ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 148/2012, 7/7/2017

ECLI:CY:AD:2017:A250

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 148/2012)

 

 

7 Ιουλίου 2017

 

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, T.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.]

 

 

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ

Εφεσείοντες-Καθ΄ων η Αίτηση

ΚΑΙ

ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥ, από Τσέρι

                                                             Εφεσίβλητης-Αιτήτριας

 

--------------

 

Ίκαρος Τυπογράφος, για τους εφεσείοντες.

Κωνσταντινίδης για Σκορδής, Παπαπέτρου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την εφεσίβλητη.

Ανδρέας Χριστοφόρου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.

 

--------------

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

--------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η εφεσίβλητη ήταν υπάλληλος των εφεσειόντων, εταιρείας που εκδίδει την εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος» και άλλα έντυπα, στο τμήμα φωτογραφικού αρχείου της εταιρείας.  Τον Απρίλιο του 2009 έλαβε ειδοποίηση τερματισμού της απασχόλησής της από 2.6.2009 με την αιτιολογία ότι «η θέση σας θα καταργηθεί λόγω αλλαγής στις μεθόδους παραγωγής και εκσυγχρονισμού της οργάνωσης της εργασίας».

 

Λεπτομέρειες της θέσης αυτής έδωσε ως ακολούθως  ο γενικός διευθυντής των εφεσειόντων κ. Μιχάλης Καρής, ο οποίος ήταν μάρτυρας τους και ο μοναδικός μάρτυρας στη διαδικασία. 

 

Η εφεσίβλητη ήταν η μοναδική υπάλληλος στο τμήμα φωτογραφικού αρχείου.  Είχε δύο αντικείμενα, ήτοι την αρχειοθέτηση φωτογραφιών και την ανεύρεση παλαιών εκδόσεων της εφημερίδας σε microfilm για τους ενδιαφερόμενους.

 

Ως προς το πρώτο αντικείμενο εργασίας της εφεσίβλητης, ο μάρτυρας ανέφερε ότι το φωτογραφικό αρχείο ετηρείτο αρχικά μόνο σε χάρτινη μορφή.  Από το 2003 εισήχθη το σύστημα KUDO με το οποίο γινόταν ψηφιακή αρχειοθέτηση μίας μίας φωτογραφίας, από ένα μόνο χρήστη, την εφεσίβλητη.  Μέχρι το 2006 το ψηφιακό εκείνο σύστημα συνυπήρχε με το σύστημα χάρτινης αρχειοθέτησης.  Το τελευταίο τότε καταργήθηκε και μεταφέρθηκε σε αποθήκη. 

 

Στις αρχές του 2007 τέθηκε σε λειτουργία ένα νέο σύστημα ψηφιακής αρχειοθέτησης, το NEWS ASSET, το οποίο καταργούσε το προηγούμενο σύστημα ξεχωριστής αρχειοθέτησης, εφόσον πλέον μπορούσε κάθε δημοσιογράφος, σελιδωτής και φωτογράφος να αρχειοθετεί μόνος του τις φωτογραφίες.  Όπως είπε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας, κάθε δημοσιογράφος με το πάτημα ενός κουμπιού, «όπως έσωζε το κείμενο του στο κομπιούτερ, έσωζε και τη φωτογραφία του και εκεί τέλειωνε η όλη διαδικασία».  Με την πλήρη εφαρμογή του συστήματος τούτου, ενώ προηγουμένως οι δημοσιογράφοι και οι σελιδωτές καθόριζαν ποιες φωτογραφίες θα αρχειοθετηθούν και απλώς τη διαδικασία την υλοποιούσε η εφεσίβλητη, πλέον κάθε δημοσιογράφος και κάθε σελιδωτής ξεχωριστά, ιδιαιτέρως το τμήμα scanner που επεξεργάζεται την εικόνα των φωτογραφιών, αρχειοθετούν τις φωτογραφίες, χωρίς να είναι απαραίτητη η συγκέντρωσή τους σε άλλο άτομο για να κάνει αυτή τη δουλειά. 

 

Κατ΄ουσίαν, το τμήμα του φωτογραφικού αρχείου κατέστη άνευ αντικειμένου. Παρά ταύτα, οι εφεσείοντες διατήρησαν απλώς την εφεσίβλητη στη θέση της για μια περίοδο ασφαλείας, ώστε να δώσουν χρόνο στους δημοσιογράφους και τους σελιδωτές να αφομοιώσουν το νέο σύστημα.

 

Ως προς τη δεύτερη ενασχόληση της εφεσίβλητης, ο μάρτυρας ανέφερε ότι καταργήθηκε και η διαδικασία ανεύρεσης παλαιών εκδόσεων της εφημερίδας με microfilms, για την οποία η εφεσίβλητη βοηθούσε τους ενδιαφερόμενους, λόγω της ανάρτησης της εφημερίδας στο διαδίκτυο.  Όλα αυτά οδήγησαν σε κατάργηση του τμήματος φωτογραφικού αρχείου και στην απόφαση για απόλυση της εφεσίβλητης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι τα όσα ανέφερε ο μάρτυρας αναφορικά με τα παραπάνω θέματα, δεν έχουν αμφισβητηθεί από την πλευρά της εφεσίβλητης, αλλ΄ούτε και από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού που εμφανίστηκε ως αναγκαίος διάδικος, προέβη ουσιαστικά σε ευρήματα σύμφωνα με τη μαρτυρία του.

 

Θεώρησε το Δικαστήριο ότι η αρχειοθέτηση φωτογραφιών σε χάρτινη μορφή και ανεύρεση παλαιών εκδόσεων σε microfilms είναι διαδικασίες που καταργήθηκαν.  Αντίθετα, έκρινε ότι η αρχειοθέτηση ψηφιακών φωτογραφιών δεν καταργήθηκε αλλά μεταφέρθηκε και διεκπεραιώνεται μέσω του συστήματος NEWS ASSET από τους δημοσιογράφους, τους σελιδωτές και τους υπαλλήλους του scanner.  Θεώρησε, περαιτέρω, ότι δεν παρουσιάστηκαν επαρκή στοιχεία που να καταδεικνύουν πόσο χρόνο από την εργασία της ανάλωνε η εφεσίβλητη για την αρχειοθέτηση ψηφιακών φωτογραφιών και συνεπώς, έκρινε πως οι εφεσείοντες δεν απέδειξαν ότι τα καθήκοντα της εφεσίβλητης αναφορικά με τη ψηφιακή αρχειοθέτηση φωτογραφιών έχουν εξαλειφθεί και δεν ανατέθηκαν σε άλλους εργοδοτούμενους.

 

Προσβάλλεται το παραπάνω συμπέρασμα του Δικαστηρίου ως παραβλέπον την κατάργηση του τμήματος στο οποίο μοναδική απασχολούμενη ήταν η εφεσίβλητη.  Όντως, η προσέγγιση του Δικαστηρίου παραβλέπει ότι η ουσία του πράγματος, όπως προκύπτει από τη μαρτυρία την οποία αποδέχθηκε, έγκειται στην κατάργηση του συστήματος με βάση το οποίο εργαζόταν η εφεσίβλητη και τη συνεπακόλουθη κατάργηση του μονοπρόσωπου τμήματός της.  Με την εισαγωγή του συστήματος NEWS ASSET, δεν μεταφέρθηκαν απλώς τα καθήκοντα της εφεσίβλητης σε άλλους, αλλά άλλαξε πλήρως το σύστημα εργασίας, ώστε η μέχρι τότε ξεχωριστή αρχειοθέτηση και συγκέντρωση των φωτογραφιών από ένα άλλο άτομο, την εφεσίβλητη, να μην ήταν πλέον αναγκαία, αλλά να γίνεται ξεχωριστά από τον κάθε δημοσιογράφο κατά τρόπο αυτόματο.  Η συνέχιση της εργοδότησής της για μια μεταβατική περίοδο, έγινε για τους λόγους που ο μάρτυρας εξήγησε, χωρίς αντίκρουση και δεν ανατρέπει τη βασική διαπίστωση ως προς την αιτία του τερματισμού της απασχόλησής της, η οποία βρίσκει έρεισμα στις πρόνοιες του άρθρου 18(γ) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Ν. 24/67, όπως τροποποιήθηκε.

 

Περαιτέρω, το Ταμείο έθεσε στο τελικό στάδιο ζήτημα ότι οι εφεσείοντες δεν ενήργησαν ως λογικός και συνετός εργοδότης.  Το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα αυτό επί τη βάσει σειράς ισχυρισμών περί του ότι, ενώ «θα χρειαζόταν νέο προσωπικό με καθήκοντα παρεμφερή με αυτά της Αιτήτριας αντί να κρατήσει την Αιτήτρια την απέλυσε και προσέλαβε άλλο προσωπικό λίγους μήνες μετά την απόλυση της Αιτήτριας με καθήκοντα παρεμφερή με αυτά της Αιτήτρια και πιο συγκεκριμένα ένα σελιδωτή.»

 

Όλα αυτά, όμως, δεν είχαν προδιαγραφεί ως επίδικα θέματα.  Ανεξάρτητα από το κατά πόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί θεμιτή η εξέταση του ευλόγου της συμπεριφοράς του εργοδότη επί γενικής έστω δικογραφικής αναφοράς, κάτι που δεν εξετάζουμε, εκείνο που έχει εν προκειμένω σημασία είναι ότι η διαδικασία και η απόφαση επεκτάθηκαν επί γεγονότων και ισχυρισμών που για πρώτη φορά τέθηκαν στην ακρόαση, στα πλαίσια της αντεξέτασης του μάρτυρα.    Μπορεί ο εξεταστικός χαρακτήρας που διέπει τη δίκη ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών να παρέχει ευρύτερη ευχέρεια στο Δικαστήριο για διερεύνηση των γεγονότων που άπτονται της επίδικης διαφοράς, όμως τούτο δεν μπορεί να γίνει χωρίς καθόλου προδιαγεγραμμένα πλαίσια.  Όπως ελέχθη στην Αθανασίου ν. Reana Manufacturing and Trading Ltd κ.α. (2001) 1 ΑΑΔ 1635, το εξεταστικό σύστημα «δεν μεταβάλλει … το δικονομικό κανόνα ως προς τα επίδικα θέματα και τις παραμέτρους της δίκης». 

 

Εν πάση περιπτώσει, δεν συμφωνούμε ότι από την αντεξέταση του μάρτυρα δημιουργούνται αμφιβολίες σχετικά με το ζήτημα αυτό, όπως τελικά  προσδιόρισε το πρόβλημα το Δικαστήριο, χωρίς, εν πάση περιπτώσει, να προβεί σε ευρήματα περί μη εύλογης συμπεριφοράς των εργοδοτών.  Η εφεσίβλητη και το Ταμείο ισχυρίζονται ότι ο μάρτυρας παραδέχθηκε και/ή δεν εξήγησε γιατί αρχικά ανέφερε πως προσλήφθηκε από τους εφεσείοντες τον Ιούνιο του 2010 (εννοούν Μάιο 2010) πρόσωπο με παρεμφερή καθήκοντα όπως της ίδιας, ενώ στην πραγματικότητα το εν λόγω πρόσωπο είχε προσληφθεί τον Οκτώβριο του 2009, λίγους μήνες μετά την απόλυσή της.  Ο μάρτυρας επί του προκειμένου είχε αναφέρει ότι το Μάιο του 2010 οι εφεσείοντες εξέδωσαν μια καινούργια εφημερίδα, την αθλητική GOAL, οπότε δημιουργήθηκε η ανάγκη ενός προσώπου στο τμήμα scanner, ανάγκη που καλύφθηκε με μεταφορά ενός προσώπου από το τμήμα σελίδωσης μικρών αγγελιών, το οποίο «θα έβγαινε εκείνη την περίοδο πλεονάζον».  Ακολούθως, κατά την αντεξέταση του από τη δικηγόρο του Ταμείου, του τέθηκαν τα εξής, τα οποία αντιλαμβανόμαστε ότι έδωσαν έρεισμα για την παραπάνω εισήγηση:

 

«Ε.    Θα σας αναφέρω κάποια ονόματα υπαλλήλων σας, κάποιες προσλήψεις που έγιναν να μας πείτε τα καθήκοντά τους.

 

………………………………………………………………………

 

(Αναφέρονται διάφορα ονόματα και ημερομηνίες πρόσληψης τους)

 

Ε.    Φρύνη Χριστοδούλου, Οκτώβριο του 2009;

Α.      Η εν λόγω κυρία στην εφημερίδα GOAL μεταφέρθηκε από την μια εταιρεία μας σε άλλη εταιρεία.  Τον Οκτώβριο του 2009 μεταφέρθηκε από το Φιλελεύθερο στη δική μας εταιρεία ΠΡΩΤΕΑΣ η οποία εταιρεία έκανε τη σελίδωση.

Ε.      Αυτή είναι του Φιλελεύθερου όμως;

Α.      Είναι μεταξύ δύο δικών μας εταιρειών.  Η Φρύνη είναι στον οργανισμό πάρα πολλά χρόνια νομίζω.

Ε.      Είναι σελιδωτής η Φρύνη;

Α.      Ναι στο τμήμα αγγελιών.»

 

Εκ των παραπάνω δεν προκύπτει η κατ΄ ισχυρισμόν παραδοχή.  Αλλά και αν ακόμα το πρόσωπο στο οποίο αναφέρθηκε ο μάρτυρας ως προσληφθέν για τις ανάγκες της έκδοσης της εφημερίδας GOAL προσελήφθη τον Οκτώβριο του 2009 και όχι το Μάιο του 2010, αυτό έγινε, εν πάση περιπτώσει, μετά τον τερματισμό της απασχόλησης της εφεσίβλητης.  Άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε, ούτε αντικρούστηκε η βασική επί του προκειμένου θέση του μάρτυρα ότι έγιναν προσπάθειες λόγω της μακρόχρονης υπηρεσίας της για να απορροφηθεί σε άλλα τμήματα με παρεμφερή καθήκοντα, χωρίς τούτο να καταστεί, κατά τον ουσιώδη χρόνο, εφικτό για τους λόγους που εξήγησε.

 

Ως εκ των άνω, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση, περιλαμβανομένης της διαταγής για έξοδα, ακυρώνεται.

 

 

                                                                   Π. Παναγή, Δ.

 

                                                                   Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.

 

                                                                   Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ»Π

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο