ΜΙΧΑΛΗΣ Α. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ v. ΑΝΤΩΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ, Πολιτική Έφεση Αρ. 94/2013, 30/6/2022

ECLI:CY:AD:2022:D288

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 94/2013)

 

30 Ιουνίου, 2022

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π.]

[Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,  Δ/στές]

 

ΜΙΧΑΛΗΣ Α. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ

Εφεσείων

ν.

 

ΑΝΤΩΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ

Εφεσίβλητου

_________________________

Α. Κορομίας με Μ. Ευθυμίου (κα) για Δράκο & Ευθυμίου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

    Αγ. Γεωργιάδης με Εμ. Κυριαζή (κα) για Χρήστο Γεωργιάδη & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο.

________________________

ΠΑΝΑΓΗ, Π.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ.

_______________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:Ο Εφεσείων είναι δικηγόρος και ασκεί το λειτούργημα του δικηγόρου στην επαρχία Πάφου.  Ο Εφεσίβλητος είναι Γενικός Χειρουργός και Ουρολόγος και ασκεί το λειτούργημα του ιατρού επίσης στην Πάφο.  Στις 6.8.2002 ο Εφεσίβλητος υπέβαλε τον Εφεσείοντα σε λαπαροσκοπική εγχείρηση για να αντιμετωπιστεί αμφοτερόπλευρη βουβωνοκήλη με την οποία ο Εφεσείων διαγνώστηκε από τον ίδιο τον Ιανουάριο του 2002.    Ήταν η θέση του Εφεσείοντα ότι κακώς υπεβλήθη από τον Εφεσίβλητο σε εγχείρηση βουβωνοκήλης εφόσον δεν είχε τέτοια πάθηση.  Ήταν ακόμη η θέση του ότι οι πόνοι που ένιωθε και για τους οποίους αποτάθηκε στον Εφεσίβλητο, οφείλονταν σε άλλες αιτίες.  Ο Εφεσείων καταλογίζει στον Εφεσίβλητο ευθύνη για το γεγονός ότι τον υπέβαλε σε μια αχρείαστη εγχείρηση, με αποτέλεσμα να υποστεί ταλαιπωρία, κακουχία, μόνιμες βλάβες και ζημιές.

 

Έτσι, με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα (O.2, r.1), που καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στις 28.5.2004,αξίωνε εναντίον του Εφεσίβλητου, αποζημιώσεις για γενικές και ειδικές ζημιές που κατ΄ ισχυρισμόν υπέστη λόγω ιατρικής αμέλειας. Αξίωνε ακόμη «επιπρόσθετα και/ή διαζευκτικά, αποζημιώσεις επειδή η εγχείρηση διενεργήθηκε δια πράξεως ή/και πράξεων που συνιστούν βία (Battery) ή/και δια πράξεως ή/και πράξεων που ισοδυναμούν με επέμβαση κατά του προσώπου του Ενάγοντος (trespass to theperson) ή/και επίθεση (assault)».

 

     Στις 14.1.2009 ο Εφεσείων καταχώρισε την Έκθεση Απαίτησης του η οποία καταλαμβάνει 39 δακτυλογραφημένες σελίδες.   Θα παραθέσουμε σε πολύ γενικές γραμμές το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης.   Σύμφωνα με αυτό, ο Εφεσείων κατά πάντα  ουσιώδη χρόνο ήταν ηλικίας 47 ετών και ασκούσε το λειτούργημα του δικηγόρου σε δικηγορικό γραφείο στην Πάφο όπου διατηρούσε.  Οι καθαρές απολαβές του και/ή εισοδήματα του ανήρχοντο περίπου σε €1.700 μηνιαίως (περίπου Λ.Κ. 1000).   Ο Εφεσίβλητος κατά πάντα ουσιώδη χρόνο ασκούσε το λειτούργημα του ιατρού σε ιδιωτική κλινική στην Πάφο.   Τον Ιανουάριο του 2002 ο Εφεσείων ήταν ένα υγιές και δραστήριο άτομο με πολλά ενδιαφέροντα και δραστηριότητες.   Διεκρίνετο δια την υψηλήν απόδοση του στο λειτούργημα του δικηγόρου με εξαιρετικές προοπτικές για επαγγελματική ανέλιξη και για αύξηση της εισοδηματικής του ικανότητας.   Κατά ή περί τον πιο πάνω χρόνο, ένιωσε πόνο στο πάνω μέρος της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής του στήλης, στην περιοχή του αριστερού νεφρού, «ο οποίος κατέβαινε αριστερά πίσω προς τα οστά της λεκάνης και ζώνοντας έσβηνε μέσα στον αριστερό του όρχι».    Συνεπεία του πιο πάνω πόνου, επισκέφθηκε τον Εφεσίβλητο για ιατρική εξέταση.  Ο τελευταίος αφού τοποθέτησε το δάκτυλο του στην κάτω αριστερή βουβωνική χώρα του Εφεσείοντα, και χωρίς να του ζητήσει να βήξει, το πίεσε προς τα μέσα και ανέφερε στον Εφεσείοντα ότι είχε κήλη αριστερά και ότι είναι γι΄ αυτόν τον λόγο που ένιωθε πόνο στον αριστερό του όρχι.  Εισηγήθηκε στον Εφεσείοντα να μην προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια και να αφήσει την κήλη να ηρεμήσει.   Μετά την εν λόγω επίσκεψη, ο πόνος του Εφεσείοντα υποχώρησε και αυτός δεν είχε οποιαδήποτε άλλη ενόχληση.   Κατά ή περί τις αρχές του Ιουλίου του 2002, ο Εφεσείων ένιωσε τον ίδιο πόνο στην αριστερή νεφρική περιοχή, αριστερή λεκάνη και αριστερό όρχι, με αποτέλεσμα να επισκεφθεί εκ νέου τον Εφεσίβλητο.  Ο τελευταίος τοποθέτησε και πάλι το δάκτυλο του στην αριστερή και δεξιά βουβωνική χώρα, και χωρίς να του ζητήσει να βήξει, «γνωμάτευσε ή/και ανέφερε στον Ενάγοντα  ότι είχε μια μεγάλη κοίλη στα αριστερά και μια μικρότερη στα δεξιά και του ανέφερε ότι θα του κάμει επέμβαση με λέϊζερ.   Μετά πάροδο 1-2 ημερών από την τελευταία επίσκεψη ο πόνος του Ενάγοντα υποχώρησε και πέρασε χωρίς αυτός να πονά πουθενά».   Μέχρι και τις 6.8.2002 ο Εφεσείων δεν είχε πόνο ή ενόχληση στο σώμα του.   Κατά ή περί τις 6.8.2002 και κατόπιν προτροπής του Εφεσίβλητου, ο τελευταίος διενήργησε στον Εφεσείοντα εγχείρηση ή/και λαπαροσκοπική διόρθωση αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης.

 

Ήταν η δικογραφημένη θέση του Εφεσείοντα ότι o Εφεσίβλητος αδικαιολόγητα τον υπέβαλε σ΄ αυτή τη χειρουργική επέμβαση αφού δεν είχε βουβωνοκήλες.   Διαζευκτικά ισχυρίζεται ότι και αν ακόμη υπήρχε ανάγκη διενέργειας εγχείρησης, ο Εφεσίβλητος την διενήργησε με βαριά ιατρική και/ή επαγγελματική αμέλεια.     Στο δικόγραφο παρατίθενται 103 ξεχωριστές παράγραφοι αμέλειας ((α)-(ζζζζζ)).   Δεν χρειάζεται να τις παραθέσουμε, απλώς να επαναλάβουμε πως η θέση του Εφεσείοντα ήταν ότι η χειρουργική επέμβαση έγινε χωρίς να χρειάζεται, ότι η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε δεν ήταν η ενδεδειγμένη, και εν πάση περιπτώσει αυτή διενεργήθηκε πλημμελώς,  με αποτέλεσμα να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή και η υγεία του.   Στη συνέχεια παρατίθενται στο δικόγραφο του λεπτομέρειες σωματικών βλαβών, οι οποίες καταλαμβάνουν 79 παραγράφους ((α)-(ηηηη)).   Σε κάποιες μάλιστα από τις 79 παραγράφους, υπάρχουν και υποπαράγραφοι.  Δεν χρειάζεται να παραθέσουμε τη φύση όλων των κατ΄ ισχυρισμόν σωματικών βλαβών του Εφεσείοντα.  Ενδεικτικά αναφέρουμε πως στην παράγραφο (ρρρ) των σωματικών βλαβών, γίνεται αναφορά σε «σεξουαλικά προβλήματα, μείωση σεξουαλικής δραστηριότητας, πόνοι κατά την σεξουαλική πράξη ή/και εκσπερμάτωση».Στην παράγραφο 36 της ΄Εκθεσης Απαίτησης παρατίθενται σε 60 παραγράφους ((α)-(ννν)) οι λεπτομέρειες των ειδικών ζημιών του Εφεσείοντα.  Τέλος, αξιώνονται γενικές, τιμωρητικές, και παραδειγματικές αποζημιώσεις.

 

    Ο Εφεσίβλητος με το δικόγραφο της Υπεράσπισης του, το οποίο καταχώρισε στις 5.2.2010 αρνήθηκε όλους τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του Εφεσείοντα και κάλισε αυτόν σε αυστηρή απόδειξη.  Στην παράγραφο 4 του δικογράφου του είχε αναφέρει ότι «… οι εξετάσεις, βιοχημικές αναλύσεις και απεικονιστικοί έλεγχοι στους οποίους υπέβαλε τον ενάγοντα, ήταν υπό τις περιστάσεις οι ενδεδειγμένες και ότι η ιατρική διάγνωση και συνολική ιατρική αντιμετώπιση, περιλαμβανομένης και χειρουργικής επέμβασης, καθώς και οι οδηγίες και συμβουλές του εναγομένου ήσαν ορθές και σύμφωνες με την ιατρική γνώση».    Ήταν ακόμη η δικογραφημένη θέση του πως τα όποια προβλήματα ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι έχει,δεν ήταν προβλήματα για τα οποία τον επισκέφθηκε και ούτε αυτά έχουν οποιαδήποτε αιτιώδη σχέση με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη του.    Άνευ βλάβης της πιο πάνω θέσης του, είχε αναφέρει πως σε περίπτωση που αποδειχθούν οποιεσδήποτε βλάβες, απώλειες ή ζημιές του Εφεσείοντα, αυτές προκλήθηκαν από αμέλεια, και/ή από συντρέχουσα αμέλεια του Εφεσείοντα και/ή από αμέλεια τρίτων.  Σε κάθε δε περίπτωση αναφέρει πως ο Εφεσείων δεν φρόντισε να μειώσει τις ζημιές του αφού δεν ακολούθησε τις οδηγίες του και/ή απομακρύνθηκε χωρίς εύλογη αιτία από κάθε ιατρική φροντίδα του.        

 

     Κατά την ακροαματική διαδικασία που έλαβε χώρα, ο Εφεσείων κατέθεσε ενόρκως.  Ήταν η θέση του ότι πριν υποβληθεί στη χειρουργική επέμβαση από τον Εφεσίβλητο, ουδέν πρόβλημα υγείας αντιμετώπιζε.   Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην κυρίως εξέταση του:

 

«… Μπορώ να πω και αυτό δεν είναι φαντασίας μου από πλευράς υγείας ήμουν όπως ένα δυνατό άλογο.   Κατά το 2002 είχαμε ανορύξει γεώτρηση για ανεύρεση νερού σε χωράφι μας στην περιοχή Μεσόγης σε συνεργασία μάλιστα με συγγενικά πρόσωπα του Εναγομένου.   Είχα λάβει μέρος σε  όλες τις εργασίες χωρίς κανένα πρόβλημα.  Επίσης απ΄ ότι ανέφερα στη δήλωση μου, και αυτό είναι πραγματικότητα, από τις 20/4 και τον Μάιο του 2002 ήμουν τόσο καλά που φύτεψα ένα χωράφι μόνος μου με πεπονοειδή και σπόρους και λάστιχα άρδευσης.   Δεν είχα καμία ενόχληση.   Ένας άνθρωπος ο οποίος έχει κήλες μπορεί να φυτέψει πεπονοειδή ή να πάει στο χωράφι καθόλου;»

Να σημειώσουμε πως ο Εφεσείων στις λεπτομέρειες αμέλειας που καταλογίζει στον Εφεσίβλητο, κάνει αναφορά σε συμπτώματα και σε πόνους που ο ίδιος παρουσίαζε πριν από την εγχείρηση βουβωνοκήλης, και τα οποία οφείλονταν, κατά τον ίδιο, σε άλλες αιτίες και συγκεκριμένα σε «πέτρες στον αριστερό νεφρό και/ή σε νεφρολιθίαση αριστερά», σε μια προσπάθεια του να υποστηρίξει πως ο Εφεσίβλητος δεν έκανε ορθή διάγνωση και κατ΄ επέκταση τον υπέβαλε σε μια αχρείαστη εγχείρηση.

 

Είχε ακόμη αναφέρει στην κυρίως εξέταση του, πως μόλις ξύπνησε από την νάρκωση μετά την εγχείρηση, ήθελε να στραφεί δικαστικώς εναντίον του Εφεσείοντα αφού είχε «πρωτόγνωρους πόνους στην κοιλιακή χώρα και στους όρχεις του».  Για να προσθέσει, πως «αν δεν ήμουν ναρκωμένος κατά τη στιγμή της επέμβασης δεν θα άφηνα τον άνθρωπο να προχωρήσει και να με αγγίξει περαιτέρω.  Θα σηκωνόμουν να τρέξω να φύγω μακριά».    

 

   Όσον αφορά στις κατ΄ ισχυρισμόν ζημιές του συνεπεία του κατ΄ ισχυρισμόν πόνου που νιώθει από την κατ΄ ισχυρισμόν αδικαιολόγητη χειρουργική επέμβαση που τον υπέβαλε ο  Εφεσίβλητος, ανέφερε στην κυρίως εξέταση του και τα ακόλουθα:   

«Ενώπιον Θεού και ανθρώπου λέω την αλήθεια ότι υπάρχει και παροιμία όταν κάποιος δεν είναι ήρεμος, όταν ενδεχομένως κάτι τον απασχολεί, όταν πονεί ή όταν είναι ανήσυχος και ανάστατος λέμε συνήθως και απολογούμαι για την έκφραση, να γυρίσω απ΄ εδώ να μην βλέπω το Δικαστήριο ‘τι έπαθε τούτος ο άνθρωπος;  Πώς συμπεριφέρεται έτσι λες και τον τραβούν από τα αρχίδια;’    Οι πόνοι τώρα μιλώ πονώ τους όρχεις μου.   Ο πόνος αυτός με αναστατώνει.   Πονώ το υπογάστριο. ……  Έχω χάσει αρκετές δικαστικές υποθέσεις, έχω χάσει αρκετές πηγές υποθέσεων λόγω του ότι νιώθω πόνο τις παραμελώ και τις παραμελούσα.   Έχει κυκλοφορήσει στο κοινό της Πάφου σε κάποιους κύκλους δυστυχώς το πάθημα αυτό της κατάστασης μουκαι η έλλειψη συγκέντρωσης στο χειρισμό των υποθέσεων και έτσι αυτό το κοινό της Πάφου δεν με εμπιστεύεται, δεν μου φέρνουν υποθέσεις και δυστυχώς επηρεάστηκε.  Σήμερα χρωστώ τουλάχιστον περίπου €100.000 και ασφαλώς δεν υπάρχει τρόπος να τα εισπράξω από τη δικηγορία.   Η κατάσταση μου είναι τραγική τόσο σωματική όσο και επαγγελματική».

 

    Ο Εφεσείων κάλεσε και έντεκα μάρτυρες, όλοι ιατροί, εκτός από ένα, διαφόρων ειδικοτήτων, τον Ακτινόλογο  Ανδρέα Ανδρέου (Μ.Ε. 2), την Μικροβιολόγο Ξένια Σωτηριάδου (Μ.Ε. 3), τον Ουρολόγο Αντώνη Αντωνίου (Μ.Ε. 4), τον Φωτογράφο Κυριάκο Λάρκο (Μ.Ε. 5), τον Ιατροδικαστή Μάριο Ματσάκη (Μ.Ε. 6), τον Ουρολόγο Κώστα Μαυρομμάτη (Μ.Ε. 7), τον Ακτινολόγο Ανδρέα Κοτζιαμάνη (Μ.Ε. 8), τον Χειρουργό Άγγελο Στυλιανού (Μ.Ε. 9), τον Ιατροδικαστή Πανίκο Σταυριανό (Μ.Ε. 10), τον Ρώσο ιατρό Μπόρις Κουχαρτσιούκ, ο οποίος ομιλεί την Ελληνική και Ρωσική γλώσσα  (Μ.Ε. 11), και ο οποίος είχε εκτελέσει χρέη διερμηνέα στο Δικαστήριο καθ΄ ον χρόνο έδιδε μαρτυρία ο άλλος Ρώσος ιατρός Βλαδιμήρ Ανισιένκο (Μ.Ε. 12).    Ο τελευταίος είχε εγχειρήσει στις 16.6.2004 τον Εφεσείοντα στη Ρωσία, όπου μετέβη συνοδευόμενος από τον ιατροδικαστή Πανίκο Σταυριανό (Μ.Ε. 10).

 

Η θέση του Εφεσίβλητου κατά την ακροαματική διαδικασία ήταν ότι ο Εφεσείων από το 1984 μέχρι και το 2002 τον επισκεπτόταν για μικροπροβλήματα που αντιμετώπιζε.   Τον Ιανουάριο του 2002 τον υπέβαλε σε ιατρική εξέταση η οποία κατέδειξε ότι ο Εφεσείων είχε μια μεγάλη βουβωνοκήλη στην δεξιά πλευρά και άλλη μια μικρή στην αριστερή πλευρά, κάτι που είναι συνηθισμένο σε άνδρες νεαρής ηλικίας.  Ο Εφεσείων τον επισκέφθηκε εκ νέου τον Ιούλιο του 2002 όπου επιβεβαίωσε τα πιο πάνω ευρήματα του.  Τότε του εξήγησε με λεπτομέρεια τι είναι η βουβωνοκήλη και ότι αυτή αντιμετωπίζεται χειρουργικά.   Επειδή ο Εφεσείων είχε δύο βουβωνοκήλες του συνέστησε την λαπαροσκοπική επέμβαση, δίδοντας του περιγραφή της συγκεκριμένης μεθόδου αλλά και επιδεικνύοντας του τα λαπαροσκοπικά εργαλεία.   Του εξήγησε ακόμη τις επιπλοκές που είναι δυνατόν να προκύψουν από μια τέτοια επέμβαση, όπως φούσκωμα ή μαύρισμα των όρχεων και πόνος για δύο-τρεις εβδομάδες, πληροφορώντας τον ταυτόχρονα και για τα μέτρα αντιμετώπισης τους.   Στις 6.8.2002 ο Εφεσείων εισήλθε στην κλινική του, και αφού του έγινε ο συνήθης προεγχειρητικός έλεγχος μεταφέρθηκε στο χειρουργείο, και κάτω από γενική αναισθησία του έγινε λαπαροσκόπηση όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη των βουβωνοκήλων.    Ακολούθως του έγινε διακοιλιακή λαπαροσκοπική διόρθωση αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης με την πρόσθεση δύο ξεχωριστών πλεγμάτων πολυπροπυνελίου τα οποία στερεώθηκαν με ελικοειδή κλίπς τα οποία χρησιμοποίησε για να κλείσει το περιτόναιο.

 

 Η εγχείρηση και η μετεγχειρητική κατάσταση του Εφεσείοντα κύλησε ομαλά και αυτός εξήλθε από την κλινική στις 9.8.2002.   Τον εξέτασε δύο ημέρες μετά, όταν ο Εφεσείων του παραπονέθηκε ότι ο υιός του τον κτύπησε κατά λάθος στο σημείο της εγχείρησης.   Κατά την εξέταση, δεν διαπιστώθηκε οποιοδήποτε πρόβλημα.   Ο Εφεσείων επανήλθε στο ιατρείο του στις 16.9.2002 όπου του αφαίρεσε τις ραφές.   Του παραπονέθηκε για πόνο κυρίως στην περιοχή των ραφών στις οπές της λαπαροσκόπησης και στις βουβωνικές περιοχές, κάτι σύνηθες και φυσιολογικό σε τέτοιες επεμβάσεις.   Του συνέστησε συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή (παυσίπονα και αντιφλεγμονώδη).   Για περίοδο 3-4 μηνών δεν εξέτασε τον Εφεσείοντα, όμως άκουε από τρίτους ότι επισκεπτόταν διάφορους ιατρούς και εξέφραζε παράπονα για προβλήματα που κατ΄ ισχυρισμόν αντιμετώπιζε επιρρίπτοντας στον ίδιο  την ευθύνη.   

 

     Ο Εφεσίβλητος υποστήριξε ότι ο Εφεσείων δεν αντιμετώπισε και ούτε αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας συνεπεία της εγχείρησης που τον υπέβαλε.   Οι κατ΄ ισχυρισμόν πόνοι και ενοχλήσεις του Εφεσείοντα οφείλονται στο σύνδρομο του χρόνιου πυελικού πόνου με κύρια αιτία τη χρόνια προστατίτιδα, κάτι που προκύπτει από το ιστορικό της παρακολούθησης του. Πιο συγκεκριμένα ανέφερε ότι ο Εφεσείων στο παρελθόν του είχε παραπονεθεί για λοιμώξεις και μικροενοχλήματα στους όρχεις.   Περαιτέρω ο ίδιος σε ιατρική εξέτασε που υπέβαλε τον Εφεσείοντα το 1993 διέγνωσε επιδιδυμοορχίτιδα.   Το υπερηχογράφημα στην Ρωσία, πριν από την τρίτη εγχείρηση, απεκάλυψε χρόνια προστατίτιδα, υπερτροφία του προστάτη και υπόλοιπα ούρων στην κύστη που όλα αυτά κατατείνουν στη χρόνια προστατίτιδα ως την αιτία του άλγους. Τα συμπτώματα της χρόνιας προστατίτιδας προϋπήρχαν της εγχείρησης που διενήργησε αλλά με την πάροδο του χρόνου επιδεινώθηκαν.   Όλα τα πιο πάνω διαχωρίζονται από την αμφοτερόπλευρη βουβωνοκήλη την οποία ο Εφεσείων παρουσίαζε και για την οποία ο ίδιος προέβη στην επέμβαση.  Επέμενε ότι η αμφοτερόπλευρη βουβωνοκήλη έπρεπε να αντιμετωπιστεί χειρουργικά «προς αποτροπή αύξησης της και περίσφιξης που συνιστούσε κίνδυνο για τη ζωή του ασθενούς».     

 

    Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την προσαχθείσα μαρτυρία στο σύνολο της, βρήκε ότι ο Εφεσείων δεν κατάφερε να αποδείξει τις δικογραφημένες θέσεις και ισχυρισμούς του. Κατ΄ επέκταση απέρριψε την αγωγή με έξοδα προς όφελος του Εφεσίβλητου. Καταγράφονται στην απόφαση του, κάτω από τον τίτλο «Ευθύνη του Εναγομένου», τα ακόλουθα:

 

«Δεν αμφισβητήθηκε στην παρούσα περίπτωση η σχέση των διαδίκων ως ιατρού με ασθενή.

 

Καταλογίζεται στον Εναγόμενο αμέλεια γιατί παρέλειψε να χρησιμοποιήσει την ορθή και επιβαλλόμενη ιατρική μέθοδο.  Εισηγείται στην γραπτή αγόρευση του ο δικηγόρος του Ενάγοντα ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει την εξωπεριτοναϊκή προσπέλαση που είναι αυτή που χρησιμοποιεί ο Ανισιένκο. Συνιστά εύρημα μου ότι η ενδοκοιλιακή λαπαροσκοπική μέθοδος που είναι αυτή που χρησιμοποίησε ο Εναγόμενος είναι αποδεκτή μέθοδος που χρησιμοποιείται ευρέως όπως και η χρήση πλεγμάτων και κλιπς σε τέτοια εγχείρηση.  Συνεπώς ο πιο πάνω λόγος αμέλειας δεν γίνεται δεκτός και απορρίπτεται. 

         

Άλλος λόγος αμέλειας που αποδίδεται στον Εναγόμενο με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του ενάγοντα είναι η τοποθέτηση κλιπς πάνω σε νεύρα, που δεν απέτρεψαν τελικά τη συρρίκνωση του πλέγματος.  Καταλογίζεται επίσης ως αμέλεια η τοποθέτηση μεγάλου αριθμού κλιπς.  Με βάση τα ευρήματα μου η τοποθέτηση των πλεγμάτων κατά την πρώτη εγχείρηση δεν επηρέασε νεύρα ή άλλα αγγεία ενώ η συρρίκνωση του πλέγματος που βρέθηκε μέσα σε συμφύσεις είναι φυσιολογική.  Η ύπαρξη συμφύσεων είναι επίσης φυσιολογικό φαινόμενο μετά από ενδοκοιλιακή εγχείρηση αλλά και μετά από εξωπεριτονιακή. Αν η εμφάνιση συμφύσεων μπορεί να θεωρηθεί ως επιπλοκή, σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία, δεν εξυπακούει την επίδειξη αμέλειας εκ μέρους του ιατρού που διενήργησε την εγχείρηση.   Συνεπώς και αυτός ο λόγος αμέλειας απορρίπτεται. 

 

Όσον αφορά τις υπόλοιπες παραλείψεις για τις οποίες διατείνεται ο Ενάγοντας ότι συνιστούν παράβαση κανόνων της ιατρικής επιστήμης ή συνιστούν αμέλεια έχω ήδη ασχοληθεί πιο πάνω κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας και έχουν απορριφθεί.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου και για σκοπούς πληρότητας της απόφασης σε περίπτωση ανατροπής των πιο πάνω συμπερασμάτων και απόφασης μου στο θέμα της ευθύνης, θα προχωρήσω να εξετάσω το ύψος των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων που θα δικαιούτο ο Ενάγοντας.»

 

    Ο Εφεσείων με 18 λόγους έφεσης αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.    Η πλειονότητα των λόγων έφεσης ουσιαστικά αφορά στην αξιολόγηση της προφορικής μαρτυρίας που είχε τεθεί ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, και στα συμπεράσματα του τα οποία προέκυψαν από την  μαρτυρία που το ίδιο έκρινε ως αξιόπιστη.   Οι  τελευταίοι 3 λόγοι έφεσης αφορούν στις αποζημιώσεις που το Δικαστήριο θα επεδίκαζε σε περίπτωση που κατέληγε πως ο Εφεσίβλητος είχε ευθύνη.

 

    Ξεκινούμε από τον 11ο λόγο έφεσης ο οποίος έχει ως εξής:  «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα επέτρεψε διεύρυνση των επίδικων θεμάτων επιτρέποντας την προσαγωγή μαρτυρίας έξω από τα δικόγραφα και άφησε λανθασμένα τον Εναγόμενο να προωθήσει κατά την ακροαματική διαδικασία θέσεις και ισχυρισμούς οι οποίες και οι οποίοι δεν αντιστοιχούν σε σχετικούς δικογραφημένους ισχυρισμούς περί τα γεγονότα, ενώ αυτοί θα έπρεπε να αγνοηθούν».   Η αιτιολογία του συγκεκριμένου λόγου έφεσης καταλαμβάνει 15 παραγράφους.   Είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εφαρμόσει πάγιες νομολογιακές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες τα δικόγραφα καθορίζουν τα επίδικα θέματα (Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 ΑΑΔ, 24).   Ήταν περαιτέρω θέση του ότι ο Εφεσίβλητος με το δικόγραφο της Υπεράσπισης του αρκέστηκε σε μια πολύ γενική άρνηση των ισχυρισμών του.  Προς τούτο, παρέπεμψε και στην υπόθεση Πιττής ν. Progress Electronics Co Ltd (2005) 1(Α) ΑΑΔ, 50.Έχουμε μελετήσει προσεκτικά  το δικόγραφο της Υπεράσπισης.  Εν αντιθέσει με το δικόγραφο της Έκθεσης Απαίτησης, είναι πράγματι λακωνικό. Να σημειώσουμε πως ο Εφεσείων καταχώρισε απάντηση στην Υπεράσπιση με την οποία απάντησε σε όλες τις δικογραφημένες θέσεις του Εφεσίβλητου, η οποία καταλαμβάνει 4 δακτυλογραφημένες σελίδες.   Με κάθε σεβασμό, δεν συμφωνούμε ότι η υπόθεση Πιττής (πιο πάνω) έχει εδώ εφαρμογή.   Εκεί ο Εφεσείων-Εναγόμενος είχε προβάλει στο δικόγραφο της Υπεράσπισης του μια γενική άρνηση των ισχυρισμών των Εφεσίβλητων-Εναγόντων.   Αρνήθηκε τόσο το επίδικο τιμολόγιο αλλά και ότι παρέλαβε οποιαδήποτε εμπορεύματα από τους Ενάγοντες.  Η Έκθεση Απαίτησης αφορούσε σε συμφωνηθέν τίμημα πώλησης εμπορεύματος.  Αποφασίστηκε πως η διατύπωση της Υπεράσπισης δεν άφηνε περιθώριο εισαγωγής νέου ισχυρισμού με τη μαρτυρία, προς θεμελίωση άλλης εκδοχής. 

 

    Εδώ, ο Εφεσίβλητος ουδέποτε αρνήθηκε με το δικόγραφο του ότι είχε χειρουργήσει τον Εφεσείοντα στις 6.8.2002.   Ήταν ακόμη η δικογραφημένη του θέση ότι οι προσφερθείσες προς τον Εφεσείοντα ιατρικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένης και της χειρουργικής επέμβασης, έλαβαν χώρα με τη συγκατάθεση του Εφεσείοντα και αφού προηγουμένως τον είχε ενημερώσει σχετικά.   Τέλος, ήταν η δικογραφημένη του θέση ότι η ιατρική διάγνωση και η χειρουργική επέμβαση στην οποία υπέβαλε τον Εφεσείοντα, ήταν ορθή και σύμφωνη με την ιατρική γνώση.  

 

    Είναι γνωστό ότι στα δικόγραφα καταγράφονται συνοπτικά τα ουσιώδη γεγονότα επί των οποίων οι διάδικοι βασίζουν την υπόθεση τους και όχι η μαρτυρία με την  οποία αυτά θα αποδειχθούν κατά την ακρόαση της δίκης (Δ.19 θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας).  Εάν εδώ ο Εφεσείων θεωρούσε πως το δικόγραφο του Εφεσίβλητου δεν περιείχε εκείνες τις αναγκαίες λεπτομέρειες, θα μπορούσε να είχε ζητήσει περαιτέρω λεπτομέρειες της Υπεράσπισης, πράγμα που δεν έπραξε (Κυριάκου ν. Troodos Electric Cables Ltd (2015) 1(Β) ΑΑΔ, 975).  Εν πάση περιπτώσει, οι θέσεις του Εφεσίβλητου κατά την ακροαματική διαδικασία  σε σχέση με τις ιατρικές εξετάσεις και τη διενεργηθείσα χειρουργική επέμβαση δεν ήταν εκτός δικογράφου.  Περαιτέρω, αυτές ήταν πάντα σταθερές και ουδέποτε διαφοροποιήθηκαν σταδιακά και κατακερματισμένα όπως έγινε στην υπόθεση Βαριάνου ν. Βορκά (2010) 1(Γ) ΑΑΔ, 1541. Κατ΄ επέκταση ουδεμία αδικία προκλήθηκε στον Εφεσείοντα από τον τρόπο που ο Εφεσίβλητος συνέταξε το δικόγραφο του και παρουσίασε την Υπεράσπιση του.   Ο Εφεσείων γνώριζε τα πάντα αναφορικά με τις ιατρικές εξετάσεις και τη χειρουργική επέμβαση που τον υπέβαλε ο Εφεσίβλητος.   Στο δικόγραφο του, κάτω από τον τίτλο «Λεπτομέρειες βαριάς ή/και ιατρικής ή/και επαγγελματικής αμέλειας ή/και παράβασης των εκ του Νόμου ή/και Κανονισμών απορρεόντων καθηκόντων ή/και παράβασης σχέσεων εμπιστοσύνης ή/και συμφωνίας παροχής ιατρικών υπηρεσιών του Εναγομένου»,  παραθέτει, όχι τυχαία, 103 παραγράφους που αφορούν στις πιο πάνω λεπτομέρειες αμέλειας και παράβασης καθηκόντων.   

 

     Ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης είναι αβάσιμος και απορρίπτεται.

 

    Προχωρούμε με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης, οι οποίοι αφορούν στην αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο και στα συμπεράσματα στα οποία αυτό προέβη.

 

    Ουκ ολίγες φορές έχει λεχθεί ότι θέματα που σχετίζονται με την αξιοπιστία των μαρτύρων εμπίπτουν εντός της αρμοδιότητας των Πρωτόδικων Δικαστηρίων αφού αυτά είναι που βλέπουν και παρακολουθούν τους μάρτυρες την ώρα που αυτοί καταθέτουν (Ζερβού κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία (2011) 1(Γ) ΑΑΔ, 2192).  Η αξιοπιστία ενός μάρτυρα κρίνεται σε ένα πολύ ευρύ πλαίσιο, περιλαμβάνει δε και την υποκειμενική αντίληψη φιλαλήθειας των μαρτύρων εκ μέρους του εκδικάζοντος Δικαστή (Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ, 407).   Ισχυρισμοί ενώπιον του Εφετείου ότι η πρωτόδικη αξιολόγηση της  μαρτυρίας είναι εσφαλμένη ή αδικαιολόγητη θα πρέπει να τεκμηριώνονται με πειστικά επιχειρήματα. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό για το Πρωτόδικο Δικαστήριο να προβεί στα συγκεκριμένα ευρήματα αξιοπιστίας, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. Επεμβαίνει μόνο όταν αυτά εξ αντικειμένου εμφανίζονται ανυπόστατα ή παράλογα ή αυθαίρετα ή συγκρούονται με την κοινή λογική (Ψωμάς ν. Δημοκρατίας (1993) 2 ΑΑΔ, 312) και Μαγκλή ν. Δήμου Γερμασόγειας (1999) 2 ΑΑΔ, 244).Περαιτέρω τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός αν είναι τόσο ουσιώδεις ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία ως αξιόπιστη.

     Το Πρωτόδικο Δικαστήριο γνώριζε πολύ καλά πως έπρεπε να προσεγγίσει και τη μαρτυρία που είχε δοθεί από τους πραγματογνώμονες, οι οποίοι στην προκείμενη περίπτωση ήταν ομολογουμένως αρκετοί.   Με αναφορά στην υπόθεση Πιττάλης κ.α. ν. Ianira Enter. Ltd κ.α. (1997) 1(Β) ΑΑΔ, 814,  ορθά σημείωσε ότι οι πραγματογνώμονες εφοδιάζουν τα Δικαστήρια με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων τους έτσι που αυτά να μπορούν να διαμορφώσουν τη δική τους ανεξάρτητη κρίση με την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων επί των γεγονότων που αποδεικνύονται με μαρτυρία.   Για το πότε ένα Εφετείο είναι δυνατό να παρέμβει στον τρόπο που ένα Πρωτόδικο Δικαστήριο προτίμησε την μαρτυρία ενός πραγματογνώμονα από τη μαρτυρία άλλου, σχετική είναι η υπόθεση Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ, 41.    Να πούμε πως είναι δυνατό να υπάρχουν εκ μέρους των πραγματογνωμόνων όχι μόνο διαφορετικές επιστημονικές απόψεις ή γνώμες αλλά και διαφορετικές θέσεις που αφορούν σε πρωτογενή γεγονότα (Αθανασίου κ.α. ν. Κουνούνη (1997) 1(Β) ΑΑΔ, 614).   Σε τέτοια περίπτωση το Πρωτόδικο Δικαστήριο  καλείται να αποφασίσει και επί αυτών των θεμάτων.

 

Εδώ, το Πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε την συγκρουόμενη  ιατρική μαρτυρία, και γενικά όλη την προσαχθείσα μαρτυρία εντός του ορθού πλαισίου.   Διατηρούσε τη δυνατότητα να απορρίψει τη μαρτυρία κάποιων πραγματογνωμόνων και να αποδεχθεί τη μαρτυρία άλλων (Parris ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ, 186).   Για καλούς και πειστικούς λόγους που καταγράφει στην απόφαση του, αποδέχθηκε στο σύνολο της τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου, ο οποίος, ως ελέχθη, είναι Γενικός Χειρουργός και Ειδικός Ουρολόγος. Για το συγκεκριμένο πραγματογνώμονα το Πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει πως αυτός υπήρξε θετικός και συνεπής στις θέσεις του, και ότι η μαρτυρία του είχε συνοχή και επιστημονική ακρίβεια.  Το ίδιο έκανε και για τους ιατρούς Ανδρέου (Μ.Ε.2), Σωτηριάδου (Μ.Ε. 3), Αντωνίου (Μ.Ε. 4), Μαυρομμάτη (Μ.Ε. 7), Κοτζιαμάνη (Μ.Ε. 8) και Στυλιανού (Μ.Ε. 9), για τους οποίους καταγράφει τα ακόλουθα:  «… Ουσιαστικά επιβεβαιώνουν την εκδοχή του Εναγόμενου στα βασικά σημεία ότι δηλαδή η πρώτη εγχείρηση διεξήχθηκε κανονικά με τη μέθοδο  ΤΑΡΡ, τα πλέγματα και τα κλιπς τέθηκαν στην κανονική τους θέση και ομαλή υπήρξε και η μετεγχειρητική κατάσταση του Ενάγοντα εκτός από την ανάπτυξη των συμφύσεων, φυσιολογικό φαινόμενο μετά από τέτοια επέμβαση». Οι πιο πάνω ήταν  πραγματογνώμονες που κάλεσε ο ίδιος ο Εφεσείων. Να σημειώσουμε εδώ πως ο ιατρός Στυλιανού (Μ.Ε. 9) ήταν αυτός που εξέτασε τον Εφεσείοντα στις 10.12.2002, δηλαδή μετά την επέμβαση στην οποία τον υπέβαλε ο Εφεσίβλητος.   Ο εν λόγω Γενικός Χειρουργός ανέφερε πως ο Εφεσείων του παραπονέθηκε για μετεγχειρητικό άλγος στη μηροβουβωνική περιοχή κάτι που κατά τον ίδιο ήταν φυσιολογικό.  Στις 20.10.2003 υπέβαλε τον Εφεσείοντα σε δεύτερη εγχείρηση η οποία ήταν διαγνωστικού χαρακτήρα.  Κατά τη χειρουργική επέμβαση αφαίρεσε κάποια κλιπς αφού αυτά, ως είχε αναφέρει, είχαν επιτελέσει το σκοπό τους.  Το ουσιώδες όμως από την μαρτυρία αυτού του πραγματογνώμονα που ο ίδιος ο Εφεσείων κάλεσε, ήταν πως η  μέθοδος που χρησιμοποίησε ο Εφεσίβλητος ήταν μια αποδεκτή μέθοδος, όχι μόνο κατά το χρόνο που αυτή χρησιμοποιήθηκε από τον Εφεσίβλητο (2002), αλλά και κατά το χρόνο που κατέθετε ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ως πραγματογνώμων (2012).     Και το πιο ουσιώδες,  ότι ο ίδιος δεν διαπίστωσε οτιδήποτε το «παράξενο» στον τρόπο που διενεργήθηκε η χειρουργική επέμβαση από τον Εφεσίβλητο και ότι «… εν πάση περιπτώσει όπως σας έχω αναφέρει προηγουμένως οι συμφύσεις μπορεί να δημιουργηθούν μετά από μια τέτοια επέμβαση …».

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο για συγκεκριμένους λόγους που καταγράφει αποφάσισε να μην προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα στη μαρτυρία του ιατροδικαστή Π. Σταυριανού (Μ.Ε. 10).Να σημειώσουμε πως ο Μ.Ε. 10 είχε αναφέρει, ανάμεσα σ΄ άλλα, πως η συρρίκνωση του πλέγματος, που χρησιμοποιήθηκε και τοποθετήθηκε από τον Εφεσίβλητο, οφειλόταν στο γεγονός ότι αυτό δεν είχε τοποθετηθεί με τον ορθό τρόπο. Δεν εφοδίασε όμως το Πρωτόδικο Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για να μπορέσει το τελευταίο να ελέγξει την ορθότητα της θέσης του.  Αυτό που προκύπτει από τη μαρτυρία του, που παραθέτουμε αμέσως πιο κάτω, είναι πως υπέθεσε ότι το πλέγμα δεν «πιάστηκε καλά» από τα μεταλλικά κλιπς που χρησιμοποιήθηκαν από τον Εφεσίβλητο, και ότι αυτό ήταν που εννοούσε όταν έλεγε ότι το πλέγμα δεν είχε τοποθετηθεί με τον ορθό τρόπο:

 

            «Ε.  Ξέρετε στη συγκεκριμένη περίπτωση τι προκάλεσε τη συρρίκνωση;

 

Α.  Εντιμοτάτη το γεγονός ότι η συρρίκνωση αυτή προέκυψε και την αναφέρουν τόσο ο κ. Στυλιανού όσο και ο Ρώσος χειρούργος που έκανε την επέμβαση και το γεγονός ότι υπήρχαν οι  πόνοι στο Μιχάλη Μιχαηλίδη μετά τη χειρουργική επέμβαση σημαίνει ότι κάτι πήγε λάθος και δεν έχει φιξαριστεί καλά το πλέγμα.  Δεν είχε τοποθετηθεί, φιξαριστεί καλά το πλέγμα.

 

Ε.  Το κάτι πήγε λάθος θέλετε να εξηγήσετε στο Δικαστήριο.  Ποιο συγκεκριμένο λάθος έγινε;

 

Α.  Εντιμοτάτη έχω την εντύπωση ότι το πλέγμα δεν πιάστηκε καλά από τα μεταλλικά κλιπς τα οποία τοποθετήθηκαν.

 

Ε.  Εσείς στη ζωή σας δεν έχετε τοποθετήσει πλέγμα;

 

Α.  Ποτέ μου.

 

Ε.  Ούτε αφαιρέσατε;

 

A.   Ποτέ.

Ε.   Όταν πήγατε στη Ρωσία δεν είχατε οποιαδήποτε συμβολή στο θέμα της επέμβασης;

 

A.   Σίγουρα όχι.»

 

 

 

Ορθά το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε βαρύτητα στη μαρτυρία του.  Από την άλλη, το Πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιον του και την επιστημονική μαρτυρία του ιατρού Στυλιανού (Μ.Ε. 9), ο οποίος ανέφερε, και δεν αμφισβητήθηκε, ότι η συρρίκνωση του πλέγματος έχει να κάνει με την αναμενόμενη αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού, αφού ο στόχος του πλέγματος είναι να συρρικνώνει το κοιλιακό τοίχωμα ούτως ώστε να  μην υπάρχει πλέον η οπή.    ΄Οσον αφορά στο γεγονός ότι το πλέγμα δεν ήταν στην αριστερή πλευρά ακριβώς πάνω στο έσω βουβωνικό στόμιο, ο Μ.Ε. 9 ανέφερε πως αυτό από μόνο του δεν είναι επιλήψιμο και τούτο γιατί η κήλη μπορεί να ήταν κάπου αλλού και όχι στο έσω βουβωνικό στόμιο.   Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε μπορεί να υπήρχε μηροβουβωνική κήλη, μπορεί να υπήρχε ευθεία κήλη ή ακόμη μπορεί να υπήρχε και κάποια άλλη κήλη του κοιλιακού τοιχώματος.

 

    Ούτε η μαρτυρία του ιατροδικαστή Μάριου Ματσάκη (Μ.Ε. 6) βοηθά την υπόθεση του Εφεσείοντα.   Να σημειώσουμε πως ο εν λόγω πραγματογνώμων ουδέποτε τον εξέτασε.   Τα όσα ανέφερε ο Μ.Ε. 6, τα ανέφερε στη βάση των όσων του είχε αναφέρει ο ίδιος ο Εφεσείων και από το ιατρικό ιστορικό του.  Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «Από εκεί και πέρα αν  μου είπε σωστά ή λανθασμένα αυτό θα το κρίνει το Δικαστήριο.   Εγώ απάντησα στο ερώτημα αν υπήρχε αμέλεια δεδομένου ότι αυτά που τέθηκαν ενώπιον μου ήταν σωστά.  Και θα αξιολογήσω ξανά τη θέση μου αν τεθούν ενώπιον μου αποδεδειγμένα κάποια άλλα στοιχεία που να είναι αντίθετα».   Συνεπώς, η μη ύπαρξη βουβωνοκήλης στις 6.8.2002, ως η θέση του Εφεσείοντα, δεν ήταν κάτι που γνώριζε ο συγκεκριμένος πραγματογνώμων.   Εάν βεβαίως δεν υπήρχε τέτοια και ο Εφεσίβλητος προέβη σε εγχείρηση, τότε ενδεχομένως αυτό να συνιστούσε αμέλεια.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο όμως, στη βάση της μαρτυρίας που δέχθηκε ως αξιόπιστη, βρήκε ότι υπήρχε βουβωνοκήλη τόσο στη δεξιά όσο και στην αριστερή πλευρά και ότι ήταν αναγκαία η χειρουργική επέμβαση.

 

    Τελειώνοντας με τη μαρτυρία του συγκεκριμένου πραγματογνώμονα, θα πρέπει να σημειώσουμε πως αρκετές από τις επιστημονικές του απόψεις υποστηρίζουν τις επιστημονικές απόψεις του Εφεσίβλητου και άλλων μαρτύρων που ο Εφεσείων κάλεσε.   Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν τη θέση ότι η λαπαροσκοπική μέθοδος αντιμετώπισης βουβωνοκήλης είναι ορθή και αποδεκτή μέθοδος από την ιατρική επιστήμη.   Το ίδιο και η χρήση πλέγματος και κλιπς.   Η δε αφαίρεση κλιπς εκ των υστέρων, δεν εξυπακούει αμέλεια εκ μέρους του ιατρού που διενήργησε την αρχική επέμβαση, αφού εάν κάποια από τα κλιπς που είχαν ορθά τοποθετηθεί, είχαν προκαλέσει παρενέργειες ενδείκνυται η αφαίρεση τους.    Ούτε η συρρίκνωση του τοποθετηθέντος πλέγματος συνιστά αφ΄ εαυτής ιατρική αμέλεια εκ μέρους του ιατρού που το τοποθέτησε.     Όσον αφορά στις συμφύσεις, ήταν η θέση του πως η ύπαρξη τέτοιων μετά από μια τέτοια χειρουργική επέμβαση είναι κάτι το αρκετά συνηθισμένο και δεν εξυπακούει ιατρικό λάθος.   Τέλος, ερωτηθείς σε σχέση με την αιτία των κατ΄ ισχυρισμόν πόνων του Εφεσείοντα και κατά πόσο αυτοί οφείλονται στην επέμβαση του 2002, απάντησε πως αυτό είναι θέμα που αφορά στον ίδιο τον Εφεσείοντα και στους ιατρούς που τον είχαν τότε εξετάσει και εγχειρήσει.      

 

 

Ο Βλαδιμήρ Ανισιένκο (Μ.Ε. 12), ήταν ίσως ο πιο βασικός μάρτυρας που ο Εφεσείων κάλεσε για να αποδείξει την υπόθεση του εναντίον του Εφεσίβλητου. Είναι χειρουργός-ιατρός ο οποίος ασκεί το λειτούργημα στη Ρωσία.    Ως ελέχθη, ήταν αυτός που διενέργησε στις 16.6.2004 την τρίτη χειρουργική επέμβαση στον Εφεσείοντα στη Ρωσία.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, που τον είδε και τον άκουσε, σημείωσε τα ακόλουθα γι΄ αυτόν:  «Γενικά έδωσε την εντύπωση ότι πρόθεση του ήταν η υποβοήθηση της υπόθεσης του Ενάγοντα και όχι η παράθεση των επιστημονικών του γνώσεων αντικειμενικά επί των θεμάτων που εγείρονται.  Συγκεκριμένα από την ενδελεχή εξέταση της μαρτυρίας του σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία ενώπιον μου, διαφαίνεται ότι οι τοποθετήσεις του χαρακτηρίζονται από αοριστία και έλλειψη πειστικής και σαφούς τεκμηρίωσης.   Θα παραθέσω την αιτιολογία μου».   Πράγματι στη συνέχεια παραθέτει τους λόγους.  Παραθέτουμε αυτολεξεί κάποιους από τους λόγους από την ίδια την πρωτόδικη απόφαση:

 

«Ο κύριος λόγος που απορρίπτει τη μέθοδο εγχείρησης βουβωνοκήλης που χρησιμοποίησε ο Εναγόμενος περιστρέφεται γύρω από το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνεται στις δύο βασικές μεθόδους  που χρησιμοποιεί ο ίδιος,  τις οποίες θεωρεί ως τις πλέον ορθές.  Ενώ παραδέχεται τη χρήση κλιπς σε μια τέτοια εγχείρηση, στην παρούσα περίπτωση απορρίπτει τον αριθμό που χρησιμοποίησε ο Εναγόμενος, τον οποίο χαρακτηρίζει υπερβολικό, κρίνοντας πάλι από τον δικό του τρόπο χειρουργικής επέμβασης.  Ειδικότερα ανέφερε ότι ο ίδιος σήμερα τοποθετεί 2 μέχρι 6 κλιπς κατά τη διάρκεια εγχείρησης βουβωνοκήλης, γι' αυτό κατά την εγχείρηση που υπέβαλε τον Ενάγοντα αφαίρεσε το προσθετικό δίχτυ και τα κλιπς εκτός από  δεκατρία. Κανένας άλλος ιατρός που κλήθηκε από πλευράς Ενάγοντα δεν υποστήριξε το ίδιο.  Αντίθετα η θέση τους ήταν γενική ότι είναι συνηθισμένο φαινόμενο η χρήση κλιπς. Ο Ανισιένκο έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι τα κλιπς που χρησιμοποιήθηκαν κατά την πρώτη εγχείρηση και ανευρέθηκαν στην κοιλιακή χώρα του Ενάγοντα ήταν δύο ειδών χωρίς όμως να δώσει μια σαφή απάντηση, παρά την επίμονη αντεξέταση του επί του σημείου, κατά πόσο η χρήση διαφορετικών κλιπς συνέτεινε και πώς στα κατ΄ ισχυρισμό μετεγχειρητικά προβλήματα του Ενάγοντα. Ειδικότερα ενώ έκαμε αναφορά ότι η χρήση των στενόμακρων κλιπς είναι για να σταματήσει μια αιμορραγία, δεν έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις αν η χρήση τους κατά την πρώτη εγχείρηση είχε σχέση με την μετεγχειρητική κατάσταση του Ενάγοντα. Την αναγκαιότητα των μακρόστενων κλιπς σε μια εγχείρηση τόνισαν τόσο ο Στυλιανού όσο και ο Εναγόμενος. 

Ο Ανισιένκο κρίνει ότι η τοποθέτηση των κλιπς κατά την πρώτη εγχείρηση έγινε σε αντικανονικά σημεία, έχοντας κατά νου τα σημεία που ο ίδιος τα τοποθετεί στη βάση των δικών του μεθόδων.  Σημειώνεται η θέση του κατά την επανεξέταση ότι δεν υπήρξε μετακίνηση του πλέγματος ενώ στην κύρια εξέταση του ανέφερε διαφορετικά, ότι δηλαδή το πλέγμα δεν ήταν στερεωμένο γι΄ αυτό μετακινήθηκε. Σε ερώτηση κατά την κύρια εξέταση για τους λόγους που το πλέγμα βρέθηκε στη θέση που το είχε βρει κατά την τρίτη εγχείρηση, δεν μπόρεσε να δώσει σαφή απάντηση αναφέροντας επί λέξει «Πολύ δύσκολο να απαντήσω γιατί συνήθως το προσθετικό δίχτυ απλώνεται με τη μέθοδο ότι απλώνεται πάνω από τον σπερματικό πόρο μονοκόμματο». ………………………..

 

Ο Ανισιένκο δεν έδωσε μια τεκμηριωμένη εικόνα ως προς τη συμβολή των συμφύσεων στους πόνους για τους οποίους παραπονείτο ο Ενάγοντας. Αντίθετα προσπάθησε να μειώσει τη σημασία τους προβάλλοντας τη θέση ότι η λανθασμένη τοποθέτηση του πλέγματος συνέτεινε στην αύξηση τους.  Κανένας άλλος ιατρός μάρτυρας από πλευράς Ενάγοντα δεν έκαμε αναφορά για αυξημένο βαθμό συμφύσεων λόγω του συγκεκριμένου λόγου, όπως προσπάθησε να ισχυριστεί ο Ανισιένκο ή οποιουδήποτε άλλου λόγου.  Η τοποθέτηση των άλλων ιατρών ήταν γενική χωρίς να αποδώσουν ευθύνη στον Εναγόμενο είτε για τη δημιουργία των συμφύσεων είτε για τυχόν «αυξημένο» βαθμό τους. Σημειώνεται ότι η παρουσία συμφύσεων είναι φυσιολογικό επακόλουθο σε ορισμένες περιπτώσεις ενδοκοιλιακών εγχειρίσεων, σύμφωνα με τον Μαυρομμάτη (Μ.Ε.7) και τον Στυλιανού (Μ.Ε.9),  γεγονός που έμμεσα παραδέχθηκε και ο Ανισιένκο.  Αξιοσημείωτη είναι η εξήγηση του Στυλιανού ότι οι συμφύσεις είναι απότοκο της διαδικασίας του οργανισμού στην άμυνα του να επουλώσει τις πληγές που δημιουργεί ο χειρούργος κατά την εγχείρηση.   Και ο Εναγόμενος παραδέχεται ότι η εμφάνιση συμφύσεων είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο προσθέτοντας ότι είναι απαράβατος ιατρικός κανόνας  να μην «πειράξεις» τις συμφύσεις παρά μόνο τη συγκεκριμένη σύμφυση που προκαλεί την απόφραξη του λεπτού εντέρου, διαφορετικά αυτές θα πολλαπλασιαστούν.   

 

………………………………………………………………………………….

 

Από την άλλη ο Στυλιανού που είχε την ευκαιρία να δει την περιοχή της κοιλίας του Ενάγοντα κατά τη διαγνωστική λαπαροσκοπική επέμβαση που διενήργησε ο ίδιος μετά δύο χρόνια περίπου από την πρώτη, δεν βρήκε κάτι το παράξενο. Σημειώνεται η θέση του Στυλιανού ότι δεν προχώρησε βαθύτερα γιατί δεν ήταν σίγουρος ότι τέτοια επέμβαση θα βοηθούσε τον Ενάγοντα,  σε αντίθεση με τον Ανισιένκο που δεν δίστασε να προχωρήσει στην τρίτη εγχείρηση αν και από την ιατρική εξέταση η διαπίστωση του ήταν  απλά ασήμαντο πονετικό σύνδρομο στα κάτω τμήματα του κοιλιακού τοιχώματος.

 

Τόσο ο Στυλιανού όσο και ο Ανισιένκο προχώρησαν στη δεύτερη και τρίτη εγχείρηση αντίστοιχα, λόγω της επιμονής του Ενάγοντα για πόνο στο κάτω μέρος της κοιλιακής του χώρας.  Με τη μαρτυρία του Ενάγοντα προβάλλεται η θέση ότι ο πόνος και οι δυσχέρειες εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα σε βαθμό μάλιστα που επηρεάζουν την προσωπική, οικογενειακή και επαγγελματική του ζωή.  Στη βάση της μαρτυρίας του Ανισιένκο ότι η εγχείρηση που υπέβαλε τον Ενάγοντα (τρίτη) ήταν επιτυχής και προέβη σε αποκατάσταση των κατ΄ ισχυρισμό λαθών του Εναγόμενου και το μόνο που παρέμεινε από την πρώτη εγχείρηση ήταν δεκατρία κλιπς που δεν επηρεάζουν καθόλου, από άποψης υγείας τον Ενάγοντα, καθώς και οι συμφύσεις, δημιουργούνται περαιτέρω ερωτηματικά στο Δικαστήριο σ΄ όσον αφορά την ορθότητα των συμπερασμάτων του Ανισιένκο περί των κατ΄ ισχυρισμό λαθών κατά την πρώτη εγχείρηση.  Αναμένετο ότι με την τρίτη εγχείρηση θα εξέλειπε εντελώς ο πόνος ή τουλάχιστον να μειωθεί αισθητά εκτός και αν ο ήταν υποκειμενικός,  ως η θέση του Εναγόμενου.»

 

 

 

     Για να προσθέσει πως ο εν λόγω μάρτυρας-ιατρός προσπάθησε «… να μειώσει το κύρος των γνωματεύσεων των άλλων ιατρών και τα αποτελέσματα των διαφόρων επιστημονικών εξετάσεων που έγιναν στην Κύπρο και προηγήθηκαν της δικής του εγχείρησης, όπως και του κάθε τεκμηρίου που τέθηκε ενώπιον του και το οποίο έβλεπε για πρώτη φορά, στην προσπάθεια του προφανώς δικαιολόγησης της διαφοράς που προέκυπτε με τις δικές του τοποθετήσεις».    Και τελικά να καταλήξει, έχοντας κατά νου και την αρνητική εντύπωση που του έκανε ως μάρτυρας, να απορρίψει τη μαρτυρία του και τις επιστημονικές του θέσεις.   Δεν βλέπουμε οτιδήποτε το επιλήψιμο σ΄ αυτή την προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Όσον αφορά στην μαρτυρία του Εφεσείοντα, αφού την είχε συγκρίνει και με την υπόλοιπη  μαρτυρία, και αφού είχε και την ευκαιρία να τον παρακολουθήσει από το εδώλιο του μάρτυρα, βρήκε ότι ήταν «… εμφανής η υπερβολή του σε έντονο μάλιστα βαθμό που δεν επιβεβαιώνεται αλλά ούτε και υποστηρίζεται από ιατρική μαρτυρία.  Σημειώνεται ότι ο Ανισιένκο που είναι ο ιατρός που υπέβαλε τον Ενάγοντα στην τρίτη εγχείρηση και τον εξέτασε το 2007 στην Κύπρο ισχυρίστηκε ότι η παραμονή των δεκατριών κλιπς που είναι καμωμένα με ειδικό μέταλλο δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα.   Συνιστάται  μόνο η αποφυγή μαγνητικού τομογράφου στην περιοχή λόγω της παρουσίας μετάλλου ….». ΄Οσον αφορά στον κατ΄ ισχυρισμόν πόνο στους όρχεις του συνεπεία της εγχείρησης που τον υπέβαλε ο Εφεσίβλητος, το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε τα ακόλουθα:  «Ένα από τα προβλήματα που κατ΄ ισχυρισμό αντιμετωπίζει ο Ενάγοντας ως αποτέλεσμα της πρώτης εγχείρησης έχει σχέση με τους όρχεις.   Ο Εναγόμενος πρόβαλε τη θέση ότι τέτοιο πρόβλημα δεν σχετίζεται  με την πρώτη εγχείρηση αλλά προϋπήρχε αυτής και παρέπεμψε στο υπερηχογράφημα, τεκμήριο 88 (σημειώνουμε ότι το υπερηχογράφημα όρχεων έλαβε χώρα στις 12.8.1993).  Η πλευρά του Ενάγοντα κατά την ακρόαση υποστήριξε ότι το τεκμήριο δεν αφορά τον ίδιο αλλά κάποιο τρίτο πρόσωπο.  Όμως τα στοιχεία του ίδιου υπερηχογραφήματος τον διαψεύδουν …………» (το Πρωτόδικο Δικαστήριο ακολούθως παραθέτει αυτά τα συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε στην παρούσα απόφαση).  Ούτε και εδώ δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου.

 

Εν κατακλείδι, το Πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε δεόντως το σύνολο της προσαχθείσας μαρτυρίας χωρίς να διαπράξει το λάθος που διέπραξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην υπόθεση Κουνούνη (πιο πάνω), δηλαδή να κρίνει την αξιοπιστία των πραγματογνωμόνων και γενικά των μαρτύρων, βάσει του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.    Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Εθνική Τράπεζα ν. Χ’’ Νέστορος (1990) 1 ΑΑΔ, 41:

 

«Οφείλουμε πρώτα να αποσαφηνίσουμε το θέμα σύμπλεξης της αξιοπιστίας των μαρτύρων με το βάρος απόδειξης που έθιξε ο δικηγόρος της Τράπεζας ως θέματος που επηρεάζει την εγκυρότητα της απόφασης. Κατά τη νομολογία αυτό είναι ανεπίτρεπτο και οπωσδήποτε οδηγεί σε ακύρωση της ετυμηγορίας του δικαστηρίου. Η υποχρέωση του ενάγοντα ή αιτητή σε κάθε δοσμένη υπόθεση να αποσείσει την ευθύνη που αφορά στο βάρος απόδειξης γεννιέται εφόσον το δικαστήριο διαπιστώνει καταρχήν ότι η μαρτυρία που προσκόμισε ο διάδικος που φέρει το βάρος έχει τα στοιχεία της αξιοπιστίας και μπορεί να αποτελέσει το έρεισμα για τα ευρήματα του δικαστηρίου.»

 

     Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση της πιο πάνω ορθής αξιολόγησης της προσαχθείσας μαρτυρίας, προέβη σε ευρήματα  και συμπεράσματα που δικαιολογούνται πλήρως από την μαρτυρία που το ίδιο δέχθηκε ως αξιόπιστη.  Πιο συγκεκριμένα βρήκε ότι:

 

1.    Ο Εφεσείων πριν από την εγχείρηση παρουσίαζε βουβωνοκήλη δεξιά και αριστερά, την οποία ο Εφεσίβλητος διαπίστωσε κατόπιν ενδεδειγμένης ιατρικής εξέτασης που τον υπέβαλε.   Συγκεκριμένα του ζήτησε να σταθεί όρθιος, να βήξει, είδε το φούσκωμα, του ζήτησε να ξαπλώσει, τον εξέτασε στη δεξιά πλευρά με το χέρι του στις βουβωνικές περιοχές, στη συνέχεια τοποθέτησε το δάκτυλο του στο όσχεο και προχώρησε στον βουβωνικό πόρο.   

2.   Ο Εφεσείων είχε δώσει την προφορική συγκατάθεση του στον Εφεσίβλητο για να τον υποβάλει σε εγχείρηση βουβωνοκήλης, η οποία προγραμματίστηκε για τις 6.8.2002.    Όπως δικαιολογημένα καταγράφει το Πρωτόδικο Δικαστήριο «ο ίδιος ο Ενάγοντας σύμφωνα με τη μαρτυρία του προσήλθε στην κλινική, υπεβλήθη σε διάφορες εξετάσεις και δέχθηκε από Μέλη της κλινικής την προετοιμασία του για την εγχείρηση.    Η λήψη γραπτής συγκατάθεσης κατ΄ εκείνο το χρόνο δεν ήταν αναγκαία».

3.   Ο Εφεσίβλητος ενημέρωσε λεπτομερώς τον Εφεσείοντα για τη μέθοδο της εγχείρησης.   Μάλιστα όχι μόνο του εξήγησε ότι η εγχείρηση θα ήταν λαπαροσκοπική αλλά του έδειξε και τα εργαλεία που θα χρησιμοποιούσε.  

4.   Η ύπαρξη νεφρολιθίασης στον Εφεσείοντα δεν απέκλειε την ύπαρξη βουβωνοκήλης.  Συνεπώς, εάν ο Εφεσείων είχε ταυτόχρονα νεφρολιθίαση και βουβωνοκήλη, αυτό δεν καθιστούσε την εγχείρηση βουβωνοκήλης αχρείαστη, ως η θέση του Εφεσείοντα, αφού ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτή είναι ο χειρουργικός και όχι με συντηρητική αγωγή.

5.   Την προτεραία της εγχείρησης διενεργήθηκαν κατόπιν οδηγιών του Εφεσίβλητου οι απαραίτητες αιματολογικές αναλύσεις και εξετάσεις επιχρίσματος μύτης και φάρυγγα.

6.   Η λαπαροσκοπική εγχείρηση αμφοτερόπλευρης βουβωνοκήλης έγινε κάτω από γενική νάρκωση με τη μέθοδο ΤAPP, η οποία ιατρικώς είναι αποδεκτή μέθοδος και χρησιμοποιείται ευρέως.

7.   Ο Εφεσίβλητος εφάρμοσε ορθά την εν λόγω μέθοδο τοποθετώντας δύο ξεχωριστά πλέγματα πολυπροπυλενίου, τα οποία στερέωσε με ελικοειδή κλιπς σε μύες, σε κάποια απόσταση από το έσω βουβωνικό στόμιο και κατά τρόπο που να μην επηρεάζεται το βουβωνικό κανάλι, ο σπερματικός πόρος, η ουροδόχος κύστη, αγγεία και νεύρα.  Κλιπς χρησιμοποίησε και για το κλείσιμο του περιτοναίου.  Χρησιμοποιήθηκαν δύο ειδών κλιπς, το ένα είδος για στερέωση των  πλεγμάτων και το άλλο για να σταματήσει η αιμορραγία.  Ο Εφεσείων εξήλθε από την κλινική στις 9.8.2002.    Οι πόνοι που ο Εφεσείων είχε κατά τη νοσηλεία του στην κλινική αμέσως μετά την εγχείρηση, ήταν πόνοι που αναμένεται να έχει κάποιος ο οποίος υποβάλλεται σε τέτοια χειρουργική επέμβαση.

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο γνώριζε πολύ  καλά την έννοια της αμέλειας και τη Νομολογία που αφορά σε ιατρική αμέλεια.  Στην απόφαση του παραθέτει ένα εκτενές απόσπασμα από την υπόθεση Αγγελή ν. Βορκά (2007) 1(Β) ΑΑΔ, 761.    Εμείς θα παραθέσουμε ένα μικρό απόσπασμα:

 

«Ο ασθενής ο οποίος επιζητά αποζημιώσεις λόγω ιατρικής αμέλειας, θα πρέπει να αποδείξει

(i) Την ύπαρξη υποχρέωσης επιμέλειας προς τον ασθενή. Προς τούτο ο ασθενής θα πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη της σχέσης γιατρού - ασθενή. Ο γιατρός έχει τη νομική υποχρέωση να περιθάλψει ένα ασθενή στο νοσοκομείο ή στην κλινική όπου εργάζεται, αλλά δεν έχει καμιά νομική υποχρέωση να ενεργήσει ως σωτήρας για ένα ξένο που χάνει τις αισθήσεις του σε μια δεξίωση ή τραυματίζεται σε ένα τροχαίο ατύχημα. Εδώ σημειώνεται η νομική υποχρέωση σε αντίθεση με την ηθική.

(ii)   Αμελή πράξη ή παράλειψη εκ μέρους του γιατρού. Ο ασθενής θα πρέπει να αποδείξει ότι ο γιατρός έχει παραβιάσει το καθήκον του να είναι επιμελής, παρουσιάζοντας μαρτυρία ότι οι ενέργειες του γιατρού ήταν κατώτερες από ό,τι θεωρούνται ως ικανοποιητικές από τα δικαστήρια.

(iii)  Την πρόκληση ζημιάς. Ο ασθενής θα πρέπει να αποδείξει ότι λόγω των ενεργειών του γιατρού η υγεία του έχει χειροτερεύσει ή ότι έχει υποστεί κάποια άλλη συγκεκριμένη ζημιά.»

 

Συμφωνούμε με το Πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο Εφεσείων, στη βάση της μαρτυρίας που το ίδιο δέχθηκε ως αξιόπιστη,  δεν κατάφερε να αποδείξει ότι ο Εφεσίβλητος τον υπέβαλε σε μια αχρείαστη εγχείρηση βουβωνοκήλης και μάλιστα χωρίς τη συγκατάθεση του.  Δεν κατάφερε να αποδείξει ότι η μέθοδος που χρησιμοποίησε ο Εφεσίβλητος δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Δεν κατάφερε να αποδείξει ότι ο Εφεσίβλητος δεν επέδειξε την επιμέλεια που έπρεπε να επιδείξει κατά τη διενέργεια της εν λόγω εγχείρησης. Κατ΄ επέκταση δεν κατάφερε να αποδείξει πως τα όποια κατ΄ ισχυρισμόν προβλήματα και πόνοι που αντιμετωπίζει, οφείλονται ή σχετίζονται με την χειρουργική επέμβαση που τον υπέβαλε ο Εφεσίβλητος στις 6.8.2002.Εν κατακλείδι, ο Εφεσείων δεν κατάφερε να προσκομίσει αξιόπιστη  μαρτυρία, η οποία θα έκανε την πλάστιγγα να κλίνει υπέρ του ισοζυγίου των  πιθανοτήτων.

 

Οι πρώτοι 15 λόγοι έφεσης, το περιεχόμενο των οποίων έχουμε μελετήσει πολύ προσεχτικά, είναι αβάσιμοι.  Κατ΄ επέκταση, δεν χρειάζεται να εξετάσουμε και τους τελευταίους 3 λόγους έφεσης που αφορούν στο ύψος των αποζημιώσεων που το Πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε για τους λόγους που καταγράφει στην απόφαση του.

 

    Η Έφεση απορρίπτεται με έξοδα προς όφελος του Εφεσίβλητου  και εναντίον του Εφεσείοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π.

 

                                                Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο