ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013, 24/6/2019
print
Τίτλος:
ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013, 24/6/2019
Παραπομπή:
ECLI:CY:AD:2019:A238

ECLI:CY:AD:2019:A238

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                     

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013

 

                             24 Ιουνίου, 2019

 

[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Α ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, ΔΔ]

 

xxx ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ,

Εφεσείουσα/Ενάγουσα,

ΚΑΙ

 

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ,

Εφεσίβλητος/Εναγόμενος.

******************

Ε. Πουλλά-Μακαρούνα (κα), Για την εφεσείουσα.

Μ. Κορακίδου (κα) για κ. Ε. Κορακίδη, Για τον εφεσίβλητο.

 

******************

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα  δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.

 

****************

Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

 

  ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ:  Η εφεσείουσα στις 29/3/2007 ενώ περπατούσε στη Λεωφόρο Ελευθερίας στη Χλώρακα,  μόλις είχε  προσπεράσει τα γραφεία του εφεσίβλητου/εναγόμενου, με το φύσημα δυνατού αέρα μια πλαστική κορδέλα μπλέχτηκε στα πόδια της με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί. 

 

Με την αγωγή της υπ’ αρ. 1774/2008 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου αξίωνε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις εναντίον του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας, εφεσίβλητου, λόγω αμέλειας και/ή παράβασης των θέσμιων καθηκόντων και/ή των υποχρεώσεων του και/ή λόγω δημόσιας οχληρίας και/ή ιδιωτικής οχληρίας. 

 

Με την Υπεράσπιση του ο εφεσίβλητος αρνείτο οποιαδήποτε ευθύνη για το ατύχημα το οποίο, όπως υποστήριζε, ήταν αποτέλεσμα της αποκλειστικής ευθύνης της εφεσείουσας η οποία θα έπρεπε να ήταν προσεκτική ενόψει του αέρα που φυσούσε και των διαφόρων αντικειμένων που κινούντο προς το μέρος της.    

 

Κατά την πρωτόδικη διαδικασία έδωσε μαρτυρία η ίδια η εφεσείουσα/ενάγουσα (ΜΕ1) και κάλεσε άλλους εννιά μάρτυρες δηλ. τον Χρ. Κ. (ΜΕ2), συγχωριανό της, τον Α. Σχ. (ΜΕ3), ορθοπεδικό χειρούργο, την Γ. Ι. (ΜΕ4), τον Δήμο Δήμου (ΜΕ5) και τη Θ. Δ. (ΜΕ6), συγχωριανούς της, τον πάτερ Αν. Π. (ΜΕ7), σύζυγο της εφεσείουσας, τον Αν. Ι. (ΜΕ8), υπάλληλο της Ελληνικής Τράπεζας, τον Γ. Π. (ΜΕ9) και την Ο. – Μ. Τ. (ΜΕ10), συγχωριανή της.  Από πλευράς υπεράσπισης κατέθεσε μόνο ένας μάρτυρας, ο Γ. Τ., γραμματέας του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας έδωσε προτεραιότητα σε εκείνη της εφεσείουσας, εφόσον έκρινε ότι  ήταν η μόνη που γνώριζε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες επεσυνέβη το ατύχημα.  Κύρια   διαφωνία μεταξύ των διαδίκων, όπως την εντόπισε το Δικαστήριο, έγκειτο στον χώρο που βρισκόταν η κορδέλα πριν να μετακινηθεί από το δυνατό αέρα, που η μεν εφεσείουσα την τοποθετεί μέσα στα σκουπίδια που ο εφεσίβλητος είχε τοποθετήσει έξω από τα γραφεία του προς το σκοπό περισυλλογής τους, ο δε εφεσίβλητος σε άγνωστο χώρο αρνούμενος ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο είχε τοποθετήσει σκουπίδια στο σημείο. Το Δικαστήριο  εντοπίζει πολλά κενά και ασάφειες αλλά και αντιφάσεις τόσο στη μαρτυρία της εφεσείουσας όσο και με των υπόλοιπων μαρτύρων που κλήτευσε. Βασική αντίφαση  θεώρησε το Δικαστήριο εκείνη που αναφέρεται στην προέλευση της κορδέλας που μπλέχτηκε στα πόδια της, όπου στη μεν κυρίως εξέταση της ισχυρίστηκε με βεβαιότητα ότι είχε φύγει από το σημείο που ο εφεσίβλητος είχε τοποθετημένα τα σκουπίδια του, ενώ  στην αντεξέταση της  παραδέχθηκε ότι δεν είδε από πού ήλθε η κορδέλα, εφόσον αυτή μετακινήθηκε από τη θέση της με τον αέρα και κατευθύνθηκε προς το μέρος της από  πίσω της. Το Δικαστήριο εντόπισε  και άλλες αντιφάσεις στη μαρτυρία της που δεν κρίνουμε σκόπιμο να καταγράψουμε μία προς μία.  Περιοριζόμαστε μόνο σε εκείνες που κρίνουμε  βασικές προς το σκοπό  εξέτασης των λόγων έφεσης. 

 

Αντιφάσεις επισήμανε το Δικαστήριο μεταξύ της μαρτυρίας της εφεσείουσας και εκείνης του ΜΕ2 που ήταν ο πρώτος που πλησίασε στη σκηνή του ατυχήματος,  τη μαρτυρία του οποίου δεν αποδέχθηκε λόγω των αντιφάσεων της όχι μόνο με τη μαρτυρία της εφεσείουσας αλλά και με εκείνη της ΜΕ10, που επίσης προσέτρεξε στο σημείο του ατυχήματος. Το Δικαστήριο σημειώνει στην απόφαση του ότι η εκδοχή του ΜΕ2 ότι  είδε την εφεσείουσα να είναι ανακατεμένη μέσα σε κορδέλες, στο σημείο που βρίσκονταν τα σκουπίδια του εφεσίβλητου ήταν διαμετρικά αντίθετη με τη θέση της εφεσείουσας που υποστήριξε  ότι επρόκειτο για μια κορδέλα.  Αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας των δύο  εντόπισε το Δικαστήριο και  ως προς το χρώμα της κορδέλας που ήταν μπλεγμένη στα πόδια της, όπου ο ΜΕ2 είπε ότι ήταν χρώματος πράσινου ενώ η θέση της ίδιας  ότι ήταν μπλε.  Από τη μαρτυρία του ΜΕ2 δέχθηκε μόνο τον ισχυρισμό του ότι όταν άκουσε την εφεσείουσα να καλεί σε βοήθεια σταμάτησε το αυτοκίνητο του και τη βοήθησε να σηκωθεί από το οδόστρωμα όπου ήταν πεσμένη.   Αντιφάσεις  εντόπισε επίσης το Δικαστήριο μεταξύ της μαρτυρίας της εφεσείουσας και εκείνης των ΜΕ5, ΜΕ6, ΜΕ7 και ΜΕ9 ως προς το σημείο που ο εφεσίβλητος τοποθετούσε τα σκουπίδια του για τη συλλογή τους από το σκυβαλοφόρο, όπου η εφεσείουσα το τοποθετεί στο δρόμο έξω από τα κεντρικά γραφεία του εφεσίβλητου, οι δε ΜΕ5 και ο ΜΕ7 το τοποθετούν στο σημείο του τηλεφωνικού θαλάμου (βλ. φωτογραφία – Τεκμήριο 12(4) που τότε δεν βρισκόταν εκεί, ο ΜΕ6 πάνω στο πεζοδρόμιο απέναντι από τον τηλεφωνικό θάλαμο (βλ. φωτογραφία – Τεκμήριο 12(3) και ο ΜΕ9 στο πεζοδρόμιο δίπλα από τον τηλεφωνικό θάλαμο.  Σε σχετική ερώτηση δε του Δικαστηρίου προς την εφεσείουσα δόθηκε η απάντηση ότι η κορδέλα, που σύμφωνα με την αρχική εκδοχή της προερχόταν από τα σκουπίδια του εφεσίβλητου, μπλέχτηκε στα πόδια της  ερχόμενη  από πίσω της, γιατί αν ήταν από μπροστά της θα την έβλεπε. 

 

Αντιφάσεις εντοπίζει το Δικαστήριο και  σ’ ό,τι αφορά στο σημείο πτώσης της, όπου η ίδια το τοποθετεί στο δρόμο μετά που προσπέρασε τα γραφεία του εφεσίβλητου, οι δε ΜΕ5 και ΜΕ10 στο πεζοδρόμιο.

 

Σ’ ό,τι αφορά στον  ΜΕ3, ορθοπεδικό χειρούργο, το Δικαστήριο τον έκρινε  ως καθόλα αξιόπιστο και αποδέχθηκε τη μαρτυρία του στο σύνολο της, όπως και τις δύο ιατρικές εκθέσεις που ετοίμασε, το περιεχόμενο των οποίων εγκρίθηκε ως παραδεκτό γεγονός.  Αποδεκτή επίσης έκαμε και τη μαρτυρία της ΜΕ4, που όμως δεν θεώρησε ουσιαστική,  του ΜΕ8, που έκρινε ότι ήταν άσχετη  με τα επίδικα γεγονότα και της ΜΕ10, ενώ απέρριψε εκείνη του ΜΕ5, γαμπρού της εφεσείουσας, της ΜΕ6, βαφτιστικιάς της, του ΜΕ7 συζύγου της και του ΜΕ9 αδελφού της, λόγω αντιφάσεων και των εμφανών υποκειμενικών τους κινήτρων υπέρ της εφεσείουσας.  Σ’  όσον αφορά τον ΜΥ1, γραμματέα του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας, κρίθηκε από το Δικαστήριο καθόλα αξιόπιστος εξ’ ου και τη μαρτυρία του οποίου αποδέχθηκε  στην ολότητα της. 

 

Στη βάση της πιο πάνω αξιολόγησης το Δικαστήριο  κατέληξε στα εξής ευρήματα:

 

«Η Ενάγουσα την 29.3.2007 κατά τις μεσημβρινές ώρες κατευθυνόταν πεζή προς την οικία της φίλης της στο χωριό Χλώρακα στην Πάφο βαδίζοντας επί της οδού Ελευθερίας.  Μόλις πέρασε μπροστά από το κτίριο των γραφείων των Εναγομένων που η είσοδος του ευρίσκεται επί της εν λόγω οδού, μια πλαστική κορδέλα ενωμένη στις δύο άκρες χρώματος μπλε, πιο πλατιά όμως από το Τεκμήριο 11, παρασυρόμενη από πολύ δυνατό και στιγμιαίο αέρα που είχε ένταση ανεμοστρόβιλου και την οποία η Ενάγουσα δεν είδε μπλέκτηκε στα πόδια της με επακόλουθο την πτώση της στο σημείο που φαίνεται στις φωτογραφίες 12(1), το οποίο σημειώθηκε από την μάρτυρα ΜΕ10, με μπλε μελάνι με το γράμμα «Χ».  Ο λόγος που δεν είδε η Ενάγουσα την κορδέλα αυτή για να την αποφύγει, αποτελεί εύρημα μου ότι ήταν η κατεύθυνση που είχε ο άνεμος ήτοι φύσησε και παρασύρθηκε η κορδέλα αυτή όπισθεν της Ενάγουσας.  Επίσης αποτελεί εύρημα μου ότι από πού προήλθε η συγκεκριμένη κορδέλα δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα αφού η ίδια η Ενάγουσα που ήταν η μόνη που ήταν παρούσα στην εξέλιξη των γεγονότων μέχρι την πτώση της, στο επίδικο μέρος κατά τον ουσιώδη χρόνο, με σαφή δήλωση της ανέφερε ότι δεν ήταν σε θέση να πει και να προσδιορίσει από ποιο σημείο είχε η κορδέλα αυτή μετακινηθεί και παρασυρθεί από τον δυνατό αέρα.  Εύρημα μου αποτελεί επίσης ότι κατά τον επίδικο χρόνο και στο μέρος έμπροσθεν του κτιρίου των Εναγομένων υπήρχε πεζοδρόμιο αλλά δεν είχαν τοποθετηθεί επί αυτού σκουπίδια, σκύβαλα ή απορρίμματα χαρτιών από τα οποία ήταν δυνατό να είχε διαφύγει η μπλε πλαστική κορδέλα η οποία απετέλεσε την αιτία πτώσης της Ενάγουσας στο έδαφος και του τραυματισμού της.  Επίσης ούτε και μέσα στο δρόμο οι Εναγόμενοι τοποθέτησαν σκουπίδια ή σκύβαλα κατά τον επίδικο χρόνο, αφού αποτελεί εύρημα μου πως αυτοί τοποθετούσαν τα σκουπίδια και τα άχρηστα υλικά από το προσωπικό που εργαζόταν στα γραφεία τους σε σακούλες στο πίσω μέρος του κτιρίου που είχαν τα γραφεία τους όπου υπήρχε μεγάλο σκυβαλοδοχείο μάρκας Soulo, τα δε ανακυκλώσιμα υλικά επίσης σε πλαστικές σακούλες τις οποίες μετέφεραν και τοποθετούσαν σε ειδικά δοχεία σε ανοικτό χώρο, οικόπεδο που τους ανήκε, απέναντι από την εκκλησία της κοινότητας στην οδό Ζήνας Κάνθερ.  Ακόμη αποτελεί εύρημα μου ότι στο συγκεκριμένο σημείο πτώσης της Ενάγουσας αλλά και έμπροσθεν του κτιρίου των Εναγομένων, είτε επί του πεζοδρομίου είτε μέσα στον δρόμο, δεν υπήρχαν άλλα σκουπίδια  ή σκύβαλα αφού ούτε και από περιστατική μαρτυρία δύναται να εξαχθεί ασφαλές και αναπόδραστο συμπέρασμα περί τούτου, αντιθέτως από την αποδεκτή μαρτυρία αυτό το οποίο προκύπτει είναι το αντίθετο.  Μετά την πτώση της Ενάγουσας αυτή κάλεσε σε βοήθεια και προσέτρεξαν στο σημείο όπου την βοήθησαν να σηκωστεί οι ΜΕ2 και ΜΕ10. Ακολούθως μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Πάφου από διερχόμενο αυτοκίνητο.  Στο Γενικό Νοσοκομείο Πάφου κατόπιν σχετικών εξετάσεων διαπιστώθηκε ότι έφερε συντριπτικό κάταγμα δεξιού ωλεκράνου, οπόταν και έτυχε της ανάλογης θεραπείας από τον θεράποντα ιατρό της, ΜΕ3, με την υποβολή της σε χειρουργική επέμβαση ως τα ιατρικά πιστοποιητικό το περιεχόμενο των οποίων έγινε αποδεκτό γεγονός Τεκμήρια 5 και 6.  Μετά την έξοδο της από το Νοσοκομείο στις 3.4.2007, η Ενάγουσα παρακολουθείτο από τον θεράποντα ιατρό της ΜΕ3, οι ραφές αφαιρέθηκαν 10 ημέρες μετά την επέμβαση και ο γύψινος νάρθηκας που είχε τοποθετηθεί στο δεξιό χέρι της αφαιρέθηκε ένα μήνα μετά την χειρουργική επέμβαση και τοποθέτηση του, οπόταν η Ενάγουσα υπεβλήθη σε φυσιοθεραπεία.  Η Ενάγουσα που κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ηλικίας 64 ετών και 4 μηνών, πριν τον τραυματισμό της και από την 28.3.1994 εργαζόταν σε ξενοδοχείο σαν υπάλληλος στην λινοθήκη (Τεκμήριο 1),  εργασία που απαιτούσε την χρήση και των δύο χειρών της για την μεταφορά και τοποθέτηση ρουχισμού για τις ανάγκες του ξενοδοχείου.  Αποτελεί εύρημα μου ότι συνεπεία του τραυματισμού της η Ενάγουσα δεν μπόρεσε να εργαστεί μέχρι και τον Νοέμβριο του 2007 (Τεκμήριο 6).  Οι απολαβές της κατά τον επίδικο χρόνο είναι ως παρουσιάζονται στα Τεκμήρια 2, 3 και 10 και οι απώλειες από τα εισοδήματα της κατά την εν λόγω περίοδο αποτελεί εύρημα μου ότι ανήρχοντο κατά μέσον όρον, επί τη βάση του περιεχομένου του Τεκμηρίου 2 και λαμβάνοντας σαν εύλογα αναμενόμενο εισόδημα για το έτος 2007 το εισόδημα της Ενάγουσας όπως αυτό προκύπτει από το συνολικό ποσό που έλαβε καθαρά για το έτος 2006, που ανήλθε στο ποσό των ΛΚ8.221,78, ήτοι €14.047, 75, στο ποσό των €1.170,65 μηνιαίως (ήτοι €14.047,75 : 12 = €1.170,65).  Αποτελεί επίσης εύρημα μου ότι συνεπεία του τραυματισμού και της χειρουργικής επέμβασης στην οποία υπεβλήθηκε η Ενάγουσα κατά την διάρκεια της οποίας της τοποθέτησαν σύρματα για να καταστεί δυνατή η επανασύνδεση των οστών, θα απαιτηθεί όπως αυτή υποβληθεί ξανά σε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση των προσθετικών υλικών το κόστος της οποίας θα ανέλθει σε €2.000.00.  Επίσης αποτελεί εύρημα μου ότι συνεπεία των τραυματισμών της η Ενάγουσα είχε πόνους, έχει υποστεί οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις στο σημείο του τραυματισμού της, έχει μείωση της κάμψης του αριστερού αγκώνος και παρουσιάζει αδυναμία στην ανασήκωση βάρους πέραν των 4 κιλών.  Επίσης από τον πόνο και τα κατάλοιπα από τους τραυματισμούς της αντιμετωπίζει δυσκολίες που δεν αντιμετώπιζε προηγουμένως στην εκτέλεση των διαφόρων εργασιών στο σπίτι σαν οικοκυρά.  Επίσης αποτελεί εύρημα μου ότι η Ενάγουσα αφυπηρέτησε από την εργασία της μόλις συνεπλήρωσε το έτος συνταξιοδότησης της, ήτοι το 65ο στις 30.11.2007 (Τεκμήριο 1)  αφού η ημερομηνία γέννησής της, ως φαίνεται από τα Τεκμήρια 5 και 6 είναι η 26.11.1942.  Η Ενάγουσα ως το εγκριθέν αποδεκτό γεγονός, για τις σωματικές βλάβες και απώλειες που υπέστηκε συνεπεία του επιδίκου δυστυχήματος, απέστειλε επιστολή στους Εναγόμενους με συστημένο ταχυδρομείο με ημερ. 1.2.2008 μέσω της δικηγόρου της ήτοι το Τεκμήριο 8.

 

Επίσης εύρημα μου αποτελεί ότι οι Εναγόμενοι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο και μέσα στα πλαίσια των νομικών υποχρεώσεων και καθηκόντων τους, δυνάμει του περί Κοινοτήτων Νόμου, Ν.86(Ι)/99, μεριμνούσαν για την σε καθορισμένες ημέρες και ώρες, αποκομιδή – συγκομιδή των σκουπιδιών – σκυβάλων της Κοινότητας Χλώρακας, Πάφου.» 

 

 

 

Μετά την καταγραφή των ευρημάτων του το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με τη νομική πτυχή του ζητήματος της πρόκλησης από πλευράς εφεσιβλήτου δημόσιας και ιδιωτικής οχληρίας, σύμφωνα με τα άρθρα 45 και 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου ΚΕΦ. 148 αντίστοιχα, της επίδειξης αμέλειας, σύμφωνα με το άρθρο 51 (α)(β)(2)(β) του ΚΕΦ. 148 και της υποχρέωσης του εφεσιβλήτου για την καθαριότητα και υγιεινή της κοινότητας του, που προκύπτει από τα άρθρα 81 και 82 του περί Κοινοτήτων Νόμου (Ν.86(Ι)/99) που ήταν οι νομικές βάσεις των αξιώσεων της εφεσείουσας  στην Αγωγή. 

 

Με παραπομπή σε νομολογία σε σχέση με τη δημόσια οχληρία (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ζηπίτη κ.ά. (2003) 1 (Β) Α.Α.Δ. 749) και με την ιδιωτική οχληρία (βλ. Α.Η.Κ. κ.ά. ν. Rawnsellο Trad. Co. Ltd (2003) 1 (Γ) A.A.Δ. 1570) και στο Σύγγραμμα των Αρτέμη και Ερωτοκρίτου «Αστικά Αδικήματα», Τόμος 1, Εκδ. 2003, σελ. 141 -147, το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού προσδιόρισε τα συστατικά στοιχεία του αστικού αδικήματος της οχληρίας  έδωσε έμφαση στην αιτιώδη συνάφεια που θα έπρεπε να αποδειχθεί, για σκοπούς επιτυχίας της Αγωγής, μεταξύ του ζημιογόνου αποτελέσματος και της επίδειξης συμπεριφοράς που ανάγεται στη διάπραξη των αδικημάτων που επέφερε τη ζημιά.  Το Δικαστήριο συνεχίζει στην απόφαση ότι η ίδια αρχή, ισχύει και στην περίπτωση επίκλησης του αστικού αδικήματος της αμέλειας.  Με αναφορά σε νομολογία (βλ. Hadjitheodossiou v. Koulia and another (1970) 1 C.L.R. 310, Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1 C.L.R 453, Donoghue v. Stevenson (1932) A.C. 56, Γενικός Εισαγγελέας κ.ά. ν. Pentaliotis & Papapetrou Estates Limited κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1931 κ.ά.) συνόψισε τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της επίδειξης αμέλειας που θα έπρεπε να αποδειχθούν στην παρούσα περίπτωση, στα εξής τρία:

 

«(α)  Οι Εναγόμενοι υπήρξαν αμελείς και/ή ότι παρέβηκαν καθήκον που τους επιβάλλετο κατά παράβαση των όσων προνοούνται στο άρθρο 51.2(β) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148.

 

(β)  Ότι από την αμέλεια και/ή την παράλειψη των Εναγομένων να εκτελέσουν νόμιμο καθήκον προεκλήθηκε το κατ’ ισχυρισμόν ατύχημα στην Ενάγουσα από το οποίο υπέστηκε τις κατ’ ισχυρισμό σωματικές βλάβες. 

 

(γ)  Ότι η Ενάγουσα υπέστη τις ζημιές τις οποίες περιγράφει στην Τροποποιημένη Έκθεση Απαίτησης της.» 

 

Με την καταγραφή των ευρημάτων του και τη νομική πτυχή ως προς τις βάσεις της Αγωγής,  το Δικαστήριο έκρινε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση της εναντίον του εφεσίβλητου, αν και είχε το βάρος απόδειξης, για τους εξής λόγους:

 

«(α)  δεν απέδειξε ότι οι Εναγόμενοι επέδειξαν συμπεριφορά η οποία κατά τον επίδικο χρόνο συνιστούσε αμέλεια.

 

(β)  δεν απέδειξε ότι οι Εναγόμενοι ήταν υπαίτιοι της πρόκλησης δημόσιας οχληρίας, αφού δεν απέδειξε ως άνωθι αναφέρεται όχι απλά αμέλεια από μέρους των Εναγομένων αλλά ούτε και αιτιώδη συνάφεια μεταξύ ταύτης και του συμβάντος το οποίο της προκάλεσε την πτώση και την ζημία.

 

(γ)  δεν απέδειξε ότι οι Εναγόμενοι ήταν υπαίτιοι της πρόκλησης ιδιωτικής οχληρίας, αφού ουδέν από τα συστατικά στοιχεία ταύτης συντρέχουν.  Ειδικότερα όχι μόνο δεν αποδείχτηκε κατ’ έξιν επέμβαση αλλά πρόσθετα ουδεμία επίκληση έγινε για κατ’ ισχυρισμό στέρηση της εύλογης χρήσης και απόλαυσης οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας της Ενάγουσας της οποίας μάλιστα να ήταν κάτοχος, και

 

(δ)  δεν απέδειξε ότι οι Εναγόμενοι παρέβηκαν και δεν συμμορφώθηκαν κατά τον επίδικο χρόνο, με τα εκ του απορρέοντα καθήκοντα και υποχρεώσεις τους που απέρρεαν και τους επιβάλλονται από τον περί Κοινοτήτων Νόμο, Ν.86(Ι)/99.  Αντιθέτως παρέμεινε αναντίλεκτη η μαρτυρία ότι οι Εναγόμενοι μεριμνούσαν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο διά την περισυλλογή των σκουπιδιών της Κοινότητας τους σε καθορισμένες ημέρες της εβδομάδας με ειδικό προς τούτο συνεργείο με υπαλλήλους που εργοδοτούσαν και στην συνέχεια με την ανάθεση του συγκεκριμένου έργου σε τρίτα πρόσωπα.  Αποτελεί δε όπως προκύπτει από την μαρτυρία και των μαρτύρων της Ενάγουσας, κοινό έδαφος ότι αυτό έγινε και στις 29.3.2007 ημέρα Πέμπτη, που ήταν η ημέρα που περισυλλέγονταν τα σκουπίδια στην περιοχή του κτιρίου των Εναγομένων και της κατοικίας της Ενάγουσας.

 

Ακόμη όμως και στην περίπτωση που θα κατέληγα σε εύρημα ότι οι Εναγόμενοι κατά την 29 Μαρτίου 2007, τοποθέτησαν τα σκουπίδια τους έμπροσθεν του κτιρίου τους στη οδό Ελευθερίας, στην Χλώρακα και πάλιν η απόφαση μου θα ήταν πως η Ενάγουσα δεν απέδειξε την υπόθεση της.  Τούτο διότι από την δική της μαρτυρία, που είναι και η μόνη σε σχέση με το πώς έπεσε στο έδαφος και στο τι είχε προηγηθεί, δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα για το από πού διέφυγε η πλαστική κορδέλα που μπλέχτηκε στα πόδια της.  Ούτε και η περιστατική μαρτυρία είναι τέτοια που να οδηγεί στο μόνο και αναπόδραστο συμπέρασμα πως μόνο από τα σκουπίδια των Εναγομένων θα μπορούσε να είχε διαφύγει η εν λόγω κορδέλα.  Συνακόλουθα δεν θα είχε καταφέρει να αποδείξει την υπόθεση της στο μέτρο και στον βαθμό που επιβάλλει η αρχή του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.  Μπορεί να απεδείκνυε την αιτία της πτώσης της, ήτοι το μπλέξιμο των ποδιών της στην πλαστική κορδέλα, πλην όμως δεν απέδειξε την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του συμβάντος που προκάλεσε το ατύχημα και της όποιας αμέλειας των Εναγομένων.  Είναι δική της παραδοχή και μαρτυρία ότι δεν είδε που βρισκόταν η εν λόγω κορδέλα πριν μπλεχτεί στα πόδια της και ότι δεν είδε καν από πού μετακινήθηκε από τον αέρα, αφού είχε έρθει από πίσω της.  Ούτε καν απέδειξε πως το Τεκμήριο 11 είναι όμοιο με την κορδέλα που κατ’ ισχυρισμό μπλέχτηκε στα πόδια της. 

 

Πρόσθετα ακόμη και στην περίπτωση που θα κατέληγα σε εύρημα πως η πλαστική κορδέλα πριν να παρασυρθεί από τον ξαφνικό και πολύ δυνατόν αέρα, όντως βρισκόταν σε σκουπίδια που οι Εναγόμενοι είχαν τοποθετήσει έμπροσθεν του κτιρίου τους κατά τον επίδικον χρόνο, και πάλιν με τα όσα η ίδια η Ενάγουσα κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν έχει αποδείξει την επίδειξη από μέρους τους συμπεριφοράς που να ανάγεται σε αμέλεια ή δημόσια ή ιδιωτική οχληρία.  Τούτο διότι σύμφωνα πάντα με τα όσα η Ενάγουσα κατέθεσε, στον αμέσως πριν το μπλέξιμο της πλαστικής κορδέλας στα πόδια της χρόνο και την πτώση της, είχε φυσήξει πολύ δυνατός αέρας τον οποίον χαρακτήρισε σαν ανεμοστρόβιλο που έρχεται και φεύγει.  Ακόμη λοιπόν και έτσι να είχαν τα γεγονότα, οι Εναγόμενοι σε καμία ενέργεια η παράλειψη προέβηκαν η οποία ενείχε το στοιχείο της προβλεπτικότητας για ενδεχόμενο πρόκλησης κινδύνου από έκτακτο φυσικό συμβάν όπως ο ξαφνικός και πολύ δυνατός αέρας – ανεμοστρόβιλος, ήτοι καιρικού φαινομένου που εμπίπτει στην έννοια της Θεομηνίας (Act of God), συμπεριφορά που αναγόταν σε αμέλεια.»

 

Όπως σχολιάζει στη συνέχεια το Δικαστήριο στην απόφαση,  είναι θέμα γεγονότων κατά πόσο μια εξαιρετικά βίαιη βροχόπτωση ή ένας κατ’ εξαίρεση δυνατός άνεμος θα μπορούσαν να προβλεφθούν (βλ. Μαρκίτσης ν. Thanos Hotels Ltd (2005) 1 A.A.Δ. 449 και Α.Η.Κ. κ.ά.  v. Rawnsello Trad. Co. (ανωτέρω)).  Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, έκρινε  ότι δεν τέθηκε καμιά μαρτυρία ότι κατά την επίδικη περίοδο αποτελούσε συχνό και επαναλαμβανόμενο φαινόμενο η εμφάνιση παρόμοιων καιρικών συνθηκών στην Κοινότητα Χλώρακας, ώστε να ήταν εύλογα προβλεπτό ότι μια ενδεχόμενη πλημμελής αποθήκευση σκυβάλων  να μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο.  

 

Οι πιο πάνω διαπιστώσεις του είχαν ως αποτέλεσμα την απόρριψη όλων των εισηγήσεων από πλευράς εφεσείουσας ως προς την ύπαρξη  ευθύνης  από πλευράς  εφεσίβλητου για το ατύχημα.

 

Παρά την κατάληξη του αυτή το Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε το θέμα των αποζημιώσεων. Έκρινε ότι αν η εφεσείουσα επιτύγχανε στο θέμα της ευθύνης  θα δικαιούτο σε €9.413,04 ειδικές ζημιές, €13.000,00 ως  γενικές αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία, €2.000,00 έξοδα για μελλοντική χειρουργική επέμβαση και €21.000,00 γενικές αποζημιώσεις για απώλεια μελλοντικών απολαβών, πλέον τόκους.  Προχώρησε δε και απέρριψε την Αγωγή με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας. 

 

Εναντίον της απορριπτικής απόφασης καταχωρήθηκε εκ μέρους της εφεσείουσας/ενάγουσας έφεση με την οποία προβάλλει τέσσερις (4) λόγους.   Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 είναι συναφείς και αφορούν ουσιαστικά στον τρόπο αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο και στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε την ισχυριζόμενη οχληρία ή αμέλεια και/ή παράβαση των καθηκόντων του εφεσίβλητου  που απέρρεαν από τον περί Κοινοτήτων Νόμο, που είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή του εφεσιβλήτου απ’  οποιανδήποτε ευθύνη για το ατύχημα.  Με το λόγο έφεσης 3 προσβάλλεται το ύψος των αποζημιώσεων που υπολόγισε το Δικαστήριο ότι θα δικαιούτο η εφεσείουσα στην περίπτωση που αποδεικνύετο η ύπαρξη ευθύνης από πλευράς εφεσίβλητου για το ατύχημα, ως έκδηλα χαμηλό.   Με το λόγο έφεσης 4 προσβάλλεται η διαταγή καταβολής των εξόδων της Αγωγής από την εφεσείουσα, ως λανθασμένης.

 

Προς υποστήριξη των λόγων έφεσης 1 και 2 η εφεσείουσα μέσω του περιγράμματος αγόρευσης της δικηγόρου της,  με παραπομπές σε αποσπάσματα των πρακτικών και ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου αλλά  και σε τεκμήρια, εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά την προφορική μαρτυρία απορρίπτοντας τη μαρτυρία της εφεσείουσας και των άλλων μαρτύρων που κλήθηκαν από πλευράς της, προτιμώντας εκείνη του ΜΥ1.  Δεν αξιολόγησε περαιτέρω τεκμήρια όπως τα 12, 13 και 14 που είναι φωτογραφίες της σκηνής του ατυχήματος που δεικνύουν μεταξύ άλλων  πλαστικές σακούλες και χαρτιά  να βρίσκονται  εκτός των σκυβαλοδοχείων,  και να τους δώσει την ανάλογη βαρύτητα.

 

Είναι γνωστή η νομολογία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατ’ έφεση δεν επεμβαίνει κατά κανόνα στην αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει και να εξετάσει τη μαρτυρία ενώπιον του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα (βλ. Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 (Β) ΑΑΔ 1493). Αυτό γίνεται όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν διαπιστώνονται αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής (βλ. Σόλων Φανάρας ν. Περικλή Κυπριανίδη, Πολ. Έφεση 136/10, ημερ. 24/4/15, ECLI:CY:AD:2015:A287, Σταύρος Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση 259/11, ημερ. 4/10/17, ECLI:CY:AD:2017:A333 και Εργοληπτική Εταιρεία Αμφιάραος Λτδ   ν. χχχ Mikelov, Πολ. Έφ. 73/2012 ημερ. 28/9/2018).

 

Εξετάσαμε την εισήγηση περί λανθασμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας που οδήγησε σε λανθασμένα ευρήματα, σε συνάρτηση με τα πρακτικά και τα τεκμήρια στα οποία έχουμε ανατρέξει και δεν εντοπίσαμε οτιδήποτε το μεμπτόν.   Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην πολυσέλιδη του απόφαση έχει ενδιατρίψει με πάσα λεπτομέρεια στη μαρτυρία της εφεσείουσας, διαδικασία που καταλαμβάνει σχεδόν τρεις σελίδες από την απόφαση,  όπως και των υπολοίπων μαρτύρων που κλήθηκαν και έδωσαν μαρτυρία προς υποστήριξη των θέσεων της.  Αντιπαράθεσε τη μαρτυρία τους  περαιτέρω με τα διάφορα τεκμήρια, ιδιαίτερα τις φωτογραφίες της σκηνής του ατυχήματος. Διαπίστωσε ότι μόνο η εφεσείουσα ήταν σε θέση να γνωρίζει την προέλευση της πλαστικής κορδέλας που  προκάλεσε την πτώση της στο έδαφος, προσθέτοντας όμως ότι αυτή   δεν ήταν  σε θέση να γνωρίζει την προέλευση της εφόσον, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, δεν είχε οπτική επαφή με την κορδέλα πριν αυτή μπλεχτεί στα πόδια της εφόσον ήλθε από πίσω της.  Ούτε επίσης και η περιστατική μαρτυρία ήταν τέτοια που να μπορούσε να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα ότι η κορδέλα  προήλθε από τα σκουπίδια του εφεσίβλητου που κατ’  ισχυρισμόν ήταν εκτεθειμένα έξωθεν των γραφείων του εφεσίβλητου, στη βάση της αξιολόγησης της μαρτυρίας. 

Η σημασία του ευρήματος του Δικαστηρίου ως προς την προέλευση της κορδέλας είναι δεδομένη, εφόσον υποδηλοί την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του συμβάντος που προκάλεσε το ατύχημα και της όποιας αμέλειας του εφεσίβλητου.  Σημειώνεται ότι, όπως σχολιάζει το  Δικαστήριο, το Τεκμήριο 11 δεν ήταν η κορδέλα που μπλέχτηκε στα πόδια της εφεσείουσας και της προκάλεσε το ατύχημα, αλλ’  ούτε και αποδείχθηκε ότι ήταν όμοια με  εκείνη του ατυχήματος.

 

Ενόψει των πιο πάνω, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε είναι ότι τίποτε το ουσιαστικό δεν προβάλλεται από πλευράς εφεσείουσας με το οποίο να μπορούσε να θεμελιωθεί ο λόγος έφεσης 1 που αναφέρεται στο λανθασμένο του τρόπου αξιολόγησης της δοθείσας μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο και συνακόλουθα εσφαλμένης αποδοχής της μαρτυρίας του ΜΥ1.

 

Σ’  ό,τι αφορά στον λόγο έφεσης 2 που προσβάλλει  τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δεν απέσεισε το βάρος απόδειξης των συστατικών στοιχείων των αστικών αδικημάτων επί των οποίων στηρίζοντο οι αξιώσεις  της, συνδέεται άμεσα με την αξιολόγηση της μαρτυρίας και των ευρημάτων του Δικαστηρίου ιδιαίτερα με τη διαπίστωση του ότι ήταν άγνωστη η προέλευση της κορδέλας που ήταν η γενεσιουργός αιτία του ατυχήματος και ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν υπήρχαν στη σκηνή τοποθετημένα σκουπίδια του εφεσίβλητου που εν πάση περιπτώσει είχαν περισυλλεγεί  πολύ πριν το χρόνο του ατυχήματος  και μάλιστα από χώρο, στην πίσω πλευρά των γραφείων του εφεσίβλητου.  Το τελευταίο μαρτύρησε ο ΜΥ1, τη μαρτυρία του οποίου αποδέχθηκε το Δικαστήριο για τους λόγους που επεξηγεί στην απόφαση του. 

 

Η εφεσείουσα είχε το βάρος να θεμελιώσει, με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, αμέλεια του εφεσίβλητου και αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της αμέλειας και των ζημιών που η ίδια έχει υποστεί συνεπεία αυτής (βλ. Μαρσέλ κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1858, Χρυσάνθου κ. α. ν. Φραντζή (2010) 1 Α.Α.Δ. 1295, Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614Baloise Insurance Co Ltd v. Κατωμονιάτη (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275 και Σοφοκλέους ν. Κυριάκου (2010) 1 Α.Α.Δ. 665.)  

 

Ως προς το βάρος απόδειξης σχετική είναι η υπόθεση Thesis Trading Co Ltd v. Δήμου Λάρνακας, Πολ. Έφ. 388/2010, ημερ. 23/6/2016, ECLI:CY:AD:2016:A299 στην οποία αναφέρθησαν τα εξής:

 

 

«το κριτήριο όπως ξεκάθαρα πλέον ορίζεται στην Μαρσέλ κ.α. (ανωτέρω), σ. 1868, δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη, δηλαδή, του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not). Αν απέτυχε να αποδείξει τη θέση ή την εκδοχή του σε αυτό το επίπεδο (standard of proof), ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν θεωρείται ότι το απέσεισε, έστω και αν η θέση ή η εκδοχή του είναι «πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη, δηλαδή, του αντιδίκου του. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Phipson on Evidence, 14th Editionpara 4 – 8

 και Αθανασίου κ.ά. ν. Κουνούνη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 614, όπου γίνεται και εκτενής ανασκόπηση της νομολογίας).»

 

 Στην υπόθεση  Μ. Σ. Ιακωβίδης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. 378/2009, ημερ. 10/7/2015, ECLI:CY:AD:2015:A509 που επίσης αφορούσε σε αμέλεια, τονίστηκε ότι:

 

«...ως αστικό αδίκημα  είναι βεβαίως πασίγνωστη ως έννοια και έχει αρχή στην υπόθεση Donoghue v. Stevenson (1932) A.C. 562.  Αφορά τη νομική αναγκαιότητα λήψης εύλογης επιμέλειας ώστε να αποφευχθούν πράξεις ή παραλείψεις που προβλεπτώς μπορούν να επιφέρουν ζημία στο γείτονα. Ως «γείτονας» θεωρούνται όλα εκείνα τα πρόσωπα που είναι σε επαρκή σχέση εγγύτητας ή γειτονίας με το πρόσωπο που επιφέρει τη ζημία ώστε το τελευταίο να έπρεπε λογικά να γνώριζε ή να προέβλεπε ότι οι πράξεις του θα επηρέαζαν το άλλο μέρος. 

 

Το άρθρο 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, αποτελεί την κωδικοποίηση των αρχών του Κοινοδικαίου, (Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1 Α.Α.Δ. 393).  Έχει λεχθεί στην υπόθεση αυτή ότι το βασικό χαρακτηριστικό της αμέλειας είναι η έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, η οποία θα έπρεπε στις δοσμένες περιστάσεις να καταβληθεί από τον δράστη ώστε να μην προκληθεί ζημία στον πλησίον. Το όριο της επιμέλειας διαγράφεται από την επίδειξη της ανάλογης προσοχής από τον υποθετικό μέσο συνετό άνθρωπο. 

 

Στο σύγγραμμα «Street on Torts» 11η έκδ. σελ. 200 κ.ε., αναφέρεται ότι δεν υπάρχει γενικός κανόνας που να εξαιρεί τις δημόσιες αρχές από οποιαδήποτε ευθύνη λόγω αμελείας, απλώς και μόνο διότι είναι δημόσιες και όχι ιδιωτικές αρχές ή σώματα, (Mersey Docks and Harbour Board Trustees v. Gibbs (1866) LR 1 HL 93).  Δεν υπάρχει με άλλα λόγια ασυλία εναντίον των δημοσίων αρχών ή του κράτους. Τα κριτήρια επιβολής καθήκοντος αμέλειας είναι τα ίδια όπως και στην περίπτωση των ιδιωτών.  Στην υπόθεση Home Office v. Dorset Yacht Co Ltd (1970) AC 1004, HL, η Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων αναφέρθηκε στο ότι η πιθανότητα της ζημιάς πρέπει να είναι εύλογα προβλεπτή.  Όπου υπάρχει διακριτική ευχέρεια από το δημόσιο όργανο, ευχέρεια που δυνατόν να ασκείται καλόπιστα, αλλά κατά λανθασμένο τρόπο, δεν δημιουργεί κατ΄ ανάγκη δικαίωμα σε αποζημίωση.  Στην υπόθεση Anns v. Merton London Borough Council (1978) AC 728, HL, λέχθηκε ότι εκεί όπου η άσκηση νομίμου δημοσίου καθήκοντως απορρέει από μια ευρεία άσκηση πολιτικής απόφασης, η εναπόθεση στοιχείου αμέλειας κατά το αστικό δίκαιο δεν επαφίεται κατά κανόνα στα πολιτικά Δικαστήρια.  Όμως, τέτοιο καθήκον επιμέλειας μπορεί να εναποτεθεί στο στάδιο της εφαρμογής της πολιτικής αυτής του κράτους, («operational sphere»).»

 

Στη βάση της πιο πάνω αξιολόγησης και ευρημάτων του και ιδιαίτερα ότι δεν αποδείχθηκε ότι η κορδέλα που προκάλεσε την πτώση της εφεσείουσας στο έδαφος προέρχετο από τα σκουπίδια του εφεσίβλητου, η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος δεν ήταν αμελής για τους λόγους που καταγράφει στην απόφαση και αναφέραμε πιο πάνω, μας βρίσκει σύμφωνους. 

 

Η εφεσείουσα  επικαλείτο επίσης και παραβίαση των άρθρων 45 και 46 του ΚΕΦ. 148 που αναφέρονται σε δημόσια και ιδιωτική οχληρία. 

 

 

Για να θεμελιωθεί το αστικό αδίκημα της δημόσιας οχληρίας θα πρέπει να υπάρχει πράξη ή παράλειψη, η παρανομία της οποίας να συνίσταται είτε στη μη εκτέλεση νομικής υποχρέωσης, είτε σε παράλειψη, προς εκπλήρωσης νομικής υποχρέωσης, η οποία άμεσα επηρεάζει το ζημιογόνο αποτέλεσμα ως ορίζει το άρθρο 45 του Νόμου (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Α. Κωστάκη, ανηλίκου μέσω γονέων και φυσικών κηδεμόνων του Χρίστου και Μαρίας Κωστάκη (2008) 1 Α.Α.Δ. 432 και Thesis Training Co Ltd v. Δήμου Λάρνακας (ανωτέρω)). Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν είχε αποδειχθεί η πρόκληση δημόσιας οχληρίας εφόσον κανένα από τα συστατικά στοιχεία της έχουν αποδειχθεί.  Ούτε επίσης απεδείχθη η πρόκληση ιδιωτικής οχληρίας εν όψει των διαπιστώσεων του, ότι ο εφεσίβλητος κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είχε τοποθετήσει τα σκουπίδια του έξω από τα γραφεία του και ούτε είχε αποδειχθεί ότι έπρατταν έτσι καθ΄ έξιν.  Δεν επέδειξαν επίσης αμέλεια συνεπεία της οποίας να προκλήθηκε παρέμβαση στην εύλογη χρήση και απόλαυση της ακίνητης ιδιοκτησίας της. Οι διαπιστώσεις αυτές του Δικαστηρίου, ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων του, δεν ενέχουν οτιδήποτε το μεμπτόν. 

 

 Η εφεσείουσα στήριξε τις αξιώσεις της και σε παράβαση νόμιμου καθήκοντος στα πλαίσια του περί Κοινοτήτων Νόμου (Ν.86(Ι)/1999).  Θα πρέπει να λεχθεί ότι η δικογράφηση των θέσεων της εφεσείουσας για επίδειξη αμέλειας και/ή παράβασης νόμιμων καθηκόντων όπως καταγράφονται στην παράγραφο 11 της Έκθεσης Απαίτησης δεν είναι η καλύτερη δυνατή.  Στην υπόθεση Μ. Σ. Ιακωβίδης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, (ανωτέρω) αναφέρθησαν τα εξής για το θέμα:

 

«Η αξίωση για αποζημιώσεις λόγω παραβίασης νομίμων καθηκόντων αποτελεί, όπως υποδείχθηκε στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κωστάκη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 432,  σελ. 445-446, συγκεκριμένη θεραπεία του Κοινοδικαίου και δεν πρέπει να υπάρχει σύγχυση ή να επικαλύπτεται με την αξίωση αποζημιώσεων για αμέλεια.  Αυτό, έστω και αν η ίδια ζημία,  η έκταση της ή το ύψος της, δυνατόν να προέλθει είτε από συμπεριφορά που συνάδει με τη συνήθη αμέλεια, είτε με συμπεριφορά που ισοδυναμεί με διάρρηξη νομίμου καθήκοντος. 

 

Κατά ορθή δικογράφηση, τα δύο αυτά αγώγιμα δικαιώματα θα πρέπει να ξεχωρίζονται όπως υποδεικνύει η υπόθεση London Passenger Transport Board v. Upson (1949) A.C. 155 και το σύγγραμμα Bullen & Leak: Precedents of  Pleadings 12η έκδ. σελ. 59-60.  Τα ίδια αναφέρονται και στην Ελπινίκη Παναγή κ.ά. ν. Παναγιώτη Παναγή (2009) 1 Α.Α.Δ. 145, όπου υποδείχθηκε ότι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας απαιτούν με τη Δ.19 θ.13, την ιδιαίτερη δικογράφηση των λεπτομερειών που αφορούν την παραβίαση των νομίμων καθηκόντων, (δέστε και Annual Practice 1958, Order 19 rule 15, σελ. 468-9).  Η αναγκαιότητα ορθής και επιμελημένης δικογράφησης έχει βέβαια σημασία ως προς το τι αναμένεται να παρουσιαστεί από τον ενάγοντα προς απόδειξη της υπόθεσης του από πλευράς νομικής τοποθέτησης, ενώ είναι σημαντικό και για τον εναγόμενο να μπορεί να τοποθετηθεί ανάλογα στην  υπεράσπιση του.» 

 

 

Η πιο πάνω αρχή υιοθετήθηκε από μεταγενέστερη νομολογία όπως στις υποθέσεις Λέντζας ν. Laos Bros Ltd, Πολ. Έφ. Αρ. 140/2011, ημερ. 22/12/2011 και στην πρόσφατη Άριστος Ζαχαροπλάστης ν. Κοινοτικό Συμβούλιο Κακοπετριάς, Πολ. Έφ. 330/2011 ημερ. 4/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:A335.

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν φαίνεται να δημιουργήθηκε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά τη διεξαγωγή της ακρόασης πρωτόδικα από τη μη ενδεδειγμένη και ορθή δικογράφηση των λεπτομερειών που αφορούν στην παραβίαση των νομικών καθηκόντων του εφεσίβλητου.  Το Δικαστήριο συνέδεσε την παραβίαση αυτή με τον ισχυρισμό περί τοποθέτησης σκουπιδιών από μέρους του εφεσίβλητου έξωθεν των γραφείων του, θέση που το Δικαστήριο απέρριψε στη βάση της μαρτυρίας του ΜΥ1 ότι τα σκουπίδια είχαν περισυλλεγεί από το πρωί και μάλιστα από το πισινό μέρος των γραφείων του εφεσίβλητου.

 

Εν όψει της διαπίστωσης του αυτής κατέληξε ότι δεν υπήρξε παραβίαση οποιουδήποτε άρθρου του Νόμου 86(Ι)/1999.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και ο λόγος έφεσης 2 είναι έκθετος σε απόρριψη. 

 

Ενόψει της κατάληξης μας αυτής η εξέταση των λόγων έφεσης 3 και 4 που αναφέρονται στις αποζημιώσεις και τη διαταγή για καταβολή των εξόδων από την εφεσείουσα αντίστοιχα, καθίσταται περιττή. 

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. 

 

ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

                                                                   Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

                                                                   Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/Α.Λ.Ο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο