Α.Α. PILOTTOS LTD v. CYPRUS PETROLEUM REFINERY LTD, Πολιτική Εφεση Αρ. 90/2013, 19/10/2021

ECLI:CY:AD:2021:A468

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Εφεση Αρ. 90/2013)

 

19 Οκτωβρίου, 2021

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

Α.Α. PILOTTOS LTD,

Εφεσείοντες,

v.

 

CYPRUS PETROLEUM REFINERY LTD,

Εφεσιβλήτων.

_ _ _ _ _ _

Γ. Λουκαϊδης για Α. Ποιητής & Σία ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.     

Μ. Αντωνίου (κα) για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους.

_ _ _ _ _ _

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.

­­­_ _ _ _ _ _


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Οι Εφεσείοντες-Ενάγοντες, ασχολούνται με εργασίες και προσφορά υπηρεσιών φορτοεκφορτώσεων με τη χρήση μηχανημάτων.

 

Σύμφωνα με την καταχωρηθείσα στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έκθεση απαίτησής τους, «Κατά ή περί τον Οκτώβριο του 2003 κατόπιν παρακλήσεως των εναγομένων, οι ενάγοντες προσέφεραν στους εναγόμενους εργασίες τις οποίες τους υπέδειξαν οι εναγόμενοι και τους εχρέωσαν με το συμφωνηθέν ή/και λογικό ποσό των €4.322.76 (£2.530) περιλαμβανομένου του ΦΠΑ».

 

Οι Εφεσίβλητοι-Εναγόμενοι, υπερασπιζόμενοι, προέβαλαν ότι ουδεμία συμβατική σχέση είχαν με τους Εφεσείοντες προς εκτέλεση οποιωνδήποτε εργασιών και ισχυρίστηκαν ότι η εναντίον τους απαίτηση ήταν αβάσιμη.

 

Αξιολογώντας την ενώπιόν του μαρτυρία, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι τα γεγονότα είχαν εξελιχθεί ως ακολούθως:

 

«Είχε προκηρυχθεί προσφορά από την Εναγόμενη Εταιρεία για την προμήθεια γερανών και των χειριστών τους για περίοδο δυο ετών. Είχαν ληφθεί τέσσερεις προσφορές, η χαμηλότερη από αυτές της εταιρείας S.M.A.T. LTD η οποία απαρτίζετο από τους μετόχους τεσσάρων άλλων εταιρειών που ασχολούνταν με αυτού του είδους τις εργασίες, μεταξύ αυτών και ο διευθυντής της Ενάγουσας Εταιρείας. Η προσφορά κατακυρώθηκε στην εταιρεία S.M.A.T. LTD και ειδοποιήθηκε με τηλεομοιότυπο στις 25/09/03 όπως ήταν η συνήθης πρακτική της Εναγόμενης Εταιρείας. Κλήθηκε η εταιρεία S.M.A.T. LTD για εκτέλεση εργασιών στις 07/10/03 και στις 17/10/03 και απέστειλε για τις εκτελεσθείσες εργασίες σχετικό τιμολόγιο στις 05/11/03.  Στο μεταξύ, μετά την εκτέλεση των εργασιών, στις 16/1/03 (στην πρωτόδικη απόφαση, προφανώς εκ παραδρομής καταγράφεται η 16/1/03, αντί της ορθής 16/10/03, όπως υποδηλώνει και το τεκμήριο 3) λόγω διαφορών που ο διευθυντής της Ενάγουσας Εταιρείας, ως μέτοχος της S.M.A.T. LTD, είχε με τους υπόλοιπους μετόχους της S.M.A.T. LTD υπόγραψε επιστολή εκ μέρους της S.M.A.T. LTD με την οποία απέσυρε το ενδιαφέρον της για την προσφορά, Τεκμήριο 3. Επανέλαβε το περιεχόμενο της επιστολής της εταιρείας S.M.A.T. LTD, του Τεκμηρίου 3, σε δική του επιστολή την οποία απέστειλε στις 21/10/03, Τεκμήριο 4. ΄Όμως οι εργασίες είχαν ολοκληρωθεί από την εταιρεία S.M.A.T. LTD, την οποία ο ίδιος εκπροσωπούσε και εκ μέρους της οποίας δεχόταν τις οδηγίες για εκτέλεση εργασιών αφού δεν είχε αποκαλύψει οτιδήποτε στην Εναγομένη Εταιρεία για τις διαφορές που υπήρχαν και για το γεγονός ότι κατά την υποβολή της προσφοράς η συγκεκριμένη εταιρεία δεν ήταν εγγεγραμμένη αλλά άφησε την Εναγομένη Εταιρεία να πιστεύει μέχρι και μετά την ολοκλήρωση της εκτέλεσης των επίδικων εργασιών ότι πρώτον εκπροσωπούσε την εταιρεία S.M.A.T. LTD και δεύτερον, ότι η εταιρεία S.M.A.T. LTD είχε εκτελέσει τις εργασίες με βάση την κατακύρωση της προσφοράς. Για αυτό και αρνήθηκε την καταβολή του ποσού προς την Ενάγουσα Εταιρεία αφού είχε προηγηθεί το τιμολόγιο της εταιρείας S.M.A.T. LTD, Τεκμήριο 15, η οποία είχε στην πραγματικότητα εκτελέσει τις εργασίες.»

 

 

Συνοψίζοντας, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι συμβατική σχέση δημιουργήθηκε μεταξύ της S.M.A.T. LTD και των Εφεσιβλήτων, αφού η προσφορά της εν λόγω εταιρείας είχε γίνει αποδεκτή και της είχαν δοθεί οδηγίες για εκτέλεση των επίδικων εργασιών, τις οποίες και διεκπεραίωσε μεταξύ 7.10.03 και 17.10.03.

 

Πέραν των πιο πάνω, κρίθηκε πρωτοδίκως ότι στις δικογραφημένες θέσεις των Εφεσειόντων δεν προβλήθηκε ισχυρισμός περί παρανομίας ή άκυρης προσφοράς στη βάση του ότι η S.M.A.T. LTD δεν είχε εγγραφεί και συστηθεί ως νομική οντότητα κατά τον χρόνο αποδοχής της προσφοράς της. Ως αποτέλεσμα, η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής, με αναφορά στην επί του θέματος νομολογία, έκρινε ότι η μαρτυρία που δόθηκε και η οποία δεν καλυπτόταν από τα δικόγραφα δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη και, κατά προέκταση, δεν ήταν επιτρεπτή η εξέταση των συγκεκριμένων ισχυρισμών που προέβαλε η πλευρά της υπεράσπισης. Εντέλει, με δεδομένη την απόρριψη των θέσεων των Εναγόντων-Εφεσειόντων ότι οι υπηρεσίες είχαν προσφερθεί από αυτούς, η αγωγή οδηγήθηκε σε αποτυχία.

 

Οι πρώτοι έξι λόγοι έφεσης, προσβάλλουν την τελική απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Οι υπόλοιποι, λόγοι έφεσης, 7 – 12, αφορούν στο αποτέλεσμα ενδιάμεσης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για τροποποίηση του τίτλου της αγωγής, συγκεκριμένα η αλλαγή ονόματος των Εναγομένων. Η τελευταία αυτή ενότητα των λόγων έφεσης θα απασχολήσει στην περίπτωση και μόνο επιτυχίας των λόγων έφεσης που αφορούν το τελικό αποτέλεσμα της πρωτόδικης κρίσης.

 

Κατ΄ αρχάς, είναι ορθή η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία δεν θα μπορούσε να επεκταθεί στην εξέταση θεμάτων που κινούνται εκτός των δικογραφημένων ισχυρισμών. Σταθερή γραμμή της νομολογίας επιβεβαιώνει ότι η δικογραφία αποτελεί το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων. Επιβάλλεται, στη βάση διαχρονικών δικογραφικών κανόνων, ο προσδιορισμός στο δικόγραφο  των θέσεων και των επίδικων θεμάτων, προκειμένου να γίνει αποδεκτή μαρτυρία προς απόδειξή τους (Πούρικκος ν. Σάββα & άλλων (1991) 1 ΑΑΔ 507, Νεοφύτου κ.ά. ν. Γερακιώτη (2010) 1 ΑΑΔ 25).

 

Στην υπό κρίση περίπτωση, η αξίωση των Εφεσειόντων εδράζεται σε, κατ΄ ισχυρισμόν, μεταξύ τους συμφωνία με τους Εφεσίβλητους, για προσφορά εργασίας κατά το χρονικό διάστημα του Οκτωβρίου του 2003. Δεν υπάρχει οποιαδήποτε δικογραφημένη θέση που να καλύπτει τα όσα με μαρτυρία προσπάθησαν να θέσουν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε σχέση με το όλο φάσμα που κάλυπτε είτε την υποβολή προσφοράς και τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ Εφεσιβλήτων και S.M.A.T. LTD, είτε την εκτέλεση των εργασιών από την εταιρεία αυτή, είτε το εγερθέν ζήτημα ακυρότητας συνεπεία της μη σύστασης της S.M.A.T. LTD κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Αμφισβητείται, περαιτέρω, με τους τέσσερις πρώτους λόγους έφεσης, η αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Προβάλλεται, επιπρόσθετα, ο ισχυρισμός ότι τα ευρήματα δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του και τίθεται, ακόμη, ότι το εκδικάσαν Δικαστήριο έσφαλε καταλήγοντας ότι μια εταιρεία μπορεί να συμβάλλεται ή να εκτελεί εργασίες και να χρεώνει γι΄ αυτές προτού ακόμη συσταθεί.

 

Σε ό,τι αφορά τα παράπονα για εσφαλμένη αξιολόγηση και αβάσιμα συμπεράσματα, δεν έχουν περιθώρια επιτυχίας.  Στην πρωτόδικη απόφαση εντοπίζεται επαρκής αιτιολογία, εδραζόμενη σε ενδελεχή ανάλυση της μαρτυρίας, που οδηγούσε, αναπόδραστα, στα ευρήματα που κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως προς την αποδοχή της προσφοράς της S.M.A.T. LTD και την εκτέλεση των επίδικων εργασιών μεταξύ 7 και 17.10.03. Συνεπώς, δεν υπάρχει περιθώριο παρέμβασής μας, δεδομένου ότι, κατά πάγια νομολογία, το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου συγκρούονται με την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του (Παπανδρέας Αθανάση ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφεση Αρ. 45/2014, ημερ. 5.10.2016), ECLI:CY:AD:2016:B470.

 

Ως προς το υπόλοιπο μέρος των υπό εξέταση λόγων έφεσης, διαφεύγει, με όλο το σεβασμό, της πλευράς των Εφεσειόντων ότι μοναδικό επίδικο θέμα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν το κατά πόσον οι ίδιοι είχαν συμβατική σχέση με τους Εφεσίβλητους, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ούτως ώστε να νομιμοποιούνταν στη διεκδίκηση των αξιούμενων ποσών. Επί του ουσιαστικού αυτού ζητήματος η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου οδηγούσε προς μία κατεύθυνση και μόνο, ότι η επίδικη προσφορά κατακυρώθηκε στην εταιρεία S.M.A.T. LTD και ότι οι εργασίες εκτελέσθηκαν, προτού ανακληθεί η εν λόγω προσφορά. Υπό το πρίσμα αυτό και ως αποτέλεσμα της απόρριψης των θέσεων των Εφεσειόντων, περί μεταξύ τους συμφωνίας και εκτέλεσης εκ μέρους τους των εργασιών, αλλά και στην απουσία δικογράφησης, ως λέχθηκε, άλλων ισχυρισμών, αναπόφευκτα το πρωτόδικο Δικαστήριο οδηγήθηκε στην απόρριψη της αγωγής.

 

Μέσω των λόγων έφεσης 5 και 6 τίθεται ότι ασχέτως των όσων διαλαμβάνουν οι προηγούμενοι λόγοι έφεσης, έστω δηλαδή και αν η προσφορά δόθηκε στη S.M.A.T. LTD, οι Εφεσείοντες απέδειξαν και δικαιούνται σε απόφαση για μέρος της αξίωσης, ήτοι για ποσό €197 (ΛΚ115), για εργασίες που εκτέλεσαν προς όφελος των Εφεσιβλήτων στις 2.10.03 και στη βάση τιμολογίου που εξέδωσαν, ημερομηνίας 13.11.03, τεκμήριο 8.

 

Οι Εφεσίβλητοι ισχυρίζονται πως, εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι εργασίες εκτελέσθηκαν από την S.M.A.T. LTD και όχι από τους Εφεσείοντες, ορθά δεν επιδίκασε οποιοδήποτε ποσό προς όφελός τους. Προβάλλουν, εναλλακτικά, ότι, εν πάση περιπτώσει, η έκθεση απαίτησης δεν καλύπτει το υπό αναφορά ποσό.

 

Το παράπονο των Εφεσειόντων είναι βάσιμο. Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπάρχει επαρκής μαρτυρία, αδιαμφισβήτητη στην ουσία της, σύμφωνα με την οποία το τεκμήριο 8, τιμολόγιο των Εφεσειόντων, εκδόθηκε σε σχέση με την ενοικίαση ενός ανυψωτικού μηχανήματος των Εφεσειόντων από τους Εφεσίβλητους για δύο ώρες, προς διενέργεια εργασιών στις 2.10.2003. Αφορά δηλαδή εργασία που έλαβε χώραν σε προηγούμενο της προσφοράς χρόνο και δεν έχει καμία σχέση με τις εργασίες που περιλάμβανε η επίδικη προσφορά και οι οποίες διενεργήθηκαν μεταξύ 7 και 17.10.2003. Η αξία των εργασιών αυτών αποτυπώνεται στο τιμολόγιο που εξέδωσαν οι Εφεσίβλητοι, ημερομηνίας 5.11.08, τεκμήριο 15, για το ποσό των τότε ΛΚ2.415. Το άθροισμα των δύο τιμολογίων οδηγεί στο συνολικό ποσό των ΛΚ2.530, που καταγράφεται στην έκθεση απαίτησης. Συνεπώς, η απόρριψη του συνόλου της αξίωσης, για τους λόγους που αναφέρθηκαν ήταν εσφαλμένη. Οι Εφεσείοντες είχαν αποδείξει πρωτοδίκως, στα πλαίσια των δικογραφημένων τους θέσεων, μέρος της αξίωσης, ως ανωτέρω, ήτοι τότε ΛΚ115 και για το οποίο θα έπρεπε να είχε εκδοθεί προς όφελός τους απόφαση.

 

Οι λόγοι έφεσης 7-12 αφορούν σε ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 26.4.2012, μέσω της οποίας απορρίφθηκε αίτημα για τροποποίηση της αγωγής, ήτοι διόρθωσης του ονόματος των Εφεσιβλήτων-Εναγομένων, ούτως ώστε να αναφέρονται ως «Κυπριακή Εταιρεία Αποθήκευσης Πετρελαιοειδών Λτδ».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η διακριτική του ευχέρεια θα έπρεπε να ασκηθεί προς την κατεύθυνση απόρριψης του αιτήματος, προβάλλοντας την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην υποβολή της αίτησης και τον κίνδυνο εκτροχιασμού της πορείας της δίκης, η οποία βρισκόταν στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων.

 

Με τον δέοντα σεβασμό, η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ήταν, υπό το φως των όλων δεδομένων της υπόθεσης, εσφαλμένη.

 

Το όλο ζήτημα αφορούσε αλλαγή ονόματος της Εφεσίβλητης εταιρείας, τροποποίηση που εκ της φύσεώς της δεν θα είχε καμία επίδραση στα συμφέροντα των διαδίκων, ούτε και θα οδηγούσε σε εκτροχιασμό της δικαστικής διαδικασίας. Αντιθέτως, το συμφέρον της δικαιοσύνης, αποτιμούμενο υπό το φως των εκατέρωθεν δικαιωμάτων, επέβαλλε την έγκριση του αιτήματος, έστω και αν παρατηρήθηκε καθυστέρηση ως προς την υποβολή του. Δεν υπήρχαν σοβαροί λόγοι οι οποίοι και να συνηγορούσαν προς την αντίθετη προσέγγιση.

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω, η έφεση πετυχαίνει μερικώς. Εκδίδεται απόφαση υπέρ των Εφεσειόντων και εις βάρος των Εφεσιβλήτων, το όνομα των οποίων τροποποιείται ως ανωτέρω, για το ποσό των €197 (αντίστοιχο ΛΚ115). Ως προς τα έξοδα, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, επιδικάζεται συνολικό ποσό, πρωτοδίκως και κατ΄ έφεση, €400, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, προς όφελος των Εφεσειόντων.

 

                                                                                           

                                                      Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

                                                      Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                      Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο