ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΒΟΥΚΟ , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 185/2019, 10/12/2019

ECLI:CY:AD:2019:D518

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ KYΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 185/2019

 

10 Δεκεμβρίου, 2019

 

[Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964.

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018.

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΒΟΥΚΟ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI.

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΕΝΑΝΤΙΟΝ TOY xxx ΒΟΥΚΟ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 13/06/2019.

 

……………………….

 

Κ. Βελάρης μαζί με Χ. Βελάρη και Στ. Δαμιανού (κα), για Αιτητή

Α. Αριστείδης για Γενικό Εισαγγελέα, για τη Δημοκρατία

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

       ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Μετά από σχετική άδεια του παρόντος Δικαστηρίου ημερ. 15.10.2019,  ο αιτητής – ρώσος επιχειρηματίας  που δραστηριοποιείται διεθνώς μέσω πλέγματος εταιρειών – ζητά με την παρούσα την ακύρωση του εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 3.6.2019 (στο εξής το Ένταλμα) προκειμένου να ανακριθεί από την κυπριακή αστυνομία αναφορικά με τα αδικήματα της κλοπής μετοχών (άρθρο 255 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ), Κεφ. 154) και της δόλιας διάθεσης περιουσίας (άρθρο 310 ΠΚ).

 

      Το Ένταλμα εκδόθηκε στη βάση πολυσέλιδης ένορκης δήλωσης υπαστυνόμου του ΓΔΟΕ, το περιεχόμενο της οποίας συνοψίζεται με κάθε δυνατή απλότητα ως ακολούθως:

 

       Στις 2.11.2016 καταγγέλθηκε στο ΓΔΟΕ από τον κύπριο δικηγόρο του xxx xxx Surkov (στο εξής ο Παραπονούμενος) ότι κατά την περίοδο 2006-2012 ο αιτητής, κύριος μέτοχος της κυπριακής εταιρείας Finstroy Ltd, οικειοποιήθηκε τις μετοχές που κατείχε ο Παραπονούμενος μέσω της εταιρείας Ornaldo Heights Ltd στην κυπριακή εταιρεία Greencat Services Ltd, αξίας άνω των 113 εκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής.

 

      Σύμφωνα με την καταγγελία, το Μάιο του 2008 ο Παραπονούμενος επένδυσε στη ρωσική εταιρεία Finstroy Holdings, η οποία ανήκει στον όμιλο εταιρειών του αιτητή και δραστηριοποιείται στη δημιουργία εμπορικών κέντρων σε διάφορες πόλεις της Ρωσίας, το ποσό των 10 εκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής.

 

      Επ΄ ανταλλάγματι της πιο πάνω χρηματοδότησης, παραχωρήθηκαν στην εταιρεία του Παραπονουμένου Ornaldo, η οποία είναι εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους (ΒVI), 27.161 μετοχές στην κυπριακή εταιρεία Finstroy Ltd μέσω της οποίας χρηματοδοτούνταν τα έργα της ρωσικής Finstroy Ηoldings στη Ρωσία.

 

      Επειδή μέχρι το Μάρτη του 2011 ο Παραπονούμενος δεν έλαβε οποιοδήποτε μέρισμα από τη συμμετοχή του στην Finstroy Ltd, την 1.4.2011 αντάλλαξε τις 27.161 μετοχές που απέκτησε η εταιρεία του Ornaldo στην Finstroy Ltd με 800 μετοχές (80%) της εταιρείας Greencat Services Ltd η οποία είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στη Ρωσία  (εκτιμημένης) αξίας 141.430,000 δολαρίων Αμερικής.  Δηλαδή η αξία των μετοχών του στην εταιρεία αυτή ανερχόταν στα 113.114.000 δολάρια Αμερικής.  Όμως στις 11.4.2012 η διευθύντρια των εταιρειών Ornaldo Heights Ltd και Finstroy Ltd,  xxx Καρύδη, μεταβίβασε χωρίς τη γνώση και έγκριση του Παραπονουμένου τις 800 μετοχές που είχε η Ornaldo στην Greencat επ΄ ανταλλάγματι της επανάκτησης από την Ornaldo των 27.161 μετοχών, αξίας 7.566.505 δολαρίων Αμερικής, που αναφέρονται πιο πάνω.  Δηλαδή με την εν λόγω μεταβίβαση, o Παραπονούμενος  υπέστη ζημιά ύψους 105.577.495 δολαρίων Αμερικής.

 

      Στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης, λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από την xxx Καρύδη, η οποία ανάφερε ότι ως ονομαστική (nominee)  διευθύντρια της Feldmans Management (Overseas) Ltd ό,τι έγγραφα υπέγραψε, τα υπέγραψε  κατόπιν οδηγιών της (πραγματικής) διευθύντριας xxx Kozlova, από την οποία η αστυνομία έλαβε πέντε ανακριτικές καταθέσεις.  Ό,τι εδώ χρειάζεται να αναφερθεί, είναι ότι η Kozlova πρόβαλε ότι σε σχέση με τη διαχείριση των εταιρειών Ornaldo, Finstroy και Greencat ενεργούσε κατόπιν οδηγιών των νομίμων εκπροσώπων του αιτητή,  τον δε Παραπονούμενο δεν τον γνωρίζει προσωπικά.  Σε σχέση δε με τις μεταβιβάσεις για τις οποίες καταγγέλθηκε ο αιτητής, έκανε  αναφορά σε έγγραφα τα οποία, όπως ισχυρίστηκε, αποκαλύπτουν ότι όλα έγιναν νόμιμα.

      Για ολοκλήρωση του ανακριτικού έργου, στάλθηκε αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τις αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας με το οποίο ζητείτο να εντοπιστεί ο αιτητής και να ανακριθεί ως ύποπτος σε σχέση με τα διερευνόμενα αδικήματα.  Όντως οι ρωσικές αρχές προέβησαν σε λήψη κατάθεσης από τον αιτητή ο οποίος απέρριψε τις εναντίον του αιτιάσεις του Παραπονούμενου και προέβη σε ειδική αναφορά σε συμφωνία ημερ. 16.5.2011 που συνήφθη μεταξύ του ιδίου και του Παραπονούμενου σύμφωνα με την οποία – όπως πρόβαλε - οι μεταβιβάσεις των επίδικων μετοχών έγιναν καθόλα νομότυπα.  Το περιεχόμενο όμως της ανάκρισης του αιτητή, κρίθηκε από την κυπριακή αστυνομία ως «ελλιπές και επιφανειακό» γι΄ αυτό, στις 24.5.2019, δόθηκαν οδηγίες όπως εκδοθεί διεθνές και ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης του αιτητή για σκοπούς ανάκρισης του.

 

      Επιπροσθέτως των πιο πάνω, σημειώνεται ότι στις 5.10.2018 στάλθηκε Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας προς τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου διαμένει ο Παραπονούμενος, για λήψη κατάθεσης και από τον ίδιο.  Πράγματι του λήφθηκε τέτοια κατάθεση, η οποία αποστάληκε στο ΓΔΟΕ στις 2.4.2019, με την οποία ο Παραπονούμενος ουσιαστικά επιβεβαιώνει τα γεγονότα της καταγγελίας που έκανε στην κυπριακή αστυνομία ο δικηγόρος του.    Σημειώνεται επίσης ότι με τον Όρκο γίνεται αναφορά και σε δημοσιεύματα που παρουσιάζουν τον αιτητή ως διεθνές εγκληματικό στοιχείο.  Προς τούτο θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τον Όρκο:

 

«Για σκοπούς ενημέρωσης του δικαστηρίου και μόνον, αναφέρω ότι σωρεία  δημοσιευμάτων, καταδεικνύουν την δράση του υπόπτου στην παρούσα υπόθεση, τα οποία τον παρουσιάζουν ως ένα από τους Ρώσους ολιγάρχες, που βρέθηκαν ξαφνικά με τεράστια περιουσία στα χέρια τους μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990. Αυτός φαίνεται να έχει αποκρύψει την αμύθητη περιουσία του στην Κύπρο και στις Bahamas.

Χρησιμοποιώντας χρηματοδοτικά σχήματα στην Λετονία, εκμεταλλεύτηκε φτωχούς και ευάλωτους πολίτες της Ευρώπης με παραχώρηση γρήγορων δανείων και στη συνέχεια μέσω των αναφερόμενων Λετονικών σχημάτων διανεμήθηκαν σε εταιρείες στην Μάλτα οι οποίες δεν είχαν υπαλλήλους και έτσι δεν πλήρωσαν καθόλου φόρο (επισυναπτόμενα 1 και 2). Βασιζόμενη στην πιο πάνω δράση του υπόπτου, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, εξέδωσε ανακοίνωση στις 06/05/2019, σύμφωνα με την οποία θεωρεί ότι, η επιχειρηματική δράση του υπόπτου κρίνεται ως μη ικανοποιητική.

 

Τα πιο πάνω, αλλά και η απόρριψη του Διεθνούς εντάλματος σύλληψης του παραπονούμενου, που εκδόθηκε από τις Ρωσικές Αρχές, στη βάση καταγγελιών του υπόπτου, από τα Βρετανικά δικαστήρια, με το σκεπτικό ότι οι κατηγορίες που υπέβαλε ο ύποπτος δεν ευσταθούν, και ότι ο ύποπτος θεωρείται Διεθνές Εγκληματικό Στοιχείο, τελούν υπό την στενή παρακολούθηση των Βρετανικών ΜΜΕ, τα οποία δεν θα διστάσουν να κατηγορήσουν οποιαδήποτε Αρχή άλλης χώρας, σε περίπτωση, που επιδειχθεί οποιαδήποτε ολιγωρία στην διερεύνηση θεμάτων σε σχέση με τον συγκεκριμένο ύποπτο».

 

 

      Είναι θέση του αιτητή, η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου του δικηγορικού γραφείου που τον εκπροσωπεί ότι,  (α) με τον Όρκο δεν δημιουργείται εύλογη υπόνοια εναντίον του για διάπραξη των αδικημάτων που του καταλογίζονται εφόσον εμπιστευματοδόχος των επίδικων μετοχών ήταν η xxx Καρύδη και συνεπώς μόνο αυτή θα μπορούσε να κατηγορηθεί δυνάμει του άρθρου 310 του ΠΚ, (β)  η καταγγελία του Παραπονούμενου εναντίον  του δεν είναι γνήσια και προς τούτο επισυνάπτει έγγραφα που κατά τον ισχυρισμό του εκθεμελιώνουν ό,τι επιλήψιμα του καταλογίζει, (γ) η διαφορά του με τον Παραπονούμενο είναι αστικής φύσεως και προς τούτο επέσυρε την προσοχή του Δικαστηρίου στο ότι ο Παραπονούμενος είχε καταχωρίσει εναντίον του τις αγωγές 1608/15 και 1556/16 στα Επαρχιακά Δικαστήρια Λευκωσίας και Λάρνακας (αντίστοιχα), με τις οποίες αξίωνε αποζημιώσεις στη βάση των ίδιων γεγονότων ως η καταγγελία του και τις οποίες απέσυρε, με έξοδα εναντίον του, στις 17.3.2016, προβαίνοντας στη συνέχεια, στις 2.11.2016, στην υπό κρίση κατηγορία προς εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού, (δ) στον Όρκο δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στις προαναφερθείσες αγωγές, οι οποίες ήταν εν γνώσει της αστυνομίας και επομένως παραπλανήθηκε το κατώτερο Δικαστήριο εφόσον υπήρξε ουσιώδης απόκρυψη γεγονότων, (ε) ο ίδιος  συνεργάστηκε με τις αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ως το αίτημα της κυπριακής αστυνομίας, προς την οποία έδωσε κατάθεση απαντώντας τα ερωτήματα που είχαν θέσει οι αστυνομικές αρχές της Κύπρου και η έκδοσή του για σκοπούς περαιτέρω ανάκρισης δεν είναι αναγκαία καθότι μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής, (στ) ο Παραπονούμενος καταζητείται από τις ρωσικές αρχές για ποινικά αδικήματα εναντίον εταιρειών του και για να αποφύγει την ποινική δίωξη κατέφυγε στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου, με ψευδείς παραστάσεις,  εξασφάλισε πολιτικό άσυλο και έκτοτε κυκλοφορεί με διάφορα διαβατήρια και (ζ) η αναφορά στον Όρκο των αρνητικών για τον ίδιο δημοσιευμάτων (ανωτέρω) προδιάθεσαν αρνητικά το κατώτερο Δικαστήριο και συνέβαλαν στην έκδοση του προσβαλλόμενου Εντάλματος.

 

      Η αίτηση προσέκρουσε σε ένσταση, η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του ιδίου υπαστυνόμου του ΓΔΟΕ που ορκίστηκε και για σκοπούς έκδοσης του Εντάλματος.  Σ΄ αυτή, αφού επαναλαμβάνεται το περιεχόμενο του Όρκου, προβάλλεται η θέση ότι τα γεγονότα που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση διατυπώνονται «κατά τρόπο παραπλανητικό και/ή εκτός του πλαισίου της διαδικασίας, το οποίο καθορίστηκε από το Δικαστήριο και προκύπτει από τους τρεις λόγους για τους οποίους δόθηκε η άδεια καταχώρησης της παρούσας».  Το γεγονός, τονίζεται, ότι ο Παραπονούμενος  καταχώρισε τις αγωγές 1608/15 και 1556/16 στη βάση των ιδίων γεγονότων, δεν καθιστά δίχως άλλο τη φύση της υπόθεσης αποκλειστικά αστική και εν πάση περιπτώσει δεν συνιστά εμπόδιο για την καταγγελία στην οποία προέβη μεταγενέστερα όταν τα ίδια γεγονότα στοιχειοθετούν και ποινικό αδίκημα, η δε παράλειψη αναφοράς στον Όρκο των εν λόγω αγωγών δεν μπορεί να λεχθεί ότι επηρέασε την κρίση του κατώτερου Δικαστηρίου στην έκδοση του Εντάλματος.  Το κατώτερο Δικαστήριο, τονίζεται, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια προχώρησε στην έκδοση του Εντάλματος αφού προηγουμένως έλαβε υπόψιν όλα τα γεγονότα της υπόθεσης που κατά τρόπο πλήρη και εμπεριστατωμένο τέθηκαν ενώπιον του με Όρκο και από τα οποία προέκυπτε εύλογη υποψία εναντίον του αιτητή για τη διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, όπως και η αναγκαιότητα έκδοσης του Εντάλματος.   Αναφορικά δε με τα αρνητικά για τον αιτητή δημοσιεύματα που αναφέρονται στον Όρκο, ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση τοποθετήθηκε ευθαρσώς ότι αυτά  κακώς εμφιλοχώρησαν στον Όρκο.   Τόνισε όμως ότι «παρόλο που είναι απαράδεκτη η προσθήκη τους, παρόλο που ενδεχομένως να δημιουργούν μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα λανθασμένη και μη επιτρεπτή στα πλαίσια ενός εντάλματος και ενός όρκου, θεωρώ ότι ένας επαγγελματίας Δικαστής που εξέδωσε με πείρα το ένταλμα δεν θα επηρεαστεί και θα έχει περιοριστεί στα ουσιώδη στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του».

 

 

      Έχω διεξέλθει τα όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων έχουν θέσει ενώπιον μου και να επισημάνω καταρχάς ότι αμφότεροι συμφωνούν – και ορθώς – ότι για την έκδοση εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να ικανοποιούνται σωρευτικά δύο προϋποθέσεις:  Εύλογη υπόνοια πως πρόσωπο διάπραξε αδίκημα και αναγκαιότητα σύλληψης (Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, Άρθρο 12.2(γ) του Συντάγματος και άρθρο 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155).

 

      Οι καθ΄ ων η αίτηση εισηγούνται ότι το πλαίσιο εξέτασης της αίτησης καθορίστηκε με τη χορηγηθείσα άδεια και τα όποια θέματα εγείρονται από τον αιτητή εκτός του καθορισθέντος πλαισίου, δεν θα πρέπει να εξεταστούν.  Πράγματι, με όσα τέθηκαν ενώπιον μου στο στάδιο της άδειας, κατέληξα πως «αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για τρεις (3) βασικά λόγους.  Ο πρώτος, ότι οι διαφορές του Παραπονούμενου και του αιτητή ενδεχομένως να είναι μόνο αστικής φύσεως λόγω του ότι ο Παραπονούμενος είχε καταχωρήσει τις δύο αγωγές που αναφέρονται πιο πάνω και οι οποίες φαίνεται να βασίζονται στα ίδια γεγονότα για τα οποία προέβη και σε καταγγελία στην αστυνομία.  Ο δεύτερος, η αστυνομία φαίνεται να μην έστρεψε την προσοχή της στον παράγοντα αυτό με αναφορά στις εν λόγω αγωγές και, ο τρίτος, από το περιεχόμενο του όρκου βάσει του οποίου εκδόθηκε το Ένταλμα φαίνεται να απουσιάζει αναφορά τόσο στις εν λόγω αγωγές όσο και σε αξιολόγηση των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον της από τις xxx Καρύδη και xxx Κοzlova και τα οποία σχετίζονται με την κατ΄ ισχυρισμό επιλήψιμη μεταβίβαση των επίδικων μετοχών».   Θεωρώ όμως ότι οι πιο πάνω τρεις (3) βασικοί λόγοι δεν εμποδίζουν το Δικαστήριο να εξετάσει τους περαιτέρω λόγους που ο αιτητής είχε εγείρει και στη μονομερή του αίτηση.  Τούτο γιατί, αφενός, οι υπό αναφορά λόγοι επισημάνθηκαν ως αποκαλύπτοντες εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση χωρίς να εξεταστούν οι περαιτέρω λόγοι και, αφετέρου, στο παρόν στάδιο μέρος της διαδικασίας είναι και οι καθ΄ ων η αίτηση οι οποίοι με την ένσταση τους διατυπώνουν τις θέσεις τους εφ΄ όλης της ύλης.

 

      Έχοντας καταλήξει ως ανωτέρω, θα εξετάσω πρώτα τη θέση του αιτητή ότι με τον Όρκο δεν δημιουργείται εύλογη υπόνοια εναντίον του εφόσον καταπιστευματοδόχος των επίδικων μετοχών ήταν η xxx Καρύδη (άρθρο 310 ΠΚ[1]) και σε περίπτωση που δημιουργείται εύλογη υπόνοια δόλιας διάθεσης των μετοχών, μόνο αυτή αφορά.  Δεν με βρίσκει σύμφωνο η θέση αυτή.  Στον Όρκο δεν αναφέρεται ότι εμπιστευματοδόχος των επιδίκων μετοχών ήταν η xxx Καρύδη, αλλά ότι αυτή ως (nominee) διευθύντρια υπέγραψε το έγγραφο μεταβίβασης με οδηγίες της (πραγματικής) διευθύντριας Kozlova, η οποία κατάθεσε ότι για το θέμα ενήργησε κατόπιν οδηγιών των νόμιμων εκπροσώπων του αιτητή.  Επομένως με το περιεχόμενο του Όρκου έγινε σύνδεση του αιτητή με τη μεταβίβαση των μετοχών και το κατά πόσο η σύνδεση αυτή δημιουργεί εύλογη υπόνοια εναντίον του για τη διάπραξη των αδικημάτων που του καταλογίζονται, είναι ζήτημα που σχετίζεται με τις εισηγήσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων του αιτητή υπό (β), (γ) και (δ) ανωτέρω και οι οποίες έχουν στον πυρήνα τους τούς προαναφερθέντες τρεις (3) λόγους.  Συναφώς, έχοντας επί του προκειμένου και τις θέσεις των καθ΄ ων η αίτηση, παρατηρώ τα ακόλουθα:-

 

      Η αστυνομία είχε γνώση του γεγονότος ότι ο Παραπονούμενος πριν την καταγγελία είχε καταχωρίσει εναντίον του αιτητή τις αγωγές 1608/15 και 1556/16, με τις οποίες αξίωνε αποζημιώσεις στη βάση των ίδιων γεγονότων ως η καταγγελία του.  Το στοιχείο αυτό, το οποίο κατά την άποψή μου ήταν ουσιώδες, δεν τέθηκε υπόψιν του κατώτερου Δικαστηρίου προκειμένου να το αξιολογήσει σε σχέση με το κατά πόσο η διαφορά των διαδίκων, λαμβανομένου υπόψιν ότι η μεταβίβαση των μετοχών έγινε στη βάση γραπτών συμφωνιών, ήταν ενδεχομένως αστικής και όχι ποινικής φύσεως.  Το κατά πόσο η διαφορά των διαδίκων είναι τόσο αστικής όσο και ποινικής φύσεως, ως η θέση των καθ΄ ων η αίτηση, είναι αδιάφορο εφόσον αυτό που έχει σημασία είναι το πώς θα ασκούσε τη διακριτική του ευχέρεια το κατώτερο Δικαστήριο αν είχε ενώπιον του και το στοιχείο αυτό.  Κατά συνέπεια η υπό αναφορά παράλειψη θεωρώ πως συνιστά λόγο για ακύρωση του Εντάλματος καθότι, ενδεχομένως, το κατώτερο Δικαστήριο να εκτιμούσε ότι η καταγγελία έγινε για εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού. Είτε ως αντίδραση του Παραπονούμενου στην καταγγελία που έγινε εναντίον του από τον αιτητή στη Ρωσία, αποτέλεσμα της οποίας αναγκάστηκε να φυγοδικήσει και να ζητήσει πολιτικό άσυλο στο Ηνωμένο Βασίλειο, είτε προς άσκηση πίεσης στον αιτητή είτε προς εξυπηρέτηση άλλου σκοπού.

 

      Επιπροσθέτως όμως των ανωτέρω, το Ένταλμα υπόκειται σε ακύρωση και για επιπλέον λόγο.  Αφορά τη συμπερίληψη στον Όρκο των πολύ αρνητικών για τον αιτητή δημοσιευμάτων με τα οποία ο αιτητής παρουσιάζεται ως διεθνές εγκληματικό στοιχείο, θέματα που κατ΄ ομολογία και του ευπαιδεύτου συνηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση, δεν είχαν θέση στον Όρκο.  Συναφώς μεταφέρω στην παρούσα το πιο κάτω απόσπασμα από την Αντώνης Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ κ.α., Πολ. Αιτ. 126/15 ημερ. 30.11.2015 η οποία επικυρώθηκε από την Πολ. Εφ. 348/15 ημερ. 9.6.2017, ECLI:CY:AD:2017:A216, το οποίο τυγχάνει πλήρους εφαρμογής και στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης:

 

«Οι αναφορές λοιπόν αυτές στον Όρκο έδιδαν αρνητικές εντυπώσεις και προδιέθεταν το Δικαστήριο ανάλογα, το οποίο όμως όφειλε να τις αναλογιστεί ως προς τη σημασία τους κατά την εξέταση του Όρκου προς έκδοση του εντάλματος».

 

      Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση εγκρίνεται χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί η δεύτερη προϋπόθεση που αφορά την αναγκαιότητα έκδοσης του Εντάλματος.  Δεν θα ήταν όμως χωρίς σημασία να επισημανθεί ότι ο αιτητής, μετά από αίτημα της κυπριακής αστυνομίας, έδωσε κατάθεση στις ρωσικές αρχές για ό,τι ο Παραπονούμενος του καταλόγισε και εάν η κυπριακή αστυνομία θεωρεί ότι το περιεχόμενο της κατάθεσης του είναι «ελλιπές και επιφανειακό» και εάν στη βάση του μαρτυρικού υλικού που έχει συλλέξει στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης στοιχειοθετούνται ποινικά αδικήματα εναντίον του αιτητή, τίποτα δεν την εμποδίζει να προχωρήσει στην ποινική του δίωξη χωρίς να τον ανακρίνει περαιτέρω η ίδια, ενεργοποιώντας προς τούτο τον μηχανισμό έκδοσης του στην Κύπρο.

 

      Ενόψει των πιο πάνω εκδίδεται ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώνεται το Ένταλμα Σύλληψης που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον του αιτητή στις 3.6.2019.

 

      Τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας, καθώς επίσης και τα έξοδα της διαδικασίας για τη λήψη της άδειας, επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.  Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου για έγκριση.

 

 

                  

                                                                             Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/κβπ



[1] 310. Όποιος, είναι επίτροπος εμπιστεύματος οποιασδήποτε περιουσίας, καταστρέφει την περιουσία με σκοπό καταδολίευσης ή για τον ίδιο σκοπό διαθέτει αυτή σε χρήση που δεν είναι εξουσιοδοτημένη από το εμπίστευμα, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.

Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού ο όρος “επίτροποι εμπιστευμάτων” περιλαμβάνει αποκλειστικά και μόνο τους ακόλουθους, δηλαδή-

(α) επίτροπους εμπιστευμάτων με ρητά εμπιστεύματα, που συστάθηκαν με συμβόλαιο, διαθήκη ή έγγραφο για δημόσιο, ιδιωτικό ή για κάποιο αγαθοεργό σκοπό

(β) επίτροπους εμπιστευμάτων που διορίστηκαν από ή δυνάμει νόμου για οποιοδήποτε τέτοιο σκοπό

(γ) πρόσωπο στο οποίο περιέρχονται τα καθήκοντα από οποιοδήποτε τέτοιο εμπίστευμα, όπως αναφέρεται πιο πάνω

(δ) εκτελεστές και διαχειριστές.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο