Pavlou S. & Sons Constructions Ltd και Άλλος ν. Ιωσηφίνας Θεοδώρου και Άλλων (2015) 1 ΑΑΔ 1502

ECLI:CY:AD:2015:A480

(2015) 1 ΑΑΔ 1502

[*1502]6 Ιουλίου, 2015

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 119/2010)

 

(Αριθ. Αγωγής: 788/2005)

 

1. S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LTD,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΥΡΗΣ,

 

Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,

 

ν.

 

ΙΩΣΗΦΙΝΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

 

Εφεσίβλητης - Ενάγουσας.

 

 

(Αριθ. Αγωγής: 789/2005)

 

1. S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LTD,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΥΡΗΣ,

 

Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,

 

ν.

 

ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ-ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

 

Εφεσίβλητης - Ενάγουσας,

 

KAI

 

ΙΩΣΗΦΙΝΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Εφεσίβλητης - Τριτοδιαδίκου.

 

 

(Αριθ. Αγωγής: 790/2005)

 

1. S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LTD,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΥΡΗΣ,

Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,

[*1503]ν.

 

ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Εφεσίβλητης - Ενάγουσας,

KAI

 

ΙΩΣΗΦΙΝΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Εφεσίβλητης - Τριτοδιαδίκου.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 119/2010) 

 

 

Αμέλεια ― Παράβαση καθήκοντος ― Αιτιώδης συνάφεια ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης με την οποία εργοληπτική εταιρεία, εκρίθη υπεύθυνη για την πρόκληση αυτοκινητικού δυστυχήματος που είχε ως γενεσιουργό αιτία την ύπαρξη λακκούβας σε δρόμο όπου η εταιρεία είχε εκτελέσει έργα ― Απουσία προειδοποιητικών και σημάνσεων.

 

Αμέλεια ― Αιτιώδης συνάφεια ― Το θέμα της αιτιώδους συνάφειας αποφασίζεται ως πραγματικό γεγονός, με βάση τη συνηθισμένη απλή λογική ― Με βάση δε την προσαχθείσα μαρτυρία πρέπει να αποδειχθεί από τον ενάγοντα η παράβαση του καθήκοντος, ότι ήταν η αιτία της προκληθείσας ζημιάς.

 

Αστικά αδικήματα ― Δημόσια οχληρία ― Άρθρο 45 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ― Πρόκληση δυστυχήματος από την ύπαρξη λακκούβας σε δρόμο, λόγω απουσίας προειδοποιητικών και σημάνσεων ― Από τις ενέργειες και τις παραλείψεις της εφεσείουσας εργοληπτικής εταιρείας, θεμελιώθηκε τόσο το αστικό αδίκημα της αμέλειας όσο και αυτό της δημόσιας οχληρίας.

 

Πολιτική Δικονομία ― Διαδικασία τριτοδιαδίκου ― Διάταξη 10 ― Ο εναγόμενος σε τέτοια περίπτωση εθεωρείτο ενάγων και ο τριτοδιάδικος εναγόμενος ― Η Ειδοποίηση τριτοδιάδικου υπέχει μορφή αγωγής του εναγόμενου εναντίον του τριτοδιάδικου ― Ο τριτοδιάδικος όμως, δεν είναι εναγόμενος στην υφιστάμενη αγωγή του ενάγοντα εναντίον του εναγόμενου, εκτός αν ο ενάγων αποφασίσει και τον καταστήσει συνεναγόμενο.

 

Απόδειξη ― Μαρτυρία από τριτοδιάδικο ― Είναι ορθή η αρχή που καθορίζει η νομολογία ότι, η μαρτυρία του τριτοδιαδίκου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όσο ευνοϊκή και αν ήταν, για ν'’αποδείξει την υπόθεση του ο ενάγων, εναντίον του εναγομένου.

[*1504]Πολιτική Δικονομία ― Δικόγραφα ― Η νομική πτυχή δεν είναι απαραίτητο να δικογραφείται, εκτός σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

 

Στις 7 Φεβρουαρίου 2004 η Ιωσηφίνα Θεοδώρου οδηγώντας  αυτοκίνητο ιδιοκτησία της μητέρας της Χρυσάνθης Χατζηκυριάκου Θεοδώρου, με συνεπιβάτιδα την αδελφή της Μυρσίνη Θεοδώρου, ενεπλάκη σε δυστύχημα, όταν απώλεσε τον έλεγχο του οχήματος της.

 

Κατ’ ισχυρισμό της, αιτία του δυστυχήματος ήταν μια «λακκούβα», πλάτους 80 εκατοστών, μήκους 140 εκατοστών και βάθους 3-5 εκατοστών, που υπήρχε στην οδό Κρεμαστής Ρόδου, στο χωριό Επισκοπή, από οδικά έργα που εκτελούσαν η εφεσείουσα εταιρεία S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LTD.

 

Ως αποτέλεσμα τούτου, η Ιωσηφίνα ήγειρε αγωγή (788/2005) για τις σωματικές βλάβες που υπέστη. Το ίδιο έκαμε και η Μυρσίνη (Αγωγή 790/2005). Η Χρυσάνθη, διεκδίκησε αποζημιώσεις για την προκληθείσα ζημιά στο αυτοκίνητο της (Αγωγή 789/2005). Στο πλαίσιο των δύο τελευταίων αγωγών οι εφεσείοντες κατέστησαν ως τριτοδιάδικο, την Ιωσηφίνα. Ταυτοχρόνως, οι αγωγές συνενώθηκαν μετά από σχετικό διάταγμα του δικαστηρίου.

 

Μέσα σ’ αυτό το δικονομικό πλέγμα ακούστηκαν και οι τρεις αγωγές, εφ’ όλης της ύλης. Δεν αποφασίστηκε, κατά πρώτο, το θέμα της ευθύνης και μετά να υπάρξει διαχωρισμός, έτσι ώστε η κάθε μια από τις αγωγές να ακολουθήσει την πορεία επί των δικών της ιδιαιτεροτήτων.

 

Σε κάποιο στάδιο συμφωνήθηκαν οι ειδικές αποζημιώσεις που διεκδικούντο και στις τρεις αγωγές και κατατέθηκαν εκ συμφώνου τα ιατρικά πιστοποιητικά που αφορούσαν τους τραυματισμούς που υπέστησαν οι Ιωσηφίνα και Μυρσίνη.

 

Σύμφωνα με τα πρωτόδικα ευρήματα στις 7.2.04 και γύρω στις 8:15 το βράδυ η Ιωσηφίνα οδηγούσε εκείνη τη μέρα το πιο πάνω αναφερόμενο όχημα με συνοδηγό την αδελφή της Μυρσίνη Θεοδώρου. Και οι δύο τους φορούσαν τις ζώνες ασφαλείας τους. Το όριο ταχύτητας στο σημείο ήταν 50χλμ ανά ώρα και η ταχύτητα τους ήταν εντός του ορίου αυτού. Αφού εισήλθε στην οδό Κρεμαστής Ρόδου στην Επισκοπή οδηγούσε με ανατολική κατεύθυνση κρατώντας κανονικά το μέσο της πλευράς της πορείας της.

 

Σε κάποιο σημείο του δρόμου όπου υπήρχε ελαφριά στροφή προς τα αριστερά, σύμφωνα με την πορεία της, η Ιωσηφίνα πρόσεξε ξαφνι[*1505]κά μπροστά της σε απόσταση περίπου 8-10 μέτρων μια λακκούβα μέσα στο δρόμο, στην αριστερή άκρη της ασφάλτου σύμφωνα με την πορεία της, μέσα στην οποία υπήρχε ένας κώνος σηματοδότησης χρώματος πορτοκαλί, ο οποίος δεν είχε φωσφόρο πάνω του και ήταν κομμένος από τη μέση και πάνω. Μόλις είδε μπροστά της τη λακκούβα και τον κώνο τρόμαξε, φοβήθηκε ότι αν κτυπήσει μέσα μπορεί να σκοτωθεί και ενστικτωδώς αντέδρασε για να αποφύγει τον υπό αναφορά κίνδυνο κάνοντας αμέσως απότομο ελιγμό προς τα δεξιά, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της και κατ' επέκταση τον έλεγχο του αυτοκινήτου, το οποίο αφού κινήθηκε ακυβέρνητο για απόσταση 70 μέτρων από τη λακκούβα εξήλθε από το δρόμο στη δεξιά μεριά του σε σχέση με την πορεία του και χτύπησε σε δέντρο, το οποίο βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από το δρόμο.

 

Ο δρόμος μετά τη λακκούβα είχε μια ελαφριά κλίση προς τα αριστερά σύμφωνα με την πορεία της οδηγού. Η υπό αναφορά λακκούβα είχε πλάτος 80 εκατοστά, μήκος 140 εκατοστά προς τα δυτικά και 2 μέτρα προς τα ανατολικά και βάθος 3-5 εκατοστά. Το πλάτος του επίδικου αυτοκινήτου ήταν 1.50 μέτρο. Κατά το χρόνο του δυστυχήματος ο δρόμος μπροστά από το όχημα της Ιωσηφίνας ήταν άδειος και δεν ερχόταν από απέναντι της αυτοκίνητο. Στη σκηνή δεν εντοπίσθηκαν ίχνη τροχοπέδησης. Η οδός Κρεμαστής Ρόδου είναι δρόμος ευρείας κυκλοφορίας και κατά τον επίδικο χρόνο είχε συνολικό πλάτος στο σημείο όπου βρισκόταν η λακκούβα 6.60 μέτρα. Περαιτέρω κοντά στο σημείο της λακκούβας δεν υπήρχαν σπίτια ενώ στην απέναντι από αυτήν πλευρά του δρόμου υπήρχε ένας πάσσαλος φωτισμού, ο οποίος όμως το βράδυ του ατυχήματος δεν άναβε. Ο επόμενος πάσσαλος φωτισμού στο δρόμο, ο οποίος άναβε, βρισκόταν περίπου 42 μέτρα ανατολικότερα της λακκούβας. Τόσο η Ιωσηφίνα όσο και η αδελφή της τραυματίσθηκαν από το δυστύχημα και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού.

 

Οι εναγόμενοι 1, εργοληπτική εταιρεία, είχαν αναλάβει κατά τον ουσιώδη χρόνο το διαχωρισμό σε οικόπεδα περιοχής γειτνιάζουσας του υπό αναφορά δημόσιου δρόμου.

 

Μετά την ολοκλήρωση σχετικής επιχωμάτωσης οι εναγόμενοι 1 παρέδωσαν το δρόμο στην κυκλοφορία και είχαν, πλην του αναφερόμενου κώνου, άρει τη σηματοδότηση. Από τότε και μέχρι την ημέρα του δυστυχήματος ο δρόμος ήταν χωρίς οποιαδήποτε άλλα προειδοποιητικά ή σήμανση. Τα έργα πεζοδρομοποίησης έγιναν από τους εναγόμενους 1 και ολοκληρώθηκαν περί τον Απρίλιο, Μάιο του 2004.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε, καταρχάς, ότι η αιτία του [*1506]δυστυχήματος ήταν οι πράξεις και παραλείψεις των εφεσειόντων. Στη συνέχεια αποφάσισε ότι, η εφεσίβλητη/τριτοδιάδικος (Ιωσηφίνα) δεν είχε οποιαδήποτε συντρέχουσα αμέλεια και επιβεβαίωσε την αποκλειστική ευθύνη των εφεσειόντων για το δυστύχημα.

 

Ακολούθως, επιδίκασε €60.000 ως αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες που υπέστη η Ιωσηφίνα, επιπροσθέτως του ποσού των €11.533 πλέον τόκους ως ειδικές αποζημιώσεις (Αγωγή 788/2005). Ποσό €15.000 επιδικάστηκε στη Μυρσίνη ως γενικές αποζημιώσεις επιπροσθέτως του ποσού των €803 για κάλυψη των ειδικών αποζημιώσεων (Αγωγή 790/2005). Στη Χρυσάνθη επιδικάστηκαν €3.246 ως ειδικές αποζημιώσεις (Αγωγή 789/2005). Η απαίτηση εναντίον του τότε δεύτερου εναγόμενου (Ανδρέα Πούρη) απορρίφθηκε. Επίσης, απορριπτέα κρίθηκε και η διαδικασία τριτοδιαδίκου που υπήρχε στις Αγωγές 789 και 790/2005.

 

Τέλος, το πρωτόδικο δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα της διαδικασίας σε βάρος των εφεσειόντων. Τα έξοδα δε της διαδικασίας τριτοδιαδίκου επιδικάστηκαν τόσο εναντίον των εφεσειόντων όσο και εναντίον του τότε εναγόμενου 2.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

Τέταρτος λόγος έφεσης:

 

Υπήρξε κακοδικία, η οποία προέκυπτε από τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης, και ιδιαιτέρως της προσαγωγής μαρτυρίας κατά την προώθηση της διαδικασίας τριτοδιαδίκου.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η αναγκαιότητα προσκόμισης μαρτυρίας από πλευράς τριτοδιαδίκου ήταν αναπόφευκτη. Δεν υπήρχε έρεισμα στο παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας επί του προκειμένου.

 

2.  Το δικαστήριο ανέπτυξε, σε έκταση, τους λόγους απόρριψης της εκδοχής της εφεσείουσας εταιρείας για αμέλεια της Ιωσηφίνας.

 

3.  Αναφορικά με το παράπονο για τις παρεμβάσεις του δικηγόρου της Ιωσηφίνας κατά το στάδιο της διαδικασίας, μπορεί να ήταν πολλές, πλην, όμως, από τη στιγμή που είχε δικαίωμα να αντεξετάσει τους μάρτυρες της ενάγουσας, κατ’ επέκταση είχε τη δυνατότητα να λαμβάνει μέρος στη διαδικασία. Θα πρέπει, όμως, το δικαστήριο να εκδίδει, στην κατάλληλη περίπτωση, τις δέουσες οδη[*1507]γίες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της δίκης και του τρόπου εξέτασης και αντεξέτασης έτσι ώστε να αποφεύγονται παρεμβάσεις.

 

4.  Στην προκείμενη περίπτωση δεν διαπιστώθηκε να είχαν επηρεαστεί τα δικαιώματα της εφεσείουσας εταιρείας, έχοντας παρουσιάσει τη μαρτυρία που επιθυμούσε και αντεξετάσει τους μάρτυρες της τριτοδιαδίκου.

 

Πρώτος λόγος έφεσης:

 

Ήταν λανθασμένη η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου κατά πόσο υπήρχε επικινδυνότητα στο δρόμο και κατά πόσο η λακκούβα συνδεόταν, με οποιοδήποτε τρόπο, ως αιτιώδης συνάφεια του ζημιογόνου αποτελέσματος. Λανθασμένα δε το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε συμπέρασμα ύπαρξης δημοσίας οχληρίας χωρίς τούτο να δικογραφείται.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το δικαστήριο ασχολήθηκε με τη νομική πτυχή του αστικού αδικήματος της δημοσίας οχληρίας, σύμφωνα με το Άρθρο 45 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 και με το αστικό αδίκημα της αμέλειας του Άρθρου 51 του Κεφ. 148.

 

2.  Δεν ήταν ορθή η σχετική εισήγηση ότι το δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με τη μαρτυρία από πλευράς υπουργείου Εργασίας. Η όλη κατάσταση στη σκηνή περιλαμβανομένης της υψομετρικής διαφοράς της λακκούβας με το υπόλοιπο ασφάλτινο μέρος του δρόμου κατατέθηκε από το Μ.Ε. 1, Αστυφ. 2815, η μαρτυρία του οποίου, όπως αναφέρθηκε από το δικαστήριο, δεν αμφισβητήθηκε επί τούτου.

 

3.  Η όλη μαρτυρία επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι υπήρχε η λακκούβα, όπως αυτή έχει περιγραφεί, χωρίς οποιαδήποτε σήμανση, χωρίς επαρκή φωτισμό και εντός της λακκούβας υπήρχε κώνος μικρού μεγέθους, που όπως αποδείχθηκε ήταν το ½ συνήθους κώνου, χωρίς αντανακλαστικά.

 

4.  Αναφορικά με το παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας ότι η ύπαρξη της λακκούβας δεν είχε καμία απολύτως συνάφεια με το ζημιογόνο αποτέλεσμα, η νομολογία υποδεικνύει ότι το θέμα της αιτιώδους συνάφειας αποφασίζεται ως πραγματικό γεγονός, με βάση τη συνηθισμένη απλή λογική. Με βάση δε την προσαχθείσα μαρτυρία πρέπει να αποδειχθεί από τον ενάγοντα η παράβαση του καθήκοντος, ότι ήταν η αιτία της προκληθείσας ζημιάς.

[*1508]5.    Το δικαστήριο έκαμε αποδεκτή τη μαρτυρία της οδηγού Ιωσηφίνας. Η μαρτυρία αυτή είχε ως βάση ότι η εν λόγω οδηγός ταξιδεύοντας στο συγκεκριμένο δρόμο, μετά την ύπαρξη ελαφράς αριστερής στροφής, αντίκρισε σε απόσταση 8 με 10 μέτρων τη λακκούβα και τον κώνο, όπως έχει περιγραφεί πιο πάνω.

 

6.  Στην προσπάθεια της να αποφύγει τη λακκούβα έκαμε ελιγμό δεξιά, απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγηθεί εκτός δρόμου και να συγκρουστεί σε παρακείμενο δέντρο.

 

7.  Η μαρτυρία που είχε αποδεχτεί το δικαστήριο είναι εντός του πλαισίου της δυνατότητας του εκδικάζοντος δικαστή, ο οποίος βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα από το Εφετείο να αξιολογήσει τους μάρτυρες.

 

8.  Αναφορικά με την εισήγηση περί μη δικογράφισης του ζητήματος της δημόσιας οχληρίας το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης από το πρωτόδικο δικαστήριο, η νομική πτυχή δεν είναι απαραίτητο να δικογραφείται, εκτός σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

 

9.  Η εφεσίβλητη δικογράφησε στην παράγραφο 5 της Εκθέσεως Απαιτήσεως της τις λεπτομέρειες αμέλειας που αποδίδει στην εφεσείουσα εταιρεία. Μέσα από αυτό το πλέγμα των ισχυρισμών που θέτει, εάν διαπιστώνεται και η ύπαρξη άλλου αγώγιμου δικαιώματος, το δικαστήριο μπορεί να της το αποδώσει χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε τροποποίηση των δικογράφων.

 

10. Εν πάση περιπτώσει, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι από τις ενέργειες και τις παραλείψεις της εφεσείουσας εταιρείας θεμελιώθηκε «τόσο το αστικό αδίκημα της αμέλειας όσο και αυτό της δημόσιας οχληρίας».

 

Δεύτερος λόγος έφεσης:

 

Αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων και περί μη ορθής αιτιολόγησης της δικαστικής απόφασης και παρερμηνείας της νομολογίας:

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το δικαστήριο ασχολήθηκε σε έκταση με τη μαρτυρία κάθε μάρτυρα που παρουσιάστηκε ενώπιον του, για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Παραθέτει πειστικούς λόγους, γιατί είχε, ενώ επισημαίνει τη διαφοροποίηση που υπήρχε μεταξύ της μαρτυρίας [*1509]της Ιωσηφίνας και της Μυρσίνης για το θέμα του κώνου, αποδεχτεί τελικώς τη μαρτυρία της Ιωσηφίνας και καταλήγει στα δικά του συμπεράσματα.

 

2.  Παράπονο επίσης προβάλλεται σε συνάρτηση και με τη μαρτυρία του Π. Πούρη, Μ.Υ.1. Το δικαστήριο ασχολείται σε έκταση με αυτό το μάρτυρα και παραθέτει τα σχόλια και τις παρατηρήσεις του γιατί θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας δεν έγινε πιστευτός.

 

3.  Παράλληλα, το δικαστήριο επισημαίνει ότι η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα έρχεται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην υπεράσπιση και αναφέρεται στην παράγραφο 1(β).

 

4.  Δεν ήταν ορθή η εισήγηση περί μη ορθής αιτιολόγησης της δικαστικής απόφασης και παρερμήνευσης της νομολογίας.

 

5.  Το δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στη νομολογία, έχει εντάξει το θέμα των παραλείψεων της εφεσείουσας εταιρείας σε έκταση και κατέληξε σε θετικό συμπέρασμα, αναφερόμενο, μεταξύ άλλων, στη συμπεριφορά της.

 

6.  Από τη στιγμή που δεν υπήρχε οδικός φωτισμός, επί του σημείου, θα έπρεπε να φωταγωγηθεί για να είναι ορατό το σημείο της λακκούβας ή να υπάρχει ικανοποιητική προειδοποίηση για τους επερχόμενους οδηγούς.

 

7.  Ούτε αναλάμποντες φανοί υπήρχαν αλλά ούτε και φωσφορούχοι κώνοι. Η ανυπαρξία αυτών των μέτρων ήταν το αίτιο που εμπόδισε την Ιωσηφίνα να αντιληφθεί τον προαναφερόμενο κίνδυνο από μικρή απόσταση και στην προσπάθεια της να τον αποφύγει έκαμε απότομο ελιγμό, που είχε ως αποτέλεσμα αυτή να χάσει τις αισθήσεις της και το αυτοκίνητο ανεξέλεγκτο να βγει εκτός δρόμου και να συγκρουστεί σε παρακείμενο δέντρο.

 

Πέμπτος λόγος έφεσης:

 

Λανθασμένα εκρίθη ότι η εφεσείουσα υπέχει ευθύνη για το εν λόγω δυστύχημα, αφού το έργο είχε ολοκληρωθεί και παραδοθεί στην κυκλοφορία υπό την ευθύνη του Κοινοτικού Συμβουλίου Επισκοπής.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το θέμα αυτό δεν μπορούσε σε εκείνο το στάδιο να αποτελέσει  αντικείμενο συζήτησης καθότι εάν η εφεσείουσα εταιρεία θεωρού[*1510]σε ότι ο δρόμος, στην κατάσταση που βρισκόταν, ήταν ευθύνη τρίτων, θα έπρεπε να προχωρήσει με την ανάλογη διαδικασία έτσι ώστε το Κοινοτικό Συμβούλιο ή οποιαδήποτε άλλη Αρχή να προστεθεί ως συνεναγόμενος.

 

2.  Κάτι το οποίο δεν έγινε, συνεπώς το θέμα δεν μπορούσε να είχε έρεισμα προς συζήτηση.

 

Έβδομος λόγος έφεσης:

 

Το δικαστήριο δεν χρησιμοποίησε «την κοινή λογική» για να καταλήξει στο συγκεκριμένο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα εταιρεία υπέχει ευθύνη για το ατύχημα.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η υπόθεση την οποία επικαλέστηκαν οι συνήγοροι της εφεσείουσας δεν σχετιζόταν με τα επίδικα γεγονότα.

 

2.  Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στα συμπεράσματα του αναλύοντας την πραγματική μαρτυρία και αποδεχόμενο την εκδοχή που προβλήθηκε από την ενάγουσα, δεν διαπιστωνόταν λάθος στην εν λόγω προσέγγιση.

 

Τρίτος λόγος έφεσης:

 

Το εύρημα του δικαστηρίου με το οποίο απορρίφθηκε η διαδικασία τριτοδιαδίκου:

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι υπήρξε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του ατυχήματος και της λακκούβας, ήταν αναπόφευκτο ότι θα κατέληγε και στην ανυπαρξία ευθύνης για συνεισφορά στη ζημιά που προκλήθηκε στη Μυρσίνη και Χρυσάνθη.

 

2.  Ως προς το επιχείρημα για τα έξοδα του τότε εφεσείοντα 2, το δικαστήριο απορρίπτοντας την αγωγή εναντίον του, καταδίκασε την ενάγουσα για την προκληθείσα δαπάνη του.

 

3.  Σε συνάρτηση με τη διαδικασία τριτοδιαδίκου το δικαστήριο καταδίκασε αμφότερους τους εφεσείοντες, στην καταβολή των εξόδων της Ιωσηφίνας. Ενόψει, όμως, της απόρριψης της αγωγής ενα[*1511]ντίον του εφεσείοντα 2, ήταν ορθό και δίκαιο όπως μην επιδικαστούν έξοδα εναντίον του για τη διαδικασία τριτοδιαδίκου και η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιήθηκε επί τούτου.

 

Έκτος λόγος έφεσης:

 

Η αμφισβήτηση της ορθότητας της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με τους τραυματισμούς που υπέστησαν η Ιωσηφίνα και η Μυρσίνη, ως επίσης και για το ύψος των επιδικασθέντων αποζημιώσεων:

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Μια εκ συμφώνου κατατεθείσα μαρτυρία δεσμεύει αμφότερες τις πλευρές και το δικαστήριο θεωρεί ότι αυτή είναι η προσέγγιση αμφοτέρων των πλευρών.

 

2.  Κατά το στάδιο των αγορεύσεων πρωτοδίκως, έγινε αναφορά σε διαφοροποιήσεις που υπάρχουν μεταξύ των ιατρικών πιστοποιητικών, και το πρωτόδικο δικαστήριο ασχολήθηκε σε έκταση με το θέμα και ιδιαιτέρως προχώρησε σε ανάλυση των, κατά την άποψη του, διαφορών που υπάρχουν τόσο στα πιστοποιητικά που αφορούν την Ιωσηφίνα όσο και στα πιστοποιητικά που αφορούν τη Μυρσίνη.

 

3.  Η προσέγγιση του Δικαστηρίου ήταν ορθή, λαμβανομένου υπόψη ότι από τη μαρτυρία που κατατέθηκε από όλα τα πιστοποιητικά καταδεικνύονταν οι τραυματισμοί που είχαν υποστεί οι δύο ενάγουσες.

 

4.  Αναφορικά με το ύψος των επιδικασθέντων αποζημιώσεων ο προβληθείς ισχυρισμός περί υπερβολικότητας ενείχε μια γενικότητα που δεν έπειθε ότι υπήρξε λάθος από πλευράς του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

5.  Οι σωματικές βλάβες, όπως αναλύονται στη δικαστική απόφαση, δικαιολογούσαν την κατάληξη πρωτοδίκως ως προς το ύψος αυτού του μέρους των αποζημιώσεων, κατάληξη η οποία στηρίχθηκε σε σωστή ανάλυση της σχετικής νομολογίας.

 

Η έφεση αναφορικά  με τα επιδικασθέντα έξοδα της διαδικασίας τριτοδιαδίκου εναντίον του εφεσείοντα 2, επιτράπηκε.

 

Ενόψει της επιτυχίας της έφεσης του εφεσείοντα 2, επιδικάστη[*1512]καν έξοδα υπέρ του, μειωμένα κατά τα 4/5.

 

Τα υπόλοιπα ευρήματα του δικαστηρίου και η επί του προκειμένου απόφαση παρέμεινε αναλλοίωτη και η έφεση επ’ αυτών απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Η έφεση επέτυχε μερικώς.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Νικήτα ν. Medcon Constructions Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 643,

 

Κτηνοτροφική Επιχ. Π & Π Πέτρου Λτδ ν. Γενικού Εισαγγελέα (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2075,

 

Supatan v. Περιστιάνη (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1286,

 

Ζερβού κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2192,

 

Σαββίδης ν. White (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 567.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Εναγομένους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Τιμοθέου, Ε.Δ.), (Αγωγές Αρ. 788/2005,789/2005,790/2005), ημερομ. 3/3/2010.

 

Σ. Σωφρονίου με Χ. Ιωάννου, για τους Εφεσείοντες-Εναγόμενους.

 

Κ. Χατζηπιέρας, για την Εφεσίβλητη-Ενάγουσα.

 

Φρ. Βερεσιέ (κα), για την Εφεσίβλητη-Τριτοδιάδικο στις Αγωγές Αρ. 789/2005 και 790/2005.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα εκφωνηθεί από τον υποφαινόμενο.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 7 Φεβρουαρίου 2004 η Ιωσηφίνα Θεοδώρου οδηγώντας το αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής ΒΑΜ701, ιδιοκτησία της μητέρας της Χρυσάνθης Χατζηκυριάκου Θεοδώρου, με συνεπιβάτιδα την αδελφή της Μυρσίνη Θεο[*1513]δώρου, είχε εμπλακεί σε δυστύχημα.

 

Κατ’ ισχυρισμό της Ιωσηφίνας, αιτία του δυστυχήματος ήταν μια «λακκούβα», πλάτους 80 εκατοστών, μήκους 140 εκατοστών και βάθους 3-5 εκατοστών, που υπήρχε στην οδό Κρεμαστής Ρόδου, στο χωριό Επισκοπή, από οδικά έργα που εκτελούσαν η εταιρεία S. PAVLOU & SONS CONSTRUCTIONS LTD (η εφεσείουσα εταιρεία).

 

Ως αποτέλεσμα τούτου, η Ιωσηφίνα κίνησε αγωγή (788/2005) για τις σωματικές βλάβες που υπέστη. Το ίδιο έκαμε και η Μυρσίνη (790/2005). Η Χρυσάνθη, διεκδίκησε αποζημιώσεις για την προκληθείσα ζημιά στο αυτοκίνητο της (789/2005). Στο πλαίσιο των δύο τελευταίων αγωγών οι εφεσείοντες κατέστησαν ως τριτοδιάδικο, την Ιωσηφίνα. Ταυτοχρόνως, οι αγωγές συνενώθηκαν μετά από σχετικό διάταγμα του δικαστηρίου.

 

Μέσα σ’ αυτό το δικονομικό πλέγμα ακούστηκαν και οι τρεις αγωγές, εφ’ όλης της ύλης. Δεν αποφασίστηκε, κατά πρώτο, το θέμα της ευθύνης  και μετά να υπάρξει διαχωρισμός, έτσι ώστε η κάθε μια από τις αγωγές να ακολουθήσει την πορεία επί των δικών της ιδιαιτεροτήτων.

 

Σε κάποιο στάδιο συμφωνήθηκαν οι ειδικές αποζημιώσεις που διεκδικούντο και στις τρεις αγωγές και κατατέθηκαν εκ συμφώνου τα ιατρικά πιστοποιητικά που αφορούσαν τους τραυματισμούς που υπέστησαν οι Ιωσηφίνα και Μυρσίνη.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε, κατ’ αρχάς, ότι η αιτία του δυστυχήματος ήταν οι πράξεις και παραλείψεις των εφεσειόντων. Στη συνέχεια αποφάσισε ότι, η εφεσίβλητη/τριτοδιάδικος (Ιωσηφίνα) δεν είχε οποιαδήποτε συντρέχουσα αμέλεια και επιβεβαίωσε την αποκλειστική ευθύνη των εφεσειόντων για το δυστύχημα.

 

Ακολούθως, επιδίκασε €60.000 ως αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες που υπέστη η Ιωσηφίνα, επιπροσθέτως του ποσού των €11.533 πλέον τόκους ως ειδικές αποζημιώσεις (Αγωγή 788/2005). Ποσό €15.000 επιδικάστηκε στη Μυρσίνη ως γενικές αποζημιώσεις επιπροσθέτως του ποσού των €803 για κάλυψη των ειδικών αποζημιώσεων (Αγωγή 790/2005). Στη Χρυσάνθη επιδικάστηκαν €3.246 ως ειδικές αποζημιώσεις (Αγωγή 789/2005). Η απαίτηση εναντίον του τότε δεύτερου εναγόμενου (Ανδρέα Πούρη) απορρίφθηκε. Επίσης, απορριπτέα κρίθηκε και η διαδικασία τρι[*1514]τοδιαδίκου που υπήρχε στις Αγωγές 789 και 790/2005.

 

Τέλος, το πρωτόδικο δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα της διαδικασίας σε βάρος των εφεσειόντων. Τα έξοδα δε της διαδικασίας τριτοδιαδίκου επιδικάστηκαν τόσο εναντίον των εφεσειόντων όσο και εναντίον του τότε εναγόμενου 2.

 

Λόγοι έφεσης

 

Η απόφαση αμφισβητήθηκε σε όλο της το εύρος με επτά λόγους έφεσης. Οι πλείστοι των λόγων έφεσης αφορούν την εφεσείουσα εταιρεία πλην του λόγου έφεσης 3, αναφορικά με τα επιδικασθέντα έξοδα εναντίον του τότε εναγομένου και νυν εφεσείοντα 2. Ορισμένοι εξ αυτών μπορούν να ταξινομηθούν και εξεταστούν συλλογικά.

 

Αρχικώς, αμφισβητήθηκαν τα συμπεράσματα του δικαστηρίου αναφορικά με την επικινδυνότητα του δρόμου και κατά πόσο η              εν λόγω λακκούβα συνδεόταν, αιτιωδώς, με το ζημιογόνο αποτέλεσμα (1ος λόγος έφεσης). Επίσης, με τον ίδιο λόγο αμφισβητείται και η ανυπαρξία δικογραφημένης θέσης από πλευράς της εφεσίβλητης ως προς την οχληρία ή την αμέλεια.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης αμφισβητείται η ορθότητα των τελικών ευρημάτων του δικαστηρίου, με έμφαση στην κατ’ ισχυρισμό, λανθασμένη αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εταιρεία ισχυρίζεται ότι κακώς το πρωτόδικο δικαστήριο απάλλαξε την τριτοδιάδικο από οποιαδήποτε ευθύνη έναντι των εναγουσών στις Αγωγές 789 και 790/2005. Παράλληλα, ο εφεσείων 2 παραπονείται για την έκδοση διαταγής και καταδίκης του, αναφορικά με τα έξοδα της τριτοδιαδίκου.

 

Η ακολουθητέα από το δικαστήριο διαδικασία ως προς τον τρόπο προσαγωγής της μαρτυρίας της τριτοδιαδίκου ήταν, όπως υποβλήθηκε με τον τέταρτο λόγο έφεσης, λανθασμένος και επηρεάστηκε η δίκαιη δίκη στην οποία οι εφεσείοντες δικαιούνται.

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η ορθότητα του ευρήματος αμέλειας που το πρωτόδικο δικαστήριο καταλόγισε στους εφεσείοντες, εισηγούμενοι επί τούτου, ότι ευθύνη φέρει και «ο ιδιοκτήτης» του έργου, Κοινοτικό Συμβούλιο Επισκοπής, δοθέντος ότι το έργο είχε περατωθεί και παραδοθεί.

[*1515]Το ύψος των επιδικασθέντων γενικών αποζημιώσεων προκρίνεται ως λανθασμένο, όπως υποστήριξαν οι εφεσείοντες με τον έκτο λόγο έφεσης, ιδιαιτέρως γιατί υπήρξε λανθασμένη ερμηνεία των ιατρικών πιστοποιητικών που κατατέθηκαν τα οποία, όπως προβλήθηκε, περιείχαν αλληλοσυγκρουόμενα στοιχεία.

 

Με τον τελευταίο λόγο έφεσης (έβδομο) οι εφεσείοντες αμφισβητούν τα δεδομένα που χρησιμοποίησε το δικαστήριο για να καταλήξει στο συμπέρασμα ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της λακκούβας και του ζημιογόνου αποτελέσματος, εισηγούμενοι ότι τα εν λόγω συμπεράσματα έρχονται σε αντίθεση με την κοινή λογική.

 

Πριν προχωρήσουμε σε ανάλυση των λόγων έφεσης θεωρούμε κατάλληλο στάδιο να καταγράψουμε τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, ως προς τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης:

 

"Η Ιωσηφίνα Θεοδώρου ήταν κατά τον επίδικο χρόνο ηλικίας 20 ετών, φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου στη Λευκωσία και κατά τα σαββατοκυρίακα και τις διακοπές διέμενε με τους γονείς της στο χωριό Επισκοπή της Επαρχίας Λεμεσού. Το αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής ΒΑΜ071 ήταν ιδιοκτησία της μητέρας αυτής Χρυσάνθης Χατζηκυριάκου Θεοδώρου και η Ιωσηφίνα καλυπτόταν από ασφάλεια για να το οδηγεί. Τα Χριστούγεννα του 2003 και την περίοδο της πρωτοχρονιάς του 2004 η Ιωσηφίνα τα πέρασε στο σπίτι των γονιών της. Έφυγε από εκεί μετά την πρωτοχρονιά και επέστρεψε ξανά για πρώτη φορά στις 7.2.04.

 

Στις 7.2.04 και γύρω στις 8:15 το βράδυ η Ιωσηφίνα οδηγώντας για πρώτη φορά εκείνη τη μέρα το πιο πάνω αναφερόμενο όχημα με συνοδηγό την αδελφή της Μυρσίνη Θεοδώρου 18 χρονών ξεκίνησε από το σπίτι τους στην Επισκοπή για να πάνε στο κέντρο του χωριού να πάρουν φαγητό. Και οι δύο τους φορούσαν τις ζώνες ασφαλείας τους. Το όριο ταχύτητας στο σημείο ήταν 50χλμ ανά ώρα και η ταχύτητα τους ήταν εντός του ορίου αυτού. Αφού εισήλθε στην οδό Κρεμαστής Ρόδου στην Επισκοπή οδηγούσε με ανατολική κατεύθυνση κρατώντας κανονικά το μέσο της πλευράς της πορείας της. Σε κάποιο σημείο του δρόμου όπου υπήρχε ελαφριά στροφή προς τα αριστερά, σύμφωνα με την πορεία της, η Ιωσηφίνα πρόσεξε ξαφνικά μπροστά της σε απόσταση περίπου 8-10 μέτρων μια λακκούβα μέσα στο δρόμο, στην αριστερή άκρη της ασφάλτου σύμφωνα με την πορεία της, μέσα στην οποία υπήρ[*1516]χε ένας κώνος σηματοδότησης χρώματος πορτοκαλί, ο οποίος δεν είχε φωσφόρο πάνω του και ήταν κομμένος από τη μέση και πάνω. Μόλις είδε μπροστά της τη λακκούβα και τον κώνο τρόμαξε, φοβήθηκε ότι αν κτυπήσει μέσα μπορεί να σκοτωθεί και ενστικτωδώς αντέδρασε για να αποφύγει τον υπό αναφορά κίνδυνο κάνοντας αμέσως απότομο ελιγμό προς τα δεξιά, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της και κατ’ επέκταση τον έλεγχο του αυτοκινήτου, το οποίο αφού κινήθηκε ακυβέρνητο για απόσταση 70 μέτρων από τη λακκούβα εξήλθε από το δρόμο στη δεξιά μεριά του σε σχέση με την πορεία του και χτύπησε σε δέντρο, το οποίο βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από το δρόμο. Η Ιωσηφίνα βρήκε ξανά τις αισθήσεις της όταν πλέον την έβγαλαν από το αυτοκίνητο. Ο δρόμος μετά τη λακκούβα είχε μια ελαφριά κλίση προς τα αριστερά σύμφωνα με την πορεία της οδηγού. Η υπό αναφορά λακκούβα είχε πλάτος 80 εκατοστά, μήκος 140 εκατοστά προς τα δυτικά και 2 μέτρα προς τα ανατολικά και βάθος 3-5 εκατοστά. Το πλάτος του επίδικου αυτοκινήτου ήταν 1.50 μέτρο. Κατά το χρόνο του δυστυχήματος ο δρόμος μπροστά από το όχημα της Ιωσηφίνας ήταν άδειος και δεν ερχόταν από απέναντι της αυτοκίνητο. Στη σκηνή δεν εντοπίσθηκαν ίχνη τροχοπέδησης. Η οδός Κρεμαστής Ρόδου είναι δρόμος ευρείας κυκλοφορίας και κατά τον επίδικο χρόνο είχε συνολικό πλάτος στο σημείο όπου βρισκόταν η λακκούβα 6.60 μέτρα. Περαιτέρω κοντά στο σημείο της λακκούβας δεν υπήρχαν σπίτια ενώ στην απέναντι από αυτήν πλευρά του δρόμου υπήρχε ένας πάσσαλος φωτισμού, ο οποίος όμως το βράδυ του ατυχήματος δεν άναβε. Ο επόμενος πάσσαλος φωτισμού στο δρόμο, ο οποίος άναβε, βρισκόταν περίπου 42 μέτρα ανατολικότερα της λακκούβας. Τόσο η Ιωσηφίνα όσο και η αδελφή της τραυματίσθηκαν από το δυστύχημα και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού.

 

Οι εναγόμενοι 1, εργοληπτική εταιρεία, είχαν αναλάβει κατά τον ουσιώδη χρόνο το διαχωρισμό σε οικόπεδα περιοχής γειτνιάζουσας του υπό αναφορά δημόσιου δρόμου. Επειδή σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους θα έπρεπε να υδροδοτήσουν τα εν λόγω οικόπεδα αυτά έπρεπε να συνδεθούν με τον κύριο αγωγό, ο οποίος ήταν κατά μήκος του δημόσιου δρόμου. Για το λόγο αυτό μετά από άδεια έκαναν εκσκαφή. Συγκεκριμένα όταν ξεκίνησαν την εκσκαφή σηματοδότησαν επαρκώς το δρόμο με τις κατάλληλες προειδοποιητικές πινακίδες και είχαν βάλει κώνους και φαναράκια. Όσον αφορά την εκσκαφή έκοψαν με ειδικό μηχάνημα την άσφαλτο του δρόμου, η οποία είχε πάχος [*1517]περίπου 9 εκατοστά και μπήκαν σε μικρή απόσταση μέσα στο δημόσιο δρόμο και συνδέθηκαν με τον υπόγειο αγωγό περίπου 1.20 μέτρα βάθος. Στη συνέχεια ακολούθησαν μια πορεία μέσα στο χωμάτινο αυλάκι παραπλεύρως του δρόμου. Μετά το πέρας της εργασίας αυτής τοποθέτησαν χώματα τα οποία συμπίεζαν ανά 20 εκατοστά και στο τέλος περί τα 20 εκατοστά για τελευταία στρώση ανέμειξαν χαβάρα με αμμοχάλικα. Στη συνέχεια τοποθέτησαν πάνω από την εν λόγω επιχωμάτωση ένα πορτοκαλί, μη φωσφορούχο κώνο. Η επιχωμάτωση αυτή ολοκληρώθηκε περίπου ένα μήνα πριν τις 7.2.04. Αυτό που έγινε δεν ήταν κάτι μόνιμο και χρησιμοποιήθηκε αυτή η μέθοδος γιατί στο σημείο εκεί που έγινε η εκσκαφή θα γινόταν αργότερα πεζοδρόμιο. Μετά την ολοκλήρωση της επιχωμάτωσης οι εναγόμενοι 1 παρέδωσαν το δρόμο στην κυκλοφορία και είχαν, πλην του αναφερόμενου κώνου, άρει τη σηματοδότηση. Από τότε και μέχρι την ημέρα του δυστυχήματος ο δρόμος ήταν χωρίς οποιαδήποτε άλλα προειδοποιητικά ή σήμανση. Τα έργα πεζοδρομοποίησης έγιναν από τους εναγόμενους 1 και ολοκληρώθηκαν περί τον Απρίλιο, Μάιο του 2004."

 

Τέταρτος λόγος έφεσης

 

Όπως σημειώσαμε πιο πάνω, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εφεσειόντων έδωσαν έμφαση στην κακοδικία, όπως τη χαρακτήρισαν, που προκύπτει από τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης, και ιδιαιτέρως της προσαγωγής μαρτυρίας κατά την προώθηση της διαδικασίας τριτοδιαδίκου.

 

Το τι ακολούθησε ουσιαστικώς, είπε ο κ. Ιωάννου, ήταν μια επιτυχής μέθοδος παρουσίασης αντικρουστικής μαρτυρίας από την Ιωσηφίνα με την έγκριση του δικαστηρίου. Οι τρεις μάρτυρες για την τριτοδιάδικο είχαν, με τη μαρτυρία τους, προωθήσει την απαίτηση της Ιωσηφίνας, ως ενάγουσας, πράγμα ανεπίτρεπτο κατά την έκφρασή του.

 

Περαιτέρω, το παράπονο επεκτάθηκε και στην προσφερθείσα, κατά παράβαση των κανόνων της δίκαιης δίκης, δυνατότητα στο συνήγορο της Ιωσηφίνας, ως ενάγουσας, να αντεξετάζει και να παρεμβαίνει στη διαδικασία, ενώ η τελευταία εκπροσωπείτο από άλλο δικηγόρο.

 

Στην υπόθεση Νικήτα ν. Medcon Constructions Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 643, που έκαμε αναφορά και ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, αναλύεται σε έκταση η διαδικασία τρι[*1518]τοδιαδίκου και ο ρόλος που ουσιαστικώς διαδραματίζει σε μια ήδη υπάρχουσα αγωγή μεταξύ ενάγοντος και εναγομένου. Ιδιαιτέρως στη σελ. 653 αναφέρεται:

 

"Η Διαδικασία Τριτοδιάδικου αντλεί την προέλευσή της από τη Δ.16 των παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών, των οποίων οι βασικές πρόνοιες είναι όμοιες με τις πρόνοιες της δικής μας Δ.10. Η διαδικασία αυτή δημιουργήθηκε στην Αγγλία με το Νόμο Judicature Act 1873 και θεωρήθηκε ότι ήταν μια διαδικασία ανάλογη με αγωγή, που καταχωρείτο από τον εναγόμενο σε υπάρχουσα αγωγή εναντίον του τριτοδιάδικου. Ο εναγόμενος σε τέτοια περίπτωση εθεωρείτο ενάγων και ο τριτοδιάδικος εναγόμενος. Επομένως, η Ειδοποίηση Τριτοδιάδικου υπέχει μορφή αγωγής του εναγόμενου εναντίον του τριτοδιάδικου (βλ. McCheane v. Jyles (1902) 1 Ch.D. 287). Μετά την επίδοση της Ειδοποίησης Τριτοδιαδίκου, ο τριτοδιάδικος καθίσταται διάδικος στην αγωγή αυτή και έχει τα ίδια δικαιώματα σχετικά με την υπεράσπισή του ως εάν να είχε εναχθεί με κανονική αγωγή από τον εναγόμενο. Ο τριτοδιάδικος όμως, δεν είναι εναγόμενος στην υφιστάμενη αγωγή του ενάγοντα εναντίον του εναγόμενου, εκτός αν ο ενάγων αποφασίσει και τον καταστήσει συνεναγόμενο. Η Διαδικασία Τριτοδιαδίκου είναι εντελώς ξεχωριστή και ανεξάρτητη διαδικασία από την προϋπάρχουσα αγωγή (βλ. Stott v. West Yorkshire Road Car Co. [1971] 3 All E.R. 534, Annual Practice 1958, σελ. 381 κ.ε.)."

 

Είναι, όμως, απαραίτητο να σκιαγραφηθεί η φύση της υπόθεσης και ο ρόλος που κάθε πλευρά θα διαδραμάτιζε στην επίδικη διαφορά.

 

Η ενάγουσα Ιωσηφίνα, με τη δική της αγωγή προσδιόρισε την αμέλεια, (παρ. 5 της Ε/Απαίτησης), που καταλόγιζε στους εφεσείοντες – εναγομένους. Οι τελευταίοι με την Υπεράσπιση τους (παρ. 5), αφού απορρίπτουν τους πιο πάνω ισχυρισμούς καταλογίζουν ευθύνη στην Ιωσηφίνα για το ατύχημα, δίδοντας και λεπτομέρειες αμέλειας. Την ιδία γραμμή ακολούθησαν και υπερασπιζόμενοι και τις δύο άλλες αγωγές της Μυρσίνης και της Χρυσάνθης. Στη διαδικασία τριτοδιαδίκου επίσης κατηγορείται για αμέλεια η Ιωσηφίνα και παρατίθενται πανομοιότυπες λεπτομέρειες αμέλειας (παρ. 4).

 

Παρατηρούμε συναφώς μια κοινή γραμμή πλεύσης από πλευράς της εφεσείουσας εταιρείας. Είναι ορθή η αρχή που καθορίζει η νομολογία ότι, η μαρτυρία του τριτοδιαδίκου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όσο ευνοϊκή και αν ήταν, για ν’ αποδείξει την [*1519]υπόθεση του ο ενάγων, εναντίον του εναγομένου.

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν δόθηκαν, κατά το αρχικό στάδιο της δίκης, ειδικές οδηγίες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας. Το πρωτόδικο δικαστήριο, το αναγνώρισε, πριν την έναρξη της προσαγωγής μαρτυρίας από την τριτοδιάδικο και προκαθόρισε τη διαδικασία κατ’ αναλογία της προβλεπόμενης στη Δ.33, θ. 7, των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Προσδιορίστηκαν οι εναγόμενοι ως πρώτο μέρος και η τριτοδιάδικος ως δεύτερο μέρος.

 

Σ’ αυτό το πλαίσιο η τριτοδιάδικος κάλεσε τρεις μάρτυρες.

 

Η αμέλεια που αποδόθηκε στην εφεσείουσα εταιρεία είχε ως βάση τη μαρτυρία του Αστυφ. 2815 Π. Χρυσοστόμου, την οποία το δικαστήριο χαρακτήρισε ως μη αμφισβητηθείσα. Ήταν ο μάρτυρας που ετοίμασε το σχέδιο της σκηνής και κατέθεσε την ύπαρξη της λακκούβας και του κώνου εντός αυτής, απορρίπτοντας την εκδοχή που προβλήθηκε από το Μ.Υ.1 Π. Πούρη.

 

Την ιδία θετική εντύπωση είχε δημιουργήσει και η Ιωσηφίνα ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος. Αυτό είναι που οδήγησε το δικαστήριο σε εύρημα ύπαρξης ευθύνης της εφεσείουσας εταιρείας.

 

Αναπόφευκτα η μαρτυρία που πρόσφερε η Ιωσηφίνα, ως τριτοδιάδικος, στόχο είχε να ανασκευάσει τον ισχυρισμό της εφεσείουσας εταιρείας ότι η ιδία ήταν αμελής.

 

Ο Ανδρέας Ανδρέου (Μ.Τρ. 1) είχε επισκεφθεί τη σκηνή του ατυχήματος υπό την ιδιότητα του επιθεωρητή του Γραφείου Εργασίας, και δεν πρόσθεσε οτιδήποτε στην υπόθεση. Ο                     Δρ. Κωστάκης Χατζηβασίλης (Μ.Τρ. 2), ειδικός νευρολόγος ψυχίατρος, κατέθεσε για τον τρόπο αντίδρασης ενός οδηγού όταν βρεθεί υπό συνθήκες αγωνίας. Ο δε Επαμεινώνδας Μπούρας (Μ.Τρ. 3) κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας διερεύνησης ατυχημάτων.

 

Η εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων της εφεσείουσας εταιρείας θα είχε βάση αν δεν υπήρχε ανάλογη, αλλά περί του αντιθέτου, μαρτυρία από πλευράς εφεσείουσας – εναγομένης.

 

Ο Π. Πούρης (Μ.Υ. 1) περιέγραψε τις εργασίες που έγιναν από               την εφεσείουσα εταιρεία και την κατάσταση του δρόμου την επίδικη περίοδο. Ο Π. Βανέζης (Μ.Υ. 2) κλήθηκε ως ειδικός εμπειρογνώμονας επί της διερεύνησης ατυχημάτων. Ο μάρτυρας περιέγραψε τη [*1520]σκηνή και τον τρόπο που θα έπρεπε να είχε κινηθεί το αυτοκίνητο, την ταχύτητα που ανέπτυξε και τον τρόπο αντίδρασης της οδηγού.

 

Παρατηρούμε συναφώς ότι, η αναγκαιότητα προσκόμισης μαρτυρίας από πλευράς τριτοδιαδίκου ήταν αναπόφευκτη. Δεν βρίσκουμε έρεισμα στο παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας επί του προκειμένου. Το δικαστήριο ανέπτυξε, σε έκταση, τους λόγους απόρριψης της εκδοχής της εφεσείουσας εταιρείας για αμέλεια της Ιωσηφίνας.

 

Αναφορικά με το παράπονο για τις παρεμβάσεις του δικηγόρου της Ιωσηφίνας κατά το στάδιο της διαδικασίας, μπορεί να ήταν πολλές, πλην, όμως, από τη στιγμή που είχε δικαίωμα να αντεξετάσει τους μάρτυρες της ενάγουσας, κατ’ επέκταση είχε τη δυνατότητα να λαμβάνει μέρος στη διαδικασία. Θα πρέπει, όμως, το δικαστήριο να εκδίδει, στην κατάλληλη περίπτωση, τις δέουσες οδηγίες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της δίκης και του τρόπου εξέτασης και αντεξέτασης έτσι ώστε να αποφεύγονται παρεμβάσεις.

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν διαπιστώνουμε να έχουν επηρεαστεί τα δικαιώματα της εφεσείουσας εταιρείας, έχοντας παρουσιάσει τη μαρτυρία που επιθυμούσε και αντεξετάσει τους μάρτυρες της τριτοδιαδίκου.

 

Ως εκ των ανωτέρω, ο τέταρτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Πρώτος λόγος έφεσης

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εταιρεία αμφισβητεί την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου κατά πόσο υπήρχε επικινδυνότητα στο δρόμο και κατά πόσο η λακκούβα συνδεόταν, με οποιοδήποτε τρόπο, ως αιτιώδης συνάφεια του ζημιογόνου αποτελέσματος. Παράλληλα, η εφεσείουσα εταιρεία παραπονείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε συμπέρασμα ύπαρξης δημοσίας οχληρίας χωρίς τούτο να δικογραφείται.

 

Πρέπει από την αρχή να σημειώσουμε ότι το δικαστήριο ασχολήθηκε με τη νομική πτυχή του αστικού αδικήματος της δημοσίας οχληρίας, σύμφωνα με το Άρθρο 45 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 και με το αστικό αδίκημα της αμέλειας του Άρθρου 51 του Κεφ. 148.

 

Στο πλαίσιο του περιγράμματος αγόρευσης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι κάμνουν ευρύτατη αναφορά στη μαρτυρία του μάρτυρα Α. [*1521]Ανδρέου (Μ.Τρ. 1), αναφορικά με την επικινδυνότητα του δρόμου, εξεταζόμενο από πλευράς του Γραφείου Εργασίας. Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση ότι το δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με τη μαρτυρία αυτή, αλλά η όλη κατάσταση στη σκηνή περιλαμβανομένης της υψομετρικής διαφοράς της λακκούβας με το υπόλοιπο ασφάλτινο μέρος του δρόμου κατατέθηκε από το Μ.Ε. 1, Αστυφ. 2815, Π. Χρυσοστόμου η μαρτυρία του οποίου, όπως αναφέρθηκε από το δικαστήριο, δεν αμφισβητήθηκε επί τούτου. Παράλληλα, παραγνωρίζεται από τους συνηγόρους το γεγονός ότι η όλη μαρτυρία που έχει προσαχθεί από πλευράς της Ιωσηφίνας δεν ήταν ότι η αιτία του ατυχήματος ήταν το γεγονός ότι περνώντας πάνω από τη λακκούβα απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της και προκλήθηκε δυστύχημα. Η όλη μαρτυρία επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι υπήρχε η λακκούβα, όπως την έχουμε περιγράψει πιο πάνω, χωρίς οποιαδήποτε σήμανση, χωρίς επαρκή φωτισμό και εντός της λακκούβας υπήρχε κώνος μικρού μεγέθους, που όπως αποδείχθηκε ήταν το ½ συνήθους κώνου, χωρίς αντανακλαστικά. Συνεπώς, ορθώς το δικαστήριο δεν ασχολήθηκε περαιτέρω με αυτό το θέμα αναφορικά με τη μαρτυρία του Α. Ανδρέου.

 

Προτού ασχοληθούμε με το παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας ότι η ύπαρξη της λακκούβας δεν είχε καμία απολύτως συνάφεια με το ζημιογόνο αποτέλεσμα, θεωρούμε αναγκαίο να παραθέσουμε πώς η νομολογία εξετάζει το θέμα της αιτιώδους συνάφειας.

 

Στην υπόθεση Κτηνοτροφική Επιχ. Π & Π Πέτρου Λτδ ν. Γενικού Εισαγγελέα (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2075 τονίστηκε ότι η αιτιώδης συνάφεια αποφασίζεται ως πραγματικό γεγονός, με βάση τη συνηθισμένη απλή λογική. Με βάση δε την προσαχθείσα μαρτυρία πρέπει να αποδειχθεί από τον ενάγοντα η παράβαση του καθήκοντος, ότι ήταν η αιτία της προκληθείσας ζημιάς.

 

Το δικαστήριο έκαμε αποδεκτή τη μαρτυρία της οδηγού Ιωσηφίνας. Η μαρτυρία αυτή είχε ως βάση ότι η εν λόγω οδηγός ταξιδεύοντας στο συγκεκριμένο δρόμο, μετά την ύπαρξη ελαφράς αριστερής στροφής, αντίκρισε σε απόσταση 8 με 10 μέτρων τη λακκούβα και τον κώνο, όπως τον έχουμε περιγράψει πιο πάνω. Στην προσπάθεια της να αποφύγει τη λακκούβα έκαμε ελιγμό δεξιά, απώλεσε τον έλεγχο του αυτοκινήτου της, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγηθεί εκτός δρόμου και να συγκρουστεί σε παρακείμενο δέντρο. Αυτά τα οποία περιγράφουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι αναφορικά με το κατά πόσο η οδηγός οδηγούσε με μεγαλύτερη ταχύτητα ή έκαμε λανθασμένη εκτίμηση του κινδύνου, ή συνομιλούσε με τη συνοδηγό της, βρίσκονται στο επίπεδο εικασιών τα οποία το δικαστήριο δεν έχει κάμει αποδεκτά. Συνεπώς, η μαρτυρία που έχει αποδεχτεί το δικαστήριο είναι [*1522]εντός του πλαισίου της δυνατότητας του εκδικάζοντος δικαστή, ο οποίος βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα από το Εφετείο να αξιολογήσει τους μάρτυρες. Το Εφετείο δεν επεμβαίνει σε ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου δικαστηρίου εκτός εάν πεισθεί, που στην προκείμενη περίπτωση δεν συμβαίνει, ότι η κατάληξη του δικαστηρίου ήταν λανθασμένη ή βρισκόταν σε αντίθεση με την προσαχθείσα μαρτυρία ή αντίκειται στην κοινή λογική. (Supatan v. Περιστιάνη (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1286 και Ζερβού κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2192).

 

Το τρίτο σκέλος του λόγου αυτού έχει σχέση με τη δικογράφηση του αγώγιμου δικαιώματος της Ιωσηφίνας. Οι συνήγοροι, όπως έχει ήδη σημειωθεί, εισηγήθηκαν ότι το θέμα της δημόσιας οχληρίας δεν δικογραφείται ενώ αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης από το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Τα δικόγραφα θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα ουσιώδη γεγονότα επί των οποίων ένας διάδικος θα στηριχτεί για να προωθήσει την υπόθεση του. Η νομική πτυχή δεν είναι απαραίτητο να δικογραφείται, εκτός σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Η εφεσίβλητη δικογράφησε στην παράγραφο 5 της Εκθέσεως Απαιτήσεως της τις λεπτομέρειες αμέλειας που αποδίδει στην εφεσείουσα εταιρεία. Μέσα από αυτό το πλέγμα των ισχυρισμών που θέτει, εάν διαπιστώνεται και η ύπαρξη άλλου αγώγιμου δικαιώματος, το δικαστήριο μπορεί να της το αποδώσει χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε τροποποίηση των δικογράφων. Εν πάση περιπτώσει, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι από τις ενέργειες και τις παραλείψεις της εφεσείουσας εταιρείας θεμελιώθηκε «τόσο το αστικό αδίκημα της αμέλειας όσο και αυτό της δημόσιας οχληρίας».

 

Συνεπώς δεν έχει έρεισμα ο λόγος αυτός και απορρίπτεται.

 

Δεύτερος λόγος έφεσης

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της εφεσείουσας εταιρείας ασχολούνται με την αξιοπιστία των μαρτύρων, παρόλο που, όπως ορθώς επισημαίνουν στο περίγραμμα αγόρευσης τους, το Εφετείο δεν επεμβαίνει, πλην ελάχιστων περιπτώσεων, και παραθέτουν προς τούτο νομολογία.

 

Εξειδικεύοντας το θέμα οι συνήγοροι επανέρχονται στο θέμα της μαρτυρίας του Α. Ανδρέου (Μ.Τρ. 1), για τον οποίο έχουμε ήδη ασχοληθεί στο πλαίσιο εξέτασης του πρώτου λόγου έφεσης. Το παράπονο που παρατίθεται είναι ότι τόσο για τον εν λόγω μάρτυρα [*1523]όσο και για άλλους μάρτυρες το δικαστήριο, όπως προβάλλεται, «επέδειξε επιλεκτική και μονομερή κατά των εναγομένων μνήμη».

 

Με όλο το σεβασμό προς τους ευπαίδευτους συνηγόρους, η εν λόγω εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Το δικαστήριο ασχολήθηκε σε έκταση με τη μαρτυρία κάθε μάρτυρα που παρουσιάστηκε ενώπιον του, για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Παραθέτει πειστικούς λόγους, κατά την άποψη μας, γιατί είχε, ενώ επισημαίνει τη διαφοροποίηση που υπήρχε μεταξύ της μαρτυρίας της Ιωσηφίνας και της Μυρσίνης για το θέμα του κώνου, αποδεχτεί τελικώς τη μαρτυρία της Ιωσηφίνας και καταλήγει στα δικά του συμπεράσματα. Παράπονο επίσης προβάλλεται σε συνάρτηση με τη μαρτυρία του Π. Πούρη, Μ.Υ.1. Το δικαστήριο ασχολείται σε έκταση με αυτό το μάρτυρα και παραθέτει τα σχόλια και τις παρατηρήσεις του γιατί θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας δεν έγινε πιστευτός. Γίνεται ευρυτάτη αναφορά γιατί δεν έγινε πιστευτός ο ισχυρισμός του αναφορικά με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η λακκούβα την ημέρα του ατυχήματος, που έρχεται σε αντίθεση με τη μαρτυρία του μάρτυρα αστυνομικού, του οποίου η μαρτυρία έμεινε αναντίλεκτη. Παράλληλα, το δικαστήριο επισημαίνει ότι η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα έρχεται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην υπεράσπιση και αναφέρεται στην παράγραφο 1(β). 

 

Ως εκ τούτου, θεωρούμε το επιχείρημα αβάσιμο και απορρίπτεται.

 

Το τελευταίο σκέλος που προβάλλεται στο συγκεκριμένο λόγο, είναι ότι το δικαστήριο δεν αιτιολόγησε σωστά την απόφαση του και παρερμήνευσε τη νομολογία. Ούτε αυτή η εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους καθότι το δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στη νομολογία, έχει εντάξει το θέμα των παραλείψεων της εφεσείουσας εταιρείας σε έκταση και κατέληξε σε θετικό συμπέρασμα, αναφερόμενο, μεταξύ άλλων, στη συμπεριφορά της. Από τη στιγμή που δεν υπήρχε οδικός φωτισμός, επί του σημείου, θα έπρεπε να φωταγωγηθεί για να είναι ορατό το σημείο της λακκούβας ή να υπάρχει ικανοποιητική προειδοποίηση για τους επερχόμενους οδηγούς. Ούτε αναλάμποντες φανοί υπήρχαν αλλά ούτε και φωσφορούχοι κώνοι. Η ανυπαρξία αυτών των μέτρων ήταν το αίτιο που εμπόδισε την Ιωσηφίνα να αντιληφθεί τον προαναφερόμενο κίνδυνο από μικρή απόσταση και στην προσπάθεια της να τον αποφύγει έκαμε απότομο ελιγμό, που είχε ως αποτέλεσμα αυτή να χάσει τις αισθήσεις της και το αυτοκίνητο ανεξέλεγκτο να βγει εκτός δρόμου και να συγκρουστεί σε παρακείμενο δέντρο. Δεν θεωρούμε, συνεπώς, ότι υπάρχει έρεισμα σε αυτό το παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας.

[*1524]Πέμπτος λόγος έφεσης

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εταιρεία ισχυρίζεται ότι κακώς βρέθηκε ότι υπέχει ευθύνη για το εν λόγω δυστύχημα, αφού το έργο είχε ολοκληρωθεί και παραδοθεί στην κυκλοφορία υπό την ευθύνη του Κοινοτικού Συμβουλίου Επισκοπής. Το θέμα αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει τώρα αντικείμενο συζήτησης καθότι εάν η εφεσείουσα εταιρεία θεωρούσε ότι ο δρόμος, στην κατάσταση που βρισκόταν, ήταν ευθύνη τρίτων, θα έπρεπε να προχωρήσει με την ανάλογη διαδικασία έτσι ώστε το Κοινοτικό Συμβούλιο ή οποιαδήποτε άλλη Αρχή να προστεθεί ως συνεναγόμενος. Κάτι το οποίο δεν έγινε, συνεπώς το θέμα δεν μπορεί να έχει έρεισμα προς συζήτηση.

 

Έβδομος λόγος έφεσης

 

Με τον έβδομο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εταιρεία θεωρεί ότι το δικαστήριο δεν χρησιμοποίησε «την κοινή λογική» για να καταλήξει στο συγκεκριμένο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα εταιρεία υπέχει ευθύνη για το ατύχημα.

 

Μέσα σ’ αυτό τον ευρύτατο, σε αιτιολογία, λόγο έφεσης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι καταπιάνονται ουσιαστικώς με όλα τα θέματα που άπτοντο της πορείας του αυτοκινήτου της Ιωσηφίνας. Εξειδικεύονται διάφορα θέματα όπως, το θέμα του βάθους της λακκούβας, της ύπαρξης του κώνου, της ενδεχόμενης βιαιότητας πρόσκρουσης στο δένδρο, των προκληθέντων τραυματισμών, για να υποστηρίξουν ότι το κριτήριο της κοινής λογικής δεν εφαρμόστηκε ορθώς από το δικαστήριο. Έγινε αναφορά στην υπόθεση Σαββίδης ν. White (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 567.

 

Με όλο το σεβασμό προς τους ευπαίδευτους συνηγόρους τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής δεν έχουν καμιά σχέση με την υπό εξέταση υπόθεση. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στα συμπεράσματα του αναλύοντας την πραγματική μαρτυρία και αποδεχόμενο την εκδοχή που προβλήθηκε από την ενάγουσα και δεν διαπιστώνουμε λάθος στην εν λόγω προσέγγιση.

 

Τρίτος λόγος έφεσης

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης, όπως είναι διατυπωμένος, εικάζουμε ότι αμφισβητείται το εύρημα του δικαστηρίου με το οποίο απορρίφθηκε η διαδικασία τριτοδιαδίκου. Ο προβληθείς ισχυρισμός της εφεσείουσας εταιρείας ήταν ότι, το ατύχημα προήλθε από τον αμελή τρόπο με τον οποίο οδηγούσε η Ιωσηφίνα. Από τη στιγμή που το [*1525]πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι υπήρξε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του ατυχήματος και της λακκούβας, ήταν αναπόφευκτο ότι θα κατέληγε και στην ανυπαρξία ευθύνης για συνεισφορά στη ζημιά που προκλήθηκε στη Μυρσίνη και Χρυσάνθη. Συνεπώς και αυτό το σκέλος του λόγου αυτού δεν έχει έρεισμα.

 

Ως προς το επιχείρημα για τα έξοδα του τότε εφεσείοντα 2, σημειώνουμε ότι το δικαστήριο απορρίπτοντας την αγωγή εναντίον του, καταδίκασε την ενάγουσα για την προκληθείσα δαπάνη του.

 

Σε συνάρτηση με τη διαδικασία τριτοδιαδίκου το δικαστήριο καταδίκασε αμφότερους τους εφεσείοντες, στην καταβολή των εξόδων της Ιωσηφίνας. Ενόψει, όμως, της απόρριψης της αγωγής εναντίον του εφεσείοντα 2, θεωρούμε ότι είναι ορθό και δίκαιο όπως μην επιδικαστούν έξοδα εναντίον του για τη διαδικασία τριτοδιαδίκου και διαφοροποιούμε την πρωτόδικη απόφαση επί τούτου.

 

Έκτος λόγος έφεσης

 

Με τον έκτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εταιρεία αμφισβητεί                  την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με τους τραυματισμούς που υπέστησαν η Ιωσηφίνα και η Μυρσίνη. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι εισηγούνται ότι, τα ιατρικά πιστοποιητικά που κατατέθηκαν εκ συμφώνου (τεκμήριο 1 και 2 για την Ιωσηφίνα και 3 και 4 για τη Μυρσίνη), συγκρούονται μεταξύ τους σε ουσιώδη σημεία και ως εκ τούτου, όπως εισηγήθηκαν, δεν θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο και η πρωτόδικη απόφαση επί τούτου να παραμεριστεί.

 

Με όλο το σεβασμό προς τους ευπαίδευτους συνηγόρους, μια εκ συμφώνου κατατεθείσα μαρτυρία δεσμεύει αμφότερες τις πλευρές και το δικαστήριο θεωρεί ότι αυτή είναι η προσέγγιση αμφοτέρων των πλευρών. Κατά το στάδιο των αγορεύσεων πρωτοδίκως, έγινε αναφορά σε διαφοροποιήσεις που υπάρχουν μεταξύ των ιατρικών πιστοποιητικών, και το πρωτόδικο δικαστήριο ασχολήθηκε σε έκταση με το θέμα και ιδιαιτέρως προχώρησε σε ανάλυση των, κατά την άποψη του, διαφορών που υπάρχουν τόσο στα πιστοποιητικά που αφορούν την Ιωσηφίνα όσο και στα πιστοποιητικά που αφορούν τη Μυρσίνη. Θεωρούμε ότι η προσέγγιση του δικαστηρίου ήταν ορθή, λαμβανομένου υπόψη ότι από τη μαρτυρία που κατατέθηκε από όλα τα πιστοποιητικά καταδεικνύονται οι τραυματισμοί που είχαν υποστεί οι δύο ενάγουσες στην προκείμενη περίπτωση και ως εκ τούτου, το παράπονο της εφεσείουσας εταιρείας κρίνεται ανεδαφικό και απορρίπτεται.

[*1526]Οι συνήγοροι εισηγήθηκαν επίσης ότι τα επιδικασθέντα ποσά με τη μορφή των γενικών αποζημιώσεων ήτοι, ποσό €60.000 για την Ιωσηφίνα και €15.000 για τη Μυρσίνη ήταν υπερβολικά και δεν δικαιολογούνταν από τα ιατρικά πιστοποιητικά. Έχουμε αναλύσει τη δικαστική προσέγγιση αναφορικά με τα τεθέντα ιατρικά πιστοποιητικά και ο προβληθείς ισχυρισμός ενέχει μια γενικότητα που δεν πείθει ότι υπήρξε λάθος από πλευράς του πρωτόδικου δικαστηρίου. Επί τούτου οι σωματικές βλάβες, όπως αναλύονται στη δικαστική απόφαση, δικαιολογούν την κατάληξη πρωτοδίκως ως προς το ύψος αυτού του μέρους των αποζημιώσεων, κατάληξη η οποία στηρίζεται σε σωστή ανάλυση της σχετικής νομολογίας.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω και ο λόγος αυτός απορρίπτεται.

 

Ενόψει του γεγονότος ότι έχουμε αποδεχθεί την έφεση, αναφορικά με τα επιδικασθέντα έξοδα της διαδικασίας τριτοδιαδίκου εναντίον του εφεσείοντα 2, η έφεση του επιτυγχάνει.

 

Η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με τα έξοδα της τριτοδιαδίκου που επιβλήθηκαν σε βάρος του εφεσείοντα 2 διαφοροποιείται και διαγράφεται.

 

Τα υπόλοιπα ευρήματα του δικαστηρίου και η επί του προκειμένου απόφαση παραμένει αναλλοίωτη και η έφεση επ’ αυτών απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της διαδικασίας της έφεσης, επιδικάζονται υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας εταιρείας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Ενόψει της επιτυχίας της έφεσης του εφεσείοντα 2, αυτός δικαιούται στην επιδίκαση εξόδων, πλην, όμως, λαμβανομένου υπόψη ότι είχε προωθηθεί η έφεση του σε συνάρτηση με την εφεσείουσα εταιρεία, αντιπροσωπεύθηκε από τους ίδιους δικηγόρους, αλλά κυρίως η έφεση του κάλυπτε ένα μέρος του λόγου έφεσης 3 και μόνο, επιδικάζονται τα έξοδα υπέρ του και εναντίον της Ιωσηφίνας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, μειωμένα κατά τα 4/5.

 

Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο