ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΒΑΝΚ OF CYPRUS PUBLIC CO LTD (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD), ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 67/2017, 1/6/2017

ECLI:CY:AD:2017:D207

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 67/2017)

 

1 Ιουνίου, 2017

 

[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΚΑΙ ΤA ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33 ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ BANK OF CYPRUS PUBLIC CO LTD (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ CYPRUS POPOULAR BANK PUBLIC CO LTD) ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΚ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28.4.2017 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 2271/2010 ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΑΛΒΕΡΤΟΥ ΓΙΟΥΣΕΛΛΗ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΙ

---------

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΒΑΝΚ OF CYPRUS PUBLIC CO LTD (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD)

 

Χρ. Μίτλεττον (κα) για Α. Νεοκλέους & Σία ΔΕΠΕ, για την αιτήτρια.

 

---------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.:  Επιδιώκεται με την υπό κρίση αίτηση ακύρωση αριθμού τελικών διαταγμάτων, που εκδόθηκαν εκ συμφώνου από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στις 28.4.2017, στα πλαίσια της αγωγής αρ. 2271/10 καθώς και αναστολή της ισχύος τους, μέχρι την ολοκλήρωση της αίτησης δια κλήσεως, αν και εφόσον ευοδωθεί η παρούσα αίτηση.

 

Η αιτήτρια τράπεζα-εναγόμενη 5, συνενώθηκε ως φαίνεται από τα επισυνημμένα στην αίτηση κλητήριο ένταλμα, έκθεση απαίτησης και υπεράσπιση στην ανωτέρω αγωγή ως η τράπεζα η οποία παραχώρησε στον εναγόμενο 2 δάνειο ύψους €700.000 το οποίο εξασφαλίστηκε, μεταξύ άλλων, με υποθήκευση ενός ακινήτου, η μεταβίβαση του οποίου, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, φερόμενης ως νόμιμης ιδιοκτήτριας, ήταν εξ υπαρχής άκυρη: μεταβιβάστηκε και ενεγράφηκε επ΄ ονόματι του εναγομένου 2 κατόπιν σχεδίου καταδολίευσης των εναγομένων 1 και 2.

 

Η ενάγουσα αξιώνει την παραχώρηση άδειας για εξ υπαρχής ακύρωση των εκδοθέντων διαταγμάτων για μεταβίβαση του ακινήτου επ΄ ονόματι του εναγομένου 2 όσο και της εν συνεχεία υποθήκευσης του στην αιτήτρια-εναγόμενη 5.

Η δικηγόρος της αιτήτριας τράπεζας, υιοθετώντας τα γεγονότα που καταγράφονται στην έκθεση και ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, υποστήριξε ότι το Δικαστήριο αρκούμενο στις δηλώσεις του δικηγόρου του εναγομένου 2, ο οποίος απεδέχθη την έκδοση των τελικών διαταγμάτων, προχώρησε και εξέδωσε τα επίδικα διατάγματα με τα οποία παραμερίζεται η υποθήκευση του επιδίκου κτήματος που έγινε υπό του εναγομένου 2 προς όφελος της αιτήτριας-εναγομένης 5 ως εξ υπαρχής άκυρης λόγω δόλου και απάτης και χωρίς τη συγκατάθεση της ενάγουσας, καθώς και απόφαση και/ή διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου να ακυρώσει την ως άνω μεταβίβαση και υποθήκη, χωρίς όμως να δοθεί ο λόγος στην αιτήτρια-εναγομένη 5, η οποία παρίστατο δια δικηγόρου.  Ζήτημα που ηγέρθη μετά την έκδοση των διαταγμάτων από τη δικηγόρο που εκπροσωπούσε την αιτήτρια-εναγομένη 5 προς το Δικαστήριο, ότι δια της έκδοσης των διαταγμάτων πλήττονταν τα δικαιώματα της και ότι το Δικαστήριο θα έπρεπε να αρκεστεί στην καταγραφή της δήλωσης του εναγομένου 2, αλλά να μην προχωρήσει να τα εκδώσει, εφόσον η ακροαματική διαδικασία συνεχίζετο μεταξύ των λοιπών διαδίκων, δεν εισακούστηκε.  Αντιθέτως το Δικαστήριο αρκέστηκε να εκφράσει τη θέση ότι τα διατάγματα ως είχαν εκδοθεί, δέσμευαν μόνο τον εναγόμενο 2.    

 

Εν όψει των ανωτέρω, κατ΄ ισχυρισμόν της αιτήτριας γεγονότων, και, των όσων διημήφθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προβάλλονται ως λόγοι παραχώρησης της άδειας η υπέρβαση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, νομικό σφάλμα και έκδηλη πλάνη Νόμου, που προκύπτει και είναι ορατό από τους φακέλους της διαδικασίας, καθώς και καταστρατήγηση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και του δικαιώματος ακρόασης της αιτήτριας.  Επί του τελευταίου, ότι το Δικαστήριο παρέκαμψε την υπεράσπιση της αιτήτριας η οποία επέμενε στη συνέχιση ης ακρόασης της αγωγής της και μετά την έκδοση των διαταγμάτων, η οποία όπως και διευκρινίστηκε από τη δικηγόρο της αιτήτριας, είναι ορισμένη για ακρόαση στις 25.5.2017.  Με δεδομένο ότι δεν υφίσταται εναλλακτική θεραπεία ή άλλα ένδικα μέσα, τα εν λόγω διατάγματα καθίστανται άμεσα και εκτελεστά, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έγκριση του αιτήματος. 

 

Όπως και επ΄ ακροατηρίω επισημάνθηκε στη δικηγόρο της αιτήτριας η αίτηση είναι θνησιγενής.  Ουδέν εκ των όσων υποστηρίζονται στην ένορκη δήλωση και έκθεση γεγονότων αντανακλώνται στο συντεταγμένο διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 28.4.2017 και συντάχθηκε στις 4.5.2017.  Απουσιάζει το σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου το οποίο να βεβαιώνει τα όσα η συνήγορος υποστηρίζει.  Αντιθέτως, από το συντεταγμένο διάταγμα προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι κατά την επίδικη ημερομηνία ενώπιον του Δικαστηρίου παρίσταντο, είτε προσωπικώς, εναγόμενη 1, είτε δια δικηγόρου, εναγόμενοι 1-5, όλοι οι διάδικοι και εξεδόθησαν εκ συμφώνου τα διατάγματα των οποίων η ακύρωση επιδιώκεται.  Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι δόθηκε σε όλους τους διαδίκους το δικαίωμα ακρόασης, το οποίο και εξάσκησαν συμφωνώντας στην έκδοση των επίδικων διαταγμάτων.

 

Το μόνο που επιβεβαιώνεται από την επισυνημμένη απόφαση και/ή διατάγματα είναι ότι τα εν λόγω διατάγματα εκδόθηκαν εκ συμφώνου εναντίον του εναγομένου 2 σε ό,τι αφορά τον ίδιο.  Τούτο όμως δεν επαρκεί αφ΄ εαυτού για να θεμελιώσει τη βάση για την παραχώρηση άδειας.

 

Ο καθορισμός των λόγων παραχώρησης άδειας, όπως παρατηρεί ο Π. Αρτέμης στο σύγγραμμα Προνομιακά Εντάλματα, σ. 45, είναι αλληλένδετος με τον προσδιορισμό του αντικειμένου της αίτησης που συνιστά το υπόβαθρο του αιτήματος.  Οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται έκδοση προνομιακού εντάλματος συνιστούν, σε συνδυασμό πάντοτε με την αιτούμενη θεραπεία και το επίδικο ζήτημα (Γεωργιάδης (1992) 1 Α.Α.Δ. 298).  Με διαπιστούμενη ως ανωτέρω την απουσία του πρακτικού που να καταγράφονται οι δηλώσεις και το αίτημα της δικηγόρου για την αιτήτρια-εναγόμενη όπως τέθηκαν, κατά τους ισχυρισμούς της πάντοτε, μετά την έκδοση των διαταγμάτων και η τοποθέτηση του Δικαστηρίου η οποία απέληξε στην έκδοση τους, και πάλι κατά τους ισχυρισμούς της δικηγόρου της αιτήτριας, εκθεμελιώνει το υπόβαθρο και το σύννομο της αίτησης.  Επισύναψη του πιστοποιημένου αντιγράφου του πρακτικού του Δικαστηρίου κατά την επίδικη ημερομηνία, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ενάσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου για την έκδοση προνομιακού διατάγματος.  Επιβάλλεται επί ποινή ακυρότητας η προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου της απόφασης ή του πρακτικού για να γίνει δυνατή η αναθεώρηση της έκδοσης των εν λόγω διαταγμάτων.  Διαφορετικά, όπως τονίζεται και στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη (ανωτέρω) το Δικαστήριο σε μια τόσο αυστηρή και φειδωλή διαδικασία θα ενεργούσε ανεπίτρεπτα στη βάση υποθέσεων ή πιθανολογιών (In Re Aeroporos and others (1988) 1 C.L.R. 302 και R. v. Newington Licensing Justices (1984) 1 K.B. 681, όπως υιοθετήθηκε στην Αeroporos (ανωτέρω)).  Η παράλειψη ως εκ τούτου είναι ουσιώδης.  Στην απουσία αντιγράφου του σχετικού πρακτικού, το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να εξασκήσει τη δικαιοδοσία του και η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

                                                                             Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

/ΦΚ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο