Κλεάνθους Χριστιάνα (2015) 1 ΑΑΔ 1828

ECLI:CY:AD:2015:D560

(2015) 1 ΑΑΔ 1828

[*1828]20 Αυγούστου, 2015

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964

ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ,

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑΣ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, ΔΙ’ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙ’ ΕΚΔΟΣΙΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠ’ ΑΡ.

71/2014 ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ),

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 10/7/2015.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 107/2015)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση παραχώρησης άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, με το οποίο θα επιδιωκόταν η ακύρωση επιτρεπτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αίτηση έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari ― Απορριπτική κατάληξη ― Δικαιοδοτικά, το Ανώτατο Δικαστήριο, ασκώντας τη δικαιοδοσία του Άρθρου 155.4, δεν μπορεί να ελέγχει απόφαση την οποία αυτό εκδίδει υπό οποιαδήποτε πρωτογενή δικαιοδοσία, όπως εν προκειμένω.

 

Η αιτήτρια αιτήθηκε άδειας  καταχώρισης αίτησης, με την οποία θα επιδιωκόταν η έκδοση εντάλματος Certiorari, προς το σκοπό [*1829]ακύρωσης απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε διαδικασία αντίστοιχης φύσεως με την παρούσα. Η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης 71/2014, που είχε υποβληθεί από πρόσωπα τα οποία, στη διαδικασία που αποτέλεσε το αντικείμενό της, χαρακτηρίστηκαν ως ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Με αυτή ακυρώθηκε με ένταλμα Certiorari, πόρισμα θανατικής ανάκρισης το οποίο εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Η αιτήτρια, στην παρούσα αίτηση, ήταν η σύζυγος του αποθανόντος προσώπου, σε σχέση με το θάνατο του οποίου είχε διενεργηθεί η θανατική ανάκριση, στην οποία εκδόθηκε, στις 11.2.2014, το προαναφερθέν πόρισμα. Ως η πλησιέστερη συγγενής του αποθανόντος, κλήθηκε, ως μάρτυρας και εκπροσωπήθηκε στη διαδικασία της θανατικής ανάκρισης από δικηγόρο. Τα ενδιαφερόμενα μέρη, που ήταν οι θεράποντες ιατροί του αποθανόντος, κατέθεσαν ως μάρτυρες σε αυτήν.

 

Αργότερα, όμως, όταν αυτά υπέβαλαν την Πολιτική Αίτηση αρ. 71/2014 για Certiorari, η οποία οδήγησε στην υπό αναφορά επιτρεπτική απόφαση, η αιτήτρια δεν κλήθηκε στη διαδικασία η οποία διεξήχθη σε σχέση με αυτή.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Παραβιάστηκε το δικαίωμα της αιτήτριας να ακουστεί, το οποίο απορρέει από την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης audi alteram partem.

 

β)  Η αιτήτρια είχε τέτοιο δικαίωμα, δηλαδή να ακουστεί στο πλαίσιο της Πολιτικής Aίτησης αρ. 71/2014 για έκδοση Certiorari, με βάση το Άρθρο 14(β) του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου, Κεφ. 153, που παρέχει τη δυνατότητα σε ενδιαφερόμενο μέρος να εμφανιστεί, είτε με δικηγόρο είτε προσωπικά, σε θανατική ανάκριση και να λάβει μέρος σε αυτή.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η θεραπεία της ακύρωσης απόφασης με ένταλμα Certiorari εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος.

 

2.  Πρόκειται για πρωτοβάθμια δικαιοδοσία, η οποία, δυνάμει του Άρθρου 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Δια[*1830]τάξεις) Νόμου 33/1964, καθιερώθηκε να ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο, σε μονομελή σύνθεση, χωρίς να αποκλείεται διεύρυνσή της, με συμμετοχή σε αυτήν περισσότερων μελών του.

 

3.  Όσον αφορoύσε στην προαναφερθείσα θεραπεία, αυτή αποδίδεται, αποκλειστικά, σε σχέση με αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων, προς το σκοπό ελέγχου της νομιμότητάς τους και μόνο.

 

4.  Με βάση δε τις επιφυλάξεις στα εδάφια (2) και (3) του Άρθρου 11 του ιδίου πιο πάνω Νόμου, απόφαση, η οποία εκδίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την άσκηση της πιο πάνω δικαιοδοσίας, υπόκειται σε έφεση, η οποία εκδικάζεται από πενταμελή, τουλάχιστο, σύνθεση Δικαστών του ιδίου Δικαστηρίου.

 

5.  Το ερώτημα που τίθετο, κατ’ αρχήν, το οποίο τέθηκε και στην υπόθεση In re Lyras, (κατωτέρω), είναι το εξής: Μπορεί να εκδοθεί ένταλμα certiorari, δυνάμει της εξουσίας που παρέχει το Άρθρο 155.4, για ακύρωση απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου;

 

6.  Η απάντηση, η οποία είχε ξεκάθαρα δοθεί στην προαναφερθείσα υπόθεση, ήταν αρνητική.

 

7.  Ο συνήγορος της αιτήτριας κάλεσε το Δικαστήριο να διακρίνει την υπόθεση In re Lyras από την παρούσα, στην περιορισμένη βάση ότι εκείνη αφορούσε απόφαση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

8.  Δεν είναι δυνατό να γίνει η διάκριση αυτή, για την οποία δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε περαιτέρω εξήγηση. Να σημειωθεί πως ούτε και στο παρελθόν μπορούσε να γίνει η εν λόγω διάκριση μεταξύ των δύο εξουσιών, δηλαδή, του Άρθρου 146 και του Άρθρου 155.4 και, συγκεκριμένα, πριν από τη θέσπιση του Ν. 33/1964, όταν αυτές ασκούνταν, ακόμα, από διαφορετικά Δικαστήρια.

 

9.  Η ουσία του πράγματος είναι πως ένας Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είτε αυτός ενεργεί δυνάμει του Άρθρου 146 είτε δυνάμει του Άρθρου 155.4, κέκτηται την πρωτογενή δικαιοδοσία την οποία κέκτηται το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

10. Η άσκηση δε από ένα Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της εν λόγω πρωτογενούς δικαιοδοσίας, δυνάμει των προαναφερθέντων δύο Άρθρων, η οποία, σημειώνεται, αν κριθεί πρέπον, ασκείται και από την Πλήρη Ολομέλεια, (Άρθρο 11(1) του Ν. 33/1964), ασφαλώς, δεν καθιστά το εν λόγω Δικαστήριο κατώτερο.

[*1831]11.  Επομένως, δικαιοδοτικά, το Ανώτατο Δικαστήριο, ασκώντας τη δικαιοδοσία του Άρθρου 155.4, δεν μπορεί να ελέγχει απόφαση την οποία αυτό εκδίδει υπό οποιαδήποτε πρωτογενή δικαιοδοσία, όπως εν προκειμένω, την απόφαση στην Πολιτική Αίτηση αρ. 71/2014.

 

12. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει και η εισηγηθείσα διάκριση μεταξύ της In re Lyras και της παρούσας υπόθεσης.

 

13. Η εισήγηση, τέλος, του δικηγόρου της αιτήτριας ότι το Δικαστήριο τούτο μπορεί, με τη γνώση που αυτό, πλέον, έχει της παρούσας αίτησης, να φέρει σε γνώση της Πλήρους Ολομέλειας το παράπονο της αιτήτριας, επίσης, δε μπορούσε να γίνει αποδεκτή.

 

14. Είναι δε γεγονός πως δεν υπάρχει θεσμοθετημένη διαδικασία, στην οποία να μπορεί κάποιο πρόσωπο να καταφύγει, σε περίπτωση όπως είναι η παρούσα.

 

15. Το ορθό, ίσως, διάβημα, αν η αιτήτρια επιμένει, είναι εκείνο που λήφθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πουλλή  (2001) 3 Α.Α.Δ. 1060, με τη γνωστοποίηση του παραπόνου στην Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μέσω γραπτής επικοινωνίας με τον Πρόεδρό του.

 

16. Έτσι, θα δοθεί η ευκαιρία τούτο να εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο και, ειδικά, κατά πόσο δικαιολογείται, κατ’ αρχάς, το παράπονο της αιτήτριας, ώστε η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου να του επιληφθεί.

 

17. Αν το παράπονο μεταφερόταν από το παρόν Δικαστήριο, στην Πλήρη Ολομέλεια, θα εσήμαινε πως ένα μέλος της, έχει, ήδη, αποφασίσει ότι αυτό δικαιολογείται, πράγμα το οποίο, υπό τις περιστάσεις, δεν είναι επιτρεπτό.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

In re Lyras (1986) 1 C.L.R. 663,

 

In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,

 

Χρίστου κ.ά. (2015) 1 Α.Α.Δ. 1693, ECLI:CY:AD:2015:D511,

 

Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3 Α.Α.Δ. 1060.

[*1832]Aίτηση.

 

Χρ. Τριανταφυλλίδης, μαζί με Δ. Μιχαηλίδη, για την Αιτήτρια.

 

Cur. adv. vult.

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση, η αιτήτρια, προφανώς, δεν πρωτοτυπεί, αφού υπήρξε μια παρόμοια με αυτήν περίπτωση στο παρελθόν, η υπόθεση στην In re Lyras (1986) 1 C.L.R. 663. Συγκεκριμένα, όπως και στην περίπτωση εκείνη, έτσι και εδώ, η αιτήτρια ζητά άδεια για καταχώριση αίτησης, με την οποία θα επιδιωχθεί η έκδοση εντάλματος certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης απόφασης Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου σε διαδικασία παρόμοιας φύσεως με την παρούσα. Η εν λόγω απόφαση (Xρίστου (2015) 1 , ECLI:CY:AD:2015:D511Α.Α.Δ. 1693) εκδόθηκε στο πλαίσιο της πολιτικής αίτησης αρ. 71/2014, που είχε υποβληθεί από πρόσωπα τα οποία, στη διαδικασία που αποτέλεσε το αντικείμενό της, χαρακτηρίστηκαν ως ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Η θεραπεία της ακύρωσης απόφασης με ένταλμα certiorari εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος. Πρόκειται για πρωτοβάθμια δικαιοδοσία, η οποία, δυνάμει του Άρθρου 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, (Ν. 33/1964), καθιερώθηκε να ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο, σε μονομελή σύνθεση, χωρίς να αποκλείεται διεύρυνσή της, με συμμετοχή σε αυτήν περισσότερων μελών του. Όσον αφορά την προαναφερθείσα θεραπεία, αυτή αποδίδεται, αποκλειστικά, σε σχέση με αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων, προς το σκοπό ελέγχου της νομιμότητάς τους και μόνο, (βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250). Με βάση δε τις επιφυλάξεις στα εδάφια (2) και (3) του Άρθρου 11 του ιδίου πιο πάνω Νόμου, απόφαση, η οποία εκδίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την άσκηση της πιο πάνω δικαιοδοσίας, υπόκειται σε έφεση, η οποία εκδικάζεται από πενταμελή, τουλάχιστο, σύνθεση Δικαστών του ιδίου Δικαστηρίου. 

 

Η ευπαίδευτη Δικαστής, η οποία επιλήφθηκε της πολιτικής αίτησης αρ. 71/2014, στις 10.7.2015, ECLI:CY:AD:2015:D511, εξέδωσε ένταλμα certiorari και ακύρωσε το πόρισμα το οποίο είχε εκδοθεί στις 11.2.2014 στην υπόθεση θανατικής ανάκρισης με αρ. 34/2011, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Xρίστου ανωτέρω). Προς το σκοπό, ανωτέρω, ενήργησε στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοδοσίας με αυτήν εντός της οποίας ζητείται να ενεργήσει το παρόν Δικαστήριο, δηλαδή, αυτής του Άρθρου 155.4. Όπως αναφέρθηκε, ήδη, η σχετική αίτηση για certio[*1833]rari είχε υποβληθεί από πρόσωπα τα οποία κρίθηκε ότι είχαν locus standi στη διεκδίκηση της θεραπείας που, τελικώς, τους αποδόθηκε.

 

Η αιτήτρια, στην παρούσα αίτηση, ήταν η σύζυγος του αποθανόντος προσώπου, σε σχέση με το θάνατο του οποίου είχε διενεργηθεί η θανατική ανάκριση, στο πλαίσιο της υπόθεσης αρ. 34/2011, στην οποία εκδόθηκε, στις 11.2.2014, το προαναφερθέν πόρισμα. Ως η πλησιέστερη συγγενής του αποθανόντος, κλήθηκε, βασικά, ως μάρτυρας και εκπροσωπήθηκε στη διαδικασία της θανατικής ανάκρισης από δικηγόρο. Τα ενδιαφερόμενα μέρη, που ήταν οι θεράποντες ιατροί του αποθανόντος, κατέθεσαν ως μάρτυρες σε αυτήν. Αργότερα, όμως, όταν αυτά υπέβαλαν την πολιτική αίτηση αρ. 71/2014 για certiorari, η οποία οδήγησε στην υπό αναφορά απόφαση (Xρίστου ανωτέρω), η αιτήτρια δεν κλήθηκε στη διαδικασία η οποία διεξήχθη σε σχέση με αυτή. Αν δε, στην παρούσα αίτηση, δοθεί η αιτούμενη άδεια, το παράπονό της, για το οποίο θα αιτηθεί την ακύρωση της υπό αναφορά απόφασης, θα είναι ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά της να ακουστεί, το οποίο απορρέει από την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης audi alteram partem (ακούστε και το άλλο μέρος). Συναφώς δε, θα εισηγηθεί ότι η ίδια είχε τέτοιο δικαίωμα, δηλαδή να ακουστεί στο πλαίσιο της πολιτικής αίτησης αρ. 71/2014 για έκδοση certiorari, με βάση το Άρθρο 14(β) του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου, Κεφ. 153, που παρέχει τη δυνατότητα σε ενδιαφερόμενο μέρος να εμφανιστεί, είτε με δικηγόρο είτε προσωπικά, σε θανατική ανάκριση και να λάβει μέρος σε αυτή. 

 

Το ερώτημα που τίθεται, κατ’ αρχήν, το οποίο τέθηκε και στην In re Lyras, πιο πάνω, είναι το εξής: Μπορεί να εκδοθεί ένταλμα certiorari, δυνάμει της εξουσίας που παρέχει το Άρθρο 155.4, για ακύρωση απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου; Η απάντηση, η οποία είχε ξεκάθαρα δοθεί στην προαναφερθείσα υπόθεση, ήταν αρνητική. Μετά δε από αναφορά στις σχετικές συνταγματικές και νομοθετικές πρόνοιες και ενδελεχή ανασκόπηση της σχετικής αγγλικής νομολογίας, ο Στυλιανίδης, Δ., όπως ήταν τότε, κατέληξε, στη σελίδα 671, επί του ανάλογου ερωτήματος που είχε θέσει, ως εξής:-

 

      "For the aforesaid reasons this Court has no jurisdiction to issue an order of certiorari to bring up and quash any judicial act of another member of this Court. This application has to be dismissed."

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας κάλεσε το Δικαστήριο να διακρίνει την υπόθεση In re Lyras από την παρούσα, στην περιορισμένη βάση ότι εκείνη αφορούσε απόφαση Δικαστή του Ανω[*1834]τάτου Δικαστηρίου σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δε χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη ενασχόληση με το θέμα αυτό, αφού, στην πραγματικότητα, δεν είναι δυνατό να γίνει η διάκριση αυτή, για την οποία δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε περαιτέρω εξήγηση. Να σημειωθεί πως ούτε και στο παρελθόν μπορούσε να γίνει η εν λόγω διάκριση μεταξύ των δύο εξουσιών, δηλαδή, του Άρθρου 146 και του Άρθρου 155.4 και, συγκεκριμένα, πριν από τη θέσπιση του Ν. 33/1964, όταν αυτές ασκούνταν, ακόμα, από διαφορετικά Δικαστήρια. Υπενθυμίζεται, συναφώς, πως, τότε, ασκούνταν: η μεν εξουσία δυνάμει του Άρθρου 146 από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, η δε εξουσία δυνάμει του Άρθρου 155.4 από το Ανώτατο Δικαστήριο. Με τη συνένωση των δύο πιο πάνω Ανωτάτων Δικαστηρίων, οι εξουσίες τους, δυνάμει του Άρθρου 9(α) του Ν. 33/1964, ασκούνται, πλέον, από το παρόν Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο έχει καθιδρυθεί δυνάμει του Άρθρου 3(1) του εν λόγω Νόμου. Αυτά παρεμπιπτόντως.

 

Η ουσία του πράγματος είναι πως ένας Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είτε αυτός ενεργεί δυνάμει του Άρθρου 146 είτε  δυνάμει του Άρθρου 155.4, κέκτηται την πρωτογενή δικαιοδοσία την οποία κέκτηται το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο. Ειδικά, στην περίπτωση του Άρθρου 155.4, αυτό, ως ανώτερο δικαστήριο, ελέγχει τη νομιμότητα αποφάσεων κατώτερων δικαστηρίων. Η άσκηση δε από ένα Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της εν λόγω πρωτογενούς δικαιοδοσίας, δυνάμει των προαναφερθέντων δύο Άρθρων, η οποία, σημειώνεται, αν κριθεί πρέπον, ασκείται και από την Πλήρη Ολομέλεια, (βλ. Άρθρο 11(1) του Ν. 33/1964), ασφαλώς, δεν καθιστά το εν λόγω Δικαστήριο κατώτερο. Επομένως, δικαιοδοτικά, το Ανώτατο Δικαστήριο, ασκώντας τη δικαιοδοσία του Άρθρου 155.4, δεν μπορεί να ελέγχει απόφαση την οποία αυτό εκδίδει υπό οποιαδήποτε πρωτογενή δικαιοδοσία, όπως εν προκειμένω, την απόφαση στην πολιτική αίτηση αρ. 71/2014. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει και η εισηγηθείσα διάκριση μεταξύ της In re Lyras και της παρούσας υπόθεσης.

 

Η εισήγηση, τέλος, του κ. Τριανταφυλλίδη ότι το Δικαστήριο τούτο μπορεί, με τη γνώση που αυτό, πλέον, έχει της παρούσας αίτησης, να φέρει σε γνώση της Πλήρους Ολομέλειας το παράπονο της αιτήτριας, επίσης, δε γίνεται αποδεκτή. Είναι δε γεγονός πως δεν υπάρχει θεσμοθετημένη διαδικασία, στην οποία να μπορεί κάποιο πρόσωπο να καταφύγει, σε περίπτωση όπως είναι η παρούσα. Το ορθό, ίσως, διάβημα, αν η αιτήτρια επιμένει, είναι εκείνο που λήφθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3 Α.Α.Δ. 1060, με τη γνωστοποίηση του παραπόνου στην Πλήρη Ολομέλεια του [*1835]Ανωτάτου Δικαστηρίου, μέσω γραπτής επικοινωνίας με τον Πρόεδρό του. Έτσι, θα δοθεί η ευκαιρία τούτο να εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο και, ειδικά, κατά πόσο δικαιολογείται, κατ’ αρχάς, το παράπονο της αιτήτριας, ώστε η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου να του επιληφθεί, στη συνέχεια, και να ακούσει τα μέρη επί της ουσίας. Όπως δε γίνεται αντιληπτό, ο ευπαίδευτος συνήγορος είναι στην υπόθεση αυτή που έχει βασίσει την πιο πάνω εισήγησή του. Αν το παράπονο αχθεί, από το παρόν Δικαστήριο, στην Πλήρη Ολομέλεια, θα σημαίνει πως ένα μέλος της, έχει, ήδη, αποφασίσει ότι αυτό δικαιολογείται, πράγμα το οποίο, υπό τις περιστάσεις, δεν είναι επιτρεπτό.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο