ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ SINGH ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Πολιτική Aίτηση Aρ. 120/19, 25/7/2019

ECLI:CY:AD:2019:D342

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                   (Πολιτική Aίτηση Aρ. 120/19)

 

 

25 Ιουλίου, 2019

 

[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ χχχχ SINGH ΥΠΗΚΟΟΥ ΙΝΔΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS

 

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 4(α), 7(1), 8(1)α, 9Δ(1) ΚΑΙ (2) 9ΣΤ(2), 9ΣΤ(6)(α) ΚΑΙ 9ΣΤ(7)(α)(ι) Ν. 6(1)/2000 ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΝΟΜΟ 105(1)/2016 ΚΑΙ ΤΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ Ν. 3 ΤΟΥ 153(1) ΤΟΥ 2011 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΑΡΘΡΟΥ 11(2)(στ) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 5(1)(στ) ΤΟΥ ΕΣΔΑ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.    ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ

     ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ.

_ _ _ _ _ _

 

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον αιτητή.

Χρ. Πλαστήρα (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθ΄ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής, Ινδός υπήκοος, αφίχθηκε στις 26.6.2016 στην Κυπριακή Δημοκρατία με σκοπό να φοιτήσει στο Larnaca College.  Για το σκοπό αυτό έλαβε άδεια προσωρινής παραμονής ως φοιτητής με ισχύ μέχρι 26.6.2017, η οποία και ανανεώθηκε μέχρι 26.6.2018. 

 

Στις 17.12.2018 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας επέβαλε στον αιτητή, στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης αρ. 10618/18, ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών, για τη διάπραξη του αδικήματος της εισαγωγής και κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Γ, καθώς και για παραμονή του στην Κυπριακή Δημοκρατία άνευ σχετικής άδειας.  Στις 22.11.2018, ενώ ο αιτητής ήταν υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές, καταχώρισε αίτηση για να του χορηγηθεί πολιτικό άσυλο.

 

Στις 11.1.2019 εκδόθηκε εναντίον του αιτητή διάταγμα κράτησης του, δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000, όπως τροποποιήθηκε και διάταγμα απέλασης του, το οποίο και ανεστάλη, εν όψει του αιτήματος του για χορήγηση πολιτικού ασύλου.

 

Στις 26.2.2019 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του για χορήγηση διεθνούς προστασίας και ο αιτητής καταχώρισε στις 2.4.2019 διοικητική προσφυγή εναντίον της εν λόγω απόφασης, ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, για να ακολουθήσει στις 13.5.2019 η καταχώριση αίτησης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Πολιτική Αίτηση Αρ. 71/2019) για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, που είχε ως αποτέλεσμα νέα απόφαση για αναστολή του διατάγματος απέλασης.  Στις 16.5.2019 ο αιτητής απέσυρε την Αίτηση αρ. 71/2019 και στις 22.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:B261 καταχώρισε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου,[1] στρεφόμενος εναντίον της νομιμότητας της απόφασης κράτησης του, η οποία όμως απερρίφθη στις 19.6.2019 ως απαράδεκτη, λόγω του εκπρόθεσμου της καταχώρισης της. 

 

Θεωρεί ο αιτητής, ότι σύμφωνα με το άρθρο 8(1)(α) και 9Δ(1) του Νόμου, λαμβανομένου υπόψη ότι κατέχει το νομικό καθεστώς του αιτητή πολιτικού ασύλου, η συνέχιση της κράτησης του στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μενόγειας είναι παράνομη και λανθασμένη και θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος.  Περαιτέρω, ότι με βάση τα άρθρα 4(α), 7(1), 8(1)(α) και 9Δ(1)(2) ανωτέρω και της σχετικής Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2005/85/ΕΚ, απαγορεύεται η απέλαση του σε χώρα όπου θα υποστεί δίωξη, οπότε έχει δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του, μέχρι ολοκληρωτικής εξέτασης του αιτήματος, καθώς και δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης εντός της Δημοκρατίας.  Εισηγείται δε όπως, δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ(4), είναι δυνατόν να του επιβληθούν λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα εξίσου αποτελεσματικά.  Με δεδομένο, θεωρεί ο αιτητής, ότι οι Αρχές δεν προωθούν και ούτε μπορούν να προωθήσουν την απέλαση του με τη δέουσα επιμέλεια, λόγω του αιτήματος του για πολιτικό άσυλο – δεν  υπάρχει νομική προοπτική απέλασης του στην Ινδία – «η κράτηση του θεωρείται in abstracto

 

Η Δημοκρατία με την ένσταση της εγείρει προδικαστικές ενστάσεις περί του πρόωρου του αιτήματος: η χρονική διάρκεια από την έκδοση διατάγματος κράτησης (11.1.2019) δεν είναι τέτοια που να ενεργοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ 7(α) του Νόμου, η κράτηση εν πάση περιπτώσει δεν έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο.  Ο αιτητής επιδιώκει τον έλεγχο της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ως διοικητικής πράξης (άρθρο 9ΣΤ(6) του Νόμου), ενώ η προσφυγή που καταχώρισε κατά της νομιμότητας της διοικητικής πράξης έχει ήδη απορριφθεί ως αβάσιμη.

 

Επί της ουσίας, θεωρεί η Δημοκρατία, με δεδομένη τη νομιμότητα της κράτησης του αιτούντος, οι διατάξεις των άρθρων 18ΟΔ μέχρι 18ΠΘ δεν έχουν εφαρμογή στους υπηκόους τρίτης χώρας, που υπόκεινται σε απόφαση επιστροφής συνεπεία επιβληθείσας ποινικής κύρωσης, ή που υπόκεινται σε διαδικασία έκδοσης.  Ως εκ τούτου λανθασμένα γίνεται επίκληση του άρθρου 18ΠΣΤ. Τέλος ότι οι λόγοι κράτησης του αιτητή εξακολουθούν να ισχύουν (άρθρο 9ΣΤ(2)(δ) και (ε)).

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου να ελέγχει κατά πόσο η κράτηση κατέστη εκ των υστέρων παράνομη λόγω, αδικαιολόγητης, υπό τις περιστάσεις, παράτασης της, πηγάζει από το Άρθρο 11.2(στ) του Συντάγματος και του άρθρου 5.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ), εξουσία που παρέχεται αποκλειστική, στα πλαίσια αίτησης Habeas Corpus, για προστασία των δικαιωμάτων που δυνατόν να οδηγήσει στην έκδοση διατάγματος άμεσης απελευθέρωσης του.

 

Το γεγονός ότι η προσφυγή του αιτητή απερρίφθη ως αβάσιμη αφορά τη νομιμότητα των εκδοθέντων διαταγμάτων, τα οποία πλέον ουδόλως δυνατόν να τεθούν υπό αμφισβήτηση, οπότε εξ ορισμού εξετάζεται αν η κράτηση κατέστη εκ των υστέρων παράνομη.  Ό,τι λοιπόν αξίζει να συζητηθεί, για σκοπούς της παρούσας αίτησης, παραμένει στο πλαίσιο της εξέτασης της διάρκειας της κράτησης του αιτητή: της υπέρβασης του εύλογου χρόνου που απαιτείται για το σκοπό της κράτησης.  Σε κάθε περίπτωση η κράτηση είναι επιτρεπτή, μόνο στο βαθμό που είναι αναγκαία για τους σκοπούς απέλασης, όπως εν προκειμένω, και πρέπει να περιορίζεται στο συντομότερο δυνατό διάστημα – τούτο βεβαίως κρινόμενο υπό τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης – χωρίς να τίθεται συγκεκριμένο χρονικό όριο.  Αν με την πάροδο της εύλογης περιόδου κράτησης δεν καταστεί δυνατή η απέλαση τότε δεν επιτρέπεται η συνέχιση της.

Δεν αμφισβητείται ότι ο λόγος που δεν διενεργήθηκε η απέλαση του αιτητή, είναι η εκκρεμότητα της εξέτασης της αίτησης του για παροχή ασύλου.  Εξ ου και οι δύο δικαιολογημένες διαδοχικές αναστολές του διατάγματος απέλασης, ώστε να διερευνηθεί το αίτημα του για παραχώρηση πολιτικού ασύλου.  Δεν θεωρώ ότι το χρονικό διάστημα που παρήλθε μέχρι την καταχώριση της αίτησης, υπό τις περιστάσεις, μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά αχρείαστη παράταση του χρόνου, ή ότι η Δημοκρατία παρέλειψε την προώθηση του διατάγματος απέλασης με τη δέουσα, υπό τις περιστάσεις, σπουδή και επιμέλεια.  Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα στις 26.2.2019, καταχωρήθηκε η διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και στις 19.7.2019, τέσσερις ημέρες προηγουμένως, όπως με τη γραπτή της αγόρευση πληροφορεί το Δικαστήριο η Δημοκρατία, η διοικητική προσφυγή εξετάστηκε και απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, γεγονός που δεν συμπεριελήφθη στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, για το λόγο ότι η απόφαση εκδόθηκε μια ημέρα μετά την καταχώριση της ένστασης της Δημοκρατίας. 

 

Ο κ. Χριστοδουλίδης, χωρίς να θέτει υπό αμφισβήτηση την έκδοση της απορριπτικής απόφασης, θεωρεί ότι ως γεγονός μη συμπεριληφθέν στην ένορκη δήλωση, δεν είναι δυνατόν να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, μέσω της αγόρευσης των καθ’  ων η αίτηση.

 

Δεν θα συμφωνήσω με τη θέση του δικηγόρου του αιτητή.  Η έκδοση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, με την οποία απερρίφθη το αίτημα για παροχή ασύλου συνιστά νέο, μη αμφισβητούμενο γεγονός, και όχι περί αόριστου ισχυρισμού ο οποίος επιδέχεται άλλης αντίθετης ερμηνείας ή ανάγνωσης, το οποίο η Δημοκρατία έχει υποχρέωση να το θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Με δεδομένο λοιπόν ότι η κράτηση του αιτητή διενεργήθηκε δυνάμει νόμιμου και έγκυρου διατάγματος, ότι στην περίπτωση του αιτητή τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του άρθρου 18ΟΕ(2)(β) και όχι οι πρόνοιες των άρθρων 18ΟΔ και 18ΠΘ ή του άρθρου 18ΠΣΤ, ως προς τη διάρκεια της κράτησης και ότι η υποβολή του αιτήματος για παροχή ασύλου από την ημερομηνία καταχώρισης της μέχρι σήμερα, εξετάστηκε με την αναγκαία και δέουσα υπό τις περιστάσεις επιμέλεια, δεν παρέχεται έρεισμα να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια υπέρ του αιτητή:  Η κράτηση του αιτητή για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα αιτιολογήθηκε επαρκώς.

 

Ο χρόνος συσχετιζόμενος και κρινόμενος in concreto με τα μέτρα που λήφθηκαν κατά καιρούς εκ μέρους του αιτητή, τους λόγους αναστολής της απέλασης και τις υφιστάμενες δυνατότητες διεκπεραίωσης ήταν, υπό τις περιστάσεις, αναγκαίος (Essa Morad Khlaief v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 και J.N. v. The United Kingdom, Application No. 37289/12, 19.5.2016).

 

  Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                                   Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/φκ

 

 



[1] Υπόθεση Αρ. 750/2019.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο