BITONIC LTD v. BΑNK OF MOSCOW-BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK "BANK OF MOSCOW" (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 117/2018, 16/3/2022

ECLI:CY:AD:2022:A113

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 117/2018)

 

16 Μαρτίου, 2022

 

[Α.ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ., Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  Δ., Δ.ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.]

 

BITONIC LTD

Εφεσείουσα

ν.

BΑNK OF MOSCOW-BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK “BANK OF MOSCOW” (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), από τη Ρωσία

 

Εφεσίβλητης

_ _ _ _ _ _

 

Κ.Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα

Χρ. Νικολάου και Ε. Χριστοφή (κα), για Π. Παύλου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη

_ _ _ _ _

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

----------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Σύμφωνα με κοινή δήλωση των ευπαιδεύτων δικηγόρων των διαδίκων η παρούσα ΄Εφεση (Πολ.Εφ.117/18) είναι πανομοιότυπη με την Πολ.Εφ.116/18, παρά το ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές εκκαλούμενες αποφάσεις. 

 

Οι λόγοι έφεσης είναι κοινοί, πλην του ότι σε σχέση με την παρούσα έφεση υπάρχει πρόσθετος λόγος έφεσης (ο Λόγος ΄Εφεσης 9).  Ως εκ τούτου θεωρήσαμε πιο ευχερές οι λόγοι έφεσης να τύχουν εξέτασης στην παρούσα, που περιλαμβάνει τον πρόσθετο λόγο.

 

Στις 27.3.2018 εξεδόθη διάταγμα εκκαθάρισης της Εφεσείουσας δυνάμει Αίτησης της Εφεσίβλητης (petition).  Είχε προηγηθεί η Γενική αίτηση 424/15, με την οποία ενεγράφη αλλοδαπή δικαστική απόφαση υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της Εφεσείουσας.  Η εν λόγω απόφαση επικυρώθηκε με την Πολ.Εφ. 146/16 Αναφορικά με την ΒITONIC Ltd, (βλ. και Πολ.Εφ. 71/16 Aναφορικά με την ERTASIO HOLDINGS LTD και οι δύο σημερινής ημερομηνίας).

Της έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης για εγγραφή ακολούθησε γραπτή ειδοποίηση Απαίτησης σύμφωνα με το ΄Αρθ.212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ.113.  Ακολούθησε η Αίτηση (εκκαθάρισης), αποτέλεσμα της οποίας ήταν η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία εξεδόθη διάταγμα εκκαθάρισης της Εφεσείουσας, λόγω της παράλειψης να εξοφλήσει το οφειλόμενο ποσό στην εν λόγω γραπτή Απαίτηση.

 

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης με 9 λόγους έφεσης και εκτεταμένη αιτιολογία, ως αναλύεται στα ογκώδη περιγράμματα των δύο πλευρών.  Ενόψει του όγκου των επιχειρημάτων και των δύο πλευρών θα πρέπει να πούμε ευθύς εξ αρχής ότι όλα τα σχετικά θέματα – πρωτόδικα και εφετειακά – έχουν μελετηθεί, πλην όμως είναι αδύνατο να μεταφερθούν πλήρως οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα.  Υπήρξαν ωστόσο αντικείμενο - σ΄όλη τους την εμβέλεια - σκέψης και προβληματισμού από το Εφετείο, χωρίς να υπάρχει ανάγκη ειδικής επίκλησης τους (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999)2 Α.Α.Δ. 490, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. ΄Εφ. 176/18, 11.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:B4, Κώστουλος και Σία Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε.98/19, 1.2.2021 και Παύλου ν. Ευθυμίου, Πολ.΄Εφ. 33/2014, 23.6.2021), ECLI:CY:AD:2021:A269.

Θα προχωρήσουμε να καταγράψουμε τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, τους οποίους όμως για σκοπούς ευχερέστερης εξέτασης έχουμε ταξινομήσει σε ομάδες, ως εξής:

 

Α΄ Ομάδα – Λόγοι ΄Εφεσης 1, 2, 3 και 4 – συναρτώμενοι με τη διαιτησία και την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης.

Β΄ Ομάδα – Λόγος ΄Εφεσης 5 - Χαρτοσήμανση της Συμφωνίας –

Γ΄ Ομάδα –– Λόγοι ΄Εφεσης 6, 7 και 8 - Ο περί Εταιρειών Νόμος ΄Αρθρα 211 και 212

Δ΄ Ομάδα – Λόγος ΄Εφεσης 9 – Ανικανότητα για πληρωμή και ισολογισμός της Εφεσείουσας κατά την 31.12.2016

 

Εξέταση των λόγων της Α΄ Ομάδας - Λόγοι ΄Εφεσης 1, 2, 3 και 4  συναρτώμενοι - με τη διαιτησία και την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης.

Η Εφεσείουσα θεωρεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν εξέτασε τη θέση της ότι το κατ΄ισχυρισμόν οφειλόμενο ποσό «είχε εξοφληθεί και/ή είχαν μεταβιβαστεί περιουσιακά στοιχεία με δηλώσεις Εμπιστευμάτων» και εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη ότι εκκρεμεί προς εκδίκαση η αγωγή 7537/2014 Ε.Δ. Λευκωσίας με την οποία θα αποφασισθεί, μεταξύ άλλων, το θέμα της εξόφλησης με τον ως άνω τρόπο.  Εν πάση περιπτώσει, υπήρχε εμπρόθεσμη και εύλογη αμφισβήτηση του χρέους (1ος λόγος).  Επίσης ότι έσφαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο καθότι δεν εξέτασε τη θέση της για αμφισβήτηση του χρέους και ότι το ισχυριζόμενο οφειλόμενο ποσό είχε εξοφληθεί και/ή είχαν μεταβιβαστεί περιουσιακά στοιχεία με Δηλώσεις Εμπιστευμάτων (2ος λόγος), καθώς και ότι όφειλε να εξετάσει την αίτηση στο σύνολο και να κρίνει εάν υπάρχει εύλογη αμφισβήτηση του χρέους που αποτελούσε επίδικο θέμα κατά την εξέταση της αίτησης (3ος λόγος), ότι λανθασμένα έκρινε ότι η ύπαρξη της έφεσης δεν αρκεί για να καταδείξει εύλογη αμφισβήτηση του χρέους και λανθασμένα συμπέρανε ότι το κριτήριο είναι κατά πόσον διατάχθηκε αναστολή εκτέλεσης της απόφασης.  Το κριτήριο είναι η ύπαρξη έφεσης.  Η ίδια η οφειλή αμφισβητείται (4ος λόγος).

 

Ο πυρήνας της σκέψης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν πως οποιαδήποτε αμφισβήτηση που αφορούσε τόσο τη διαιτητική απόφαση όσο και την απόφαση εγγραφής αυτής, δεν μπορούσε να τύχει εξέτασης στην διαδικασία εκκαθάρισης. 

 

Βασικά με την έκδοση της διαιτητικής απόφασης επί της εγγραφής, η Εφεσείουσα κωλύεται στο να επανανοίξει οποιονδήποτε θέμα για το οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει καταλήξει απορρίπτοντας τις θέσεις της Εφεσείουσας αφενός για εξόφληση, με τον τρόπο που ισχυρίζεται, της επίδικης οφειλής αλλά και αφετέρου, για τα περί ακυρότητας του επίδικου δανείου και άλλα συναφή θέματα.  Τονίστηκε πως η οφειλή της Εφεσείουσας η οποία προέκυπτε από τη διαιτητική απόφαση έχει επιβεβαιωθεί με την απόφαση εγγραφής και είναι πλέον αδιαμφισβήτητη.  Στην υπόθεση  ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΜΕΤΟΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΤΥΠΟΥ – ΔΙΑΚΛΑΔΙΚΗ ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ «URALMETPROM» INTERDEPARTMENTAL CONCERN OAO URALMETPROM, ΕΞ. ΑΓ. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ, ΡΩΣΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ BESUNO LTD, (2014)1(Α) Α.Α.Δ. σελ. 427, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«…..Η αναγνώριση απόφασης τρίτης χώρας επιβεβαιώνει την καθόλα έγκυρη ύπαρξή της, εντάσσοντάς την, για σκοπούς εκτέλεσης, στα διαλαμβανόμενα στο δικαστικό σύστημα της αναγνωρίζουσας χώρας όρια, με όλες τις συνακόλουθες δραστικές συνέπειες. Μέσα από τη διαδικασία αναγνώρισης και εγγραφής διασφαλίζονται τα εχέγγυα βεβαίωσης έγκυρης και υπαρκτής αλλοδαπής απόφασης. Η ύπαρξη χρέους αποτελεί την αναγκαία και φυσική συνέπεια της επιβεβαίωσης της ύπαρξης απόφασης, επιβεβαίωση που επιτυγχάνεται μέσω της αναγνώρισης και εγγραφής της». 

 

Με  βάση τα πιο πάνω η οφειλή της Εφεσείουσας, στη βάση της διαιτητικής απόφασης αποτελεί πλέον και απόφαση Κυπριακού Δικαστηρίου και είναι αδιαμφισβήτητη.  Η Εφεσείουσα δεν προέβη σε αποπληρωμή του χρέους της μετά την έκδοση απόφασης εγγραφής και μετά την επίδοση σ΄αυτήν της απαίτησης πληρωμής εντός 21 ημερών.  Αναφορικά δε με την εκκρεμότητα της αγωγής αρ. 7537/14, στην απόφαση επί της εγγραφής της διαιτητικής απόφασης και πάλι εξετάστηκε η τυχόν επίδραση που θα μπορούσε να είχε και -  όπως και εφετειακά εκρίθη - δεν μπορούσε να είχε καμία σημασία στην εγκυρότητα της διαιτητικής απόφασης.  Για την αιτιολογία της προσέγγισης αυτής παραπέμπουμε στις αποφάσεις μας Πολ.Εφ. 146/16 Αναφορικά με την ΒITONIC Ltd και Πολ.Εφ. 71/16 Aναφορικά με την ERTASIO HOLDINGS LTD (με σημερινή ημερομηνία).

 

Η επιχειρηματολογία της Εφεσείουσας και στους τέσσερις πιο πάνω λόγους στην ουσία τους πλήττουν την εγκυρότητα της διαιτητικής απόφασης αλλά και της απόφασης εγγραφής, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δεδικασμένου σε σχέση με τα εγειρόμενα εκ νέου θέματα και ισχυρισμούς αποπληρωμής. (Βλ. Russel on Arbitration 21ed. p.315).  Στο Σύγγραμμα Gary B. Born, International Commercial Arbitration, 2nd ed., Kluwer Law International, 2014, p.3739-3744 αναφέρονται τα ακόλουθα:

«As formulated by one international award, "the sanctity of res judicata attached to a final decision of an international tribunal is an essential and settled rule of international law.” The same principle has been recognized by the International Court of Justice with regard to awards made by international arbitral tribunals. Commentary and other authorities are to the same effect in recognizing that international awards have preclusive effects under general principles of international law.»

 

Στο δε Σύγγραμμα Margaret L. Moses The Principles and Practice of International Commercial Arbitration, 2nd ed. σελ.198 αναφέρεται:

“A final and binding arbitral award has res judicata effect.  This means that the same issues cannot be arbitrated or litigated again between the same parties, as long as the award is not vacated.  Once an award has been confirmed by a court, it normally has the same res judicata effect as a court judgment”.

 

Δεδικασμένο υφίσταται και από την απόφαση εγγραφής με αποτέλεσμα να μη μπορεί να επιτύχει η θέση της εφεσείουσας για καλόπιστη και ουσιαστική υπεράσπιση, αφού στην ουσία γίνεται επανάληψη των ιδίων θέσεων που προβλήθηκαν κατά το στάδιο εγγραφής της διαιτητικής απόφασης.  (Βλ. FIDELITAS SHIPPING CO. LTD. v. V/O EXPORTCHLEB [1966]1 Q.B. 630, Μιχαήλ ν. Σκουτέλλα (2008)1Β Α.Α.Δ. 1125 και Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2008)1Β Α.Α.Δ. 1298).

 

Προσπάθεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιληφθεί εκ νέου των ιδίων θεμάτων θα ισοδυναμούσε με αναθεώρηση από ομόβαθμο Δικαστήριο απόφασης άλλου Δικαστηρίου σε άλλη διαδικασία.  (Βλ. Κυριάκου κ.ά. ν. Ταμείου δια  Πλεονάζον Προσωπικό (1993)1 Α.Α.Δ. 1020).

 

Σε σχέση με τον 4ο λόγο έφεσης και τη βάση του ισχυρισμού της Εφεσείουσας ότι η καταχώρηση έφεσης εναντίον της εγγραφής σημαίνει ότι υπάρχει αμφισβήτηση του εξ αποφάσεως χρέους της, ανεξάρτητα αν ζητήθηκε αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, εκτός του ότι δεν έχει πραγματική αξία αφού η έφεση επί της απόφασης εγγραφής έχει εκδικαστεί και απορριφθεί, θα προσθέταμε το αυτονόητο ότι η καταχώρηση έφεσης δεν αναιρεί ούτε αναστέλλει αφ΄εαυτής το κύρος της πρωτόδικης απόφασης.  (Βλ. Σύγγραμμα McPherson’s Law of Company Liquidation, στη σελίδα 127 αναφέρονται τα ακόλουθα:

“Where the petition is founded on an unpaid judgment debt or costs, the petitioner is not deprived of the right to a winding-up order simply because the company has lodged an appeal against the judgment. The proper course is for the company to apply for a stay of execution of the judgment pending determination of the appeal and to seek an adjournment of the winding-up petition»).

  

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η Α΄ Ομάδα των λόγων έφεσης απορρίπτεται.

 

Β΄ Ομάδα Λόγων ΄Εφεσης (5ος λόγος) – η χαρτοσήμανση της Συμφωνίας δανείου.

 

Το Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της Αίτησης εγγραφής της διαιτητικής απόφασης σε σχέση με τη χαρτοσήμανση της Συμφωνίας δανείου στην κατάληξη του ανέφερε τα ακόλουθα:

«Όσον αφορά το θέμα της χαρτοσήμανσης, ασκώντας την εξουσία που παρέχεται από το άρθρο 35(2) του Ν.19/63 διατάσσεται όπως:

 

α) Ο Πρωτοκολλητής διενεργήσει τα δέοντα για την επίδοση εγγράφου ειδοποιήσεως στην Αιτήτρια (ή στους δικηγόρους της) εντέλλουσαν αυτήν όπως εντός 30 ημερών από σήμερα προβεί στην καταβολή του μη καταβληθέντος χαρτοσήμου και του προστίμου

β) Το εκδοθέν στην παρούσα διαδικασία διάταγμα συνταχθεί μόνον εάν η Συμφωνία Δανείου, Τεκμήριο 2, και η Πρόσθετη Συμφωνία, Τεκμηρίο 3, χαρτοσημανθούν ως ανωτέρω (βλ. Maximos Court Ltd v. Πιερή κ.ά. (2001) 1 (Β) Α.Α.Δ. 875 και Αναφορικά με την ABP Holdings Ltd κ.ά (Αρ. 2) (1996) 1(A) Α.Α.Δ. 629)».

 

Η πλευρά της Εφεσίβλητης παρουσίασε την Συμφωνία Δανείου στον ΄Εφορο Χαρτοσήμανσης, ο οποίος την εξαίρεσε από την πληρωμή φόρου χαρτοσήμου και τέθηκαν επ΄αυτής σχετικές σφραγίδες σύμφωνα με τις οποίες η Συμφωνία θεωρείται δεόντως χαρτοσημασμένη, κατά τα διαλαμβανόμενα στα ΄Αρθρα 3 και 31 του περί Χαρτοσήμων Νόμου, Ν.19/63.

 

Η απόφαση του Εφόρου είναι διοικητική πράξη που δεν έχει προσβληθεί και φυσικά δεσμεύει.  Γι΄αυτό όταν συζητήθηκε η σύνταξη του Διατάγματος ημερ. 18.2.2016, ο Πρωτοκολλητής αφού το εξέτασε, διέγνωσε πως ο πιο πάνω όρος εκ της δικαστικής απόφασης είχε ικανοποιηθεί και ακολούθως συνέταξε το σχετικό Διάταγμα στις 27.9.2016.

 

Με βάση τα πιο πάνω, καμιά ανακολουθία ή πλημμέλεια δεν συντρέχει.  Αφενός, το συντεταγμένο διάταγμα ήταν ισχυρό και αφετέρου ορθά δεν «επενέβη» επί του θέματος το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Ο 5ος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Γ΄ Ομάδα – Λόγοι ΄Εφεσης 6, 7 και 8 - ο περί Εταιρειών Νόμος, άρθρ.211, 212

Αυτή η Ομάδα αφορά την ερμηνεία και εφαρμογή εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου των πιο πάνω άρθρων στην επίδικη αίτηση ως εξής: - ότι λανθασμένα έκρινε, χωρίς αυτό να αναφέρεται ρητά στο σώμα της Αίτησης εκκαθάρισης, ότι η Εφεσίβλητη ζητούσε την εκκαθάριση της Εφεσείουσας στις διατάξεις των άρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ.113 και στην ουσία το Δικαστήριο απέδωσε θεραπεία και/ή συμπλήρωσε το κενό της Αίτησης Εκκαθάρισης χωρίς να υπάρχει στην εν λόγω Αίτηση εξειδίκευση σε ποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 211 και 212 Κεφ.113 αναφερόταν η Αίτηση, (6ος λόγος), ότι έκρινε ότι πληρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 211 (ε) και 212(α) του Κεφ.113 και/ή εσφαλμένα έκρινε ότι η ειδοποίηση για απαίτηση για πληρωμή ήταν σύννομη.  Η γραπτή Ειδοποίηση/Απαίτηση την οποία έστειλε η Bank of Moscow ήταν αντίθετη με τις διατάξεις του Νόμου και/ή της Νομολογίας καθότι δεν είχε μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα η απαίτηση της Αιτήτριας, δεν έγινε ορθή επίδοση της απαίτησης της Αιτήτριας καθότι η επίδοση έπρεπε να γίνει από υπάλληλο της Αιτήτριας εταιρείας και όχι από συνηθισμένο διακομιστή και η επίδοση έγινε σε πρόσωπο μη εξουσιοδοτημένο να δέχεται επιδόσεις για την εταιρεία, (7ος λόγος) ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η Εφεσείουσα εδράζει το επιχείρημα της για τη μη ύπαρξη της οφειλής σε δύο άξονες και ότι εν πάση περιπτώσει οι θέσεις της είναι αντιφατικές.  Θα έπρεπε το Δικαστήριο να εξετάσει όλες τις θέσεις που τέθηκαν από την Εφεσείουσα (8ος λόγος).

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέτρεξε στη δικογραφία της Αίτησης καθώς και στο περιεχόμενο της στηρικτικής ένορκης δήλωσης και κατέληξε ότι ο λόγος που ζητήθηκε η εκκαθάριση της Εφεσείουσας είναι ότι ήταν αναξιόχρεη και ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της στη βάση των ΄Αρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου.  Η ανικανότητα δυνάμει του ΄Αρθρου 211(ε) προέκυπτε από τη μη συμμόρφωση της Εφεσείουσας με την απαίτηση πληρωμής εντός 21 ημερών από την επίδοση στο εγγεγραμμένο γραφείο της Εφεσείουσας, ως καθορίζεται στο ΄Αρθρο 212(α).  Είναι γεγονός ότι δεν αναφέρθηκαν στο κείμενο της Αίτησης οι συγκεκριμένες υποπαράγραφοι 211(ε) και 212(α).  Συμφωνούμε με την προσέγγιση και την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι αναφορές και η λεπτομερής καταγραφή σχετικών γεγονότων στην Αίτηση και στην ένορκη δήλωση επέτρεπαν στο Δικαστήριο να καταλήξει με βεβαιότητα σε ποία υπο-εδάφια των ΄Αρθρων εδραζόταν η νομική βάση της Αίτησης.  Δεν βρίσκει εφαρμογή στην παρούσα η υπόθεση Pan-Aman Hotels Limited ν. Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (2002)1Γ Α.Α.Δ. 1796 στην οποία η αίτηση ήταν ανεπαρκέστατη και δεν υπήρχαν οποιεσδήποτε αναφορές που θα καθιστούσαν δυνατή την πλήρωση του κενού, ως εν προκειμένω.  Περαιτέρω, στην υπό κρίση περίπτωση, σαφώς, στην παράγραφο 16 της Αίτησης Εκκαθάρισης καταγράφεται τόσο η επίδοση μέσω ιδιωτικού επιδότη στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας επιστολής και ή γραπτής αίτησης με ειδική αναφορά στα άρθρα 211(ε) και 212(α).  Συνεπώς υπάρχει ικανή συγκεκριμενοποίηση.

 

Με τον 7ο λόγο έφεσης τίθεται θέμα ελαττωματικής επίδοσης σε δύο σκέλη:  (α)  ότι η απαίτηση πληρωμής έγινε στην αγγλική γλώσσα και (β)  έγινε σε μη εξουσιοδοτημένο άτομο.  Θεωρούμε εντελώς αβάσιμο το λόγο έφεσης.  Σε σχέση με το πρώτο σκέλος ορθά τονίστηκε ότι η απαίτηση πληρωμής δεν είναι δικόγραφο και δεν υπάρχει επιτακτική πρόνοια ότι πρέπει να είναι στην ελληνική.  Σημαντική είναι και η πρόνοια του ΄Αρθρου 5(1)  του περί Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμου του Ν.67/88 στην οποία αναφέρεται ότι ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία δύναται να γίνει αποδεκτό και έγγραφο συντεταγμένο σε οποιαδήποτε γλώσσα.  Εν προκειμένω η αγγλική γλώσσα στην οποία συνετάχθη το έγγραφο ήταν γλώσσα με την οποία φαίνεται να υπήρχε επικοινωνία των διαδίκων γενικότερα.  Σε σχέση με τη δεύτερη πτυχή του προβαλλόμενου λόγου, δηλαδή την επίδοση σε μη εξουσιοδοτημένο άτομο, τονίζεται ότι η επίδοση έγινε στο εγγεγραμμένο γραφείο της Εφεσείουσας, στην κα Μ. Zάρκος διευθύντρια της εταιρικής γραμματέως της Εφεσείουσας.  Συνεπώς, η επίδοση είναι νόμιμη. Η δε επίδοση της απαίτησης από επιδότη και όχι από τον πιστωτή, ως η εισήγηση, όχι μόνο δεν προσκρούει σε κανένα κανόνα αλλά αντιθέτως διασφαλίζει τη νομιμότητα. Συνεπώς, δεν μπορεί να επιτύχει αμφισβήτηση της δέουσας επίδοσης.  (Βλ. Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού ν. Chr.P. Michaelides (Estates) Ltd (2002) 1A A.Α.Δ. 43, J.Z. Classic Music Pro Ltd v. Alkadia Music Land Ltd (2002) 1B A.Α.Δ. 1151). 

 

Προσθέτως, να τονίσουμε πως οποιαδήποτε άλλη «διερεύνηση» περί προβληματικής επίδοσης ως προς το χώρο της επίδοσης, ως επιχειρήθηκε από την πλευρά της Εφεσείουσας,  δεν μπορεί να τελεσφορήσει γιατί κάτι τέτοιο δεν προβλήθηκε πρωτοδίκως.  (Βλ. F.H.K. Hotels Holdings Ltd v. A.S. Air Control Ltd (1999)1 A.A.Δ. 2159).

 

 

Αναφορικά με τον 8ο λόγο έφεσης παρατηρούμε ότι στην πραγματικότητα η Εφεσείουσα επανέρχεται σε σχέση με την εγκυρότητα ή μη της ρήτρας διαιτησίας και των συμφωνιών δανείου.  Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, τα πιο πάνω έχουν τελεσιδικήσει με την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης, έστω και αν προβάλλονται κάτω από το κεφάλαιο της κατάχρησης.

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, όλοι οι λόγοι έφεσης της Ομάδας αυτής απορρίπτονται.

 

Δ΄ Ομάδα - Λόγος ΄Εφεσης 9 – ο ισολογισμός που δεν λήφθηκε υπόψη.

Η Εφεσείουσα προβάλλει τη θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει την οικονομική κατάσταση της Εφεσείουσας ως ετέθη με την κατάθεση μέρους των οικονομικών καταστάσεων της, καθώς η Εφεσείουσα αμφισβήτησε την οφειλή της μετά την επίδοση της απαίτησης πληρωμής.  Θα συμφωνήσουμε με την πλευρά της Εφεσίβλητης ότι εφόσον αποδείχθηκαν οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 212(α), καμία άλλη μαρτυρία δεν χρειαζόταν σε σχέση με την οικονομική κατάσταση της Εφεσείουσας.  Στη Δημήτρης Αυξεντίου & Υιός (Γεωργικά Μηχανήματα) Λτδ ν. Hellenic Bank Public Company Ltd (2014)1(Γ) 2534, γίνεται αναφορά σε προηγούμενη νομολογία και αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Τα Άρθρα 211 και 212 έτυχαν ανάλυσης στην υπόθεση G.I.PConstruction Ltdv. Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1991) 1 Α.Α.Δ. 15, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Τα Άρθρα 211 και 212 του δικού μας Νόμου είναι αντιγραφή του αντίστοιχου αγγλικού. Στην Αγγλία η έννοια των διατάξεων αυτών έχει φωτισθεί από νομολογία. Σύμφωνα με την αγγλική προσέγγιση, η εξειδίκευση των περιστάσεων στο Άρθρο 212 δεν περιορίζει την γενικότητα του Άρθρου 211 αναφορικά με την αδυναμία πληρωμής των χρεών της από μια εταιρεία. Δηλαδή, οι εξειδικευμένοι λόγοι συνιστούν ορισμένες περιστάσεις που εγείρουν νομοθετικό τεκμήριο ύπαρξης της αδυναμίας πληρωμής χρεών αλλά δεν εξαντλούν το πεδίο για προσκόμιση οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας που θα μπορούσε να κατατείνει στο ίδιο αποτέλεσμα…Η διαφορά μεταξύ της γενικότερης εξέτασης του θέματος και των εξειδικευμένων περιπτώσεων του 212 (α) και 212(β) είναι η εξής. Στις εξειδικευμένες περιπτώσεις, η εκπλήρωση των προϋποθέσεων που τίθενται οδηγούν από μόνες τους και στην κατάληξη. Εγείρεται δηλαδή το νομοθετικό τεκμήριο περί αδυναμίας πληρωμής χρεών. Αντίθετα, στην περίπτωση της γενικότερης εξέτασης του θέματος, το θέμα κρίνεται ανάλογα με το πώς θα αξιολογηθούν τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου περιλαμβανομένων και εκείνων στην άλλη πλευρά της πλάστιγγας που θα ήθελε προβάλει η εταιρεία.»

 

Στην Μ. Mouletaris Machinery Co. Ltd. v. Ζήνωνος (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1649 επιβεβαιώθηκε η G.I.P. Constructions Ltd (πιο πάνω) ότι ορθά αναλύει τον Νόμο και ορθά αναλύει τη νομολογία. Πρόσθετα λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 1651 από τον Αρτεμίδη, Δ., όπως ήταν τότε:

 

«Δέχθηκε βεβαίως, και πολύ ορθά πως, στην περίπτωση που αποδεικνύονται τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στο Άρθρο 212, το Δικαστήριο δεν έχει διακριτική ευχέρεια, και διατάσσει τη διάλυση της εταιρείας, ενώ αν ικανοποιηθούν οι πρόνοιες του Άρθρου 211 το Δικαστήριο διατηρεί τέτοια ευχέρεια.»

(Βλεπίσης την Pan - AMAN Hotels Ltd (άνω)).

 

Η πρωτόδικη κρίση περί αφερεγγυότητας της εφεσείουσας είναι ορθή. Η ανικανότητα πληρωμής χρεών που αναφέρεται στο Άρθρο 211(ε) του Κεφ. 113, είναι η γενική ρύθμιση του θέματος. Το τι συνιστά ανικανότητα πληρωμής χρεών εξειδικεύεται στο Άρθρο 212 και οποιαδήποτε των τριών διατάξεων του εν λόγω άρθρου τεκμαίρεται να σημαίνει ότι η εταιρεία αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη της. Η απόδειξη της προϋπόθεσης της παραγράφου (α) του Άρθρου 212 είναι αρκετή να επιφέρει την εκκαθάριση της εταιρείας θεωρούμενης ανίκανης να πληρώσει τα χρέη της, χωρίς να αποκλείεται η προσκόμιση και άλλης μαρτυρίας που να αποδεικνύει την ανικανότητα αυτή.

 

Με την ικανοποίηση του Άρθρου 212 (α), η εταιρεία φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν «αμέλησε» να πληρώσει την απαίτηση του πιστωτή διότι έχει κατά τα άλλα μια μια ουσιώδη και εύλογη υπεράσπιση, όπως ότι εξόφλησε την γενικότερη οφειλή. Εξ’ ου και ο πιστωτής είναι σοφότερο να εναγάγει την εταιρεία προηγουμένως, να εξασφαλίζει δικαστική υπερ του απόφαση οπότε και η εταιρεία θα εμποδίζεται από την απόφαση να αμφισβητήσει την εταιρική αίτηση επί τους ουσίας της. (PenningtonCompany Law, 3η έκδοση σελ. 674-675).

 

(Βλ. επίσης Ανδρέας Γεωργιάδης και Υιός Λτδ ν. Alpha Bank Cyprus Ltd Πολ.Εφ. 177/2011, 15.5.2017), ECLI:CY:AD:2017:A176.

 

 Ο λόγος έφεσης 9 απορρίπτεται.

 

Συνολικά η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €2,500, πλέον ΦΠΑ υπέρ της Εφεσίβλητης.

                                                               ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

                                                               ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                               ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο