Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοντέας ν. Κυριάκου Ζούγκρου, Πολιτική αίτηση 158/17, 6/11/2017

ECLI:CY:AD:2017:D391

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική αίτηση 158/17

 

 

[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ]

 

6 Noεμβρίου, 2017

 

 

Αναφορικά με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 9 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964

Και

Αναφορικά με την αίτηση του Κυριάκου Ζούγκρου για την άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος CERTIORARI

Και

Αναφορικά με την ποινική υπόθεση 2352/2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας

και

Αναφορικά με το πρακτικό ή/και απόφαση και/ή Διαταγή του Δικαστηρίου ημερομηνίας 8/4/2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης υπ' αριθμόν 2352/2014

Και

Μεταξύ:

Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοντέας

Παραπονούμενη

Και

Κυριάκου Ζούγκρου

Κατηγορούμενος

 

 

------------------------------------

 

Κων. Κώστα, (κα), για τον αιτητή.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ex-tempore)

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Με βάση τη δικογραφία ο αιτητής εξαιτείται άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως με σκοπό την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση ή παραμερισμό απόφασης και ή πρακτικό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην ποινική υπόθεση 2352/14 καθώς και διάταγμα για αναστολή της ισχύος εντάλματος φυλάκισης με αριθμ.4313/14 που εκδόθηκε στα πλαίσια της πιο πάνω υπόθεσης, καθώς και οποιαδήποτε άλλη θεραπεία. 

 

Η νομική βάση της αίτησης συναντάται στο αίτημα και είναι βασικά το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος, ο περί  Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμος, άρθρα 3 και 9 καθώς και ο περί Πολιτικής Δικονομίας, Κεφ.6, άρθρ.9, (παρότι αναγράφεται το άρθρο 9, μάλλον εννοείται το άρθ.90, το οποίο αφορά διατάγματα Δικαστηρίου και αδικήματα καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτών). 

 

΄Εχω διεξέλθει την ένορκη δήλωση του αιτητή σε σχέση με τα περιστατικά της υπόθεσης καθώς και την έκθεση γεγονότων από τις οποίες προκύπτει ότι εναντίον του αιτητή κατεχωρήθη η πιο πάνω ποινική υπόθεση η οποία αφορούσε το αδίκημα της παράλειψης καταβολής προς τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή δόσεων κατά παράβαση των άρθρ.3(1) (γ) (3) και (4) του Νόμου Καταδολίευσης των εκ δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών του 2008, Ν.60(Ι)/2008. 

 

Η πιο πάνω ποινική υπόθεση σύμφωνα με τον αιτητή επιδόθηκε στη σύζυγο του στις 5.3.2014.  Το κατηγορητήριο αφορούσε τις δόσεις από 1.3.2009-1.2.2014.  Ο λόγος που δεν είχε εμφανιστεί στο Δικαστήριο ήταν «γιατί εμπιστεύτηκε τον πρωτοφειλέτη» ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι προέβη σε διευθέτηση με τους παραπονούμενους και πως δεν χρειαζόταν να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο.  Σε έρευνα που διεξήχθη εκ μέρους των δικηγόρων του διεπιστώθη ότι η υπόθεση είχε οριστεί για απόδειξη στις 31.3.2014 και στις 8.4.2014 εκδόθηκε διάταγμα καταβολής του ποσού των €30,000 πλέον έξοδα και με πρόστιμο €1,000.  Στη συνέχεια εξεδόθη το ένταλμα με αριθμ. 4313/14 για το συνολικό ποσό €31,159.75.  Σύμφωνα με τον αιτητή η διαδικασία που ακολούθησε το Δικαστήριο είναι παράνομη και καταχρηστική επικαλούμενος ειδικά παράβαση του 4(3) του Ν.60(Ι)/2008 «καθότι προηγουμένως θα έπρεπε να υποβληθεί σχετική αίτηση».  Τέτοια αίτηση δεν εντοπίστηκε από τους δικηγόρους που εκ μέρους του διεξήγαγαν έρευνα στο φάκελο του Δικαστηρίου.  Συνεπώς ο αιτητής εισηγείται ότι το κατάλληλο διάβημα είναι η διαδικασία προνομιακού εντάλματος, αφού κατά τις αρχές του Οκτώβρη του 2017 «ειδοποιήθηκε από την Αστυνομία για το εναντίον του ένταλμα». 

 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι ο Πρωτοκολλητής του Ανωτάτου Δικαστηρίου με είχε ενημερώσει, μετά την καταχώρηση της παρούσας αίτησης, ότι σε χρόνο προγενέστερο είχε καταχωρηθεί ίδια αίτηση με τον ίδιο αιτητή ενώπιον άλλου αδελφού μου Δικαστή και είχε απορριφθεί ενόψει μη προώθησης της, συγκεκριμένα λόγω της μη εμφάνισης του συνηγόρου του αιτητή (αίτηση 155/17).  Η ευπαίδευτη συνήγορος για τον αιτητή ερωτώμενη συμφώνησε ως προς τα πιο πάνω.

 

΄Εχω μελετήσει τα δεδομένα που προκύπτουν από την υπό κρίση αίτηση.  Θεωρώ ότι δεν έχει πιθανότητα επιτυχίας και αυτό στηρίζεται σε τρεις πυλώνες.

 

(Α)  Ο πρώτος και κύριος πυλώνας αφορά την ανεπάρκεια του υλικού που παρουσιάστηκε ενώπιον μου.  Εκτός του ότι ελλείπει εντελώς αντίγραφο της αναφερομένης απόφασης ή πρακτικού στην πιο πάνω ποινική υπόθεση, ελλείπει επίσης αντίγραφο του εντάλματος 4113/14.  Ενώ αναφέρεται από την ένορκη δήλωση του αιτητή ότι έγινε έρευνα στο φάκελο του Δικαστηρίου, αυτά τα αντίγραφα δεν είναι ενώπιον μου για να κρίνω τη βασιμότητα τους. 

 

Είναι γνωστό και από παλαιά εδραιωμένο ότι αυτή η διαδικασία ως προνομιακής φύσεως είναι ιδιαζόντως αυστηρή και θα πρέπει να τηρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία μας ως προς την επισύναψη και μάλιστα όχι φωτοτυπιών αλλά κεκυρωμένων αντιγράφων δικαστικών πράξεων που είναι ουσιώδεις ως προς το αίτημα.   Πολλώ δε μάλλον όταν είναι οι πράξεις που σκοπείται να ακυρωθούν. 

 

΄Αλλωστε δεν είναι μόνο τυπικής φύσεως αυτή η προϋπόθεση, αφορά και την ίδια τη βασιμότητα του αιτήματος ώστε να μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο αν θα ενεργοποιήσει ή όχι τέτοια εξαιρετική διαδικασία όπως αυτή των προνομιακών ενταλμάτων. 

 

Η αναγκαιότητα καταχώρησης των απαραίτητων εγγράφων σε διαδικασίες προνομιακών ενταλμάτων εξετάστηκε και στην υπόθεση In Re Charalambos Αeroporos (1988)1 C.L.R. 302 στην οποία μάλιστα τονίστηκε ότι μη συμμόρφωση προς τους κανόνες που διέπουν την καταχώρηση τέτοιων αιτήσεων είναι μοιραία για την εγκυρότητα της αίτησης.  (βλ. Γερολέμου κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 491, Τσίβικος (2003) 1 Α.Α.Δ. 15, Γιάγκου (αρ.1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265).  Ομοίως στο Σύγγραμμα Π.Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα σελ.45 και επ. γίνεται αναφορά ότι πρέπει να επισυνάπτονται πιστοποιημένα αντίγραφα από την αρχή της διαδικασίας με την κατεύθυνση που έχει δοθεί από την υπόθεση R. v. Newington Licensing Justices (1948)1 Κ.Β. 681.

 

Περαιτέρω ως ανεπάρκεια του υλικού που είναι ενώπιον μου, θεωρώ ότι είναι και η μη ύπαρξη ένορκης θέσεως του αιτητή ως προς την προηγούμενη αίτηση του, με το ίδιο αντικείμενο και τις ίδιες θεραπείες, αίτηση που είχε καταχωρηθεί ενώπιον  άλλου αδελφού μου δικαστή και είχε απορριφθεί ως πιο πάνω.  Ακριβώς ως εκ της φύσης της διαδικασίας ως εξαιρετικής θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο μαρτυρικό υλικό κάθε αναγκαία εξήγηση ώστε το Δικαστήριο να έχει σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων πριν την τυχόν ενεργοποίηση της θεραπείας, εφόσον προηγούμενη καταχωρηθείσα αίτηση με το ίδιο περιεχόμενο θα μπορούσε να εκληφθεί ως κατάχρηση ή και δεδικασμένο.  (Βλ. Level Tachexcavs ltd (Aρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1105 και Πολ.αιτ. 166/15 Στ.Καλλής, ημερ. 18.12.15).

 

(Β)  Ο δεύτερος πυλώνας που οδηγεί σε απόρριψη της αίτησης είναι αναφορικά με την απουσία θέσεως για μη ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας.  Τα όσα η ευπαίδευτη συνήγορος αναφέρει σε σχέση με συγκεκριμένες παραγράφους της έκθεσης γεγονότων δεν βοηθούν εφόσον θα έπρεπε να τεθεί το υπόβαθρο που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία, κάτι το οποίο δεν έγινε. 

 

(Γ)  Τρίτος πυλώνας είναι ότι δεν έχω πεισθεί από τα ενώπιον μου δεδομένα ότι ο αιτητής απέσεισε το βάρος να εξηγήσει για την καθυστέρηση στη λήψη του διαβήματος. Το γεγονός ότι η επίδικη ποινική απόφαση είναι του 2014 δημιουργεί από μόνη της ερωτηματικά στην επιλογή του χρόνου που ο αιτητής  ένοιωσε την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί με το παρόν διάβημα, έστω και αν ειδοποιήθηκε από την Αστυνομία για «το ένταλμα» τον Οκτώβρη του 2017.

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                                   Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο