Γεωργίου Βασίλης ν. P. Pitsillides Trading Co Limited (2015) 1 ΑΑΔ 1059

ECLI:CY:AD:2015:A336

(2015) 1 ΑΑΔ 1059

[*1059]13 Μαΐου, 2015

 

[NAΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

 

Εφεσείων - Ενάγων,

 

ν.

 

P. PITSILLIDES TRADING CO LIMITED,

 

Εφεσίβλητης - Εναγόμενης.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 251/2010)

 

 

Εργοδότης και Εργοδοτούμενος ― Παραμερισμός πρωτόδικης κρίσης με την οποία εκρίθη, ότι η εφεσίβλητη δεν εργοδοτούσε τον εφεσείοντα κατά τον ουσιώδη χρόνο και απορρίφθηκαν αξιώσεις για καταβολή αποζημιώσεων συνεπεία τραυματισμού του για ατύχημα το οποίο επεσυνέβη ως ο ισχυρισμός του εφεσείοντα, κατά την εκτέλεση της εργασίας του.

 

Εργοδότης και Εργοδοτούμενος ― Η απόφαση κατά πόσο υπάρχει σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση εξαρτάται από τον τρόπο που το δικαστήριο θα δει στο σύνολο της τη σχέση μεταξύ των μερών.

 

Η έφεση στράφηκε εναντίον πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αγωγή του εφεσείοντα/ενάγοντα για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και συναφείς ζημιές που υπέστη στις 9.2.004, συνεπεία ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας του.

 

Εκρίθη πρωτοδίκως ότι αυτός δεν εργοδοτείτο κατά τον ουσιώδη χρόνο από την εφεσίβλητη/εναγόμενη, ως ήταν ο ισχυρισμός του.

 

Σύμφωνα με τις δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων, ο εφεσείων κατά τον ουσιώδη χρόνο εργοδοτείτο από την εφεσίβλητη με μηνιαίο μισθό £500. Μέσα στα πλαίσια εργοδοσίας του, στις 9/2/2004 η εφεσίβλητη και/ή υπάλληλοι ή αντιπρόσωποι της, τού ανέθεσαν μαζί με άλλους, την μετακίνηση αντικειμένων (ψυγείων) με αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του, όταν ψυγείο που σπρωχνόταν από υπαλλήλους [*1060]της εφεσίβλητης έπεσε πάνω του. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ο τραυματισμός του οφειλόταν στην αμέλεια και παράβαση των καθηκόντων της εφεσίβλητης και/ή παράβασης ρητής ή εξυπακουόμενης υποχρέωσης της, δυνάμει της συμφωνίας πρόσληψης του.

 

Αντίθετη ήταν η θέση της εφεσίβλητης, η οποία πρόβαλε ότι ο εφεσείων εργοδοτήθηκε και/ή εργοδοτείτο και λάμβανε μισθό κατά τον ουσιώδη χρόνο από τρίτο, ήτοι την αλλοδαπή εταιρεία, Red Bull GmbH. Αρνήθηκε δε, ότι είχε οιονδήποτε καθήκον εργοδότη ή επιμέλειας προς αυτόν και/ή ότι τον διέταξε να μετακινήσει αντικείμενο και/ή ότι, εάν έλαβε τέτοιες οδηγίες, αυτές προήλθαν από την πιο πάνω εταιρεία. Απέρριψε συνακόλουθα, οποιαδήποτε ευθύνη.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας την ενώπιόν του μαρτυρία, αποδέχτηκε τόσο τη μαρτυρία του ενάγοντα, όσο και του ΜΥ1, Διευθυντή της εφεσίβλητης, ως ειλικρινή και αξιόπιστη.

 

Προκειμένου δε να καταλήξει ότι ο εφεσείων δεν ήταν εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης, αλλά της Red Bull GmbH, έλαβε υπόψη τρεις λόγους, ως ακολούθως: α) ότι μισθός του εφεσείοντα του καταβάλλετο από τη  Red Bull GmbH Αυστρίας, ανεξαρτήτως του αν τα χρήματα για την πληρωμή του εμβάζοντο από τη Red Bull GmbH Αυστρίας στο λογαριασμό της εφεσίβλητης και η τελευταία εξέδιδε τις επιταγές, β) ότι το κλιμάκιο εις το οποίο ανήκε και ο εφεσείων ασχολούνταν μόνο με την προώθηση του ποτού Red Bull και όχι με την προώθηση παράλληλα και άλλων προϊόντων που αντιπροσώπευε η εναγόμενη εταιρεία, και, γ) Με τη διακοπή της συνεργασίας μεταξύ της Red Bull και εφεσίβλητης, ολόκληρο το κλιμάκιο (ως άνω) μεταφέρθηκε στα γραφεία του νέου αντιπροσώπου.

 

Διά σκοπούς πληρότητας της απόφασης, προχώρησε ωστόσο ως θέμα πρακτικής, και έκρινε τόσο το θέμα της ευθύνης, όσο και τις αποζημιώσεις που θα δικαιούτο ο εφεσείων σε περίπτωση επιτυχίας του. 

 

Με την έφεση αμφισβητήθηκαν τα πιο πάνω ευρήματα, η αξιολόγηση της μαρτυρίας, ως επίσης προβλήθηκε η θέση περί παράλειψης εξέτασης εκ προστήσεως ευθύνης της εφεσίβλητης.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Παρ’ ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε ορθά από τις αρχές της νομολογίας, τα συμπεράσματά του δεν μπορούσαν να θεωρηθούν βάσιμα.

 

2.  Στη Στυλιανού, από την οποία αναζήτησε καθοδήγηση το πρωτό[*1061]δικο Δικαστήριο, απεφασίσθη ότι, «Η απόφαση κατά πόσο υπάρχει σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση εξαρτάται από τον τρόπο που το δικαστήριο θα δει στο σύνολο της την σχέση μεταξύ των μερών.».

 

3.  Το γεγονός δε ότι ο Κωνσταντίνου (υπάλληλος της εφεσίβλητης) ήταν παρών κατά τη μετακίνηση του ψυγείου και έδωσε οδηγίες ως προς τον τρόπο μετακίνησής του, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν το αξιολόγησε ως αρκετό να θεωρηθεί η εναγόμενη εταιρεία ότι ασκούσε έλεγχο επί της εργασίας του ενάγοντα/εφεσείοντα.

 

4.  Διέφυγαν όμως και δεν έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο τ’ ακόλουθα που προέκυπταν από την ενώπιόν του αποδεκτή μαρτυρία:

 

(α) Οι οδηγίες διά να μεταβεί ο εφεσείων στο περίπτερο στην έκθεση τροφίμων, στο χώρο της Κρατικής Έκθεσης, δόθησαν από την εφεσίβλητη.

 

(β) Η χρησιμοποίηση του εφεσείοντα στη μεταφορά αυτή έγινε μετά από οδηγίες του Κωνσταντίνου, υπαλλήλου της εφεσίβλητης.

 

(γ) Η μεταφορά των ψυγείων και άλλου εξοπλισμού στο άνω περίπτερο και αποθήκευσή τους μετά, διενεργείτο από την εφεσίβλητη.

 

(δ) Τα συγκεκριμένα ψυγεία του περιπτέρου, με ένα εκ των οποίων έγινε το επίδικο ατύχημα, έφεραν εξωτερικά επιγραφή του χυμού Rauch και του Ice-Tea. Τα μισά εξ αυτών ανήκαν στην εφεσίβλητη.

 

(ε) Ο εφεσείων, σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία του, προσελήφθη στην εφεσίβλητη για προώθηση των προϊόντων της, όπως το ενεργειακό ποτό Red Bull, το χυμό Rauch και το κρύο τσάι, Ice Tea, όπως και άλλες εργασίες που του ανέθεταν όπως η μετακίνηση αντικειμένων, διαφημιστικών και άλλων μεταλλικών κατασκευών.

 

(στ) Ο εφεσείων, μετά τον τραυματισμό του, μεταφέρθηκε σε κλινική που υπέδειξε ο ΜΥ1, Διευθυντής της εφεσίβλητης, και ο οποίος ανέλαβε όλα τα έξοδα. Πλήρωσε στο τέλος τα έξοδα της κλινικής.

 

(ζ) Το κλιμάκιο στο οποίο ανήκε ο εφεσείων στεγάζετο στους χώρους της εφεσίβλητης.

 

(η) Ο ΜΥ1 κατέθεσε ότι, το κλιμάκιο στο οποίο ανήκε ο εφεσείων γνώριζε ότι το κόστος του μισθού και όχι ο ίδιος ο μισθός των με[*1062]λών του πληρωνόταν από τη Red Bull.

 

(θ) Ουδεμία σημασία είχε η μεταφορά ολόκληρου του κλιμακίου στο οποίο ανήκε και ο εφεσείων, στα γραφεία του νέου αντιπροσώπου, εφ’ όσον δεν δόθηκε μαρτυρία δια τους όρους απασχόλησής του ή σχέσης του με το νέο αντιπρόσωπο.

 

(ι)  Τα όσα αναφέρονταν στο μέρος ΙΙΙ στη Συμφωνία αποκλειστικής Διανομής υπό τον τίτλο "Obligations of Pitsillides", στην παράγραφο 2, και η οποία κατατέθηκε ως Τεκμήριο, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ΜΥ1 κ. Παναγιώτη Πιτσιλλίδη ότι «βάσει των συμφωνιών που η εταιρεία είχε με την Red Bull Αυστρίας τα θέματα προώθησης, διαφήμισης και γενικά θέμα προβολής των προϊόντων της στην Κύπρο είχε η Red Bull Αυστρίας, και ότι προς το σκοπό αυτό διατηρούσε στην Κύπρο κλιμάκιο υπαλλήλων..».

 

5.  Όλα τα πιο πάνω δεν έτυχαν της δέουσας προσοχής και εξέτασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο και ως εκ τούτου προέβη σε αξιολόγηση, αλλά και σε συμπεράσματα, τα οποία ήταν πλημμελή και ακροσφαλή αντίστοιχα.

 

6.  Με βάση τις εξουσίες που χορηγούνται στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, το Εφετείο προχώρησε στην εξαγωγή δικού του συμπεράσματος με δεδομένη, την αποδεκτή, υπό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μαρτυρία. Ήτοι ότι, ο εφεσείων καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο ήταν εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης.

 

7.  Ο εφεσείων κατά το χρόνο του τραυματισμού του τελούσε υπό τις οδηγίες υπαλλήλου της εφεσίβλητης, για εργασία της εφεσίβλητης και με μέθοδο εκτέλεσης της συγκεκριμένης εργασίας που επιλέγηκε από υπάλληλο της εφεσίβλητης.

 

8.  Η πρωτόδικη απόφαση αντικαταστάθηκε με απόφαση για επιδίκαση σε αυτόν, του ποσού αποζημιώσεων όπως αυτό καθορίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο για την περίπτωση παραμερισμού της απόφασης.

 

Η έφεση επέτυχε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Στυλιανού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718,

[*1063]Πολάτογλου ν. Μασούρα (2004) 1 Α.Α.Δ. 150,

 

Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1997) 1 Α.Α.Δ. 396,

 

Αθανασίου κ.ά. ν. Κουκούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614,

 

Μεταξά ν. Ιωάννου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1814,

 

Jamal ν. Αντωνίου κ.ά. (2014) 1 Α.Α.Δ. 347, ECLI:CY:AD:2014:A107.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τον Ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παπαδοπούλου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2824/2005), ημερομ. 19/7/2010.

 

Α. Ενταφιανός, για τον Εφεσείοντα.

 

Π. Αγγελίδης, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝAΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Παρπαρίνος, Δ..

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με απόφασή του ημερομηνίας 19.7.2010, απέρριψε την αξίωση του εφεσείοντα/ενάγοντα για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και συναφείς ζημιές που υπέστη στις 9.2.004, συνεπεία ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας του. Απέρριψε την αξίωση του εφεσείοντα γι’ ένα και μοναδικό λόγο. Έκρινε ότι αυτός δεν εργοδοτείτο κατά τον ουσιώδη χρόνο από την εφεσίβλητη/εναγόμενη, ως ήταν ο ισχυρισμός του. Παρ’ όλα τούτα, και δια σκοπούς πληρότητος, προχώρησε πολύ ορθά, ως θέμα πρακτικής, και έκρινε τόσο το θέμα της ευθύνης, όσο και τις αποζημιώσεις που θα δικαιούτο ο εφεσείων σε περίπτωση επιτυχίας του. Συγκεκριμένα έκρινε ότι η εφεσίβλητη ευθύνετο πλήρως για τον τραυματισμό του εφεσείοντα και ότι αυτός θα δικαιούτο το ποσό των €30.000 υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων και το ποσό των €751,71 για ειδικές ζημιές.

 

Προκειμένου να γίνει κατανοητή η διαφορά των διαδίκων αναφέρεται ότι σύμφωνα με τις δικογραφημένες θέσεις τους, ο εφεσείων κατά τον ουσιώδη χρόνο εργοδοτείτο από την εφεσί[*1064]βλητη με μηνιαίο μισθό £500. Μέσα στα πλαίσια εργοδοσίας του, στις 9/2/2004 η εφεσίβλητη και/ή υπάλληλοι ή αντιπρόσωποι της, τού ανέθεσαν μαζί με άλλους, την μετακίνηση αντικειμένων (ψυγείων) με αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του όταν ψυγείο που σπρωχνόταν από υπαλλήλους της εφεσίβλητης έπεσε πάνω του. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ο τραυματισμός του οφειλόταν στην αμέλεια και παράβαση των καθηκόντων της εφεσίβλητης και/ή παραβασης ρητής ή εξυπακουόμενης υποχρέωσης της δυνάμει της συμφωνίας πρόσληψης του.

 

Αντίθετη ήταν η θέση της εφεσίβλητης, η οποία πρόβαλε ότι ο εφεσείων εργοδοτήθηκε και/ή εργοδοτείτο και λάμβανε μισθό κατά τον ουσιώδη χρόνο από τρίτο, ήτοι την αλλοδαπή εταιρεία, Red Bull GmbH. Αρνείτο ότι είχε οιονδήποτε καθήκον εργοδότη ή επιμέλειας προς αυτόν και/ή ότι τον διέταξε να μετακινήσει αντικείμενο και/ή ότι, εάν έλαβε τέτοιες οδηγίες, αυτές προήλθαν από την πιο πάνω εταιρεία. Αρνήθηκε ως αποτέλεσμα οποιαδήποτε ευθύνη.

 

Με την έφεσή του, και συγκεκριμένα για δύο λόγους, ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως λανθασμένη.

 

Με τον πρώτο λόγο παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να προβεί σε ορθή αξιολόγηση της μαρτυρίας ενώπιόν του και τα ευρήματά του δεν κρίθηκαν, αλλά ούτε συνεκτιμήθηκαν στο πλαίσιο του συνόλου των γεγονότων της υπόθεσης, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην αντιφατική θεώρηση της μαρτυρίας του εφεσείοντα, την οποία έκρινε ως αξιόπιστη και να οδηγηθεί στο εσφαλμένο και αυθαίρετο συμπέρασμα ότι αυτός δεν ήταν υπάλληλος της εφεσίβλητης.

 

Με το δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει την εκ προστήσεως ευθύνη της εφεσίβλητης λόγω αμέλειας των υπαλλήλων και/ή υπηρετών της.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα προώθησε ενώπιόν μας και τους δύο λόγους έφεσης, με περισσότερη έμφαση στο δεύτερο λόγο. Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή και μη επιτρεπτή, ως εκ της νομολογίας, την ανατροπή της αξιολόγησης της μαρτυρίας στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Εξετάσαμε με πολλή προσοχή όλα όσα τέθηκαν και ιδιαίτερα τις εισηγήσεις και θέσεις που προωθήθηκαν ενώπιόν μας από τους δύο ευπαίδευτους συνήγορους.

[*1065]Το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από τα όσα σχετικά λέχθηκαν στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Στυλιανού (2002) 1 ΑΑΔ 1718, αναφορικά με το πότε υπάρχει σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων δεν ήταν εργοδοτούμενος της εναγόμενης εταιρείας, αφού έλαβε υπόψη ορισμένα γεγονότα τα οποία έκρινε καθοριστικά στην κατάληξή του. Παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό μέρος της πρωτόδικης απόφασης:

 

«Στην υπό εξέταση περίπτωση, ο κ. Πιτσιλλίδης ανέφερε ότι καμία εξουσία δεν είχε να δίνει εντολές στο κλιμάκιο, που περιλάμβανε και τον Ενάγοντα, ως προς την διεκπεραίωση των εργασιών τους. Όπως προκύπτει από την πιο πάνω παρατεθείσα Νομολογία, το γεγονός ότι ο κ. Κωνσταντίνου ήταν παρών κατά την μετακίνηση του ψυγείου και έδινε οδηγίες ως προς τον τρόπο μετακίνησης του, δεν αρκεί για να θεωρηθεί η Εναγόμενη εταιρεία ότι ασκούσε έλεγχο επί της εργασίας του Ενάγοντα. Ο μισθός αυτού καταβάλλετο από την εταιρεία Red Bull GmbH Αυστρίας, ανεξαρτήτως του αν τα χρήματα για πληρωμή αυτού εμβάζονταν από την Red Bull στον λογαριασμό της Εναγόμενης και η τελευταία εξέδιδε τις επιταγές. Ενδεικτικό, επίσης του γεγονότος ότι το κλιμάκιο ήταν εργοδοτούμενοι της Red Bull είναι το γεγονός ότι αυτοί, όπως ανέφερε ο Ενάγοντας, ασχολούνταν μόνο με την προώθηση του ποτού Red Bull και όχι με την προώθηση παράλληλα και άλλων προϊόντων που αντιπροσώπευε η Εναγόμενη εταιρεία. Επίσης, σημειώνω ότι, κατά την διακοπή της συνεργασίας μεταξύ Red Bull και Εναγόμενης εταιρείας, ολόκληρο το κλιμάκιο μεταφέρθηκε στα γραφεία του νέου αντιπροσώπου. Τα πιο πάνω με οδηγούν στην κατάληξη ό τι ο Ενάγοντας ήταν εργοδοτούμενος της Red Bull GmbH και όχι της Εναγόμενης εταιρείας.».

 

Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει κατ’ εξοχήν στο πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο έχει την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν καταφαίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου που σχετίζονται με την αξιοπιστία ή όταν αυτά είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει αποδεχτεί ως αξιόπιστη. Αν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο Δικαστήριο να προβεί στα συμπεράσματα στα οποία προέβη σε σχέση με την αξιοπιστία, το Εφετείο δεν επεμβαίνει (βλ. Πολάτογλου ν. Μασούρα (2004) 1 Α.Α.Δ. 150, Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1997) 1 Α.Α.Δ. 396, Αθανασίου κ.ά. ν. Κουκούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614, Μεταξά ν. Ιωάννου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1814).

[*1066]Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιόν μας στοιχεία και θεωρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρ’ ότι καθοδηγήθηκε ορθά από τις αρχές της νομολογίας, τα συμπεράσματά του δεν μπορούν να θεωρηθούν βάσιμα.

 

Στη Στυλιανού (άνω), από την οποία αναζήτησε καθοδήγηση το πρωτόδικο Δικαστήριο, απεφασίσθη ότι, «Η απόφαση κατά πόσο υπάρχει σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση εξαρτάται από τον τρόπο που το δικαστήριο θα δει στο σύνολο της την σχέση μεταξύ των μερών.».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας την ενώπιόν του μαρτυρία, αποδέχτηκε τόσο τη μαρτυρία του ενάγοντα, όσο και του ΜΥ1, Διευθυντή της εφεσίβλητης, ως ειλικρινή και αξιόπιστη.  Προκειμένου δε να καταλήξει ότι ο εφεσείων δεν ήταν εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης, αλλά της Red Bull GmbH, έλαβε υπόψη τρεις (3) λόγους, ως ακολούθως:

 

Ο μισθός του εφεσείοντα του καταβάλλετο από τη Red Bull GmbH Αυστρίας, ανεξαρτήτως του αν τα χρήματα για την πληρωμή του εμβάζοντο από τη Red Bull GmbH Αυστρίας στο λογαριασμό της εφεσίβλητης και η τελευταία εξέδιδε τις επιταγές.

 

Το κλιμάκιο εις το οποίο ανήκε και ο εφεσείων ασχολούνταν μόνο με την προώθηση του ποτού Red Bull και όχι με την προώθηση παράλληλα και άλλων προϊόντων που αντιπροσώπευε η εναγόμενη εταιρεία, και,

 

Με τη διακοπή της συνεργασίας μεταξύ της Red Bull και εφεσίβλητης, ολόκληρο το κλιμάκιο (ως άνω) μεταφέρθηκε στα γραφεία του νέου αντιπροσώπου.

 

Το γεγονός δε ότι ο Κωνσταντίνου ήταν παρών κατά τη μετακίνηση του ψυγείου και έδωσε οδηγίες ως προς τον τρόπο μετακίνησής του, δεν το αξιολόγησε ως αρκετό να θεωρηθεί η εναγόμενη εταιρεία ότι ασκούσε έλεγχο επί της εργασίας του ενάγοντα/εφεσείοντα.

 

Διέφυγαν όμως και δεν έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο τ’ ακόλουθα που προέκυπταν από την ενώπιόν του αποδεκτή μαρτυρία:

 

(α) Οι οδηγίες διά να μεταβεί ο εφεσείων στο περίπτερο στην έκθεση τροφίμων, στο χώρο της Κρατικής Έκθεσης, δόθησαν [*1067]από την εφεσίβλητη.

 

(β) Η χρησιμοποίηση του εφεσείοντα στη μεταφορά αυτή έγινε μετά από οδηγίες του Κωνσταντίνου, υπαλλήλου της εφεσίβλητης.

 

(γ) Η μεταφορά των ψυγείων και άλλου εξοπλισμού στο άνω περίπτερο και αποθήκευσή τους μετά, διενεργείτο από την εφεσίβλητη.

 

(δ) Τα συγκεκριμένα ψυγεία του περιπτέρου, με ένα εκ των οποίων έγινε το επίδικο ατύχημα, έφεραν εξωτερικά επιγραφή του χυμού Rauch και του Ice-Tea. Τα μισά εξ αυτών ανήκαν στην εφεσίβλητη.

 

(ε) Ο εφεσείων, σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία του, προσελήφθη στην εφεσίβλητη για προώθηση των προϊόντων της, όπως το ενεργειακό ποτό Red Bull, το χυμό Rauch και το κρύο τσάι, Ice Tea, όπως και άλλες εργασίες που του ανέθεταν όπως η μετακίνηση αντικειμένων, διαφημιστικών και άλλων μεταλλικών κατασκευών.

 

(στ) Ο εφεσείων, μετά τον τραυματισμό του, μεταφέρθηκε σε κλινική που υπέδειξε ο ΜΥ1, Διευθυντής της εφεσίβλητης, και ο οποίος ανέλαβε όλα τα έξοδα. Πλήρωσε στο τέλος τα έξοδα της κλινικής.

 

(ζ) Το κλιμάκιο στο οποίο ανήκε ο εφεσείων στεγάζετο στους χώρους της εφεσίβλητης.

 

(η) Ο ΜΥ1 κατέθεσε ότι, το κλιμάκιο στο οποίο ανήκε ο εφεσείων γνώριζε ότι το κόστος του μισθού και όχι ο ίδιος ο μισθός των μελών του πληρωνόταν από τη Red Bull.

 

(θ) Ουδεμία σημασία είχε η μεταφορά ολόκληρου του κλιμακίου στο οποίο ανήκε και ο εφεσείων, στα γραφεία του νέου αντιπροσώπου, εφ’ όσον δεν δόθηκε μαρτυρία δια τους όρους απασχόλησής του ή σχέσης του με το νέο αντιπρόσωπο.

 

(ι) Στη συμφωνία αποκλειστικής διανομής, Τεκμ. 7, στο μέρος ΙΙΙ και κάτω από τον τίτλο “Obligations of Pitsillides”, στην παράγραφο 2, αναφέρεται:

 

«Pitsillides shall employ the diligence of a reasonable business entity in its distribution of the product and use its best efforts to [*1068]promote the sale of the product

 

(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

 

Επίσης στην παράγραφο v της ίδιας συμφωνίας αναφέρονται τ’ ακόλουθα:

 

«Advertising measures

 

Each year the parties shall jointly prepare and agree upon the marketing plan for the next year. The main principles for the division of the marketing costs and activities between the parties have been agreed upon below in subsection (2).

 

Red Bull shall pay for consumer related marketing costs as defined in Attachment A. Consumer related marketing costs, costs exceeding the joint marketing plan and costs for any additional promotion material incurred by Pitsillides on Red Bull´s behalf have to be approved in advance and in writing by Red Bull, which are to be based on binding costs estimates. On a monthly basis, which shall fall due on the 5th of each month, Pitsillides shall invoice the consumer related marketing costs incurred on Red Bull’ s behalf to Red Bull. Expenditures, which are not approved by Red Bull, shall be born by Pitsillides with no further recourse to Red Bull.

 

Pitsillides shall be responsible and bear the costs of all trade related marketing costs as defined in Attachment A. Pitsillides will, however, inform Red Bull of the total cost relating to these activities each year and will provide further detailed information upon Red Bull´s request.»

 

«ATTACHMENT A

MARKETING COSTS

 

Consumer-related costs paid by Red Bull

 

Media (incl. trade advertising)

POS material (crowners, leaflets, others)

Consumer sampling

Sports & Event sponsoring (excl. on-premise and related events)

Advertising Agency costs (creative, copyright, production supervision costs)

Public Relations

Others

[*1069]Trade-related costs paid by Pitsillides

 

Rebates in kind

Commercial samples

Promotional activities at Cash & Carry markets

Informational print material for the trade

Trade and in-house fairs

Drink Menus

Invitations (trips, Formula 1, Grand Prix) to persons in the trade

Advertising Allowances/TPR’ S (temporary pricing reductions for special activities in the trade, e.g. incentives for second placements)

Others»

 

Τα πιο πάνω έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ΜΥ1 κ. Παναγιώτη Πιτσιλλίδη ότι «βάσει των συμφωνιών που η εταιρεία είχε με την Red Bull Αυστρίας τα θέματα προώθησης, διαφήμισης και γενικά θέμα προβολής των προϊόντων της στην Κύπρο είχε η Red Bull Αυστρίας, και ότι προς το σκοπό αυτό διατηρούσε στην Κύπρο κλιμάκιο υπαλλήλων….».

 

(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

 

Όλα τα πιο πάνω δεν έτυχαν της δέουσας προσοχής και εξέτασης από την ευπαίδευτη πρωτόδικη Δικαστή και ως εκ τούτου το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε αξιολόγηση, αλλά και σε συμπεράσματα, τα οποία κρίνονται ως πλημμελή και ακροσφαλή αντίστοιχα. Οι τρεις λόγοι που έλαβε υπόψη του το πρωτόδικο Δικαστήριο, για να καταλήξει ότι ο εφεσείων δεν ήταν εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης, λόγω της ελλιπούς εξέτασης και ελλιπούς ανάλυσης όλων των στοιχείων ενώπιον του, αλλά και παραγνώρισης αποδεκτής ή συγκρουόμενης μαρτυρίας που δεν έτυχε ορθής αξιολόγησης, οδήγησαν σε λανθασμένο συμπέρασμα.

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει και μαζί επιτυγχάνει και η έφεση, χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξέτασης του δεύτερου λόγου.

 

Aσκώντας τις εξουσίες που χορηγούνται στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, θα προχωρήσουμε στην εξαγωγή του δικού μας συμπεράσματος με δεδομένη, την αποδεκτή, υπό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μαρτυρία. Συνεκτιμώντας συνεπώς τη μαρτυρία αυτή και που αναφέραμε νωρίτερα στην απόφαση μας, δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο εφεσείων καθ’ όλο τον ουσιώδη χρό[*1070]νο ήταν εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης. Προς επίρρωση του συμπεράσματος αυτού, προσθέτουμε στα όσα ήδη έχουμε αναφέρει, ότι ο εφεσείων κατά το χρόνο του τραυματισμού του τελούσε υπό τις οδηγίες υπαλλήλου της εφεσίβλητης, για εργασία της εφεσίβλητης και με μέθοδο εκτέλεσης της συγκεκριμένης εργασίας που επιλέγηκε από υπάλληλο της εφεσίβλητης.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση ημερ. 19/7/2010 παραμερίζεται και αντικαθίσταται με απόφαση υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης για ποσό €30.000, πλέον τόκο από την ημέρα καταχώρησης της αγωγής 12/4/2005. (Βλ. Jamal v. Αντωνίου κ.ά. (2014) 1 Α.Α.Δ. 347, ECLI:CY:AD:2014:A107) πλέον €751,71 ειδικές αποζημιώσεις με τόκο από 10/8/2004 ημερομηνία που αφορούσε την τελευταία πληρωμή και καλύπτει το μεγαλύτερο ποσό είναι €683,44 (Λ.Κ. 400).

 

Τα έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του πρωτόδικου Δικαστηρίου και Ανωτάτου Δικαστηρίου αντίστοιχα και εγκριθούν επίσης αντίστοιχα από το Δικαστήριο.

 

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο