ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ MARIOS NICOLAOU DEVELOPERS LTD κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 101/2018, 14/8/2018

ECLI:CY:AD:2018:D378

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 101/2018)

 

14 Αυγούστου, 2018

 

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 30.2, 30.3(Β) (Γ), 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9, ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. MARIOS NICOLAOU DEVELOPERS LTD, 2. MARIOS G. NICOLAOU (PANORAMA) LTD, 3. PERINATIO CO MIMITED, 4. XXXXX ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή PROHIBITION προς ΤΟ ΣΚΟΠΟ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΣΤΙΣ 31/8/2018 ΚΑΙ ΩΡΑ 9:00 Π.Μ. – 17:00 Μ.Μ. ΣΤΗΝ ΛΕΜΕΣΟ, ΤΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΘΗΚΕΣ, Υ10936/2009, Υ13035/2007, Υ10937/2009, Υ1554/2007, Υ1534/2011, Υ10946/2009, Υ3319/2008, Υ1535/2011, Υ10939/2009, Υ3320/2008, Υ954/2008 ΑΜΦΟΤΕΡΩΝ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΛΟΓΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΛΕΕΜΣΟΥ ΠΟΥ ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΟΣ ΟΛΑ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ – ΤΥΠΟΣ «ΙΑ» ΗΜΕΡ. 21.05.2018, ΠΟΥ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟΥΣ ΑΙΤΗΤΕΣ ΣΤΙΣ 31/05/2018, ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΝΟΜΙΚΗΣ ΑΠΟΡΡΙΨΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ/ΕΦΕΣΗΣ ΥΠ΄ ΑΡ. 206/2018 ΤΟΥ Ε.Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΗΜΕΡ. 6.8.2018, ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΥΠΟΘΗΚΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥ 9/1965 ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΙΣ 13.7.2018 ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ.1

Μονομερής Αίτηση υπό των: 1. Μarios Nicolaou Developers Ltd, 2. Marios G. Nikolaou (Panorama) Ltd, 3. Perinatio Co Limited, 4. XXXXX Νικολάου, Αιτητών

 

Στ. Ευριπίδου (κα) για Α. Κυπρίζογλου, για τους αιτητές.

 

---------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:  Με την υπό εξέταση αίτηση οι αιτητές εξαιτούνται άδεια για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση των εξής προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και/ή Prohibition:

«Α. Άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για καταχώριση αιτήσεως προς έκδοση προνομιακού Εντάλματος φύσεως Prohibition μέσω του οποίου να απαγορεύεται τόσο στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ όσο και στους Αρμόδιους Λειτουργούς του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, να προβούν είτε στις 31.8.2018 είτε σε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία μέχρι την τελική περάτωση της παρούσας Πολιτικής αίτησης, της διαδικασίας εκτέλεσης του πλειστηριασμού και/ή εκποίησης των ακινήτων που καλύπτονται από τις υποθήκες Υ10936/2009, Υ13035/2007, Υ10937/2009, Υ1554/2007, Υ1534/2011, Υ10946/2009, Υ3319/2008, Υ1535/2011, Υ10939/2009, Υ3320/2008, Υ954/2008 και Υ10842/2007, άπαντων καταχωρημένων στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λεμεσού και περιγράφονται στην Ειδοποίηση προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη – Τύπος «1Α» ημερομηνίας 21.5.2018, που επιδόθηκαν στους Αιτητές 1-2 στις 31.5.  Τα ως άνω προνομιακά διατάγματα, ζητούνται, λόγω κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας και/ή παραβίασης των Συνταγματικών Δικαιωμάτων των Αιτητών που καλύπτονται από τα Άρθρα 154 και άρθρα 13, 23, 30.2- 30.3 και 35 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

(Β) Διάταγμα για να δοθούν όλες οι αναγκαίες και συνακόλουθες οδηγίες σε σχέση με την Αιτούμενη υπό (Α) θεραπεία γενικότερα αλλά και ειδικότερα ζητείται η έκδοση διατάγματος προς το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και την Καθ΄ ης η Αίτησις Τράπεζα, ήτοι την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, όπως αναστείλουν τον πλειστηριασμό και/ή την εκποίηση των ακινήτων που καλύπτονται από τις υποθήκες Υ10936/2009, Υ13035/2007, Υ10937/2009, Υ1554/2007, Υ1534/2011, Υ10946/2009, Υ3319/2008, Υ1535/2011, Υ10939/2009, Υ3320/2008, Υ954/2008 και περιγράφονται στην «Ειδοποίηση προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη – Τύπος «1Α» ημερομηνίας 21.5.2018 που επιδόθηκαν στους Αιτητές 1-4 στις 31.5.2018 μέχρι την πλήρη περάτωση της παρούσας πολιτικής Αίτησης.

(Γ) Άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος φύσεως Certiorari δια του οποίου να διατάττεται το Ε.Δ. Λεμεσού όπως εκδώσει τα εξαιτούμενα διατάγματα με την Αίτηση/Έφεση υπ΄ αρ. 206/208 ημερ. 2.7.2018, διατάγματα, που ζητούνται στα πλαίσια της αίτησης αυτής, μέσω των οποίων αποσκοπείται ουσιαστικά η ακύρωση της διαδικασίας εκτέλεσης του πλειστηριασμού και/ή εκποίησης των ακινήτων που καλύπτονται από τις υποθήκες υπ΄ αρ. Υ10936/2009, Υ13035/2007, Υ10937/2009, Υ1554/2007, Υ1534/2011, Υ10946/2009, Υ3319/2008, Υ1535/2011, Υ10939/2009, Υ3320/2008, Υ954/2008 αμφοτέρων του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λεμεσού, τα οποία περιγράφονται στην ειδοποίηση προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη – Τύπος «1Α» ημερομηνίας 21.5.2018, που επιδόθηκαν στους αιτητές στις 31.5.2018, η οποία επιτράπηκε στη βάση δικαστικής απόφασης ημερ. 6.8.2018, κατ΄ εφαρμογή νομοθεσίας θεσπισθείσας μετά την καταχώριση της υπό κρίση Αίτησης/Έφεσης και συγκεκριμένα του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεων Ακινήτων Νόμου, όπως τροποποιήθηκε από τον τροποποιητικό Νόμο 87(Ι)/2018 ημερ. 31.7.2018 και παραβιάζει τα Συνταγματικά Δικαιώματα των Αιτητών που καλύπτονται από τα Άρθρα 13, 23, 30.2-30.3 και 35 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

(Δ) Διάταγμα για να δοθούν όλες οι αναγκαίες και συνακόλουθες οδηγίες σε σχέση με την αιτούμενη υπό (Γ) θεραπεία.

(Ε) Περαιτέρω και/ή άλλο διάταγμα από το δικαστήριο θα κρίνει πρέπον υπό τις περιστάσεις.»

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν κατατεθεί από πλευράς αιτητών με την έκθεση γεγονότων και την ένορκη δήλωση του κ. XXXXX Νικολάου, ενός εκ των αιτητών και διευθυντή και εξουσιοδοτημένου αντιπρόσωπου των υπόλοιπων αιτητών, στις 30.5.2018 καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την αγωγή με αρ. 1135/2018 με την οποία ζητούσαν απόφαση και/ή διάταγμα εναντίον της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, όπως αριθμός υποθηκών που ενεγράφησαν προς όφελος της Τράπεζας προς εξασφάλιση δανειακών υποχρεώσεων των αιτητών, κηρυχθούν παράνομες και/ή αντινομικές, καθώς και απόφαση ότι οι αιτητές δεν οφείλουν οποιοδήποτε ποσό στην Τράπεζα στη βάση των υποθηκών αυτών, γεγονός που εμποδίζει την πώληση των ενυπόθηκων κτημάτων μέσω δημόσιου πλειστηριασμού και/ή την εκποίηση τους.  Παρά την ύπαρξη της αγωγής η Τράπεζα στις 31.5.2018 γνωστοποίησε την «Ειδοποίηση προς όλα τα Ενδιαφερόμενα Μέρη-Τύπος 1Α» με την οποία ενημέρωνε τους αιτητές για την πρόθεση της να προχωρήσει με την πώληση των ενυπόθηκων ακινήτων μέσω πλειστηριασμού, που ορίστηκε για τις 31.8.2018.  Εν όψει της ειδοποίησης οι αιτητές προχώρησαν με την καταχώριση στις 2.7.2018 της Αίτησης/Έφεσης με αρ. 206/2018 με την οποία ζητούσαν διάταγμα ακύρωσης της διαδικασίας εκποίησης των ενυπόθηκων ακινήτων.

 

Η Αίτηση/Έφεση προσέκρουσε στην ένσταση της Τράπεζας και το Επαρχιακό Δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία, με την απόφαση του ημερ. 6.8.2018 έκρινε ότι ο νομοθέτης με τον τροποποιητικό Νόμο 87(Ι)/2018 είχε καθορίσει ρητά ότι οι διατάξεις που τροποποιήθηκαν με το Νόμο αυτό θα έχουν αναδρομική ισχύ σε όλες τις εκκρεμούσες διαδικασίες περιλαμβανομένων και των δικαστικών που ξεκίνησαν πριν την τροποποίηση του Νόμου.  Απέρριψε στη συνέχεια την Αίτηση/Έφεση εφόσον δεν στοιχειοθετήθηκε κανένας λόγος έφεσης.

 

Με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται ουσιαστικά η ορθότητα της ερμηνείας που πρόσδωσε το Δικαστήριο στην πρόνοια του τροποποιητικού Νόμου περί αναδρομικότητας του.  Συγκεκριμένα ήταν η εισήγηση των αιτητών ότι εν όψει της καταχώρισης της Αίτησης/Έφεσης σε χρόνο προγενέστερο της τροποποίησης του βασικού Νόμου 9/1965, που επήλθε με τον τροποποιητικό Νόμο 87(Ι)/2018 και έχει δημοσιευθεί στις 13.7.2018, οι πρόνοιες του Νόμου 87(Ι)/2018 δεν ισχύουν στην περίπτωση τους, όπου εξακολουθούν να εφαρμόζονται εκείνες οι διατάξεις που ίσχυαν προηγουμένως.  Ήταν εισήγηση τους ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε λόγω πλάνης περί των διατάξεων αναδρομικότητας της νέας νομοθεσίας και λανθασμένα και αντινομικά ερμήνευσε τόσο το Νόμο 87(Ι)/2018 όσο και τον περί Ερμηνείας Νόμο.

 

Κατά την ακρόαση της υπό κρίση αίτησης η δικηγόρος που εμφανίστηκε για τους αιτητές τόνισε στην αγόρευση της το δικαιολογημένο της αίτησης, δίνοντας έμφαση στη χρονοβόρα διαδικασία που απαιτείται για τη διεκπεραίωση μιας ενδεχόμενης έφεσης εναντίον της απόφασης. 

 

Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ.  Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.»  Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.  (Βλ. Αίτηση του Dmytro Firtash (2013) 1 (Γ) AAΔ 2491 και Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. κ.α. (2012) 1 (Α) ΑΑΔ 878).

 

Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης  (βλ.  Aίτηση του Σάββα Ιωάννη Κασπαρή (2013) 1(Γ) ΑΑΔ 2476 και Αίτηση Μarewave Shipping & Trading Company Ltd. (1992) 1 AAΔ 116).

 

Στο σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα» του Π. Αρτέμη, Κεφ. 4,  σελ. 127-128 αναφέρεται ότι ο έλεγχος των κατώτερων Δικαστηρίων με ένταλμα της φύσης certiorari δεν περιλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις.  Δεν είναι αρκετό ότι υπήρξε σοβαρή πλάνη ή πλάνη σε σχέση με μια καθιερωμένη νομική αρχή.  Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί αμέσως να διακριβωθεί από το Δικαστήριο και όχι κατόπιν έρευνας όλων των στοιχείων ή της μαρτυρίας.  Όταν όμως, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, η διαδικασία είναι κανονική και το κατώτερο Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο που εξετάζει την αίτηση για certiorari δεν θα εκδώσει σχετικό διάταγμα επειδή το Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο.  Όπως αποφασίστηκε επίσης στην Αίτηση Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ. (αρ. 3) (1996) 1(Β) ΑΑΔ 1066 το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε ενεργεί ως έφεση υπό μεταμφίεση και ούτε ως μέσο επανακρόασης των ιδίων ζητημάτων που απασχόλησαν το κατώτερο δικαστήριο.

 

Εξέτασα την αίτηση υπό το φως των νομικών αρχών που εφαρμόζονται σε αιτήσεις για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων της φύσης Certiorari και Prohibition, σε συνάρτηση με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου με την έκθεση και την ένορκη δήλωση του κ. Νικολάου.  Διεξήλθα επίσης του μεγάλου όγκου των εγγράφων που επισυνάφθηκαν στην ένορκη δήλωση, που σχετίζονται περισσότερο με την ουσία του ενυπόθηκου χρέους και της ύπαρξης των υποθηκών. 

 

Επίκεντρο της επιχειρηματολογίας στο πρωτόδικο Δικαστήριο και στην παρούσα διαδικασία από πλευράς αιτητών, είναι η εμβέλεια του άρθρου 4 του τροποποιητικού Νόμου 87(Ι)/2018 που προβλέπει τα εξής:

«Το άρθρο 44Α του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:

(α) Mε την αντικατάσταση στο τέλος της επιφύλαξης του εδαφίου (3) αυτού της τελείας με άνω και κάτω τελεία και με την προσθήκη, αμέσως μετά, της ακόλουθης νέας επιφύλαξης:

«Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που έχει αρχίσει οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2018, οι διατάξεις του εν λόγω Νόμου θα εφαρμόζονται, ανεξαρτήτως εάν στάλθηκαν οποιεσδήποτε ειδοποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεων και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2018.». και

(β) με την προσθήκη, αμέσως μετά το εδάφιο (4) αυτού, του ακόλουθου νέου εδαφίου (4Α):

«(4Α) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, η εξασφάλιση διατάγματος Δικαστηρίου για πώληση ενυπόθηκου ακινήτου ή η έναρξη διαδικασίας πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου δυνάμει του εν λόγω διατάγματος, είτε πριν είτε μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2018, δεν επηρεάζει το δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να προχωρήσει με την εφαρμογή της διαδικασίας πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους:

Νοείται ότι, στην πιο πάνω αναφερόμενη περίπτωση, δεν επηρεάζεται το δικαίωμα του ενυπόθηκου οφειλέτη ή άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου να προσφύγει στο Επαρχιακό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους και εντός των χρονικών προθεσμιών που προβλέπονται σε αυτό.».

 

Το άρθρο 44(Γ) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου προνοεί για την επίδοση ειδοποιήσεων για τη σκοπούμενη πώληση ενυπόθηκου ακινήτου ως απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας εκποίησης του. Το εδάφιο (3) του άρθρου 44(Γ) προβλέπει για το δικαίωμα καταχώρισης έφεσης εντός προθεσμίας 30 ημερών στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παραμερισμό της ειδοποίησης της σκοπούμενης πώλησης για συγκεκριμένους λόγους που απαριθμούνται υπό στοιχεία α – στ. 

 

Με το άρθρο 6(γ) του τροποποιητικού Νόμου 87(Ι)/2018 η παράγραφος (δ) του εδαφίου 44(Γ)(3) του βασικού Νόμου που προνοούσε ως λόγο έφεσης την ύπαρξη εκκρεμούσας αγωγής για την ειδοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 44(Γ), αντικαταστάθηκε με την ακόλουθη νέα παράγραφο:

«(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου»

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε ότι προείχε η εξέταση του ερωτήματος κατά πόσο ο Νόμος 87(Ι)/2018 είναι αναδρομικός εφόσον στην περίπτωση καταφατικής απάντησης η εκκρεμούσα αγωγή αρ. 1135/2018 δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως λόγος έφεσης πλέον.  H θέση που προωθήθηκε από πλευράς των αιτητών στο Επαρχιακό Δικαστήριο είναι ότι οι πρόνοιες του τροποποιητικού Νόμου 87(Ι)/2018 εφαρμόζονται μόνο σε εκκρεμούσες διαδικασίες εκποίησης ενυπόθηκου ακινήτου και όχι σε δικαστικές διαδικασίες. 

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η θέση της Τράπεζας ότι δηλαδή ο τροποποιητικός Νόμος 87(Ι)/2018 εφαρμόζεται και σε εκκρεμούσες δικαστικές διαδικασίες με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επίκληση ως λόγου παραμερισμού της διαδικασίας εκποίησης στην Αίτηση/Έφεση η ύπαρξη εκκρεμούσας αγωγής.

 

Στην υπόθεση Ξιούρουππας κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας, Πολ. Έφ. Αρ. 386/2010, 15.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:A522, αναφέρθησαν τα εξής ως προς την αναδρομικότητα των νομοθετημάτων:

 

«Ως ουσιαστικής, λοιπόν υφής και χωρίς ρητή και συγκεκριμένη πρόνοια, ο Νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ εφόσον δεν αφορά σε δικονομικές πρόνοιες, (Χριστοφίδης ν. Παττίχης (2002) 1 Α.Α.Δ. 245).  Δεν επηρεάζει συνεπώς δικαιώματα προνόμια υποχρεώσεις ή ευθύνες που εξασφαλίστηκαν ή προέκυψαν δυνάμει του Νόμου αρ. 26/77 που καταργήθηκε με το νέο Νόμο.  Σύμφωνα με τις αποφάσεις Datamedia AE vKSN (Business AidsLtd (1990) 1 C.L.R. 13 και Ιδιωτική Τριτοβάθμια Σχολή INTERCOLLEGE ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Παιδείας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 296, αναδρομικότητα στις πρόνοιες νομοθετήματος δεν εξυπακούεται ούτε υφίσταται  εκτός εάν καθορίζεται ρητά τούτο.  Το ίδιο προνοεί και ο περί Ερμηνείας Νόμος, Κεφ. 1. …»

 

Όπως έκρινε ο Επαρχιακός Δικαστής, το λεκτικό του άρθρου 4 του Νόμου 87(Ι)/2018 καθιστά σαφές ότι η πρόθεση του νομοθέτη ήταν όπως οι τροποποιήσεις που επήλθαν με το Νόμο 87(Ι)/2018 εφαρμοστούν και στις δικαστικές διαδικασίες που είχαν ήδη ξεκινήσει πριν τις 13.7.2018 δυνάμει του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965.  

 

Η καταχώριση Αίτησης/Έφεσης είναι διαδικασία που προνοείται από το συγκεκριμένο Μέρος VIA του πιο πάνω Νόμου που αφορά σε πώληση ενυπόθηκου ακινήτου.  Εν όψει της αναδρομικότητας του Νόμου 87(Ι)/2018 ο λόγος έφεσης που προνοείτο στο άρθρο 44(Γ)(3) και αναφέρετο στην ύπαρξη εκκρεμούσας αγωγής δεν ισχύει στην περίπτωση των αιτητών εφόσον αντικαταστάθηκε με το λόγο για την ύπαρξη παρεμπίπτοντος διατάγματος στη βάση του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960.  Είναι νομολογιακά γνωστό ότι βασικό κριτήριο για την ερμηνεία ενός νομοθετήματος αποτελεί η συνήθης σημασία των λέξεων.  Εκεί όπου οι πρόνοιες της νομοθεσίας είναι σαφείς στις λέξεις θα πρέπει να δίδεται η γραμματική τους έννοια.  Κεντρική επιδίωξη και στόχος του ερμηνευτικού έργου του Δικαστηρίου είναι η διακρίβωση της πρόθεσης του νομοθέτη που είναι και το μόνο ζητούμενο (βλ. Κωμοδρόμος ν. White Knight Holdings (2010) 1 A.Α.Δ. 1903). 

 

Μετά τη διαπίστωση του ως προς την αναδρομικότητα του τροποποιητικού Νόμου, ο Επαρχιακός Δικαστής έκρινε ότι είχε αποδειχθεί πλήρης συμμόρφωση της Τράπεζας με τις πρόνοιες του Μέρους VIA του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου ως είχε τροποποιηθεί και ότι δεν είχε αποδειχθεί η ύπαρξη οποιουδήποτε λόγου για παραμερισμό της ειδοποίησης εν όψει της μη εξασφάλισης παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος στην αγωγή αρ. 1135/2018 και απέρριψε την αίτηση.

 

Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, βρίσκω ότι η διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ήταν κανονική και ο Επαρχιακός Δικαστής ενήργησε εντός των εξουσιών του, που του παρέχει ο περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμος, όπως είχε τροποποιηθεί με το Νόμο 87(Ι)/2018, ο οποίος δεν κηρύχθηκε αντισυνταγματικός.  Συνεπώς, δεν έχω πεισθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για να πετύχει η αίτηση. 

 

Από την άλλη θα πρέπει να λεχθεί ότι με την παρούσα αίτηση προσβάλλεται όχι η νομιμότητα της απόφασης αλλά η ορθότητα της, εν όψει λανθασμένης θεώρησης του Δικαστή ως προς ένα νομοθέτημα.  Ως εκ τούτου, η διαδικασία για προνομιακό ένταλμα που ακολούθησαν οι αιτητές, για προσβολή της ερμηνείας που πρόσδωσε ο Δικαστής στην πρόνοια για αναδρομικότητα του τροποποιητικού Νόμου, δεν είναι η κατάλληλη.  Η ορθότητα της απόφασης μπορεί να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά με το ένδικο μέσο της έφεσης.  Το γεγονός ότι η εκποίηση είναι ορισμένη για τις 31.8.2018 θα ενείχε τη σημασία του, νοουμένου ότι αποκαλύπτετο ότι υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                          Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/φκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο