ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ MHAMMEDI ν. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 126/2019, 5/8/2019

ECLI:CY:AD:2019:D344

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 126/2019)

 

5 Αυγούστου, 2019

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/1964)

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx xxx MHAMMEDI ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

 

1. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ xxx xxx MHAMMEDI ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ.

_ _ _ _ _ _

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα) με Στ. Αυξεντίου (κα), ασκούμενη

 δικηγόρος, για τον Αιτητή.

Π. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους

 του Γενικού Εισαγγελέα.

Αιτητής παρών.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad subjiciendum με το οποίο να κηρύσσεται η κράτηση του αιτητή παράνομη, τόσο επειδή παραβιάζει τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία, όσο και επειδή παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν.6(Ι)/2000, λόγω της παρατεταμένης διάρκειας της κράτησης η οποία διαρκεί πέραν των έξι μηνών χωρίς αυτός να ενημερώνεται για ενέργειες των αρχών για επαλήθευση των λόγων κράτησής του.

 

Τα γεγονότα περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή καθώς και σε ένορκη δήλωση η οποία καταχωρήθηκε στην ένσταση των καθ’ ων η αίτηση.

 

Ο αιτητής είναι υπήκοος Μαρόκου και κατέχει διαβατήριο της χώρας καταγωγής του και της Γαλλίας. Αφίχθηκε παράνομα στην Κύπρο στις 26.12.2018 μέσω των κατεχομένων και πέρασε στις ελεύθερες περιοχές από άγνωστο σημείο. Στις 10.1.2019 παρουσιάστηκε στο Κλιμάκιο Αλλοδαπών αιτούμενος πολιτικό άσυλο. Επειδή, διαπιστώθηκε ότι το όνομα του αιτητή εντοπίζεται στη βάση δεδομένων υπηρεσίας άλλης συνεργαζόμενης χώρας ως ύποπτος για θέματα τρομοκρατίας, την ίδια ημέρα εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα κράτησης δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας, το οποίο του επιδόθηκε.

 

Στις 18.1.2019 προγραμματίστηκε συνέντευξη για εξέταση του αιτήματός του. Αίτημα το οποίο καταχώρησε ο αιτητής για νομική αρωγή στις 14.2.2019 εγκρίθηκε από το Δικαστήριο στις 8.3.2019.

 

Στις 26.2.2019, η Υπηρεσία Ασύλου ενημέρωσε το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ότι απέστειλε επιστολή στο Βέλγιο για να ενημερωθούν ως προς τις κατεχόμενες σε σχέση με τον αιτητή πληροφορίες.

 

Ο αιτητής, σε συμπληρωματική συνέντευξη στις 20.3.2019 ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, επεξήγησε τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και στις 21.3.2019 καταχώρησε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου (αρ. 422/2019), η οποία απορρίφθηκε στις 22.4.2019. Εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ο αιτητής στις 6.5.2019 καταχώρησε έφεση η οποία εκκρεμεί.

 

Ακολούθως, η Υπηρεσία Ασύλου στις 21.3.2019, ανακάλεσε την παραχώρηση του καθεστώτος του πρόσφυγα στον αιτητή, λόγω του ότι αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Στις 16.4.2019 υπέβαλε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε στις 30.7.2019.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση στην ένστασή τους προβάλλουν προδικαστικές ενστάσεις κατά πρώτον ότι απαραδέκτως με την αίτηση επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας της κράτησης του αιτητή ζήτημα το οποίο εμπίπτει στη σφαίρα δημοσίου δικαίου και, συνεπώς, εκτός πλαισίων προνομιακού εντάλματος και κατά δεύτερον ότι είναι πρόωρη η προώθηση της παρούσας αίτησης. Οι εν λόγω προδικαστικές ενστάσεις τελικά δεν προωθήθηκαν και δε θα με απασχολήσουν περαιτέρω.

 

Επί της ουσίας, οι καθ’ ων η αίτηση προβάλλουν ότι η κράτηση του αιτητή τεκμαίρεται νόμιμη, με το τεκμήριο της νομιμότητας να δύναται να ανατραπεί μόνο στα πλαίσια εκδίκασης προσφυγής, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Περαιτέρω, το αιτούμενο ένταλμα δεν μπορεί να εκδοθεί γιατί η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι εύλογη και αναγκαία για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας αφού ο αιτητής θεωρείται άτομο επικίνδυνο για την εθνική ασφάλεια. Ούτε και αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως ότι τα δεδομένα μπορεί να οδηγήσουν στην πιθανότητα ενός ευνοϊκού συμπεράσματος.  

 

Η κα Χαραλαμπίδου, εκ μέρους του αιτητή, εστίασε την αγόρευσή της στην ισχυριζόμενη παράνομη διάρκεια της κράτησης στη βάση του εθνικού και ενωσιακού δικαίου. Οι διατάξεις του Ν.6(Ι)/2000 αναφορικά με την κράτηση είναι αυστηρότατες, εισηγήθηκε η συνήγορος, και απαιτείται όπως η διοίκηση λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα για την επαλήθευση των λόγων κράτησης, το συντομότερο δυνατό. Αυτό επιβάλλει το άρθρο 9ΣΤ και η Οδηγία 2013/33/ΕΕ. Το βάρος απόδειξης κατά πόσο η συνεχιζόμενη κράτηση είναι αναγκαία βαρύνει τους καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι οφείλουν να επαληθεύσουν ότι ο αιτητής συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλεια. Δεδομένου δε ότι ο αιτητής θεωρείται ύποπτος για επιχειρησιακή δράση ως τρομοκράτης, θα έπρεπε, εάν επαληθεύοντο οι υποψίες, να κινηθούν εναντίον του ποινικές διαδικασίες και όχι να συνεχίζει να κρατείται ως αιτητής ασύλου, χωρίς καμία ενέργεια. Η ευπαίδευτη συνήγορος εισηγήθηκε πως η εξέταση του αιτήματος του για άσυλο και στους δύο βαθμούς δεν συνδέεται με το λόγο κράτησής του, ούτως ώστε να θεωρούνται ενέργειες που λαμβάνονται από τις Αρχές, εφόσον ο αιτητής δεν κρατείται για σκοπούς εξέτασης της αίτησης του, πράγμα άλλωστε που απαγορεύεται. Αποτελεί θέση του αιτητή ότι η διάρκεια της κράτησής του είναι αποτέλεσμα ενεργειών κακής πίστης. Η εξέταση της αίτησης ασύλου έγινε απλώς για να δείξουν οι αρχές ότι προβαίνουν σε ενέργειες, ανέφερε.

 

Περαιτέρω, η κα Χαραλαμπίδου εισηγήθηκε ότι η διάρκεια της κράτησής του είναι παράνομη δυνάμει του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ. Η ουσία της εισήγησης είναι πως η κράτηση του αιτητή δεν εμπίπτει σε κανένα λόγο από την εξαντλητική λίστα του εν λόγω άρθρου που επιτρέπει την εξαίρεση από το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία. Προς τούτο παρέπεμψε σε δύο αποφάσεις του ΕΔΑΔ (A. And Others v. The United Kingdom, application no. 3455/05, ημερομηνίας 19.2.2009 και Al-Jedda v. The United Kingdom, application no. 27021/08, ημερομηνίας 7.7.2011), όπου αποφασίστηκε ότι η συνεχιζόμενη κράτηση για λόγους εθνικής ασφάλειας, χωρίς να εξυπηρετείται ένας συγκεκριμένος σκοπός, ήταν παράνομη. Στην παρούσα περίπτωση, συνεχίζει η εισήγηση, δεν παρουσιάστηκε οτιδήποτε ότι λήφθηκαν ενέργειεες για την επαλήθευση των λόγων κράτησης του αιτητή ή ότι επαληθεύτηκαν οι λόγοι που δικαιολογούν την κράτηση.

 

Αντίθετη επί του προκειμένου η θέση των καθ΄ ων η αίτηση. Η κα Χαραλάμπους προέβαλε ότι η συνέχιση της κράτησης του αιτητή συνδέεται με την ολοκλήρωση των διοικητικών διαδικασιών σε σχέση με το αίτημά του να τύχει διεθνούς προστασίας, όπως συνάγεται από το άρθρο 9ΣΤ(4)(β), και πως οι εν λόγω διαδικασίες έχουν ολοκληρωθεί από τις αρμόδιες Αρχές, με την έκδοση απόφασης από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Η δε περίοδος κράτησης, εισηγήθηκε, δεν είναι τέτοιας διάρκειας που να υποδηλεί εγκατάλειψη του σκοπού για τον οποίο αυτή διενεργήθηκε, κατά παράβαση των δικαιωμάτων του, ως προκύπτουν από το άρθρο 9ΣΤ(7). Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών εξέτασης του αιτήματος για διεθνή προστασία, αυτό που απομένει είναι η ύπαρξη τελικής απόφασης εν σχέση με το αίτημα του, με την πάροδο της προθεσμίας του 75 ημερών, ως η έννοια της «τελικής απόφασης» στο άρθρο 2 του Νόμου. Ο αιτητής, ενόσω έχει την ιδιότητα του αιτητή διεθνούς προστασίας, δε δύναται να απελαθεί από τη Δημοκρατία.

 

Εξέτασα τις θέσεις των δύο πλευρών με προσοχή.

 

Η σημασία του εντάλματος Habeas Corpus αναλύθηκε στην υπόθεση Habibi Pour Ali Fasel v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Εφ. 236/2015, ημερομηνίας 31.3.2016, ως ακολούθως:

 

«Όπως είναι καλά γνωστό το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην Δημητράκης Χ'Σάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη. Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Βλέπε Καρφοπούλου (1998) 1 A.Α.Δ. 55).»

 

Το άρθρο 9ΣΤ(7) του περί Προσφύγων Νόμου παρέχει τη δυνατότητα για έλεγχο της διάρκειας της κράτησης.

 

Το διάταγμα κράτησης εκδόθηκε στις 10.1.2019 για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας, μετά από σχετική αστυνομική έρευνα, στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε)[1]. Η νομιμότητα του διατάγματος αμφισβητήθηκε από τον αιτητή με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε στις 22.4.2019. Ασκήθηκε έφεση, η οποία εκκρεμεί.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της προσφυγής εξετάστηκαν τα απόρρητα έγγραφα που είχε στην κατοχή της η αστυνομίας. Όπως ορθά υποδείχθηκε από την κα Χαραλάμπους, η εξέτασή τους ξεφεύγει της εξέτασης της παρούσας διαδικασίας. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση του Παμπαλλή, Δ., στην υπόθεση Υusuf Πολ. Αίτηση 91/2019, ημερομηνίας 20.6.2019, ECLI:CY:AD:2019:D237:

 

«Το παρόν Δικαστήριο υπό την προνομιακή του δικαιοδοσία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000, εξετάζει τη «διάρκεια της κράτησης» και όχι τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, που τεκμαίρεται νόμιμο. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης ότι η κράτηση του αιτητή, είναι νόμιμη.

 

Τα στοιχεία που έθεσε ενώπιον μου η ευπαίδευτη συνήγορος, εμπιστευτικής φύσεως, έχουν μελετηθεί. Η εμβέλεια τους και αν συνηγορούν υπέρ της νομιμότητας της κράτησης, ξεφεύγουν της εξέτασης της παρούσας.

 

 Το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην εξέταση των πληροφοριών ως προς τα θέματα ασφάλειας του κράτους, αλλά προσφέρεται εξουσία ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας αυτής. Η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση παροχής οποιωνδήποτε εξηγήσεων για την έκδοση διατάγματος κράτησης για σκοπούς ασφάλειας. Είναι κατ' εξοχήν έργο της εκτελεστικής εξουσίας τα θέματα κρατικής ασφάλειας. Στις περιπτώσεις που η διοίκηση επικαλείται λόγους ασφαλείας, η διακριτική αυτή ευχέρεια, καθίσταται πιο πλατιά. Ο οποιοσδήποτε κίνδυνος που δημιουργείται για την εσωτερική τάξη και εθνική ασφάλεια, επιτρέπει και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η κράτηση ενός ατόμου. Η εκτίμηση των στοιχείων ή πληροφοριών που ευλόγως προκαλούν ανησυχία για τη δημόσια ασφάλεια αυτών γίνεται από τη διοίκηση,  το έργο του Δικαστηρίου περιοριζόμενο στον έλεγχο της νομιμότητας της. (Βλ. Α.Ε. 42/2013 κ.ά., Bekefi a.o. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 30 Ιουνίου 2016).»

 

Με δεδομένο ότι στα πλαίσια της παρούσας αίτησης δεν μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης, εκτός βέβαια στο βαθμό που αυτή συνδέεται με την έκταση της κράτησης, θεωρώ ότι το ερώτημα που τίθεται, είναι κατά πόσο η κράτηση του αιτητή από τις 10.1.2019, αντιστρατεύεται τις πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(4)(α) του Νόμου που ορίζει πως η «κράτηση αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2)».

 

Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα εξετάστηκε η αίτηση του αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου και από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων με την προσφάτως εκδοθείσα απόφαση, στις 30.7.2019. Η Υπηρεσία Ασύλου είχε αποφασίσει όπως ανακαλέσει την παραχώρηση του καθεστώτος του πρόσφυγα στον αιτητή, λόγω του ότι αυτός αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, απόφαση που επιβεβαιώθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων με απόφαση της ημερομηνίας 30.7.2019. Προκύπτει συναφώς, ότι οι διοικητικές Αρχές έχουν εξετάσει το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και στα δύο επίπεδα, επιβεβαιώνοντας ότι αυτός αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Η εισήγηση της κας Χαραλαμπίδου ότι θα έπρεπε σε περίπτωση που επιβεβαιώνονταν οι υποψίες να ακολουθήσουν άλλες διαδικασίες, δεν με βρίσκει, με όλο το σεβασμό, σύμφωνη. Η συνέχιση της κράτησης του αιτητή συνδέεται με την ολοκλήρωση των διοικητικών διαδικασιών σχετικά με το αίτημα του να τύχει διεθνούς προστασίας, όπως συνάγεται από το άρθρο 9ΣΤ(4)(β) του Νόμου. Οι διοικητικές διαδικασίες έχουν ολοκληρωθεί από τις διοικητικές Αρχές με την εξέταση του αιτήματός του και έκδοση απόφασης τόσο από την Υπηρεσία Ασύλου όσο και από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, στα πλαίσια των οποίων εξετάστηκε και το θέμα της επικινδυνότητας του αιτητή για την εθνική ασφάλεια. Η απόφασή τους, όμως, δεν θεωρείται τελική μέχρι τη λήξη της προθεσμίας των 75 ημερών που προβλέπεται για αμφισβήτησή της, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Μετά το πέρας αυτής της προθεσμίας, θα μπορεί να αποφασιστεί η περαιτέρω πορεία, εφόσον σε αυτό το στάδιο δεν μπορεί ούτε να διαταχθεί η απέλαση του αιτητή.

 

Ο έλεγχος της διάρκειας της κράτησης άπτεται των πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης. Στην παρούσα περίπτωση θεωρώ πως δεν προκύπτει ότι οι Αρχές δεν ενήργησαν με τη δέουσα επιμέλεια ή ότι υπήρξε περιττή καθυστέρηση στην προώθηση των διαδικασιών που απαιτούντο.

 

 Ως προς το ζήτημα που εγέρθηκε από την κα Χαραλαμπίδου ότι το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ δεν καλύπτει την περίπτωση κράτησης για σκοπούς εθνικής ασφάλειας, αποτελεί ζήτημα που αφορά τη νομιμότητα της κράτησης που δεν αποτελεί αντικείμενο εξέτασης στην παρούσα. Το ζήτημα αυτό εξετάστηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο, με αναφορά στην απόφαση του ΔΕΕ στην C-601/15 PPU και κατέληξε ότι μέτρο κράτησης βάσει του άρθρου 8 παρ. 3 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ ανταποκρίνεται σε σκοπό γενικότερου ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση.  Σημειώνεται ότι το άρθρο 8 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων προστασία, το οποίο προβλέπει για τις περιπτώσεις κράτησης αιτητών διεθνούς προστασίας, έχουν ενσωματωθεί στο άρθρο 9ΣΤ του Νόμου. Δεν προτίθεμαι όμως να προβώ σε περαιτέρω εξέταση του θέματος που εκφεύγει των θεμάτων που άπτονται της παρούσας προνομιακής διαδικασίας.

 

Η παραπομπή της κας Χαραλαμπίδου στις ακόλουθες δύο αποφάσεις του ΕΔΑΔ A and Others v. The United Kingdom (ανωτέρω) και Al-Jedda v. The United Kingdom (ανωτέρω), που, κατά την εισήγησή της, αφορούν τη διάρκεια της κράτησης για σκοπούς προστασίας της εθνικής ασφάλειας δεν την βοηθούν. Στην υπόθεση A and Others v. The United Kingdom, ανωτέρω, κρίθηκε ότι άτομα που κρατούνταν για παρατεταμένη διάρκεια για λόγους εθνικής ασφάλειας, χωρίς οποιαδήποτε προοπτική απέλασης, κρατούνταν κατά παράβαση του άρθρου 5(1)(στ) της ΕΣΔΑ. Δεν θεωρώ ότι η υπόθεση εκείνη εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση. Εδώ η συνέχιση της κράτησης του αιτητή συνδέεται άμεσα με τους σκοπούς για τους οποίους διατάχθηκε εξ αρχής. Το γεγονός ότι, ενόσω δεν λήξει η προθεσμία για προσφυγή απαγορεύεται η απέλαση, δεν θεωρώ ότι καθιστά την κράτηση παράνομη. Ούτε και η Al-Jedda v. The United Kingdom βοηθά τον αιτητή. Εκεί, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι η απεριόριστη κράτηση από τις βρετανικές δυνάμεις ιρακινού πολίτη, ο οποίος θεωρείτο απειλή για την ασφάλεια του Ιράκ (εν προκειμένω για περισσότερο από τρία χρόνια), χωρίς να του προσαχθούν κατηγορίες, παραβίαζε το άρθρο 5(1) της ΕΣΔΑ. Εν πάση περιπτώσει, θεωρώ ότι εκείνη η υπόθεση διαφοροποιείται και ως προς τα γεγονότα.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, δεν κρίνω ότι η διάρκεια της κράτησης είναι παρατεταμένη και ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 9ΣΤ(4) ή της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                                   Κ. Σταματίου,     

                                                                             Δ.

 

/ΧΤΘ



[1] «9ΣΤ-(2) Εκτός εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι εφικτό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα, όπως τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3), και εφόσον κρίνεται αναγκαίο και κατόπιν ατομικής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης, ο Υπουργός δύναται να εκδίδει γραπτό διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση αιτητή, μόνο για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

(α) ……………………………….

(β) ……………………………….

(γ)  ………………………………

(δ) ……………………………….

(ε) όταν απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης·»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο