ΝΙΚΟΛΑ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ-ΑΝΤΩΝΙΟΥ ν. ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΤΩΝΗ ΧΡ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 458/2011, 19/7/2017

ECLI:CY:AD:2017:A265

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            Πολιτική Έφεση Αρ. 458/2011

 

19 Ιουλίου, 2017

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.Δ]

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΝΙΚΟΛΑ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ

ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ-ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 25/10/2005 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 122/05 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,

 

Εφεσείοντα/Εναγόμενου/Αιτητή,

 

-ΚΑΙ-

 

ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΤΩΝΗ ΧΡ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ,

 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 01/11/2005, ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 121/05 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,

 

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα/Καθ΄ ου η Αίτηση

--------------------------

Γιώργος Μιντής για Γιώργος Μιντής & Αντωνάκης Σωτηρίου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

Αδάμος Χατζηχριστοδούλου, για τον Εφεσίβλητο.

-----------------------

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου, ως προς το αποτέλεσμα, είναι ομόφωνη, όχι όμως ως προς το σκεπτικό. Θα απαγγελθεί απόφαση από την Παναγή, Δ., με την οποία συμφωνεί ο Γιασεμής, Δ. Ο Οικονόμου, Δ., θα δώσει δική του απόφαση με διαφορετικό σκεπτικό.

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

   Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:  Ο εφεσείων είναι ο διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαρίας Ισαάκ Νικόλα, ενώ ο εφεσίβλητος είναι ο διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Αντώνη Αντωνίου. Οι αποβιώσαντες, οι οποίοι ήταν σύζυγοι, απεβίωσαν συγχρόνως, μαζί και με τα δύο παιδιά τους, σε αεροπορικό δυστύχημα που συνέβηκε στην Ελλάδα, στις 14.8.2005.

 

Ο εφεσίβλητος, υπό την ως άνω ιδιότητα του, στις 24.7.2007 καταχώρισε την υπ΄ αριθμό 6/2007 αίτηση, στο Οικογενειακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, Δικαιοδοσία Περιουσιακών Διαφορών, εναντίον του εφεσείοντα, υπό τη δική του ως άνω ιδιότητα. Στις 17.6.2008, όταν η αίτηση ήταν ορισμένη ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου για καθορισμό επιδίκων θεμάτων και αφού είχαν ήδη καταχωρηθεί οι έγγραφες προτάσεις εκατέρωθεν, ο εφεσίβλητος την απέσυρε άνευ βλάβης. Στο σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου καταγράφεται: «Η αίτηση απορρίπτεται ως αποσυρθείσα άνευ βλάβης».  Ακολούθως, στις 30.12.2009, ο εφεσίβλητος επανήλθε, αυτή τη φορά καταχωρώντας αγωγή εναντίον του εφεσείοντα σε σχέση με την ίδια αιτία. Πρόκειται για την αγωγή 1170/2009, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου.

 

Με την υπεράσπιση του ο εναγόμενος-εφεσείων ήγειρε προδικαστική ένσταση προβάλλοντας ότι ο ενάγων-εφεσίβλητος «εμποδίζεται (estopped) να προχωρήσει με την αγωγή του λόγω δεδικασμένου (res judicata), καθ΄ ότι τα θέματα και /ή αξιώσεις και/ή θεραπείες οι οποίες αξιώνονται με την παρούσα αγωγή αξιώνοντο στην αίτηση αρ. 6/07 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, Δικαιοδοσία Περιουσιακών Διαφορών, την οποία ο ενάγων (αιτητής όπως ήταν τότε) μετά και την παραλαβή της Υπεράσπισης απέσυρε και ακολούθως το Δικαστήριο την απέρριψε, χωρίς να αναγνωρίζεται στον ενάγοντα (αιτητή όπως ήταν τότε) το δικαίωμα καταχώρησης νέας αγωγής και/ή νέας δικαστικής διαδικασίας».

 

Η πιο πάνω προδικαστική ένσταση εκδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο κατόπιν  σχετικής αίτησης από τον εφεσείοντα, στη βάση παραδεκτών γεγονότων, και απορρίφθηκε. Η ευπαίδευτη Δικαστής η οποία την εξεδίκασε, αφού αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις που τίθενται στη νομολογία για να ισχύει η αρχή του δεδικασμένου, παρατήρησε ότι παρόλο που οι αιτούμενες με την αγωγή και την αίτηση αρ. 6/2007 θεραπείες δεν ήταν ταυτόσημες, προέκυπταν από την ίδια νομική βάση, αφού αναφέρονταν σε περιουσιακές διαφορές μεταξύ συζύγων, σε σχέση με ιδιοκτησία η οποία αποκτήθηκε πριν με την προοπτική του γάμου ή μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου, Ν.232/91. Η Αίτηση 6/2007, όμως, δεν αφορούσε σε αιτία η οποία είχε εγερθεί από σύζυγο εναντίον συζύγου. Με βάση δε τις ρητές πρόνοιες του εν λόγω νόμου, ειδικότερα τα άρθρα 14 και 15(β), το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει την αξίωση του εφεσιβλήτου στην αίτηση 6/2007. Ως εκ τούτου, δεν τίθετο θέμα δεδικασμένου με την έγερση, από τον εφεσίβλητο, της αγωγής 1170/2009.

 

Το Δικαστήριο προχώρησε, στη συνέχεια, στην εξέταση της λειτουργίας και εφαρμογής της Διαταγής 15 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι εφαρμόζονται και σε οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων για την οποία δεν γίνεται ειδική πρόνοια στους περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικούς Κανονισμούς,  καταλήγοντας ότι η φράση «άνευ βλάβης» στο διάταγμα διακοπής της αίτησης 6/2007 διαφύλαττε το δικαίωμα του εφεσίβλητου να επανέλθει στο μέλλον με την καταχώρηση νέας δικαστικής διαδικασίας για τα ίδια επίδικα θέματα που είχαν εγερθεί στην αίτηση 6/2007.

 

Ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και με τον πρώτο λόγο έφεσης εισηγείται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως η συμπερίληψη στο πρακτικό της φράσης «άνευ βλάβης» υποδηλοί ότι διαφυλάττετο το δικαίωμα του εφεσίβλητου να επανέλθει στο μέλλον με την καταχώριση νέας δικαστικής διαδικασίας για τα ίδια επίδικα θέματα.  Με τους άλλους δύο λόγους έφεσης, οι οποίοι είναι συναφείς μεταξύ τους, εισηγείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε, καθ΄ υπέρβαση εξουσίας, όταν εξέτασε και αποφάσισε ότι η αίτηση 6/2007 ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία λόγω πιθανού δικαιοδοτικού κωλύματος, χωρίς να υπάρχει ενώπιον του  θέμα δικαιοδοσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου, ενώ εσφαλμένη ήταν επίσης η απόφαση του αφού δεν προέκυπτε από τα παραδεκτά γεγονότα, ότι η αίτηση 6/2007 είχε αποσυρθεί και απορριφθεί από το Οικογενειακό Δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας του.  Από την άλλη, ο εφεσίβλητος υπεραμύνθηκε της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

 

Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Ό,τι ετέθη στην πραγματικότητα με την προδικαστική ένσταση ήταν η δημιουργία νομικού κωλύματος, λόγω της μη ορθής εφαρμογής  των προνοιών της Δ.15 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ώστε να εμποδιζόταν ο εφεσίβλητος να προβεί στην έγερση νέας αξίωσης για την ίδια αιτία, με δεδομένες τις συνθήκες απόσυρσης της αίτησης 6/2007.  Θεωρούμε ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το εγερθέν στην υπεράσπιση προδικαστικό ζήτημα, ήταν λανθασμένη. Η δημιουργία κωλύματος, της φύσεως που ο εφεσείων εισηγήθηκε, προϋποθέτει την ύπαρξη δικαιοδοσίας στο Δικαστήριο που επιλήφθηκε της πρώτης διαδικασίας.  Επομένως, η απόρριψη αγωγής ή άλλης εναρκτήριας διαδικασίας από Δικαστήριο που δεν έχει δικαιοδοσία, δεν δημιουργεί κώλυμα στην έγερση της ίδιας αξίωσης ενώπιον άλλου Δικαστηρίου.

 

Εν προκειμένω, το εγερθέν από τον εφεσείοντα προδικαστικό ζήτημα εισηγείτο την ύπαρξη δικαιοδοσίας στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ενώ συγχρόνως έθετε εμμέσως πλην σαφώς θέμα έλλειψης δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να επιληφθεί το ίδιο της αγωγής, δεδομένου ότι τα δύο Δικαστήρια δεν έχουν συντρέχουσα δικαιοδοσία. Τέτοιο θέμα όμως, δηλαδή έλλειψης δικαιοδοσίας, του Επαρχιακού Δικαστηρίου, δεν ηγέρθη από τον εφεσείοντα και, επομένως το θέμα αυτό δεν εξετάστηκε από το εν λόγω Δικαστήριο. Η υποβολή και προώθηση της προδικαστικής ένστασης, κάτω από αυτές τις συνθήκες, συνιστούσε αντινομία, γεγονός που από μόνο του ήταν αρκετό να οδηγήσει στην απόρριψη της χωρίς, βέβαια, να αποκλείεται η δυνατότητα αμφισβήτησης της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας. Παρεμπιπτόντως, ενδεχόμενα να μην εμποδίζεται και η έγερση ύπαρξης κωλύματος, υπό οποιαδήποτε μορφή που αναφέρεται πιο πάνω, στην περίπτωση που τυχόν η ίδια αξίωση επαναφερθεί ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Εν πάση περιπτώσει, καίτοι λανθασμένη η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η κατάληξη του ήταν ορθή.

 

Συνακόλουθα των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                        Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

                                                                        Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

                                                                       

/ΣΓεωργίου

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                   Πoλιτική ΄Εφεση Αρ. 458/2011

19 Ιουλίου 2017

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.Δ]

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΝΙΚΟΛΑ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ

ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΙΣΑΑΚ ΝΙΚΟΛΑ-ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 25/10/2005 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 122/05 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,

Εφεσείοντα/Εναγόμενου/Αιτητή,

 

-ΚΑΙ-

 

ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΤΩΝΗ ΧΡ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ,

 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 01/11/2005, ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 121/05 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα/Καθ΄ ου η Αίτηση

--------------------------

Γιώργος Μιντής για Γιώργος Μιντής & Αντωνάκης Σωτηρίου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

Αδάμος Χατζηχριστοδούλου, για τον Εφεσίβλητο.

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Συμφωνώντας ως προς το αποτέλεσμα στο οποίο κατέληξε η απόφαση της πλειοψηφίας, διατηρώ διαφορετική προσέγγιση σε ότι αφορά τον τρόπο κατάληξης.

 

Η προδικαστική ένσταση τιτλοφορήθηκε από τον εφεσείοντα/εναγόμενο ως ένσταση κωλύματος λόγω δεδικασμένου (res judicata).  Τέτοιο, όμως, κώλυμα δημιουργείται όταν το Δικαστήριο εκδικάσει την ουσία της επίδικης διαφοράς και αποφασίσει καθοριστικά επί νομικού ή πραγματικού ζητήματος (K.S.R. Comercio E. Emdustria De Papel S.A. και άλλοι ν. Bluecoral Navigation Limited (1995) 1 ΑΑΔ 309, Κανάρης ν. Λοϊζου (2006) 1 ΑΑΔ 599).  Εν προκειμένω, δεν δημιουργήθηκε δεδικασμένο.

 

Στην πραγματικότητα εκείνο που τέθηκε με την ένσταση ήταν η δημιουργία κωλύματος, υπό το φως της Δ.15, για την έγερση της ίδιας αξίωσης, ως εκ του τρόπου που είχε αποσυρθεί η Αίτηση 6/2007 από το Οικογενειακό Δικαστήριο.   Ό,τι όμως έλαβε χώρα ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου δεν συνιστούσε παρά μια ανυπόστατη διαδικασία.  Σύμφωνα με το άρθρο 14(1) των περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμων, η αξίωση συμμετοχής σε περιουσία, που είναι εν προκειμένω η αξίωση, προβλέπεται μεταξύ συζύγων και σύμφωνα με το άρθρο 15(β) δεν επιβιώνει, σε περίπτωση θανάτου, στο πρόσωπο των κληρονόμων του συζύγου που πέθανε.  Προκύπτει, αδιαμφισβήτητα, ότι η διαδικασία ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου δεν είχε κανένα έρεισμα στο Νόμο, ήταν νομικά ανυπόστατη.

 

Συνεπώς, ό,τι εκεί έγινε δεν θα μπορούσε να παράξει έννομα αποτελέσματα και ειδικότερα δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει κώλυμα ή να προκαλέσει οποιοδήποτε αποτέλεσμα η απόσυρση της Αίτησης.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

/ΚΧ»Π

                                               


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο