Ζωγράφου Πέτρος και Άλλοι ν. Drosoneri Farm Limited (2015) 1 ΑΑΔ 1119

ECLI:CY:AD:2015:A362

(2015) 1 ΑΑΔ 1119

[*1119]21 Μαΐου, 2015

 

[ΠΑΝΑΓΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

1. ΠΕΤΡΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ,

2. ΑΝΤΗΣ ΣΦΗΚΑΣ,

3. ADAMKO CONSTRUCTIONS LIMITED,

 

Εφεσείοντες - Καθ’ ων η Αίτηση,

 

ν.

 

DROSONERI FARM LIMITED,

 

Eφεσιβλήτων - Αιτητών.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 379/2012)

 

 

Έφεση ― Αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης περιγράμματος έφεσης ― Κανονισμοί 12 και 13(γ) του περί Εφέσεων (Προδικασία) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996 ― Εφαρμοστέες αρχές ― Η νομολογία ― Επιτρεπτική κατάληξη σε αίτηση παράτασης ― Από το σύνολο των γεγονότων δεν διαπιστωνόταν οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων των αντιδίκων.

 

Μαρτυρία ― Ένορκη δήλωση από δικηγόρο ― Η απαγόρευση αφορά στην όμνυση ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, ο οποίος είναι ή στη συνέχεια της διαδικασίας, καθίσταται μάρτυρας γεγονότων οπότε και θεωρείται ασυμβίβαστος ο περαιτέρω εκ μέρους του χειρισμός της υπόθεσης.

 

Οι εφεσίβλητοι δεν συμμορφώθηκαν με τις οδηγίες που είχαν δοθεί κατά το στάδιο της προδικασίας για την καταχώριση περιγραμμάτων αγόρευσης, σύμφωνα με τις πρόνοιες των σχετικών θεσμών, και καταχώρισαν αίτηση επιδιώκοντας την παράταση του χρόνου για την καταχώριση του περιγράμματος αγόρευσης τους κατά μία μέρα.

 

Σύμφωνα με ένορκη δήλωση δικηγόρου στο γραφείο των αιτητών-εφεσιβλήτων, που υποστήριζε την αίτηση, το περίγραμμα αγόρευσης των εφεσιβλήτων, δεδομένου ότι είχε παραληφθεί περίγραμμα αγόρευσης των εφεσειόντων στις 12.3.2014, θα έπρεπε να είχε καταχωριστεί μέχρι τις 25.4.2014. Ωστόσο η καταχώριση του δεν κατέστη εφικτή λό[*1120]γω μεγάλου φόρτου εργασίας, αφενός, και της έκτακτης απουσίας στο εξωτερικό, για προσωπικούς λόγους, του δικηγόρου που χειριζόταν την υπόθεση προσωπικά, αφετέρου. Σημειωνόταν στην εν λόγω ένορκη δήλωση ότι το περίγραμμα αγόρευσης είχε ετοιμαστεί, αντίγραφο δε παρουσιαζόταν στην ένορκη δήλωση ως τεκμήριο.

 

Οι εφεσείοντες 1 και 2 ενέστησαν στην αίτηση, προβάλλοντας  ουσιαστικά ότι χαρακτηριζόταν από γενικότητα και αοριστία, χωρίς να αποκαλύπτονταν ουσιαστικοί λόγοι που να δικαιολογούσαν το αίτημα. Πέραν τούτων, η αίτηση υποβλήθηκε, όπως υποστήριξαν, σε πολύ καθυστερημένο στάδιο, πέραν των επτά μηνών, μετά την καταχώριση της υποβολής του περιγράμματος των εφεσιβλήτων, χωρίς αυτή η καθυστέρηση να αιτιολογείτο.

 

Ανέδειξαν ακόμα ζήτημα παρατυπίας λόγω υποστήριξης της αίτησης από ένορκη δήλωση δικηγόρου.

 

Συναφείς λόγους ένστασης προέβαλαν και οι εφεσείοντες 3.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Ο Κανονισμός 12 του περί Εφέσεων (Προδικασία) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996, παρέχει τη δυνατότητα στο Εφετείο να παρατείνει την προθεσμία για την υποβολή περιγραμμάτων αγορεύσεων «εφόσον κρίνεται ότι το επιβάλλει το συμφέρον της δικαιοσύνης». Πρόκειται για ευρεία εξουσία.

 

2.  Η τήρηση των προθεσμιών που θέτουν οι θεσμοί έχει μεγάλη σπουδαιότητα για την άσκηση της δικαστικής λειτουργίας, η προθεσμία όμως μπορεί να παραταθεί, εφόσον διαπιστώνεται ότι με τη χαλάρωση δεν υπονομεύεται η απονομή της δικαιοσύνης.

 

3.  Βασικό κριτήριο είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης. Έχει νομολογηθεί ότι η δυνατότητα παράτασης του χρόνου παρέχεται ακόμα και μετά την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας.

 

4.  Τίθεται πάντοτε το ερώτημα κατά πόσο η αίτηση είναι δικαιολογημένη. Το δε έργο του Δικαστηρίου είναι να συνεκτιμήσει και αποτιμήσει το σύνολο των γεγονότων υπό το πρίσμα των συμφερόντων της δικαιοσύνης. Στην αποτίμηση των συμφερόντων της δικαιοσύνης, προέχει η διασφάλιση δικαίας δίκης, η οποία συναρτάται τόσο με το δικαίωμα εκατέρου των διαδίκων να ακουστεί στην υπόθεσή του, όσο και με τη διεκπεραίωση της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο.

[*1121]5.    Το ενδιαφέρον των εδώ εφεσιβλήτων να ακουστούν στην ακρόαση παρέμενε ζωντανό, παρά το χρονικό διάστημα από την εκπνοή της προθεσμίας μέχρι την καταχώριση της αίτησης, το οποίο δεν μπορούσε να χαρακτηρισθεί μικρό.

 

6.  Δεν μπορούσε να λεχθεί ότι οι εφεσίβλητοι εγκατέλειψαν αυτό το ενδιαφέρον τους, να αντιταχθούν στην έφεση των εφεσειόντων και να προωθήσουν τις δικές τους θέσεις. Ούτε να παραγνωριστεί ότι η έφεση δεν είχε ακόμη οριστεί, για λόγους που δεν οφείλονταν στους εφεσίβλητους, για ακρόαση.

 

7.  Από το σύνολο των γεγονότων που σχετίζονταν με την αίτηση δεν διαπιστωνόταν ότι υπήρχε οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων των εφεσειόντων που δεν μπορούσε να επανορθωθεί με την κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα.

 

8.  Με την έγκριση της αίτησης, δεν θα δημιουργείτο οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση στην υπόθεση, ενώ η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εναντίον της έγκρισης της αίτησης θα αποστερούσε από τους εφεσίβλητους το δικαίωμα τους να ακουστούν.

 

9.  Αναφορικά με την όμνηση από δικηγόρο, παρά το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, η νομολογία μας δεν απαγορεύει την όμνυση από δικηγόρο σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, που ο ομνύων δεν χειρίζεται την υπόθεση, ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση.

 

Η αίτηση επέτυχε με έξοδα εναντίον των αιτητών.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 1) (1966) 1 Α.Α.Δ. 49,

 

Δήμος Στροβόλου ν. Γιασεμίδου κ.ά. (1997) 3 Α.Α.Δ. 104,

 

Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323,

 

Κολλάτου ν. Παναγιώτου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 895,

 

Rybolovlev v. Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ 82,

 

Investylia Public Company Ltd ν. Γαβριηλίδου (2013) 1 Α.Α.Δ. 1202.

[*1122]Έφεση - Αίτηση.

 

Αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης αγόρευσης των Εφεσιβλήτων στα πλαίσια της Έφεσης από τους Αιτητές εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Στυλιανίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 442/2010), ημερομ. 10/8/2012.

 

Χρ. Φρακάλας για Ιωαννίδη, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές-Εφεσίβλητους.

 

Δ. Καρή (κα) για Κ. Μέσσιο, για τους Καθ’ ων η αίτηση 1 & 2-Εφεσείοντες 1 &2.

 

Σ. Χατζησέργης, για τους Καθ’ ων η αίτηση 3-Εφεσείοντες 3.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Π. Παναγή, Δ..

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι δεν συμμορφώθηκαν με τις οδηγίες που είχαν δοθεί κατά το στάδιο της προδικασίας για την καταχώριση περιγραμμάτων αγόρευσης, σύμφωνα με τις πρόνοιες των σχετικών θεσμών, και στις 7.11.2014 καταχώρισαν αίτηση επιδιώκοντας την παράταση του χρόνου για την καταχώριση του περιγράμματος αγόρευσης τους κατά μία μέρα.

 

Σύμφωνα με ένορκη δήλωση δικηγόρου στο γραφείο των αιτητών-εφεσιβλήτων, που υποστηρίζει την αίτηση, το περίγραμμα αγόρευσης των εφεσιβλήτων, δεδομένου ότι είχε παραληφθεί περίγραμμα αγόρευσης των εφεσειόντων στις 12.3.2014, θα έπρεπε να είχε καταχωριστεί μέχρι τις 25.4.2014. Ωστόσο η καταχώριση του δεν κατέστη εφικτή λόγω μεγάλου φόρτου εργασίας, αφενός, και της έκτακτης απουσίας στο εξωτερικό, για προσωπικούς λόγους, του δικηγόρου που χειριζόταν την υπόθεση προσωπικά, αφετέρου. Σημειώνεται στην εν λόγω ένορκη δήλωση ότι το περίγραμμα αγόρευσης έχει ετοιμαστεί, αντίγραφο δε παρουσιάζεται στην ένορκη δήλωση ως τεκμήριο.

 

Οι εφεσείοντες 1 και 2 ενίστανται στην αίτηση προβάλλοντας αριθμό λόγων που, κατά την άποψή τους, δεν επιτρέπουν την έγκρισή της. Διατείνονται ουσιαστικά ότι η αίτηση χαρακτηρίζεται από γενικότητα και αοριστία, χωρίς να αποκαλύπτονται ουσιαστικοί λόγοι που να δικαιολογούν το αίτημα. Καμία αναφορά δεν γί[*1123]νεται, για παράδειγμα, πότε προέκυψε ο φόρτος εργασίας, για πόσο συνεχίστηκε και για πόσο καιρό απουσίαζε ο δικηγόρος που χειρίζεται την υπόθεση για τους εφεσίβλητους. Πέραν τούτων, η αίτηση υποβάλλεται σε πολύ καθυστερημένο στάδιο, πέραν των επτά μηνών, μετά την καταχώριση της υποβολής του περιγράμματος των εφεσιβλήτων, χωρίς αυτή η καθυστέρηση να αιτιολογείται. Διατείνονται ακόμη ότι η αίτηση είναι παράτυπη και αντικανονική, αφού υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου, ενώ δεν αποκαλύπτεται κανένας λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ του αιτήματος. Ένσταση καταχώρισαν και οι εφεσείοντες 3, οι οποίοι θεωρούν ότι η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώριση του περιγράμματος των εφεσιβλήτων πλήττει και επηρεάζει ανεπανόρθωτα ουσιαστικά δικαιώματα των ιδίων, των μετόχων και διευθυντών τους, αφού λόγω ακύρωσης της διαιτητικής απόφασης, αντικείμενο της έφεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ανατράπηκε η ομαλή λειτουργία τους, με αποτέλεσμα να υποστούν ανεπανόρθωτη καταστροφή και να μην μπορούν να λειτουργήσουν ομαλά και να ανακάμψουν, λόγω αδυναμίας να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.

 

Ο Κ.13(γ) του περί Εφέσεων (Προδικασία) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996 («οι Κανονισμοί») προβλέπει ότι σε περίπτωση παράλειψης του εφεσίβλητου να καταχωρήσει περίγραμμα αγόρευσης, η έφεση ορίζεται για ακρόαση και ο εφεσίβλητος δεν δικαιούται να ακουστεί κατά την ακρόαση της έφεσης.

 

Ο Κ.12 παρέχει τη δυνατότητα στο Εφετείο να παρατείνει την προθεσμία για την υποβολή περιγραμμάτων αγορεύσεων «εφόσον κρίνεται ότι το επιβάλλει το συμφέρον της δικαιοσύνης». Πρόκειται για ευρεία εξουσία. Η τήρηση των προθεσμιών που θέτουν οι θεσμοί έχει μεγάλη σπουδαιότητα για την άσκηση της δικαστικής λειτουργίας (βλ. Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 1) (1966) 1 Α.Α.Δ. 49), η προθεσμία όμως μπορεί να παραταθεί, εφόσον διαπιστώνεται ότι με τη χαλάρωση δεν υπονομεύεται η απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Δήμος Στροβόλου ν. Γιασεμίδου κ.ά. (1997) 3 Α.Α.Δ. 104 και Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 323). Βασικό κριτήριο λοιπόν είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης. Έχει νομολογηθεί ότι η δυνατότητα παράτασης του χρόνου παρέχεται ακόμα και μετά την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας (βλ. Δήμος Στροβόλου ν. Γιασεμίδου κ.ά. (ανωτέρω)).

 

Τίθεται πάντοτε το ερώτημα κατά πόσο η αίτηση είναι δικαιολογημένη. Το δε έργο του Δικαστηρίου είναι να συνεκτιμήσει και [*1124]αποτιμήσει το σύνολο των γεγονότων υπό το πρίσμα των συμφερόντων της δικαιοσύνης. Όπως τονίστηκε στην Κολλάτου ν. Παναγιώτου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 895:

 

«Στην αποτίμηση των συμφερόντων της δικαιοσύνης, προέχει η διασφάλιση δικαίας δίκης, η οποία συναρτάται τόσο με το δικαίωμα εκατέρου των διαδίκων να ακουστεί στην υπόθεσή του, όσο και με τη διεκπεραίωση της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο.  Οι Θεσμοί έχουν ως κύριο αντικείμενο την καθιέρωση του θεσμικού πλαισίου για τη διασφάλιση δικαίας δίκης. Κάθε απόκλιση από αυτούς πρέπει να δικαιολογείται γίνεται δεκτή, εφόσον δεν αντιστρατεύεται τα θέσμια της δίκαιης δίκης, ως η περίπτωση της ηθελημένης αδιαφορίας για την τήρησή τους. Τα συμφέροντα του αντιδίκου, του διαδίκου που εξαιτείται την παράταση, λαμβάνονται υπόψη, όλως ιδιαίτερα, ο πιθανός επηρεασμός των ουσιαστικών, καθώς και των δικονομικών του δικαιωμάτων. Η τήρηση των διαδικαστικών κανόνων δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά το μέσο για την επίτευξη δικαίας δίκης.  Εφόσον παρέκκλιση από τα θέσμια δεν αναιρεί το σκοπό, αυτή αντιμετωπίζεται θετικά. Αντιμετωπίζεται αρνητικά, όταν αντιστρατεύεται τη διασφάλιση δικαίας δίκης, που εξυπακούει και την προστασία των δικαιωμάτων του αντιδίκου.»

 

Το ενδιαφέρον των εδώ εφεσιβλήτων να ακουστούν στην ακρόαση παραμένει ζωντανό, παρά το χρονικό διάστημα από την εκπνοή της προθεσμίας μέχρι την καταχώριση της αίτησης, το οποίο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί μικρό. Δεν μπορεί να λεχθεί ότι οι εφεσίβλητοι εγκατέλειψαν αυτό το ενδιαφέρον τους, να αντιταχθούν στην έφεση των εφεσειόντων και να προωθήσουν τις δικές τους θέσεις. Ούτε μπορεί να παραγνωριστεί ότι η έφεση δεν έχει ακόμη οριστεί, για λόγους που δεν οφείλονται στους εφεσίβλητους, για ακρόαση, αφού δεν είναι από τους εφεσίβλητους που εξαρτάται ο ορισμός της έφεσης, ενώ δεν φαίνεται να έχει ζητηθεί ο ορισμός της από τους εφεσείοντες.

 

Συνεκτιμήσαμε το σύνολο των γεγονότων που σχετίζονται με την αίτηση και δεν διαπιστώνουμε ότι υπάρχει οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων των εφεσειόντων που δεν μπορεί να επανορθωθεί με την κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα. Λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι με την έγκριση της αίτησης δεν θα δημιουργηθεί οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση στην υπόθεση, ενώ η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εναντίον της έγκρισης της αίτησης θα αποστερήσει από τους εφεσίβλητους το δικαίωμα τους να ακουστούν στην έφεση, κρί[*1125]νουμε ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης δικαιολογεί την έγκριση της αίτησης.

 

Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι δεν παραγνωρίζουμε τη θέση των εφεσειόντων περί παρατυπίας της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση λόγω όμνυσης της από δικηγόρο. Παρά το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, η νομολογία μας δεν απαγορεύει την όμνυση από δικηγόρο σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, που ο ομνύων δεν χειρίζεται την υπόθεση, ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση (βλ. Rybolovlev v.  Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ 82). Όπως έχει νομολογηθεί, «η απαγόρευση αφορά την όμνυση ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, ο οποίος είναι ή στη συνέχεια της διαδικασίας, καθίσταται μάρτυρας γεγονότων οπότε και θεωρείται ασυμβίβαστος ο περαιτέρω εκ μέρους του χειρισμός της υπόθεσης ….» (βλ. Investylia Public Company Ltd ν. Γαβριηλίδου (2013) 1(B) A.A. 1202).

 

Ο χρόνος για την υποβολή του περιγράμματος αγόρευσης των εφεσίβλητων παρατείνεται ως η αίτηση.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή στο τέλος.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα εναντίον των αιτητών.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο