ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ , Πολιτική Αίτηση Αρ. 220/2021, 24/11/2021

ECLI:CY:AD:2021:D530

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 220/2021)

 

 

24 Νοεμβρίου, 2021

 

 

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ XXX ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. XXXXXX, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 06/10/2021, Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟ 17785/2020

 

 

Χ. Γεωργίου για Πελεκάνος & Πελεκάνος ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

 

____________________________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

                                  (Δοθείσα αυθημερόν)

 

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής με την παρούσα Αίτηση ζητεί άδεια για να καταχωρήσει αίτηση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για να τεθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς το σκοπό ακύρωσης της Ενδιάμεσης Απόφασης ημερ. 6/10/2021, η οποία εκδόθηκε από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στο πλαίσιο δίκης εντός δίκης αναφορικά με τη γραπτή συγκατάθεση του Αιτητή για έρευνα των οχημάτων του με αρ. εγγραφής NXXXX5 και KXXXX6 ημερ. 18/7/2019, με την οποία έγινε αποδεκτή ως μαρτυρία και επιτράπηκε η κατάθεση της ως τεκμήριο, ως δικαστική πράξη παράνομη και/ή αντίθετη με το Σύνταγμα και/ή με το Ενωσιακό Δίκαιο και/ή με την αρχή υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου.

 

Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση και από Ένορκη Δήλωση της xxx Κίτσιου, δικηγόρου στη δικηγορική εταιρεία που εκπροσωπεί τον Αιτητή.

 

Ως Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα εξειδικεύονται, κατ’ ουσίαν, οι ακόλουθοι:

 

1)   Το Κατώτερο Δικαστήριο καθ’ υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας και/ή υπό έκδηλη πλάνη και/ή κατά παράβαση του Άρθρου 1Α του Συντάγματος και/ή της αρχής της υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου παρότι διαπίστωσε μέσα από την Ενδιάμεση Απόφαση του ημερ. 6/10/2021 ότι το Άρθρο 7 του Ν. 163(Ι)/2005 παραβιάσθηκε με τις ενέργειες της Αστυνομίας, εντούτοις παραγνώρισε και/ή αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον υπερσυνταγματικό χαρακτήρα της διαπιστωθείσας από μέρους του παραβίασης και/ή την υπερσυνταγματική ισχύ της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ.

2)   Το Κατώτερο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη  Ενδιάμεση Απόφαση                 του ημερ. 6/10/2021 υπέπεσε σε έκδηλη παρανομία, αφού                       εμφανώς παραβιάζει το Άρθρο 1Α του Συντάγματος και/ή την αρχή της υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου έναντι του Εθνικού Δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Συντάγματος, η οποία σύμφωνα με τη δεσμευτική νομολογία του ΔΕΕ δεν εξαντλείται στην ορθή μεταφορά της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ στην Κυπριακή έννομη τάξη με το Ν. 163(Ι)/2005,  αλλά εκτείνεται στην πιστή, αποτελεσματική και διαρκή εφαρμογή των διατάξεων της Οδηγίας και εναρμονιστικής νομοθεσίας από τις εθνικές αρχές και στην προστασία των δικαιωμάτων που οι σχετικές διατάξεις θεσπίζουν από τα Εθνικά Δικαστήρια.

3)   Το Κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση του ημερ. 6/10/2021 ενώ ήταν αρμόδιο όργανο για την προάσπιση και/ή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών του Αιτητή εσφαλμένα και/ή με έκδηλη πλάνη περί την εξουσία του δυνάμει του Άρθρου 35 του Συντάγματος και/ή την σύμφυτη εξουσία του, δεν διασφάλισε την αποτελεσματική εφαρμογή και σεβασμό των Άρθρων 11, 12 και 30 του Συντάγματος και στέρησε από τον Αιτητή τα δικαιώματα και/ή την αποτελεσματική τους εφαρμογή που κατοχυρώνει το Άρθρο 7 του                       Ν. 163(Ι)/2005, όπως αυτό μεταφέρει στην Κυπριακή έννομη τάξη το Άρθρο 4 της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ.

 

Με την υποστηρικτική της Αίτησης ένορκη δήλωση αναφέρεται ότι ο Αιτητής αντιμετωπίζει στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας την υπόθεση αρ. 17785/2020 και κατά την ακρόαση ο κ. Χάρης Γεωργίου, ένας εκ των δικηγόρων του, πρόβαλε ένσταση στην αποδεκτότητα και                κατ’ επέκταση στην κατάθεση της γραπτής συγκατάθεσης του Αιτητή για έρευνα των οχημάτων του με αρ. εγγραφής NXXXX5 και KXXXX6,                   ημερ. 18/7/2019, η οποία επιχειρήθηκε να κατατεθεί ως τεκμήριο από τον πρώτο μάρτυρα που κλήθηκε εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής, Αστυφύλακα 2XX2, xxx Παναγίδη. Η Ένσταση ηγέρθηκε ειδικότερα επί του ότι ο Αιτητής δεν ενημερώθηκε για τα εφαρμοστέα δικονομικά και θεμελιώδη δικαιώματα του εγγράφως αμέσως μετά τη σύλληψη του, ως τούτο επιτάσσει το Άρθρο 4 της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με το δικαίωμα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, ως τούτο έχει μεταφερθεί στην Κυπριακή έννομη τάξη με το Άρθρο 7 του περί των Δικαιωμάτων Υπόπτων Προσώπων, Προσώπων που συλλαμβάνονται και Προσώπων που Τελούν υπό κράτηση Νόμου του 2005 [Ν. 163(Ι)/2005]. 

 

Στην ένορκη δήλωση επισυνάπτονται πρακτικά αναφορικά με τη διαδικασία της δίκης εντός δίκης που διενεργήθηκε σε σχέση με την γραπτή συγκατάθεση του Αιτητή για έρευνα στα οχήματα του, καθώς και η προσβαλλόμενη Ενδιάμεση Απόφαση του Κακουργιοδικείου ημερ. 6/10/2021, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο της εν λόγω δίκης εντός δίκης.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, ο Αιτητής συνελήφθη στις 18/7/2019 και ώρα 14:52 στην οικία του δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης και στη συνέχεια ακολούθησε έρευνα στα οχήματα του Αιτητή αφού είχε προηγουμένως εξασφαλιστεί γραπτή συγκατάθεση του για έρευνα σε αυτά και σε μεταγενέστερο χρόνο του δόθηκε το έγγραφο με τα δικαιώματα του ως συλληφθείς.

 

Κατόπιν μελέτης της εν λόγω Απόφασης ο Αιτητής εισηγείται ότι το Κατώτερο Δικαστήριο, παρότι στη σελίδα 15 της απόφασης του, αναγνωρίζει ότι εκ της αποδεκτής από το Δικαστήριο μαρτυρίας, καθίσταται φανερό ότι η πρόνοια του Άρθρου 7 του Ν.163(Ι)/2005 έχει παραβιαστεί (εφόσον η παράδοση του εγγράφου δικαιωμάτων ακολούθησε της  γραπτής συγκατάθεσης, ενώ σύμφωνα με τη νομοθετική υποχρέωση, θα έπρεπε να είχε δοθεί στον κατηγορούμενο με τη σύλληψη του) εντούτοις, σύμφωνα πάντα με τον Αιτητή, παραγνωρίζει την «υπερσυνταγματική ισχύ της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της                  22ας Μαΐου 2012 καθώς και την  υπερσυνταγματική ισχύ της υπ' αναφορά νομοθετικής πρόνοιας, αφού ενσωματώνει στην Κυπριακή Έννομη τάξη, διατάξεις της Οδηγίας 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 και κατά συνέπεια, την υπερσυνταγματική ισχύ της εκ μέρους του διαπιστωθείσας παραβιάσεως». 

Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι ο Αιτητής μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου του έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν σε έκταση σήμερα τόσο γραπτώς όσο και δια ζώσης, με παραπομπή σε νομολογία.

Να υπενθυμίσω καταρχάς ότι, σύμφωνα με πάγια και διαχρονική νομολογία, το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως, όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του Κατώτερου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των Κανόνων της Φυσικής Δικαιοσύνης.

Στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 αναφέρθηκε από το Εφετείο ότι:

 

«Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει "εκ πρώτης όψεως" υπόθεση και/ή ότι υπάρχει "συζητήσιµο ζήτηµα", στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson [1966] 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η πλάνη περί το νόµο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό. Το πρακτικό είναι η ελεγχόµενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους οµολογίες - (Rex v. Nat BellLiquors Ltd. [1922] 2 A.C. 128στη σελ. 159, Baldwin & Francis v. Patent Appeal Tribunal [1959]    2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23). Πλάνη νόµου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal [1975]  2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλαµβάνει εσφαλµένη ερµηνεία νόµου, ή εσφαλµένη εφαρµογή του νόµου στα γεγονότα της υπόθεσης

 

Όπως αναφέρεται στη νομολογία, τυχόν λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari, αλλά ελέγχεται ως προς την ορθότητα της με το ένδικο μέσο της έφεσης[1]. Και τούτο, διότι η  έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης.

 

Συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις εντοπισμού εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης, τέτοια άδεια                      δεν χορηγείται όταν προβλέπεται άλλο υπαλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία και ειδικά έφεση, εκτός και εάν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον Κανόνα[2] εφόσον η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά σε κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης[3] και ούτε στοχεύει στον έλεγχο της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης[4].

 

Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μιτέλα, Πολιτική Εφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2/4/2019, «η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης».

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση το Κατώτερο Δικαστήριο ενεργώντας εντός του πλαισίου της δικαιοδοσίας του, αφού άκουσε σχετική μαρτυρία, κατέληξε σε μια αιτιολογημένη απόφαση. Είχε προς τούτο προηγηθεί η απόφαση του για διενέργεια δίκης εντός δίκης προς το σκοπό διαπίστωσης των συνθηκών υπογραφής από τον Αιτητή της συγκατάθεσης του για έρευνα σε οχήματα του και, συνεπακόλουθα, της αποδοχής του ή μη ως τεκμηρίου.

 

Όπως διαπιστώνεται, στο πλαίσιο αυτό αμφότερες οι διάδικες πλευρές είχαν την ευκαιρία να ακουστούν τόσο επί των πραγματικών ζητημάτων που ανεδείχθησαν μέσω της μαρτυρίας που προσκομίσθηκε, όσο επί των νομικών ζητημάτων που αφορούσαν στο υπό εξέταση θέμα. Στην προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου γίνεται αναφορά και ανάλυση στις θέσεις και εισηγήσεις τους με τελική κατάληξη το Κατώτερο Δικαστήριο να απορρίψει την επιχειρηματολογία των συνηγόρων του Αιτητή ως προς την ερμηνεία σχετικών με το υπό εξέταση θέμα νομοθετημάτων. Τυχόν λανθασμένη ερμηνεία του Νόμου από πλευράς του Δικαστηρίου ασφαλώς και δεν ενεργοποιεί την εφεδρεία αυτής της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων.

 

Όπως είναι νομολογημένο, ένταλμα της φύσης Certiorari μπορεί να εκδοθεί όταν έχει εμφιλοχωρήσει νομικό ελάττωμα εμφανές από τη δικογραφία, η ευχέρεια όμως αυτή δεν καλύπτει και τις νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Καλύπτει τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει φανερά εσφαλμένη ερμηνεία νόμου ή εσφαλμένη εφαρμογή του σε δεδομένη περίπτωση. Δεν είναι αρκετό να υπάρχει σοβαρή πλάνη ή ακόμα και πλάνη σε σχέση με καθιερωμένη νομική αρχή. Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί να διακριβωθεί από το δικαστήριο αμέσως και όχι ύστερα από έρευνα των στοιχείων ή της μαρτυρίας (Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (1996) 1 Α.Α.Δ. 1066).

 

Όσον αφορά την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Ostia Developers Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 373/2019, ημερ. 17/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:A46, την οποία ο ευπαίδευτος συνήγορος επικαλέστηκε, θεωρώ ότι, παρά το γεγονός ότι αφορούσε και την Οδηγία 2012/13/ΕΕ, αυτή διαφοροποιείται από την ενώπιον μας περίπτωση, αφού το ζήτημα που εξετάστηκε εκεί ήταν υπό διαφορετικό πρίσμα.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση κρίνω ότι ισχύουν πλήρως όσα η αδελφή Δικαστής Τάσια Ψαρά - Μιλτιάδου ανέφερε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Κυριάκου, Πολιτική Αίτηση αρ. 118/2021, ημερ. 16/6/2021, η οποία αφορούσε σε παρόμοια περίπτωση ως η υπό κρίση, με παραπομπή σε προηγούμενη Απόφαση της στην Πολιτική Αίτηση Αρ. 128/2019, Λειβαδιώτου, ημερ. 22/7/2019. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Δεν έχω πεισθεί πως η αιτήτρια έχει καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση. Το Κακουργιοδικείο ενήργησε μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Αφού άκουσε τους συνηγόρους, εξέδωσε αιτιολογημένη απόφαση στα πλαίσια της οποίας έδωσε την πιο πάνω ερμηνεία. Όπου εκ πρώτης όψεως φαίνεται πως υπάρχει δικαιοδοσία και πως η διαδικασία εξελίχθηκε κανονικά, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προχωρεί στην έκδοση προνομιακού εντάλματος, ούτε ακόμη και αν το κατώτερο Δικαστήριο «αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο» (βλ. Χρίστου (1996) 1 ΑΑΔ 398 και Πολ. Αίτ. 37/17, ημερ. 15.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:D83)».

 

 

Είναι πρόδηλο ότι μέσω της προβολής της εσφαλμένης, κατά τον Αιτητή, ερμηνείας των σχετικών νομοθετημάτων ό,τι εν προκειμένω επιδιώκεται είναι ο έλεγχος της ορθότητας της Απόφασης του Κατώτερου Δικαστηρίου.

 

Επιπλέον θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει λόγο έφεσης κατά της τελικής απόφασης εφόσον, βεβαίως, υπάρξει καταδίκη (Αναφορικά με την S.N.K. EXCLUSIVE PROPERTIES LTD (2015) 1Β Α.Α.Δ 1734, ECLI:CY:AD:2015:A523).

 

Στη βάση των πιο πάνω, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και/ή συζητήσιμο θέμα. Ούτε έχω ικανοποιηθεί ότι ο Αιτητής με τα όσα έχει πιο πάνω αναφέρει έχει καταδείξει την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

 

Ως εκ τούτου, η υπό κρίση Αίτηση απορρίπτεται.

  

 

 

 

 

 

                                             Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

                       Δ.

 

 

 

 

 



[1]Δέστε Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, Αίτηση της xxx Μουστερή κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017, ημερ. 24/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:D367, Αίτηση της Content Union S.A., Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2018, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:D286 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Αίτηση Αρ. 24/2020, ημερ. 10/3/2020, ECLI:CY:AD:2020:D96.

[2] Δέστε Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878.

[3] Δέστε Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2017, ημερ. 2/4/2018.

[4] Δέστε, μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464 και Marewave Shipping &Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο