Αναφορικά με την Αίτηση της UKRLANDFARMING PLC (ΗΕ 233280) για ΆΔΕΙΑ για τη καταχώρηση αίτησης για την έκδοση Εντάλματος Certiorari, Πολιτική Αίτηση Αρ. : 156/2022, 21/10/2022

ECLI:CY:AD:2022:D398

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική Αίτηση Αρ. : 156/2022

 

21 Οκτωβρίου, 2022

 

(Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ)

Αναφορικά με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος και τα Άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964.

Κα ι

Αναφορικά με τον Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018.

Κα ι

Αναφορικά με την Αίτηση της UKRLANDFARMING PLC (ΗΕ 233280) για ΆΔΕΙΑ για τη καταχώρηση αίτησης για την έκδοση Εντάλματος Certiorari.

Και

 

Αναφορικά με την απόφαση και/ή το Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 19/09/2022 στην Αγωγή Αρ. 2651/21 που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας επί της Αίτησης των 1. GRAMERCY DISTRESSED OPPORTUNITY FUND II, L.P., 2. GRAMERCY DISTRESSED OPPORTUNITY FUND III, L.P., 3. GRAMERCY DISTRESSED OPPORTUNITY FUND III-Α, L.P., 4. GRAMERCY EM CREDIT TOTAL RETURN FUND, 5. NATWEST PENSION TRUSTEE LIMITED (FORMERLY RBS PENSION TRUSTEE LIMITED), 6. ROEHAMPTON PARTNERS LLC για έκδοση Προσωρινών Διαταγμάτων ημερομηνίας 17/11/2021 που καταχωρίσθηκε στα πλαίσια της πιο πάνω Αγωγής.

----------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 27.9.2022

 

Γ. Χριστοδούλου με κ. Κυπραίο και κα Μ. Κωνσταντίνου για Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ, για Αιτητές

-------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.  Με την παρούσα, μονομερή, αίτηση, (η αίτηση), επιδιώκεται η παραχώρηση άδειας για την προώθηση διαδικασίας έκδοσης εντάλματος certiorari, κατ’ επίκληση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.  Πρόκειται για “εξαιρετική δικαιοδοσία», στο πλαίσιο της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση απόφασης ή διαταγής κατώτερου δικαστηρίου. Εκ της φύσεως της, ως κατάλοιπο δικαστικής εξουσίας, όπως έχει χαρακτηριστεί, δεν υποκαθιστά την έφεση ή κάποιο άλλο πρόσφορο δικονομικό μέτρο, (βλ. Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, στη σελίδα 1475 και R v. Chief Constable of Merseyside (1986) 1 All E.R. 257 στη σελίδα 262). Σε κάθε περίπτωση, η προβαλλόμενη αιτία, πρέπει να εμπίπτει σε συγκεκριμένη κατηγορία λόγων ακύρωσης για τους οποίους επεκράτησε, μέσα από τη νομολογία, η δυνατότητα επίκλησης της προαναφερθείσας δικαιοδοσίας. Τέτοιες περιπτώσεις, αποτελούν, μεταξύ άλλων, η παράβαση αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, όπως είναι το δικαίωμα της ακρόασης, που προβλέπεται στο Άρθρο 30.2 του Συντάγματος, καθώς, επίσης, η ύπαρξη νομικού σφάλματος, εμφανούς  στο πρακτικό, που καθιστά την απόφαση ή το διάταγμα του κατώτερου δικαστηρίου,  ευλόγως μη εφικτό, κατά το νόμο (βλ. R. v. Preston Appeal Tribunal (1975) 2 All E.R. 807 σελίδα 813). Βέβαια, η έκδοση του συγκεκριμένου εντάλματος, επαφίεται, πάντοτε, στη διακριτική εξουσία, τού επιλαμβανόμενου της αίτησης, δικαστηρίου, προκειμένου να ικανοποιηθεί περί της ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης, καθώς, επίσης, περιστάσεων τέτοιων που δικαιολογούν, κατά παρέκκλιση, την επίκληση της εν λόγω δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, (βλ. Μεστάνας, ανωτέρω).

 

Εν προκειμένω, η αίτηση καταχωρίστηκε εκ μέρους της αιτήτριας, δημόσια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δια μετοχών, όπως συνάγεται από το όνομα της, η οποία έχει την έδρα της στην Κύπρο. Αυτή, εφόσον της παραχωρηθεί η αιτούμενη, ως άνω, άδεια, θα επικαλεστεί τους δύο λόγους που έχουν προαναφερθεί, προς το σκοπό ακύρωσης παρεμπίπτοντος απαγορευτικού διατάγματος, (το διάταγμα), το οποίο εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, (το Δικαστήριο) στις 19.9.2022,  στη αγωγή αρ. 2651/2021, (η αγωγή). Την έκδοση του διατάγματος, επεδίωξαν και εξασφάλισαν οι ενάγοντες, οι οποίοι περιγράφονται στη δικογραφία ως θέσμιοι επενδυτές.  Στρέφεται δε, εναντίον των εναγομένων, στην αγωγή, ήτοι ενός  φυσικού προσώπου, (ο εναγόμενος) και της, εξ ολοκλήρου, ελεγχόμενης από αυτόν εναγόμενης εταιρείας, (η εναγόμενη), έχουσα και αυτή την έδρα της στην Κύπρο. Με το επιδιωκόμενο ένταλμα θα εντέλλεται, συγκεκριμένα, η ακύρωση του διατάγματος, με το οποίο εμποδίζονται οι εναγόμενοι να μεταφέρουν εκτός της Κυπριακής Δημοκρατίας, οποιαδήποτε περιουσιακά τους στοιχεία. Επίσης, εμποδίζονται «να αποξενώσουν, διαθέσουν, διαχειριστούν, (deal with) επιβαρύνουν ή μειώσουν την αξία οποιωνδήποτε περιουσιακών τους στοιχείων, είτε αυτά βρίσκονται εντός είτε εκτός της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέχρι το Σχετικό Μέγιστο Ποσό».  Σε σχέση με το, πιο πάνω, διατακτικό, διευκρινίζεται ότι, «Σχετικό Μέγιστο Ποσό», είναι το πόσο των ΗΠΑ $79.400.000,00.  Επιπρόσθετα, το διάταγμα συνοδεύεται από λεπτομερείς επεξηγήσεις, όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία των εναγομένων, που καλύπτονται από αυτό.  Περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, «τις μετοχές στο κεφάλαιο και τα περιουσιακά στοιχεία (συμπεριλαμβανομένων των μετοχών στο κεφάλαιο οποιωνδήποτε θυγατρικών εταιρειών) των εταιρειών που αναφέρονται στο Παράρτημα 1», και επισυνάπτετο στην αίτηση, εν τέλει, και στο διάταγμα, ως μέρος αυτού. Τα άλλα δύο διατάγματα είναι υποστηρικτικά του πρώτου και δεν τυγχάνουν αυθύπαρκτης εφαρμογής.

 

Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, που υποστηρίζει την αίτηση, οι ενάγοντες, αξιώνουν εναντίον των εναγομένων αποζημιώσεις, πέραν του ποσού των ΗΠΑ $79.400.000,00, που έχει προαναφερθεί, για ζημιές τις οποίες, όπως ισχυρίζονται, έχουν υποστεί συνεπεία δόλιων μεταβιβάσεων, που οι τελευταίοι  διενήργησαν,  σε βάρος τους, συνωμοτικά, με σκοπό την καταδολίευση τους. Οι, κατ’  ισχυρισμό, δόλιες μεταβιβάσεις, αφορούν σε αριθμό εταιρειών, ιδιοκτησία της αιτήτριας, που είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της αξίας της επένδυσης των εναγόντων σε ομόλογα της τελευταίας.  Δεν αναφέρεται ξεκάθαρα στην ένορκη δήλωση, που υποστηρίζει την υπό εξέταση αίτηση, ποιος είναι ο ιδιοκτήτης των μετοχών της αιτήτριας. Βέβαια, με το διάταγμα, επιβλήθηκε απαγόρευση στην αποξένωση, κατά κύριο λόγο, των μετοχών που ο εναγόμενος κατέχει στην αιτήτρια.  Επομένως, αυτός πρέπει, μάλλον, να είναι μέτοχος της, άγνωστο, όμως, με ποιο ποσοστό.  Εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα με το εταιρικό δίκαιο, οι μετοχές μιας εταιρείας, δεν αποτελούν ιδιοκτησία της, αλλά ιδιοκτησία των μετόχων της,  (βλ. Johnson v. Gore Wood & Co (2001) 1 All E.R. 481 (HL), στη σελίδα 528), εν προκειμένω, του εναγομένου.

 

Όπως, λοιπόν, αναφέρεται στην αίτηση, με το ένταλμα θα ζητείται η ακύρωση «της διαταγής και/ή απόφασης για διάταγμα και/ή του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας το οποίο εκδόθηκε στις 19/9/2022 επί της Αίτησης για την έκδοση Προσωρινών Διαταγμάτων ημερομηνίας 17/11/2021», των εναγόντων.  Τούτο, σημαίνει πως θα επιδιωχθεί η ακύρωση του διατάγματος, εξολοκλήρου, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που καλύπτει και των δύο εναγομένων, περιλαμβανομένων και όλων των εταιρειών του Παραρτήματος Ι, χωρίς να εξειδικεύονται τα «περιουσιακά στοιχεία» στα οποία η αιτήτρια, κατ’ ισχυρισμό, έχει συμφέρον, που είναι, βέβαια, ανεπίτρεπτο.  Η αιτήτρια έπρεπε να είχε επικεντρωθεί σε ό,τι την αφορά, ιδιαιτέρως.  Έπειτα, όπως έχει ήδη εξηγηθεί,  οι μετοχές του εναγομένου σε αυτή, δεν αποτελούν περιουσιακό στοιχείο της ίδιας.  Επομένως, εκ πρώτης όψεως, αυτές μπορούσε να τεθούν υπό την απαγόρευση του διατάγματος.

 

Υπό τύπον παρατήρησης, εάν, πάλι, πριν ή κατά το στάδιο της ακρόασης της αίτησης, επί της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, διαπιστωνόταν ότι, συγκεκριμένο, περιουσιακό στοιχείο της αιτήτριας, έπρεπε να μην περιληφθεί στο διάταγμα, χωρίς να είχε προηγουμένως δοθεί σε αυτήν η ευκαιρία να ακουστεί, μπορούσε να γίνει εισήγηση, σχετικά.  Στην ένορκη δήλωση, η οποία υποστήριζε την αίτηση, υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές, στο γεγονός ότι η αιτήτρια δεν ήταν διάδικος στην αγωγή. Αποσπάσματα, από αυτή, επί του σημείου τούτου, παρατίθενται στην απόφαση του Δικαστηρίου, στις σελίδες 12 έως 15.  Εντούτοις, δεν έγινε οποιαδήποτε εισήγηση, συναφώς, προς το Δικαστήριο, εκ μέρους των εναγομένων, με δεδομένο ότι από τα, εν λόγω, αποσπάσματα διαφαίνεται να υπήρχε ενδιαφέρον και από τους ίδιους, σε σχέση με τα δικαιώματα τής αιτήτριας.  Ούτε, όμως, η αιτήτρια ζήτησε, διά των δικηγόρων της, που εκπροσωπούσαν, τότε, τους εναγόμενους, να της δοθεί άδεια να παρέμβει στη διαδικασία εκείνη.  Παρέχεται τέτοια δυνατότητα από τη δικονομία και τη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου. 

 

Εν πάση περιπτώσει, έστω και μετά την απόφαση επί της προαναφερθείσας αίτησης και αφού αυτή είχε την έκβαση που, εδώ απασχολεί, η αιτήτρια μπορούσε να αιτηθεί στο  Δικαστήριο, να της επιτρέψει να ενωθεί ως διάδικος στην αγωγή και, εν συνεχεία, να επιδιώξει την τροποποίηση του διατάγματος, με βάση τη δυνατότητα που παρέχεται από τη, σχετική, πρόνοια στο άρθρο 32(2)[1] του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν.14/1960), επικουρούμενης από ανάλογη πρόνοια στη Δ.48 κ.11 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, (Κ.Π.Δ). Πρόκειται για δικονομικά μέτρα, άμεσα διαθέσιμα σε κάθε διάδικο, τα οποία του παρέχουν τη δυνατότητα να επιδιώξει τη διόρθωση ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος που εκδόθηκε εναντίον του, και όπως διατείνεται,  δεν είχε την ευκαιρία να ακουστεί κατά τη διαδικασία έκδοσης του.  Το εκδικάζον δικαστήριο, οπωσδήποτε είναι σε πολύ καλύτερη θέση να εξετάσει τέτοια αίτηση και να διορθώσει το διάταγμα του, εφόσον κρίνει τούτο αναγκαίο.  Αυτή είναι η σειρά των πραγμάτων, σε περιπτώσεις όπως, η ανωτέρω, όλων των διαθέσιμων δικονομικών μέτρων λαμβανομένων ενώπιον του εκδικάζοντος δικαστηρίου, μέχρι εξαντλήσεως τους, μη αποκλειομένης της καταχώρησης, στη συνέχεια, έφεσης για συγκεκριμένο, πλέον, λόγο. Οι δυνατότητες που παρέχονται μέσω αυτών, είναι πρόσφορες και αποτελεσματικές προς επίτευξη του δικαίου, γι’ αυτό δε, έχουν θεσπιστεί.  Η αιτήτρια απέτυχε να καταδείξει γιατί δεν επικαλέστηκε τα πιο πάνω δικονομικά μέτρα, προς το σκοπό διόρθωσης της, σε βάρος της, όπως θεωρεί, αδικίας, πέραν του ότι απέτυχε, επίσης, να καταδείξει, με σαφήνεια, τη βάση επί της οποίας εισηγείται ότι έχει locus standi στην παρούσα αίτηση.  Παρεμπιπτόντως, αν οι εναγόμενοι στην αγωγή καταχώρισαν έφεση κατά της απόφασης διά της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, το Εφετείο έχει εξουσία, δυνάμει της Δ.35 κ.5 των Κ.Π.Δ. να δώσει οδηγίες η σχετική ειδοποίηση να επιδοθεί και στην αιτήτρια, στην παρούσα διαδικασία, παρόλο που αυτή δεν είναι διάδικος στην αγωγή.

 

Επιπρόσθετα, η αιτήτρια πρόβαλε την ύπαρξη νομικού σφάλματος, εμφανούς στο πρακτικό, για διάφορους λόγους.  Αυτοί αφορούν θέματα απόδειξης του αλλοδαπού δικαίου, του οποίου έγινε επίκληση  στο πλαίσιο της διαδικασίας της αίτησης για την έκδοση του διατάγματος καθώς, επίσης, θέματα αναφορικά με την ικανοποίηση του Δικαστηρίου σε σχέση με τις προϋποθέσεις έκδοσης του διατάγματος, με δεδομένο ότι αυτό, πιθανόν, να επηρεάζει τις μη διάδικους εταιρείες που καταγράφονται στο Παράρτημα Ι, αυτού, περιλαμβανομένης της αιτήτριας. Στη βάση του ίδιου λόγου ακύρωσης, προβάλλεται και η, θεωρούμενη, παράλειψη του Δικαστηρίου να θέσει συγκεκριμένο όρο στο διάταγμα, με δεδομένο ότι αυτό αφορά σε περιουσιακά στοιχεία των εναγομένων που βρίσκονται στο εξωτερικό.  Εμφανώς, τα πιο πάνω θέματα, αφορούν τους εναγόμενους στην αγωγή και όχι την αιτήτρια.  Εν πάση περιπτώσει, αυτά  ενέπιπταν στην κρίση που το Δικαστήριο διατύπωσε στο πλαίσιο της ανάπτυξης του σκεπτικού του και αντανακλούν την άποψη του, συναφώς, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί εσφαλμένη, χωρίς άλλο, υποκείμενη σε παραμερισμό, με ένταλμα certiorari, συμπαρασύροντας, κατά τρόπο ανεπίτρεπτο, το διάταγμα, στην ολότητά του.   Έπειτα, εξαιρουμένου του θέματος που αφορούσε σε μαρτυρία, τα υπόλοιπα θέματα θα μπορούσαν να εγερθούν μέσω των δικονομικών μέτρων που έχουν προαναφερθεί, για διόρθωση του διατάγματος και προσθήκη, συγκεκριμένων, όρων σε αυτό όπου τούτο ήταν αναγκαίο.   Ως εκ του συνόλου των πιο πάνω διαπιστώσεων,  η αιτήτρια, δεν έχει καταδείξει ότι έχει συζητήσιμη υπόθεση.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.

 

 

                                                          Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

/γκ



[1] 32.-(2) Οιovδήπoτε παρεμπίπτov διάταγμα, εκδoθέv συμφώvως τω εδαφίω (1), δύvαται vα εκδoθή υπό τoιoύτoυς όρoυς και πρoϋπoθέσεις ως τo δικαστήριov θεωρεί δίκαιov, και τo δικαστήριov δύvαται καθ' oιovδήπoτε χρόvov, επί απoδείξει ευλόγoυ αιτίας, vα ακυρώση ή τρoπoπoιήση oιovδήπoτε τoιoύτov διάταγμα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο