Lani Restaurants Ltd και Άλλοι (2015) 1 ΑΑΔ 1577

ECLI:CY:AD:2015:D499

(2015) 1 ΑΑΔ 1577

[*1577]9 Ioυλίου, 2015

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στής]

 

Αναφορικα με το αρθρο του Συνταγματοσ

155.4, τα αρθρα 5,9,11 και 15 του Περι αΠονομησ

Δικαιοσυνησ (Ποικιλαι Διαταξεισ) Νομοσ του

1964 (Ν. 33/1964) και το αρθρο 19 του Περι

Δικαστηριων Νομου του 1960 (Ν.14/60),

 

και

 

Αναφορικα με την αιτηση των Lani Restaurants

Ltd και Lani Restaurants (Limassol) Ltd,

Καθ’ ων η Αιτηση και/ή Ενδιαφερομενων

Μερων στην Αιτηση Αριθμοσ 474/2015 του

ΕΠαρχιακου Δικαστηριου Λευκωσιασ για

ΑΔΕΙΑ για την καταχωρηση αιτησησ για

εκδοση Ενταλματοσ Certiorari,

 

και

 

Αναφορικα με το διαταγμα του ΕΠαρχιακου

Δικαστηριου Λευκωσιασ ημερομηνιασ

2/7/2015 του ΕΠαρχιακου Δικαστηριου

Λευκωσιασ Αιτηση με αριθμο 474/2015,

 

και

 

Αναφορικα με τον Περι Εταιρειων Νομο

Κεφ. 113 αρθρο 202Α μεχρι και 202ΛΗ,

 

και

 

Αναφορικα με την εταιρεια Lani Restaurants Ltd,

 

και

 

Αναφορικα με την εταιρεια Lani Restaurants

(Limassol) Ltd,

 

-     και

 

Αναφορικα με την αιτηση τησ A&P (Andreou & [*1578]Paraskevaides) Enterprises Public Company Ltd.

 

(Πολιτική Aίτηση Aρ. 88/2015)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση παραχώρησης άδειας καταχώρησης Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος της φύσεως Certiorari, το οποίο θα στόχευε στην αναστολή ισχύος και/ή ακύρωση του Διατάγματος που εξέδωσε Επαρχιακό Δικαστήριο σε  Γενική Αίτηση, με το οποίο τέθηκαν οι Αιτητές ως εταιρεία, με βάσει πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, υπό την προστασία του Δικαστηρίου, για περίοδο 15 ημερών, προς το σκοπό υποβολής έκθεσης  ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα ― Απορριπτική κατάληξη ― Απουσία προϋποθέσεων για ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας προνομιακών ενταλμάτων.

 

Οι αιτητές αιτήθηκαν παραχώρηση άδειας καταχώρησης Αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος της φύσεως Certiorari, που θα επεδίωκε την αναστολή ισχύος και/ή ακύρωση Διατάγματος, που εξέδωσε Επαρχιακό Δικαστήριο σε Γενική Αίτηση με βάσει πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, με το οποίο τέθηκαν  ως εταιρεία, υπό την προστασία του Δικαστηρίου, για περίοδο 15 ημερών από την σύνταξη του διατάγματος, προς το σκοπό υποβολής έκθεσης ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα.

 

Η ως άνω Γενική Αίτηση είχε ως νομική βάση τα Άρθρα 202Α-202ΛΗ του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ.113 και στα πλαίσια αυτής  εξεδόθη το επίδικο διάταγμα, κατόπιν ex-parte αίτησης.

 

Ο λόγος που οδήγησε τους αιτητές στην καταχώρηση της Γενικής Αίτησης εκτίθετο σε ένορκη δήλωση του διευθυντή τους από την οποία προέκυπτε ότι οι Αιτητές στην παρούσα διαδικασία (και καθ’ ων η αίτηση στη διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο) τους οφείλουν ποσό €873.390,60.

 

Αναφορικά με την εν λόγω αξίωση καταχωρήθηκε σχετική αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Η θέση των αιτητών στο Επαρχιακό Δικαστήριο ήταν ότι οι καθ’ ων η αίτηση είναι ανίκανοι να πληρώσουν τα χρέη τους. Αφού είχαν δε πληροφορίες από τα μέσα ενημέρωσης για παύση διεξαγωγής σημαντικού μέρους των εργασιών τους, θεωρούν ότι υπάρχει ανάγκη να διοριστεί Παραλήπτης για τους καθ’ ων η αίτηση (ή θυγατρικής αυτών) εφόσον ούτε διορίστηκε ποτέ Εξεταστής αλλά και ούτε κατέθεσαν ετήσιες εκθέσεις στον Έφορο Εταιρειών από τα έτη 2005 μέχρι σήμερα, ενώ προκύπτει όπως υποστήριξαν τέτοια υποχρέωση κατάθεσης τόσο των ετησίων εκθέσεων [*1579]όσο και των οικονομικών λογαριασμών για το κάθε έτος. Λόγω δε αυτής της παράλειψης δεν υπάρχει δυνατότητα να ανατεθεί σε ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα η ετοιμασία και επισύναψη έκθεσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.

 

Ως εκ τούτου στη διαδικασία του Επαρχιακού Δικαστηρίου οι αιτητές προχώρησαν στην καταχώρηση της Γενικής ως άνω Αίτησης επιθυμώντας να διορίσουν ως Εξεταστή εγκεκριμένο λογιστή και αδειοδοτημένο από τις αρμόδιες αρχές ως Σύμβουλο Αφερεγγυότητας σύμφωνα με το σχετικό Μητρώο του Κράτους.

 

Η αίτηση για παροχή άδειας προς καταχώρηση αίτησης Certiorari στηρίχθηκε σε έκθεση γεγονότων και σε ένορκη δήλωση του Διευθυντή των Αιτητριών, με την οποία προβλήθηκαν πέραν των εισηγήσεων περί πλήρωσης των προϋποθέσεων για ενεργοποίηση της σχετικής δικαιοδοσίας και τα εξής:

 

α)  Η έκδοση του «ως απολύτου παρεμπίπτοντος ενδιαμέσου διατάγματος» συνιστά παράβαση του Άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του Άρθρου 30 του Συντάγματος, και παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, έλλειψη και υπέρβαση δικαιοδοσίας, καταφανή παράβαση του Νόμου πρόδηλη στα πρακτικά στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 474/2015.

 

β)  Το εν λόγω Διάταγμα είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης εφαρμογής τόσο των ρητών προνοιών του Άρθρου 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, του περί Εταιρειών Νόμου και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό των Άρθρων 202Α – 202ΛΗ, του Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού Δ.48, θθ.1-11, του άρθρου και 9 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. και του Άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) όσο και των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

 

γ)  Το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε «απόλυτο ενδιάμεσο διάταγμα» το οποίο στρέφεται άμεσα εναντίον μερών τα οποία δεν έλαβαν γνώση της διαδικασίας και δεν κλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα τους σε μια αίτηση (Γενική Αίτηση 474/15) η οποία συνιστά κατάχρηση εξουσίας και καταχωρήθηκε για την εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Σύμφωνα με τα Άρθρα 202Α έως 202ΛΗ του περί Εταιρειών Νό[*1580]μου, Κεφ.113 (τρ. Νόμος 62(1)/2015) το Δικαστήριο δύναται κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται ενώπιον του να διορίσει εξεταστή σε εταιρεία για σκοπούς εξέτασης της κατάστασης των υποθέσεων της και την εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων σε σχέση με αυτή στα πλαίσια και κατ΄εφαρμογήν του περιεχομένου του Άρθρου 202Α και επόμενα.

 

2.  Η εξουσία αυτή του Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί όταν η εταιρεία είναι ή κατά πάσαν πιθανότητα θα είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της, και δεν έχει εγκριθεί και δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οποιονδήποτε ψήφισμα αναφορικά με εκκαθάριση της εταιρείας, και κανένα διάταγμα δεν έχει εκδοθεί για την εκκαθάριση της Εταιρείας.

 

3.  Περαιτέρω, στο όλο συναφές πλαίσιο του περί Εταιρειών Νόμου, παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο να θέσει εταιρεία υπό την προστασία του Δικαστηρίου για συγκεκριμένη περίοδο με σκοπό να υποβληθεί έκθεση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα.

 

4.  Το Επαρχιακό Δικαστήριο, στη βάση αυτών των δεδομένων, αφού εξέτασε προφανώς την ex parte αίτηση ημερ. 26.6.2015 και την ένορκη δήλωση που τη συνόδευε, εξέδωσε το επίδικο διάταγμα, εφαρμόζοντας το πιο πάνω άρθρο.

 

5.  Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει προνομιακά εντάλματα της φύσης Certiorari και Prohibition, μεταξύ άλλων, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει έκδηλη παρανομία (error of law on the face of the record) ή υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας ή δικαιοδοσίας (excess or want of jurisdiction), ή όπου υπάρχει παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης και της φυσικής δικαιοσύνης, ή όπου η προσβαλλόμενη απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι έγκυρη.

 

6.  Σίγουρα πρέπει οι Αιτητές, να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και ή συζητήσιμης υπόθεσης που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

 

7.  Η διαδικασία αυτής της φύσης δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της εφετειακής λειτουργίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μπορεί και πρέπει να έχει αντικείμενο αυτής τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης.

 

8.  Από την εξέταση των προβαλλόμενων λόγων σε συνάρτηση με τη [*1581]διαδικασία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, δεν προέκυπτε ότι με βάση τις νομολογημένες αρχές, το Δικαστήριο θα έπρεπε να ασκήσει την εξουσία του υπέρ του αιτήματος.

 

9.  Επιχειρήθηκε από τους Αιτητές να συνδεθεί το εκδοθέν διάταγμα με άμεση παραβίαση του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60 και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, και με την επικαλούμενη παρέκκλιση από τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης που επιτάσσουν στο Δικαστήριο να ακούσει και την άλλη πλευρά πριν αποφασίσει.

 

10. Ειδικά ετέθη ότι θα έπρεπε το εν λόγω διάταγμα να οριστεί επιστρεπτέο, ώστε να έχει ισχύ και ότι αυτή η «παρανομία» καθιστά τη διαδικασία τρωτή ώστε να στοιχειοθετείται το αίτημα για άδεια.

 

11. Παραβλέπεται όμως, ότι το εν λόγω διάταγμα εξεδόθη στα πλαίσια μιας Γενικής Αίτησης και της συναφούς ex parte επίδικης Αίτησης, με βάση το καθορισμένο πλαίσιο  όπως προκύπτει από το Κεφ.113.

 

12. Συνεπώς δεν περιορίζεται η παρούσα διαδικασία στις ειδικές αρχές και προϋποθέσεις που καλύπτουν το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.

 

13. Εν πάση περιπτώσει, η αίτηση δεν περιελάμβανε τα πιο πάνω άρθρα στο νομικό της βάθρο. Σαφώς και πρόκειται για ειδική διαδικασία με ειδικό σκοπό.

 

14. Εξάλλου η μορφή του διατάγματος εκ της φύσεως του και εκ του περιεχομένου του Νόμου που το καλύπτει, είναι συγκεκριμένη χρονικά (15 ημέρες) αλλά και στο είδος της εξουσίας που παραχωρεί, (ετοιμασία έκθεσης εμπειρογνώμονα), και δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε παράβαση ως προς τη διαδικασία των πιο πάνω άρθρων.

 

15. Η δε υποχρέωση κατάθεσης εγγύησης ύψους €20,000 που ετέθη ως όρος από το Δικαστήριο, δεν αλλοιώνει την υφή του διατάγματος. Εγγυήσεις αυτού του είδους δίδονται και σε διατάγματα διά κλήσεως.

 

16. Δεν παρεχόταν ικανοποιητικό βάθρο για να κριθεί ότι συντρέχει συζητήσιμη υπόθεση για να δοθεί η σχετική άδεια. Ειδικά, αφού δεν έχει καταδειχθεί έκδηλη παρανομία ή προσβολή των [*1582]επικαλούμενων αρχών, ως ανωτέρω.

 

17. Η δε Γενική Αίτηση, είναι ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου και οι Αιτητές θα ακουστούν επ’ αυτής.

 

18. Περαιτέρω, και αν ακόμη ετίθετο το σχετικό βάθρο, οι ίδιοι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δίδουν στους Αιτητές εναλλακτικόó ένδικο μέσο ή θεραπεία και δεν έχουν παράλληλα στοιχειοθετηθεί εξαιρετικές συνθήκες που θα επέτρεπαν τη χορήγηση αδείας, ακόμη και αν συνέτρεχε άλλο ένδικο μέσο.

 

19. Οι αιτητές θα μπορούσαν να προσφύγουν στο Επαρχιακό Δικαστήριο σε συνάρτηση με το επίδικο Διάταγμα το οποίο και τους γνωστοποιήθηκε, ζητώντας είτε ακύρωση αυτού είτε τροποποίηση ή άλλως πως.

 

20. Δεν ήταν ορθή η προβαλλόμενη εισήγηση ότι δεν υπήρχε εναλλακτικό ένδικο μέσο.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739,

 

Marewave Shipping & Trading Co Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116,

 

Highgate Primary School Ltd κ.ά. ν. Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 317,

 

Μινέρβα Ασφαλιστική Εταιρεία (Δημόσια) Λτδ. ν. Λόντου (2012) 1(Α) Α.Α.Δ.738,

 

Έλληνας ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438,

 

Τάσου (Κακουρή) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1372,

 

Ηλίας ν. ΣΠΕ Αγίας Νάπας (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 365.

 

Αίτηση.

 

Α. Ταλιαδώρος με Γ. Moύντη και Γ. Καραμανώλη για Κ. Χρυσοστομίδη, ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.

 

Ex tempore

[*1583]ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:

 

Οι Αιτητές με την παρούσα αίτηση ζητούν:

 

Α. Την άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος  Certiorari για παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο για αναστολή ισχύος και/ή ακύρωση του Διατάγματος ημερομηνίας 02/07/2015, που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην Αίτηση με αριθμό 474/2015, με το οποίο:

 

«Το Δικαστήριο τούτο διά του παρόντος διατάττει όπως οι Καθ’ ων η Αίτηση τεθούν και δη δια του παρόντος τίθενται υπό την προστασία του Δικαστηρίου, για περίοδο 15 ημερών από την σύνταξη του παρόντος διατάγματος, με σκοπό να υποβληθεί έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα κ. Ερωτόκριτο Κώστα.»

 

Β. Αναστολή της ισχύος του Διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 2/7/2015 μέχρι πλήρους εκδικάσεως της Αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος φύσεως Certiorari.

 

Γ. Οποιαδήποτε περαιτέρω και/ή άλλη θεραπεία που το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει πρέπουσα και δίκαιη.

 

Προκύπτει από την έκθεση γεγονότων που συνοδεύει την παρούσα αίτηση καθώς και την ένορκη δήλωση του Στέλιου Στυλιανού – Διευθυντή των Αιτητριών, που την επιβεβαιώνει ότι η αίτηση στρέφεται εναντίον του Διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 2.7.2015 με το πιο πάνω περιεχόμενο, θεωρώντας ότι η έκδοση του «ως απολύτου παρεμπίπτοντος ενδιαμέσου διατάγματος» συνιστά παράβαση του Άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του Άρθρου 30 του Συντάγματος, και παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, έλλειψη και υπέρβαση δικαιοδοσίας, καταφανή παράβαση του Νόμου πρόδηλη στα πρακτικά στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 474/2015, «αφού, μεταξύ άλλων, το εν λόγω Διάταγμα είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης εφαρμογής τόσο των ρητών προνοιών του Άρθρου 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, του περί Εταιρειών Νόμου και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό των Άρθρων 202Α – 202ΛΗ, του Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού Δ.48, θθ.1-11, του Άρθρου 9 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. [*1584]και του Άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) όσο και των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.»

 

Τονίζεται ιδιαίτερα το γεγονός ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε «απόλυτο ενδιάμεσο διάταγμα» το οποίο στρέφεται άμεσα εναντίον μερών τα οποία δεν έλαβαν γνώση της διαδικασίας και δεν κλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα τους σε μιαν αίτηση (Γενική Αίτηση 474/15) η οποία συνιστά κατάχρηση εξουσίας και καταχωρήθηκε για την εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών.

 

Η ως άνω Γενική Αίτηση έχει ως νομική βάση τα Άρθρα 202Α-202ΛΗ του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ.113 και είναι στα πλαίσια αυτής που εξεδόθη το επίδικο διάταγμα, κατόπιν όμως ex-parte αίτησης, ημερ. 26.6.2015, τεκμήριο επί της παρούσης. Η ίδια Γενική Αίτηση με το δικό της περιεχόμενο είναι επίσης τεκμήριο. Ο λόγος που φαίνεται ότι οδήγησε τους αιτητές στην καταχώρηση της Γενικής Αίτησης εκτίθεται σε ένορκη δήλωση του διευθυντή τους από την οποία προκύπτει ότι οι Αιτητές στην παρούσα διαδικασία (και καθ’ ων η αίτηση στη διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο) τους οφείλουν ποσό €873.390,60. Αυτό προέκυψε από μακροχρόνια συνεργασία που είχαν οι διάδικοι σε σχέση με τη λειτουργία καφετέριας και εστιατορίων “Flo Cafe” και “Goody’s”, αφού οι αιτητές στην Γενική Αίτηση πωλούσαν προϊόντα τους αναψυκτικά και άλλα συναφή είδη στους καθ’ ων η αίτηση σε διάφορα χρονικά διαστήματα, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί το πιο πάνω χρέος το οποίο, αν και αναγνωρίστηκε, με βάση πάντα τις θέσεις των αιτητών στο Επαρχιακό Δικαστήριο, δεν εξοφλήθη, οπότε και τερμάτισαν το λογαριασμό τους με τους καθ’ ων η αίτηση, ζητώντας παράλληλα την εξόφληση των οφειλομένων ποσών, ακολούθησε δε σχετική αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Η θέση των αιτητών στο Επαρχιακό Δικαστήριο είναι ότι οι καθ’ ων η αίτηση είναι ανίκανοι να πληρώσουν τα χρέη τους. Αφού είχαν δε πληροφορίες από τα μέσα ενημέρωσης για παύση διεξαγωγής σημαντικού μέρους των εργασιών τους, θεωρούν ότι υπάρχει ανάγκη να διοριστεί Παραλήπτης για τους καθ’ ων η αίτηση (ή θυγατρικής αυτών) εφόσον ούτε διορίστηκε ποτέ Εξεταστής αλλά και ούτε κατέθεσαν ετήσιες εκθέσεις στον Έφορο Εταιρειών από τα έτη 2005 μέχρι σήμερα, ενώ προκύπτει τέτοια υποχρέωση κατάθεσης τόσον των ετησίων εκθέσεων όσο και των οικονομικών λογαριασμών για το κάθε έτος. Λόγω δε αυτής της παράλειψης δεν υπάρχει δυνατότητα να ανατεθεί σε ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα η ετοιμασία και επισύναψη έκθεσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Ως εκ τούτου στη διαδικασία του Επαρχιακού Δικαστηρίου οι αιτητές προχώρησαν στην καταχώρηση της Γενικής [*1585]ως άνω Αίτησης επιθυμώντας να διορίσουν ως Εξεταστή τον κ. Μάριο Καλλία, εγκεκριμένο λογιστή και αδειοδοτημένο από τις αρμόδιες αρχές ως Σύμβουλο Αφερεγγυότητας σύμφωνα με το σχετικό Μητρώο του Κράτους με αριθμό αδειοδότησης 1.

 

Σύμφωνα με τα Άρθρα 202Α έως 202ΛΗ του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ.113 (βλ. τρ. Νόμος 62(1)/2015) το Δικαστήριο δύναται κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται ενώπιον του να διορίσει εξεταστή σε εταιρεία για σκοπούς εξέτασης της κατάστασης των υποθέσεων της και την εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων σε σχέση με αυτή στα πλαίσια και κατ’ εφαρμογήν του περιεχομένου του Άρθρου 202Α και επόμενα. Η εξουσία αυτή του Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί όταν η εταιρεία είναι ή κατά πάσαν πιθανότητα θα είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της, και δεν έχει εγκριθεί και δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οποιονδήποτε ψήφισμα αναφορικά με εκκαθάριση της εταιρείας, και κανένα διάταγμα δεν έχει εκδοθεί για την εκκαθάριση της Εταιρείας.

 

Περαιτέρω, στο όλο συναφές πλαίσιο του περί Εταιρειών Νόμου, παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο να θέσει εταιρεία υπό την προστασία του Δικαστηρίου για συγκεκριμένη περίοδο με σκοπό να υποβληθεί έκθεση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα. 

 

Σχετικό είναι το Άρθρο 202Γ το οποίο έχει ως εξής:

 

202Γ.-(1) Σε περίπτωση που αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το Άρθρο 202Α ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι –

 

(α) λόγω περιστάσεων εκτός του ελέγχου του αιτητή, η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα δεν είναι διαθέσιμη εγκαίρως για να συνοδεύσει την αίτηση, και

 

(β) ο αιτητής δεν θα μπορούσε εύλογα να προβλέψει τις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α),

 

το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και να θέσει την εταιρεία για την οποία γίνεται αίτηση υπό την προστασία του Δικαστηρίου για περίοδο που το Δικαστήριο θεωρεί κατάλληλη, με σκοπό να επιτραπεί η υποβολή της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα:

 

Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισμένος παραλήπτης σε σχέση με ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρη[*1586]σης της εταιρείας κατά το χρόνο υποβολής αίτησης, σύμφωνα με το Άρθρο 202Α, αναφορικά με την εταιρεία, αυτό δεν αποτελεί από μόνο του, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, περιστάσεις εκτός του ελέγχου του αιτητή.

 

(2) Η περίοδος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) λήγει όχι αργότερα από τη δέκατη πέμπτη ημέρα που ακολουθεί την έκδοση του εν λόγω διατάγματος ή σε περίπτωση που η δέκατη πέμπτη ημέρα συμπίπτει με Σάββατο, Κυριακή ή δημόσια αργία, την πρώτη ημέρα που ακολουθεί το Σάββατο, την Κυριακή ή τη δημόσια αργία, ανάλογα.

 

(3) Σε περίπτωση που η αίτηση υποβληθεί από οποιοδήποτε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) του Άρθρου 202Β και εκδοθεί διάταγμα αναφορικά με την εν λόγω εταιρεία, σύμφωνα με το εδάφιο (1), οι σύμβουλοι της εταιρείας συνεργάζονται για την προετοιμασία της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, ιδιαίτερα αναφορικά με τα θέματα που προβλέπονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (4) του Άρθρου 202Β.

 

(4) Σε περίπτωση που οι σύμβουλοι της εταιρείας παραλείψουν να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του εδαφίου (3), το πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση ή ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος, το οποίο να απαιτεί από τους συμβούλους να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες προς συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3).

 

(5) Σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα υποβληθεί στο Δικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), το Δικαστήριο προχωρεί με την εξέταση της αίτησης μαζί με την έκθεση ως εάν αυτές να υποβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 202Α.

 

(6) Άνευ επηρεασμού της δυνατότητας υποβολής οποιασδήποτε περαιτέρω αίτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 202Α, σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα δεν υποβληθεί στο Δικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), τότε κατά τη λήξη της περιόδου αυτής, η εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

[*1587](7) Οποιεσδήποτε υποχρεώσεις που προκύπτουν έναντι της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας που καθορίζεται από διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο πιστοποιητικού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του Άρθρου 202ΙΕ.»

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο, στη βάση αυτών των δεδομένων, αφού εξέτασε προφανώς την ex parte αίτηση ημερ. 26.6.2015 και την ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει εξέδωσε το επίδικο διάταγμα, εφαρμόζοντας το πιο πάνω άρθρο. 

 

Οι Αιτητές στην παρούσα διαδικασία (και καθ’ ων η αίτηση στη διαδικασία του Επαρχιακού Δικαστηρίου) παραπονούνται για παραβίαση των δικαιωμάτων τους, ως έχουν εκτεθεί πιο πάνω. Συγκεκριμένα παραπονούνται για τα ακόλουθα ως αυτούσια τα παραθέτω από τη σχετική παράγραφο 8 της έκθεσης γεγονότων:

 

1. «Το Δικαστήριο εξέδωσε μονομερώς το Ενδιάμεσο Διάταγμα ημερομηνίας 02/07/2015 καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας, αφού εξέδωσε μονομερώς τελικό διάταγμα χωρίς:

 

(α)    να δίδεται η ευχέρεια από τις σχετικές πρόνοιες της Νομοθεσίας ή από τον Περί Πολιτικής Δικονομίας  Διαδικαστικό Κανονισμό.

 

(β)    να έχει προηγουμένως ικανοποιηθεί ότι έχει επιδοθεί η μονομερής αίτηση ημερομηνίας 26/6/2015 σε όλα τα ενδιαφέρομενα μέρη ή/και στα άτομα ή/και εταιρείες εναντίον των οποίων στρέφεται το διάταγμα ημερ 2.7.15.

 

(γ) να το ορίσει επιστρεπτέο ώστε οι Αιτήτριες να μπορούν να ακουστούν και να αμφισβητήσουν την έκδοση του.

 

(δ)    να υπάρχει η δυνατότητα στις Αιτήτριες να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα ή νομιμότητα του εν λόγω διατάγματος με οποιοδήποτε προβλεπόμενο από το νόμο τρόπο.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει προνομιακά εντάλματα της φύσης Certiorari και Prohibition, μεταξύ άλλων, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει έκδηλη παρανομία (error of law on the face of the [*1588]record) ή υπέρβαση ή έλλειψη εξουσίας ή δικαιοδοσίας (excess or want of jurisdiction), ή όπου υπάρχει παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης και της φυσικής δικαιοσύνης, ή όπου η προσβαλλόμενη απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι έγκυρη.

 

Για τους λόγους που αναφέρονται στην πιο πάνω παράγραφο  στην προκειμένη περίπτωση, πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την έκδοση του ζητούμενου προνομιακού εντάλματος  Certiorari, υπάρχει εκ πρώτης όψεως καλή και συζητήσιμη υπόθεση για την παραχώρηση άδειας και, ως εκ τούτου, η ζητηθείσα άδεια θα πρέπει να χορηγηθεί καθώς και να διαταχθεί αναστολή της εκτέλεσης του διατάγματος ημερομηνίας 2/7/2015 μέχρι την πλήρη εκδίκαση της αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος.

 

Υπό τις περιστάσεις, το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να χορηγήσει την αιτούμενη Άδεια για καταχώρηση Αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari.»

 

(Βλ. επίσης παράγραφο 11 της ένορκης ομολογίας του κ. Στυλιανού)

 

Όπως είναι ευρέως και βαθιά εδραιωμένο στο σύστημα δικαίου μας, το προνομιακό ένταλμα, όπως το certiorari εν προκειμένω, είναι ένα εξαιρετικό μέτρο και η απόδοσή του ασκείται πάντοτε με φειδώ στα πλαίσια των νομολογημένων από παλιά αρχών.

 

Σίγουρα πρέπει οι Αιτητές να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και ή συζητήσιμης υπόθεσης που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

 

Πρέπει πάντοτε να είναι στο υπόβαθρο της σκέψης του Δικαστηρίου αλλά και των διαδίκων ότι η διαδικασία αυτής της φύσης δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της εφετειακής λειτουργίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Μπορεί και πρέπει να έχει αντικείμενο αυτής τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739, και Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Co Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).

 

Έχω εξετάσει τους προβαλλόμενους λόγους σε συνάρτηση με τη διαδικασία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, όπως προκύπτει [*1589]από την αίτηση και τα συνημμένα τεκμήρια, έχοντας λάβει υπόψη αυτά που λέχθηκαν από τους ευπαίδευτους συνηγόρους των Αιτητών στην επιμελή αγόρευση τους.

 

Στη βάση των παγιωμένων αρχών οι οποίες είναι σχετικές με την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, δεν είμαι ικανοποιημένη ότι οι Αιτητές έχουν καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση ούτως ώστε το Δικαστήριο να ασκήσει την εξουσία του υπέρ του αιτήματος.   Επιχειρήθηκε από τους Αιτητές να συνδεθεί το εκδοθέν διάταγμα με άμεση παραβίαση του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60 και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, και με την επικαλούμενη παρέκκλιση από τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης που επιτάσσουν στο Δικαστήριο να ακούσει και την άλλη πλευρά πριν αποφασίσει. Ειδικά ετέθη ότι θα έπρεπε το εν λόγω διάταγμα να οριστεί επιστρεπτέο ώστε να έχει ισχύ και ότι αυτή η «παρανομία» καθιστά τη διαδικασία τρωτή ώστε να στοιχειοθετείται το αίτημα για άδεια. Παραβλέπεται όμως, κατά την κρίση μου, ότι το εν λόγω διάταγμα εξεδόθη στα πλαίσια μιας Γενικής Αίτησης και της συναφούς ex parte επίδικης Αίτησης, με βάση το καθορισμένο πλαίσιο που έχω αναφέρει πιο πάνω, όπως προκύπτει από το Κεφ.113. Συνεπώς δεν περιορίζεται η παρούσα διαδικασία στις ειδικές αρχές και προϋποθέσεις που καλύπτουν το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6. Εν πάση περιπτώσει, η αίτηση δεν περιελάμβανε τα πιο πάνω άρθρα στο νομικό της βάθρο. Σαφώς και πρόκειται για ειδική διαδικασία με ειδικό σκοπό. Εξάλλου η μορφή του διατάγματος εκ της φύσεως του και εκ του περιεχομένου του Νόμου που το καλύπτει είναι συγκεκριμένη χρονικά (15 ημέρες) αλλά και στο είδος της εξουσίας που παραχωρεί, (ετοιμασία έκθεσης εμπειρογνώμονα), και δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε παράβαση ως προς τη διαδικασία των πιο πάνω άρθρων.

 

Η δε υποχρέωση κατάθεσης εγγύησης ύψους €20.000 που ετέθη ως όρος από το Δικαστήριο δεν θεωρώ ότι αλλοιώνει την υφή του διατάγματος. Εγγυήσεις αυτού του είδους δίδονται και σε διατάγματα δια κλήσεως. (βλ. Highgate Primary School Ltd κ.ά. ν. Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 317). Ως εκ των πιο πάνω θεωρώ ότι δεν παρέχεται ικανοποιητικό βάθρο για να κριθεί ότι συντρέχει συζητήσιμη υπόθεση για να δοθεί η σχετική άδεια. Ειδικά, αφού δεν έχει καταδειχθεί έκδηλη παρανομία ή προσβολή των επικαλούμενων αρχών, ως ανωτέρω. Να παρατηρήσω περαιτέρω ότι η Γενική Αίτηση είναι ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου και οι Αιτητές θα ακουστούν επ’ αυτής.

[*1590]Περαιτέρω, και αν ακόμη ετίθετο το σχετικό βάθρο, οι ίδιοι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δίδουν στους Αιτητές εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία και δεν έχουν παράλληλα στοιχειοθετηθεί εξαιρετικές συνθήκες που θα επέτρεπαν τη χορήγηση αδείας, ακόμη και αν συνέτρεχε άλλο ένδικο μέσο.

 

Κρίνω ότι οι αιτητές θα μπορούσαν να προσφύγουν στο Επαρχιακό Δικαστήριο σε συνάρτηση με το επίδικο Διάταγμα το οποίο και τους γνωστοποιήθηκε ζητώντας είτε ακύρωση αυτού είτε τροποποίηση ή άλλως πως.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητών βέβαια, εισηγήθηκαν ότι δεν έχουν εναλλακτικό ένδικο μέσο. Περιόρισαν την εισήγηση τους στην Δ.48.8(4) των Θεσμών η οποία έχει ως εξής: 

 

“Any person (other than the applicant) affected by an order made ex parte may apply by summons to have it set aside or varied and the Court of Judge may set aside or vary such order on such terms as may seem just.”

 

Εισηγήθηκαν ότι η ορθή ερμηνεία της πιο πάνω διαταγής ως εδόθη από την υπόθεση Μινέρβα Ασφαλιστική Εταιρεία (Δημόσια) Λτδ. ν. Λόντου (2012) 1(Α) Α.Α.Δ.738, δεν επιτρέπει σ’ αυτούς να υποβάλουν αίτηση για ακύρωση του διατάγματος εφόσον η Διαταγή καλύπτει μόνο περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατή η έκδοση τέτοιας ex parte Διαταγής.

 

Δεν με βρίσκει σύμφωνο η πιο πάνω απόλυτη προσέγγιση, ούτε βρίσκω ότι η υπόθεση Μινέρβα (ανωτέρω) «άλλαξε» τη γραμμή της παλαιότερης νομολογίας, όπως την ερμήνευσαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι. Χρήσιμο είναι να παρατεθεί το σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Μινέρβα.

 

«Εντούτοις, αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε την υπόθεση με βάση την εμβέλεια της Δ.48 θ.8(4), θα επιληφθούμε και αυτού του θέματος.

 

Επί του προκειμένου, η νομολογία παρουσιάζει συγκρουόμενες θέσεις, κατά πόσο ο θεσμός αυτός εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις υποβολής αίτησης μονομερώς, ή μόνο στις περιπτώσεις εκείνες όπου, με βάση τους θεσμούς, θα μπορούσε να γίνει αίτηση μονομερώς.

 

Στην Έλληνας ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438 απο[*1591]φασίστηκαν τα ακόλουθα (σελ. 445):

 

«Προκύπτει συνεπώς ότι η κατ’ εξοχήν προσφερόμενη δικονομική οδός είναι εκείνη που διαλαμβάνεται στην Δ.48 θ.8(4). Δεν παραγνωρίζουμε το ότι η πρόνοια αυτή συνιστά την απόληξη στη ρύθμιση που γίνεται με τον θ.8 της Δ.48 αναφορικά με μονομερείς αιτήσεις. Θα ήταν όμως κατά τη γνώμη μας ασυμβίβαστο με την ευρύτητα του λεκτικού της παραγράφου (4) του θ.8, αν περιοριζόταν η λειτουργία της μόνο στις μονομερείς αιτήσεις που εξειδικεύονται στην παράγραφο (1) του θ.8. Θα λέγαμε ότι κατά μείζοντα λόγο η δυνατότητα λειτουργίας της παραγράφου (4) παρέχεται και εκεί όπου διάταγμα εκδόθηκε σε μονομερή αίτηση αναγομένη έξω από την σφαίρα της παραγράφου (1) του θ.8 και τούτο δεδομένου ότι θεωρούμε πως σε τέτοια περίπτωση το γεγονός αυτό δεν εκθεμελιώνει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

 

Εν προκειμένω το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να εντοπίσει τη δικονομική δυνατότητα την οποία προσφέρει η Δ.48 θ.8(4) για εξέταση της αίτησης του εφεσείοντα ημερομηνίας 27 Σεπτεμβρίου 1993, μια δυνατότητα που έθετε την εξέταση της εν λόγω αίτησης εντός της δικαιοδοσίας, αρμοδιότητας και εξουσίας του. Το αποτέλεσμα της έφεσης καθίσταται αυτονόητο.»

 

Αντιθέτως, στην αίτηση για έκδοση εντάλματος Certiorari Τάσου (Κακουρή) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1372, ο Κωνσταντινίδης, Δ., έκρινε πως η δυνατότητα που προσφέρει η Δ.48 θ.8(4) για υποβολή αίτησης προς παραμερισμό ή τροποποίηση διάταξης που εκδίδεται μονομερώς, καλύπτει μόνο περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι δυνατή η έκδοση τέτοιας ex parte Διαταγής.

 

Η θέση του Κωνσταντινίδη, Δ., κατά τη γνώμη μας, υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η πρόνοια είναι υποπαράγραφος στο θ.8 της Δ.48, που αφορά μόνο της αιτήσεις που μπορεί να γίνουν ex parte και ως εκ τούτου, φαίνεται να περιορίζεται στο θέμα αυτό. Τούτο θα καθιστούσε τη θέση του Κωνσταντινίδη, Δ., κατά την άποψη μας, ορθότερη. Έτσι, αν αυτή θα ήταν η ορθή θέση, έστω και αν είχε το απαραίτητο locus standi η εφεσείουσα-αιτήτρια, η διαδικασία που ακολούθησε δεν θα προσφερόταν κάτω από τις συνθήκες. Αφήνουμε όμως το θέμα ανοικτό.»

(η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

Ακριβώς η τελευταία φράση του Εφετείου στη Μινέρβα δει[*1592]κνύει τη μη αλλαγή της γραμμής της νομολογίας, όπως χαράχθηκε στην υπόθεση Έλληνας.

 

Πέραν των πιο πάνω, θεωρώ ότι αφού το επίδικο Διάταγμα το οποίο εξεδόθη, έχει γνωστοποιηθεί στους Αιτητές οι οποίοι είναι και διάδικοι στη Γενική Αίτηση μπορούν να ενεργοποιήσουν και τη Δ.48 θ.11 των Θεσμών, η οποία έχει ως εξής:

 

“Οrder 48 r.11. Every order, if and when drawn up, shall be drawn up in the same manner as judgments are by these Rules directed to be drawn up, and when drawn up, shall show on the face of it by whom, or on whose behalf, the application was made, and the nature of the order made. Every such order may be set aside or varied in the same way as a judgment, and may be enforced in any manner in which the judgment of a Court may be enforced”.

 

Η ευρύτητα και η δυνατότητα εφαρμογής της Δ.48 θ.11 υποστηρίζεται και από την υπόθεση Ηλίας ν. ΣΠΕ Αγίας Νάπας (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 365.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο