ECLI:CY:AD:2018:A124
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 53/2013)
20 Mαρτίου 2018
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΔ]
Μεταξύ:
ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΑΒΒΑ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εφεσειόντων/Εναγόντων
ΚΑΙ
1. MEDCON CONSTRUCTIONS LIMITED
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων 2
2. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LIMITED
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων 4
----------
Ν. Πιριλίδης, Γ. Κωνσταντίνου για Κ. Χ”Πιέρα και Αλ. Ελευθερίου για Π. Αγγελίδη, για τους εφεσείοντες.
Λ. Αστραίου (κα) για Τ. Παπαδόπουλο & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους εφεσίβλητους 1/Εναγόμενους 2.
Αντ. Ανδρέου, για τους εφεσίβλητους 2/εναγόμενους 4.
----------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Στα πλαίσια αντιπλημμυρικών έργων που έγιναν στο παρελθόν στον υπεραστικό δρόμο Λεμεσού-Πάφου, παρά τη βιομηχανική περιοχή Αγίου Αθανασίου, τα όμβρια ύδατα διοχετεύονταν από τη βόρεια πλευρά του αυτοκινητόδρομου, μέσω υπογείου οχετού που διασταύρωνε τον αυτοκινητόδρομο και εξέρχονταν νοτίως αυτού. Επρόκειτο, ειδικότερα, για έναν υπόγειο ορθογώνιο οχετό που εξερχόμενος του αυτοκινητόδρομου ενώνετο στη συνέχεια, εντός της βιομηχανικής περιοχής Αγίου Αθανασίου, με χωμάτινο αυλάκι ανοικτού τύπου, το οποίο είχε δάπεδο οπλισμένο με σκυρόδεμα.
Στην εν λόγω βιομηχανική περιοχή βρίσκεται το εργοστάσιο μεταλλικών κατασκευών των εναγόντων/εφεσειόντων το οποίο υπέστη μεγάλες ζημιές από μεγάλης έκτασης πλημμύρα που προκάλεσαν καταρρακτώδεις βροχές στις 18 και 20.11.2005.
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι υπαίτιοι των ζημιών που υπέστησαν ήταν οι εναγόμενοι 2 και 4/εφεσίβλητοι[1], οι οποίοι εκτελούσαν, ως εργολάβοι, εργασίες αναβάθμισης του κυκλικού κόμβου Αγίου Αθανασίου, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος αποχέτευσης ομβρίων υδάτων, δυνάμει συμβολαίου με την κυβέρνηση ως εργοδότη. Ήταν όρος του συμβολαίου, ως προς την αντικατάσταση του αυλακιού, ότι οι εργολάβοι ήταν υπόχρεοι να λάβουν τα απαραίτητα προσωρινά μέτρα προστασίας των εργασιών ώστε να διασφαλιζόταν η λειτουργία του αυλακιού εντός του εργοταξίου.
Η εκδοχή, ειδικότερα, των εφεσειόντων, θεμελιωμένη στα αστικά αδικήματα της αμέλειας και της οχληρίας, ήταν όπως συνοψίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο η εξής:
«αποδιοργάνωσαν το ήδη υφιστάμενο κανάλι από οπλισμένο σκυρόδεμα: σπάζοντας το, αφαίρεσαν το ανάχωμα και κατασκεύασαν χωμάτινο αυλάκι παρεκτρέποντας έτσι την αρχική ροή των ομβρίων υδάτων, χωρίς να μεριμνήσουν να λάβουν μέτρα ή και αποτελεσματικά μέτρα προφύλαξης έναντι κινδύνου διαρροής από την δημιουργηθείσα τρύπα, με αποτέλεσμα τα νερά της βροχής να καταλήξουν στο γειτονικό εργοστάσιο των εναγόντων και να προκαλέσουν εκτεταμένες ζημιές, ενώ γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν, ότι η πιθανότητα δημιουργίας του εν λόγω κινδύνου ήταν εύλογα εμφανής. Είναι η θέση των εναγόντων πως οι πιο πάνω αμελείς ενέργειες ή παραλείψεις των εναγόντων σε συνδυασμό με την «επήρεια της περιοχής σε πλημμύρες», θα έπρεπε να οδηγήσει τους ενάγοντες στη λήψη αποτελεσματικών μέτρων έναντι του πιο πάνω κινδύνου.»
Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν ότι οι εργασίες προκάλεσαν ή συνέτειναν στην ανεπάρκεια του συστήματος παροχέτευσης των ομβρίων υδάτων, το οποίο, κατά τη δική τους εκδοχή, ήταν ακατάλληλο και ανεπαρκές ήδη πριν την ύπαρξη των εργασιών. Οι ίδιοι, εκτελώντας τις εργασίες στη βάση των οδηγιών των Δημοσίων Έργων, μερίμνησαν δεόντως ώστε να υπάρχει εκτροπή των ομβρίων υδάτων, εντός των δυνατοτήτων που παρείχε το σύστημα εκτροπής. Παρά ταύτα, η ζημία προκλήθηκε λόγω των φυσικών φαινομένων και της ασυνήθιστα και απρόβλεπτα μεγάλης και έντονης βροχόπτωσης.
Οι εφεσείοντες κάλεσαν, ως εμπειρογνώμονες, προς απόδειξη της παραπάνω εκδοχής τους, τον Κώστα Παπαλεοντίου (Μ.Ε.1) και τον Ιωάννη Θεοδοσίου (Μ.Ε.2), οι οποίοι έχουν πολυετή πείρα ως Πολιτικοί Μηχανικοί και Surveyors-Loss Adjusters (Επιθεωρητές-Εκτιμητές Ζημιών). Οι εφεσίβλητοι κάλεσαν, ως εμπειρογνώμονα, τον υδρογεωλόγο Χρίστο Ιωάννου.
Οι εν λόγω μάρτυρες των εφεσειόντων υποστήριξαν με βάση έκθεση που ετοίμασαν από κοινού, ότι οι εφεσίβλητοι, στα πλαίσια των εργασιών κατασκευής του νέου οχετού, εξέτρεψαν την προηγούμενη ροή του αυλακιού, με αφαίρεση μέρους του υφιστάμενου ανοικτού αυλακιού επικαλυμμένου με σκυρόδεμα και την κατασκευή χωμάτινου αυλακιού. Παράλληλα προχώρησαν σε αφαίρεση του αναχώματος στο νότιο τμήμα του υφιστάμενου αυλακιού, αλλά και των δένδρων που υπήρχαν κατά μήκος της νότιας πλευράς του, κατά τρόπο που στέρησε τη στήριξη του αυλακιού. Αυτή η επέμβαση, «τρύπα» όπως αποκαλείτο κατά την ακροαματική διαδικασία, σε μέρος του οπλισμένου με σκυρόδεμα αυλακιού ήταν η αιτία της διαρροής των ομβρίων υδάτων από το αυλάκι, εφόσον είχε ως αποτέλεσμα μεγάλο μέρος των ομβρίων υδάτων, αντί πλέον να ακολουθούν την αρχική ροή τους, να εκτραπούν και να ακολουθήσουν κατηφορική διαδρομή και να εισέλθουν στο ακίνητο των εναγόντων που βρίσκεται σε χαμηλότερο σημείο της περιοχής.
Από την άλλη πλευρά, ο προαναφερθείς εμπειρογνώμονας των εφεσιβλήτων έδωσε μαρτυρία, καταθέτοντας σχετική έκθεση, αναφορικά με υδρολογική μελέτη που εκπόνησε με σκοπό τον υπολογισμό της αιχμής των απορροών από κάθε υπολεκάνη στην περιοχή για βροχοπτώσεις διαφορετικής εντάσεως και περιόδων επαναφοράς, λαμβάνοντας υπόψη στατιστικά στοιχεία που έλαβε από τη Μετεωρολογική Υπηρεσία. Μέσα από ανάλυση των διαπιστώσεων και δεδομένων, κατέληξε ότι οι απορροές από τη δυτική υπολεκάνη θα προκαλούσαν υπερχείλιση του αποχετευτικού δικτύου ομβρίων υδάτων, τα οποία, ακολουθώντας, στη συνέχεια, τη φυσική κλίση του εδάφους, θα κατέληγαν νοτίως της περιοχής του εργοστασίου των εφεσιβλήτων με αποτέλεσμα αυτό να πλημμυρίσει. Τέτοια πλημμύρα δεν μπορούσε να αποφευχθεί, διότι η παροχευτικότητα του δικτύου δεν ήταν ικανοποιητική και οι ζημιές θα συνέβαιναν ακόμα και αν δεν εκτελούνταν εργασίες από τους εφεσείοντες.
Μαρτυρία εκ μέρους των εφεσιβλήτων είχε δώσει και ο πολιτικός μηχανικός, υπεύθυνος εργοταξίου Κυριάκος Πασχάλη. Αυτός υποστήριξε ότι είχαν προχωρήσει σε σταδιακή κατασκευή του νέου συστήματος αποχέτευσης ομβρίων υδάτων, σύμφωνα πάντοτε με τα κατασκευαστικά σχέδια του Τμήματος Δημοσίων Έργων. Η αφαίρεση μέρους του καλυμμένου με σκυρόδεμα καναλιού ήταν, υποστήριξε ειδικότερα, αναγκαία εργασία για την εξέλιξη του έργου ώστε να καταστεί δυνατή η εκτέλεση εργασιών του Τμήματος Υδάτων για σκοπούς υπηρεσιών άλλων κυβερνητικών τμημάτων. Στη συνέχεια, οι εφεσίβλητοι έκλεισαν την «τρύπα» με χώμα το οποίο συμπίεσαν και ένωσαν με χωμάτινο αυλάκι το υφιστάμενο αυλάκι με το νέο, ώστε να μην επηρεαστεί η ροή των ομβρίων υδάτων σε περίπτωση βροχόπτωσης. Όμως ο όγκος των νερών στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν τέτοιος ώστε το προστατευτικό ανάχωμα που ήταν απέναντι από τον οχετό να παρασυρθεί και τα δύο συστήματα, το προσωρινό και το υφιστάμενο κανάλι, να μην ήταν δυνατό να τα συγκρατήσουν.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στο καθήκον ενός εμπειρογνώμονα να εφοδιάζει το δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων του, ώστε ο δικαστής να είναι σε θέση να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση με εφαρμογή αυτών των κριτηρίων στα γεγονότα της υπόθεσης (Philippou v. Odysseos (1989) 1 CLR 1, Σπύρου ν. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1(Ε) ΑΑΔ 298 και Πιττάλη κ.ά. v. Ianira Enterprises Ltd κ.ά. [1997] 1 Α.Α.Δ. 814). Κατά τ΄ άλλα, "η συμπεριφορά εμπειρογνώμονα στο εδώλιο είναι, όπως και στην περίπτωση κάθε άλλου μάρτυρα, κριτήριο με βάση το οποίο μπορεί να διαγνωσθεί η αξιοπιστία του" (Χαραλάμπους v. Αβραάμ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1441).
Καθοδηγούμενο από τις παραπάνω αρχές το πρωτόδικο Δικαστήριο, έχοντας πλήρη εικόνα τόσο της μαρτυρίας των εν λόγω προσώπων, περιλαμβανομένων των εκθέσεων που ετοίμασαν, όσο και της συμπεριφοράς τους στο εδώλιο, σημείωσε κατ΄αρχάς ότι οι δύο εν λόγω μάρτυρες των εφεσειόντων δεν εκπόνησαν υδρολογική, ούτε υψομετρική μελέτη, αλλ΄ούτε και είχαν τα απαραίτητα προσόντα για τέτοια μελέτη. Εξέλαβαν, απλώς, ως δεδομένη την ύπαρξη της «τρύπας» ως την αιτία της ζημίας, χωρίς ιδιαίτερη βάσανο και χωρίς να εξετάσουν άλλα στοιχεία. Κυρίως, δεν εξέτασαν τα υδρολογικά δεδομένα της περιοχής με ιστορικό πλημμυρών, τα οποία ήταν απαραίτητα και καθοριστικά για την εξαγωγή τελικής γνώμης. Ειδικότερα για το Μ.Ε.1 θεώρησε το Δικαστήριο ότι υπεραπλούστευσε το ζήτημα και περιορίστηκε ουσιαστικά σε ένα και μόνο στοιχείο, ήτοι τη βροχόπτωση και τα στατιστικά στοιχεία της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας που δείχνουν τις μέγιστες βροχοπτώσεις και την περίοδο επαναφοράς τους, αγνοώντας παντελώς τα υπόλοιπα δεδομένα. Με τον ίδιο τρόπο λειτούργησε και ο Μ.Ε.2.
Η συνολική εκτίμηση του Δικαστηρίου ήταν ότι τα δύο αυτά πρόσωπα, ιδιαιτέρως ο Μ.Ε.1, έδωσαν έντονα την εικόνα προσώπων που προσήλθαν στο Δικαστήριο για να υποστηρίξουν τη θέση που θα βοηθούσε την υπόθεση των εφεσειόντων.
O δε Μ.Ε.6, Τάσος Σάββα, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εφεσείουσας, σε σχέση με τον οποίο αποδίδεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι παρέλειψε να αξιολογήσει τη μαρτυρία του αναφορικά με το θέμα της ευθύνης των εφεσιβλήτων, δεν προσήλθε ως εμπειρογνώμονας για το θέμα αυτό, αλλ΄ απλώς παρέπεμψε στους μάρτυρες που κλήθηκαν από πλευράς της εφεσείουσας ως εμπειρογνώμονες.
Εντελώς διαφορετική ήταν η εντύπωση που σχημάτισε το Δικαστήριο για το Μ.Υ.4, αλλά και για το Μ.Υ.5 του οποίου τη μαρτυρία προσέγγισε έχοντας κατά νου ότι κατά το χρόνο που βρισκόταν στο εδώλιο του μάρτυρα ήταν στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων και θα είχε κάθε συμφέρον να καταθέσει ευνοϊκά για τους εργοδότες του.
Η έκθεση του Μ.Υ.4 κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι ήταν πλήρως τεκμηριωμένη και λεπτομερέστατη, περιέχουσα όλα τα απαραίτητα επιστημονικά κριτήρια για σκοπούς ελέγχους της ακρίβειας των συμπερασμάτων του. Πέραν της έκθεσης, κρίθηκε πως η αντικειμενικότητά του και η υποστήριξη των ευρημάτων του σε επιστημονικά κριτήρια και δεδομένα ήταν διάχυτη σε όλο το μέρος της μαρτυρίας του, κατά την οποία έδωσε σαφείς επιστημονικές εξηγήσεις για τις θέσεις του. Εξετάζοντας τη μαρτυρία του υπό το φως των εισηγήσεων του ευπαιδεύτου δικηγόρου της άλλης πλευράς, κατέληξε το Δικαστήριο ότι επρόκειτο για μαρτυρία ειδικού με τις απαραίτητες γνώσεις για το υπό κρίση ζήτημα, πάνω στην οποία μπορούσε να στηριχθεί με ασφάλεια για να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα. Επίσης, παρά τη σχέση του Μ.Υ.5 με τους εφεσίβλητους, την οποία, ως άνω, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη, έκρινε ότι ο Μ.Υ.5 ήταν απόλυτα ειλικρινής και διαφωτιστικός για τον τρόπο διεξαγωγής των εργασιών πριν και μετά την πλημμύρα.
Αποδεχόμενο το Δικαστήριο τη μαρτυρία των Μ.Υ.4 και Μ.Υ.5 κατέληξε επί αυτής σε εύρημα ότι οι εργασίες των εφεσιβλήτων δεν επηρέασαν καθόλου την τοπογραφία της περιοχής και ειδικότερα τον υδροκρίτη ο οποίος αποτελεί τον κύριο παράγοντα κατεύθυνσης των ροών. Δέχθηκε ειδικότερα το Δικαστήριο ότι τα νερά υπερχείλισαν λόγω ορμητικότητας πριν φτάσουν στο σημείο της επέμβασης («τρύπας»), με αποτέλεσμα ο όγκος του νερού να διαφύγει από το αυλάκι και ακολουθώντας την κλίση του εδάφους με νότια κατεύθυνση να πλημμυρίσει το εργοστάσιο των εφεσειόντων.
Οι εφεσείοντες προβάλλουν κατ΄αρχάς με την παρούσα έφεση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία που προσέφεραν οι εφεσίβλητοι κατά παρέκκλιση από τον κανόνα ότι κάθε μάρτυρας πρέπει να αντεξετάζεται επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται διαφορετικά το Δικαστήριο εκλαμβάνει ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε και από τον κανόνα ότι κατά την αντεξέταση πρέπει να τίθεται στο μάρτυρα η υπόθεση της άλλης πλευράς. Προς αιτιολόγηση του σχετικού λόγου έφεσης, αφού υποστηρίζεται η θέση πως η γραμμή υπεράσπισης των εναγομένων δεν ήταν σταθερή, παρατίθεται σειρά στοιχείων, που κατά την εισήγηση, οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να υποβάλουν κατά την αντεξέταση.
Δεν αμφισβητήθηκε βέβαια από την άλλη πλευρά η αρχή ότι η παράλειψη αντεξέτασης γενικά θεωρείται ως αποδοχή της εκδοχής που θέτει ο μάρτυρας (Frederickou Schools Co Ltd κ.α. ν. Acuac Inc (2002) 1 ΑΑΔ 1527, Νεόφυτου Πιριλλίδη ν. Δήμου Λεμεσού, Ποιν. Έφ. Αρ. 331/2015, ημερ. 11.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B454). Ούτε αμφισβητήθηκε ότι θα πρέπει με την αντεξέταση να τίθεται η υπόθεση του διαδίκου που αντεξετάζει. Ήταν όμως η θέση των εφεσιβλήτων ότι τέθηκε η σαφής θέση τους ότι δεν ήταν η οποιαδήποτε επέμβαση ή η κατάσταση του καναλιού που προκάλεσε την πλημμύρα. Πέραν τούτου, ήταν η θέση τους ότι δεν υπήρχε υποχρέωση να τεθούν με την αντεξέταση όλες οι πτυχές της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων που θα καλούσαν. Το κυριότερο όμως που υποδεικνύουν οι εφεσίβλητοι είναι πως το ζήτημα θα είχε σημασία εάν οι Μ.Ε.1 και Μ.Ε.2 ήταν όντως εμπειρογνώμονες για το αντικείμενο για το οποίο κλήθηκαν να καταθέσουν. Η αντεξέτασή τους σκοπό είχε να καταδείξει ότι στερούνταν της συγκεκριμένης εμπειρογνωμοσύνης, ανέφερε ο ευπαίδευτος δικηγόρος των εφεσιβλήτων. Υπέδειξε δε περαιτέρω ότι ο Μ.Ε.1 δέχθηκε αντεξεταζόμενος ότι από τη στιγμή που δεν έκαμε υψομετρική μελέτη της περιοχής «όλα τα άλλα είναι άσχετα». Δεν υπήρχε λόγος να του υποβληθεί οτιδήποτε άλλο που αφορούσε θέματα υδρολογικής έρευνας, κατέληξε ο κ. Ανδρέου.
Η εισήγηση αυτή μας βρίσκει σύμφωνους και επανατοποθετεί την υπόθεση στην ουσία της που έγκειται στην ευχέρεια που είχε το πρωτόδικο Δικαστήριο να κρίνει την εγκυρότητα, τη βασιμότητα και την αξιοπιστία της εκατέρωθεν προσφερθείσας μαρτυρίας.
Οι λόγοι έφεσης που αφορούν αποδοχή της μαρτυρίας των Μ.Υ.4 και Μ.Υ.5 και την απόρριψη της μαρτυρίας των Μ.Ε.1 και Μ.Ε.2 και τα συνεπαγόμενα ευρήματα του Δικαστηρίου αναλύονται εν εκτάσει. Στην πραγματικότητα όμως καλούν σε επαναξιολόγηση, σε εξ υπαρχής εκτίμηση των όσων το αρμόδιο Δικαστήριο αξιολόγησε και εκτίμησε. Δεν είναι όμως αυτός ο ρόλος του Εφετείου. Τούτο ήταν έργο του εκδικάσαντος Δικαστηρίου.
Η παρέμβαση του Εφετείου δεν έχει ως έρεισμα την υποκειμενική κρίση. Δικαιολογείται μόνο όταν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου συγκρούονται με την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματα του (Παπανδρέας Αθανάση ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση Αρ. 45/2014, ημερ. 5.10.2016, ECLI:CY:AD:2016:B470).
Εν προκειμένω, η άρνηση του Δικαστηρίου, την οποία αιτιολόγησε, να δεχθεί ως εμπειρογνώμονες τους Μ.Ε.1 και Μ.Ε.2 ήταν καθοριστική, εφόσον η εκδοχή των εφεσειόντων είχε ως έρεισμα τη μαρτυρία αυτή. Η απόρριψη της, δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω ενασχόληση προς διατύπωση ευρημάτων επί τη βάσει της, όπως κατ΄ουσίαν επιζητείται με την έφεση. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο με σαφήνεια εξήγησε γιατί θεώρησε ως έγκυρη εμπειρογνωμοσύνη τη μαρτυρία του Μ.Υ.4 και γιατί αποδέχθηκε, ευλόγως, τη μαρτυρία αυτή ως βάσιμη και αξιόπιστη. Σε ότι δε αφορά το Μ.Υ.5, είχε την ευκαιρία – και εδώ έγκειται η υπεροχή του ως αρμόδιο επί της κρίσης των γεγονότων – να τον παρακολουθήσει να περιγράφει, ως αυτόπτης μάρτυρας, τον τρόπο που ο ορμητικός όγκος ομβρίων υδάτων ήταν τέτοιος ώστε πριν φτάσει στο σημείο της επέμβασης να παρασύρει το προστατευτικό ανάχωμα και ασυγκράτητος από το προσωρινό και το υφιστάμενο κανάλι να πλημμυρίσει το εργοστάσιο των εφεσειόντων ακολουθώντας την κλίση του εδάφους.
Θεωρούμε ότι, υπό τις περιστάσεις, δεν δικαιολογείται επέμβαση είτε στην κρίση αναφορικά με το ζήτημα της εμπειρογνωμοσύνης, είτε επί της αξιοπιστίας, ούτε σε ότι αφορά στη διατύπωση ευρημάτων. Η διαπίστωση μας αυτή οδηγεί σε επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης και απαντά στο σύνολο των λόγων έφεσης, εφόσον παρά την ανάπτυξη σε διάφορους λόγους έφεσης, κατ΄ουσία προσβάλλεται η αξιολόγηση της μαρτυρίας και η διατύπωση των ευρημάτων.
Υπάρχει και αντέφεση για την οποία όμως δηλώθηκε από το δικηγόρο των εφεσιβλήτων ότι θα είχε νόημα να εξεταστεί εάν θα επιτύγχανε η έφεση. Ως εκ τούτου, ενόψει της απόρριψης της έφεσης, η αντέφεση θα ακολουθήσει.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €2500 υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων πλέον ΦΠΑ. Η αντέφεση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.
Μ.Μ. Νικολάτος, Π.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Η αγωγή στρεφόταν και εναντίον του Δήμου Αγίου Αθανασίου και της Δημοκρατίας (Γενικού Εισαγγελέα), αλλά κατά την ακρόαση απεσύρθη.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο