Παντζοπούλου Παναγιώτα ν. Στέλιου Παντζοπούλου (2016) 1 ΑΑΔ 729

ECLI:CY:DOD:2016:1

(2016) 1 ΑΑΔ 729

[*729]8 Μαρτίου, 2016

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ,

 

Εφεσείoυσα-Αιτήτρια,

 

v.

 

ΣΤΕΛΙΟY ΠΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟY,

 

Εφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση.

 

(Έφεση Αρ. 45/2015)

 

 

Έφεση ― Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας στο στάδιο της έφεσης ― Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 ― Εφαρμοστέες αρχές ― Έχει καθοριστεί νομολογιακά η συνύπαρξη τριών απαιτούμενων προϋποθέσεων.

 

Έφεση ― Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας στο στάδιο της έφεσης ― Απορριπτική κατάληξη και απόφανση Εφετείου ότι η επιδιωκόμενη προσαχθείσα μαρτυρία, αφορούσε σε γεγονότα για τα οποία η εφεσείουσα θα μπορούσε να ήταν κοινωνός, αν ασκούσε εύλογη επιμέλεια κατά τη διαχείριση της υπόθεσης που αντιμετώπιζε.

 

Το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας με απόφαση του στη δικαιοδοσία περιουσιακών διαφορών, επέβαλε  ποινή  άμεσης φυλάκισης 30 ημερών στην εφεσείουσα ως αποτέλεσμα προηγηθείσας ακροαματικής διαδικασίας σε αίτηση παρακοής που υπέβαλε ο εφεσίβλητος, πρώην σύζυγος της. Η διαφορά προέκυψε από περιουσιακές διαφορές ώστε η εφεσείουσα ύστερα από σχετική απόφαση να είχε την υποχρέωση να μεταβιβάσει και εγγράψει επ’ ονόματι του εφεσίβλητου το ½ μερίδιο ακινήτου. Η υποχρέωση αυτή έπρεπε να υλοποιηθεί εντός 30 ημερών από την επίδοση του διατάγματος, επίδοση που έγινε στις 26.3.2014.

 

Η εφεσείουσα καταχώρησε σχετική έφεση επί της καταδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία αμφισβητήθηκε τόσο η καταδίκη, όσο και η επιβληθείσα ποινή, η οποία στο μεταξύ έχει εκτελεστεί πλήρως.

 

[*730]Προώθησε στο πλαίσιο της έφεσης, αίτηση για προσαγωγή νέας μαρτυρίας στο στάδιο της έφεσης, με την προσαγωγή εγγράφων που ήταν σχετικά με τη διαπίστωση ύπαρξης memo στην επίδικη οικία, γεγονός το οποίο δεν προβλήθηκε από την πλευρά της κατά την πρωτόδικη διαδικασία.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι γνήσια και ειλικρινά δεν γνώριζε για την ύπαρξη του memo, διαφορετικά, όπως ανέφερε θα το επικαλείτο στην καταχωρηθείσα εκ μέρους της ένσταση στην αίτηση παρακοής, όπως είχε επικαλεστεί και τον άλλο λόγο αδυναμίας της να συμμορφωθεί με το δικαστικό διάταγμα, που ήταν η μη συγκατάθεση της θυγατέρας της (η οποία είχε συνάψει άλλο δάνειο με υποθήκευση της επίδικης οικίας) για τη μεταβίβαση, με την υποθήκη να παραμένει προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου.

 

Όπως η εφεσείουσα επίσης υποστήριξε, τα έγγραφα τα οποία τα έγγραφα τα οποία επεδίωκε να προσαγάγει ως μαρτυρία ήταν  και είναι αναγκαία και δεν ήταν διαθέσιμα προηγουμένως εφόσον δεν ήταν γνωστά σε αυτή και δεν θα μπορούσαν να είχαν εξασφαλιστεί πριν από την ακρόαση της αίτησης παρακοής με επίδειξη εύλογης επιμέλειας. Η μαρτυρία αυτή, σύμφωνα με την ίδια, συνήδε και υποστήριζε την ακύρωση της καταδίκης και τη συνακόλουθη ποινή φυλάκισης.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν την εκ των υστέρων προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου. Τέτοια μαρτυρία γίνεται δεκτή με εξαιρετική φειδώ εν όψει της προεξάρχουσας σημασίας της αρχής της τελεσιδικίας.

2.  Η νομολογία έχει καθορίσει τη συνύπαρξη τριών προϋποθέσεων ως αναγκαίων για τη χορήγηση άδειας: (i) η μαρτυρία να μην μπορούσε να εξασφαλιστεί κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας παρά την επίδειξη εύλογης επιμέλειας, (ii) να είναι τέτοια που η προσαγωγή της θα είχε πιθανόν σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης και (iii) να είναι αξιόπιστη, αν και όχι κατ’ ανάγκην και αναντίλεκτη.

3.  Υπό το φως των πιο πάνω αρχών, η αίτηση δεν ήταν δυνατόν να επιτύχει. Τα έγγραφα που η εφεσείουσα επεδίωκε να προσαγάγει, παρουσιάζονταν, εκ πρώτης όψεως, αξιόπιστα. Όλα τα έγγραφα αφορούσαν όμως γεγονότα για τα οποία θα μπορούσε να ήταν κοινωνός, αν ασκούσε εύλογη επιμέλεια κατά τη διαχείριση της υπόθεσης που αντιμετώπιζε. Η εφεσείουσα γνώριζε βέβαια για την ύπαρξη του δανείου το οποίο σύναψε ως πρωτοφειλέτης ο πρώην [*731]σύζυγος της - εφεσίβλητος, προς όφελος της ΣΠΕ, με εγγυήτρια την ίδια.

4.  Όφειλε επίσης να γνώριζε, και επ’ αυτού δεν υπήρχε αντίθετη εκ μέρους της θέση στην υπό κρίση αίτηση, ότι είχε εγγραφεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η σχετική διαιτητική επί του δανείου απόφαση της ΣΠΕ.

5.  Σύμφωνα με το έγγραφο, Τεκμήριο Γ, που επιδιώκεται να προσαχθεί, η διαιτητική απόφαση ενεγράφη στις 21.9.2012. Η μη έγκαιρη εξόφληση του δανείου, ενεργοποιούσε το μηχανισμό από τη ΣΠΕ για εγγραφή επιβάρυνσης τύπου memo στην περιουσία της εφεσείουσας.

6.  Το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα από την ημερομηνία εισαγωγής της αρχικής αίτησης παρακοής στις 17.5.2013, μέχρι και την καταδικαστική απόφαση στις 9.7.2015, ενώ προηγήθηκε απόσυρση της αίτησης παρακοής και καταχώριση νέας στις 16.4.2014, ήταν επαρκές για τη συμμόρφωση με το διάταγμα μεταβίβασης του μεριδίου της ακίνητης ιδιοκτησίας για το οποίο προηγήθηκε απόφαση στις 17.1.2013.

7.  Πέραν τούτου, αν η εφεσείουσα προσπαθούσε να συμμορφωθεί, έστω και μετά την απόσυρση της αρχικής αίτησης και πριν την καταχώριση της νέας αίτησης παρακοής, θα αντιλαμβανόταν την ύπαρξη του memo, η καταχώριση του οποίου προηγήθηκε της δεύτερης αίτησης παρακοής και επομένως θα μπορούσε να το προβάλει στην ένσταση της.

8.  Πρόσθετα, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θεώρησε ότι μπορούσε να εκλάβει το γεγονός του memo ως μετριαστικό παράγοντα στην επιβολή της ποινής, εφόσον αυτό έπρεπε να ήταν σε γνώση της, αλλά δεν το είχε αναφέρει στην ένσταση που καταχώρισε στην αίτηση παρακοής.

9.  Αυτό σήμαινε, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε γνώση του δεδομένου που επιχειρούσε η εφεσείουσα να εισαγάγει, έστω στο στάδιο της επιβολής ποινής, και, επομένως ο τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος ήταν θέμα το οποίο εν πάση περιπτώσει εγειρόταν με τους λόγους έφεσης.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Κωμοδρόμος v. Παπαναστασίου (2012) 1 Α.Α.Δ. 240,

 

Δημοσθένους v. Γεωργίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1541,

 

Blachin άλλως Blochine v. Αριστείδου (1997) 1 Α.Α.Δ. 195,

[*732]Egiazaryan κ.ά. v. Denoro Investments Ltd κ.ά. (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 409,

 

Λοϊζίδης v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 89, ECLI:CY:AD:2014:B104.

 

Έφεση-Αίτηση.

 

Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στα πλαίσια της Έφεσης από την Αιτήτρια εναντίον των αποφάσεων του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Δημητρίου, Δικαστής), (Αίτηση Αρ. 58/07), ημερομηνίας 9/7/2015 και 16/7/2015.

 

Γ. Λιασίδης, για την Εφεσείουσα-Αιτήτρια.

 

Α. Παπαμιχαήλ, για τον Εφεσίβλητο-Καθ’ ου η αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Στ. Ναθαναήλ.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας με απόφαση του ημερ. 16.10.2015 στη δικαιοδοσία περιουσιακών διαφορών επέβαλε την ποινή της άμεσης φυλάκισης 30 ημερών στην εφεσείουσα ως αποτέλεσμα προηγηθείσας ακροαματικής διαδικασίας σε αίτηση παρακοής που υπέβαλε ο εφεσίβλητος, πρώην σύζυγος της. Η διαφορά προέκυψε από περιουσιακές διαφορές ώστε η εφεσείουσα μετά από σχετική απόφαση να είχε την υποχρέωση να μεταβιβάσει και εγγράψει επ’ ονόματι του εφεσίβλητου το ½ μερίδιο ακινήτου στην κοινότητα Γερίου, της επαρχίας Λευκωσίας.  Η υποχρέωση αυτή έπρεπε να υλοποιηθεί εντός 30 ημερών από την επίδοση του διατάγματος, επίδοση που έγινε στις 26.3.2014.

 

Η αρχική απόφαση του Δικαστηρίου για την εγγραφή του μεριδίου εκδόθηκε στις 17.1.2013 και στη συνέχεια τροποποιήθηκε στις 17.3.2014. Με την αίτηση παρακοής που εισήχθηκε στις 16.6.2014, ο εφεσίβλητος ζητούσε την τιμωρία της εφεσείουσας λόγω της παράλειψης της να συμμορφωθεί με το διάταγμα του Δικαστηρίου.  Το Δικαστήριο αφού εξέτασε την αίτηση παρακοής επί της οποίας υπήρξε ένσταση, έκρινε ότι η εφεσείουσα ήταν ένοχη ηθελημένης παρακοής επί τω ότι δεν συμμορφώθηκε με το διάταγμα, απορρίπτοντας όλες τις αιτιάσεις που είχε προβάλει ως προς την αδυναμία της να μεταβιβάσει το ακίνητο λόγω της ύπαρξης και προβολής προσκομμάτων από τον εφεσίβλητο, αλλά και τη θυγατέρα [*733]τους η οποία αρνείτο να βοηθήσει ώστε η υποθήκη που υπήρχε επί του ακινήτου προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου να παραμείνει ώστε να καταστεί δυνατή η εν λόγω μεταβίβαση. Υπήρχε δάνειο εξασφαλισμένο με υποθήκη με δανειστές τη θυγατέρα του ζεύγους και το γαμπρό τους, οι οποίοι θα έπρεπε να συγκατατεθούν στη μεταβίβαση. Ο τελευταίος  έδωσε τη συγκατάθεση, αλλά όχι η θυγατέρα τους. Ο ίδιος ο εφεσίβλητος είχε συγκατατεθεί όπως το ήμισυ του μεριδίου του παραμείνει υποθηκευμένο για χρέος που προϋπήρχε, ώστε να επιτευχθεί η μεταβίβαση επ’ ονόματι του του υπολοίπου μεριδίου, ως ζητούσε η Τράπεζα. Το δάνειο προς τη θυγατέρα και το γαμπρό του ζεύγους είχε γίνει ένα μήνα πριν την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου στις 17.1.2013.

 

Η εφεσείουσα καταχώρησε σχετική έφεση επί της καταδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία αμφισβητείται τόσο η καταδίκη, όσο και η επιβληθείσα ποινή, η οποία στο μεταξύ έχει εκτελεστεί πλήρως. Εκκρεμούσης της εφέσεως, η εφεσείουσα υπέβαλε την υπό κρίση αίτηση ημερ. 5.11.2015 με την οποία επιδιώκει την προσαγωγή ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου νέας μαρτυρίας και συγκεκριμένα: αντίγραφο πιστοποιητικού έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας ημερ. 21.7.2015, αντίγραφο της επιστολής του δικηγόρου της εφεσείουσας ημερ. 3.8.2015 προς την Περιφερειακή Πιστωτική Εταιρεία Λευκωσίας Λτδ, αντίγραφο άλλης επιστολής του δικηγόρου ημερ. 18.8.2015 της εν λόγω Πιστωτικής Εταιρείας προς το δικηγόρο της εφεσείουσας και την αίτηση έρευνας και μηνιαίων δόσεων ημερ. 20.8.2015.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση προωθείται η θέση ότι αμέσως μετά την καταδικαστική απόφαση, η εφεσείουσα επικοινώνησε με το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας με σκοπό τη συμμόρφωση της με το διάταγμα και τότε με έκπληξη της διαπίστωσε για πρώτη φορά ότι το ακίνητο επί του οποίου ήταν κτισμένη η συζυγική κατοικία επιβαρυνόταν με memo προς όφελος της Περιφερειακής Πιστωτικής Εταιρείας Λτδ (εφεξής «η ΣΠΕ»), για δάνειο που είχε συνάψει ο εφεσίβλητος στο οποίο η εφεσείουσα μαζί με τις δύο θυγατέρες και τον αδελφό της, ήσαν εγγυητές. Το memo αυτό ενεγράφη στις 30.5.2014, πριν την καταχώρηση της αίτησης παρακοής στις 16.6.2014, η δε εφεσείουσα ουδέποτε έλαβε γνώση της ύπαρξης του memo καθότι η διαδικασία επιβάρυνσης ακίνητης ιδιοκτησίας δεν προϋποθέτει την ενημέρωση του ιδιοκτήτη. Η εφεσείουσα γνήσια και ειλικρινά δεν γνώριζε για την ύπαρξη του memo, διαφορετικά, θα το επικαλείτο στην καταχωρηθείσα εκ μέρους της ένσταση στην αίτηση παρακοής, όπως είχε επικαλεστεί και τον άλλο λόγο αδυναμίας της να συμμορφωθεί [*734]με το δικαστικό διάταγμα, τη μη συγκατάθεση δηλαδή της θυγατέρας της για τη μεταβίβαση με την υποθήκη να παραμένει προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου. Περαιτέρω, παρά την ύπαρξη του memo, ζήτησε από τη ΣΠΕ, μέσω του δικηγόρου της, να συγκατατεθεί στην εν λόγω μεταβίβαση του ½ μεριδίου προς όφελος του εφεσίβλητου για να συναντήσει την άρνηση της ΣΠΕ, η οποία θα απέσυρε το memo μόνο στην περίπτωση της εξόφλησης του δανείου, των τόκων και των σχετικών εξόδων. Από αίτηση έρευνας που η ΣΠΕ καταχώρησε στις 20.8.2015 εναντίον του εφεσίβλητου και της εφεσείουσας ως εγγυήτριας του δανείου, απεκαλύφθη ότι το memo που καταχωρήθηκε επί της συζυγικής οικίας ήταν αποτέλεσμα δανείου που συνήψε ο ίδιος ο εφεσίβλητος. Συνεπώς τα έγγραφα τα οποία επιδιώκει τώρα η εφεσείουσα να προσαγάγει ως μαρτυρία είναι και αναγκαία και δεν ήταν διαθέσιμα προηγουμένως εφόσον δεν ήταν γνωστά σε αυτή και δεν θα μπορούσαν να είχαν εξασφαλιστεί πριν την ακρόαση της αίτησης παρακοής με επίδειξη εύλογης επιμέλειας. Η μαρτυρία αυτή, σύμφωνα με την ίδια, συνάδει και υποστηρίζει την ακύρωση της καταδίκης και τη συνακόλουθη ποινή φυλάκισης.

 

Η ένσταση που καταχωρήθηκε από τον εφεσίβλητο και η οποία υποστηρίζεται κατά ανεπιθύμητο τρόπο σύμφωνα με τη νομολογία, από ένορκη δήλωση του ιδίου του δικηγόρου του εφεσίβλητου, βασίζεται στη θέση ότι όσα έγγραφα και γεγονότα επιδιώκονται να προσαχθούν ως νέα μαρτυρία θα μπορούσαν να περιέρχονταν στη γνώση της εφεσείουσας αν επιδείκνυε το ελάχιστο ενδιαφέρον για την υπόθεση της. Από τις 17.1.2013 όταν εκδόθηκε η απόφαση για τη μεταβίβαση του ½ μεριδίου της συζυγικής κατοικίας μέχρι και τις 9.7.2015, ημερομηνία έκδοσης της καταδικαστικής απόφασης στην αίτηση παρακοής, η εφεσείουσα δεν προέβη σε καμία ενέργεια για να συμμορφωθεί με την απόφαση διότι εάν μετέβαινε στο κτηματολόγιο με πρόθεση να μεταβιβάσει, θα ενημερωνόταν έγκαιρα για την εγγραφή του memo. Επομένως η εφεσείουσα δεν έλαβε τα αναγκαία λογικά μέτρα για να ενημερωθεί επί όλων των γεγονότων που προϋπήρχαν, με αποτέλεσμα τυχόν αποδοχή της αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας να ανατρέψει το υπόβαθρο επί του οποίου το πρωτόδικο Δικαστήριο θεμελίωσε την καταδικαστική του απόφαση.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης οι συνήγοροι αναφέρθησαν στα γεγονότα που εν πολλοίς είναι αυτά που καταγράφησαν ανωτέρω, καθώς και σε σχετική νομολογία επί του θέματος της προσαγωγής μαρτυρίας σε μεταγενέστερο στάδιο και δη στο στάδιο της Έφεσης.

 

[*735]Είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν την εκ των υστέρων προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου. Τέτοια μαρτυρία γίνεται δεκτή με εξαιρετική φειδώ εν όψει της προεξάρχουσας σημασίας της αρχής της τελεσιδικίας. Αποτελεί εξαιρετικό μέτρο διότι διαταράσσει τη βάση επί της οποίας εκδικάστηκε η υπόθεση. Η νομολογία έχει καθορίσει τη συνύπαρξη τριών προϋποθέσεων ως αναγκαίων για τη χορήγηση άδειας: (i) η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας παρά την επίδειξη εύλογης επιμέλειας, (ii) πρέπει να είναι τέτοια που η προσαγωγή της θα είχε πιθανόν σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης και (iii) να είναι αξιόπιστη, αν και όχι κατ’ ανάγκην και αναντίλεκτη (δέστε γενικά Κωμοδρόμος v. Παπαναστασίου (2012) 1 Α.Α.Δ. 240, Δημοσθένους v. Γεωργίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1541 και Blachin άλλως Blochine v. Αριστείδου (1997) 1 Α.Α.Δ. 195).

 

Το όλο θέμα της προσαγωγής μαρτυρίας υπό το φως και του δικαιοδοτικού Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60, στο οποίο και ορθά βασίζεται η αίτηση, έτυχε ανάλυσης και επανεξέτασης στην Egiazaryan κ.ά. v. Denoro Investments Ltd κ.ά. (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 409 (δέστε και Λοϊζίδης v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 89, ECLI:CY:AD:2014:B104), όπου τονίστηκε και πάλι, σε συνδυασμό με το λεκτικό της Δ.35 θ.8, το εξαιρετικό του μέτρου λήψης νέας μαρτυρίας. Το υλικό επί του οποίου λειτούργησε το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν μπορεί να ανατρέπεται με ευκολία, με τις ανάλογες συνέπειες ως προς την επιμήκυνση του χρόνου οριστικής δικαστικής λύσης.

 

Υπό το φως των πιο πάνω αρχών, η αίτηση δεν είναι δυνατόν να επιτύχει. Τα έγγραφα που η εφεσείουσα επιδιώκει να προσαγάγει, παρουσιάζονται, εκ πρώτης όψεως, αξιόπιστα. Πρόκειται για πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ανταλλαγείσες δικηγορικές επιστολές και αίτηση μηνιαίων δόσεων. Οι επιστολές βεβαίως δημιουργήθηκαν μεταγενέστερα ως αποτέλεσμα του memo. Όλα τα έγγραφα αφορούν όμως γεγονότα για τα οποία η εφεσείουσα θα μπορούσε να ήταν κοινωνός, αν ασκούσε εύλογη επιμέλεια κατά τη διαχείριση της υπόθεσης που αντιμετώπιζε. Η εφεσείουσα γνώριζε βέβαια για την ύπαρξη του δανείου στο οποίο προέβηκε ως πρωτοφειλέτης ο πρώην σύζυγος της – εφεσίβλητος, προς όφελος της ΣΠΕ, με εγγυήτρια την ίδια. Όφειλε επίσης να γνώριζε, και επ’ αυτού δεν υπάρχει αντίθετη εκ μέρους της θέση στην υπό κρίση αίτηση, ότι είχε εγγραφεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η σχετική διαιτητική επί του δανείου απόφαση της ΣΠΕ. Σύμφωνα με το [*736]έγγραφο, Τεκμήριο Γ, που επιδιώκεται να προσαχθεί, η διαιτητική απόφαση ενεγράφη στις 21.9.2012. Η μη έγκαιρη εξόφληση του δανείου, ενεργοποιούσε το μηχανισμό από τη ΣΠΕ για εγγραφή επιβάρυνσης τύπου memo στην περιουσία της εφεσείουσας.

 

Το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα από την ημερομηνία εισαγωγής της αρχικής αίτησης παρακοής στις 17.5.2013, μέχρι και την καταδικαστική απόφαση στις 9.7.2015, ενώ προηγήθηκε απόσυρση της αίτησης παρακοής και καταχώριση νέας στις 16.4.2014, ήταν επαρκές για τη συμμόρφωση με το διάταγμα μεταβίβασης του μεριδίου της ακίνητης ιδιοκτησίας για το οποίο προηγήθηκε απόφαση στις 17.1.2013. Πέραν τούτου, αν η εφεσείουσα προσπαθούσε να συμμορφωθεί, έστω και μετά την απόσυρση της αρχικής αίτησης και πριν την καταχώριση της νέας αίτησης παρακοής, θα αντιλαμβανόταν την ύπαρξη του memo, η καταχώριση του οποίου προηγήθηκε της δεύτερης αίτησης παρακοής και επομένως θα μπορούσε να το προβάλει στην ένσταση της.

 

Πρόσθετα, στο σκεπτικό της ποινής του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σημειώνεται η προωθηθείσα θέση της εφεσείουσας ως προς την αδυναμία συμμόρφωσης της λόγω της ύπαρξης του memo. Αυτό τέθηκε στην προσπάθεια της εφεσείουσας να θέσει γεγονότα μετριαστικά της ποινής. Το Δικαστήριο δεν θεώρησε ότι μπορούσε να εκλάβει το γεγονός του memo ως μετριαστικό παράγοντα εφόσον αυτό έπρεπε να ήταν σε γνώση της, αλλά δεν το είχε αναφέρει στην ένσταση που καταχώρισε στην αίτηση παρακοής. Αυτό σημαίνει, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε γνώση του δεδομένου που τώρα επιχειρεί η εφεσείουσα να εισαγάγει, έστω στο στάδιο της επιβολής ποινής, και, επομένως ο τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος είναι θέμα το οποίο εν πάση περιπτώσει εγείρεται με τους λόγους έφεσης.

 

Η αίτηση συνεπώς είναι άνευ ερείσματος και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο