Ιkοs Cif Ltd (2015) 1 ΑΑΔ 421

ECLI:CY:AD:2015:D146

(2015) 1 ΑΑΔ 421

[*421]3 Μαρτίου, 2015

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στής]

 

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

THΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

KΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ IKOS CIF LTD

ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ AITHΣΗΣ ΓΙΑ

ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ THN ENΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡ.

25/02/2015 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ.5467/2007,

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

IKOS CIF LIMITED,

 

Εναγόντων,

 

ν.

 

ΜΑRTIN COWARD,

 

Εναγομένου,

 

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 6/05/2011

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΙΚΟS CIF LIMITED,

 

Eναγόντων,

 

ν.

 

[*422]1.    MARTIN COWARD,

2.   GEORGE DOWDYΕ

3.   DAVID ANTHONY FRANCIS BURNS

4.   ERIC WESTPHAL

5.   HANS DRESCHER

6.   VINCERT PFISTER

7.   SAM GOVER

8.   PETER HO

9.   SIMON JONES

10. DAN BOWER

11. NATHALIE PRATICO

12. ZOE EFFORD

13. MARMIDONS (CYPRUS) LTD,

 

Εναγομένων,

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ

 

IKOS CIF LIMITED,

 

Αιτητών,

 

ν.

 

MARTIN COWARD,

 

Καθ’ ου η αίτηση.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2015)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, που θα στόχευε στην ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία ακυρώθηκε κατόπιν αίτησης, εκ συμφώνου εκδοθέν διάταγμα που θα ίσχυε μέχρι τελικής εκδίκασης ― Απουσία παραγόντων που ενεργοποιούσαν τη σχετική δικαιοδοσία προνομιακών ενταλμάτων.

 

Οι αιτητές αιτήθηκαν άδεια για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με σκοπό την ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου η οποία εξεδόθη [*423]στα πλαίσια της αγωγής.

 

Οι αιτητές ανήκουν στον Όμιλο εταιρειών ΙΚΟS. Ο καθ’ ου η αίτηση ήταν εργοδοτούμενος των αιτητών μέχρι την αποχώρηση του στις 11.12.2009. Λίγες ημέρες μετά, κατεχωρήθη από τους αιτητές, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, η επίδικη αγωγή εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, με ταυτόχρονη καταχώρηση ex parte αιτήσεως για έκδοση μονομερούς διατάγματος το οποίο και εκδόθηκε και με το οποίο διατασσόταν ο καθ’ ου η αίτηση σε συγκεκριμένες αρνητικές ενέργειες που αφορούσαν κυρίως την μη παροχή εμπιστευτικών πληροφοριών των αιτητών.

 

Μετά από σχετικές εμφανίσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, και την καταχώρηση έκθεσης απαίτησης εκ μέρους των αιτητών, το μονομερές διάταγμα κατέστη απόλυτο εκ συμφώνου ενώ οι αιτητές απέσυραν άλλες αιτούμενες θεραπείες στη σχετική αίτηση τους.

 

Στις 26.3.2014 καταχωρήθηκε αίτηση εκ μέρους του καθ’ ου η αίτηση με την οποία εξαιτείτο διάταγμα με το οποίο να ακυρωνόταν το προσωρινό διάταγμα ημερ. 23.12.2009 το οποίο κατέστη απόλυτο την 15.7.2010. Κατόπιν Ακρόασης εξεδόθη η επίδικη απόφαση με την οποία εγκρίθηκε η αίτηση του καθ’ ου και το διάταγμα ακυρώθηκε ως η αιτούμενη στην αίτηση θεραπεία.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Υπήρχε έκδηλη παρανομία και/ή υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας ως ανωτέρω, λόγω του ότι το διάταγμα το οποίο ακυρώθηκε με την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου, δεν ήταν προσωρινό αλλά απόλυτο. Μια απόφαση ή ένα διάταγμα που εκδόθηκε εκ συμφώνου, δύναται να παραμεριστεί μόνο στα πλαίσια μιας νέας αγωγής.

 

β)  To πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στο ότι χωρίς επίκληση οποιουδήποτε λόγου που θα δικαιολογούσε ακύρωση ή παραμερισμό συμφωνίας όπως πλάνη, δόλο κ.λ.π. προχώρησε να παραμερίσει τη συμφωνία μεταξύ των μερών η οποία είχε πάρει τη μορφή του διατάγματος λόγω κατ’ ισχυρισμόν καθυστέρησης στην προώθηση της αγωγής. Αυτή η εξουσία δεν παρεχόταν στον πρωτόδικο δικαστή και συνεπώς η επίδικη απόφαση συνιστούσε έκδηλη παρανομία.

 

γ)  Υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε η παροχή πλήρους και αποτελεσματικής θεραπείας να μπορούσε να γίνει μόνο με τη διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος.

[*424]Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Δεν ήταν ορθή η κύρια θέση των αιτητών ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε και μάλιστα σε επίπεδο έκδηλης παρανομίας επί του ότι προέβη σε ακύρωση εκ συμφώνου διατάγματος που δεν ήταν προσωρινό.

 

2.  Το γεγονός ότι ένα διάταγμα έγινε (είτε εκ συμφώνου είτε όχι) απόλυτο, δεν αναιρεί τον προσωρινό χαρακτήρα του διατάγματος αφού εκ της φύσεως του ισχύει απλώς μέχρι τέλους της αγωγής.

 

3.  Η πρώτη αίτηση και το επίδικο διάταγμα είχε κριθεί - και παρέμεινε στα πλαίσια της ίδιας νομικής βάσης - επί του Άρθρου 32 του Ν.14/60. Σύμφωνα με τη νομολογία η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος.

 

4.  Επίσης δέον να σημειωθεί ότι στις ενδιάμεσες αιτήσεις και στα ενδιάμεσα διατάγματα δεν υπάρχει εν αυστηρή εννοία δεδικασμένο και τέτοια διατάγματα μπορεί να τροποποιηθούν ή και να ακυρωθούν ανάλογα με τις περιστάσεις.

 

5.  Δεν τίθετο θέμα έκδηλης παρανομίας προκύπτουσας από την ίδια την απόφαση του Δικαστηρίου, έστω και αν αυτό κρίνεται στα πλαίσια της συζητήσιμης υπόθεσης. Ούτε υπήρχε έλλειψη ή υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου στην επίδικη υπόθεση στα πλαίσια της κρινόμενης υπό του Δικαστηρίου αίτησης.

 

6.  Πιθανόν να έπρεπε να εξεταστεί στα πλαίσια του κατάλληλου ενδίκου μέσου η ορθότητα της άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν τίθετο όμως, ακριβώς ως εκ της προσωρινής υφής του διατάγματος, θέμα ούτε έκδηλης παρανομίας, ούτε έλλειψης εξουσίας ή δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε φυσικά υπήρξε παράβαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης αφού και οι δύο πλευρές ακούστηκαν και είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν τα επιχειρήματα και τις θέσεις τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

7.  Εν προκειμένω οι αιτητές δεν είχαν καταδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση (ή συζητήσιμο θέμα) οπότε το ζήτημα θα περατωνόταν στο σημείο αυτό.

 

8.  Ακόμα όμως και στην περίπτωση εσφαλμένου της πιο πάνω κατάληξης, περαιτέρω λόγος απόρριψης της αίτησης, θα ήταν ότι έκδη[*425]λα, υφιστάμενης της δυνατότητας έφεσης, θα υπήρχε εναλλακτική θεραπεία, οπότε και πάλι η αίτηση δεν θα μπορούσε να επιτύχει.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Green v. Rozen a.o. [1955] 2 All E.R. 797,

 

Siebe Gorman & Co Ltd v. Pneypac Ltd [1982] 1 All E.R. 377,

 

Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739,

 

Marewave Shipping & Trading Co Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116,

 

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,

 

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109,

 

Μεστάνας (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1469,

 

Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878,

 

Avila Management Services κ.ά. ν. 1. FRANTISEK STEPANEK a.ο.  (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403,

 

Recnex Trading Ltd κ.ά. ν. Τράπεζα Πειραιώς Κύπρου Λτδ. (2014) 1 Α.Α.Δ. 866, ECLI:CY:AD:2014:A269,

 

Purcell v. F.C. Trigell Ltd a.ο. [1967] P. No.170 p.358,

 

Ηλιάδης κ.ά. (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1185,

 

Ανδρέου ν. P & D Crystal Line Co. Ltd. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1521.

 

Αίτηση.

 

Π. Πολυβίου με Γ.Μίτλεττον, για τους Αιτητές.

 

Εx tempore

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές ζητούν την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δι[*426]καστηρίου με σκοπό την ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 25.2.2015 η οποία εξεδόθη στα πλαίσια της αγωγής 5467/2009 καθότι υπάρχει έκδηλο λάθος στο πρακτικό και/ή ότι είναι λανθασμένη η ερμηνεία του νόμου και της νομολογίας που εδόθη και/ή καθότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να εγκρίνει την αίτηση του καθ’ ου η αίτηση στην παρούσα ημερ. 26.3.2014 δυνάμει της οποίας εξεδόθη η σχετική απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η θεραπεία (γ) της αίτησης έχει αποσυρθεί από το στάδιο της αγόρευσης σήμερα. Διαζευκτικά ζητείται οποιαδήποτε θεραπεία ήθελε θεωρηθεί ορθή υπό τας περιστάσεις:

 

Η αίτηση στηρίζεται στο Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, στα Άρθρα 3 και 9 του Περί Απονομής Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμος 33/1964, όπως τροποποιήθηκε, στους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48, στους αντίστοιχους Αγγλικούς Κανόνες και Θεσμούς (Διαταγή 53, Θεσμοί 1-14 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου – που αντιστοιχεί στη Διαταγή 59, θεσμοί 3-8 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών (Rules of the Supreme Court of England), στον περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60 και στις αρχές Κοινοδικαίου, στη σχετική Νομολογία, και στη διακριτική ευχέρεια και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η πραγματική της δε βάση συναντάται στην ένορκη δήλωση του Μιχάλη Πολυμενάκου από τη Λεμεσό, εργοδοτούμενο των αιτητών, καθώς και σε επισυνημμένη έκθεση.

 

Θα επιχειρηθεί στη συνέχεια μια συνοπτική αναφορά που προκύπτει από τα πιο πάνω έγγραφα, καθώς και από τα επισυνημμένα στην αίτηση, τεκμήρια. Οι αιτητές ανήκουν στον Όμιλο εταιρειών ΙΚΟS o oποίος παρέχει υπηρεσίες χρηματοοικονομικής φύσης και ιδιαίτερα υπηρεσίες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνων. Ο καθ’ ου η αίτηση ήταν εργοδοτούμενος των αιτητών μέχρι την αποχώρηση του στις 11.12.2009. Λίγες ημέρες μετά, (στις 23/12/2009) κατεχωρήθη από τους αιτητές, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, η επίδικη αγωγή εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, με ταυτόχρονη καταχώρηση ex parte αιτήσεως για έκδοση μονομερούς διατάγματος το οποίο και εκδόθηκε και με το οποίο διατασσόταν ο καθ’ ου η αίτηση σε συγκεκριμένες αρνητικές ενέργειες που αφορούσαν κυρίως την μη παροχή εμπιστευτικών πληροφοριών των αιτητών. Μετά από σχετικές εμφανίσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, και την καταχώρηση έκθεσης απαίτησης εκ μέρους των αιτητών, κατεχωρήθη πρώτη αίτηση παρακοής (2.6.2010) από τους αιτητές. Στις 15.7.2010 ωστόσο, έγιναν [*427]εκατέρωθεν δηλώσεις μεταξύ των δικηγόρων των διαδίκων, με τις οποίες το μονομερές διάταγμα κατέστη απόλυτο εκ συμφώνου ενώ οι αιτητές απέσυραν άλλες αιτούμενες θεραπείες στη σχετική αίτηση τους. Μάλιστα το διάταγμα αυτό τροποποιήθηκε ώστε να επέτρεπε στον καθ’ ου η αίτηση να μαρτυρήσει στο High Court of Justice στο Λονδίνο. Ενόψει δε της συμφωνίας η τραπεζική εγγύηση που είχε κατατεθεί επεστράφη. Σημειώνεται επίσης ότι ο καθ’ ου η αίτηση είχε επιφυλάξει το δικαίωμα του καθ’ οιονδήποτε χρόνο να αποταθεί στο Δικαστήριο για τροποποίηση ή ακύρωση των διαταγμάτων ως είχαν συμφωνηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου στις 15.7.2010.  (βλ. τεκμ.3 και 4). Ακολούθησαν άλλες δύο αιτήσεις παρακοής ημερ. 10.9.2010 και 11.10.2010, οι οποίες όπως μου λέχθηκαν σήμερα παραμένουν εκκρεμείς.

 

Στις 26.3.2014 καταχωρήθηκε αίτηση εκ μέρους του καθ’ ου η αίτηση με την οποία εξαιτείτο διάταγμα με το οποίο να ακυρώνεται και/ή παραμερίζεται και/ή τερματίζεται το προσωρινό διάταγμα ημερ. 23.12.2009 το οποίο κατέστη απόλυτο ως έχει παρατεθεί πιο πάνω, την 15.7.2010. (τεκμ.5). Μετά τη συμπλήρωση της δικογραφίας της αίτησης (και μετά την καταχώρηση υπεράσπισης) και αφού φυσικά ακούστηκαν οι δικηγόροι στις 25.2.2015 εξεδόθη η επίδικη απόφαση με την οποία εγκρίθηκε η αίτηση του καθ’ ου και το διάταγμα ακυρώθηκε ως η αιτούμενη στην αίτηση θεραπεία.

 

Οι λόγοι για τους οποίους οι αιτητές ζητούν και προώθησαν τις αιτούμενες θεραπείες είναι ότι κατά τη θέση τους υπάρχει έκδηλη παρανομία και/ή υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας ως ανωτέρω, λόγω του ότι το διάταγμα το οποίο ακυρώθηκε ως άνω με την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου δεν ήταν προσωρινό αλλά απόλυτο.  Μάλιστα τονίζεται ότι το διάταγμα κατέστη απόλυτο μετά από συμφωνία των μερών, αφού έγινε εγκατάλειψη συγκεκριμένων θεραπειών εκ μέρους των αιτητών και η σχετική εγγύηση επεστράφη.  Είναι η θέση των αιτητών ότι μια απόφαση ή ένα διάταγμα που εκδόθηκε εκ συμφώνου δύναται να παραμεριστεί μόνο στα πλαίσια μιας νέας αγωγής. Γίνεται αναφορά στο σύγγραμμα Halsbury´s Laws of England 3rd ed. vol. 22 p.792, para.1672, Green v. Rozen a.o. [1955] 2 All E.R. 797 και Siebe Gorman & Co Ltd v. Pneypac Ltd [1982] 1 All E.R. 377.

 

To πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε σύμφωνα με την εισήγηση των αιτητών στο ότι χωρίς επίκληση οποιουδήποτε λόγου που θα δικαιολογούσε ακύρωση ή παραμερισμό συμφωνίας όπως πλάνη, δόλο κ.λπ. προχώρησε να παραμερίσει τη συμφωνία μεταξύ των μερών η οποία είχε πάρει τη μορφή του διατάγματος λόγω κατ’ [*428]ισχυρισμόν καθυστέρησης στην προώθηση της αγωγής. Αυτή η εξουσία δεν παρείχετο στον πρωτόδικο δικαστή και συνεπώς η επίδικη απόφαση συνιστά έκδηλη παρανομία.

 

Περαιτέρω οι αιτητές επικαλούνται ότι οι περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης συνιστούν εξαιρετικές τέτοιες συνθήκες ώστε η παροχή πλήρους και αποτελεσματικής θεραπείας να μπορεί να γίνει μόνο με τη διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος.  Ενόψει των πιο κάτω κύριων επικαλούμενων λόγων:

 

(α)  Όπως αναφέρεται στην παρ. 4 της Ένορκης Δήλωσης του κ. Γ. Κωνσταντινίδη που συνοδεύει την Ένσταση των Αιτητών, το Διάταγμα ενεγράφη σε διαφορετικές δικαιοδοσίες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ελλάδα, και παρά τις ενστάσεις του Καθ’ ου η Αίτηση. Συνεπώς, μόνο με την έγκριση της παρούσας Αίτησης θα μπορεί να εμποδιστεί η ακύρωση των εγγραφέντων Διαταγμάτων στην Αγγλία και Ελλάδα.

 

(β)  Το περιεχόμενο του Διατάγματος μιλά από μόνο του.  Απαγορεύεται μόνο η δημοσίευση εμπιστευτικών πληροφοριών που ανήκουν στους αιτητές και ηλεκτρονικών προγραμμάτων που ανήκουν στους αιτητές. Ο Καθ’ ου η Αίτηση κατηγορείται από τους Αιτητές για παρακοή των προνοιών του Διατάγματος, με τρεις διαφορετικές αιτήσεις παρακοής που ακόμα εκκρεμούν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Μόνο με την έγκριση της παρούσας Αίτησης και τη συνεπακόλουθη αναστολή της επίδικης απόφασης, θα μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο Καθ’ ου η Αίτηση να προχωρήσει με αποκαλύψεις ή δημοσιεύσεις εμπιστευτικών πληροφοριών ή ηλεκτρονικών προγραμμάτων που ανήκουν στους Αιτητές.

 

Επισημαίνεται ακόμη επί της αίτησης ότι υπάρχει έκδηλο λάθος στο ίδιο το πρακτικό και ότι οι αιτητές ενήργησαν αμέσως λαμβάνοντας μέτρα για την ακύρωση της επίδικης απόφασης.

 

Ο κ. Πολυβίου, εμφανιζόμενος ενώπιον μου σήμερα, επιμελώς ανέλυσε τις αρχές που διέπουν το θέμα έκδοσης των προνομιακών ενταλμάτων και ανέλυσε τα δεδομένα που προκύπτουν από την παρούσα αίτηση, προωθώντας τη θέση ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να χορηγήσει την αιτούμενη άδεια.

 

Όπως είναι ευρέως και βαθιά εδραιωμένο στο σύστημα δικαίου μας το προνομιακό ένταλμα, όπως το certiorari εν προκειμένω, είναι ένα εξαιρετικό μέτρο και η απόδοσή του ασκείται πάντοτε με [*429]φειδώ στα πλαίσια των νομολογημένων από παλιά αρχών.

 

Σίγουρα πρέπει ο όποιος αιτητής να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και ή συζητήσιμης υπόθεσης που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

 

Πρέπει πάντοτε να είναι στο υπόβαθρο της σκέψης του Δικαστηρίου αλλά και των διαδίκων ότι η διαδικασία αυτής της φύσης δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της εφετειακής λειτουργίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Μπορεί και πρέπει να έχει αντικείμενο αυτής τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739 και Aναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Co Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).

 

Το θέμα λοιπόν που πρώτιστα αναφύεται είναι αν, εκ πρώτης όψεως ως άνω, οι αιτητές έχουν τεκμηριώσει την αίτηση τους. Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ’ εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση Κανόνων φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464.

 

Σημειώνεται ακόμη ότι εκεί όπου υπάρχει στη διάθεση του αιτητή εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι πιθανότητες έγκρισης τέτοιας αίτησης ουσιωδώς αναιρούνται και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις – όπου ακριβώς συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις – δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης προνομιακού ένταλμα ή χορηγείται το ένταλμα, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο (βλ. Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, Μεστάνας (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1469 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878). Στην τελευταία δε αυτή απόφαση, αφού γίνεται μια ανασκόπηση της νομολογίας, τονίζεται η πιο αυστηρή και στενή προσέγγιση των κυπριακών Δικαστηρίων σε σχέση με τη χορηγούμενη άδεια.

 

Έχω εξετάσει τους προβαλλόμενους λόγους σε συνάρτηση με την καθολική διαδικασία που είναι σχετική, όπως προκύπτει από την αίτηση και από τα συνημμένα τεκμήρια, έχοντας λάβει υπόψη αυτά που λέχθησαν από τις αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των αιτητών.

 

Δεν με βρίσκει σύμφωνη η κύρια θέση των αιτητών ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε και μάλιστα σε επίπεδο έκδηλης παρα[*430]νομίας επί του ότι προέβη σε ακύρωση εκ συμφώνου διατάγματος που δεν ήταν προσωρινό. (βλ. ειδικά την παράγραφο 17 της Έκθεσης επί της αίτησης).

 

Με όλο το σεβασμό, το γεγονός ότι ένα διάταγμα έγινε (είτε εκ συμφώνου είτε όχι) απόλυτο, δεν αναιρεί το προσωρινό χαρακτήρα του διατάγματος αφού εκ της φύσεως του ισχύει απλώς μέχρι τέλους της αγωγής.

 

Η πρώτη αίτηση και το επίδικο διάταγμα είχε κριθεί – και παρέμεινε στα πλαίσια της ίδιας νομικής βάσης – επί του Άρθρου 32 του Ν.14/60. Το Άρθρο 32(2) του νόμου έχει ως εξής:

 

“(2) Οιονδήποτε παρεμπίπτον διάταγμα, εκδοθέν συμφώνως τω εδαφίω (1), δύναται να εκδοθή υπό τοιούτους όρους και προϋποθέσεις ως το δικαστήριον θεωρεί δίκαιον, και το δικαστήριον δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον, επί αποδείξει ευλόγου αιτίας, να ακυρώση ή τροποποιήση οιονδήποτε τοιούτον διάταγμα. 2(β) του 17(Ι) του 2004”.

 

Στην υπόθεση Avila Management Services κ.ά. ν. 1. Stepanek a.o. (2012) 1(B) Α.Α.Δ. 1403 το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε τα ακόλουθα:

 

«Κατ’ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος. Πρόσθετα, ενώ το εκδοθέν διάταγμα παραχωρείται ως λύση επείγουσας και παρεμπίπτουσας μορφής, οι ίδιες οι θεραπείες που ζητούνται με το κλητήριο, εάν επιτύχουν, χορηγούνται τελεσίδικα και στο διηνεκές, (δέστε και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd – ανωτέρω –). Εξαρτάται από την κρίση του Δικαστηρίου, αναλόγως των περιστάσεων (Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 2015).»

 

Επίσης δέον να σημειωθεί ότι στις ενδιάμεσες αιτήσεις και στα ενδιάμεσα διατάγματα δεν υπάρχει εν αυστηρή εννοία δεδικασμένο και τέτοια διατάγματα μπορεί να τροποποιηθούν ή και να ακυρωθούν ανάλογα με τις περιστάσεις (βλ. Recnex Trading Ltd κ.ά. ν. Τράπεζα Πειραιώς Κύπρου Λτδ. (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:A269A.A. 866).

 

Θα ήταν επίσης ορθό να τονιστεί ότι ακριβώς ο καθ’ ου η αίτηση ενδεχομένως ως εκ του περισσού, προνόησε να επιφυλάξει το [*431]δικαίωμα του να προβεί σε σχετική αίτηση ακύρωσης ή παραμερισμού του διατάγματος που έγινε εκ συμφώνου απόλυτο, ακριβώς την ημέρα που αυτό δηλώθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όπως φαίνεται στο τεκμ.3. 

 

Έχοντας όλα τα πιο πάνω κατά νου θεωρώ ότι δεν τίθεται θέμα έκδηλης παρανομίας προκύπτουσας από την ίδια την απόφαση του Δικαστηρίου, έστω και αν αυτό κρίνεται στα πλαίσια της συζητήσιμης υπόθεσης. Ούτε βέβαια κρίνεται ότι υπάρχει έλλειψη ή υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου στην επίδικη υπόθεση στα πλαίσια της κρινόμενης υπό του Δικαστηρίου αίτησης.

 

Πιθανόν να πρέπει να εξεταστεί στα πλαίσια του κατάλληλου ενδίκου μέσου η ορθότητα της άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν τίθεται όμως, κατά την κρίση μου, ακριβώς ως εκ της προσωρινής υφής του διατάγματος, θέμα ούτε έκδηλης παρανομίας, ούτε έλλειψης εξουσίας ή δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε φυσικά υπήρξε παράβαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης αφού και οι δύο πλευρές ακούστηκαν και είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν τα επιχειρήματα και τις θέσεις τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Πρέπει να πω ότι έχω αναγνώσει τις σχετικές αυθεντίες στις οποίες ο κ. Πολυβίου με έχει παραπέμψει. (Κυρίως την Purcell v. F.C. Trigell Ltd a.ο. [1967] P. No.170 p.358, Siebe (ως άνω). Aναφορικά με την αίτηση Zήνων Ηλιάδης κ.ά. (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1185). 

 

Δεν θεωρώ ότι οι εν λόγω αυθεντίες παρέχουν έρεισμα διαφοροποίησης της κρίσης μου, αφού ακριβώς δι’ αυτών φαίνεται ότι είναι η ορθότητα της προσέγγισης που έχει κριθεί εφετειακά και δεν τίθετο θέμα έκδηλης παρανομίας στις υπό αναφορά πρωτόδικες αποφάσεις. Η δε υπόθεση Ανδρέου ν. P & D Crystal Line Co. Ltd. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1521, αφορούσε εκ συμφώνου τελική δικαστική απόφαση όπου οι αρχές και οι προσεγγίσεις διαφοροποιούνται εκ των πραγμάτων.

 

Τονίζω ότι το θέμα της ύπαρξης εναλλακτικής θεραπείας θα προετάσσετο αν ήταν η διαπίστωση μου ότι η αίτηση κατ’ αρχήν τεκμηριωνόταν, στις ράγες βέβαια πάντα των αρχών που διέπουν την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, κάτι που εδώ όπως έχω εξηγήσει δεν συμβαίνει. Ενώ το θέμα παρουσιάζεται από τους αιτητές στην επιφάνεια του πράγματος ως θέμα έκδηλης παρανομίας ή έλλειψης δικαιοδοσίας κ.ο.κ., στην πραγματικότητα επιδιώκεται «αναθεώρηση της ορθότητας της επίδικης από[*432]φασης» άρα το ζήτημα κινείται εκτός των πλαισίων των προνομιακών ενταλμάτων.

 

Εν προκειμένω έκρινα ότι οι αιτητές δεν έχουν καταδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση (ή συζητήσιμο θέμα) οπότε το ζήτημα θα περατώνετο εδώ.

 

Όμως και αν ακόμη έχω λάθος στην πιο πάνω προσέγγιση μου, περαιτέρω λόγος απόρριψης της αίτησης, θα ήταν ότι έκδηλα, υφιστάμενης της δυνατότητας έφεσης επί της απόφασης ημερ. 25.2.2015, θα υπήρχε εναλλακτική θεραπεία, οπότε και πάλι η αίτηση δεν θα μπορούσε να επιτύχει. Τα όσα δε λέχθηκαν σε σχέση με την εγγραφή του διατάγματος στην αλλοδαπή και πάλι δεν αλλοιώνει τα πράγματα αφού αφενός οι αιτήσεις παρακοής υφίστανται εναντίον του καθ’ ου η αίτηση και αφετέρου είναι δυνατόν να προωθηθούν ειδικά μέτρα των αιτητών και επί των επιμέρους εγγραφών. Εν πάση περιπτώσει, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμη την απόδοση θεραπείας παρά την ύπαρξη του εναλλακτικού ένδικου μέσου. Δεν έχω πεισθεί για τη συνδρομή τέτοιων εξαιρετικών περιστάσεων που να αφορούν μιαν αγωγή η οποία έχει τροχιοδρομηθεί από το 2009, είναι σε εκκρεμοδικία ενώπιον του Δικαστηρίου με σωρεία διαδικαστικών διαβημάτων, μεταξύ των οποίων και αριθμός αιτήσεων παρακοής των οποίων βέβαια η ύπαρξη, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, δεν αναστέλλεται εκ του τερματισμού του διατάγματος. Τα λοιπά που οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον μου εμπίπτουν, όπως είπα, στα πλαίσια της ενδεχόμενης αναθεώρησης της ορθότητας της εξουσίας του Δικαστηρίου όπως έχει ασκηθεί και για τους λόγους που έχω εξηγήσει δεν παρέχεται το έρεισμα για την αιτούμενη άδεια.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

 

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο