σε περίοδο προγενέστερη της εκλογής του ως Βουλευτή. Ενείχαν, στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, οπότε, εις περίπτωση καταδίκης [*236]του, η Βουλευτική έδρα θα κενωνόταν· και αποτελούσαν σοβαρά αδικήματα, για τα οποία προβλέπονται, ως ανώτατες ποινές, αυτές της πολυετούς φυλάκισης.

 

2.  Δεν υπήρχε οποιοσδήποτε ισχυρισμός για πολιτικό κίνητρο στην παρούσα αίτηση και υπόθεση, γενικότερα.

 

3.  Αιτήσεις, όμως, αυτής της φύσεως δεν εγκρίνονται αυτόματα, έστω και αν δεν  καταχωρηθεί ένσταση, όπως στην προκείμενη περίπτωση.

 

4.  Εκείνο που καλείτο το Δικαστήριο να κρίνει ήταν το κατά πόσον στη βάση του, ενώπιον του, τεθέντος υλικού, η αίτηση φαινόταν, εκ πρώτης όψεως, να ερείδητο επί του νόμου και των γεγονότων, υπό την έννοια του ότι δεν ήταν αυθαίρετη. Δεν χρειάζεται όμως να αποδειχθεί, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση, ούτε και εναπόκειται στο Ανώτατο Δικαστήριο να εξετάσει την επάρκεια και την ποιότητα του μαρτυρικού υλικού, σ’ αυτό το στάδιο. Περαιτέρω ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας και στην παρούσα υπόθεση, όπως και σε κάθε άλλη.

 

5.  Στην προκείμενη περίπτωση, η αίτηση δεν φαινόταν αυθαίρετη, αλλά στηριζόταν στο νόμο και υποστηριζόταν από τα, κατ’ ισχυρισμό, γεγονότα.

 

6.  Οι επιταγές του δημοσίου συμφέροντος είναι καίριας σημασίας, σε τέτοιες αιτήσεις. Στην προκείμενη περίπτωση, ήταν προς το δημόσιο συμφέρον η παροχή της ζητούμενης άδειας, εφόσον αυτό εξυπηρετεί το γενικό δημόσιο συμφέρον που απαιτεί ότι, άτομα εμπλεκόμενα σε ποινικά αδικήματα, πρέπει να εκδικάζονται, το συντομότερο δυνατό.

 

7.  Εξυπηρετείτο επίσης και το ειδικό δημόσιο συμφέρον της υπόθεσης αυτής, το οποίο απαιτεί ότι, Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων χάνουν την έδρα τους, αν εμπλέκονται στη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων (ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας) που τους στερούν το δικαίωμα να είναι βουλευτές.

 

8.  Ήταν ορθό και δίκαιο όπως το αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα εγκρινόταν κατά τρόπο που να μην χρειαζόταν, ανάλογα με την πρόοδο της εξέτασης της υπόθεσης εναντίον του εντίμου Βουλευτή, η προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου για κάθε στάδιο που θα καθίστατο αναγκαίο στην πορεία των πραγμάτων.

 

9.  Το Άρθρο 83.2 δεν επιτρέπει άνευ της αδείας του Ανωτάτου Δικαστηρίου τη δίωξη, σύλληψη ή φυλάκιση του Βουλευτή, προνοώ[*237]ντας έτσι για όλα τα στάδια της δίκης που ενδεχομένως να αρχίσει εναντίον ενός Βουλευτή.

 

10. Είναι πρόδηλο ότι εφόσον τα γεγονότα παρέμεναν τα ίδια και από την εξέταση αυτών των γεγονότων καθίστατο αναγκαία η ανάκριση του μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία ανάκριση δυνατόν να οδηγούσε στα επόμενα στάδια μιας ποινικής δίωξης, η άδεια που δίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο περιλαμβάνει, εκ των προτέρων, όλα τα αναγκαία στάδια.

 

Β. Υπό Παρπαρίνου Δ., συμφωνούντων και των Παναγή Δ., Λιάτσου Δ. και Γιασεμή Δ.:

 

1.  Δεν υπήρχε συμφωνία με την έκταση της αδείας που παραχωρείται με αυτήν. Παρόλο που το θέμα δεν συζητήθηκε σε έκταση κατά την ακρόαση αλλά περιορίστηκε με τη λιτή δήλωση του συνηγόρου του καθ’ ου η αίτηση, λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας του θέματος, υπήρχε υποχρέωση εξέτασης όλων των παραμέτρων της.

 

2.  Η νομολογία μας, υπαγορεύει την αναγκαιότητα εξασφάλισης άδειας διαδοχικά για κάθε διάβημα εναντίον μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων.

 

3.  Υπήρχε συμφωνία με την πλειοψηφία ότι τ’ αδικήματα που καταλογίζονταν στο βουλευτή, καθ’ ου η αίτηση, δεν έχουν σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως βουλευτού και ότι ενέχουν στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, επισύροντας  ποινές πολυετούς φυλάκισης. Επίσης ότι δεν φαινόταν, αλλά και ούτε προβλήθηκε, ότι υπάρχει οποιονδήποτε πολιτικό κίνητρο στην προώθηση της παρούσας αίτησης.

 

4.  Από το πρωτογενές υλικό που τέθηκε με την αίτηση φαινόταν ότι η αίτηση ήταν μια γνήσια αίτηση καταχωρηθείσα κατά τις προσταγές του Άρθρου 83.2 του Συντάγματος και ικανοποιούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο ν’ ασκήσει την εξουσία που του παρέχεται βάσει του Άρθρου 83.2. Η διαφωνία συνίστατο στην έκταση της παρεχόμενης άδειας.

 

5.  Στην εν λόγω περίπτωση τα αδικήματα για τα οποία ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός άρσης της ασυλίας, ενέπιπταν στην κατηγορία των ατιμωτικών και της ηθικής αισχρότητας.

 

6.  Συνακόλουθα, τυχόν καταδικαστική απόφαση θα οδηγούσε, κατά συνταγματική επιταγή, σε κένωση της βουλευτικής έδρας, με απο[*238]τέλεσμα να μην υπάρχει πλέον πεδίο εφαρμογής των προνοιών του Άρθρου 83.2 που αφορούν την παροχή άδειας φυλάκισης.

 

7.  Υπό τα δεδομένα αυτά, το Ανώτατο Δικαστήριο παύει πλέον να έχει οποιαδήποτε δικαιοδοσία κατ’ ακολουθία του πιο πάνω άρθρου και ο νόμος θα πάρει την πορεία του με την άμεση εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης. Συνεπώς η παροχή άδειας φυλάκισης εκφεύγει των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

8.  Στις αμφότερες τις υποθέσεις Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251 και The Republic v. Lefkios C. Rodosthenous (1961) 1 C.L.R. 152, η αίτηση έγινε μετά την καταδίκη και επιβολή ποινής στους κατηγορουμένους-βουλευτές.

 

9.  Προκύπτει, ότι η παροχή άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για φυλάκιση που απαντάται στο Άρθρο 83.2 αφορά άδεια γι’ εκτέλεση επιβληθείσας ποινής φυλάκισης σε βουλευτή.

 

10. Καλύπτει δε, περίπτωση άλλη από καταδίκη βουλευτού για αδίκημα αισχρού ή ατιμωτικού χαρακτήρα. Στην τελευταία, σύμφωνα με τη νομολογία, εφαρμόζονται αυτόματα τ’ Άρθρα 71(γ) και 64(γ) του Συντάγματος και η βουλευτική έδρα κενούται αποκλειομένης της παρεχόμενης δικαιοδοσίας στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 83.2.

 

11. Στις υποθέσεις που εφαρμόζεται το Άρθρο 83.2, ήτοι χωρίς την απώλεια της βουλευτικής ιδιότητας, τότε εάν δεν παρασχεθεί η προβλεπόμενη άδεια, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του Άρθρου 83, η εκτέλεση της απόφασης για φυλάκιση του βουλευτού αναβάλλεται μέχρι αυτός παύσει να είναι βουλευτής.

 

12. Η παρούσα υπόθεση όπως αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση που την συνόδευε, βρισκόταν στο αρχικό της στάδιο, χωρίς γνώση των κατηγοριών που τελικά θα καταχωρούνταν εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, ποιες απ’ αυτές θα επετύγχαναν και θα οδηγούσαν σε καταδίκη, όπως και ποια ποινή θα του επιβαλλόταν σε περίπτωση καταδίκης του.

 

13. Το τεκμήριο της αθωότητας πάντοτε ισχύει. Συνεπώς δεν μπορεί  να δοθεί άδεια για την εκτέλεση ποινής φυλάκισης εκ προοιμίου.

 

14. Το Ανώτατο Δικαστήριο τότε και μόνο θα είναι σε θέση να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, έχοντας σαφή γνώση των δεδομένων (αδίκημα και ποινή), προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο το δη[*239]μόσιο συμφέρον εξυπηρετείται καλύτερα με την παροχή άδειας για την εκτέλεση της ποινής φυλάκισης ή με την άρνηση παροχής της.

 

15. Η αίτηση θα μπορούσε να επιτύχει μόνο κατά το μέρος που αφορούσε στην δίωξη και σύλληψη του καθ’ ου η αίτηση-βουλευτή.

 

Η αίτηση εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

In re Georghiou (1983) 2 CLR, 1,

 

Georghiou v. Republic (1984) 2 CLR 65,

 

The Republic v. Rodosthenous (1961) 1C.L.R. 152.

 

Αίτηση.

 

Κ. Κληρίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με Ε. Κλεόπα (κα), Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Δ. Λυσάνδρου, Δικηγόρο της Δημοκρατίας Α΄, και Θ. Πιπερή (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.

 

Χρ. Τριανταφυλλίδης με Δ. Παυλίδη, για τον Καθ’ ου η αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη ως προς την έκταση της άρσης της ασυλίας. Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από τον Πρόεδρο Μ.Μ. Νικολάτο και με αυτή συμφωνούν οι Δικαστές Ερωτοκρίτου, Ναθαναήλ, Χριστοδούλου, Σταματίου, Οικονόμου και Ψαρά-Μιλτιάδου. Την απόφαση της μειοψηφίας θα δώσει ο Δικαστής Παρπαρίνος και με αυτή συμφωνούν οι Δικαστές Παναγή, Λιάτσος και Γιασεμής.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την αίτηση αυτή ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας αιτείται την άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την άρση της ασυλίας, για σκοπούς ανάκρισης και/ή έρευνας και/ή σύλληψης και/ή δίωξης και/ή φυλάκισης και/ή οποιασδήποτε ενέργειες εξ αυτών, του Εντίμου Βουλευτή Πάφου κ. Φειδία Σαρίκα, αναφορικά με τη διάπραξη αδικημάτων που βασίζονται σε διάφορα άρθρα του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, στο Άρθρο 4 του περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικού) Νόμου του 2000 [*240](Ν.23(ΙΙΙ)/2000), στα Άρθρα 2 και 3 του περί Αθέμιτης Κτίσης Περιουσιακού Οφέλους από Αξιωματούχους και Λειτουργούς του Δημοσίου, Νόμου του 2004, Ν. 51(Ι)/2004, στα Άρθρα 3, 4 και 5 του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996, Ν. 61(Ι)/1996, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Ν. 188(Ι)/2007 και στις διατάξεις των Άρθρων 3 και 4 του περί Πρόληψης της Διαφθοράς Νόμου, Κεφ. 161.

 

Η αίτηση βασίζεται στις διατάξεις των Άρθρων 83.2 και 113.2 του Συντάγματος και στις συμφυείς εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τα γεγονότα, επί των οποίων στηρίζεται, εκτίθενται σε συνημμένη ένορκη δήλωση του κ. Ιωάννη Γεωργίου, Βοηθού Αστυνομικού Διευθυντή Επιχειρήσεων του Τμήματος Γ στο Αρχηγείο Αστυνομίας, ημερομηνίας 23/12/2014.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Γεωργίου, η οποία είναι πολυσέλιδη, αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι υπάρχει μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία, ο Βουλευτής κ. Σαρίκας, κατά τη διάρκεια που διετέλεσε Δήμαρχος Πάφου, χρηματιζόταν από διάφορα άτομα και εταιρείες για να δείξει εύνοια σε αυτές, αναφορικά με συμβόλαια που θα αναλάμβαναν, και τα οποία σχετίζονταν με το ΣΑΠΑ (Συμβούλιο Αποχετεύσεων Πάφου).

 

Συγκεκριμένες αναφορές στον κ. Σαρίκα γίνονται, κυρίως, στις σελίδες 15-20, 26 και 27 της ενόρκου δηλώσεως του κ.Γεωργίου. Όλες οι αναφορές αφορούν σε ισχυρισμούς εκ μέρους εμπλεκομένων προσώπων, σύμφωνα με τους οποίους, ο κ. Σαρίκας ζητούσε και/ή δεχόταν χρήματα, ώστε να συναινέσει και/ή να βοηθήσει στην κατακύρωση διαφόρων συμβολαίων σε συγκεκριμένες εταιρείες και/ή άτομα. Σύμφωνα με την ίδια μαρτυρία, για το σκοπό αυτό διατηρούσε και τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα, στον οποίο κατατέθηκαν συγκεκριμένα ποσά, τα οποία ελάμβανε. Είναι ανάγκη, λέγει ο κ. Γεωργίου, να ανακριθεί ο κ. Σαρίκας αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό, εμπλοκή του στα προαναφερόμενα αδικήματα.

 

Η μαρτυρία αφορά στη χρονική περίοδο 2000 – 2006.

 

Τα αδικήματα, όμως, για τα οποία ζητείται η άρση της ασυλίας του Βουλευτή, με σκοπό να διερευνηθούν, και στη συνέχεια να καταχωρηθούν τυχόν ποινικές διώξεις εναντίον του, είναι αδικήματα διαφθοράς και ενέχουν στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, για τα οποία, σε περίπτωση καταδίκης του, η Βουλευ[*241]τική του έδρα θα κενωθεί, κατά το Άρθρο 71(γ) του Συντάγματος.

 

Σύμφωνα με την υφιστάμενη Νομολογία, κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το Άρθρον 83 του Συντάγματος, σε υποθέσεις όπως την παρούσα, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν, μεταξύ άλλων, τη φύση των αδικημάτων, τα οποία καταλογίζονται στο Βουλευτή, και εις περίπτωση που αυτά περιλαμβάνουν στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, όπως στην προκείμενη περίπτωση, λαμβάνεται υπόψιν ότι, εις περίπτωση καταδίκης, η Βουλευτική έδρα θα κενωθεί.

 

Συνυπολογίζονται, επίσης, η σοβαρότητα των αδικημάτων που καταλογίζονται στο Βουλευτή, οι συνθήκες υπό τις οποίες, κατ’ ισχυρισμόν, διαπράχθηκαν, καθώς και το κατά πόσον τα αδικήματα έχουν οποιαδήποτε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως Βουλευτή ή έχουν οποιονδήποτε πολιτικόν κίνητρο  (Δέστε: In re Georghiou (1983) 2 C.L.R. 1).

 

Στην προκείμενη περίπτωση, τα αδικήματα που καταλογίζονται στο Βουλευτή κ. Σαρίκα, ουδεμία σχέση έχουν με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως Βουλευτή, εφόσον αφορούν σε περίοδο προγενέστερη της εκλογής του ως Βουλευτή. Ενέχουν, όπως ήδη αναφέραμε, στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, οπότε, εις περίπτωση καταδίκης του, η Βουλευτική έδρα θα κενωθεί· και είναι σοβαρά αδικήματα, για τα οποία προβλέπονται, ως ανώτατες ποινές, αυτές της πολυετούς φυλάκισης.

 

Δεν υπάρχει οποιοσδήποτε ισχυρισμός για πολιτικόν κίνητρο στην παρούσα αίτηση και υπόθεση, γενικότερα.

 

Αιτήσεις, όμως, αυτής της φύσεως δεν εγκρίνονται αυτόματα, έστω και αν δεν καταχωρηθεί ένσταση, όπως στην προκείμενη περίπτωση.

 

Εκείνο που καλείται το Δικαστήριο να κρίνει είναι το κατά πόσον στη βάση του, ενώπιον του, τεθέντος υλικού, η αίτηση φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να ερείδηται επί του νόμου και των γεγονότων, υπό την έννοιαν του ότι δεν είναι αυθαίρετη. Δεν χρειάζεται όμως να αποδειχθεί, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση, ούτε και εναπόκειται στο παρόν δικαστήριο να εξετάσει την επάρκεια και την ποιότητα του μαρτυρικού υλικού, σ’ αυτό το στάδιο. 

 

Καταρχάς τονίζουμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή ισχύει το τεκ[*242]μήριο της αθωότητας και στην παρούσα υπόθεση, όπως και σε κάθε άλλη. 

 

Είναι αρκετό να πούμε ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η αίτηση δεν φαίνεται αυθαίρετη, αλλά φαίνεται να βασίζεται στο νόμο και να υποστηρίζεται από τα, κατ’ ισχυρισμό, γεγονότα.

 

Οι επιταγές του δημοσίου συμφέροντος είναι καίριας σημασίας, σε τέτοιες αιτήσεις. Στην προκείμενη περίπτωση, είναι προς το δημόσιο συμφέρον η παροχή της ζητούμενης άδειας, εφόσον αυτό εξυπηρετεί το γενικό δημόσιο συμφέρον που απαιτεί ότι, άτομα εμπλεκόμενα σε ποινικά αδικήματα, πρέπει να εκδικάζονται, το συντομότερο δυνατό. Εξυπηρετείται επίσης και το ειδικό δημόσιο συμφέρον της υπόθεσης αυτής, το οποίο απαιτεί ότι, Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων χάνουν την έδρα τους, αν εμπλέκονται στη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων (ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας) που τους στερούν το δικαίωμα να είναι βουλευτές (Δέστε: την απόφαση του τότε Προέδρου Τριανταφυλλίδη στην υπόθεση In re Georghiou (ανωτέρω)).

 

Η ασυλία η οποία κατοχυρώνεται από το Άρθρο 83 του Συντάγματος, δεν μπορεί να λειτουργεί κατά τρόπο που να εξουδετερώνει τις πρόνοιες του Άρθρου 71(γ) του Συντάγματος για κένωση βουλευτικής έδρας, εις περίπτωση που ο Βουλευτής καταδικάζεται για αδίκημα που ενέχει ανεντιμότητα και ηθική αισχρότητα.

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας εισηγήθηκε τη λήψη της άδειας για την άρση της ασυλίας για όλους τους σκοπούς της εξέτασης της υπόθεσης του εντίμου Βουλευτή, ήτοι, με σκοπό την ανάκριση και/ή έρευνα και/ή σύλληψη και/ή δίωξη και/ή φυλάκιση και/ή οποιανδήποτε ενέργεια εξ αυτών. Βάσισε το αίτημα στα όσα λέχθηκαν από τον Τριανταφυλλίδη, Π., στην έτερη υπόθεση Georghiou v. Republic (1984) 2 C.L.R. 65. Αντίθετα ο συνήγορος του καθ’ ου η αίτηση κ. Χρ. Τριανταφυλλίδης ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο να εγκρίνει την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα μόνο για τον περιορισμένο σκοπό της ανάκρισης.

 

Ο Τριανταφυλλίδης, Π., στη σελ. 103 της Georghiou v. Republic (ανωτέρω) διαχώρισε στην ουσία τη θέση του από την απόφαση της πλειοψηφίας που δόθηκε από τον Πική, Δ., συμφωνούντος και του Λώρη, Δ., σχολιάζοντας ότι ενώ η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου μπορεί να δοθεί στην κατάλληλη περίπτωση με αναφορά σε συγκεκριμένα στάδια του «prosecution», («δίωξις»), δεν συμφώνησε ότι αυτό μπορεί να είναι ο κανόνας. Ανάλογα με [*243]το υλικό που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου όταν επιδιώκεται η άδεια για δίωξη εν τη εννοία του Άρθρου 83.2 του Συντάγματος, η άδεια αυτή μπορεί να δοθεί κατά συνταγματικό τρόπο ώστε να καλύπτει όλα τα επάλληλα στάδια από τη λήψη ανακριτικής κατάθεσης μέχρι τη δίκη, χωρίς να χρειάζεται ενδιάμεσα να λαμβάνεται κάθε φορά η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Ο Πικής, Δ., στη σελ. 83, διατύπωσε την άποψη ότι η άδεια του Δικαστηρίου κατά την πρόθεση του συνταγματικού νομοθέτη χρειάζεται για κάθε διάβημα που απευθύνεται εναντίον ενός μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων. Και αυτό από την άποψη ότι το «prosecution» στο Άρθρο 83.2 περιλαμβάνει μια σύνθετη διαδικασία που δεν περιορίζεται από την έννοια της δίωξης κάτω από τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155.

 

Έχοντας εξετάσει το ζήτημα, θεωρούμε ορθό και δίκαιο να εγκρίνουμε το αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα κατά τρόπο που να μην χρειάζεται, ανάλογα με την πρόοδο της εξέτασης της υπόθεσης εναντίον του εντίμου Βουλευτή, η προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου για κάθε στάδιο που θα καταστεί αναγκαίο στην πορεία των πραγμάτων. Το Άρθρο 83.2 δεν επιτρέπει άνευ της αδείας του Ανωτάτου Δικαστηρίου τη δίωξη, σύλληψη ή φυλάκιση του Βουλευτή, προνοώντας έτσι για όλα τα στάδια της δίκης που ενδεχομένως να αρχίσει εναντίον ενός Βουλευτή. Είναι πρόδηλο ότι εφόσον τα γεγονότα παραμένουν τα ίδια και από την εξέταση αυτών των γεγονότων καθίσταται αναγκαία η ανάκριση του μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία ανάκριση δυνατόν να οδηγήσει στα επόμενα στάδια μιας ποινικής δίωξης, η άδεια που δίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο περιλαμβάνει, εκ των προτέρων, όλα τα αναγκαία στάδια.

 

Κατά συνέπεια και υπό την παραπάνω έννοια, εγκρίνεται η αίτηση και αίρεται η ασυλία του έντιμου Βουλευτή κ. Σαρίκα ως οι πρόνοιες του Άρθρου 83.2 του Συντάγματος, τηρουμένων των υπολοίπων σχετικών διατάξεων του Συντάγματος.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Με όλο το σεβασμό προς την απόφαση της πλειοψηφίας δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την έκταση της αδείας που παραχωρείται με αυτήν. Παρόλο που το θέμα δεν συζητήθηκε σε έκταση κατά την ακρόαση αλλά περιορίστηκε με τη λιτή δήλωση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του καθ’ ου η αίτηση ότι σε περίπτωση έγκρισης της αίτησης, η άρση της ασυλίας θα πρέπει να καλύπτει μόνο το στάδιο της ανάκρισης, εντούτοις είναι η γνώμη μας ότι λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας του θέμα[*244]τος είναι υποχρέωση μας να εξετάσουμε όλες τις παραμέτρους του. Ο Πικής, Δ. στην υπόθεση In re Georghiou (1983) 2 C.L.R. 1, 28, ανέφερε τα εξής:

 

“The immunity of Representatives from criminal prosecution is of supreme importance for the autonomy of the legislature and its constituent elements. It aims to keep the channels of popular expression, through the Representatives of the people, free from unnecessary obstruction. The criminal process may interfere with th composition of the House at any one time and, in that way, with the expression of popular will from the rostrum of the House. It must, therefore, be guarded jealously as a necessary measure for the protection of democratic institutions…….”

 

Η νομολογία μας ερμήνευσε αυθεντικά τις πρόνοιες του Άρθρου 83 του Συντάγματος. Στην Georghiou v. Republic (1984) 2 C.L.R. 65, 83 ο Πικής Δ. συμφωνούντος και του Λώρη, Δ. ερμηνεύοντας τις πρόνοιες του Άρθρου 83.2, εύγλωττα, χωρίς περιθώριο παρερμηνείας, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η διατύπωση, ο σκοπός και το αποτέλεσμα της παραγρ. 2 του Άρθρου 83, εισηγείται ότι ο συνταγματικός νομοθέτης προέβλεψε την άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για κάθε συγκρουσιακό διάβημα εναντίον μέλους της Βουλής. Παρατίθεται το σχετικό μέρος:

 

«To our mind, the wording, purport and effect of para.2 of Article 83, suggest that the constitutional legislators envisaged the leave of the Supreme Court for every confrontational step directed against a Parliamentarian.”

 

Ο Τριανταφυλλίδης Π., στην δική του απόφαση δεν διαφώνησε ουσιαστικά με την πιο πάνω ερμηνεία. Απλά προχώρησε να προσθέσει ότι στην κατάλληλη περίπτωση είναι δυνατή η παραχώρηση άδειας για δίωξη του βουλευτή που να καλύπτει τη διαδικασία από τη λήψη κατάθεσης κατόπιν προειδοποίησης μέχρι τη δίκη του, χωρίς να απαιτείται η λήψη άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για κάθε επόμενο βήμα. Από την άλλη, αναγνώρισε την αναγκαιότητα στη κατάλληλη υπόθεση, αιτήματος γι’ άδεια στο Ανώτατο Δικαστήριο για καταχώρηση κατηγορητηρίου εναντίον μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, όπου προηγουμένως δόθηκε άδεια μόνο για τη λήψη κατάθεσης. Παρατίθεται σχετικό απόσπασμα:

 

“Even though I am prepared, as at present advised, to accept that the leave of the Supreme Court which is required under paragraph 2, above, may be granted, in a proper case, by reference to [*245]particular stages of a “prosecution” («δίωξις»). I cannot agree that this should invariably be so. I am of the opinion that, depending on the material which may be placed right from the beginning before this Court when such leave is sought, it is conceivable that leave to prosecute, in the sense of Article 83.2, may be granted in a manner rendering constitutionally possible, without further leave of the Court, the taking of all consecutive steps leading from the obtaining of a statement under caution  from a Member of the House of Representatives right up to his trial, without it being necessary to seek, once again, the leave of the Court at any subsequent stage.

 

On the other hand, I do recognize that there may be instances when this Court may find it fit, when it grants leave to obtain a statement as aforesaid, to limit such leave to the obtaining of the statement and, thus, render it necessary for the prosecution to seek the leave of this Court once again if it is, eventually, decided to file a charge against the Member of the House of Representatives concerned.”

 

Η νομολογία μας, κατά τη γνώμη μας, υπαγορεύει την αναγκαιότητα εξασφάλισης άδειας διαδοχικά για κάθε διάβημα εναντίον μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων. Είναι δεσμευτική και δεν βλέπουμε λόγο ν’ αποστούμε απ’ αυτήν. Ούτε ζητήθηκε κάτι τέτοιο κατά την ακρόαση της αίτησης.

 

Σκοπός του Συντάγματος όπως αναφέρεται στην απόφαση της πλειοψηφίας στην Georghiou v. The Republic (1984) 2 C.L.R. 65 (άνω), είναι η καθιέρωση αποτελεσματικών εχέγγυων εναντίον κάθε ενέργειας που τείνει να θέσει σε κίνδυνο την ασυλία ενός βουλευτή και να τον αποσπάσει από την άσκηση των καθηκόντων του ως βουλευτού.

 

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του κ. Ιωάννη Γεωργίου επί της οποίας στηρίζεται η αίτηση, «τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση είναι σαφή, συγκεκριμένα και προσδιορίζουν με ακρίβεια την ανάγκη να παρασχεθεί η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για σκοπούς ανάκρισης και/ή έρευνας και/η σύλληψης και/ή δίωξης και/ή οποιαδήποτε ενέργειας εξ’ αυτών, του βουλευτή Πάφου, κ. Φειδία Σαρίκα, αναφορικά με τη διερεύνηση και/ή διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της παρούσας ένορκης δήλωσης» (βλ. παραγρ. 5).

 

Προς την ίδια κατεύθυνση ήταν και η γραπτή αγόρευση του [*246]έντιμου Γενικού Εισαγγελέα ο οποίος εισηγήθηκε και ζήτησε καταληκτικά την άδεια «σε σχέση με όλες τις απαιτούμενες ενέργειες οι οποίες αρχίζουν και δυνατό να καταλήξουν στην άσκηση ποινικής δίωξης». Παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο:

 

«…..ζητούμε άδεια σε σχέση με όλες τις απαιτούμενες ενέργειες οι οποίες αρχίζουν και δυνατόν να καταλήξουν στην άσκηση ποινικής δίωξης, αν τούτο κριθεί δικαιολογημένο και εισηγούμαι ότι το προσκομισθέν προς υποστήριξη της αίτησης υλικό, δικαιολογεί την παροχή μιας γενικής εμβέλειας άδειας, η οποία να καλύπτει όλες αυτές τις ενέργειες, έτσι ώστε να μην απαιτηθεί ξανά η λήψη άλλης άδειας εάν αποφασισθεί η περαιτέρω προώθηση της ποινικής δίωξης

(η υπογράμμιση είναι δική μας)

 

Στο παρόν στάδιο, ως είναι νομολογημένο (In re Georghiou (άνω)) το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την ποιότητα ή επάρκεια της μαρτυρίας για την οποία υπάρχει πρόθεση να παρουσιαστεί. Η έρευνα θα πρέπει να περιοριστεί σε αντικείμενη θεώρηση των πραγμάτων.

 

Συμφωνούμε με την πλειοψηφία ότι τ’ αδικήματα που καταλογίζονται στο βουλευτή, καθ’ ου η αίτηση, δεν έχουν σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως βουλευτού και ότι ενέχουν στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, επισύροντας  ποινές πολυετούς φυλάκισης. Επίσης ότι δεν φαίνεται, αλλά και ούτε προβλήθηκε, ότι υπάρχει οποιονδήποτε πολιτικό κίνητρο στην προώθηση της παρούσας αίτησης. Από το πρωτογενές υλικό που τέθηκε με την αίτηση φαίνεται ότι η αίτηση είναι μια γνήσια αίτηση καταχωρηθείσα κατά τις προσταγές του Άρθρου 83.2 του Συντάγματος και ικανοποιεί τις αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο ν’ ασκήσει την εξουσία που του παρέχεται βάσει του Άρθρου 83.2. Η διαφωνία μας, ως έχουμε αναφέρει, συνίσταται στην έκταση της παρεχόμενης άδειας.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251 (απόφαση πλειοψηφίας), η καταδίκη βουλευτού για αδίκημα που ενέχει στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, έχει ως αποτέλεσμα την αυτόματη κένωση της βουλευτικής έδρας (Άρθρα 71(γ), 64(γ) του Συντάγματος).  Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τη σελ. 267:

 

“On authority, as well, we are bound to hold that upon conviction for an offence involving dishonesty or moral [*247]turpitude, disqualification follows automatically. In Rodosthenous the Court declined jurisdiction because it appeared that on consideration of the record of the trial Court, the convictions caused the forfeiture of the seat of the Representative. Therefore, no one had power under the law to suspend the enforcement of the sentence of imprisonment.”

 

Mε την πιο πάνω διαπίστωση η πλειοψηφία έκρινε ότι εφ’ όσον ο εφεσίβλητος/ βουλευτής απώλεσε την βουλευτική του έδρα, δεν μπορούσε πλέον να γίνει επίκληση της δικαιοδοσίας σύμφωνα με το Άρθρο 83.2 του Συντάγματος γι’ εκτέλεση της επιβληθείσας από το Κακουργιοδικείο ποινής φυλάκισης. Περαιτέρω ότι δεν είχε διακριτική ευχέρεια επί του θέματος, ο νόμος θα έπρεπε ν’ ακολουθήσει την πορεία του και το ένταλμα φυλάκισης θα έπρεπε να εκτελεστεί. Παραθέτουμε το σχετικό κείμενο:

 

“In my judgment, the convictions resulted in loss of office. The accused ceased to be a Representative. That being the case, jurisdiction to enforce the sentence of imprisonment under Article 83.2, cannot be invoked. We have no discretion in the matter. The law must take its course and, the warrant of imprisonment must be executed.”

 

Στην ενώπιόν μας περίπτωση έχουμε ήδη διαπιστώσει ότι τα αδικήματα για τα οποία ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός άρσης της ασυλίας εμπίπτουν στην κατηγορία των ατιμωτικών και της ηθικής αισχρότητας. Συνακόλουθα, τυχόν καταδικαστική απόφαση θα οδηγήσει, κατά συνταγματική επιταγή, σε κένωση της βουλευτικής έδρας, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλέον πεδίο εφαρμογής των προνοιών του Άρθρου 83.2 που αφορούν την παροχή άδειας φυλάκισης. Υπό τα δεδομένα αυτά, το Ανώτατο Δικαστήριο παύει πλέον να έχει οποιαδήποτε δικαιοδοσία κατ’ ακολουθία του πιο πάνω άρθρου και ο νόμος θα πάρει την πορεία του με την άμεση εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης. Συνεπώς η παροχή άδειας φυλάκισης εκφεύγει των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

H αίτηση στην πιο πάνω υπόθεση γι’ άδεια εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης έγινε κάτω από τις πρόνοιες του Άρθρου 83(2) του Συντάγματος, όπως και στην The Republic v. Rodosthenous (1961) 1 C.L.R. 152. Στην τελευταία αποφασίστηκε από τον Ιωσηφίδη, Δ., ότι το Ανώτατο Δικαστήριο όταν εξετάζει αίτηση κάτω από το Άρθρο 83.2 του Συντάγματος απλά θα πρέπει ν’ αποφασίσει κατά πόσο θα χορηγήσει ή όχι άδεια για την άμεση εκτέλεση ποινής φυλάκισης, στηριζόμενο στην υπόθεση ότι η απόφαση και [*248]ποινή του εκδικάσαντος Δικαστηρίου είναι ορθές και όχι να εξετάσει την ορθότητα τους. Αυτούσιο παραθέτουμε το κείμενο:

 

“(3) In dealing with applications under Article 83, paragraph 2, of the Constitution, the High Court has simply to decide whether to grant or refuse leave for the immediate enforcement of a sentence of imprisonment, on the assumption that the verdict and sentence of the trial court are correct. And not to review the correctness of the verdict or sentence.”

 

Σε αμφότερες τις υποθέσεις η αίτηση έγινε μετά την καταδίκη και επιβολή ποινής στους κατηγορουμένους-βουλευτές. Θεωρούμε ότι η παροχή άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για φυλάκιση που απαντάται στο Άρθρο 83.2 αφορά άδεια γι’ εκτέλεση επιβληθείσας ποινής φυλάκισης σε βουλευτή. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται και από την πιο πάνω αναλυτική παράθεση του όρου «φυλάκιση» που απαντάται στο Άρθρο 83.4. Καλύπτει δε περίπτωση άλλη από καταδίκη βουλευτού για αδίκημα αισχρού ή ατιμωτικού χαρακτήρα. Στην τελευταία, σύμφωνα με τη νομολογία ως εξηγήθηκε πιο πάνω, εφαρμόζονται αυτόματα τ’ Άρθρα 71(γ) και 64(γ) του Συντάγματος και η βουλευτική έδρα κενούται αποκλειομένης της παρεχόμενης δικαιοδοσίας στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 83.2 Στις υποθέσεις που εφαρμόζεται το Άρθρο 83.2, ήτοι χωρίς την απώλεια της βουλευτικής ιδιότητας, τότε εάν δεν παρασχεθεί η προβλεπόμενη άδεια, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του Άρθρου 83, η εκτέλεση της απόφασης για φυλάκιση του βουλευτού αναβάλλεται μέχρι αυτός παύσει να είναι βουλευτής.

 

Η παρούσα υπόθεση όπως αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει, βρίσκεται στο αρχικό της στάδιο, χωρίς γνώση των κατηγοριών που τελικά θα καταχωρηθούν εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, ποιές απ’ αυτές θα επιτύχουν και θα οδηγήσουν σε καταδίκη, όπως και ποια ποινή θα του επιβληθεί σε περίπτωση καταδίκης του. Τονίζουμε ότι το τεκμήριο της αθωότητας πάντοτε ισχύει. Συνεπώς δεν μπορεί κατά τη γνώμη μας να δοθεί άδεια για την εκτέλεση ποινής φυλάκισης εκ προοιμίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο τότε και μόνο θα είναι σε θέση να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, έχοντας σαφή γνώση των δεδομένων (αδίκημα και ποινή), προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται καλύτερα με την παροχή άδειας για την εκτέλεση της ποινής φυλάκισης ή με την άρνηση παροχής της.

 

Για τους λόγους που προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε πιο πάνω ήτοι τη νομολογιακή δέσμευση μας, το πρώϊμο στάδιο που ευρί[*249]σκεται η υπόθεση, το περιορισμένο αίτημα που υποβλήθηκε από τον Έντιμο Γενικό Εισαγγελέα (τόσο με το υλικό που υποστηρίζει την αίτηση αλλά και γραπτή αγόρευση του) τις εξουσίες που μας παρέχονται βάσει του Συντάγματος, Άρθρο 83.2 αλλά και όλα τα περιστατικά της υπόθεσης, είμαστε της γνώμης ότι η αίτηση μπορεί να επιτύχει μόνο κατά το μέρος που αφορά την δίωξη και σύλληψη του καθ’ ου η αίτηση-βουλευτή κ. Φ. Σαρίκα και έτσι θα εγκρίναμε.

 

Η αίτηση εγκρίνεται κατά πλειοψηφία.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο