
ECLI:CY:AD:2022:A52
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε15/2020)
24 Ιανουαρίου, 2022
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΕΚΖΗΤΟΥΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΝΟΜΟ ΑΡ. 133(Ι)/2004
XXX LIAO,
Εφεσείων-Εκζητούμενος,
ν.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητου.
____________________
Αντώνης Δημητρίου, μαζί με Χαρά Αλεξάνδρου (κα), για Δημητρίου & Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.
Αδάμος Σελίπας, για τον Εφεσίβλητο.
____________________
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από το Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Στις 9.4.2018, η εισαγγελική αρχή του Αμβούργου στη Γερμανία εξέδωσε εναντίον του εφεσείοντος ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, σε σχέση με αδικήματα φοροδιαφυγής, που αυτός φέρεται να διέπραξε στη χώρα εκείνην. Το ένταλμα κοινοποιήθηκε δεόντως στην αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Στις 25.11.2018, ο εφεσείων, καθ’ ον χρόνο διερχόταν από τον έλεγχο διαβατηρίων του αεροδρομίου Λάρνακας, προκειμένου να εισέλθει στη Δημοκρατία, συνελήφθη από την Αστυνομία, δυνάμει προσωρινού εντάλματος σύλληψης. Στις 26.11.2018, οδηγήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, προς εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, (το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης).
Με το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας, οι συνήγοροι του εφεσείοντος υπέβαλαν αίτημα προς το Δικαστήριο για παραπομπή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, (Δ.Ε.Ε.), προδικαστικού ερωτήματος, δυνάμει του ΄Αρθρου 267 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, (η Σ.Λ.Ε.Ε.). Η ευπαίδευτη Δικαστής που επιλαμβανόταν της υπόθεσης εξέτασε το προαναφερθέν αίτημα ενδελεχώς, από κάθε άποψη. Τελικώς, αποφάσισε την έγκρισή του και παρέπεμψε προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Ε. Η απόφαση, σχετικά, του Επαρχιακού Δικαστηρίου δόθηκε στις 25.1.2019.
Ο εφεσείων, ο οποίος κατά την πιο πάνω ημερομηνία ήταν παρών στο Δικαστήριο, διατάχθηκε να παραμείνει εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπό τους ίδιους περιοριστικούς όρους που είχαν τεθεί σε προηγούμενη ημερομηνία, με την προσθήκη «μέχρις ότου ειδοποιηθεί από την Πρωτοκολλητή, μέσω του συνηγόρου του, ότι η διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου θα επανεκκινήσει». Σαφώς, οι εν λόγω όροι τέθηκαν προς διασφάλιση της παρουσίας του στο Δικαστήριο κατά την επανεκκίνηση της προαναφερθείσας διαδικασίας. Στους περιοριστικούς όρους, περιλαμβανόταν διαταγή για κατάθεση από τον εφεσείοντα στο Δικαστήριο χρηματικής εγγύησης ύψους €500.000,00, με την οποία αυτός συμμορφώθηκε δεόντως.
Το προδικαστικό ερώτημα που παραπέμφθηκε από το Δικαστήριο έλαβε τον αριθμό υπόθεσης C-154/2019. Δεν πρόλαβε, όμως, να εξεταστεί από το Δ.Ε.Ε. Στις 27.5.2019, αυτό εξέδωσε απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-508/2018 και C-82/2019, σε σχέση με πανομοιότυπα προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία είχαν παραπεμφθεί από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Η εν λόγω απόφαση του Δ.Ε.Ε. δεν αποτελεί αντικείμενο προς συζήτηση στην παρούσα έφεση. Οδήγησε, όμως, το Δικαστήριο στη διαπίστωση ότι η διαδικασία για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έπρεπε να διακοπεί. Τούτο δηλώθηκε κατά τη συνεδρία του στις 8.7.2019, ως κοινή θέση τόσο του ιδίου όσο και της εκπροσώπου του εφεσίβλητου, Γενικού Εισαγγελέα. Σημειώνεται πως, κατά την πιο πάνω ημερομηνία, ο εφεσείων απουσίαζε από το Δικαστήριο. Λέχθηκε, μάλιστα, ότι αυτός δεν είχε τηρήσει τους λοιπούς περιοριστικούς όρους που είχαν τεθεί προς εξασφάλιση της παρουσίας του στο Δικαστήριο, κατά την επανεκκίνηση της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Ως αποτέλεσμα, εκδόθηκε εναντίον του ένταλμα σύλληψης και ο ίδιος καταζητείτο.
Κατά την τελευταία, πιο πάνω ημερομηνία, στις 8.7.2019, το Δικαστήριο, παρά τη δήλωση της συνηγόρου για τον εφεσίβλητο ότι αυτή θα απέσυρε τη διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, ενέκρινε αίτημά της για κατάσχεση της εγγύησης του εφεσείοντος, λόγω της απουσίας του. Σημειώνεται, σχετικά, πως η διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν επανεκκίνησε κατά την ημερομηνία εκείνην, ο δε εφεσείων και οι συνήγοροί του ήταν απόντες, αφού δεν κλήθηκαν να εμφανιστούν στο Δικαστήριο. Τούτο οδήγησε το Δικαστήριο να παρατηρήσει πως: «΄Ετσι κι αλλιώς η ουσία της υπόθεσης σήμερα δεν είναι ορισμένη, αφού αυτή τελεί υπό αναστολή μέχρι τη λήψη απάντησης από το ΔΕΕ.» Στη βάση τούτην, το Δικαστήριο δεν έδωσε νέα ημερομηνία, εν αναμονή της τυπικής, πλέον, απάντησης του Δ.Ε.Ε. σε σχέση με το προδικαστικό ερώτημα που το ίδιο είχε παραπέμψει.
Το γεγονός της κατάσχεσης της εγγύησης του εφεσείοντος οδήγησε στην καταχώριση, από τους συνηγόρους του, αίτησης για ακύρωση της σχετικής διαταγής. Το Δικαστήριο εξέτασε την εν λόγω αίτηση, υπό το φως και της ένστασης του εφεσίβλητου και, στις 11.12.2019, την απέρριψε. Τοιουτοτρόπως, επιβεβαίωσε την απόφασή του ημερομηνίας 8.7.2019, με την οποία διέταξε την κατάσχεση της εγγύησης. Συγχρόνως, απέρριψε τη διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης αναφορικά με τον εφεσείοντα. Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η προαναφερθείσα επιβεβαιωτική απόφαση του Δικαστηρίου. Με αυτήν, δεν εξετάστηκε, ούτε αποφασίστηκε οποιοδήποτε άλλο θέμα.
Με την έφεση, προβάλλεται, ως βασικός λόγος, η θέση πως το Δικαστήριο, υπό το φως της πιο πάνω κατάληξής του ότι η διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, ουσιαστικά, κατέστη ατελέσφορη, στερείτο εξουσίας να προβεί στην κατάσχεση της εγγύησης. Η θέση εκ μέρους του εφεσίβλητου, η οποία έγινε δεκτή από το Δικαστήριο, περιορίστηκε στην επισήμανση της απουσίας του εφεσείοντος από το Δικαστήριο στις 8.7.2019, όταν διατάχθηκε η κατάσχεση της χρηματικής εγγύησής του.
Κατ’ αρχάς, σημειώνεται ότι, όπως το ίδιο το Δικαστήριο παρατήρησε στις 8.7.2019, η διαδικασία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ήταν σε αναστολή. Κατά συνέπεια, ο εφεσείων δεν ήταν υπόχρεος να βρίσκεται στο Δικαστήριο την ημέρα εκείνην. Ανεξάρτητα, όμως, με την πτυχή αυτήν, πλέον σημαντική είναι η αναγνώριση, από το Δικαστήριο, κατά την πιο πάνω ημερομηνία, του ατελέσφορου, ουσιαστικά, της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης αναφορικά με τον εφεσείοντα, δεδομένης της σχετικής απόφασης του Δ.Ε.Ε. στις 27.5.2019. Αν ο τελευταίος τελούσε υπό κράτηση, το Δικαστήριο έπρεπε, καθηκόντως, να διατάξει όπως αυτός αφεθεί αμέσως ελεύθερος. Βέβαια, δεν ήταν αυτή η περίπτωση. Ο εφεσείων τελούσε υπό περιοριστικούς όρους, οι οποίοι, κατ’ αναλογία του προαναφερθέντος παραδείγματος για την άμεση απελευθέρωσή του σε περίπτωση που αυτός βρισκόταν υπό κράτηση, έπαυσαν, αυτομάτως, να βρίσκονται σε ισχύ, περιλαμβανομένης της χρηματικής εγγύησης. Ως εκ τούτου, δεν ήταν, πλέον, κατά νόμο, δυνατό για το Δικαστήριο να προβεί στην κατάσχεσή της, η δε διαταγή του, προς τούτο, κρίνεται εσφαλμένη.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει. Η διαταγή κατάσχεσης της χρηματικής εγγύησης που ο εφεσείων κατέθεσε στο Δικαστήριο, ακυρώνεται. ΄Οσον αφορά τα έξοδα, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Α. Πούγιουρου, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
/ΜΠ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο