ΜΑΓΟΣ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΘΗΚΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 256/2013, 22/4/2020

ECLI:CY:AD:2020:A126

AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                                               

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 256/2013

 

 

22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020

 

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

 

                                1.   XXX ΜΑΓΟΣ

                                2.  XXX ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

                                3.  XXX ΡΩΣΣΙΔΟΥ

Εφεσειόντων/Εναγόντων

και

 

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΘΗΚΑ

Εφεσίβλητοι

--------------------

 

Α. Μάγος, προσωπικά και για Α. Δημητριάδη

Π. Ευθυμίου για Παύλος Γ. Ευθυμίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους

-------------------------------------

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ.

------------------------------------

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.   Αγωγή των Εφεσειόντων που καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εναντίον των Εφεσίβλητων για παράνομη επέμβαση απερρίφθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Οι Εφεσείοντες κάλεσαν, προκειμένου να αποδείξουν την αξίωσή τους, πέντε μάρτυρες.  Η μαρτυρία των Μ.Ε. 1 - 4  δεν έγινε  αποδεκτή  ως αξιόπιστη από το πρωτόδικο Δικαστήριο και ως εκ τούτου απερρίφθη. Αποδεκτή έγινε η μαρτυρία του Μ.Ε.5, Αρχιτέκτονα, η οποία συνίστατο στη διαφορά δαπάνης ανέγερσης τοίχου αντιστήριξης, μέσου ύψους 2.30μ x 52μ μήκος, ανερχόμενη σε €3.827. Πέραν αυτού ενώπιον του Δικαστηρίου τέθησαν παραδεκτά γεγονότα αναφορικά με την επίδικη ιδιοκτησία των Εφεσειόντων, την νομική υπόσταση των Εναγομένων και ότι οι Εφεσείοντες, που είναι αδέλφια, περί το 2000 ανήγειραν στο επίδικο τεμάχιο τους, Αρ. Εγγρ. 0/2XXXX7, Τεμ. Αρ. 1XX1 (πρώην 7X7), Φ.Σχ. 3X/X9, τοποθεσία XXX XXX, χωριό Κάθηκας της Επαρχίας Πάφου, συγκρότημα αποτελούμενο από 13 διαμερίσματα. Επίσης έγινε αποδεκτό το Τεκμ. Ι, τιμολόγιο,  διά του οποίου βεβαιούται ότι η εταιρεία ANS TEXNODOMI LTD, "διά εκτελεσθείσα εργασία η οποία αφορούσε  "εκσκαφή, καλούπι, οπλισμό και σκυρόδεμα"  χρέωσε προς πληρωμή το ποσό των €11.199,88. Να σημειωθεί ότι απόρριψε επίσης και την μαρτυρία του Μ.Υ.1 και αποδέχτηκε μόνο τη μαρτυρία του Μ.Υ. 2, Τεχνικού στα Δημόσια Έργα, ο οποίος αναφέρθηκε σε επιστολή του τότε Διευθυντή Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερ. 26.3.2009.  Με αυτήν  απαντούσε σε επιστολές των δικηγόρων των Εφεσειόντων ημερ. 29.5.2008 και 19.6.2008, που διατύπωναν παράπονο για παράνομη επέμβαση και πρόκληση ζημιών στο τεμάχιο των πελατών τους,  Αρ. 1XX1, στην τοποθεσία XXX XXX, στο χωριό Κάθηκας.    Σ΄ αυτήν αναφέρεται μεταξύ άλλων:

 

"(β)  από τη διερεύνηση διαφάνηκε ότι η "επέμβαση" στο πιο πάνω τεμάχιο έγινε με οδηγίες του Κοινοτικού Συμβουλίου Κάθηκα στην προσπάθεια του να διανοίξει παρόδιο δρόμο/πέρασμα παραπλεύρως του τεμαχίου σας.  Η "επέμβαση" έγινε από ιδιωτικό μηχάνημα που διενεργούσε εργασίες για το Τμήμα Δημοσίων Έργων στον κύριο Δρόμο Κάθηκα-Αρόδων.

 

(γ)  Ο συγκεκριμένος παρόδιος δρόμος/πέρασμα δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Τμήματος μου και ως εκ τούτου θα πρέπει να απευθύνετε το παράπονο/αίτημα σας προς το Κοινοτικό Συμβούλιο Κάθηκα/Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου που είναι οι Αρμόδιες Αρχές."

 

Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου έχοντας υπόψιν την πιο πάνω αποδεικτή  μαρτυρία ήταν ως ακολούθως:

 

"Το δυστύχημα για τους Ενάγοντες είναι ότι, όπως επίσης έχει προαναφερθεί, από τη μαρτυρία του Μ.Υ.2, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των Τεκ. Θ, Κ και 9, προκύπτει ότι η "επέμβαση" στην οποία αναφέρεται το Τμήμα Δημοσίων Έργων, έγινε στα τέλη Οκτωβρίου 2003 και όχι το Μάιο του 2004, όπως είναι η δικογραφημένη εκδοχή των Εναγόντων."

 

Ως αποτέλεσμα απέρριψε την αγωγή καθότι οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν την απαίτησή τους εναντίον των Εφεσίβλητων.

 

Οι Εφεσείοντες με την έφεσή τους προσβάλλουν με πέντε λόγους έφεσης την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη. Οι πρώτοι 4 λόγοι αφορούν την απόρριψη της μαρτυρίας των Μ.Ε. 1 - 4 και ο 5ος την κρίση του Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή ενώ δέχεται ότι έγινε "επέμβαση" στο ακίνητο των Εφεσειόντων για τον λόγο ότι ο Εφεσείοντας 1 πριν την καταχώρησή της αγωγής απέστειλε επιστολές στους Εφεσίβλητους και άλλους στις οποίες αναφέρετο ότι η επέμβαση έγινε τον Οκτώβριο του 2003 και όχι τον Μάιο 2004 που εισηγείτο η προσαχθείσα μαρτυρία.

 

Αναφορικά με τους 4 πρώτους λόγους που αφορούν την αξιολόγηση της δοθείσας μαρτυρίας από τους Μ.Ε. 1 - 4 υπενθυμίζουμε την διαχρονική αντιμετώπιση του θέματος από την δεσμευτική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

«Σταθερή είναι η νομολογία ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στην πρωτόδικη αξιολόγηση.  Αυτή συναποτελεί το αποτέλεσμα της κρίσης του Δικαστηρίου επί της μαρτυρίας που δίδεται ενώπιον του δια ζώσης (viva voce).  Στην Tekinder Pal κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551, 555 λέχθηκαν τ' ακόλουθα από το Εφετείο:

 

«Η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια.  Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων (δέστε Baloise Insurance Co Ltd ν. Kατωμονιάτη κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).»

 

Παρ' όλα ταύτα επέμβαση είναι δυνατή όταν τα ευρήματα που κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιστρατεύονται τη λογική των πραγμάτων ή συγκρούονται με άλλη αποδεκτή μαρτυρία ή διαπιστώνεται ότι η αξιολόγηση των δεδομένων ήταν πλημμελής (βλ. Bullows v.  Νεοφύτου (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Αδαμίδης & Συνεργάτες ν. Δ. Κυθρεώτη & Συνεργάτες (2011) 1 Α.Α.Δ. 2106, Στ. Αττεσλή κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ., Π.Ε. 231/2009, ημερ. 25/10/13)» 

 

(βλ. C. Roushias Trading and Development Ltd v. Μωσαϊκού, Π.Ε. 98/2010 ημερ. 8.12.2014.)

 

Με προσοχή εξετάσαμε τα όσα μας υπέδειξε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσείοντες, τα όσα δηλαδή κατά τη γνώμη του επηρεάζουν την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την κριθείσα μαρτυρία και αξιοπιστία των μαρτύρων, ως ανωτέρω, πλην όμως δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί του. Η αξιολόγηση του πρωτόδικου Δικαστή δεν κρίνεται πλημμελής και η καθοδήγηση του ήταν εντός των ορθών νομολογιακών πλαισίων. Η απόρριψη της μαρτυρίας δικαιολογήθηκε πλήρως επί στερεών παραμέτρων και δεν παρέχονται περιθώρια επέμβασης μας. Ειδικότερα για τον Μ.Ε.2 προσθέτουμε και τα ακόλουθα. Αυτός προέβη σε εκτίμηση της αξίας 15 φυλλοβόλων δέντρων μετά από 8 - 9 έτη της ισχυριζόμενης καταστροφής τους,  χωρίς να τα έχει δει ποτέ και χωρίς ασφαλώς να γνωρίζει την κατάσταση στην οποία ευρίσκοντο. Περαιτέρω χωρίς να έχει οιαδήποτε γνώση ή μαρτυρία για την περιποίησή τους προέβη στην εκτίμηση του, Τεκμήριο 2, αναφέροντας έξοδα για λιπάσματα, φυτοπροστασία, άρδευση, μηχανήματα και εργατικά για διάρκεια 5 ετών. Είναι άξιον απορίας από πού συμπέρανε ο Μ.Ε.2 ότι αυτά εγίνοντο και ότι δαπανήθηκαν τα ποσά τα οποία αναφέρει στην Έκθεσή του. Όπως ανέφερε στην αντεξέτασή του, εφάρμοσε τη μέθοδο αποκατάστασης για μόνιμες καλλιέργειες οι οποίες βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης για δέντρα νεαρής ηλικίας η οποία διδάσκεται στο Πανεπιστήμιο. Χρησιμοποίησε δηλαδή μία μέθοδο με θεωρητικά δεδομένα ενώ εδώ υπήρχαν πραγματικά δεδομένα τα οποία αγνοούσε. Πολύ ορθά κατά τη γνώμη μας, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του και Έκθεση του.

 

Όσον αφορά τον 5ο  λόγο θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι,  σύμφωνα με τη νομολογία μας, με τα δικόγραφα επιδιώκεται ο επ'  ακριβής προσδιορισμός των επίδικων θεμάτων, ο καθορισμός της βάσης ακρόασης της υπόθεσης και ο αποκλεισμός αιφνιδιασμού του αντίδικου.

 

Στην Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 Α.Α.Δ. 24, σελ. 28-29 τονίστηκαν τ' ακόλουθα:

 

«Οι αρχές του δικονομικού δικαίου περιορίζουν τα επίδικα θέματα σε εκείνα τα οποία προσδιορίζονται από τη δικογραφία, δηλαδή την απαίτηση, την υπεράσπιση και την απάντηση όπου υπάρχει.  Ο επακριβής προσδιορισμός των επίδικων θεμάτων συναρτάται άμεσα με το αντιπαραθετικό σύστημα δίκης που ισχύει στο δικαιϊκό μας σύστημα και απόρροια της φυσικής δικαιοσύνης που επιβάλλει τη διασφάλιση του δικαιώματος διαδίκου για ουσιαστική ευκαιρία απάντησης στις θέσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου του. Η δίκη δρομολογείται, όπως επιγραμματικά ανάφερε ο τότε Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Βασιλειάδης στην υπόθεση Homeros Th. Courtis and Others v. Panos K. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, (βλέπε επίσης Christakis Loucaides v. C.D.Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134) κατά μήκος των γραμμών που οριοθετεί η δικογραφία και η δίκη διατρέχει την ίδια πορεία όπως και το τραίνο κατά μήκος των προκαθορισμένων γραμμών της διαδρομής...»

 

Περαιτέρω με βάση την πάγια νομολογία, μαρτυρία που δεν καλύπτεται από τα δικόγραφα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.  (βλ. Χριστοφόρου ν. Ιακώβου ως Διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντος Χαράλαμπου Ι. Παπαχριστοφόρου (2002) 1 Α.Α.Δ. 33 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Στυλιανού κ.α. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718).  Το Δικαστήριο πρέπει να περιορίζεται στα επίδικα θέματα όπως αυτά καθορίζονται κατά το κλείσιμο των έγγραφων προτάσεων ή που προστίθενται δεόντως κατά την ακρόαση και να μην επιλαμβάνεται θεμάτων τα οποία πιθανόν να εγερθούν από τη μαρτυρία οποιουδήποτε μάρτυρα.  (βλ. Παναγή κ.α. ν. Λαζάρου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1317 και Βοσκού κ.α. ν. Ζήνωνος (2003) 1 Α.Α.Δ. 695).  Περαιτέρω έχει καθήκον να μην επιτρέπει την παρουσίαση ανεπίτρεπτης μαρτυρίας έστω και αν παρουσιάζεται κατά την αντεξέταση Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 390, 404-405,  όπως επίσης θα πρέπει να κρίνει το παραδεκτό της μαρτυρίας κατά το χρόνο που επιχειρείται η εισαγωγή της και όχι αργότερα.  (βλ. Ρόπας κ.α. ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 628).

 

Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης δεδομένης της απόρριψης της μαρτυρίας των Μ.Ε. 1-4 με αποτέλεσμα να παραμείνει μόνο η  μαρτυρία του Μ.Ε. 5, η οποία δεν είχε πλέον καμία αξία από μόνη της,  η αγωγή ήταν απορριπτέα.  Παρόλα ταύτα το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε να εξετάσει την ισχυριζόμενη επέμβαση επί τη βάσει των Τεκμηρίων 9, Θ και Κ.   Όπως φαίνεται από το Τεκμ. 9, επιστολή των δικηγόρων των Εφεσειόντων ημερ. 29.5.2008, προβάλλετο ο ισχυρισμός για παράνομη επέμβαση στο κτήμα των Εφεσειόντων, Τεμ. 341, η οποία επεσυνέβη κατά ή περί τον Οκτώβριο 2003 από υπαλλήλους και/ή εξουσιοδοτημένα πρόσωπα των Δημοσίων Έργων Πάφου.  Στην απάντησή του ημερ. 26.3.2009, Τεκμ. Θ, ο Διευθυντής του Τμήματος Δημοσίων Έργων, πληροφόρησε τους πιο πάνω δικηγόρους ότι από διερεύνηση διαφάνηκε ότι η "επέμβαση" στο τεμάχιο των Εφεσειόντων έγινε με οδηγίες των Εναγομένων. Οι δικηγόροι των Εφεσειόντων προχώρησαν τότε και απέστειλαν προς τους Εναγομένους την επιστολή τους ημερ. 14.4.2009, Τεκμ. Κ, όπου και πάλι επαναλαμβάνουν τη θέση τους για επέμβαση στο τεμάχιο των Εφεσειόντων τέλη Οκτωβρίου 2003. Συνεπώς το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι ορθό στην απόφασή του ότι από τον συνδυασμό του περιεχομένου των Τεκμηρίων Θ, Κ, και 9 προκύπτει ότι η «επέμβαση» στην οποία αναφέρεται το Τμήμα Δημοσίων Έργων, έγινε στα τέλη Οκτωβρίου 2003 και όχι τον Μάιο του 2004, όπως είναι η δικογραφημένη εκδοχή των Εναγόντων. Σε αυτά θα προσθέταμε ότι σύμφωνα με την δικογραφημένη θέση των Εναγόντων, βλ. §6,  επέμβαση των Εφεσιβλήτων ήταν κατά 13 πόδια ενώ από το συνδυασμό των άνω τεκμηρίων (Τεκμήρια Θ, Κ και 9)  η επέμβαση αφορούσε 10 μέτρα. Συναφώς ούτε και ο 5ος  λόγος μπορεί να επιτύχει.

 

 

 

 

Η Έφεση απορρίπτεται με €2.500  έξοδα εις βάρος των Εφεσειόντων.

 

 

 

                                                          Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

                                                          Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

                                                          Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

/γκ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο