A.P.A. DEVELOPING LTD ν. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΥΛΛΟΦΤΑ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 208/2011, 10/10/2017
print
Τίτλος:
A.P.A. DEVELOPING LTD ν. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΥΛΛΟΦΤΑ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 208/2011, 10/10/2017
Παραπομπή:
ECLI:CY:AD:2017:A345

ECLI:CY:AD:2017:A345

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 208/2011)

 

10 Οκτωβρίου, 2017

 

[ΠΑΝΑΓΗ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

 

A.P.A. DEVELOPING LTD,

 

Εφεσειόντων-Καθ’ ων η Αίτηση,

ν.

 

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΥΛΛΟΦΤΑ,

 

Εφεσίβλητου-Αιτητή.

 

________________________

 

Κλέα Αχιλλέως (κα),  για Αργυρού, για Καριτζής-Αργυρού & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.

Χαράλαμπος Γαλανός, για τον Εφεσίβλητο.

________________________

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:  Την  ομόφωνη  απόφαση  του  Δικαστηρίου  θα

δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Ο εφεσίβλητος, αιτητής, με αίτησή του στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, Τμήμα Λεμεσού, αξίωσε από τους εφεσείοντες, καθ’ ων η αίτηση, την πληρωμή δεδουλευμένων ημερομισθίων έντεκα μηνών, ήτοι από την 1.9.2005 μέχρι την 31.7.2006, για πενθήμερη εβδομάδα εργασίας, καθώς, επίσης, αναλογία 13ου μισθού για την ίδια πιο πάνω περίοδο.  Το αξιωθέν, ως άνω, ποσό ανερχόταν σε Λ.Κ.14.300,00 ή σε €24.433,00.  Επιπρόσθετα, αξίωσε δεδουλευμένα ημερομίσθια για τα Σάββατα που αυτός, κατ’ ισχυρισμό, είχε εργασθεί εντός της προαναφερθείσας περιόδου και για μεταφορικά έξοδα, ή έξοδα καυσίμων, τα οποία ανέρχονταν, και τα δύο μαζί, στο συνολικό ποσό των Λ.Κ.5.465,00. 

 

Οι πιο πάνω αξιώσεις του εφεσίβλητου ηγέρθησαν στην υπό αναφορά αίτησή του, στην οποία καταγράφηκαν, επίσης, οι γενικοί λόγοι, τους οποίους αυτός πρόβαλε προς υποστήριξή τους.  Σε συντομία, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι, κατά την περίοδο από 1.9.2005 μέχρι 31.7.2006, αυτός είχε εργοδοτηθεί από τους εφεσείοντες, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, δυνάμει προφορικής συμφωνίας για την παροχή προς αυτούς συγκεκριμένων υπηρεσιών σε σχέση με την κατασκευή έξι κατοικιών στο χωριό Πισσούρι.  Κατά τον ουσιώδη χρόνο, οι εν λόγω κατοικίες βρίσκονταν υπό ανέγερση, η δε αποπεράτωση της κατασκευής τους αναμένονταν κατά ή περί την 1.9.2006.  Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε ότι οι εφεσείοντες θα του κατέβαλλαν τους προαναφερθέντες μισθούς και τα ωφελήματά του με την ολοκλήρωση του έργου, ήτοι κατά το χρόνο που έχει προαναφερθεί.  Μετά από έντεκα μήνες εργασίας, του χρόνου αυτού υπολογιζόμενου από την 1.9.2005, οι εφεσείοντες κατά τον ίδιο πάντοτε, τον απέλυσαν, αρνούμενοι,  συγχρόνως, να του καταβάλουν τους μέχρι τότε δεδουλευμένους μισθούς και τα ωφελήματά του, την πληρωμή των οποίων αξίωσε με την εν λόγω αίτησή του. 

 

Οι εφεσείοντες, στους γενικούς λόγους της εμφάνισής τους, οι οποίοι υπέχουν τη θέση υπεράσπισης, τοποθέτησαν την έναρξη της εργοδότησης του εφεσίβλητου από αυτούς κατά ή περί την 1.11.2005 και τον τερματισμό της περί το τέλος Ιουλίου 2006, με δική του υπαιτιότητα, όπως οι ίδιοι εξήγησαν.  Για την εν λόγω περίοδο, του κατέβαλλαν, μηνιαίως, μισθό, ο οποίος, αρχικά, ήταν Λ.Κ.600,00 και μετά μειώθηκε σε Λ.Κ.500.00.  Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκαν ότι, στο πλαίσιο της συνεργασίας τους, του ανέθεταν, υπεργολαβικά, την εκτέλεση διαφόρων εργασιών σε σχέση με το εν λόγω έργο, για τις οποίες τον πλήρωναν «με το κομμάτι».  Τέλος, ισχυρίστηκαν ότι αυτοί είχαν πληρώσει τον εφεσίβλητο για όλες τις υπηρεσίες που εκείνος τους είχε προσφέρει, με επιταγές και, επομένως, κανένα ποσό δεν του όφειλαν πλέον.

 

Διεξήχθη μακρά ακρόαση, πέραν των δώδεκα δικασίμων, κατά τη διάρκεια της οποίας κατέθεσαν, και από τις δύο πλευρές, 16, συνολικά, μάρτυρες, η οποία, για αυτόν, ακριβώς, το λόγο, προφανώς, κινήθηκε εκτός του γράμματος του οικείου νόμου[1], ο οποίος, στο άρθρο 12(11), προβλέπει:  «Το Δικαστήριον Εργατικών Διαφορών χωρεί μετά πάσης λογικής ταχύτητος εις την επίλυσιν της διαφοράς συνοπτικώς, χωρίς να δεσμεύηται υφ’ οιωνδήποτε κανόνων περί αποδείξεως και εκδίδει ητιολογημένην απόφασιν.»  Ακολούθως, η απόφαση που εκδόθηκε καταλαμβάνει περί τις 53 πυκνογραμμένες σελίδες.  ΄Ολα αυτά ουδόλως παραπέμπουν στη συνοπτικότητα, η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει τη διαδικασία για επίλυση τέτοιας διαφοράς, πολύ δε περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση, όπου η αξίωση του εφεσίβλητου δεν υπερέβαινε το ποσό των Λ.Κ.20.000,00.

 

Εν πάση περιπτώσει, το εκδικάσαν Δικαστήριο, αφού διεξήλθε της μακράς μαρτυρίας που είχε τεθεί ενώπιόν του και αφού την αξιολόγησε, στο σύνολό της, ακολούθως, προέβη σε ευρήματα αναφορικά με τα αληθή, όπως το ίδιο έκρινε, γεγονότα της υπόθεσης.  Στο πλαίσιο αυτό, αποδέχτηκε μερικώς την αξίωση του εφεσίβλητου, δηλαδή τα δύο πρώτα στοιχεία της, ανωτέρω, τα οποία αφορούν στο συνολικό ποσό των Λ.Κ.14.300,00 ή €.24.433,00, το οποίο επιδίκασε υπέρ του και εναντίον των εφεσειόντων.  Απέρριψε, όμως, τα άλλα δύο στοιχεία της, αφού έκρινε ότι η μαρτυρία την οποία αυτός είχε προσφέρει, σχετικά, δεν οδηγούσε σε απόδειξή τους.  Δεν καταχωρίστηκε έφεση από τον εφεσίβλητο σε σχέση με αυτήν την πτυχή της απόφασης.  ΄Εφεση καταχώρισαν μόνο οι εφεσείοντες, που είναι η υπό εξέταση. 

 

Οι εφεσείοντες, με τρεις λόγους έφεσης, προσβάλλουν τη σε βάρος τους προαναφερθείσα απόφαση, επιδιώκοντας την ανατροπή της.  Ειδικά, σε σχέση με τον πρώτο λόγο, εισηγούνται ότι λανθασμένα το εκδικάσαν Δικαστήριο έλαβε υπόψη του, κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, μη δικογραφημένους ισχυρισμούς του εφεσίβλητου ότι οι δεκατρείς επιταγές που αυτοί του είχαν εκδώσει αφορούσαν αμοιβή του για εργασία την οποία αυτός είχε προσφέρει σε μια άλλη εταιρεία, την Anastasios Anastasiades Trading Ltd.  Είναι δε η θέση τους πως ο χειρισμός αυτός του Δικαστηρίου παραβίασε την αρχή που καθιστά ανεπίτρεπτη την αποδοχή, κατά τη δίκη, μαρτυρίας σε σχέση με ουσιώδη γεγονότα τα οποία αφορούν στην εκδοχή της πλευράς που τα προβάλλει, αν αυτά δεν έχουν προηγουμένως δικογραφηθεί δεόντως.  Η προαναφερθείσα εταιρεία, σημειώνεται παρεμπιπτόντως, ασχολείται με τη διαχείριση του εστιατορίου “Anastos”, στο οποίο ο εφεσίβλητος, επίσης, εργαζόταν κατά την περίοδο που πρόσφερε τις υπηρεσίες του στους εφεσείοντες.  Φαίνεται δε να σχετίζεται με αυτούς.  ΄Εχει ως διευθυντή της, όπως και οι εφεσείοντες, αν και δε λέχθηκε οτιδήποτε ρητώς επ’ αυτού, τον κ. Αναστάσιο Αναστασιάδη.   

 

Η πιο πάνω γενική αρχή τυγχάνει εφαρμογής και σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, (βλ. Αθανασίου v. Reana Manuf. &  TradCoLtd. κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1635).  Στην περίπτωση, όμως, αυτή, τα δικόγραφα περιορίζονται στους γενικούς λόγους που προβάλλονται, από τον αιτητή και τον καθ’ ου η αίτηση, στην αίτηση εργατικής διαφοράς και στο έγγραφο εμφανίσεως, αντίστοιχα, και δεν προβλέπεται από το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό[2] η δυνατότητα καταχώρισης απάντησης.  Μάλιστα, στον ερμηνευτικό Κ. 2 αυτού, προβλέπεται ρητώς ότι:  «‘΄Εγγραφες προτάσεις’ σημαίνει τις προβλεπόμενες από τον παρόντα Διαδικαστικό Κανονισμό εναρκτήρια αίτηση και εμφάνιση.»

 

Στην προκειμένη περίπτωση, οι εφεσείοντες πρόβαλαν, στο δικόγραφό τους, τη θέση ότι ο εφεσίβλητος πληρώθηκε για την εργασία που αυτός τους είχε προσφέρει σε σχέση με το έργο στο Πισσούρι, με επιταγές.  Ο εφεσίβλητος διαφώνησε, προφανώς, με τον ισχυρισμό αυτό, θεωρώντας ότι οι εν λόγω επιταγές αφορούσαν την αμοιβή του για υπηρεσίες που αυτός είχε προσφέρει στην Anastasios Anstasiades Trading Ltd.  Εφόσον, όμως, δεν του παρεχόταν η δυνατότητα να απαντήσει, σχετικά, μέσω δικογραφίας, ο μόνος τρόπος να το πράξει ήταν να προσκομίσει μαρτυρία αναφορικά με την πτυχή αυτή, πράγμα το οποίο έκαμε, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις κατά την εξέταση και την αντεξέτασή του.  Επομένως, ο λόγος αυτός δεν μπορεί να επιτύχει. 

 

Οι επόμενοι δύο λόγοι έφεσης, ουσιαστικά, είναι οι ίδιοι ως προς τη γενική επιδίωξή τους.  Στοχεύουν στην ανατροπή ευρημάτων του εκδικάσαντος Δικαστηρίου σε σχέση με τα γεγονότα, στη βάση ότι τούτο, οδηγούμενο σε αυτά, αξιολόγησε λανθασμένα και αντινομικά τη σχετική μαρτυρία, είτε της μιας είτε της άλλη πλευράς, αναλόγως της περίπτωσης.  Αφορούν δε, ο μεν δεύτερος, σε επί μέρους πτυχές της αξίωσης του εφεσίβλητου για δεδουλευμένους μισθούς και αναλογία δέκατου τρίτου μισθού, ο δε τρίτος, σε πτυχές της εργοδότησής του από την εταιρεία Anastasios Anstasiades Trading Ltd.

 

Ειδικά, σε κάποιο σημείο του τελευταίου λόγου έφεσης, γίνεται αναφορά σε παρερμηνεία από το Δικαστήριο νομικών αρχών, των οποίων, όμως, παραλείπεται ο προσδιορισμός και ο συσχετισμός τους με κάποιο από τα θέματα που θίγονται σε αυτό.  Γίνεται, μόνο, αναφορά σε συγκεκριμένο χειρισμό του εκδικάσαντος Δικαστηρίου, που αφορά στη μη αποδοχή, από το ίδιο, συγκεκριμένων ισχυρισμών των εφεσειόντων, επειδή αυτοί δεν είχαν προηγουμένως υποβληθεί στον εφεσίβλητο και τους μάρτυρές του κατά την αντεξέτασή τους.  Το Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογή της σχετικής αρχής η οποία αναγνωρίστηκε στις υποθέσεις Adidas v. Jonitexo Ltd. (1987) 1 C.L.R. 383 και Frederickou Schools Co. Ltd κ.ά. v. Acuac Inc. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1527, δεν τους έκανε δεκτούς.  Η απόφασή του, σχετικά, είναι ορθή∙ ειδικά, αφού θεώρησε τους εν λόγω ισχυρισμούς ως προϊόν εκ των υστέρων σκέψης. 

 

Κατά τα άλλα, με βάση τις πιο πάνω διαπιστώσεις και υπό το φως της πρόνοιας του άρθρου 12(11Α) του Ν. 8/1967, εγείρεται ευθέως θέμα κατά πόσο οι προαναφερθέντες λόγοι έφεσης μπορεί να τύχουν εξέτασης.  Η εν λόγω πρόνοια προβλέπει, σαφώς, ότι:  «Οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών υπόκειται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει οποιουδήποτε λόγου που συνεπάγεται νομικό σημείο μόνο, ...»  Εν ολίγοις, τα ευρήματα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών σε σχέση με τα γεγονότα, στα οποία αυτό καταλήγει μετά από αξιολόγηση της ενώπιόν του μαρτυρίας, εκλαμβάνονται ως δεδομένα, εκτός, βέβαια, αν τούτο οδηγείται σε αυτά, εφαρμόζοντας λανθασμένα συγκεκριμένη νομική αρχή, (βλ. Χρίστου ν. Fairways Larnaca Ltd (2005) 1 Α.Α.Δ. 300).  ΄Οπως έχει, ήδη, λεχθεί, δεν εγείρονται, εν προκειμένω, τέτοια ζητήματα, με εξαίρεση την περίπτωση που αναφέρθηκε προηγουμένως.  Επομένως, οι λόγοι έφεσης 2 και 3 δεν είναι, κατά νόμο, δυνατό να εξεταστούν περαιτέρω και, ως εκ τούτου απορρίπτονται, (βλ. Αντέννα Λτδ ν. Κωνσταντίνου (2010) 1 Α.Α.Δ. 392 και Faber Hoist Chemicals Ltd v. Κωνσταντίνου Καλημέρα, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 190/2010, 24.2.2015, ECLI:CY:AD:2015:A126). 

 

Για τους λόγους, ανωτέρω, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Τα έξοδα, τα οποία  καθορίζονται στο ποσό των €2.5000,00, πλέον Φ.Π.Α., επιδικάζονται υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.                     

 

                            

 

 

 

                                                             Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

 

                                                             Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.

 

 

 

 

                                                             Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ



[1] Ο περί Ετησίων Αδειών μετ’ Απολαβών Νόμος του 1967, (Ν. 8/1967), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.

[2] Ο περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικός Κανονισμός του 1999, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, (Κ. 3(1) και Κ. 5(1)).

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο